ΟΛΓΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ

Η Όλγα Οικονομίδου γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1975. Είναι απόφοιτος του πανεπιστημίου Κύπρου στις επιστήμες της αγωγής και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο του Βurningham. Εργάζεται ως Εκπαιδευτικός στη Δημοτική Εκπαίδευση και ως Σύμβουλος Μουσιακής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας Αθλητισμού και Νεολαίας Κύπρου. Είναι ενεργό μέλος σε εκπαιδευτικούς και πολιτιστικούς ομίλους συμμετέχει σε ευρωπαϊκά προγράμματα και έχει παρουσιάσει πρακτικές της εκπαίδευσης σε επιστημονικά συνέδρια. Ποιήματα της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά. Έχει βραβευτεί σε παγκύπριους πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς ποίησης. Τα Θαμνολίβαδα (Μανδραγόρας 2023) είναι η πρώτη ποιητική της συλλογή.

.

.

ΘΑΜΝΟΛΙΒΑΔΑ (2023)

ΑΝΕΜΟΛΟΓΙΟ

Θα ’θελα να ’μουν
εκ γενετής
ανεμολόγιο.

Αδιάκοπα να χαράσσω
ροές και πορείες ανέμων.
Να διαιρούμαι σε τεταρτοκύκλια,
προς ενενήντα μοίρες έκαστο
και να ’χουνε στραμμένα
προς το μέρος μου
των ναυτικών τα μάτια.

Στην πραγματικότητα,
υπάρχω ως γυναίκα.
Αγαπώ τους ανέμους,
τους αφουγκράζομαι καθώς
σηκώνουν τη σκόνη μου
ή ελαφρώς το φόρεμά μου.
Άπταιστα τους γράφω στο
τετράδιο ορθογραφίας.

Λεβάντες, Όστρια, Γαρμπής
Πουνέντες, Τραμουντάνα.

Έπειτα σηκώνω πανιά
και φεύγω…

ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ

Νόστος.
Μνήμη που δεν σωπαίνει.
Μνήμη που επιμένει
όπως το κύμα που κατατρώει τον βράχο.

Μνήμη τοξεύτρα
στο κέντρο της ύπαρξης.

Σαλαμίνα – Αμμόχωστος.
Από τα βάθη του καιρού
νυν και αεί
για πάντα μνήμη.

ΚΑΡΤΕΡΟΥΜΕΝ

Το καλοκαίρι εκείνο δεν ξέραμε.

Δεν μπορούσαμε ούτε
να φανταστούμε πως
τ’ ανοιχτά πουκάμισα
τα ιδρωμένα μέτωπα
τα ψάθινα καπέλα
τα πιτσιρίκια με τα κοντά
παντελονάκια
τα ακρογιάλια στην Αμμόχωστο
τα καράβια της Κερύνειας
ο περήφανος Πενταδάχτυλος…

Όλα μας αποχαιρετούσαν.

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ

Στο χοντρό ξύλινο τραπέζι
της μοντέρνας καφετέριας
τοποθετώ ευλαβικά
τα προσφιλή βιβλία ποίησης
τον παγωμένο μου καφέ
το ψάθινο καπέλο
και κεντρικά
-στο πιο ανάγλυφο σημείο επάνω-
κόλλες ημίλευκες
πασαλειμμένες με λέξεις
γεμάτες προσμονή για να γραφτούν
στίχοι να γίνουν.

Γράφω και σβήνω λέξεις.
Γράφω και σβήνω την απουσία σου.

Μα οι λέξεις μου
παραμένουν μετέωρες
βγάζουν κεφάλι, χέρια, πόδια
αγανακτισμένες
βγαίνουν στο πεζοδρόμιο ν’ ανασάνουν
διαδηλώνοντας τη θλίψη τους.

Πορεία διαμαρτυρίας είναι κι η ποίηση.

ΜΕΤΡΗΜΑ

Τρία παιδιά είναι ο τόπος μου.
Μπουμπουκιασμένα κλωνάρια στον κάμπο μου.
Δύο οικογενειακοί τάφοι είναι ο τόπος μου
με σώματα ανθρώπων που μ’ ανάθρεψαν.
Ένα ζευγάρι χέρια είναι ο τόπος μου
που γράφουν αταίριαστους στίχους.
Μηδέν βεβαιότητα είναι ο τόπος μου
που ξεκρεμάει τις μέρες του χρόνου.
Μείον ένα όνειρο είναι ο τόπος μου
που παγώνει το μαξιλάρι κάθε βράδυ.

—Καλή μου, σταμάτα το μέτρημα…

ΓΡΑΜΜΑΤΟΘΗΚΗ

Μάνα,
θα δανειστώ απόψε τα γράμματά σου.
Παίρνω το μι για τις μνήμες μου.
Το άλφα για τα άστοχα λόγια μου.
Ένα νι είναι αρκετό όσα «ναι» ’λέγαν τα μάτια σου.
Το τελευταίο άλφα ταιριάζει στις αναβολές μου.
Μόνο που ο θάνατος δεν περιμένει ούτε και από αλφάβητο γνωρίζει.
Να του έλεγα λίγο να σταθεί στο έψιλον της ενοχής μου
ή έστω στο πι μίας παράτασης.

ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ

Στη μητέρα μου Στέλλα

Εδώ και έναν χρόνο ανοίξαμε ίο τελευταίο σου σπίτι
και σε αφήσαμε να ξεκουραστείς.
Γεμίσαμε το κενό που μας έμεινε με πέντε κουβάδες χώμα.
Μπροστά από τον υπόλευκο σταυρό και τ’ όνομά σου
φυτέψαμε βασιλικό, λεβάντες, γεράνια και λίγα χαμολούλουδα
γιατί σου άρεσαν
αλλά και για παρηγοριά δική μας.
Τόση γαλήνη στον ένα επί δύο τετραγωνικά εγκόσμιο κήπο σου
που βλέπαμε να μεγαλώνει εν τη απουσία σου.
Πολύχρωμη ζωή, ευωδιαστή, πάνω σε θάνατο,
μαζί με το νέο παράδοξο «αιωνία η μνήμη»
και το «Προσδοκώ Ανάστασιν Νεκρών».

Έριχνα στο νερό την αγάπη και τη συγγνώμη μου
και πότιζα τον κήπο σου με δάκρυα.
Τα βράδια φανταζόμουνα τις ρίζες των φυτών
να μεγαλώνουν πεισματικά για να σε φτάσουν,
να πούνε όσα δεν πρόλαβα.

Σαν έμαθα
πως τα λουλούδια σου ξεριζώθηκαν
πως ο τεχνίτης ήταν έτοιμος να κόψει τον χωμάτινο ομφάλιο λώρο
θύμωσα πολύ με αυτήν την αλλαγή
-πώς μπορεί η ζωή ν’ αλλάζει τις ώριμες εικόνες
δίχως έστω μια μικρή προετοιμασία;-

Έτσι, τον φετινό Μάρτιο φυτέψαμε λουλούδια σου
στους κήπους των σπιτιών μας
να ’χουμε μια ρίζα να ποτίζουμε
εις μνήμη αιωνία…

10 ΧΑΪΚΟΥ ΚΑΝΟΥΝ ΠΑΡΕΑ

(Επιλογή 4 Χαϊκού)

1
Του Οδυσσέα
ο νόστος -χελιδόνι
κάθε άνοιξη.

3
Η αγκαλιά σου
παιδί μου λευκά κρίνα
ανοιξιάτικα.

8
Σιωπηλά πουλιά
πνίγονται στης ποίησης
τις καταδύσεις.

10
Πάμφωτη φύση
μπολιάζεις με ελπίδα
m βασιλικό.

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΘΕΟΧΑΡΗΣ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

FRACTAL 5/3/2024

Με υπαρξιακές αναφορές και κοινωνικούς συνειρμούς

Υπάρχουν πολλά φυτά, που κατατάσσονται στην κατηγορία των θάμνων. Είναι μικρά και ταπεινά, όμως, βγάζουν πανέμορφα λουλούδια και κάποια από αυτά υπέροχες μυρωδιές. Ας φανταστούμε λιβάδια γεμάτα λουλουδιασμένους και μυρωδάτους θάμνους και ας τους αντιπαραβάλλουμε με ένα βιβλίο. Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς: Μα μπορεί ένα βιβλίο να είναι τόσο όμορφο; Μπορεί, αν το περιεχόμενό του έχει την ομορφιά και το άρωμα αυτών των θάμνων.

Είμαστε στην ευχάριστη θέση να έχουμε αυτό το βιβλίο, δηλαδή την ποιητική συλλογή της Όλγας Οικονομίδου «Θαμνολίβαδα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μανδραγόρας». Τα ποιήματα της συλλογής είναι μικρά σε μέγεθος, λιτά όπως οι θάμνοι και μεστά νοήματος αφήνοντάς μας την αίσθηση της ομορφιάς και του αρώματος, που αποπνέουν. Ταυτόχρονα, η συλλογή περιέχει ευάριθμα ποιήματα και άρα εδώ ταιριάζει και το δεύτερο συνθετικό του τίτλου.

Αφού λοιπόν, έχουμε αρώματα η ζωή μπορεί να κλειστεί σε ένα μπουκάλι ακριβής κολόνιας ή σε ένα βαζάκι μαρμελάδας για δήθεν ασφάλεια, όμως: «Η ζωή μου, ωστόσο / επιμένει / να διαφεύγει / από γυάλινα δοχεία εγκλεισμού. / Γράφοντας / τη δική της ιστορία / διαλέγει ελεύθερη την απομόνωση.»

Όμως, η ζωή έχει και τις δύσκολες στιγμές και τα δικά της κρίσιμα ερωτήματα. Η Όλγα Οικονομίδου θα θέσει το ερώτημα: «Λησμονιά είναι / να ξεχνάει κανείς ή να ξεχνιέται;» Αυτές οι δύσκολες στιγμές κάνουν αρκετούς ανθρώπους να φαίνονται πρόωρα γερασμένοι καθώς: «Τα γηρατειά είναι έννοια σχετική.» Ό,τι μας πονάει, το αφαιρούμε, όμως, αυτό εξακολουθεί να μας βαραίνει: «Επιτυχημένη ήταν η επέμβαση. Εύγε! / Κρίμα που πίσω της άφησε / αυτά που ακόμα κουβαλώ / εντός μου.»

Μέσα από τις διάφορες υπαρξιακές αναφορές η ποιήτρια κάνει κοινωνικούς συνειρμούς και μας δίνει έναν δικό της ποιητικό ορισμό: «Πορεία διαμαρτυρίας είναι και η ποίηση.» Τα ποιήματα περιέχουν λέξεις, που κυοφορούνται από την Όλγα Οικονομίδου. Μόνο, που η κύηση λέξεων δεν είναι εύκολη. Πολλές φορές γίνεται βασανιστική: «Ο τράχηλός μου στενεύει / και κλείνει. / Κι εγώ γεννάω / παιδιά-δάκρυα / για να μπορέσω να αναπνεύσω…»
Η ποίηση της Όλγας Οικονομίδου μας εκπλήσσει ευχάριστα από την αρχή μέχρι το τέλος της συλλογής. Η ποιήτρια διατηρεί μια διακειμενικότητα με άλλους ποιητές, όπως τον Καβάφη: «Σαν ξημερώσει / σαν έτοιμη από καιρό / μα όχι θαρραλέα / να πετάξω.» και κλείνει την συλλογή της με δέκα ακόμα πιο μικρά θαμνάκια χαϊκού.

Συμπερασματικά, η ποιητική συλλογή της Όλγας Οικονομίδου «Θαμνολίβαδα» είναι ένα έργο πολλά υποσχόμενο και τα ποιήματά της σύμφωνα με δικούς της στίχους: «θα γίνουν θαμνολίβαδα / ή πόες / ή αγριολούλουδα. / Υπάρχει βλέπεις / και η χαμηλή αυτοφυής βλάστηση.»

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ

FRACTAL 26/12/2023

Πορεία διαμαρτυρίας είναι και η ποίηση

Η πρώτη εμφάνιση της Όλγας Οικονομίδου στα ελληνικά γράμματα, με τη συλλογή 47 ποιημάτων με τίτλο «Θαμνολίβαδα» από τις εκδόσεις Μανδραγόρας.

Η παρουσία της ποιήτριας καθόλου δεν είναι αμελητέα καθώς δείχνει έμπειρη και δοκιμασμένη γραφή από το χρόνο δίνοντας την υπόσχεση ό,τι η συνέχεια θα έχει αναγνωστικό ενδιαφέρον. Φωτεινός λόγος. Με πλούσιο λεξιλόγιο, πάντα δοσμένο με οικονομία, στοιχείο που αναδεικνύει την καλή ποίηση. Δεν γράφει με βαρύγδουπες λέξεις για να κάνει δήθεν τη διαφορά, αλλά εκφράζεται απλά και κατανοητά χαρίζοντας απλόχερα το δικό της πνευματικό ύφος με στίχους γεμάτους έννοιες, αλληγορίες και συμβολισμούς. Ο συμβολισμός παίζει κυρίαρχο ρόλο στα ποιήματα καθώς η αφετηρία του βασίζεται στη θεώρηση του κόσμου ως ενός συνόλου από σύμβολα των οποίων το βαθύτερο νόημα καλείται η ποιήτρια να ερμηνεύει μέσω της ποιητικής της εκφοράς. Που σημαίνει ότι μας προσφέρει τροφή για σκέψη.

Η αξία στην ποίηση της δεν μπορεί να μετρηθεί αποκλειστικά με βάση την ανατροπή που παρουσιάζει στο τέλος, σχεδόν, κάθε ποιήματος.

Απόσπασμα από το ποίημα ΕΠΕΜΒΑΣΗ

Επιτυχημένη ήταν η επέμβαση. Εύγε! /Κρίμα που πίσω της άφησε /αυτά που ακόμα κουβαλώ /εντός μου.

Ο υποκειμενικός τρόπος έκφρασης, όπου η έκταση της μπορεί να καλύπτει μια ποικιλία εμπνευσμένων θεμάτων και ιδεών αποδεικνύει και τη δυναμική της γραφής της. Η έμπνευση προέρχεται από την εσωτερική και προσωπική διάθεση της να εκφράσει και να μοιραστεί τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις της με τον κόσμο. Τα ποιήματα της έχουν αξία γιατί είναι καλογραμμένα, κι εκφράζουν συναισθήματα με βαθύτητα που αναδεικνύουν κρυμμένες αλήθειες προκαλώντας ενδιαφέροντα ερωτήματα και ποικιλότροπες σκέψεις.

Γράφω και σβήνω λέξεις. /Γράφω και σβήνω την απουσία σου. /Μα οι λέξεις μου /παραμένουν μετέωρες/ βγάζουν κεφάλι, χέρια, πόδια /αγανακτισμένες /βγαίνουν στο πεζοδρόμιο ν’ ανασάνουν/ διαδηλώνοντας τη θλίψη τους. /Πορεία διαμαρτυρίας είναι και η ποίηση.

Ο λόγος της Όλγας Οικονομίδου αποδεικνύει ότι έχει ζήσει την πρωτεϊκή εμπειρία πλούσιων συναισθημάτων, όπως είναι η χαρά, η φιλία, ο έρωτας, η αγάπη, η θλίψη, ο χωρισμός, η απώλεια, ο θάνατος και μπορεί από αυτό τον πλούτο να διατηρεί μέσα της ζωντανές τις εμπειρίες από κάθε γεγονός και με τη δυνατότητα της ενηλικίωσης όσο και με την τρυφερότητα ενός παιδιού με απεριόριστες επιθυμίες, να ξαναβρίσκει μέσα στους στίχους της εκείνες τις διαστάσεις που ανασταίνουν τα όνειρα.

Να ξαναβρεί το πρωταρχικό αντικείμενο και την πρώιμη εμπιστοσύνη που είναι χαμένη στην πραγματικότητα. Κάθε στίχο που δημιουργεί, μπορεί να ξαναζήσει μέσα από τον πνευματικό της ταγό, τη γνώση της αλήθειας, θέτοντας βάσεις για μία κατάσταση όπου μπορεί να μπει και να ριζώσει η ελεύθερη ψυχή

Τα ποιήματα δείχνουν ότι την έχουν απασχολήσει πολύ οι διαπροσωπικές σχέσεις, σε βαθμό που ν’ αντιπροσωπεύουν την πιο αληθινή έκφραση της ύπαρξής της. Προβάλει την εσωτερική φωνή της που είναι η θέαση ενός κόσμου αληθινά σκληρού και όμορφου, μα συνάμα μαγικού, όπως θα επιθυμούσε να βρίσκεται η ψυχή της στα πάλαι ποτέ μαγικά νεανικά της χρόνια, όπου όλα φαντάζουν την αθωότητα.

Κυκλικός χρόνος /Ο δικός του ο χρόνος ήταν κυκλικός. /Με το ξημέρωμα στο στήθος /και τον θάνατο στα κόκκαλα /ακούει τα ψιθυρίσματα των φαντασμάτων /από τα κλειστά παράθυρα. /Στο μεταξύ ημέρες χάνονται /και γίνονται ξανά σκοτάδι.

Εμφανής η πρόθεση της να φέρνει στα μέτρα της ένα σχέδιο σε εξέλιξη εκφράζοντας με εσωτερική παρόρμηση κάθε υπαρξιακή της αγωνία.

Για την Οικονομίδου η ποίηση δεν είναι μόνο ένας παράγοντας πολιτισμού, αλλά και τρόπος προσέγγισης στην πραγματικότητα της ζωής. Με την ευαισθησία της ψυχής της συλλαμβάνει τη λεπτομέρεια η οποία συνιστά μέρος της υπάρχουσας κατάστασης διαμέσω της λεπτομέρειας, που είναι ο συνδετικός κρίκος και το σημείο επαφής ν’ ανακαλύπτει τη μυστική υπόσταση της ζωής, η οποία αφορά τη σχέση με το όλον.

Ο λόγος της λειτουργεί ως δρόμος για την ποιότητα μιας φορτισμένης ενεργειακής δυναμικότητας, συνοψίζοντας την ουσία σε λόγω αλήθειας και ωραιότητας. Η ποιήτρια δανείζεται εικόνες από το φυσικό πεδίο για να αναπαραστήσει αυτό που συμβαίνει στον έσω εαυτό της. Με τη γραφή της διαδραματίζει την ασκητική της πορεία και γίνεται μάρτυρας από το υπαρξιακό στο πνευματικό στοιχείο. Η Οικονομίδου βιώνει το γεγονός της ζωής συνειδητά προσεγγίζοντας με δέος την κάθε της πλευρά και λειτουργεί αυτόνομα σύμφωνα με τις ενδόμυχες πεποιθήσεις της.

ΣΚΟΥΡΙΑ /Όταν νυχτώνει /προσηλώνομαι κι εγώ στην εργασία μου.

Τρίβω με αλάτι και λεμόνι της κουριά /της ασημένιας εικόνας μου /μήπως και λίγη από την παλιά μου λάμψη αποκτήσω. /Προς το ξημέρωμα /παρατηρώ απελπισμένη τη μαυρίλα να επιμένει. /Αχ, πάλι με παραμύθιασαν με γιατροσόφια /για τις πληγές μου;

Αυθεντικοί στίχοι απέναντι στις παρορμήσεις της ψυχής, από μία ρέουσα μνήμη ως απόρροια προσωπικών βιωμάτων, που φωτίζει την περιοχή των αισθημάτων.

Η ποίηση για την Οικονομίδου δεν είναι κήρυγμα, είναι ανάγκη να εκφράζει όσα δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια. Γίνεται διδασκαλία ζωής με τον πιο διακριτικό τρόπο, γιατί ο γραπτός λόγος επικυρώνεται από το ίδιο το βίωμα της και είναι η απόλυτη κατάθεση της αλήθειας.

Συνοψίζοντας η ποίηση της είναι αποτέλεσμα μιας ακατανίκητης υπαρξιακής ανάγκης, η οποία μέσα από τους στίχους της βεβαιώνει, ότι οι λέξεις έχουν περάσει από πολλά εμπειρικά στάδια φτάνοντας σε βάθη που μόνο η ψυχή εκεί, έχει τον λόγο

Εν κατακλείδι, τα ποιήματα της είναι ζωντανά σύμφωνα με τις ανθρώπινες ανάγκες· κι εκτός από την αισθητική συγκίνηση που προκαλεί ο λόγος της, καταφέρνει να περνάει μηνύματα μεταφέροντας τον αναγνώστη στην αφετηρία για προβληματισμό και με έκδηλο ενδιαφέρον να τεθεί πρωταγωνιστής στις ιδεολογικές της προσεγγίσεις.

Τα ποιήματα της μπορούν με την ιδανική τους εσωτερικότητα να γίνουν ψηφίδες φωτεινές χαρίζοντας το φως εκείνο που ο αναγνώστης έχει ανάγκη μέσα από τη νηφαλιότητα του να διαμορφώσει έναν καινούριο φανταστικό κόσμο.

Σε όλα της τα ποιήματα γίνεται αντιληπτή η αποφυγή του περιττού, και συχνά η επιγραμματική έκφραση της πυκνότητας ενός εμφανούς σαρκασμού που μεταδίδει έναν συγκρατημένο ρεαλισμό.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΟΥΣΙΑΣ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ 15/12/2023

Με την ποιητική συλλογή υπό τον τίτλο Θαμνολιβαδα (έργο εξωφύλλου: Απόστολος Γιαγιάννος, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα Ιούνιος 2023, σελ. 64), μας παρουσιάζεται για πρώτη φορά η κύπρια ποιήτρια κι εκπαιδευτικός Όλγα Οικονομίδου. Μέσα σε 47 ποιήματα σκιαγραφεί την πρωτόλεια σύσταση της στο αναγνωστικό κοινό. Τα ποιήματα της Οικονομίδου διακατέχονται από την ανάγκη για αποφυγή του εσωτερικού ψυχικού πόνου ο οποίος εγκλωβίζεται και σωματοποιείται μέσω της παρελθούσας μνήμης, αποζητώντας την λήθη. Τα ποιήματα της διαπνέονται από μια εσωτερική ορμή ώστε να ξορκίσει την θλίψη, την μοναξιά και τον πόνο του θανάτου. Το ύφος της είναι έντονα εσωτερικό ενώ ο ποιητικός λόγος της Οικονομίδου χαρακτηρίζεται από αντιθέσεις και αντιφάσεις τις οποίες ορίζει η ανάγκη για απελευθέρωση από έναν εγκλωβισμένο εαυτό. Οι λέξεις των ποιημάτων της γίνονται αυτόπτες μάρτυρες των προσωπικών εξομολογήσεων («κυοφορώ λέξεις παρατεταγμένες στα τοιχώματα της μήτρας μου») της κάνοντάς τες κοινωνούς ενός προσωπικού ταξιδιού που ξεκινά συνήθως την νύχτα, είναι γεμάτο από μοναχικότητα ενώ την ίδια στιγμή είναι αδήριτη η ανάγκη της διαχείρισης του εσωτερικού και εξωτερικού πένθους. Το ποίημα με τίτλο «Καρτερούμεν» συγκαταλέγεται στις εξαιρέσεις που δείχνουν την προσπάθεια για απόδραση του ποιητικού υποκειμένου( το ποίημα μιλά για την κατοχή της Κύπρου) από την δεινότητα του εσωτερικού ψυχικού πόνου. Ο τίτλος της συλλογής μας υποβάλλει σε ένα περιβάλλον όπου το έργο της Οικονομίδου κινείται στο μεταίχμιο μιας φθαρτής ύπαρξης. Ο ποιητικός λόγος γίνεται το άρμα για διέξοδο από την πνιγηρή πραγματικότητα με τις λέξεις να λειτουργούν θεραπευτικά και πρόσκαιρα ν’ απαλύνουν το ποιητικό υποκείμενο από την κατάσταση που έχει περιέλθει.

Η Οικονομίδου γράφει για να αποδράσει και να θεραπευτεί από την ερήμωση και την απουσία που της προκαλούν οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες κι η θλίψη για καθετί θνητό. Χρησιμοποιεί και το φυσικό αλλά και το μεταφυσικό στοιχείο ως ένα λυτρωτικό επέκεινα ενάντια στον θάνατο, ειδικά στο ποίημα με τίτλο «Μνημόσυνο». Το σημαίνον του πόνου υποβάλλεται από τον σημαινόμενο της μνήμης («Επέμβαση», «επιτυχημένη ήταν η επέμβαση / κρίμα που άφησε πίσω της αυτά που κουβαλώ εντός μου») και ενός έντονου ελεγειακού στοιχείου που κάποιες φορές κάνει την ποίηση να μοιάζει ως ένα φθονερό καταφύγιο αφού θυμίζει οικεία κακά κατά τον Καρυωτάκη.(«Για να αποδιώξω το ενδεχόμενο/ διώχνω ευγενικά μακριά μου λέξη την λέξη/ στίχο τον στίχο/ στροφή την στροφή», «Πιθανότητα»). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η διακειμενικότητα του ποιήματος «Νέοι της Σιδώνος 1992» στο οποίο η παθητικότητα των νέων(«σκοτεινά τα πρόσωπα των νέων»/ «βουβές σκιές σε λερωμένους τοίχους») έρχεται σε αντίθεση με την ενεργητική αντίδραση των νέων (τηρουμένων των συνθηκών κάθε εποχής) στα αντίστοιχα ποιήματα των Καβάφη και Αναγνωστάκη. Σημαντικό ρόλο φαίνεται ακόμη να διαδραματίζει το στοιχείο του μύθου που χρησιμοποιείται για να εντείνει την δραματοποίηση του ποιητικού λόγου όπως φαίνεται στο ποίημα «Λήθη Ι» («Η μνήμη μου ανακυκλώνεται/ ψάχνοντας χαραμάδα διαφυγής/ σωτήρια οδό/ σε χώρα Λωτοφάγων»). Η επίγευση που μας αφήνει αυτή η πρώτη συλλογή της Όλγας Οικονομίδου με την πρώτη ματιά φαίνεται πνιγηρή, σπαρμένη με κάθε λογής εμπόδια που εγκλωβίζουν το ποιητικό υποκείμενο σε έναν εσωτερικό πόνο, ο οποίος διαπνέεται υφολογικά και γλωσσικά από έναν έντονο λυρισμό με αντιθετικές κι αντιφατικές συνδηλώσεις αλλά και έντονους συμβολισμούς. Για μια λυτρωτική κι εντέλει απελευθερωτική λειτουργία της ποίησης («Φτού ξελευθερία») που δείχνει την πάλη κάθε δημιουργού με το αντικείμενο της τέχνης του ώστε να το παραδώσει ελπιδοφόρα στην κοινωνία αφήνοντας το αποτύπωμα του.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.