ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΖΕΥΓΟΛΑΤΗ

Η Αγγελική Ζευγολάτη είναι ιατρός, μέλος Ιατρικού Συλλόγου Βελιγραδιού και τελειόφοιτη ανθρωπιστικών σπουδών, του Τμήματος Ψυχολογίας UEL. Δραστηριοποιείται στην ποίηση και τη στιχουργική. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα πεζογραφίας και ποίησης, ενώ κατέχει το 3ο πανελλήνιο βραβείο ποίησης και λογοτεχνίας από τον ΕΠΟΚ.
Έχει συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης, ενώ ποιήματά της φιλοξενούνται, στην αγγλική γλώσσα, σε ανθολογίες που διατίθενται από την amazon. Ποιήματά της φιλοξενούνται, επίσης, στην ιστορική επανέκδοση της «Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς» και πολλά, ακόμη, έχουν δημοσιευτεί σε ιστοσελίδες και διαδικτυακούς χώρους πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Είναι μητέρα δύο παιδιών και εργαζόμενη στον κλάδο τού ανθρώπινου δυναμικού βιομηχανικής εταιρείας.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΠΟΗΧΟΣ (εκδόσεις Άλφα Πι 2021)
ΠΙΝΑΚΕΣ (εκδόσεις Γράφημα 2022)

.

.

ΠΙΝΑΚΕΣ (2022)

Η ΠΟΙΗΣΗ

Η ποίηση, είναι μέρος του κινούντος ακίνητου
Ως αυθύπαρκτο μέρος τής συμπαντικής εύτακτης κίνησης,
δεν πηγάζει από εμάς, εφόσον είμαστε φθαρτοί
Η ποίηση, είναι άυλη και υπερβατική
Καταγράφεται και διαμοιράζεται με συμπαντική ρύθμιση·
διασφαλίζοντας ροή και τέλος,
σε αιώνια, ανακυκλούμενη τροχιά

ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Ετούτο το αυγουστιάτικο φεγγάρι
χρυσό μενταγιόν, πυρωμένο
Καίει το στήθος σου
αφήνει σημάδι
μαρτυράει τα γραφτά
δεν αντέχει άλλα αστέρια
δίνει όρκο·

σιωπή και πόλεμος

ΝΟΣΤΟΣ

Ο νόστος είναι·
οι πλανευτές άνεμοι της Πρωταπριλιάς,
που τραγουδούν στον γάμο των στρυφνών ονείρων
με τις απατηλές υποσχέσεις

Και πάνω στα κεράσματα ποτίζουν
με το πρώτο δάκρυ την καρδιά, να ζωντανέψει

Ξυπνούν στην άκρη της ανατολής των βλεφάρων
τη λάμψη τού πόθου
Την ώρα, που ανθίζουν οι πασχαλιές στον κήπο τής απουσίας
και της απέραντης θλίψης,

Και το φως γυρεύει την ενδοξοτέρα των επιστροφών
στον θρόνο τής απάτης

Έχει τη γεύση του κίτρου·
μυρίζει θάλασσα

Φουσκωμένη από εφήμερες χαρές

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

Το όνειρο,
σφυγμικό και αέρινο σκαρί
όπως γκρεμίζεται,
στους καταρράκτες τού φουσκωμένου σου λαιμού,
ναυαγεί
Εκείνος ο κόμπος δεν ήταν αγκυροβόλι; Αλίμονο!
Οι πραγματιστές ομονοούν:
«Πρόκειται περί λάθους»
Το έγκλημα συντελείται
Ρίχνουν ανακριτικούς προβολείς στα μάτια
Οι κόρες διαστέλλονται
Τα ξεπλένουν ένα δάκρυ
Και να το πάλι το όνειρο·
ξεπετιέται
Γυρεύει να συναντηθεί με πλήθος Ασωμάτων

ΑΜΑΝΤΑ

Η λεπτή κλωστή, που χώριζε τη ζωή από τον εφιάλτη, είχε
σπάσει, Αμάντα. Τρέχαμε σε ένα μεγάλο λιβάδι και οι δύο
μαζί ή ήμασταν ένα, δεν θυμάμαι. Ώσπου, ο σατανάς με
χάιδεψε απαλά στο κεφάλι και μου έδωσε ένα, δύο, είκοσι
δύο μυτερά στάχυα και εγώ, κουλουριασμένος στην άβυσσο
της απόγνωσης, κοιτούσα πόσο βαθιά μπορούσαν να φτάσουν
στη φλέβα, στην ψυχή. Εσύ, ήδη πετούσες μέσα σε ένα
σύννεφο, που έβρεχε με δάκρυα τη γη, και πώς ένιωθες
κανείς ποτέ δεν θα μάθει, Αμάντα. Ήθελα να φτάσω το
αέρινο, διάφανο πέπλο σου. Ήθελα να δω τι χρώμα έχει το
αίμα των γαλαζοαίματων όταν χύνεται στο πράσινο γρασίδι,
και κυλά μέχρι να φτάσει τον ορίζοντα. Τίποτα το ιδιαίτερο.
Ήταν κόκκινο και έγινε μωβ. Τα κοριτσίστικα γέλια
έσβησαν και άρχισαν να χτυπούν καμπάνες και να κελαηδούν
πουλιά, εκκωφαντικά, χτυπώντας με τα ράμφη και
τα φτερά τους, αλύπητα, τη σχιζοφρένεια αυτού του κόσμου.
Μέσα στο εγκαταλελειμμένο σπιτάκι, στη νεκρή σπηλιά,
θυμάσαι, Αμάντα; Πρόλαβα και έκλεισα τα μάτια σου.
Πόσο γαλήνια, λέει, κοιμόσουν πάνω στο τραπέζι, δίπλα
στο βάζο με τα μαραμένα κυκλάμινα και πόσο παρόλα αυτά
ήξερα πως είναι ψέμα, ένας φριχτός εφιάλτης. Φώναξα:
«Δεν κερδίζονται οι μάχες με στάχυα». Η φωνή μου με ξύπνησε.
«Μόνο με αίμα που βράζει, σπαθί και κοντάρι καβαλάς,
το όνειρο», ψέλλισα, «Αμάντα».

ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ

Κοιτάζω ψηλά, όσο πιο ψηλά μου φαίνεται ότι κοιτάζω.
Ακούω την παράφωνη διαδρομή των δακρύων, που εκβάλουν
από τις συννεφένιες ρυτίδες, που χάραξαν οι αχνές ελπίδες
ένα μπόι κάτω από τον ουρανό, και φτάνουν δια μέσου
τής τσίγκινης λαμαρίνας τού κόσμου στα μάτια μου.
Εκτυφλωτικό φαινόμενο. Παραμένω τυφλός, στην ακρογιαλιά
των σκέψεων μου. Περπατάω γυμνός στην ανηδονία τής
καυτής άμμου τού άγχους, με ένα ξεκούρδιστο ούτι, που ο
στριγκός του ήχος με χωρίζει από ’μένα, από ’σένα, από το
εδώ και τώρα. Περνώ έξω από το πατρικό μου, αναρχικός
ουτοπιστής, σοφός κι αλήτης. Παρίσταμαι στις παραστάσεις
σας, στους κύκλους των αντανακλάσεών σας, που
πονάνε τα μάτια μου. Το πολύ φως και το πολύ σκοτάδι
τυφλώνουν το ίδιο. Επιστρέφω νικητής και νικημένος στην
υγρή, γκρίζα, αποπνικτική μήτρα τού φωταγωγού. Κοιτάζω
ολούθε. Ηρεμεί και επανέρχεται το οπτικό νεύρο τής ψυχής.
Διακρίνω την ώρα τού μοιραίου χωρισμού, πως ίσως
να μην θέλει κανείς πια έναν πλανόδιο, που συναλλάσει
σούρουπα με ηλιοβασιλέματα, όπου βρεθεί και όπου σταθεί για
να επιβιώσει. Κοιτάζω ψηλά, όσο πιο ψηλά μού φαίνεται ότι
κοιτάζω.

.

ΑΠΟΗΧΟΣ (2021)
ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ
ΑΓΑΠΗ

Πόσο σ’ αγαπώ
ετούτη την ώρα
την άλλη ώρα
την προηγούμενη
και την επόμενη ώρα.
Παίζει μια μπάντα
γλυκιά μπαλάντα
σαν από πάντα.
Μυρίζει πάντα
…Αγιόκλημα…
Και εγώ σ’ αγαπώ
ετούτη την ώρα,
την άλλη ώρα.
Πάντα!

ΑΝΤΑΜΩΜΑ

Γιούλια κι ανθοί τριανταφυλλιάς
εστήσανε χορό
σε περιβόλι άκαρπο
δώσαν ζωή και χρώμα.
Τη νύχτα που σε γνώρισα
φοβήθηκες θαρρώ,
μα έπιασα τα χέρια σου
και τα κρατάω ακόμα.

Μόνο για σένανε
τ’ αδύνατα κατόρθωσα
και τώρα τραγουδάω
μόνο για σένα.

Τις πρώτες λέξεις φύτεψα
πα στην ξερολιθιά
και τις σιωπές τις κράτησα
σαν την αναπνοή μου.
Το δάκρυ σου το φύλαξα
σαν δέκα φυλαχτά
σφιχτά στο στήθος το ‘κλεισα
πυξίδα στη ζωή μου.

ΕΒΑΛΕΣ ΠΛΩΡΗ

Έσκιζες λέει με την πλώρη τη στεριά
πέρασες για να χαιρετήσεις.
Σε ποια πατρίδα θα γυρίσεις
με τόσα φώτα αναμμένα και χρυσά;

Έφυγες λέει για ταξίδι μακρινό,
δε με ανέβασες στην πλώρη.
Μονάχος έφτασες στη Ρώμη
σε λιτανεία στου ονείρου το φευγιό.

Τι κι αν μόσχο και αχάτη σου ‘χα τάξει
δεν έμεινες να περιμένεις,
θάλασσες και αγέρα φέρνεις
στου ασφοδιλένιου γυρισμού τη χάση.

Ο ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Φοράει η ζωή το φόρεμα που αφήνω
τσιγάρο πίνει και κρασί
κοπάζει το ποτήρι που δεν πίνω,
καλεί τους άλλους στη γιορτή.

Πώς βρέθηκα στον κόσμο αυτό
μόνος και ξένος;
Πώς βρέθηκα στις αγορές
να τριγυρνώ;
Έφταιγε λες που πίστευα
στα παραμυθία,
που γκρέμιζα χρυσά κλουβιά
με άνεμο;

Κοιτά η ζωή το διάολο στα μάτια,
η ελπίδα θέλει πληρωμή.
Τα ρέστα είν’ όλα δικά σου, πάρτα,
γουστάρω την αιώνια φυγή.

Και αν για λίγο στάθηκα
σαν τον επαίτη,
δικό μου λάθος ήτανε,
τ’ ομολογώ.

Σας τα χαρίζω τα ισόβια
τα δεσμό σας.
Δραπέτης ήμουν και θα είμαι
πάντα εγώ.

ΤΟ ΚΥΜΑ

Το κύμα αφρίζει,
λόγια στα βράχια ψιθυρίζει,
Βγαίνει σε ακτή που οδηγεί σε δρόμο ξένο
βαρέθηκα να περιμένω
κάτω απ’ τα βλέμματα του κόσμου τα θολά.

Κύμα του νόστου
κουράγιο δώσ’ μου
γι’ άλλα ταξίδια, αλαργινά.

Μακριά απ’ την πλήξη
και την αηδία
του κάθε νου την αμαρτία.

Λέω να μπαρκάρω
και μα τον Άγιο
θα ψάξω ελπίδα κι αφορμή
να ταξιδέψω και να κουρσέψω
μία γη πιο φωτεινή.

ΧΡΥΣΟΠΡΑΣΙΝΟ ΦΥΛΛΟ

Συνέβη τότε, άξαφνα
στην κάψα του Ιούλη
στην κάψα των ερώτων μας
εδάκρυσε το γιούλι.

Άλλος περπάτησε από δω
άλλος ‘πο κει, πιο πέρα.
Ανθρώποι γίνηκαν πουλιά
εκείνη τη Δευτέρα.

Τα μάτια μας εμαύρισαν
μέσα σε μια νυχτιά
και ήρως γινήκαμε
μέσα στη συμφορά.

Δεν ξέρω μάνα μ’ να σου πω
τι πίκρανέ με τόσο.
Που γίνε ο φίλος μου εχθρός
για που ‘ταν να ματώσω.

Έτρεμε η γης κι εσιότανε
‘πο φάλαγγες αρμάτων.
Για να ‘ταν απ’ το κλάμα μας
ημών των αθανάτων.

Και η ντροπή εντράπηκε
τούτην την περηφάνεια
που χερικό δεν άπλωνε
για μέλι και για γάλα.

Μάσαμε τόλμη και ορμήν
γεννήσαμε παιδιά.
Τον κεραυνό κρατήσαμε
βαθιά μες στην καρδιά.

Λιμνιώνα σε ορίσαμε
νύμφη μας λατρεμένη.
Κερύνεια τζ’ Αμμόχωστο
Πατρίδα πονεμένη.

Ανάστημα ορθώσαμε
«Χτυπήστε μας κι εδώ»
τα χείλη μας λαλήσανε
κρατώντας το Σταυρό.

Τον μαυρισμένο Ουρανό
γυρίσαμε με αγάπη,
με δάφνες σε χωρέσαμε
στου κόσμου την αγκάλη

ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ

Ο Έρωτας και ο θάνατος προχωρούν και η γη σκούζει,
το ακούς;
Αλλάζουν μορφές μέχρι να συναντήσουν την ευτυχία,
το βλέπεις;
Φωνάζει ο Ζέφυρος και η Έριδα, μα δεν ακούν κανέναν
τραντάζουν το στερέωμα,
το νιώθεις;
Οι γίγαντες έπιασαν τη Φρέγια
και εσύ γελάς·
και ο θάνατος γελάει.
Στο διάβα τους χαϊδεύουν πληγές
ρουφάνε νιότη.
Απελπίζουν και απελπίζονται
θωπεύουν αλύτρωτα την αγνότητα, και γεννιέται η Μέδουσα,
Θύτης ή θύμα ο Περσέας,
το εξηγείς;
Μαζεύουν όλα τα χρώματα,
τα ανακατεύουν και βάφουν τις ψυχές μαύρες.
Την δική σου την άγγιξαν, το ξέρω,
το ομολογείς;

.

ΕΚΕΙΝΟ

Τα έβαζα με τη νύχτα,
πάλευα να ανοίξω τα μάτια σου.
Ο χρόνος ήθελε να με προσπεράσει.
Βιάστηκα να σε χαϊδέψω παντού
με το φεγγάρι.
Αυτό, και πάντα κάτι ανάμεσά μας.

Έπινα τα δάκρυά σου
τα γευόμουν αχόρταγα.
Και όταν έφτανα στα χείλη
άνοιγα τις πύλες της ψυχής σου.
Έμπαινα μέσα, βαθειά
και ένιωθα αγέννητος.

Στη ζέστη και στην υγρασία
μιας μήτρας που υποσχόταν την αθανασία.

Ένιωθα τη σύγκρουσή σου.
Τη μια ήσουν μαζί μου, αποζητούσες την ηδονή.
Την άλλη ξεμάκραινες, αναζητούσες τη συμφορά.

Και τα κορμιά μας κρατούσαν ρυθμό,
ισορροπούσαν στο κενό.

Ερμήνευαν τη θάλασσα,
ξόρκιζαν μυστικά και μάγια.

Ντύσου τώρα την καρδιά μου και φύγε,
μα να ξανάρθεις…
θα σε περιμένω εδώ.
Εδώ που άφησαν σημάδι οι αισθήσεις στο χώμα.

Εδώ που με λόγχη διαπεράσαμε τη λογική
και πλάσαμε αναμνήσεις.
Εδώ που νίκησε Εκείνο,
ο ένας και μόνος θεός της κάθαρσης.

Ο ΠΟΝΟΣ (δύο ψέματα)

Να του πάρεις μέτρα του Πόνου,
να του φτιάξει ένα υπέροχο μπλε κουστούμι,
να τον τοποθετήσει στο βάθρο που του αξίζει.

Να τον χαϊδεύεις συχνά,
να τον γλυκοφιλάς με χαμόγελο,
είναι δικός σου.

θα σε περιμένει πάντα να γυρίσεις,
θα σε περιμένει πάντα με τον ναρκισσισμό ενός παιδιού.
Εσύ να τον χαϊδεύεις απαλά,
να τον γλυκοφιλάς με χαμόγελο.
Είναι παιδί άχτιστο και απαίδευτο ο Πόνος.
Να του λες παραμύθια.

Να του πεις δυο ψέματα…
Ένα, πως δεν τον αγαπάς,
και άλλο ένα:
πως στα εγκλήματα της ζωής είστε και οι δυο αθώοι.

Αυτός θα είναι εκεί, σαν το πηγάδι στην παρατημένη αυλή,
στέρεος, μόνος, έρμος, σκοτεινός.
Εσύ θα τριγυρνάς παντού

θα διαβαίνει δάση, χωριά, πόλεις και πολιτείες.
θα χαράξει πορεία στον Ήλιο.

Μα να γυρνάς στο πηγάδι σου,
να παίρνεις νερό,
να πλένεσαι,
να ξεδιψάς,
να βαφτίζεσαι.

ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ

Ρίζες που έχουν φυσικά εγκαταλείψει τη γη,
απειλούν να μην με θρέψουν.
Εν είδει ρομφαίας
συναποτελούν το οικοδόμημα δέντρων
-οποίος παραλογισμός-
που ενωμένα περιγράφουν την αψιδωτή,
απροσδιορίστου υλικού, πόρτα των ονείρων μου.
Την πόρτα που φυλάει ο Κριός, το κακό πρόβατο
-οποίο σχήμα οξύμωρο-
που η αρρενωπή του φύση παραβιάζεται ασύδοτα
από σμήνη περιστεριών.
Παλιόπουλα, διεστραμμένα, ανισόρροπα.
Στοιχειώνουν εξωφρενικά τις ημέρες,
μα περισσότερο τις νύχτες μου,
που τότε αποκτά ειδικό βάρος η ψυχή.
Αντιπαθέστατα, αφήνουν τους ανοιχτούς γκρεμούς
και τους ουράνιους θησαυρούς
και μεταμορφώνονται σε κότες με κομμένα φτερό.
Αχάριστα, αφήνουν τους βασιλιάδες που τα ταΐζουν
και ελεεινά, ψάχνουν τροφή στα σκουπίδια.
Ανέραστα, αφήνουν τις φωλιές των π πιτσουνιών
και τσιμπάνε το ένα το άλλο, το πιο ταϊσμένο
το πιο αδύναμο, σε κοινή θέα,
με φουσκωμένους λαιμούς και άοκνα μάτια.
Σιχαμένα φαντάσματα. Γεννιέστε και πεθαίνετε μικρά
Πόσο βάναυσα ενσαρκώνετε, εμένα, εσένα,
τον θλιμμένο αρλεκίνο…

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΠΙΝΑΚΕΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ

FRACTAL  1/8/2023

Για ν’ αντικρίσουμε το Φως

«Οι σκιές, μαζί με τις ηλιαχτίδες,
θα βοηθήσουν τις μανόλιες να ανθίσουν
Ό,τι χάθηκε, δεν χάθηκε. Δίνει βήμα για νέα αρχή»

Τρεις στίχοι από το ποίημα «Αίσθηση» το πρώτο της συλλογής πεζού και ποιητικού λόγου «Πίνακες» της Αγγελικής μας δίνουν όλο το πνεύμα της ποιήτριας. Όλος ο έντονος κοινωνικός προβληματισμός και η αγωνία της για το αύριο απλώνονται με λόγο ρεαλιστικό μέσα στα 19 ποιήματα και τα 6 πεζά του βιβλίου όπου η ποιήτρια ζωγραφίζει πίνακες με λέξεις μέσα από τη μνήμη και το χρόνο που φεύγει. Και στο ίδιο ποίημα «Αίσθηση» μας λέει ακόμα:

«Ο χρόνος τελειώνει/Ανακατεύει το χθες, το αύριο και το σήμερα/
μέσα στο ράγισμά του»

Και στο ποίημα «Μνήμη (πίνακες)» γράφει:

«Έτσι γεννιέται η μνήμη/Και οι αντοχές την καλωσορίζουν/Γυμνή, για τους ελεύθερους/Ντυμένη, για τους ταξιδευτές»

Μέσα στο πέρασμα του χρόνο παρατηρεί τον άνθρωπο από τη γέννηση του
και περιγράφει τη πορεία του μέσα από το ποίημα «Κλαίει το παιδί»

«Αθώο παιδί, ιδρώτα και ασπράδι γέμισαν τα χέρια/Μπολιάστηκε λύπη, οργή και ελευθερία η ψυχή/Χτύπησε η φλέβα και σκορπήσαν τα πουλιά»

Για να συνεχίσει τους στίχους για το παιδί στο ταξίδι του μέσα στη ζωή λέγοντας μας:

«Πετά ψηλά/Πετά χαμηλά/Κοιτάζει τη βροχή/Ορμάει μέσα στην καταιγίδα/
Ορκίζεται αφοσίωση/Δίνει συγκατάθεση/Εισπνέει δηλητήριο/Εκπνέει λουλούδια»

Και κλείνοντας το ποίημα γράφει:

«Έρχεται με τα καραβάνια τής ερήμου και πηγαίνει/για νέες συγκινήσεις, μουσκεμένος ως το κόκκαλο/Αμετανόητος/Ελεύθερος/Πετά ψηλά/Πετά χαμηλά/Φτάνει στα κύματα/Μετωπική σύγκρουση/Τα πατάει»

Οι λέξεις της, ο ποιητικός της λόγος, ξεκινούν μέσα από τη ψυχή της που είναι γεμάτη από συναίσθημα, ευαισθησία και αγάπη για τη ζωή και τα οποία θέλει να μεταφέρει στον αναγνώστη να φωτίσουν τις σκιές και τα σκοτάδια που αναπόφευκτα κατακλύζουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Αυξάνονται έτσι οι φωτεινές στιγμές που θα φέρουν στον άνθρωπο μια άνοιξη. Γράφει στο ομότιτλο ποίημα:

«Μοιάζει η Άνοιξη/με το γλυκό ρίγος, που ’χουν τα ροδόφυλλα,/σαν τα αγκαλιάζει η πρωινή πάχνη»

Παρατηρεί τη καθημερινότητα και προτρέπει τον αναγνώστη να μη λησμονεί τις απλές καθημερινές πράξεις που φωτίζουν τη κάθε μέρα μας και δίνουν το φως τους στο κάθε αύριο. Γράφει στο ποίημα «Γιατί δεν ξημερώνει» με μορφή ερώτησης.

«Έκλεισες τα παράθυρα του σπιτιού/Μην φύγουν, νύχτα ώρα, και πετάξουν μακριά/οι ολόδροσες αναμνήσεις τής μέρας,/σαν τις πεταλούδες τής άνοιξης;/Έβαλες τα παιδιά για ύπνο/μ’ εκείνα τα γέλια και τα παραμύθια,/
που γκρεμίζουν τα σκοτάδια/και χτίζουν τις ανατολές των ονείρων;»

Πολλές φορές όμως η χρήση της ελευθερίας που έχει ο κάθε άνθρωπος
είναι πλαστή γιατί η ελεύθερη του βούληση χάνεται μέσα στα πρέπει και στις απαιτήσεις της κοινωνίας που ζούμε. Και με λόγο ειρωνικό η Αγγελική στο ποίημα «Είσαι ελεύθερος» γράφει:

«Ζήτω», που είσαι ελεύθερος να φοράς τη μάσκα τής κοινωνικότητας/
Είσαι ελεύθερος, να κρύψεις/τη μοναξιά και τη βαρεμάρα σου/Είσαι ελεύθερος, να κοιταχτείς στον καθρέφτη για λίγο/Τόσο, όσο που να μην αγγίξεις το είδωλό σου»

Και κλείνοντας το ποίημα ο λόγος της ποιήτριας γίνεται καυστικός.

«Μετά από κόπους, από αγώνες και θυσίες/Μετά από επαναστάσεις/
Είσαι ελεύθερος, να βγεις στους δρόμους των παρελάσεων/ Κουστουμαρισμένος, να σφίξεις όσο θέλεις τη γραβάτα σου/Μέχρι να βγει η γλώσσα έξω/Για να φωνάξεις «Ζήτω»

Στη κοινωνία όπως είναι φτιαγμένη εκτός από ελεύθερος να κρύβεις τη μοναξιά σου είσαι και ζωντανός. Και όπως γράφει η ποιήτρια στο ομότιτλο ποίημα «Ζωντανός» «Μόνος, επέλεξα να πλέξω ένα μαργαριταρένιο κολιέ
από δάκρυα» Και συνεχίζοντας το ποιητικό μονόλογο μας λέει:

«Δεν σταμάτησα να αφήνω να σταλάζει,/μέσα στην εκκλησία των αναστεναγμών μου,/η βροχή τού κόσμου»

Η Αγγελική βαθιά μέσα της αισθάνεται ότι ο κόσμος που ονειρεύτηκε, που όλοι μας ονειρευτήκαμε δεν είναι αυτός που έχει επιβάλει η κοινωνία με γραπτούς και άγραφους νόμους. Και κλείνοντας το ποίημα «Ζωντανός» γράφει:

«Έκλαιγα από συγκίνηση/Έκλαιγα, γιατί κάποια αγκάθια/από τον κήπο των ανθρώπων/μού μάτωναν τα χέρια/Και το αίμα κυλούσε ποτάμι/Αίμα, σαν κόκκινο κρασί/πάνω στο λευκό τραπεζομάντηλο της ζωής/Απόδειξη ότι ήμουν ζωντανός/»

Και στο ποίημα «Ο κήπος μου» η Αγγελική μιλώντας για τα αγκάθια του κήπου γράφει:

«Τα αγκάθια δεν τα επέλεξα/Όμως, φίλιωσα μαζί τους/Εγώ, έμαθα πώς να τα πιάνω/Κι εκείνα, σταμάτησαν να μου ματώνουν τα δάχτυλα»

Μια συμφιλίωση με τα αγκάθια του κήπου, όπως και με τα αγκάθια της ζωής έχουν σίγουρα ένα θετικό αποτέλεσμα και μας ανοίγουν ένα δρόμο στο αύριο.
Για να μας πει ακόμα στο ποίημα «Νόστος»

«Ξυπνούν στην άκρη της ανατολής των βλεφάρων/τη λάμψη τού πόθου/
Την ώρα, που ανθίζουν οι πασχαλιές στον κήπο τής απουσίας/και της απέραντης θλίψης,»

Μέσα στη ποίηση της Αγγελικής διακρίνει κανείς την ευαισθησία της για τον άνθρωπο. Χαίρεται με ότι προκαλεί τη χαρά και λυπάται με ότι θλίβει και προκαλεί θλίψη στο συνάνθρωπο της. Χαίρεται και αναζητά το όνειρο που «ξεπετιέται και Γυρεύει να συναντηθεί με πλήθος Ασωμάτων» όπως μας λέει στο ποίημα «Το όνειρο» Ξέρει ότι μέσα στο όνειρο υπάρχει αυτό που αναζητά λέγοντας μας στο ποίημα «Υπάρχεις»

«Εγώ, εσένα σε ξέρω/δεν γίνεται να μην υπάρχεις/Σου άνοιξα την πόρτα να φύγεις/Σίγουρα υπάρχεις/Σε είδα στον ύπνο μου»

Στα έξη πεζά η Αγγελική μιλά για το σκοτάδι και τις σκοτεινές διαδρομές της κοινωνίας αλλά και για το θάνατο.
Στη Κοκώ βλέπουμε τη νεκρή κυρία να αντιμετωπίζει στους βρικόλακες που

«τόλμησαν περιπαικτικά, για ακόμα μία φορά, να της προσφέρουν μιάμιση μερίδα λευκό, πάλλευκο ρύζι, πιο άσπρο και απ’ το χιόνι. Η κυρά το παραμέρισε, το έσπρωξε πάνω στο τραπέζι με περισσή περιφρόνηση. «Να ταΐσετε αυτούς που πεινάνε», είπε».

«Στη «Θεογονία» βλέπουμε τις σκοτεινές διαδρομές του ήρωα.

«Μπήκε μέσα μου ο Σατανάς. Ένιωσα τις ενορμήσεις μου να δημιουργούν
συμπαντικό Χάος. Έβλεπα μπροστά μου τη Γη, τον Έρωτα και τον Θάνατο, αλλά υπερίσχυα εγώ.»

Στην Αμάντα έχουμε μια ακόμα σκοτεινή διαδρομή όπου ο ήρωας αναφωνεί

«Δεν κερδίζονται οι μάχες με στάχυα». Η φωνή μου με ξύπνησε. «Μόνο με αίμα που βράζει, σπαθί και κοντάρι καβαλάς, το όνειρο», ψέλλισα,

Στο «Φωταγωγό» γράφει η Αγγελική «Παρίσταμαι στις παραστάσεις
σας, στους κύκλους των αντανακλάσεών σας, που πονάνε τα μάτια μου. Το πολύ φως και το πολύ σκοτάδι τυφλώνουν το ίδιο.»

Στις «Στρίγκλες» βλέπουμε τις τρεις Καλοκυράδες να τις φωνάζει η μάνα τους, η κουκουβάγια,

«Τσακιστείτε, να φτάσετε στον βασιλιά και να τον ξεγδάρετε! Αυτός και οι αμαρτίες του, σας καλούν». Και βλέπουμε στο τέλος τις τρεις αδερφάδες να τρέχουν σαν σκυλιά λυσσασμένα να φτάσουν στη μάνα τους, να τους βγάλει τα μάτια και να τα παραδώσουν στον Άρχοντα του Σκότους, μαζί με την ψυχή
τού Εφήμερου, του άπληστου και άδικου βασιλιά.»

Η συλλογή πεζού και ποιητικού λόγου Πίνακες, της Αγγελικής Ζευγολάτη γεμάτη από συναίσθημα για τον άνθρωπο μας προτρέπει να ξεφύγουμε από τα σκοτάδια που πνίγουν τα όνειρα και την ελευθερία στον άνθρωπο και να αντικρύσουμε το φως που φέρνει ο ήλιος το ξημέρωμα και το αρώματα της Άνοιξης .

Τέλος να αναφέρω ότι ο επιμελητή Αντώνης Ε. Χαριστός σε σημείωμα του στο βιβλίο αναφέρει ότι στο έργο εφαρμόστηκε η φιλολογική προσέγγιση των κειμένων λογοτεχνίας την οποία υιοθετεί ο Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης.

Για ν’ αντικρίσουμε το Φως

.

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

CULTUREBOOK 14/12/2022

Ποιητική Πινακοθήκη

Στη συλλογή πεζού και ποιητικού λόγου: Πίνακες, εκδόσεις Γράφημα 2022, η Αγγελική Ζευγολάτη μας παρουσιάζει μια σύγχρονη πινακοθήκη κειμενικών ειδών. Πεζά και ποιήματα, εκτενέστερα ή πιο σύντομα, παλιότερα ή παροντικά, όλα αποτυπώνουν ή ζωγραφίζουν, στιγμές ζωής όπως έχουν βιωθεί και αναπλαστεί μέσα από τη γλώσσα. Πίνακες σε καμβά για το σαλόνι, την κρεβατοκάμαρα, τους δρόμους μιας άξενης πόλης, τις έρημες παιδικές χαρές, τα σπίτια μιας καταπιεστικής κοινωνίας. Πανοραμικά τρίπτυχα με ιριδισμούς και σκιές, που το φόντο τους είναι περισσότερο γκρίζο παρά φωτεινό.

Κάποιοι πίνακες είναι χειροποίητοι σε ξύλινο τελάρο με ξύλα μαζεμένα από την ακτή όπως τα έχει ξεβράσει η φουρτουνιασμένη η θάλασσα. Ξύλα από ναυάγια, από σκαριά και καράβια που γεμάτα προσμονή και ελπίδες είχαν ξεκινήσει το ταξίδι τους που έληξε απότομα. Ένα ξεκίνημα ονείρου που βούλιαξε, γκρεμίστηκε σε απάτες ή αυταπάτες. Άλλοι πίνακες είναι καμωμένοι από τοίχους που φυλακίζουν. Φυλακίζουν το παιδί, τον νέο άνθρωπο που ονειρεύεται, φυλακίζουν τον πόθο, τον έρωτα, την αγάπη. Σίδερα φυλακής που δεν τα βλέπεις. Ξεγελάς τον εαυτό σου ότι η κοινωνία των τύπων, των επιταγών, των πολιτικών επιλογών, της κανονικότητας και της κοινωνικότητας, σου αφήνει περιθώρια να είσαι πραγματικά ελεύθερος. Ζεις μια ζωή, που δεν έγινε, όπως βαθιά μέσα σου ονειρεύτηκες. Ζεις κοιμώμενος- για σένα δεν ξημερώνει η αληθινή, φωτεινή καινούργια ημέρα.

Οι Πίνακες της Ζευγολάτη είναι ακουαρέλες με τα υδατοχρώματά τους καμωμένα από δάκρυα. Έχει επιλέξει να πλέξει από αυτά «ένα μαργαριταρένιο κολιέ», όπως γράφει στο ποίημα «Ζωντανός», έτσι ώστε «να αφήνω να σταλάζει,/μέσα στην εκκλησία των αναστεναγμών μου,/ η βροχή του κόσμου». Σκοπός, με αυτά τα δάκρυα «να ποτίζω τον κήπο των ανθρώπων/ και να καμαρώνω σαν έβλεπα να φυτρώνουν άνθη» (σ. 17). Άνθη όμως με αγκάθια που φέρνουν δάκρυα γιατί ματώνουν τα χέρια. Αίμα και δάκρυα, τα δυο βασικά συστατικά της ζωής. Αυτά τα αγκάθια του κήπου μας – λέει η Ζευγολάτη, όταν φιλιώνεις μαζί τους, μαθαίνεις πώς να τα πιάνεις, τότε σταματούν να σου ματώνουν τα δάχτυλα. Τότε μπορεί άξαφνα να τα δεις ως ευλογία και μάθημα ζωής.

Αρκετοί πίνακες θυμίζουν σχολικούς πίνακες όπου με κιμωλία περικυκλώνεται και εγγράφεται η παιδική ζωή. Συχνά η Ζευγολάτη μιλά στο και για το παιδί. Στο παιδί που κλαίει – και εδώ τα δάκρυα- για «εκείνο το παιδί, που το σταυρώνουν σαν μικρό Χριστό, ενώ ανθίσταται, αντέχει και υψώνει τις χούφτες του στον ουρανό, να γεμίσουν φεγγάρι» (σ. 12).Σαν περιστέρι βλέπει το παιδί αλλού η Ζευγολάτη, που πετάει και χάνει τα φτερά του από την ουρά όταν περνά από τις Συμπληγάδες της ζωής. Όταν όμως τελικά τα καταφέρνει, μεταμορφώνεται σε αετό, σε «αγρίμι άμαθο στα χάδια» («Κλαίει το παιδί», σ. 14).

Τα ποιήματα της Ζευγολάτη γίνονται αστρονομικοί πίνακες, όπου το ανθρώπινο πρόσωπο διαπλέκεται και στροβιλίζεται βρίσκοντας της θέση του μέσα στο σύμπαν, ανάμεσα στους αστερισμούς. Στην κοσμογονική στιγμή της γέννησης του χρόνου, του κόσμου και του εαυτού, των αντίθετων δυνάμεων του φωτός και του σκότους, είναι ο αέναος κύκλος του θανάτου και της αναγέννησης, αφού «ό,τι χάθηκε, δεν χάθηκε. Δίνει βήμα για νέα αρχή», όπως γράφει στο ποίημα «Αίσθηση» (σ. 7).Μια αρχή όμως που φαντάζει όμως ως μέρος ήδη ενός εγκλήματος. Το έγκλημα αυτό αναπαριστούν με μαύρα χρώματα και κάποιες παλιές ελαιογραφίες- μύθοι σε πεζό λόγο στις τελευταίες σελίδες της συλλογής. Εκεί, σε αυτόν τον συγκεκριμένο τόπο, εδράζεται για τη Ζευγολάτη, η Ποίηση. Στο ποίημα «η Ποίηση» χαρτογραφείται ως «αυθύπαρκτο μέρος της συμπαντικής εύτακτης κίνησης» και ως «άυλη και υπερβατική» που διασφαλίζει «ροή και τέλος,/ σε αιώνια, ανακυκλούμενη τροχιά» (σ. 16).Μέσα από την ποίηση κανείς δραπετεύει – από τα δάκρυα, τους ανημέρωτους πόθους, τους ασίγαστους πόνους, τις κοινωνικές αδικίες. Δραπετεύει από τον ίδιο τον χρόνο. Έτσι συντελείται η φυγή –στη μνήμη, στην πεποίθηση ότι αυτό που ονειρεύεσαι υπάρχει. Όπως στο ποίημα «Υπάρχεις» «Εγώ εσένα σε ξέρω/ δεν γίνεται να μην υπάρχεις/ Σου άνοιξα την πόρτα να φύγεις/ Σίγουρα υπάρχεις/ Σε είδα στον ύπνο μου» (σ. 31).Μια φυγή που όμως, δεν σε κάνει δραπέτη. Σε οδηγεί σε ένα όνειρο που είναι περισσότερο αφύπνιση παρά ύπνωση. Αυτό το όνειρο που βγαίνει μέσα από τα δάκρυα, σε ενώνει με «πλήθος Ασωμάτων», με πλήθος ψυχών, αγγέλων και αρχαγγέλων, που προστατεύουν, θεραπεύουν ή καταγγέλλουν και με την ρομφαία τους διώκουν τις αδικίες αυτού του κόσμου. «Και να το πάλι το όνειροׄ /ξεπετιέται/Γυρεύει να συναντηθεί με πλήθος Ασωμάτων» («Το όνειρο», σ. 33).

Η ποιήτρια Αγγελική Ζευγολάτη με τους Πίνακές της ζητά να αφυπνίσει τους ανθρώπους. Να ακολουθήσουν το όνειρό τους. Για να ξημερώσει μια καινούργια ημέρα. «Αφού ξυπνήσεις,// Σε περιμένω στη γέφυρα των στεναγμών, αχάραγα/ Σε παρακαλώ,/ έλα να μου πεις πως ξημέρωσε/» («Γιατί δεν ξημερώνει», σ. 11).

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΙΑΤΖΟΥΡΑ

FRACTAL 7/12/2022

«Ένας εσωτερικός κόσμος γεμάτος ευαισθησία, συμπόνια και συγχώρεση»

Ο πίνακας της Virginie Demont-Breton που κοσμεί το εξώφυλλο του δεύτερου βιβλίου της Αγγελικής Ζευγολάτη με τίτλο «Πίνακες, συλλογή πεζού και ποιητικού λόγου», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γράφημα (2022), ενέχει -νομίζω- την σημειολογία και τον συμβολισμό όλου του λογοτεχνικού περιεχομένου τής εν λόγω συλλογής. Η συγγραφέας μάς ετοιμάζει, ή καλύτερα είναι να πούμε ότι μάς προετοιμάζει, με την επιλογή αυτού του ζωγραφικού πίνακα, για την συνέχεια που θα ακολουθήσει. Η Αγγελική Ζευγολάτη θέλει να μας ανοίξει μια δίοδο, ένα πέρασμα μέσα από τις Συμπληγάδες πέτρες της ψυχής της, για να φτάσουμε στα βάθη του εσωτερικού της κόσμου. Ενός κόσμου ρομαντικού και ευαίσθητου, γεμάτος συμπόνια και συγχώρεση, γεμάτος φως και σκοτάδι.

Δεν είναι εύκολο πράγμα να ξεγυμνώνεις την ψυχή σου, να παραθέτεις και να αντιπαραθέτεις γνώση και συναίσθημα, να χτίζεις γέφυρες επικοινωνίας με τον έξω κόσμο μέσα από τον ποιητικό σου λόγο, να γεννάς και να πεθαίνεις την ύπαρξη σου, για να αναδυθείς και πάλι μέσα από τις σκιές και να αναγεννηθείς όταν και εφόσον ξημερώσει· και τώρα πια στο φως της ημέρας να κοιτάζεις τον κόσμο γύρω σου και να τον προσλαμβάνεις, σαν να τον αντίκριζες για πρώτη φορά. Όχι όμως μέσα από τον καθρέφτη της αντανάκλασης σου, όχι μέσα από τον αντικατοπτρισμό των συναισθημάτων σου, αλλά μέσα από τις αλήθειες τις πολλές, που περιβάλλουνε την ύπαρξη σου. Και τις αλήθειες αυτές τις συνειδητοποιείς μόνο σαν έχεις ξεκάθαρη εικόνα της αίσθησης τους. Μια αίσθηση που η συγγραφέας Αγγελική Ζευγολάτη διαθέτει πλουσιοπάροχα. Μέσα από τα μάτια τής ψυχής της κοινωνεί και σε μας την κοσμοθεωρία της.

Υπαρξιακή αναζήτηση διαρκείας η ποιητική κατάθεση της Ζευγολάτη. Η κοσμοθεωρία της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη ύπαρξη, που την θεωρεί μοναδική και ανεπανάληπτη. Γνωρίζει καλά πως ο άνθρωπος δεν είναι στατικός με έμφυτες και εύκολα αναγνωρίσιμες ιδιότητες· γνωρίζει πως η κάθε ανθρώπινη ύπαρξη ακολουθεί το αποκλειστικά δικό της μονοπάτι στη ζωή· γνωρίζει πως ο άνθρωπος διαμορφώνεται και αναδιαμορφώνεται αενάως και αδιαλείπτως, σε μια συνεχή ακολουθία προσωπικών επιλογών, για τις οποίες ευθύνεται ο ένας και μοναδικός μας εαυτός. Καθόλου τυχαία εισαγάγει τον αναγνώστη | την αναγνώστρια της στον ποιητικό της κόσμο με το υπαρξιακό ερώτημα:

Πώς να πειστώ ότι όλα είναι όπως φαίνονται,
όταν δίνω το παρόν στη συμπίεση του χρόνου;

Τα υπαρξιακά ερωτήματα της ποιήτριας διαχρονικά. Αγωνιά για τον χρόνο που περνά. Αγωνιά που ο χρόνος εννοείται ως μια ακαθόριστη κίνηση της ανθρώπινης ύπαρξης στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Αγωνιά και αναρωτιέται μήπως τελικά δεν είναι και τόσο ακαθόριστη η κίνηση αυτή. Αντιπαραθέτει την αρχή και το τέλος της ύπαρξης και αφήνει στα τετελεσμένα γεγονότα ένα παραθυράκι ανοιχτό. Ένα παραθυράκι ελπίδας και αισιοδοξίας. Εύστοχα πολύ συμπυκνώνει όλη της την αγωνία στους παρακάτω στίχους:

Ο χρόνος τελειώνει
Ανακατεύει το χθες, το αύριο και το σήμερα
μέσα στο ράγισμά του. Επίκειται τοκετός· (Αίσθηση, σ.7)

Αγωνιά για τον χρόνο που μεταμορφώνεται· αγωνιά για εκείνον τον χρόνο που πλησιάζει και που απομακρύνεται, που διαστέλλεται και συρρικνώνεται, που βιώνεται αλληγορικά και που είναι μέρος ενός ατέρμονου υπαρξιακού κύκλου που γυρίζει και γυρίζει και που περιστρέφεται γύρω από τον άξονα του και αγκαλιάζει την ανθρώπινη ύπαρξη με κατανόηση και με αγάπη. Που μεταμορφώνεται από αθώο παιδί σε περιστέρι και που από περιστέρι γεννιέται στα στερνά της Σκύλλας ένας αετός. Λέει για τον αετό της η ποιήτρια:

Πετά ψηλά
Πετά χαμηλά
Κοιτάζει τη βροχή
Ορμάει μέσα στην καταιγίδα
Ορκίζεται αφοσίωση
Δίνει συγκατάθεση
Εισπνέει δηλητήριο
Εκπνέει λουλούδια (Κλαίει το παιδί, σ. 14)

Η Ζευγολάτη συγκεντρώνει όλη της την υπαρξιστική φιλοσοφία στην πολύ ιδιαίτερη ποιητική της σύνθεση Είσαι ελεύθερος, που θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως ένα μανιφέστο των απόψεων της. Στη σύνθεση αυτή παραθέτει με ειρωνεία και καυστικότητα, πολλούς από τους περιορισμούς και τις αναστολές και τις ανελευθερίες του ανθρώπου· του ανθρώπου που έχει όμως την ψευδαίσθηση ότι ορίζει την ζωή του με ελεύθερη την βούληση του. Στην ποιητική της αυτή σύνθεση, σαρκάζει την σύγχρονη κοινωνική υπόσταση του ανθρώπινου γένους, που αυτοκαθορίζεται ως ελεύθερος άνθρωπος, που όμως ακολουθεί πιστά και δεν αμφισβητεί ούτε στιγμή τις συμπεριφοριστικές και στερεοτυπικές επιταγές της κοινωνίας. Και εκεί που υποτίθεται πως ο άνθρωπος θα είχε ως λογικό ον, την ελευθερία της επιλογής να καθορίσει ο ίδιος τη συμπεριφορά του σε προκείμενες και επικείμενες καταστάσεις, διαπιστώνει η ποιήτρια ότι:

Είσαι ελεύθερος, να καταπνίξεις το κλάμα των παιδιών σου
Είσαι ελεύθερος, μαζί με το κλάμα των παιδιών σου
Να πνίξεις και την τελευταία μου ελπίδα
Πως άκουσα ένα ηχόχρωμα ζωής

Μετά από κόπους, από αγωνίες και θυσίες
Μετά από επαναστάσεις
Είσαι ελεύθερος, να βγεις στους δρόμους των παρελάσεων
Κουστουμαρισμένος, να σφίξεις όσο θέλεις τη γραβάτα σου
Μέχρι να βγει η γλώσσα έξω
Για να φωνάξεις «Ζήτω»» (Είσαι ελεύθερος, σ. 20)

Η συγγραφέας χρησιμοποιεί εξαιρετικά και με έμπνευση την ελληνική γλώσσα για να δώσει μέγεθος και υπόσταση στις ιδέες της. Την ευκολία της στη χρήση της γλώσσας την μεταφέρει φυσικά και στον πεζογραφικό της λόγο, προσδίδοντας στις αφηγήσεις της μια ποιητικότητα που εντυπωσιάζει και μια εικονοποίηση που είναι αξιοσημείωτη. Τα έξι πεζογραφήματα που έχει συμπεριλάβει σε αυτήν της τη συλλογή, ενώνονται με ένα αόρατο νήμα. Με ένα νήμα που η Ζευγολάτη έχει γνέψει με ευαισθησία και συμπόνια. Ο θάνατος και το σκοτάδι πανταχού παρόν. Την απασχολούν πολύ οι εκφάνσεις του θανάτου, που μας περιβάλλουν μεταφορικά αλλά και αλληγορικά. Και ο θάνατος μπορεί να εμφανιστεί άλλοτε σαν μια νεκρή κυρία σοβαρή και ακέραιη που προτρέπει τους βρικόλακες να ταΐσουν τους πεινασμένους με τη μιάμιση μερίδα ρύζι που προσφέρανε σε εκείνη (Κοκώ, σ. 34), και άλλοτε σαν τρεις Καλοκυράδες, που αλλοπαρμένες ουρλιάζουν, και που στο πέρασμα τους μαραίνουν τον τόπο, αναλαμβάνοντας να τιμωρήσουν ένα σκληρό και αλαζόνα βασιλιά με το αλληγορικό όνομα Εφήμερος (Στρίγκλες, σ.39). Οι σκοτεινές διαδρομές του νου, ζωντανεύουν στα διηγήματα της Ζευγολάτη, όπως για παράδειγμα στο αλληγορικό διήγημα της με τίτλο Θεογονία (σ. 35). Σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση εξιστορεί -από μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία- τη δημιουργία του κόσμου μας. Αντρική η ανώτερη εκείνη δύναμη, που με τη βία θέλει να κατακτήσει τη Γη και να την εξαναγκάσει να δημιουργηθεί. Μια πράξη βίας και εξαναγκασμού για να ικανοποιηθεί το μεγάλο “Εγώ” ενός μικρού παλικαριού της φακής. Επίσης, η συγγραφέας παρακολουθεί, με επίγνωση του παραλόγου, και τον παραλογισμό του σύγχρονου μας κόσμου, που δεν σηκώνει απλές περιγραφικές απεικονίσεις, αλλά βαθύτερες εσωτερικές διεργασίες. Γράφει στο διήγημα της με τίτλο Αμάντα:

[…] Τα κοριτσίστικα γέλια έσβησαν και άρχισαν να χτυπούν καμπάνες και να κελαηδούν πουλιά, εκκωφαντικά, χτυπώντας με τα ράμφη και τα φτερά τους, αλύπητα, τη σχιζοφρένεια αυτού του κόσμου, για να συνεχίσει λίγο παρακάτω “Μόνο με αίμα που βράζει, σπαθί και κοντάρι καβαλάς το όνειρο, Αμάντα” (σ. 36). Ενώ με απόλυτη αυτογνωσία παραδέχεται στο διήγημα της Φωταγωγός ότι: Το πολύ φως και το πολύ σκοτάδι τυφλώνουν το ίδιο (σ. 37).

Εν κατακλείδι, στη συλλογή είναι έντονα τα συναισθήματα της μελαγχολίας και της θλίψης· συναισθήματα όμως που χαρακτηρίζουν κάθε ανθρώπινο νου που αντικρίζει με γνώση και αυτογνωσία τον κόσμο γύρω του. Έντεχνα μέσω της γραφής της, μας πήρε στην αγκαλιά της η Αγγελική Ζευγολάτη, -όπως η μάνα τα παιδιά της στον πίνακα του εξωφύλλου- σφιχτά μας οδηγεί μέσα από τα ποιητικά της και πεζογραφικά της μονοπάτια και σε καμία περίπτωση δεν μας αφήνει να μελαγχολήσουμε καθώς δεν παύει να μάς δίνει φωτεινά μηνύματα, μικρές ανάσες αισιοδοξίας όπως για παράδειγμα η ενθαρρυντική διαπίστωση στους στίχους:

Θα γεννηθούν η Ζωή και το Φως
Οι σκιές, μαζί με τις ηλιαχτίδες,
θα βοηθήσουν τις μανόλιες να ανθίσουν (Αίσθηση, σ. 7)

.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΜΑΙΡΗ ΓΚΙΩΝΗ-ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΛΜΟΣ 19/5/2023

Η Αγγελική Ζευγολάτη είναι ιατρός, μέλος του Ιατρικού Συλλόγου Βελιγραδίου με προϋπηρεσία στην Πανεπιστημιακή Κλινική Βελιγραδίου και τελειόφοιτη ανθρωπιστικών σπουδών του Τμήματος Ψυχολογίας UEL. Δραστηριοποιείται στην ποίηση, τη στιχουργική, γράφει διηγήματα και παραμύθια.
Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Απόηχος» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άλφα Πι. Η δεύτερη συλλογή της, πεζού και ποιητικού λόγου, με τίτλο «Πίνακες», κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Γράφημα, και το παραμύθι της με τίτλο «Γκλούμινους» βρίσκεται ήδη στα χέρια μικρών και μεγάλων αναγνωστών από τις εκδόσεις Κομνηνός.
Έχει παρακολουθήσει μαθήματα πεζογραφίας και ποίησης. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικές ανθολογίες των εκδόσεων Κύφαντας και Όστρια και σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης, ενώ ποιήματά της φιλοξενούνται στην αγγλική γλώσσα σε ανθολογίες που διατίθενται από την Amazon.
Ποιήματά της φιλοξενούνται στην ιστορική επανέκδοση της Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς και πολλά φιλοξενούνται σε ιστοσελίδες. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν σε όλες τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες και σε φυσικό μέσο στιχουργήματά της σε σύνθεση και ερμηνεία Αχιλλέα Μωραΐτη.
Είναι μητέρα δύο παιδιών και εργαζόμενη στον κλάδο του ανθρώπινου δυναμικού βιομηχανικής εταιρείας.

«ΠΑΛΜΟΣ»: Σε ποιο περιβάλλον μεγαλώσατε; Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΖΕΥΓΟΛΑΤΗ: Είμαι το πρώτο παιδί μιας τετραμελούς οικογένειας. Οι γονείς μου ήταν εκπαιδευτικοί στη δευτεροβάθμια
εκπαίδευση. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα μέσο αστικό περιβάλλον. Τα
παιδικά μου χρόνια τα πέρασα μεταξύ Χαλκίδας, της γενέτειράς μου, Αφρατίου Χαλκίδας, το χωριό από όπου κατάγονταν οι γονείς μου, και Ρώμης
όπου σπούδαζαν οι θείοι μου. Χρόνια με πολύ ουρανό, θάλασσα, φύση, ζώα. Χρόνια με φίλους από όλα τα περιβάλλοντα, με τα οποία αλληλεπιδρούσα, που πρόσφεραν έντονη κοινωνική διαστρωμάτωση και κατά συνέπεια πολλαπλά μηνύματα. Από παιδί βίωσα την πολλαπλότητα των εννοιών της ζωής που με υποχρέωσε σε σκέψη και αναζήτηση της καθεαυτού ταυτότητάς μου από πολύ νωρίς.

«Π»: Πού συναντιούνται ιατρική και ποίηση;

ΑΓΓ.Ζ.: Η ιατρική και η ποίηση συναντιούνται στα γεγονότα ζωής. Συναντιούνται στη γέννηση, στον έρωτα, στον θάνατο, στον πόνο, στις
πάσης φύσεως μεταβολές εντός και εκτός μας. Βουτούν με γενναιοδωρία
και αυτοθυσία στην αγάπη για να δείξουν στον συνάνθρωπο τον δρόμο
για μια ουσιαστική θεραπεία, κατά τα φαινόμενα και πέρα από αυτά.

«Π»: Πότε ξεκινήσατε να γράφετε;

ΑΓΓ.Ζ.: Ω, ξεκίνησα ως ρεπόρτερ! Στην ηλικία των οκτώ ετών εξέδωσα
την κυριακάτικη εφημερίδα με το όνομα «Πεπίτα». Ήταν μια εφημερίδα που τύπωνα με χρήματα από το χαρτζιλίκι μου εβδομαδιαία και διένειμα σε όλους τους γείτονες. Φρόντιζα να έχει τα νέα της γειτονιάς, κουίζ, σταυρόλεξα και στήλη με δικά μου στιχάκια – σατυρικά και μη.

«Π»: Τί βρίσκετε στην ποίηση που δεν βρίσκετε στην ιατρική;

ΑΓΓ.Ζ.: Η ιατρική και η ποίηση δια φέρουν πρακτικά, παρά το κοινό της
προθέσεώς τους. Τα της ιατρικής είναι πρακτά με αποτέλεσμα που δεν
επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών. Τα της ποιήσεως είναι ποιητά με μια
ερμηνεία του τέλους κατά το δοκούν – αυτό είναι και το διακύβευμα.

«Π»: Τί σας κληροδότησαν οι δικοί σας, την ποίηση ή την ιατρική;

ΑΓΓ.Ζ.: Δεν μου κληροδότησαν την ποίηση οι γονείς μου, ούτε την ιατρική. Ωστόσο, οι καταβολές μου προέρχονται από την μητέρα του πατέρα μου Αγγελική Ζευγολάτη – Κοταρά που η στάση της ζωής της παρέπεμπε σε ποίηση και από τον αείμνηστο εξάδελφο του πατέρα μου Ιωάννη Κοταρά που ήταν ιατρός και φιλόλογος.

«Π»: Αγαπημένοι λογοτέχνες;

ΑΓΓ.Ζ.: Αγαπημένοι λογοτέχνες είναι ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Αντώνης Σαμαράκης, ο Αλμπέρ Καμύ, ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, αλλά και η Μαίρη Σέλλεϋ και η Ιζαμπέλ Αλιέντε.

«Π»: Ποιοί στίχοι σας έρχονται συνήθως στο μυαλό;

ΑΓΓ.Ζ.: Οι στίχοι που μου έρχονται στο μυαλό σχεδόν αυτόματα είναι
του Μπωντλαίρ από το ποίημά του «Μέθα»: «Για να γίνεις ο μαρτυρικός
σκλάβος του χρόνου, μέθα· μέθα αδιάκοπα! Αλλά με τι; Με ρακή, με
κρασί, με ποίηση, με αρετή… Με ό,τι θέλεις, αλλά μέθα!»

«Π»: Ποιές ώρες γράφετε ή δια βάζετε ποίηση;

ΑΓΓ.Ζ.: Γράφω και διαβάζω πάντα σε ώρες που είμαι μόνη και σε πλήρη
ηρεμία.

«Π»: Γιατί οι ποιήτριες δεν γίνονται ευρέως γνωστές ακόμα;

ΑΓΓ.Ζ.: Έχω την αίσθηση πως όλοι γνωρίζουν τη Σαπφώ ως την αρχαιότερη γυναικεία ποιητική πένα. Η Σαπφώ ύμνησε την ομορφιά – την εξωτερική, αλλά και κατ’ ουσίαν την εσωτερική – ωσότου αποφανθεί ο Ντοστογιέφσκι πως η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο. Ακολούθως, τον 16ο αιώνα, στη Γαλλία, δεν ήταν λίγοι οι κύκλοι της ποίησης που απαρτίζονταν από γυναίκες ποιήτριες απαλλαγμένες από τις νόρμες της εποχής τους που ήθελαν τη γυναίκα να υπηρετεί τον στερεοτυπικά παραδοσιακό της ρόλο. Μία από αυτές τις γυναίκες ποιήτριες ήταν η Λουίζα Λαμπέ. Επίσης, ας μη λησμονούμε πως η Ιταλική Αναγέννηση οφείλεται και σε γυναίκες, όπως η Ιζαμπέλα Ντι Μόρα, η Σάρα Σοφία Σουλάμ και άλλες. Κατόπιν θα αναφερθώ στην Αντωνούσα Καμπουράκη, στη Μαρία Πολυδούρη, στην Έμιλυ Ντίκινσον. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, πως οι γυναίκες στην ποίηση δεν είναι λιγότερες αριθμητικά, ούτε λιγότερο γνωστές από τους άντρες.
Ακόμα και σήμερα δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που γνωρίζει τον Λειβαδίτη και δεν γνωρίζει τη Δη μουλά. Απλά η γυναίκα μέσα στην
ιστορία, λόγω των πολλαπλών της ρόλων και βέβαια των στερεοτύπων, χρειάστηκε να αγωνιστεί και τελικά να τολμήσει την παρουσία της στον
χώρο των γραμμάτων.

«Π»: Τί είναι η ποίηση για εσάς;

ΑΓΓ.Ζ.: Η ποίηση για μένα είναι η θέση μας και η στάση μας απέναντι στη ζωή. Ποίηση είναι ο τρόπος που αφουγκραζόμαστε και αγγίζουμε την
όποια μορφή ζωής. Ποίηση είναι το γλέντι για τη χαρά και το δάκρυ για τον πόνο του συνανθρώπου. Η ποίηση είναι η επανάσταση της αγάπης!
Να προσθέσω ακόμα πως σύμφωνα με έρευνες – όπως συνηθίζω να μιλάω – η ποίηση είναι, κυρίως ως προς τον παραλήπτη της, η πιο συμπυκνωμένη φόρμα ψυχοθεραπείας.

«Π»: Θεωρείτε πως η ποίηση έχει κοινωνικοπολιτικό ρόλο; Μιλά για κοινωνικά ζητήματα η ποίηση;

ΑΓΓ.Ζ.: Εφόσον ο ποιητής βρίσκεται εντός της κοινωνίας, η ποίηση έχει κοινωνικοπολιτικό ρόλο και προφανώς μιλάει για κοινωνικά ζητήματα.
Τούτο δεν σημαίνει σε καμία περί πτώση ότι ο ποιητής παρασύρεται από το ρεύμα του ποταμού της κοινωνίας. Αντιθέτως, ο ποιητής οφείλει
να είναι συμπαντικά ρυθμισμένος και επομένως η ποίησή του να είναι σε θέση να αλλάξει τον τρόπο που ο κόσμος αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις. Η ποίηση είναι η απόδειξη του χρέους του ποιητή προς την κοινωνία που δεν είναι άλλο από τη διατύπωση της οπτικής του, προκειμένου να ανοίξει δρόμους προς την ευημερία δείχνοντας πέρα από τον σάλαγο της καθημερινότητας.

«Π»: Σας εμπνέει ποιητικά η Θεσσαλονίκη;

ΑΓΓ.Ζ.: Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη της καρδιάς μου. Δεν την αγαπούσα πάντα, μα τώρα τη λατρεύω. Η Θεσσαλονίκη είναι «ιδέα». Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως με αγκαλιάζει και στηρίζει τις εμπνεύσεις μου.

«Π»: Διαχωρίζονται η τέχνη και το ταλέντο;

ΑΓΓ.Ζ.: Η τέχνη και το ταλέντο διαχωρίζονται υπό την έννοια του ότι η τέχνη είναι το άθροισμα του ταλέντου, της σκληρής δουλειάς και
της εμπειρίας.

«Π»: «Απόηχος», η πρώτη ποιητική σας συλλογή (εκδόσεις Άλφα Πι) και η δεύτερη με τίτλο «Πίνακες» (εκδόσεις Γράφημα), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, τί πραγματεύονται;

ΑΓΓ.Ζ.: Ο «Απόηχος» είναι η πρώτη μου ποιητική συλλογή που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άλφα Πι. Χίος. Η συλλογή χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει έμμετρα ποιήματα ως επίκληση στο συναίσθημα. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει ελεύθερα ποιήματα ως επίκληση στη σκέψη. Ο έρωτας, ο θάνατος, η εξουσία, ο μισεμός, η εσωτερική πάλη παντρεύονται τον ρομαντισμό. Στο εξώφυλλο φαίνεται το έργο «Εισροή Θετικής Ενέργειας» της ζωγράφου Μίνας Κουζούνη.
Οι «Πίνακες» είναι μία συλλογή πεζού και ποιητικού λόγου με έντονα υπαρξιακό χαρακτήρα και στοιχεία κοινωνικού προβληματισμού. Η σημειολογία των έργων μου φαίνεται ήδη από το εξώφυλλο όπου απεικονίζεται μια μάνα με τα παιδιά στην αγκαλιά να βγαίνει με υπερηφάνεια από την αγριεμένη θάλασσα πατώντας ξυπόλητη πάνω σε πέτρες (Vir ginie Demont – Breton, 1881). Είναι ένα πόνημα με έντονη εικονοποιία λέξεων, χαρακτηριστικά αισθητισμού και εξπρεσιονισμού που, όμως, κατά την ταπεινή μου γνώμη έρχονται να επιβεβαιώσουν πως κατά κανόνα παραμένω «εγκλωβισμένη» στον ρεαλισμό. Πρόκειται για μία συλλογή που το μέγεθός της, η επιμέλειά της, η απόστασή της από τη νεοελληνική γραμματική, αλλά και η λογοτεχνική της προσέγγιση είναι σύμφωνη με τις νόρμες του Φιλολογικού Ομίλου Ελλάδος, υπό τον κύριο Αντώνη Χαριστό. Οι «Πίνακες» κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Γράφημα τον Σεπτέμβρη του 2022. Νιώθω πως ήρθαν για να δείξουν πώς οι σκιές, μαζί με τις ηλιαχτίδες, θα βοηθήσουν τις μανόλιες ν’ ανθίσουν πέρα από τις Συμπληγάδες της ζωής!

«Π»: Και παραμύθι: «Γκλούμινους» (εκδόσεις Κομνηνός). Μιλήστε μας γι’ αυτό.

ΑΓΓ.Ζ.: Το παραμύθι μου με τίτλο «Γκλούμινους» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κομνηνός. Είναι ένα παραμύθι με ψυχικές προσεγγίσεις στα παιδιά από 6 έως 106 ετών. Έχει σκοπό να ψυχαγωγήσει και να εμφυσήσει απλές και κοινωνικές έννοιες. Στηρίζεται σε μοντέλα θετικής και γνωστικής ψυχολογίας, και έχει στόχο την ενίσχυση της συναισθηματικής νοημοσύνης. Οι βασικοί μας ήρωες, η Οφηλία και ο Κένταυρος, ταξιδεύουν από το Πήλιο στη Χώρα του Ονείρου. Εκεί τον ενθουσιασμό και τη χαρά έρχεται να διακόψει μια απρόσμενη επίθεση. Οι μάγισσες του Γκρίζου Βράχου και ο Μεγάλος Μάγος τους διεκδικούν το Γκλούμινους, την πιο πολύτιμη πηγή φωτός και χαράς για τους Ονειροχωρίτες. Θα καταφέρουν άραγε οι ήρωές μας να κερδίσουν τη μάχη για την ελευθερία και την αγάπη;
Απευθύνεται σε παιδιά, γονείς, εκ παιδευτικούς και καθιστά σαφή την αναγκαιότητα των ιδανικών και των αξιών. Παρουσιάστηκε πρόσφατα
στο Παιδικό Τμήμα Δημοτικής Βιβλιοθήκης Λάρισας από την ΕΛΟΣΥΛ και την Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών Λάρισας, όπως επίσης και
στο 8ο Σ.Ε.Κ.Φ στη στρογγυλή τράπεζα των Ψυχολόγων Μητροπολιτικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης. Το «Γκλούμινους» εικονογράφησε η Μίνα Κουζούνη, ιδρυτικό μέλος του Εργαστηρίου Τέχνης Χαλκίδας, με πολύχρονη εμπειρία στη διδακτική Τέχνης στα παιδιά. Είναι ένα παραμύθι αφιερωμένο σε όλα τα παιδιά που θα ζωγραφίζουν πάντα το πιο πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπο του ήλιου!

«Π»: Στίχοι σας έχουν μελοποιηθεί από τον συνθέτη – ερμηνευτή Αχιλλέα Μωραΐτη. Ποια η διαφορά της στιχουργικής από την ποίηση;

ΑΓΓ.Ζ.: Το μεγαλύτερο μέρος της ποιητικής μου συλλογής «Απόηχος», όπως και στιχουργήματά μου που δεν εντάσσονται σε κάποια από τις ποιητικές μ
ου συλλογές έχουν μελοποιηθεί και ερμηνευτεί από τον Αχιλλέα Μωραΐτη. Η ερώτησή σας με παραπέμπει στον πίνακα της Demont-Breton
στον οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως. Στο πρόσωπο της μάνας βλέπω την ποίηση και στο πρόσωπο των παιδιών βλέπω τη στιχουργική. Μοιάζουν πολύ, παρά τις διαφορές τους οι οποίες έχουν να κάνουν ενδεχομένως με τον σύγχρονο τρόπο ελεύθερης ποιητικής έκφρασης. Έπειτα, ο στίχος προς μελοποίηση χτίζεται από λέξεις όχι τόσο περίτεχνα δεμένες μεταξύ τους, προκειμένου να είναι εύληπτος και να έχει απήχηση. Η μορφή του δεν επιδέχεται διεύρυνση. Ο χρόνος που ο στίχος αφηγείται κάτι είναι συγκεκριμένος και όχι άχρονος όπως βλέπουμε σε πολλά ποιήματα. Επίσης το συναρπαστικό στη στιχουργική είναι η εφευρετικότητα των
στιχουργών να λένε χιλιοειπωμένα, απλά πράγματα και όλοι εμείς να τα ακούμε σαν να μην έχουμε ακούσει ποτέ κάτι παρόμοιο ως θεματολογία, ενώ η ποίηση συνεχίζει να χαμογελά και να αγκαλιάζει το ανοίκειο.

«Π»: Τί σας στενοχωρεί;

ΑΓΓ.Ζ.: Με στενοχωρεί ο σύγχρονος άνθρωπος που είναι εγκλωβισμένος στο «εγώ» του. Με στενοχωρεί η έλλειψη καλλιέργειας, αλληλεγγύης, κατανόησης και αγάπης. Διακρίνω πως ενώ υπάρχει πληθώρα πτυχίων, δεν υπάρχει επί της ουσίας καλλιέργεια και κριτική ικανότητα. Θλίβομαι βαθύτατα όταν
γίνομαι μάρτυρας του μεγέθους του υποκειμενικού βιώματος της μοναξιάς των συνανθρώπων μου. Σχεδόν δυσφορώ όταν βλέπω ότι οι έννοιες είτε έχουν χάσει τη σημασία τους, είτε παίρνουν μορφή θολών ειδώλων μπροστά σε μία απειλή. Βλέπω τον σύγχρονο άνθρωπο αδύναμο να αναζητήσει την αλήθεια και αρκετά εξουθενωμένο για να αντιδράσει – όταν υπάρχει λόγος – και αυτό με στενοχωρεί.

«Π»: Πιστεύετε ότι ο κόσμος θα αλλάξει;

ΑΓΓ.Ζ.: Πιστεύω ότι οι άνθρωποι που εργάζονται για να αλλάξει ο κόσμος είναι πολλοί. Ωστόσο, χρειάζεται να ενωθούν και να μην χάσουν την αισιοδοξία τους. Ίσως ακούγεται κλισέ, μα στις παρουσιάσεις παραμυθιών βλέπω φως στα μάτια των παιδιών. Βλέπω τόσο φως που τελικά πιστεύω πως θα νικήσει το όνειρο και θα μπορέσουν να τραγουδήσουν οι νεότεροι στον Κεμάλ πως θα αλλάξουν οι καιροί!

«Π»: Έρωτας και θάνατος, ποίημά σας. «Ο έρωτας και ο θάνατος προχωρούν και η γη σκούζει, το ακούς;» Τί είναι ο έρωτας και ο θάνατος, πώς τον αντιλαμβάνεστε ως γιατρός και ως ποιήτρια;

ΑΓΓ.Ζ.: Ο Έρωτας κι ο Θάνατος είναι δύο γεγονότα που συγκλονίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Έχουν ένταση και κλάμα. Έχουν ακραίους ρυθμούς. Τόσο ακραίους που συναντιούνται ακριβώς στο ίδιο σημείο. Μας φέρνουν αντιμέτωπους με το μικρό του μεγέθους μας και την ανυπαρξία μας. Από ιατρικής σκοπιάς ο θάνατος είναι η παύση των ζωτικών λειτουργιών – κυρίως των αναπνευστικών και κυκλοφορικών λειτουργιών – ενώ ο έρωτας φαίνεται ως η ενεργοποίησή τους. Κάπως έτσι αναφέρονται και στην ποίηση, αν και κάποιες φορές μοιάζουν μεταξύ τους ή γεννούν ο ένας τον άλλο (όχι ότι το τελευταίο δεν συμβαίνει και στη ζωή). Αποπνέουν μυστήριο. Στην ποίηση οι προσεγγίσεις φαίνονται ως προσπάθειες να γίνουν κατανοητές οι δύο έννοιες, να αποκωδικοποιηθούν, αν και ο έρωτας εξυμνείται ενώ ο θάνατος τρόπον τινά φτάνει έως και να ξορκίζεται. Το αναπόφευκτο, κομμάτια της ίδιας της ζωής και ο έρωτας και ο θάνατος. «Μαζεύουν όλα τα χρώματα, τα ανακατεύουν και βάφουν τις ψυχές μαύρες. Την δική σου την άγγιξαν, το ξέρω, το ομολογείς;» – ένα απόσπασμα από το Έρωτας και ο Θάνατος, από τον Απόηχο μου.

«Π»: Τί ετοιμάζετε;

ΑΓΓ.Ζ.: Ετοιμάζω μία ποιητική συλλογή και ένα παραμύθι. Ετοιμάζω, ακόμα, μία δισκογραφική δουλειά σε στίχους δικούς μου, μουσική του Σπύρου Μπουλή και παραγωγή του Αχιλλέα Μωραΐτη. Πρόκειται στο σύνολό τους για έργα που με ενθουσιάζουν, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να πω περισσότερα πράγματα

.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ

texnesonline.gr 22/9/2021

Γράφει ποιήματα εδώ και μια… ζωή, όμως μόλις πρόσφατα εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με την οποία κάνει και επίσημα, πια, το ντεμπούτο της στο χώρο της λογοτεχνίας. Οι ξεχωριστές ακαδημαϊκές της σπουδές, τα ποικίλα ενδιαφέροντά της, μα πάνω απ’ όλα η αγάπη της για τα βιβλία αποτέλεσαν το σύνολο των παραγόντων που επέδρασαν στη διαμόρφωση μιας αξιόλογης και ενδιαφέρουσας προσωπικότητας, την οποία σήμερα έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε στις Τέχνες. Μιλάμε για την ποιήτρια Αγγελική Ζευγολάτη και το βιβλίο της «Απόηχος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άλφα Πι».

Πάμε να τη γνωρίσουμε καλύτερα…

– Κυρία Ζευγολάτη, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;

Ξεκινάμε ίσως από την πιο δύσκολη ερώτηση. Σύμφωνα με τα πράγματα που γίνονται αντιληπτά ενσυνείδητα, στο φάσμα της φαινομενολογίας δηλαδή, είμαι η Αγγελική Ζευγολάτη, ιατρός, εν δυνάμει ψυχολόγος, συγγραφέας-ποιήτρια, μητέρα δύο αγοριών και σύζυγος του Δημήτρη. Πέρα από τα όρια της ανθρώπινης συνειδητότητας είμαι ένας μάρτυρας της συμπίεσης του χρόνου. Νιώθω ότι με αφορά η ερμηνεία της οντότητας των εμπειριών όλων μας και λειτουργώ σχεδόν εμμονικά ως προς την ανακούφιση του ψυχικού οργάνου, δείχνοντας διαφορετικές οπτικές γωνίες σε όλους όσους καλούνται να αντιμετωπίσουν το οτιδήποτε στη ζωή και είτε ζητούν τη βοήθειά μου, είτε διαβάζουν τα γραπτά μου.

– Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκφραστείτε αρχικά μέσω της ποίησης και όχι της συγγραφής;

Η ιδιοσυγκρασία μου και η ανάγκη μου να χωρώ το όλον μέσα σε μία σταγόνα, άλλοτε χαράς και άλλοτε δακρύων. Η τάση μου να επικοινωνώ τον τρόπο που αισθάνομαι για τα πράγματα, άλλοτε προκαλώντας το συναίσθημα και άλλοτε προκαλώντας τη σκέψη των συνανθρώπων μου.

– Απ’ όσο γνωρίζω γράφετε και παραμύθια. Σας αρέσει ο κόσμος των ονείρων, λοιπόν, δεδομένου ότι και η ποίηση απελευθερώνει τον νου και ταξιδεύει την ψυχή σε κόσμους μαγικούς και κατά το πλείστον φανταστικούς;

Ο κόσμος των ονείρων, αυτών που βλέπουμε στον ύπνο μας αλλά και αυτών που κάνουμε με τα μάτια ανοιχτά, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μας. Χωρίς τα όνειρα είναι αδύνατον να οδηγηθούμε στην επίγνωση που είναι συνδεδεμένη με την «εξερεύνηση» του ασυνειδήτου μας. Τα όνειρα, όταν γίνονται λέξεις, περνούν μηνύματα. Δημιουργούν συνειρμούς, βοηθούν να μην κατασταλεί η σκέψη και το συναίσθημα. Λατρεύω τα όνειρα. Νιώθω πως μου επιτρέπουν να υπάρχω σε πολλούς κόσμους ταυτόχρονα και να ζω πολλές ζωές μαζί.

– Ο δικός σας εσωτερικός κόσμος απελευθερώνεται με την ποίηση;

Ο δικός μου εσωτερικός κόσμος απελευθερώνεται με την ποίηση. Όταν γράφω ποιήματα αισθάνομαι ότι δεν γράφω με μελάνι, αλλά με το αίμα της καρδιάς μου και πως κάπως έτσι στέλνω ανάσες στα αστέρια.

– Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Έμπνευση για εμένα μπορεί να αποτελέσει το συλλογικό ασυνείδητο, αλλά και το «εδώ και τώρα». Το χαμόγελο ενός παιδιού, το κελάϊδισμα ενός πουλιού, η καθημερινή ανθρώπινη πάλη εντός και εκτός μας.

– Πιστεύετε πως υπάρχει συνταγή επιτυχίας για την συγγραφή ενός καλού ποιήματος και γενικότερα ενός καλού βιβλίου;

Είναι σαν να με ρωτάτε αν υπάρχει συνταγή για να γεννηθεί ένα όμορφο και καλό παιδί. Όλα τα παιδιά είναι όμορφα και καλά γιατί τα έκανε η μάνα τους με αγάπη και πόνο, όπως ακριβώς γεννούν οι συγγραφείς τα πονήματά τους.

– Επιλέγετε να εκφραστείτε μέσω της ελεύθερης ποίησης, αλλά και της παραδοσιακής. Γιατί;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Εύβοια. Στο Αφράτι Ευβοίας, ένα μικρό χωριό λίγο πιο έξω από την πόλη της Χαλκίδας, πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Εκεί το στοιχείο της παράδοσης ήταν έντονο. Η αγαπημένη μου γιαγιά Κοκώ με έφερε πολύ κοντά στην παράδοση και τη λαογραφία του τόπου. Η παράδοση διαπότισε την ψυχή μου. Έπειτα, η ακαδημαϊκή μου πορεία συνεισέφερε τα μέγιστα στο να είμαι εις θέσιν να κινηθώ με ευκολία, τόσο στον κόσμο της τέχνης όσο και της διανόησης. Επιλέγω να εκφραστώ, λοιπόν, συνολικά και όχι μερικώς. Αυτός είναι ο λόγος που εκφράζομαι μέσω της ελεύθερης αλλά και της παραδοσιακής ποίησης.

– Έχετε πρότυπα ως ποιήτρια; Στα ποιήματά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας ποιητές ή ποιήτριες;

Πρότυπα έχω όλους τους συμπαντικά ρυθμισμένους ποιητές. Έρχονται στο μυαλό μου καθημερινά και πάντα σκαλίζω τα ποιήματά τους, ο Διονύσιος Σολωμός, ο Πόε, ο Μπωντλαίρ, ο Καββαδίας και ο Νικόλας ο Άσιμος που πέρα από τη στιχουργική του βλέπω μία ποιητική ποιότητα η οποία θα πρότεινα να μελετηθεί από τους κύκλους των φιλολόγων και τα ελληνικά γράμματα. Θα έλεγα πως ο αναγνώστης διαπιστώνει διαβάζοντας την ποίησή μου επιρροές πολλαπλών ζυμώσεων της πνευματικής αλλά και της καθημερινής μου συναναστροφής με ομότεχνούς μου και όχι μόνο.

– Ξεκινήσατε επίσημα τη λογοτεχνική σας πορεία κυκλοφορώντας την πρώτη σας ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις «Άλφα πι». Τίτλος της «Απόηχος». Γιατί τώρα;

Όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου, γράφω. Άλλα κείμενα τα κρατώ, άλλα τα σκίζω ανάλογα με το πάθος της στιγμής. Κάποιες φορές νιώθω να με αφορά ο διαμοιρασμός και κάποιες η τέχνη για την τέχνη. Με αφορά επίσης να νιώθω ασφαλής με τους συνεργάτες μου και να δημιουργώ ειλικρινείς σχέσεις με κοινό παρονομαστή το συναίσθημα. Αυτό το συνάντησα στον Εκδοτικό οίκο ΑΛΦΑ ΠΙ, στο πρόσωπο του Γιάννη του Παληού και της κόρης του Αρετής. Επιπλέον, έχω την αίσθηση ότι ο κάθε άνθρωπος έχει -και πρέπει να έχει- τον δικό του χρόνο για να εκφραστεί ή να αποφασίσει να εκφραστεί. Τον χρόνο αυτό τον ορίζουν ή τον πυροδοτούν και οι υποχρεώσεις και οι συγκυρίες της ζωής.

– Πόσο χρόνο χρειάστηκε για να ολοκληρώσετε το βιβλίο σας;

Ο ΑΠΟΗΧΟΣ χρειάστηκε μια ζωή και έναν χρόνο ακριβώς για να ολοκληρωθεί. Μέσα σε αυτόν τον χρόνο προετοιμασίας, ένα από τα ποιήματά μου, η «Γυναίκα» απέσπασε το τρίτο πανελλήνιο βραβείο στον διαγωνισμό ποίησης ΕΠΟΚ-ΚΕΛΑΙΝΩ, στον πρώτο διαγωνισμό που έλαβα ποτέ μέρος. Κάτι το οποίο έγινε τώρα, γιατί τώρα ένιωσα έτοιμη, γιατί τώρα ένιωσα πως το ήθελα με όλη μου την ψυχή.

– Τι ακριβώς πραγματεύονται τα ποιήματά σας;

Πραγματεύονται τον Έρωτα, τον Θάνατο, την εξουσία, την τάξη πραγμάτων, την ανθρώπινη πάλη. Προκύπτουν από τον εμπειρισμό και την παρατήρηση και περνούν από τα αντιληπτικά μου φίλτρα στο χαρτί, προκειμένου να συνδιαλεχθώ -αν μου επιτρέπετε- μαζί σας.

– Πού ακριβώς στοχεύετε ως συγγραφέας μέσω του βιβλίου σας, στην ψυχαγωγία, στον προβληματισμό, ή στην απελευθέρωση της ψυχής του αναγνώστη;

Μέσα από την ποιητική μου συλλογή στοχεύω να επικοινωνήσω με όποιον κρατήσει τον Απόηχο στα χέρια του. Στοχεύω σε έναν ζωντανό διάλογο με τον αναγνώστη, σε μία σχέση μαγείας όπως είναι αυτή που αναπτύσσουν οι αναγνώστες με τον ποιητή. Δύο, ίσως άγνωστοι, άνθρωποι μεταξύ τους που όμως συναντιούνται σε κοινή συντεταγμένη στον χάρτη των συναισθημάτων, σε τυχαίο χρόνο. Θέλω να πιστεύω πως τα ποιήματά μου έχουν μία πλαστικότητα. Ελπίζω ότι ενδεχομένως προσαρμόζονται στις εμπειρίες και τις ανησυχίες του καθενός από εμάς και ανακουφίζουν το ψυχικό όργανο, δείχνοντας κατ’ αρχήν ότι κανείς δεν είναι μόνος/η. Η ψυχαγωγία, ο προβληματισμός και η απελευθέρωση της ψυχής του αναγνώστη, μέσα από τον Απόηχο, αποτελούν την ευχή και τον στόχο μου.

– Υπάρχει κάποιο από τα ποιήματα της συλλογής στο οποίο καθρεφτίζονται στοιχεία του εαυτού και της προσωπικότητας σας;

Στο χαρτί καταθέτω την ψυχή μου κάθε φορά που γράφω. Υπάρχουν ποιήματα που φέρουν δικές μου εμπειρίες από το χθες, όπως το «Έβαλες πλώρη», σκέψεις δικές μου από το σήμερα όπως είναι η «Προσευχή», αλλά και δικές μου ελπίδες όπως φαίνεται στο στιχουργικό ποίημα «Αητέ μου». Όλα μου τα ποιήματα, βέβαια, ακολουθούν μία προσωπική, ανυπάκουη και ανένταχτη φόρμα γραφής, στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας μου.

– Η εποχή της πνευματικής και οικονομικής κρίσης θεωρείτε ότι μπορεί να επηρεάσει την πορεία ενός λογοτέχνη;

Εξαρτάται πώς ο λογοτέχνης ορίζει την πορεία του. Στα πλαίσια της πνευματικής κρίσης, η ευθύνη του λογοτέχνη είναι μεγάλη και κατά την ταπεινή μου γνώμη ο συγγραφέας θα πρέπει να λειτουργεί ως σύγχρονος ιεραπόστολος. Θα πρέπει να εμπνέει, να δείχνει διεξόδους, να ανακουφίζει τον συνάνθρωπο. Στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης, υπάρχουν τρόποι ο λογοτέχνης να δίνει το παρόν στην ψυχαγωγία, τον προβληματισμό και την απελευθέρωση της ψυχής του κόσμου, αλλά και της δικής του ψυχής.

– Μιλήστε μας για το πρώτο σας εκδοτικό σπίτι. Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Άλφα Πι»; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση ενός βιβλίου;

Το πρώτο μου εκδοτικό σπίτι είναι ο ΑΛΦΑ ΠΙ. Πρόκειται για έναν χιώτικο Εκδοτικό οίκο που θα αποκαλούσα «οικογένεια». Εύχομαι σε όλους τους συγγραφείς η πρώτη τους εμπειρία να είναι σαν τη δική μου. Στο τιμόνι του ΑΛΦΑ ΠΙ, πλέον, βρίσκεται η συγγραφέας Αρετή Παληού, η κόρη του Γιάννη που η αγάπη του για τα βιβλία μας έχει καθηλώσει όλους. Κρατούν ψηλά το πνεύμα διαχωρίζοντάς το σαφώς από την ύλη. Ο Γιάννης Παληός είναι ευαίσθητος και συνειδητοποιημένος. Κατέχει πατρική θέση στη ζωή και στη συνείδησή μου. Είναι η ψυχή του εκδοτικού μου οίκου. Είμαι ευχαριστημένη και βαθιά συγκινημένη από τη συνεργασία μου με τον ΑΛΦΑ ΠΙ. Νιώθω ευλογία που ο μοναχικός δρόμος της ποίησης μου επεφύλασσε τέτοια συναπαντήματα με τόσο αξιοπρεπείς και καλλιεργημένους ανθρώπους. Ένας καλός εκδοτικός οίκος κατ’ αρχήν επικοινωνεί με τον συγγραφέα σε όλα τα επίπεδα. Εμπνέει, καθοδηγεί και συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση ενός βιβλίου. Ο εκδοτικός ΑΛΦΑ ΠΙ είναι ένας άριστος ναός διακίνησης ελεύθερης σκέψης.

– Σχεδιάζετε κάποια παρουσίαση του βιβλίου σας το προσεχές μέλλον;

Σχεδιάζω την παρουσίαση της πρώτης μου ποιητικής συλλογής «Απόηχος», από τις Εκδόσεις ΑΛΦΑ ΠΙ, η οποία θα γίνει στο Cielo Resto-bar στο λιμάνι της Νέα Μηχανιώνας στη Θεσσαλονίκη, το Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2021 και ώρα 8μμ. Δίπλα στο κύμα, υπό το φως του φεγγαριού θα παρουσιαστούν τα ποιήματά μου με τη συνοδεία της μπάντας Μεσόγειος project και θα τραγουδηθούν κάποια από αυτά από τον Σωκράτη Παπαϊωάννου και την Εύη Κουτσαυτάκη, σε σύνθεση Νίκου Πανδή και επιμέλεια του μοναδικού μαέστρου Γιάννη Γιαννούλη. Είστε όλοι ευπρόσδεκτοι.

– Πού μπορεί κάποιος να βρει το βιβλίο σας;

Το βιβλίο μου διατίθεται από τις Εκδόσεις ΑΛΦΑ ΠΙ, Ροδοκανάκη 7, Χίος. Στη Χαλκίδα από το βιβλιοπωλείο Ελλέβορος, Αβάντων 87. Στην Αθήνα από το βιβλιοπωλείο captainbook, Κατόπιν παραγγελίας, Σόλωνος 99. Στην Θεσσαλονίκη από το βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία, Λεωφόρος Νίκης 3.

Διατίθεται επίσης ηλεκτρονικά στα καταστήματα protoporia.gr, captainbook.gr, και στη μηχανή αναζήτησης skroutz.gr για όλα τα βιβλία του Εκδοτικού οίκου ΑΛΦΑ ΠΙ.

– Κυρία Ζευγολάτη, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στο συγγραφικό σας έργο.

Σας ευχαριστώ θερμά για την ευχή σας και για την τιμή που μου κάνατε! Ήταν πολύ όμορφη η επικοινωνία μας. Σας ευχαριστώ!

.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ

MAXMAG 24/7/2023

Η Αγγελική Ζευγολάτη είναι μία γυναίκα επιστήμονας, ποιήτρια αλλά πάνω απ’ όλα μια μητέρα που αποζητά το καλύτερο για την οικογένειά της. Η Αγγελική Ζευγολάτη λατρεύει την λογοτεχνία αλλά κυρίως την ποίηση από την οποία εκφράζεται. Γράφει για να δώσει πνοή και έμπνευση σε ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Γράφει για να εκφραστεί μέσα από την επιστήμη της που τόσο αγαπάει. Η Αγγελική Ζευγολάτη είναι ένα δοτικός άνθρωπος που χαίρεσαι να συζητάς από επιστημονικά θέματα μέχρι για τα πιο απλά καθημερινά πράγματα.

Η Αγγελική Ζευγολάτη άνοιξε την καρδιά της στο Maxmag και μίλησε για την ποίηση, την στιχουργική, τις σκέψεις της για τον χώρο της λογοτεχνίας καθώς και για τα μελλοντικά της σχέδια.

Καλώς ήλθες στο Maxmag και σε ευχαριστώ για την συνέντευξη! Εργάζεσαι ως ψυχολόγος ενώ παράλληλα δραστηριοποιείσαι στη ποίηση και την στιχουργική. Πως καταφέρνεις να συνδυάσεις δύο διαφορετικούς κλάδους;

Η βασική μου απασχόληση είναι στο ανθρώπινο δυναμικό βιομηχανικής εταιρίας. Βέβαια ασχολούμαι και με τα παιδιά μου τα οποία καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου και της ημέρας μου.

Η ποίηση και η στιχουργική δεν διαφέρουν μεταξύ τους τόσο πολύ έτσι ώστε να κάνω κόπο να τα συνδυάσω. Απλά η στιχουργική είναι πιο συγκεκριμένη. Είναι μια έμμετρη ποίηση. Η ποίηση αυτή καθ’ αυτή εξαρτάται σε ποιο ύφος θα γράψεις, αλλά στην ουσία της είναι στάση ζωής, είναι έμπνευση. Είναι μια προσπάθεια να αγγίξουμε το αφανέρωτο και να αποκαλύψουμε το κρυμμένο. Θα έλεγα ότι η μάνα είναι η ποίηση και η στιχουργική το παιδί της. Τίποτα δεν έχει να ζηλέψει το παιδί από τη μάνα. Συνηθίζω να λέω ότι η στιχουργική κρύβει μία μαγεία γιατί μπορείς να πεις ακριβώς το ίδιο πράγμα πολλές φορές αρκεί να το πεις με διαφορετικό τρόπο και στα αυτιά του ακροατή θα είναι σαν να το ακούει για πρώτη φορά. Όλα συνδυάζονται με καλή θέληση και με μεράκι. Είναι σαν να μας μιλάει η Ερατώ η μούσα της ποίησης, αυτή μας τα ψιθυρίζει όλα.

Η μούσα Ερατώ είναι η έμπνευσή σου;

Η μούσα Ερατώ υποτίθεται ότι έρχεται και μας τα ψιθυρίζει. Εγώ αντλώ έμπνευση από την καθημερινότητα μου, την πολιτική κατάσταση, τα κοινωνικά φαινόμενα, τα παιδιά μου, το πέταγμα μιας πεταλούδας ακόμα και από τα καιρικά φαινόμενα. Όλα είναι ικανά να μου δημιουργήσουν έμπνευση.

Πως μπήκαν η ποίηση και η λογοτεχνία στη ζωή σου;

Συνειδητοποίησα από πολύ μικρή ηλικία ότι ήταν εκεί σαν στάση ζωής. Ήταν εκεί σαν τρόπος έκφρασης.

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου ποιητές;

Αγαπημένοι μου ποιητές είναι ο Ναζίμ Χικμέτ, Μπωντλαίρ και ο Νικόλας Άσιμος. Είναι τρεις ποιητές που έχουν συνέπεια λόγου και πράξης. Ο Ναζιμ Χικμετ ήταν ένα βαθύτατα πολιτικοποιημένο άτομο. Τα ποιήματά του έχουν μια πλαστικότητα, είναι επίκαιρα μέχρι και τώρα σε κάθε χώρα και σε κάθε πολιτικό χώρο και σε κάθε κατάσταση. Οι άλλοι δύο είχαν μία εσωτερικότητα. Για τον Μπωντλαίρ λέγεται ότι πάλευε με την ψυχασθένεια. Μου αρέσει ο τρόπος που το βγάζει αυτό και στα ποιήματα του όπως και η ψυχική υπερένταση που είχε ο Άσιμος. Μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο το αποτυπώνει στους στίχους του που εγώ αυτό το αποκαλώ ποίημα. Νιώθω ότι οι σύγχρονοι φιλόλογοι θα έπρεπε να μελετήσουν λίγο παραπάνω τον Νικόλα Άσιμο.

Η χώρα μας γέννησε ταλαντούχους ποιητές και ποιήτριες που διακρίθηκαν για το έργο τους και έκαναν την Ελλάδα γνωστή στα πέρατα του κόσμου. Πιστεύεις ότι οι Έλληνες επιλέγουν να διαβάσουν ποίηση ακόμα και σήμερα σε σχέση με το παρελθόν;

Δεν ξέρω αν στις μέρες μας υπάρχουν ποιητές όπως οι ποιητές που έχουμε στο μυαλό μας, όπως οι Έλληνες εκείνοι που μεγαλούργησαν, κατάφεραν να οδηγήσουν την σκέψη των ανθρώπων, να εμπνεύσουν μια ολόκληρη γενιά και να οδηγήσουν σε επαναστάσεις και σε αγώνες για τα δικαιώματα όπως και έγινε τα χρόνια του Θεοδωράκη και του Χατζηδάκι ή όσα έγραφαν ο Ελύτης και ο Ρίτσος. Νιώθω ότι η γραφή των σύγχρονών μου – βάζω και εμένα μέσα, αν και σε μένα θα κάνω μία διάκριση – θα πω ότι οι σύγχρονοι γραφούν σε διαφορετικά επίπεδα διανόησης. Γραφούν σύμφωνα με τις επιταγές του 2023. Γράφουν για την ευκολία, το εύπεπτο και το ευκολομάσητο. Οπότε κάπως έτσι είναι και τα κείμενα που κυκλοφορούν.
Δεν συζητάμε για τους λογοτεχνικούς κύκλους και τους κόλακες. Στις μέρες μας μπαίνουν πάρα πολλά μέσα στο παιχνίδι ακόμα και το χρήμα. Εμένα θα με διαφοροποιήσω από αυτό γιατί δεν θα με αποκαλέσω ποιήτρια σε καμία περίπτωση. Θα με αποκαλέσω γιατρό. Ο τρόπος που γράφω είναι αμιγώς ιατρικός, από έρευνες από τα χρόνια του Φρόιντ μέχρι και την τελευταία έρευνα που έχω υπόψη μου που δημοσιεύθηκε το 2015 από το πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. Ο τρόπος που γράφω είναι ακριβώς αυτός που ενισχύει την αυτοβιογραφική μνήμη. Μόνο με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος μπορεί να κινηθεί βάσει της ιδιοσυγκρασίας του και να προχωρήσει σε ένα ξέφωτο. Δεν γίνεται να φάει μασημένη τροφή. Πρέπει μόνος του να σκεφτεί, να αναζητήσει και τελικά να καταλήξει, αν καταλήξει κάπου. Αν όχι τότε η διαδρομή ήταν πολύ ωραία.

Στην Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης έγινε η παρουσίαση της συλλογής γραπτού και ποιητικού λόγου «Πίνακες». Θα μας πεις δύο λόγια για αυτή τη συλλογή;

Αυτή η συλλογή ως σύλληψη δεν ξεκίνησε για να κυκλοφορήσει ως συλλογή πεζού και ποιητικού λόγου. Στη φαρέτρα μου έχω αμέτρητα ποιήματα και είχα στείλει αρκετά στον εκδοτικό οίκο. Ωστόσο ο κύριος Χαριστός, ο επιμελητής των Εκδόσεων Γράφημα πρότεινε να γίνει μία συλλογή ως κάτι το πρωτότυπο και πιο ξεκούραστο στην ανάγνωση. Όποτε δέχτηκα την ιδέα του καθώς είχα ακούσει καταπληκτικά λόγια για τα ποιήματά μου.

Στο οπισθόφυλλο από τους «Πίνακες διαβάζουμε το εξής:
Κι όλο ψάχνω να βρω
τον εαυτό μου
Γιατί είναι τόσο δα μικρός
Τόσο μικρός
Που ξεγλιστρά και χάνεται.
Μπορείς να μας σχολιάσεις αυτό το στιχάκι;

Πιστεύω ότι ο καθένας από μας είναι μία σταγόνα και όλες οι σταγόνες μαζί κάνουμε τον ωκεανό της ανθρωπότητας. Αν ξεγελαστούμε και πιστέψουμε ότι είμαστε κάτι περισσότερο από αυτό, νιώθω ότι οι συνέπειες θα είναι ολέθριες. Όπως επίσης δεν πιστεύω ότι έχει συναντήσει κανείς απόλυτα τον εαυτό του γιατί μέχρι να πεθάνει θα συναντάει πρωτόγνωρες καταστάσεις. Κανείς μας δεν ξέρει πως θα αντιδράσει σε τέτοιου είδους καταστάσεις.

Τον 2022 κυκλοφόρησε το παιδικό παραμύθι «Γκλούμινους». Μπορείς να μας μιλήσεις για το βιβλίο και τι ακριβώς πραγματεύεται;

Μια διαδρομή ηρώων από το σκοτάδι στο φως. Είναι δύο ήρωες η Οφηλία και ο Κένταυρος που μπλέκουν πάρα πολύ τα σεξπηρικά χρόνια. Η Οφηλία κρατάει μέχρι το τέλος το τραγικό της πρόσωπο. Ο Κένταυρος προέρχεται από την μυθολογία. Είναι μία προσπάθεια να συνδεθεί ο αναγνώστης τόσο με τη μυθολογία όσο και με το πλούσια λεξιλόγιο αλλά και τις φιγούρες του Σαίξπηρ καθώς και να ανατρέξει στον Άγγλο συγγραφέα.

Οι δύο ήρωες είναι περίεργοι χαρακτήρες με κοινό παρονομαστή την ειλικρίνεια, την αγάπη, την αυτοθυσία. Δένονται σε ένα ταξίδι που τους οδηγεί στη χώρα του ονείρου. Εκεί γνωρίζουν πολλά και διαφορετικά άτομα. Μιλούν με τον Γέροντα Σοφό ο οποίος είναι η σταθερά, η πατρική συμβουλή και συμβολή. Προσπαθώντας να σώσουν το Γκλούμινους φθάνουν για να γνωρίσουν τον Μεγάλο Μάγο. Ο Μεγάλος Μάγος δεν είναι κακός. Ουσιαστικά μέσα από τα τραύματα που κουβαλάει και την προσπάθειά του να σώσει αυτά που του άφησαν οι γονείς του, φθάνει στο σημείο να αδικήσει τους δύο ήρωές μας. Η Οφηλία και ο Κένταυρος μέσα από την αγάπη κερδίζουν την ελευθερία τους και καταφέρνουν να σώσουν όχι μόνο τους εαυτούς τους αλλά και τους άλλους.
Το «Γκλούμινους» είναι ένα παραμύθι με πολλαπλά μηνύματα που έχω την αίσθηση ότι δεν απευθύνεται μόνο στο παιδικό κοινό. Το παραμύθι παρουσιάστηκε στο 8ο Συνέδριο Καινοτομίας των Ψυχολόγων του Μητροπολιτικού Κολλεγίου υπό την αιγίδα του UEL. Πήρε διθυραμβικές κριτικές από πειραματικούς ψυχολόγους, ψυχολόγους του EMDR. Νιώθω ότι μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα εργαλείο τόσο σε σχολεία, εφόσον το διαβάσουν εκπαιδευτικοί στα παιδιά και μετά τα παιδιά από μόνα τους, όσο σε μονάδες τραύματος, νοσοκομεία, συλλόγους κωφών και σε νοσοκομεία για τραυματισμένα παιδιά.

Στο «Γκλουμινους» χρησιμοποιείς αρκετές αλληγορίες για να εμβαθύνεις στις έννοιες. Τι είναι αυτό που θέλεις να πάρουν τα παιδιά και οι ενήλικες διαβάζοντας το παραμύθι;

Θέλω να καταλάβουν ότι κανείς δεν είναι κακός με την θέληση του. θέλω να καταλάβουν τον δρόμο που ακολουθεί ο καθένας από μας προς την αυτοπραγμάτωση του. Θα ήταν σωστό να ακολουθηθεί ο δρόμος της θετικής ψυχολογίας και του μοντέλου Perma, του Αμερικανού ψυχολόγου Σέλιγκμαν. Να μάθουν δηλαδή πώς να αισθάνονται και να σκέφτονται θετικά, να είναι ανθεκτικοί, να νοηματοδοτούν την κάθε τους πράξη και μετά να περνούν στην δράση και στην επίτευξη.

Επίσης, θέλω να περάσω στον κόσμο ότι μία κατάσταση όσο άσχημη και αν φαίνεται, αν αλλάξουμε τον τρόπο που την βλέπουμε όπως και αν αλλάξουμε τις αυτόματες σκέψεις μας, τα συναισθήματα και παρατηρήσουμε την συμπεριφορά μας τότε θα δοθούν και πάρα πολλές εναλλακτικές σκέψεις. Θα δοθούν λύσεις και θα αλλάξει εν γένει η κατάσταση αυτή καθ’ αυτή.

Ποια ήταν η πιο καθοριστική στιγμή στη πορεία σου στη συγγραφή;

Η πιο καθοριστική στιγμή ήταν στην παρουσίαση της συλλογής ποιητικού και πεζού λόγου «Πίνακες». Ήταν μία παρουσίαση η οποία με εξέπληξε για δύο λόγους. Πρώτον με εξέπληξε κατά το ήμισυ ευχάριστα γιατί δίπλα μου βρέθηκαν άνθρωποι της δημοσιογραφίας, της αληθινής διανόησης και πολλά νέα φωτισμένα παιδιά απ’ όλα τα μετερίζια. Δεύτερον με εξέπληξε και δυσάρεστα γιατί εκεί βρέθηκαν και άνθρωποι οι οποίοι μου άλλαξαν τον τρόπο σκέψης για το πώς θα προχωρήσω πλέον στους λογοτεχνικούς κύκλους και τους ευχαριστώ πάρα πολύ για αυτό.

Με τι άλλο αγαπάς να ασχολείσαι τον ελεύθερο σου χρόνο;

Με τα παιδιά μου, με τον γάτο μου διότι όταν ασχολούμαι με αυτόν έχει πλάκα. Ακόμη, μου αρέσουν οι οικογενειακές εκδρομές, τα ταξίδια και το διάβασμα κυρίως με βιβλία που αφορούν την λογοτεχνία και την ψυχοθεραπεία.

Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;

Τα σχέδια μου για το μέλλον είναι να συνεχίσω από την τελευταία παρουσίαση και δώθε να σκέφτομαι και να νοηματοδοτώ την ύπαρξη μου τόσο την λογοτεχνική όσο και την καθημερινή ώστε να παράγω πολύ όμορφα πράγματα.

Το πιο άμεσο και είναι εφικτό να ανακοινωθεί είναι ότι το φθινόπωρο του 2023 θα βγει το φθινόπωρο του 2023 μία μουσική συλλογή από οχτώ λαϊκά τραγούδια, μέσα σε ένα έντεχνο πνεύμα. Είναι μια συνεργασία που κάνω με τον συνθέτη και ερμηνευτή Σπύρο Μπουλή, ο οποίος έχει αναλάβει και την ενορχήστρωση. Η παραγωγή θα είναι του τραγουδοποιού Αχιλλέα Μωραΐτη και μαζί μας είναι και δύο ακόμη άτομα, στο μπουζούκι ο Γιώργος Γερματσίδης και στο ακορντεόν ο Αλέξανδρος Καμπουράκης ενώ στα φωνητικά είναι η Δήμητρα Μπουλή. Είναι μια εξαιρετική δουλειά από καρδιάς που τιτλοφορείται «Οι μικροί αστερίσκοι» και για την οποία αισθάνομαι βαθύτατη ευγνωμοσύνη! Είναι μια δουλειά που αποδεικνύει ότι η φιλία και η αγάπη μπορούν να φέρουν ίδια και ακόμα καλύτερα αποτελέσματα με αυτά μιας ακριβοπληρωμένης παραγωγής! Είμαι υπερήφανη και ευχαριστώ την ομάδα μου!

Ποια ευχή θα ήθελες να στείλεις στους αναγνώστες του Maxmag;

να μην σταματούν ποτέ να ψάχνουν. Να αναζητούν τον εαυτό τους και να φθάσουν, όπως αναφέρω στο ποίημά μου «Ο κήπος», στο σημείο από τον κήπο τους να στέλνουν ευχές και χαιρετίσματα σε όλο τον κόσμο.

.

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.