ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΖΕΥΓΟΛΑΤΗ

Η Αγγελική Ζευγολάτη είναι ιατρός, μέλος Ιατρικού Συλλόγου Βελιγραδιού και τελειόφοιτη ανθρωπιστικών σπουδών, του Τμήματος Ψυχολογίας UEL. Δραστηριοποιείται στην ποίηση και τη στιχουργική. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα πεζογραφίας και ποίησης, ενώ κατέχει το 3ο πανελλήνιο βραβείο ποίησης και λογοτεχνίας από τον ΕΠΟΚ.
Έχει συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης, ενώ ποιήματά της φιλοξενούνται, στην αγγλική γλώσσα, σε ανθολογίες που διατίθενται από την amazon. Ποιήματά της φιλοξενούνται, επίσης, στην ιστορική επανέκδοση της «Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς» και πολλά, ακόμη, έχουν δημοσιευτεί σε ιστοσελίδες και διαδικτυακούς χώρους πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Είναι
μητέρα δύο παιδιών και εργαζόμενη στον κλάδο τού ανθρώπινου δυναμικού βιομηχανικής εταιρείας.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΠΟΗΧΟΣ (εκδόσεις Άλφα Πι 2021)
ΠΙΝΑΚΕΣ (εκδόσεις Γράφημα 2022)

.

.

ΠΙΝΑΚΕΣ (2022)

Η ΠΟΙΗΣΗ

Η ποίηση, είναι μέρος του κινούντος ακίνητου
Ως αυθύπαρκτο μέρος τής συμπαντικής εύτακτης κίνησης,
δεν πηγάζει από εμάς, εφόσον είμαστε φθαρτοί
Η ποίηση, είναι άυλη και υπερβατική
Καταγράφεται και διαμοιράζεται με συμπαντική ρύθμιση·
διασφαλίζοντας ροή και τέλος,
σε αιώνια, ανακυκλούμενη τροχιά

ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Ετούτο το αυγουστιάτικο φεγγάρι
χρυσό μενταγιόν, πυρωμένο
Καίει το στήθος σου
αφήνει σημάδι
μαρτυράει τα γραφτά
δεν αντέχει άλλα αστέρια
δίνει όρκο·

σιωπή και πόλεμος

ΝΟΣΤΟΣ

Ο νόστος είναι·
οι πλανευτές άνεμοι της Πρωταπριλιάς,
που τραγουδούν στον γάμο των στρυφνών ονείρων
με τις απατηλές υποσχέσεις

Και πάνω στα κεράσματα ποτίζουν
με το πρώτο δάκρυ την καρδιά, να ζωντανέψει

Ξυπνούν στην άκρη της ανατολής των βλεφάρων
τη λάμψη τού πόθου
Την ώρα, που ανθίζουν οι πασχαλιές στον κήπο τής απουσίας
και της απέραντης θλίψης,

Και το φως γυρεύει την ενδοξοτέρα των επιστροφών
στον θρόνο τής απάτης

Έχει τη γεύση του κίτρου·
μυρίζει θάλασσα

Φουσκωμένη από εφήμερες χαρές

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

Το όνειρο,
σφυγμικό και αέρινο σκαρί
όπως γκρεμίζεται,
στους καταρράκτες τού φουσκωμένου σου λαιμού,
ναυαγεί
Εκείνος ο κόμπος δεν ήταν αγκυροβόλι; Αλίμονο!
Οι πραγματιστές ομονοούν:
«Πρόκειται περί λάθους»
Το έγκλημα συντελείται
Ρίχνουν ανακριτικούς προβολείς στα μάτια
Οι κόρες διαστέλλονται
Τα ξεπλένουν ένα δάκρυ
Και να το πάλι το όνειρο·
ξεπετιέται
Γυρεύει να συναντηθεί με πλήθος Ασωμάτων

ΑΜΑΝΤΑ

Η λεπτή κλωστή, που χώριζε τη ζωή από τον εφιάλτη, είχε
σπάσει, Αμάντα. Τρέχαμε σε ένα μεγάλο λιβάδι και οι δύο
μαζί ή ήμασταν ένα, δεν θυμάμαι. Ώσπου, ο σατανάς με
χάιδεψε απαλά στο κεφάλι και μου έδωσε ένα, δύο, είκοσι
δύο μυτερά στάχυα και εγώ, κουλουριασμένος στην άβυσσο
της απόγνωσης, κοιτούσα πόσο βαθιά μπορούσαν να φτάσουν
στη φλέβα, στην ψυχή. Εσύ, ήδη πετούσες μέσα σε ένα
σύννεφο, που έβρεχε με δάκρυα τη γη, και πώς ένιωθες
κανείς ποτέ δεν θα μάθει, Αμάντα. Ήθελα να φτάσω το
αέρινο, διάφανο πέπλο σου. Ήθελα να δω τι χρώμα έχει το
αίμα των γαλαζοαίματων όταν χύνεται στο πράσινο γρασίδι,
και κυλά μέχρι να φτάσει τον ορίζοντα. Τίποτα το ιδιαίτερο.
Ήταν κόκκινο και έγινε μωβ. Τα κοριτσίστικα γέλια
έσβησαν και άρχισαν να χτυπούν καμπάνες και να κελαηδούν
πουλιά, εκκωφαντικά, χτυπώντας με τα ράμφη και
τα φτερά τους, αλύπητα, τη σχιζοφρένεια αυτού του κόσμου.
Μέσα στο εγκαταλελειμμένο σπιτάκι, στη νεκρή σπηλιά,
θυμάσαι, Αμάντα; Πρόλαβα και έκλεισα τα μάτια σου.
Πόσο γαλήνια, λέει, κοιμόσουν πάνω στο τραπέζι, δίπλα
στο βάζο με τα μαραμένα κυκλάμινα και πόσο παρόλα αυτά
ήξερα πως είναι ψέμα, ένας φριχτός εφιάλτης. Φώναξα:
«Δεν κερδίζονται οι μάχες με στάχυα». Η φωνή μου με ξύπνησε.
«Μόνο με αίμα που βράζει, σπαθί και κοντάρι καβαλάς,
το όνειρο», ψέλλισα, «Αμάντα».

ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ

Κοιτάζω ψηλά, όσο πιο ψηλά μου φαίνεται ότι κοιτάζω.
Ακούω την παράφωνη διαδρομή των δακρύων, που εκβάλουν
από τις συννεφένιες ρυτίδες, που χάραξαν οι αχνές ελπίδες
ένα μπόι κάτω από τον ουρανό, και φτάνουν δια μέσου
τής τσίγκινης λαμαρίνας τού κόσμου στα μάτια μου.
Εκτυφλωτικό φαινόμενο. Παραμένω τυφλός, στην ακρογιαλιά
των σκέψεων μου. Περπατάω γυμνός στην ανηδονία τής
καυτής άμμου τού άγχους, με ένα ξεκούρδιστο ούτι, που ο
στριγκός του ήχος με χωρίζει από ’μένα, από ’σένα, από το
εδώ και τώρα. Περνώ έξω από το πατρικό μου, αναρχικός
ουτοπιστής, σοφός κι αλήτης. Παρίσταμαι στις παραστάσεις
σας, στους κύκλους των αντανακλάσεών σας, που
πονάνε τα μάτια μου. Το πολύ φως και το πολύ σκοτάδι
τυφλώνουν το ίδιο. Επιστρέφω νικητής και νικημένος στην
υγρή, γκρίζα, αποπνικτική μήτρα τού φωταγωγού. Κοιτάζω
ολούθε. Ηρεμεί και επανέρχεται το οπτικό νεύρο τής ψυχής.
Διακρίνω την ώρα τού μοιραίου χωρισμού, πως ίσως
να μην θέλει κανείς πια έναν πλανόδιο, που συναλλάσει
σούρουπα με ηλιοβασιλέματα, όπου βρεθεί και όπου σταθεί για
να επιβιώσει. Κοιτάζω ψηλά, όσο πιο ψηλά μού φαίνεται ότι
κοιτάζω.

.

ΑΠΟΗΧΟΣ (2021)
ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ
ΑΓΑΠΗ

Πόσο σ’ αγαπώ
ετούτη την ώρα
την άλλη ώρα
την προηγούμενη
και την επόμενη ώρα.
Παίζει μια μπάντα
γλυκιά μπαλάντα
σαν από πάντα.
Μυρίζει πάντα
…Αγιόκλημα…
Και εγώ σ’ αγαπώ
ετούτη την ώρα,
την άλλη ώρα.
Πάντα!

ΑΝΤΑΜΩΜΑ

Γιούλια κι ανθοί τριανταφυλλιάς
εστήσανε χορό
σε περιβόλι άκαρπο
δώσαν ζωή και χρώμα.
Τη νύχτα που σε γνώρισα
φοβήθηκες θαρρώ,
μα έπιασα τα χέρια σου
και τα κρατάω ακόμα.

Μόνο για σένανε
τ’ αδύνατα κατόρθωσα
και τώρα τραγουδάω
μόνο για σένα.

Τις πρώτες λέξεις φύτεψα
πα στην ξερολιθιά
και τις σιωπές τις κράτησα
σαν την αναπνοή μου.
Το δάκρυ σου το φύλαξα
σαν δέκα φυλαχτά
σφιχτά στο στήθος το ‘κλεισα
πυξίδα στη ζωή μου.

ΕΒΑΛΕΣ ΠΛΩΡΗ

Έσκιζες λέει με την πλώρη τη στεριά
πέρασες για να χαιρετήσεις.
Σε ποια πατρίδα θα γυρίσεις
με τόσα φώτα αναμμένα και χρυσά;

Έφυγες λέει για ταξίδι μακρινό,
δε με ανέβασες στην πλώρη.
Μονάχος έφτασες στη Ρώμη
σε λιτανεία στου ονείρου το φευγιό.

Τι κι αν μόσχο και αχάτη σου ‘χα τάξει
δεν έμεινες να περιμένεις,
θάλασσες και αγέρα φέρνεις
στου ασφοδιλένιου γυρισμού τη χάση.

Ο ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Φοράει η ζωή το φόρεμα που αφήνω
τσιγάρο πίνει και κρασί
κοπάζει το ποτήρι που δεν πίνω,
καλεί τους άλλους στη γιορτή.

Πώς βρέθηκα στον κόσμο αυτό
μόνος και ξένος;
Πώς βρέθηκα στις αγορές
να τριγυρνώ;
Έφταιγε λες που πίστευα
στα παραμυθία,
που γκρέμιζα χρυσά κλουβιά
με άνεμο;

Κοιτά η ζωή το διάολο στα μάτια,
η ελπίδα θέλει πληρωμή.
Τα ρέστα είν’ όλα δικά σου, πάρτα,
γουστάρω την αιώνια φυγή.

Και αν για λίγο στάθηκα
σαν τον επαίτη,
δικό μου λάθος ήτανε,
τ’ ομολογώ.

Σας τα χαρίζω τα ισόβια
τα δεσμό σας.
Δραπέτης ήμουν και θα είμαι
πάντα εγώ.

ΤΟ ΚΥΜΑ

Το κύμα αφρίζει,
λόγια στα βράχια ψιθυρίζει,
Βγαίνει σε ακτή που οδηγεί σε δρόμο ξένο
βαρέθηκα να περιμένω
κάτω απ’ τα βλέμματα του κόσμου τα θολά.

Κύμα του νόστου
κουράγιο δώσ’ μου
γι’ άλλα ταξίδια, αλαργινά.

Μακριά απ’ την πλήξη
και την αηδία
του κάθε νου την αμαρτία.

Λέω να μπαρκάρω
και μα τον Άγιο
θα ψάξω ελπίδα κι αφορμή
να ταξιδέψω και να κουρσέψω
μία γη πιο φωτεινή.

ΧΡΥΣΟΠΡΑΣΙΝΟ ΦΥΛΛΟ

Συνέβη τότε, άξαφνα
στην κάψα του Ιούλη
στην κάψα των ερώτων μας
εδάκρυσε το γιούλι.

Άλλος περπάτησε από δω
άλλος ‘πο κει, πιο πέρα.
Ανθρώποι γίνηκαν πουλιά
εκείνη τη Δευτέρα.

Τα μάτια μας εμαύρισαν
μέσα σε μια νυχτιά
και ήρως γινήκαμε
μέσα στη συμφορά.

Δεν ξέρω μάνα μ’ να σου πω
τι πίκρανέ με τόσο.
Που γίνε ο φίλος μου εχθρός
για που ‘ταν να ματώσω.

Έτρεμε η γης κι εσιότανε
‘πο φάλαγγες αρμάτων.
Για να ‘ταν απ’ το κλάμα μας
ημών των αθανάτων.

Και η ντροπή εντράπηκε
τούτην την περηφάνεια
που χερικό δεν άπλωνε
για μέλι και για γάλα.

Μάσαμε τόλμη και ορμήν
γεννήσαμε παιδιά.
Τον κεραυνό κρατήσαμε
βαθιά μες στην καρδιά.

Λιμνιώνα σε ορίσαμε
νύμφη μας λατρεμένη.
Κερύνεια τζ’ Αμμόχωστο
Πατρίδα πονεμένη.

Ανάστημα ορθώσαμε
«Χτυπήστε μας κι εδώ»
τα χείλη μας λαλήσανε
κρατώντας το Σταυρό.

Τον μαυρισμένο Ουρανό
γυρίσαμε με αγάπη,
με δάφνες σε χωρέσαμε
στου κόσμου την αγκάλη

ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ

Ο Έρωτας και ο θάνατος προχωρούν και η γη σκούζει,
το ακούς;
Αλλάζουν μορφές μέχρι να συναντήσουν την ευτυχία,
το βλέπεις;
Φωνάζει ο Ζέφυρος και η Έριδα, μα δεν ακούν κανέναν
τραντάζουν το στερέωμα,
το νιώθεις;
Οι γίγαντες έπιασαν τη Φρέγια
και εσύ γελάς·
και ο θάνατος γελάει.
Στο διάβα τους χαϊδεύουν πληγές
ρουφάνε νιότη.
Απελπίζουν και απελπίζονται
θωπεύουν αλύτρωτα την αγνότητα, και γεννιέται η Μέδουσα,
Θύτης ή θύμα ο Περσέας,
το εξηγείς;
Μαζεύουν όλα τα χρώματα,
τα ανακατεύουν και βάφουν τις ψυχές μαύρες.
Την δική σου την άγγιξαν, το ξέρω,
το ομολογείς;

.

ΕΚΕΙΝΟ

Τα έβαζα με τη νύχτα,
πάλευα να ανοίξω τα μάτια σου.
Ο χρόνος ήθελε να με προσπεράσει.
Βιάστηκα να σε χαϊδέψω παντού
με το φεγγάρι.
Αυτό, και πάντα κάτι ανάμεσά μας.

Έπινα τα δάκρυά σου
τα γευόμουν αχόρταγα.
Και όταν έφτανα στα χείλη
άνοιγα τις πύλες της ψυχής σου.
Έμπαινα μέσα, βαθειά
και ένιωθα αγέννητος.

Στη ζέστη και στην υγρασία
μιας μήτρας που υποσχόταν την αθανασία.

Ένιωθα τη σύγκρουσή σου.
Τη μια ήσουν μαζί μου, αποζητούσες την ηδονή.
Την άλλη ξεμάκραινες, αναζητούσες τη συμφορά.

Και τα κορμιά μας κρατούσαν ρυθμό,
ισορροπούσαν στο κενό.

Ερμήνευαν τη θάλασσα,
ξόρκιζαν μυστικά και μάγια.

Ντύσου τώρα την καρδιά μου και φύγε,
μα να ξανάρθεις…
θα σε περιμένω εδώ.
Εδώ που άφησαν σημάδι οι αισθήσεις στο χώμα.

Εδώ που με λόγχη διαπεράσαμε τη λογική
και πλάσαμε αναμνήσεις.
Εδώ που νίκησε Εκείνο,
ο ένας και μόνος θεός της κάθαρσης.

Ο ΠΟΝΟΣ (δύο ψέματα)

Να του πάρεις μέτρα του Πόνου,
να του φτιάξει ένα υπέροχο μπλε κουστούμι,
να τον τοποθετήσει στο βάθρο που του αξίζει.

Να τον χαϊδεύεις συχνά,
να τον γλυκοφιλάς με χαμόγελο,
είναι δικός σου.

θα σε περιμένει πάντα να γυρίσεις,
θα σε περιμένει πάντα με τον ναρκισσισμό ενός παιδιού.
Εσύ να τον χαϊδεύεις απαλά,
να τον γλυκοφιλάς με χαμόγελο.
Είναι παιδί άχτιστο και απαίδευτο ο Πόνος.
Να του λες παραμύθια.

Να του πεις δυο ψέματα…
Ένα, πως δεν τον αγαπάς,
και άλλο ένα:
πως στα εγκλήματα της ζωής είστε και οι δυο αθώοι.

Αυτός θα είναι εκεί, σαν το πηγάδι στην παρατημένη αυλή,
στέρεος, μόνος, έρμος, σκοτεινός.
Εσύ θα τριγυρνάς παντού

θα διαβαίνει δάση, χωριά, πόλεις και πολιτείες.
θα χαράξει πορεία στον Ήλιο.

Μα να γυρνάς στο πηγάδι σου,
να παίρνεις νερό,
να πλένεσαι,
να ξεδιψάς,
να βαφτίζεσαι.

ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ

Ρίζες που έχουν φυσικά εγκαταλείψει τη γη,
απειλούν να μην με θρέψουν.
Εν είδει ρομφαίας
συναποτελούν το οικοδόμημα δέντρων
-οποίος παραλογισμός-
που ενωμένα περιγράφουν την αψιδωτή,
απροσδιορίστου υλικού, πόρτα των ονείρων μου.
Την πόρτα που φυλάει ο Κριός, το κακό πρόβατο
-οποίο σχήμα οξύμωρο-
που η αρρενωπή του φύση παραβιάζεται ασύδοτα
από σμήνη περιστεριών.
Παλιόπουλα, διεστραμμένα, ανισόρροπα.
Στοιχειώνουν εξωφρενικά τις ημέρες,
μα περισσότερο τις νύχτες μου,
που τότε αποκτά ειδικό βάρος η ψυχή.
Αντιπαθέστατα, αφήνουν τους ανοιχτούς γκρεμούς
και τους ουράνιους θησαυρούς
και μεταμορφώνονται σε κότες με κομμένα φτερό.
Αχάριστα, αφήνουν τους βασιλιάδες που τα ταΐζουν
και ελεεινά, ψάχνουν τροφή στα σκουπίδια.
Ανέραστα, αφήνουν τις φωλιές των π πιτσουνιών
και τσιμπάνε το ένα το άλλο, το πιο ταϊσμένο
το πιο αδύναμο, σε κοινή θέα,
με φουσκωμένους λαιμούς και άοκνα μάτια.
Σιχαμένα φαντάσματα. Γεννιέστε και πεθαίνετε μικρά
Πόσο βάναυσα ενσαρκώνετε, εμένα, εσένα,
τον θλιμμένο αρλεκίνο…

.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ

texnesonline.gr 22/9/2021

Γράφει ποιήματα εδώ και μια… ζωή, όμως μόλις πρόσφατα εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με την οποία κάνει και επίσημα, πια, το ντεμπούτο της στο χώρο της λογοτεχνίας. Οι ξεχωριστές ακαδημαϊκές της σπουδές, τα ποικίλα ενδιαφέροντά της, μα πάνω απ’ όλα η αγάπη της για τα βιβλία αποτέλεσαν το σύνολο των παραγόντων που επέδρασαν στη διαμόρφωση μιας αξιόλογης και ενδιαφέρουσας προσωπικότητας, την οποία σήμερα έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε στις Τέχνες. Μιλάμε για την ποιήτρια Αγγελική Ζευγολάτη και το βιβλίο της «Απόηχος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άλφα Πι».

Πάμε να τη γνωρίσουμε καλύτερα…

– Κυρία Ζευγολάτη, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;

Ξεκινάμε ίσως από την πιο δύσκολη ερώτηση. Σύμφωνα με τα πράγματα που γίνονται αντιληπτά ενσυνείδητα, στο φάσμα της φαινομενολογίας δηλαδή, είμαι η Αγγελική Ζευγολάτη, ιατρός, εν δυνάμει ψυχολόγος, συγγραφέας-ποιήτρια, μητέρα δύο αγοριών και σύζυγος του Δημήτρη. Πέρα από τα όρια της ανθρώπινης συνειδητότητας είμαι ένας μάρτυρας της συμπίεσης του χρόνου. Νιώθω ότι με αφορά η ερμηνεία της οντότητας των εμπειριών όλων μας και λειτουργώ σχεδόν εμμονικά ως προς την ανακούφιση του ψυχικού οργάνου, δείχνοντας διαφορετικές οπτικές γωνίες σε όλους όσους καλούνται να αντιμετωπίσουν το οτιδήποτε στη ζωή και είτε ζητούν τη βοήθειά μου, είτε διαβάζουν τα γραπτά μου.

– Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκφραστείτε αρχικά μέσω της ποίησης και όχι της συγγραφής;

Η ιδιοσυγκρασία μου και η ανάγκη μου να χωρώ το όλον μέσα σε μία σταγόνα, άλλοτε χαράς και άλλοτε δακρύων. Η τάση μου να επικοινωνώ τον τρόπο που αισθάνομαι για τα πράγματα, άλλοτε προκαλώντας το συναίσθημα και άλλοτε προκαλώντας τη σκέψη των συνανθρώπων μου.

– Απ’ όσο γνωρίζω γράφετε και παραμύθια. Σας αρέσει ο κόσμος των ονείρων, λοιπόν, δεδομένου ότι και η ποίηση απελευθερώνει τον νου και ταξιδεύει την ψυχή σε κόσμους μαγικούς και κατά το πλείστον φανταστικούς;

Ο κόσμος των ονείρων, αυτών που βλέπουμε στον ύπνο μας αλλά και αυτών που κάνουμε με τα μάτια ανοιχτά, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μας. Χωρίς τα όνειρα είναι αδύνατον να οδηγηθούμε στην επίγνωση που είναι συνδεδεμένη με την «εξερεύνηση» του ασυνειδήτου μας. Τα όνειρα, όταν γίνονται λέξεις, περνούν μηνύματα. Δημιουργούν συνειρμούς, βοηθούν να μην κατασταλεί η σκέψη και το συναίσθημα. Λατρεύω τα όνειρα. Νιώθω πως μου επιτρέπουν να υπάρχω σε πολλούς κόσμους ταυτόχρονα και να ζω πολλές ζωές μαζί.

– Ο δικός σας εσωτερικός κόσμος απελευθερώνεται με την ποίηση;

Ο δικός μου εσωτερικός κόσμος απελευθερώνεται με την ποίηση. Όταν γράφω ποιήματα αισθάνομαι ότι δεν γράφω με μελάνι, αλλά με το αίμα της καρδιάς μου και πως κάπως έτσι στέλνω ανάσες στα αστέρια.

– Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Έμπνευση για εμένα μπορεί να αποτελέσει το συλλογικό ασυνείδητο, αλλά και το «εδώ και τώρα». Το χαμόγελο ενός παιδιού, το κελάϊδισμα ενός πουλιού, η καθημερινή ανθρώπινη πάλη εντός και εκτός μας.

– Πιστεύετε πως υπάρχει συνταγή επιτυχίας για την συγγραφή ενός καλού ποιήματος και γενικότερα ενός καλού βιβλίου;

Είναι σαν να με ρωτάτε αν υπάρχει συνταγή για να γεννηθεί ένα όμορφο και καλό παιδί. Όλα τα παιδιά είναι όμορφα και καλά γιατί τα έκανε η μάνα τους με αγάπη και πόνο, όπως ακριβώς γεννούν οι συγγραφείς τα πονήματά τους.

– Επιλέγετε να εκφραστείτε μέσω της ελεύθερης ποίησης, αλλά και της παραδοσιακής. Γιατί;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Εύβοια. Στο Αφράτι Ευβοίας, ένα μικρό χωριό λίγο πιο έξω από την πόλη της Χαλκίδας, πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Εκεί το στοιχείο της παράδοσης ήταν έντονο. Η αγαπημένη μου γιαγιά Κοκώ με έφερε πολύ κοντά στην παράδοση και τη λαογραφία του τόπου. Η παράδοση διαπότισε την ψυχή μου. Έπειτα, η ακαδημαϊκή μου πορεία συνεισέφερε τα μέγιστα στο να είμαι εις θέσιν να κινηθώ με ευκολία, τόσο στον κόσμο της τέχνης όσο και της διανόησης. Επιλέγω να εκφραστώ, λοιπόν, συνολικά και όχι μερικώς. Αυτός είναι ο λόγος που εκφράζομαι μέσω της ελεύθερης αλλά και της παραδοσιακής ποίησης.

– Έχετε πρότυπα ως ποιήτρια; Στα ποιήματά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας ποιητές ή ποιήτριες;

Πρότυπα έχω όλους τους συμπαντικά ρυθμισμένους ποιητές. Έρχονται στο μυαλό μου καθημερινά και πάντα σκαλίζω τα ποιήματά τους, ο Διονύσιος Σολωμός, ο Πόε, ο Μπωντλαίρ, ο Καββαδίας και ο Νικόλας ο Άσιμος που πέρα από τη στιχουργική του βλέπω μία ποιητική ποιότητα η οποία θα πρότεινα να μελετηθεί από τους κύκλους των φιλολόγων και τα ελληνικά γράμματα. Θα έλεγα πως ο αναγνώστης διαπιστώνει διαβάζοντας την ποίησή μου επιρροές πολλαπλών ζυμώσεων της πνευματικής αλλά και της καθημερινής μου συναναστροφής με ομότεχνούς μου και όχι μόνο.

– Ξεκινήσατε επίσημα τη λογοτεχνική σας πορεία κυκλοφορώντας την πρώτη σας ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις «Άλφα πι». Τίτλος της «Απόηχος». Γιατί τώρα;

Όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου, γράφω. Άλλα κείμενα τα κρατώ, άλλα τα σκίζω ανάλογα με το πάθος της στιγμής. Κάποιες φορές νιώθω να με αφορά ο διαμοιρασμός και κάποιες η τέχνη για την τέχνη. Με αφορά επίσης να νιώθω ασφαλής με τους συνεργάτες μου και να δημιουργώ ειλικρινείς σχέσεις με κοινό παρονομαστή το συναίσθημα. Αυτό το συνάντησα στον Εκδοτικό οίκο ΑΛΦΑ ΠΙ, στο πρόσωπο του Γιάννη του Παληού και της κόρης του Αρετής. Επιπλέον, έχω την αίσθηση ότι ο κάθε άνθρωπος έχει -και πρέπει να έχει- τον δικό του χρόνο για να εκφραστεί ή να αποφασίσει να εκφραστεί. Τον χρόνο αυτό τον ορίζουν ή τον πυροδοτούν και οι υποχρεώσεις και οι συγκυρίες της ζωής.

– Πόσο χρόνο χρειάστηκε για να ολοκληρώσετε το βιβλίο σας;

Ο ΑΠΟΗΧΟΣ χρειάστηκε μια ζωή και έναν χρόνο ακριβώς για να ολοκληρωθεί. Μέσα σε αυτόν τον χρόνο προετοιμασίας, ένα από τα ποιήματά μου, η «Γυναίκα» απέσπασε το τρίτο πανελλήνιο βραβείο στον διαγωνισμό ποίησης ΕΠΟΚ-ΚΕΛΑΙΝΩ, στον πρώτο διαγωνισμό που έλαβα ποτέ μέρος. Κάτι το οποίο έγινε τώρα, γιατί τώρα ένιωσα έτοιμη, γιατί τώρα ένιωσα πως το ήθελα με όλη μου την ψυχή.

– Τι ακριβώς πραγματεύονται τα ποιήματά σας;

Πραγματεύονται τον Έρωτα, τον Θάνατο, την εξουσία, την τάξη πραγμάτων, την ανθρώπινη πάλη. Προκύπτουν από τον εμπειρισμό και την παρατήρηση και περνούν από τα αντιληπτικά μου φίλτρα στο χαρτί, προκειμένου να συνδιαλεχθώ -αν μου επιτρέπετε- μαζί σας.

– Πού ακριβώς στοχεύετε ως συγγραφέας μέσω του βιβλίου σας, στην ψυχαγωγία, στον προβληματισμό, ή στην απελευθέρωση της ψυχής του αναγνώστη;

Μέσα από την ποιητική μου συλλογή στοχεύω να επικοινωνήσω με όποιον κρατήσει τον Απόηχο στα χέρια του. Στοχεύω σε έναν ζωντανό διάλογο με τον αναγνώστη, σε μία σχέση μαγείας όπως είναι αυτή που αναπτύσσουν οι αναγνώστες με τον ποιητή. Δύο, ίσως άγνωστοι, άνθρωποι μεταξύ τους που όμως συναντιούνται σε κοινή συντεταγμένη στον χάρτη των συναισθημάτων, σε τυχαίο χρόνο. Θέλω να πιστεύω πως τα ποιήματά μου έχουν μία πλαστικότητα. Ελπίζω ότι ενδεχομένως προσαρμόζονται στις εμπειρίες και τις ανησυχίες του καθενός από εμάς και ανακουφίζουν το ψυχικό όργανο, δείχνοντας κατ’ αρχήν ότι κανείς δεν είναι μόνος/η. Η ψυχαγωγία, ο προβληματισμός και η απελευθέρωση της ψυχής του αναγνώστη, μέσα από τον Απόηχο, αποτελούν την ευχή και τον στόχο μου.

– Υπάρχει κάποιο από τα ποιήματα της συλλογής στο οποίο καθρεφτίζονται στοιχεία του εαυτού και της προσωπικότητας σας;

Στο χαρτί καταθέτω την ψυχή μου κάθε φορά που γράφω. Υπάρχουν ποιήματα που φέρουν δικές μου εμπειρίες από το χθες, όπως το «Έβαλες πλώρη», σκέψεις δικές μου από το σήμερα όπως είναι η «Προσευχή», αλλά και δικές μου ελπίδες όπως φαίνεται στο στιχουργικό ποίημα «Αητέ μου». Όλα μου τα ποιήματα, βέβαια, ακολουθούν μία προσωπική, ανυπάκουη και ανένταχτη φόρμα γραφής, στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας μου.

– Η εποχή της πνευματικής και οικονομικής κρίσης θεωρείτε ότι μπορεί να επηρεάσει την πορεία ενός λογοτέχνη;

Εξαρτάται πώς ο λογοτέχνης ορίζει την πορεία του. Στα πλαίσια της πνευματικής κρίσης, η ευθύνη του λογοτέχνη είναι μεγάλη και κατά την ταπεινή μου γνώμη ο συγγραφέας θα πρέπει να λειτουργεί ως σύγχρονος ιεραπόστολος. Θα πρέπει να εμπνέει, να δείχνει διεξόδους, να ανακουφίζει τον συνάνθρωπο. Στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης, υπάρχουν τρόποι ο λογοτέχνης να δίνει το παρόν στην ψυχαγωγία, τον προβληματισμό και την απελευθέρωση της ψυχής του κόσμου, αλλά και της δικής του ψυχής.

– Μιλήστε μας για το πρώτο σας εκδοτικό σπίτι. Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Άλφα Πι»; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση ενός βιβλίου;

Το πρώτο μου εκδοτικό σπίτι είναι ο ΑΛΦΑ ΠΙ. Πρόκειται για έναν χιώτικο Εκδοτικό οίκο που θα αποκαλούσα «οικογένεια». Εύχομαι σε όλους τους συγγραφείς η πρώτη τους εμπειρία να είναι σαν τη δική μου. Στο τιμόνι του ΑΛΦΑ ΠΙ, πλέον, βρίσκεται η συγγραφέας Αρετή Παληού, η κόρη του Γιάννη που η αγάπη του για τα βιβλία μας έχει καθηλώσει όλους. Κρατούν ψηλά το πνεύμα διαχωρίζοντάς το σαφώς από την ύλη. Ο Γιάννης Παληός είναι ευαίσθητος και συνειδητοποιημένος. Κατέχει πατρική θέση στη ζωή και στη συνείδησή μου. Είναι η ψυχή του εκδοτικού μου οίκου. Είμαι ευχαριστημένη και βαθιά συγκινημένη από τη συνεργασία μου με τον ΑΛΦΑ ΠΙ. Νιώθω ευλογία που ο μοναχικός δρόμος της ποίησης μου επεφύλασσε τέτοια συναπαντήματα με τόσο αξιοπρεπείς και καλλιεργημένους ανθρώπους. Ένας καλός εκδοτικός οίκος κατ’ αρχήν επικοινωνεί με τον συγγραφέα σε όλα τα επίπεδα. Εμπνέει, καθοδηγεί και συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση ενός βιβλίου. Ο εκδοτικός ΑΛΦΑ ΠΙ είναι ένας άριστος ναός διακίνησης ελεύθερης σκέψης.

– Σχεδιάζετε κάποια παρουσίαση του βιβλίου σας το προσεχές μέλλον;

Σχεδιάζω την παρουσίαση της πρώτης μου ποιητικής συλλογής «Απόηχος», από τις Εκδόσεις ΑΛΦΑ ΠΙ, η οποία θα γίνει στο Cielo Resto-bar στο λιμάνι της Νέα Μηχανιώνας στη Θεσσαλονίκη, το Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2021 και ώρα 8μμ. Δίπλα στο κύμα, υπό το φως του φεγγαριού θα παρουσιαστούν τα ποιήματά μου με τη συνοδεία της μπάντας Μεσόγειος project και θα τραγουδηθούν κάποια από αυτά από τον Σωκράτη Παπαϊωάννου και την Εύη Κουτσαυτάκη, σε σύνθεση Νίκου Πανδή και επιμέλεια του μοναδικού μαέστρου Γιάννη Γιαννούλη. Είστε όλοι ευπρόσδεκτοι.

– Πού μπορεί κάποιος να βρει το βιβλίο σας;

Το βιβλίο μου διατίθεται από τις Εκδόσεις ΑΛΦΑ ΠΙ, Ροδοκανάκη 7, Χίος. Στη Χαλκίδα από το βιβλιοπωλείο Ελλέβορος, Αβάντων 87. Στην Αθήνα από το βιβλιοπωλείο captainbook, Κατόπιν παραγγελίας, Σόλωνος 99. Στην Θεσσαλονίκη από το βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία, Λεωφόρος Νίκης 3.

Διατίθεται επίσης ηλεκτρονικά στα καταστήματα protoporia.gr, captainbook.gr, και στη μηχανή αναζήτησης skroutz.gr για όλα τα βιβλία του Εκδοτικού οίκου ΑΛΦΑ ΠΙ.

– Κυρία Ζευγολάτη, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στο συγγραφικό σας έργο.

Σας ευχαριστώ θερμά για την ευχή σας και για την τιμή που μου κάνατε! Ήταν πολύ όμορφη η επικοινωνία μας. Σας ευχαριστώ!

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.