ΚΛΕΟΝΙΚΗ ΔΡΟΥΓΚΑ

Η Κλεονίκη Δρούγκα είναι πτυχιούχος Φιλοσοφικής ΑΠΘ, κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού διπλώματος. Οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί της στρέφονται σε σενάριο-κινηματογράφο, ποίηση, πεζογραφία και εκπαίδευση.
Έχει εκδώσει ένα επιστημονικό βιβλίο, άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και ξένα περιοδικά, εισηγήσεις της σε πρακτικά ελληνικών και διεθνών συνεδρίων. Συνέγραψε σενάρια μικρού μήκους ταινιών μυθοπλασίας και συνεργάστηκε σε ταινίες τεκμηρίωσης, με βραβεύσεις σε ελληνικούς και διεθνείς διαγωνισμούς. Εργάζεται στο Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών ΑΠΘ ως μέλος Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ), με διδακτικό αντικείμενο «Σενάριο». Ποιήματα και διηγήματά της δημοσιεύονται σε λογοτεχνικά περιοδικά.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

Η ελληνική παιδεία στην Ανατολική Θράκη κατά την Οθωμανοκρατία
(1352-1922). Η ιδεολογική λειτουργία της εκπαιδευτικής διαδικασίας,
εκδ. Αντ. Σταμοΰλης, 2011
Οκλαδόν με τον χρόνο, Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας, 2022
Ξεκάθαρο κρύο, Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας, 2023
Με δανεικό μολύβι Ποίηση, εκδ. Μανδραγόρας, 2024 (Θα κυκλοφορήσει αρχές του 2024)

.

.

ΜΕ ΔΑΝΕΙΚΟ ΜΟΛΥΒΙ (2024)

μυστικά και χρήσιμα
ΤΑΚΤΟ-ΠΟΙΗΣΗ

Τις προάλλες το βλέμμα έριξα
σε ένα κοπάδι βιβλία
σελίδες αδιάβαστες
σκέψεις που μια γελάνε στον αφρό
και μια στον πάτο πάνε κι εκεί
συνάντησα ριγμένα ατάκτως
σωριασμένα συναισθήματα.
Πάτησα ένα κατά λάθος
πόνεσε έβγαλε λυγμό
πόνεσα έβγαλα λυγμό γι’ αυτό
σήμερα απ’ το πρωί
την ησυχία των χαρτιών ταράζω
τις σκέψεις συμμαζεύω
στα βαθουλώματα κυμάτων τα πάθη
ξεδιπλώνω
στη θέση των παλιών πληγών
βάλσαμο βάζω
τα χλωρά με τα χλωρά
τα ξερά όλα έξω.
Μια τακτοποίηση κάνω
σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

γυναίκα
ΜΙΛΩ ΣΤΗΝ ΚΟΡΝΙΖΑ

Έσπρωχνε η παλάμη την πόρτα καθώς
στη χούφτα
λέξεις ζητούσαν
μια σύγκρουση μετωπική.
Η ελευθερία σταυρωμένη
τυραννούσε αλυσίδες κλωστές
-άκου «θα έρθω να σε πάρω
να γυρίζεις μόνη δεν γίνεται».
Μπαρουτιασμένη τότε θυμάμαι
για μέρες δεν σου μίλαγα.
Τώρα μιλώ στην κορνίζα
στο χρώμα του ξύλου μιλώ
και στο αυτοκίνητο
μοντάρω λέξεις για φαντάσματα
αναπολώντας εκείνες τις φορές
που ερχόσουν
στο φροντιστήριο να με πάρεις.
Ούτε τα όνειρα μπορούνε πια
να με παρηγορήσουν
με τόσες αλυσίδες δεμένη, πατέρα.

ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ

Στο μπάνιο πάνω από τον νεροχύτη
κρεμόταν ντουλάπι στο σπίτι που μεγάλωσα
με τρία φύλλα καθρέφτη
σαν άνοιγα τα ακριανά
παιχνίδιζε το είδωλο
τις έγνοιες έβαζε σ’ ένα κοχύλι
τις βούλιαζε μακριά
τον τελευταίο καιρό όμως
ο καθρέφτης σπίτι μου
δυνατό παίζει παιχνίδι
άσχημη βρίσκει τη μητριά
πιο όμορφη απ’ όλες τη Χιονάτη
παίρνει τις προσδοκίες σβάρνα
φωτίζει ραγίσματα
βλέμματα συναντά κενά κι εγώ
αυτόπτης αντιστάσεως
φορώ κεφαλομάντηλο μη με αναγνωρίσει.
Σαν περάσει ο καιρός, σκέφτομαι,
βουντού πρέπει να κάνεις στους καθρέφτες.

έρωτας
ΟΡΧΙΔΕΕΣ

Όπως εσύ στις γλάστρες με τις ορχιδέες,
που ακριβά αγόρασες, αλλάζεις θέση
κάθε που φεύγεις διακοπές
(κοντά να είναι στο παράθυρο)
κι εκείνες τους μίσχους απλώνουν
γραπώνουν τον ήλιο
τον ρίχνουν πάνω τους
κι ανθίζουν
χειμώνα καλοκαίρι
έτσι κι εγώ
μόλις τον δρόμο παίρνεις για δουλειά
όπου κι αν είμαι
στο μπάνιο την κουζίνα το κρεβάτι
θέση αλλάζω
πάω κοντά στο παράθυρο
γεμίζω με σένα
φτιάχνω στα χείλη μου χαμόγελα
κι ανθίζω
καλοκαίρια και χειμώνες.

ΜΙΑ ΔΟΚΙΜΗ

—Λοιπόν, με ρωτά χαμηλόφωνα, τι λες,
θα κάνουμε τη δοκιμή;
Ανατριχιαστικά κρατς έχαναν μέσα μου
οι αντιστάσεις και
δυο τρία δευτερόλεπτα κράτησα
προτού λυγίσω μα
λίγο μετά τα μεσάνυχτα έγραφα
αριθμό δωματίου
φτιάνοντας άσεμνα σχέδια στα σεντόνια
καλού -κατά τα άλλα- ξενοδοχείου
κι ενώ τα χέρια μεταξύ τους δεν γνωρίζονταν
πέρασαν ώρες γυμνά με ενοχές
πληρώσαν αδρά αλλά
απ’ το παράθυρο είχαν μια θέα!

σε μένα μιλώ
Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΑΛΛΟΥ

Μια βελονιά πάνω
μια βελονιά κάτω
ράβεις ηδονικά
δίχως ο ύπνος να σε πάρει
ψέματα καλά βολεμένα
κάτω απ’ τα σκέλια
στριμωγμένα σε φόδρα βαμβακερή
το δωμάτιο γεμάτο φορέματα
τα ντύνεσαι
τα στολίζεσαι
τι ομορφιά τι χάρη, όμως
αφηρημένη πως τα γυρνάς
σ’ ένα καρφάκι πιάνονται
-αλήθεια, δεν το πρόσεξες;
Ξηλώνονται τα ρούχα μονομιάς
το μπαμπάκι τους τρίζει
στο πάτωμα πέφτουν με κρότο
χιλιοειπωμένα τα ψέματα
ξέφτια παντού.
Κι όπως παράμερα σε κοιτούσα
αφηρημένος
είδα
τι όμορφη που είσαι γυμνή!

ανατομία μιας ή και
περισσότερων πτώσεων ..
ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ

Λέω πως είμαι φύσει αισιόδοξη
μια αντίδραση στην εποχή
πόλεμο κάνω στις σκιές
πνίγω τον φόβο
δεν θέλω βροχή μόνο και μόνο
γιατί πέφτει.
Μια μέρα όμως
δίχως αιτία φανερή
αγόρασα απ’ το internet δύο σειρές
φωτάκια
στο παράθυρο τα ’βαλα -είπα προσωρινά
να φωτίζουν φωνήεντα
να ζεσταίνουν τη θέα.
Τα κοιτώ κάπου κάπου αν και
τα ψεύτικα τα fake κι άλλα τέτοια
δεν μ’ αρέσουν.
Τούτα τα στόλισα, όμως.
Η ζωή, βλέπεις,
θέλει και ψευδαισθήσεις
για να ’ναι υποφερτή.

το αίμα μου είναι
ΠΟΝΤΟΣ ΩΤΙΑ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥ

Από την Τραπεζούντα ήρθε η γιαγιά μου
μ’ έναν ντορβά ωτία
-αυτά είχαν μόνο-
τα ’τρωγαν με τον πόνο μπουκιά μπουκιά
χιόνιζε τότε στον Πόντο
κρύωνε η ματιά πίσω σαν γυρνούσε
πάγωνε τον χρόνο
στέρευε τα χείλη
έκλαιγε με αναφιλητά
τα ρούχα έτριβε
τη μυρωδιά του σπιτιού να βγάλει.
Τώρα χορεύω μαζί της ποντιακά
-κι ας έφυγε-
όσο με παν τα πόδια
της λέω έλα γιαγιά
κι αυτή σηκώνεται
πιάνει τα χέρια στον κύκλο
μυρίζει Πόντο ωτία και δάκρυ.
Προχθές στον γάμο το χέρι τής έπιασα
έκανε ζέστη
μούσκεμα έγινα.
Αυτός ο Πόντος με τόσο νερό δεν
φεύγει από πάνω μου.

.

ΞΕΚΑΘΑΡΟ ΚΡΥΟ (2023)

Σπανίως ζητώ χάρες
ΜΙΑ ΧΑΡΗ

Γλιστρά ο Αύγουστος
από τις χαραμάδες των παραθύρων, της πόρτας
γυμνός
στη συκιά
ψήνει το δέρμα κοριτσιών
στα καλντερίμια
φλερτάρει με τη θάλασσα
λυγίζει στα μελτέμια
θρυμματίζει το σκοτάδι
καρφώνοντας ένα φεγγάρι
ολόγιομο
ψηλά
να φλυαρεί.
Στον κήπο στρωματσάδα
επιθυμίες της καρδιάς ή του μυαλού
λένε ιστορίες
για έρωτες
ανήμερα θεριά.
Τινάζει ο Αύγουστος την άμμο
καθώς ρίχνει εσάρπα στους ώμους
έναν Σεπτέμβρη γεννά
στην πόλη
χωρίς φεγγάρι.

Μια χάρη θα ’θελα να του ζητήσω
μία παράταση.

Ο περί-ποίηση(ς) λόγος
ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ

Η λέξη ξεροκαταπίνει
όσο η τελεία σκαρφαλώνει.
—Πού θα σταθείτε; πού;
—Να μπω μετά από σας ή
μήπως είν’ αυθάδεια;
—Ως τελεία επιβάλλεστε
ή κάνουμε δοκιμές;
Η λέξη σταύρωσε τα πόδια της.
Ένα πλεκτό
σκούντηξε μίαν άλλη
άλλαξε θέση ανήσυχη.
—Μετάνιωσα
της είπε η τελεία
και αποσύρθηκε.
Ο ποιητής
την κουβαλά μες στο μυαλό του
μια την στριμώχνει
μια την εξορίζει.

Κάποια στιγμή την εξωθεί ως
και δύο χρόνια μετά
μ’ ακόμη -λες- τη σκέφτεται.

Μικρές ήττες
ΞΕΚΑΘΑΡΟ ΚΡΥΟ

Της αρέσει να μπαίνει στη θάλασσα
χειμώνα
λύνει το κασκόλ
πετάει το παλτό
παίρνει βαθιές ανάσες
εκτίθεται στο κρύο
προβλέψιμο
αμείλικτο
ξεκάθαρο
παρηγορητικό
το προτιμά απ’ τα ημίμετρα
σαρκοβόρα προσωπεία
λωτοφάγων θνητών
που -αλίμονο-
ούτ’ ένας Οδυσσέας μπορεί να επαναφέρει.
Τούτο το χλιαρό την παγώνει.

ΜΑΜΑ

—Μαμά, όσο κι αν θέλω
δεν μπορώ να σου μιλήσω
έχω δουλειά στο κόκκινο.
—Δεν πειράζει, παιδί μου. Είσαι καλά;
(Παύση)

—Μαμά, διορθώνω γραπτά
καθαρίζω το μπαλκόνι
τρώω με φίλους.
—Δεν πειράζει, παιδί μου. Τρως καλά;
(Παύση)

—Μαμά, κολυμπώ στα βαθιά
παγώνω τη φωτιά
λεπτό δεν έχω.
—Δεν πειράζει, παιδί μου. Προσέχεις;
(Παύση)

—Μαμά, θέλω να γίνω πάλι κάμπια
σ’ ένα ζεστό κουκούλι μέσα, αφού
πέρασε ο καιρός
στη Χώρα των ανύπαρκτων θαυμάτων.
Πού είσαι;
(Καμία παύση)

—Εδώ, παιδί μου, εδώ.
—Και πεθαμένη, ακόμη, απαντάς;

Μικρές νίκες
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ένα ασπρόμαυρο ανοιξιάτικο δειλινό
άπλωσα φορεμένα ρούχα στη βεράντα
αποστείρωσα ανάσες
ξέπλυνα δάχτυλα με αντισηπτικό
έσπασα ένα κομμάτι λαδερή χορτόπιτα
χωρίς να γλείψω δάχτυλα
-οι τοίχοι φυλούσαν σκοπιά.
Ύστερα στο τηλεκοντρόλ
το ντέρμπι εμβολιασμένοι-ανεμβολίαστοι
κι είδα την μπάλα στο δοκάρι
μούσκεψα
πάτησα παράταση
άφησα κάτω τη χορτόπιτα
έκλαψα κάτι φιλιά ρουφηχτά
κάτι φιλιά έκλαψα
έκλαψα
μετά έβαλα τα δάχτυλα στο στόμα
ένα ένα
με λαχτάρα
συνωμοτικά.

Ο ασπρόμαυρος κόσμος πήρε χρώμα.

Έρωτας οριοβάτης
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΡΙΒΗΣ

Οι απαντήσεις στο κρεβάτι
πλάτη με πλάτη
με τις ερωτήσεις κάθονται.
Η σιωπή τις γυροφέρνει ενοχλητικά.
(Δεν ξεχρεώνει κανείς με αλήθειες.)
(Γιατί ρωτά;)
Στα ντουλάπια
ανακατεύονται στιγμές
οι βεβαιότητες τινάζονται στον αέρα.
Η σιωπή στύβει τα θεμέλια του σπιτιού
νερά στάζουν παντού
οι λάσπες απλώνονται
λερώνουν τα πατώματα.
Οι απαντήσεις αρματώνονται να μονομαχήσουν
αγώνας αμφίρροπος.
Τα νερά φτάνουν ως τον λαιμό
τραντάζονται.

Η αυγή βρίσκει τις απαντήσεις να αιωρούνται
χτυπώντας τους τοίχους αναλφάβητες.
Αιτία θανάτου: ο πνιγμός.

Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ

Ανοίγει την ντουλάπα
ντύνεται με τα κύματα
στολίζεται στον καθρέφτη
γεμίζει κοχύλια η ματιά
καράβι γίνεται
φτάνει στα ξένα
στα λιμάνια βγάζει τα ρούχα τη;
αφρίζει θηρίο λαβωμένο
η θάλασσα μέσα της.

Μα όλοι φάσεις περνάμε
ΚΡΟΥΣΤΟ ΑΠΟΒΡΑΔΟ

Κυριακές ευτυχίας
τυλιγμένες σε αυταπάτες
περιστρέφονται μ’ ένα τηλεκοντρόλ
γύρω από σκουριασμένα απογεύματα
χαμογελούν στους καναπέδες
σκεπάζουν κάτω από λινές κουβέρτες
ληγμένες αποφάσεις.
Έδωσα όνομα ποιητικό
σ’ αυτή την Κυριακή
την είπα
ακριμάτιστη.
Δεν είχα σκοπό τ’ όνομα να αλλάξω.
Φώναζαν όμως οι λέξεις.
Κάποια πράγματα δεν…
να μην αλλάξουν γίνεται.

Όλα είναι δρόμος
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ

—Αλατοκόριτσο,
είναι πιο δύσκολο απ’ όσο φαντάζεσαι
να σώσεις της θάλασσας τα κύματα όταν
ο ενικός ιδρωμένος
χλευάζει κρυφές πληγές
μ’ αλάτι ενώ
τα υπόγεια ρεύματα επιπλέουν
—Ποτέ δεν συμπάθησα τις ήρεμες θάλασσες
Μεσούσης της τρικυμίας
με οδηγό επιβίωσης
αφρούς κι αλμύρα
ταξιδεύω τον θυμωμένο Ποσειδώνα
στα βουνά
πατώ τις ζάρες στου μέλλοντος τις μέρες
ξαφνιάζω τους καιρούς
και ας κυλάνε
till death do us apart

.

ΟΚΛΑΔΟΝ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ (2022)

Θυμοσοφία
ΔΙΣΤΑΓΜΟΣ

Θέλω να μιλήσουμε
έχω ετοιμαστεί
όμως φοβάμαι·
πριν σου τηλεφωνήσω
φυλλομετρώ ξανά τις σημειώσεις
τις έγραφα
όλη νύχτα
συνδυάζοντας τις συλλαβές
τώρα που ο ήλιος επιμένει να βγει
η επιθυμία να κάνω ένα βήμα
υποχωρεί μέσα μου
έχει περάσει και η ώρα
η μέρα αργοσέρνει δισταγμό
δεν είμαι σίγουρη
να σου μιλήσω αν θέλω τελικά.

ΤΑ ΜΕΡΗ ΜΙΑΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

Από τα βάγια που του απλώνανε
στο άρον άρον της πλατείας
ένα τσιγάρο χρόνος τελικά
δομείς το έργο
στην πρώτη πράξη
ο Ιησούς κι οι άλλοι Χαρακτήρες
ταυτίζεσαι με τους κακούς
πίνεις το αίμα του
στη δεύτερη πράξη
μετράς τους Χαρακτήρες στην ψυχική σου ευρυχωρία
τα ρήματα συνωστίζονται
τα χείλη διαγράφουν «θάνατος, σταύρωσέ τον»
παρασύρεσαι πιο μέσα

ΑΝΤΙΚΡΙΣΤΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ

Καταπίνω τη συνήθεια σε μικρά κομμάτια
στη σάλτσα της ταχυπαλμίας βουτάω τα δάχτυλα
ανάμεσα στις απολαύσεις
κάπου κάπου ανακατεύω τα λίπη με τη λύπη
καταργώ τη θλίψη με κρασί
τραγουδώντας παράφωνα
ποτέ δεν με απασχόλησε η ορθοφωνία
ύστατη απόλαυση η προσμονή του γλυκού
στην πρώτη μπουκιά ξεφεύγει αναστεναγμός
αλλάζω θέση
η νύχτα απαιτεί χορό
στροφές από τη μία
στροφές από την άλλη
έχω δει ανθρώπους να γερνάνε αμετακίνητοι
το γλυκό το τρώω αργά
η γλώσσα μου κρέμεται και σαλιώνει το ελάχιστο
επιμένω στη σταγόνα που αιωρείται
ηδονή
-πολυτέλεια-
κάνω το τέρμα αρχή.

Εποχές
Φθινόπωρο Χειμώνας Άνοιξη Καλοκαίρι
ΟΣΟ ΚΡΑΤΗΣΕΙ

Ξεπλένω τον χειμώνα
στα νερά του Αιγαίου
Κάτω απ’ το βλέμμα του ήλιου
απλώνω με μανταλάκια μια ιστορία
Οι ωραίες ιστορίες γράφονται πάντα καλοκαίρι
Τεντώνω τ’ αυτιά ν’ ακούσω
τα ερωτικά καλέσματα μιας καρδερίνας
πυργοδέσποινας των βράχων
υπόσχεται δαγκωματιές σε χνουδωτά ροδάκινα
Ακούω τα κύματα που σκάνε θυμωμένα στον βράχο
αναζητώντας ένα πλανόδιο φεγγάρι
Υπόσχομαι πίστη στη θάλασσα· για όσο κρατήσει-
ντύνομαι την απόχρωση του χαλκού
ακουμπώ κοχύλια στις παλάμες των χεριών
τα μετρώ
Χάνω το μέτρημα
απαντώ στην παρόρμηση να επιστρέφω ή να μείνω
εισπνέοντας μια ανάσα φυγής
βαφτίζω ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου καλοκαίρι
στο χέρι μου είναι πολύ λίγα άλλωστε
την άνοιξη όμως τη λέω άνοιξη
αυτήν κανείς δεν την πειράζει
κι αποδίδω στο όνειρο τα εύσημα
σε μια ριγέ πολυθρόνα·
όσο κρατήσει.

Σχέσεις
ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ

Να έχεις στο μυαλό σου πως υπάρχουν πηγάδια απύθμενα·
με αυτήν την αλήθεια
να ξεκλειδώνεις τους ανθρώπους.

Κάθεσαι οκλαδόν με τον χρόνο
μπροστά στον καθρέφτη
απλώνεις το χέρι ν’ αγγίξεις την ψυχή σου
τεντώνεις τα δάχτυλα
κακώς ψέγεις τον καθρέφτη
Προσπαθείς πιο πολύ
καταπίνοντας σκόρπιες σκέψεις
σφίγγοντας τα χείλη
τσαλακώνοντας εγκώμια
Ο γκρεμνός των λέξεων σε τρομάζει
το βλέμμα σου μυρίζει άσχημα
μένεις γυμνός
κάνεις κάποια πρόοδο
μιλάς μόνος με ασύνδετο σχήμα
δεν κρατάς τον χώρο σου
σπαταλάς αγωνίες κι ευκαιρίες
ανθίζεις γρήγορα
βαραίνεις
μαραίνεσαι
όσο κι αν ψάχνεις για αναδρομικά
το «παραπάνω» σού φταίει.

ΜΑΣΚΑ

Στην άκρη του δρόμου με φορτία του καιρού
απροσδιόριστα
και μαζεμένα μπράτσα
ανταλλάσσουμε αδιάφορα λέξεις
Υπαινίσσεσαι ότι χαίρεσαι
απρόθυμα τείνεις το χέρι
μυρίζει απόσταση ο αέρας σου
γκρεμίζει οικειότητες
σε κρύβει με μάσκα
σε ντύνει με σκούρο
εκπληρώνοντας το θέλημα της ανωνυμίας
Αναρωτιέμαι όταν τη βγάζεις
αν έχεις στόμα
αν κουνάς τα χείλη
αν χαμογελάς
θέλω να δω τις καταχωνιασμένες ρυτίδες σου
να γράψω με σχήματα καθαρά
το πρόσωπό σου
Αν δε μ’ αρέσεις
δεν είναι ν’ απελπιζόμαστε εντελώς·
ν’ απελπιζόμαστε αν επιμένεις να φοράς τη μάσκα.

Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή
Η ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΣΑ

Επικίνδυνη ποδηλάτισσα
στον θρίαμβο του καθαρού αέρα
ρουφά τη ζωή
ξεγελά τις σκέψεις
ξεσκονίζει τις εμμονές
κάνει τις μνήμες λιγότερο αιχμηρές
έρχεται πιο κοντά στην παραλία
-είναι μια εμμονή κι αυτό-
στο σακίδιό της κρασί
με κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο του δειλινού
να πέσει
Κι αν αφεθεί να πέσει
σε δρόμο με χαλίκια;
Θα μάθει
Η ισορροπία είναι άθροισμα βημάτων
Θα αναμετρηθεί
Η ισορροπία είναι θέμα χρόνου
θα περιπλανηθεί
θα ψάξει
θα αρνηθεί
μπορεί και να χαθεί.

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΜΕ ΔΑΝΕΙΚΟ ΜΟΛΥΒΙ
ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

Fractal 9/1/2024

Η ποιητική ενός εσωτερικού μονολόγου

Ξεχωριστή και ενδιαφέρουσα η ποιητική φωνή της Κλεονίκης Δρούγκα, στη συλλογή της Με δανεικό μολύβι, αφοπλίζει με το διάφανο άκουσμα που εκπέμπει.

Έξι ενότητες: μυστικά και χρήσιμα, γυναίκα, έρωτας, σε μένα μιλώ, ανατομία μιας ή και περισσότερων πτώσεων, το αίμα σου είναι. Σε καθεμία προτάσσεται μία προεξαγγελτική για τη θεματική σύνθεση. Με περιγραφικά και ρεαλιστικά στοιχεία τα ποιήματα, αποτυπώνονται σε πρώτο ή δεύτερο πρόσωπο, συνθέτοντας με τον τρόπο αυτό έναν εσωτερικό μονόλογο, μια δραματική εξομολόγηση, αλλά και μια αγωνιώδη συνομιλία με τον Άλλο/Άλλη.

Ο ποιητικός φακός της Κλεονίκης Δρούγκα εστιάζει στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση. Τα υποκειμενικά πλάνα εμπεριέχουν μία αφήγηση όμως και έναν στοχασμό που εκδιπλώνεται με τον υπαινιγμό και την πυκνότητα της ποίησης. «Η αφήγηση δεν είναι η εξομολόγηση του συγγραφέα» είχε πει σε συνέντευξή του ο Μίλαν Κούντερα· «είναι η διερεύνηση της ανθρώπινης φωνής που παγιδεύτηκε μέσα στον κόσμο». Δομώντας μία πλοκή, δημιουργώντας έναν ποιητικό μύθο με αρχή, μέση και τέλος, με σχέση αιτίου και αιτιατού, η Κλεονίκη Δρούγκα αποτυπώνει κομμάτια της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης.

Αυτοαναφορική η ενότητα μυστικά και χρήσιμα, πραγματεύεται την ποιητική πράξη: […] Έγραφα κι έσβηνα εικοσιτετράωρα κι ένα φιλικό ξημέρωμα αποφάσισα τα δικά μου να πω. Μαζί θα πω και για τη χρησιμότητα των ποιημάτων. (μυστικά και χρήσιμα, σελ. 9) Το ποιητικό υποκείμενο συμμετέχει στη μυσταγωγία της γραφής. Στο σπίτι, στο λεωφορείο, στο ταβερνάκι, ακόμα και με δανεικό μολύβι, […] Για σένα γράφω/ για σένα, ναι/ και για σένα/ και για μένα, ναι./ Για μένα γράφω. (για σένα. σελ. 11) Πρωτοπρόσωπες οι συνθέσεις προσδίδουν τόνο εξομολογητικό στον λόγο, αμεσότητα, οικειότητα.

Η ενότητα γυναίκα εστιάζει στη δύναμη του γυναικείου φύλου. Οι πρωτότυπες εικόνες, […] Φοράει ένα μαύρο φανελάκι με τον μπάτμαν, (γυναίκα, σελ. 15), υμνούν την κοινωνική προσφορά της γυναίκας. Τα ρήματα κυριαρχούν, ώστε να μεταφερθεί η γυναικεία δυναμική.

Τις μέρες, παιδί μου
γίνομαι νάμα δάσος πυκνό
να δροσίζεσαι
καλοκαίρια μαζεύω στα χέρια
ηλιαχτίδες να φοράς
απομακρύνω τα σύννεφα
βροχή να μη σε βρέχει
απλώνω θάλασσες γελαστές
κοχύλια ν’ αγγίζεις
σταματώ τη γη να γυρνά
μη μου ζαλίζεσαι
τις νύχτες πάλι
ανάβω τ’ αστέρια
δρόμους να σου φωτίζουν […]

Για σένα, παιδί μου,
θεός γίνομαι. (ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ, σελ. 18)

Η ενότητα γυναίκα περιέχει συγκινητικές επίσης αναφορές στον πατέρα, στην εφηβική ηλικία (ΜΙΛΩ ΣΤΗΝ ΚΟΡΝΙΖΑ, σελ. 17), στη γυναίκα-μητέρα (ΤΙΠΟΤΕ ΤΡΑΓΙΚΟ, σελ. 19). Η μνήμη επιφυλάσσει μια όμορφη συνομιλία με τα αντικείμενα μέσα από καθημερινές δραστηριότητες (π. χ. το ξεστόλισμα), αλλά και με το παρελθόν. ([…] Δεν πετάμε ό, τι παλιώνει. ΞΕΣΤΟΛΙΣΜΑ, σελ. 20)

Άλλοτε αντιστρέφοντας τα παραμύθια και άλλοτε συνομιλώντας με τα πράγματα ή με ποιητικές δημιουργίες άλλων ποιητών (π.χ. με το ποίημα Καλλιπάτειρα του Λορέντζου Μαβίλη), η Κλεονίκη Δρούγκα στην ενότητα γυναίκα βρίσκει αφορμή για το ξετύλιγμα ενός μύθου. Απλά καθημερινά συμβάντα, κοινωνικοί θεσμοί, δίνουν το έναυσμα. Η γυναίκα της Ανατολής, (ΜΠΟΥΚΛΕΣ, σελ. 22), όμως και η γυναίκα της Δύσης σε μια ειρωνική σύνθεση, (ΠΑΖΑΡΙ, σελ. 23), από τις ωραιότερες δημιουργίες της συλλογής.

Στις συνθέσεις της σε δεύτερο ρηματικό πρόσωπο, (π. χ. [..] Τις μπούκλες σου έβγαλες στον ήλιο; ΜΠΟΥΚΛΕΣ, σελ. 22, Μόνη ανάμεσα σε άλλους/ σκαρφαλώνεις σε τοίχους ολίγον ποζέρικα/ για το παζάρι του instagram […], ΠΑΖΑΡΙ, σελ. 23), η Δρούγκα ανοίγει έναν ζωηρό διάλογο με τον δέκτη, προσδίδοντας συνομιλιακό τόνο στα γραφόμενα. Παράλληλα, στηλιτεύει νοσηρές κοινωνικές καταστάσεις.

Παζάρι

(γυναίκα στη Δύση)

Μόνη ανάμεσα σε άλλους
σκαρφαλώνεις σε τοίχους ολίγον ποζέρικα
για το παζάρι του instagram
μέλη γυμνά
χέρια με ημιμόνιμο
τιμές προσιτές
αγγίξτε με όπου θέλετε
αίμα δεν βγάζω
έντερα δεν ανακουφίζω
καζανάκι δεν τραβώ.
Πικάντικα τα νούμερα·
ξανθά μαλλιά πουλιούνται όσο όσο
κορμιά εκτεθειμένα
ορκίζονται πως τα ’χουνε ματιάξει.
Ας θαυμάσουμε καλύτερα
τα ηλιοβασιλέματα. (σελ. 23

Τη σαγήνη του έρωτα, την ξεχωριστή ενέργεια που διοχετεύει σε όλο το σώμα, τραγουδά η Κλεονίκη Δρούγκα στην ενότητα έρωτας. Σε πρώτο και δεύτερο πάντα ρηματικό πρόσωπο, τα πρόσωπα του μονολόγου, του διαλόγου με τον εαυτό και με τον άλλο. Αισθησιασμός, σωματικότητα, λυρισμός, αισθαντικότητα. Μια υπέροχη μεταφορική αναλογία, (Όπως εσύ… έτσι κι εγώ…, ΟΡΧΙΔΕΕΣ, σελ. 28) και συμμετοχή όλων των αισθήσεων προκειμένου να εκδηλωθεί η ερωτική λαχτάρα, η έξαψη, όμως και οι αδιέξοδες σχέσεις, η εξασθένηση της ερωτικής επιθυμίας, η λειτουργία της ανάμνησης ([..] Ναι, καμιά φορά συμβαίνουν κι αυτά/ μόνη σαν είσαι·/ ξεκούμπωτες διατηρείς τις παραισθήσεις. ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΕΙΣ, σελ. 33)

Στην ενότητα σε μένα μιλώ, το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στο εγώ. Αποζητώντας τη συμφιλίωση, διαπιστώνει τη διάσταση ανάμεσα στις επιθυμίες και την πραγματικότητα. Κάνοντας χρήση εκφράσεων με πρόσημο αρνητικό, φτερά σπασμένα, μνήμη ξεθωριασμένη, κάτι λίγα βογγητά, (ΤΑ ΘΕΛΩ, σελ. 37), αναμετριέται με την ενηλικίωση, αλλά και με όσα ενοχλούν. Διατυπώνει το αίτημα ενός «διαζυγίου» από το παρελθόν (ΘΕΛΩ ΝΑ ΧΩΡΙΣΟΥΜΕ, σελ. 41).

Διάλογος με τον εαυτό, κοινωνική θεματική (η θέση των γυναικών, η μετανάστευση, η μοναξιά) και στην επόμενη ενότητα, ανατομία μιας ή και περισσότερων πτώσεων…. Διαρκείς διασκελισμοί, επίθετα, λογοπαίγνια, επαναλήψεις, θαυμαστικά, χρήση του ασύνδετου σχήματος, προκειμένου να αποδοθεί ασθματικός και αγωνιώδης ρυθμός.

Όλα ξεκίνησαν από ένα κόκκινο
αρράγιστο
νόστιμο
μήλο
το ’δωσε η Χιονάτη σε μια Σταχτοπούτα
ξυπόλητη έτρεξε στον ήρεμο χορτοφάγο λύκο
κείνη την ώρα έπαιζε με τρία γουρουνάκια
στρέψαν τα μάτια τους μπροστά στο κόκκινο
αρράγιστο
νόστιμο
μήλο
κι ύστερα γέλασαν.
Τι ωραία τα παραμύθια
τα λες όπως θες.
Τι μπέρδεμα η ζωή!
Ελάτε να δείτε
τα μήλα που σάπισαν
στους καθρέφτες κοιτάζονται άγριοι λύκοι
τρία γουρουνάκια κρέμονται ανάποδα
πάρτε αγκαλιά τη βροχή
να ξεπλύνει απ’ το χώμα τις κόκκινες στάλες.

(ΑΥΤΟΙ ΚΑΛΑ· ΕΜΕΙΣ; σελ. 50)

Οι συνθέσεις της τελευταίας ενότητας, το αίμα σου είναι, αφορούν την ποντιακή καταγωγή και τον ξεριζωμό των Μικρασιατών Ελλήνων. Ιδιαίτερα συγκινητικές και με ισχυρά βιωματικά στοιχεία. Κουβαλούν το φορτίο της τραγικότητας, αναπολούν την πολυπολιτισμικότητα της Κωνσταντινούπολης, την ήρεμη ζωή των ποικίλων κοινοτήτων στους κόλπους της, τις αξίες που χάθηκαν. Πόλη, Σμύρνη, Τραπεζούντα. Τα ωτία της γιαγιάς, ένα δάκρυ, ύστερα λυγμός, σαν παραπονιάρικος ανατολίτικος σκοπός.

[…] Θες, Έλλη, να ζήσουμε στην Πόλη,/ σαν πεθάνουμε; (ΤΟΤΕ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ, σελ. 57)

[…] Αυτός ο Πόντος με τόσο νερό δεν/ φεύγει από πάνω μου. [Ο διασκελισμός για έμφαση στην άρνηση «δεν»].(ΠΟΝΤΟΣ ΩΤΙΑ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥ, σελ. 59)

Η ποίηση της Κλεονίκης Δρούγκα στη συλλογή Με δανεικό μολύβι έχει ενέργεια και ρυθμό που δεν χάνεται. Ρεαλιστική και νεοσυμβολιστική, βιωματική, υποβάλλει με την θελκτική της εικονοποιία, τις ζωντανές περιγραφές, τον λυρισμό, την ενάργεια, την αμεσότητα, τη νοηματική καθαρότητα. Ο απαλός τόνος της γλώσσας, αυτός της εμπίστευσης, υποκρύπτει οξύτητα και λεπτή ειρωνεία. Ποίηση που επιβάλλεται στο θυμικό.

.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΟΥΣΙΑΣ

Περιοδικό “Μανδραγόρας” 2/1/2024

Λεπτές αποχρώσεις μονολόγου και ανάδυσης φωνών στη νέα ποιητική συλλογή με δανεικό μολύβι της Κλεονίκης Δρούγκα

Πιστή στην οπτικό-ακουστική αφήγηση και την προσωποποίηση πραγμάτων με ισχυρές δόσεις λυρισμού συνειδητού και υποσυνείδητου η Κλεονίκη Δρoύγκα στην τρίτη της συλλογή με δανεικό μολύβι τολμά να αφήσει την μνήμη της να γίνει το μολύβι που αναπαριστά φωνές οικείες, μνήμες και αισθήσεις. Ο αισθηματικός λυρισμός των συνδηλώσεων της, ακολουθεί το νήμα από τα προηγούμενα βιβλία της ενώ παράλληλα η γραφή της μεταμορφώνεται στο άκουσμα των ιαχών των φωνών της. Της γιαγιάς από τον Πόντο, της ίδιας της ποιήτριας ως μικρό κορίτσι, της μητέρας της, των ερώτων της. Συχνά ο αναγνώστης δέχεται παρεκβάσεις πεζο-ποιημάτων εξέχουσας εξομολογητικής υφής όπως στο ποίημα «σε μένα μιλώ».
Σε επίπεδο ποιητικών σχημάτων λόγου μια ακόμη φορά οι λεκτικές συνδηλώσεις, τα αντιθετικά σχήματα κι οι αμφισημίες υποβάλλουν το ποιητικό σκηνικό αφού η Δρουγκα γνωρίζει καλά να σκηνογραφεί το περιβάλλον της, –εσωτερικό κι εξωτερικό, παίρνοντας την μπαγκέτα του τριτοπρόσωπου αφηγητή.

Σε 57 σελίδες ξετυλίγει ποιητικά το δικό της σενάριο σε μια τοπογραφία που εκτείνεται από την Θεσσαλονίκη ως την Πόλη. Πλάθει με το μολύβι του λυρισμού, της συνείδησης και του υποσυνείδητου της μια ποιητική τοιχογραφία που μας εισάγει είτε με σκληρό είτε με απαλό τρόπο στο βάθος του ψυχισμού και των εκφραστικών της μέσων. Δεν φείδεται εξομολόγησης, δεν φοβάται να αναμετρηθεί με ψυχικούς δαίμονες αφήνοντας την πολλαπλότητα των φωνών να γίνει εντέλει η δική της πολλαπλότητα που την συνδέει συνεκτικά με πνευματικό και ψυχικό τρόπο με όλα όσα την συναπαρτίζουν. Γενναιόδωρη ποιητικά μας χαρίζει με άρμα τις εικόνες τα πράγματα και τα αισθήματα που εμψυχώνονται μέσω της ανάδυσης των φωνών και γίνονται λέξεις, ποιήματα αισθαντικά, λυρικά, με το σκληρό η μαλακό περίβλημα του υποσυνείδητου να τα περιβάλλει με κείνο το ραβδί που μεταβάλει την πρωτοπλάστη δημιουργία σε ποιητική τέχνη.

Ορχιδέες

Όπως εσύ στις γλάστρες με τις ορχιδέες,/ που ακριβά αγόρασες, αλλάζεις θέση/ κάθε που φεύγεις διακοπές/ (κοντά να είναι στο παράθυρο)/ κι εκείνες τους μίσχους απλώνουν/ γραπώνουν τον ήλιο/ τον ρίχνουν πάνω τους κι ανθίζουν/ χειμώνα καλοκαίρι/ έτσι κι εγώ/ μόλις τον δρόμο παίρνεις για δουλειά/ όπου κι αν είμαι/ στο μπάνιο στην κουζίνα το κρεβάτι/ θέση αλλάζω/ πάω κοντά στο παράθυρο/ γεμίζω με σένα/ φτιάχνω στα χείλη μου χαμόγελα/ κι ανθίζω/ καλοκαίρια και χειμώνες

.

ΞΕΚΑΘΑΡΟ ΚΡΥΟ
ΕΛΕΝΗ ΛΟΠΠΑ

ΠΕΡΙ ΟΥ 25/3/2023

Η δεύτερη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα, στην εξαιρετικά καλαίσθητη, όπως πάντα άλλωστε, έκδοση του Μανδραγόρα, με τον πρωτότυπο, αλλά και παράδοξο, για τη σύνθεση των λέξεών του, τίτλο, ξεκάθαρο κρύο, μας εντυπωσιάζει και μας ξαφνιάζει ευχάριστα, με την ποικιλία των θεμάτων της και τον τρόπο της διαχείρισής τους, τον πλούτο των μεταφορών και των προσωποποιήσεών της, καθώς και τις τολμηρές εναλλαγές των ρηματικών της προσώπων.
Η ποιητική συλλογή αποτελείται από οκτώ θεματικές ενότητες με άνισο μεταξύ τους αριθμό ποιημάτων. Έτσι, για παράδειγμα, η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει ένα μόνο ποίημα, ενώ η πέμπτη και μεγαλύτερη σε αριθμό ποιημάτων, ίσως επειδή αναφέρονται στον έρωτα, δεκατρία ποιήματα. Όπως και ο τίτλος της συλλογής, έτσι και οι επί μέρους τίτλοι των ενοτήτων διακρίνονται για την πρωτοτυπία τους, όπως για παράδειγμα, το παιχνίδι των λέξεων στον τίτλο της δεύτερης ενότητας, Ο περί-ποίηση(ς) λόγος, καθώς και η επιλογή της σύνθετης, λόγιας λέξης, οριοβάτης ως προσδιοριστικό του έρωτα, στον τίτλο της πέμπτης ενότητας, Έρωτας οριοβάτης. Υπάρχουν και τίτλοι σε αντίστιξη, πιο συγκεκριμένα, στην τρίτη και τέταρτη ενότητα, όπως: Μικρές ήττες, Μικρές νίκες. Αλλά πολύ συχνά και οι τίτλοι των ποιημάτων μας ξαφνιάζουν με τη μεταφορική τους σημασία, τις τολμηρές προσωποποιήσεις τους και τον απροσδόκητο συνδυασμό των λέξεων, για παράδειγμα: Μπουζάτος στίχος (σελ. 11), Δυο λόγια καλοκαιρινά (σελ. 30), Ενήλικα πατώματα (σελ. 31), Ξυπόλητες αλήθειες (σελ. 40), Κρουστό απόβραδο (σελ. 50), Για όλα φταίνε τα κλειδιά (σελ. 51).
Συνολικά στη συλλογή περιλαμβάνονται 43 ποιήματα, που καλύπτουν συνήθως μια ή μισή σελίδα το καθένα. Τα ποιήματα αποτελούνται από 2-4 νοηματικές ενότητες και πάντα στον καταληκτικό στίχο ή στην καταληκτική στροφή εμπεριέχεται όλη η ουσία του ποιήματος.
Η ποιητική συλλογή εγκαινιάζεται στην πρώτη ενότητα, Σπανίως ζητώ χάρες, με το ένα και μοναδικό της ποίημα, Μια χάρη (σελ. 9), στο οποίο το ποιητικό υποκείμενο απευθύνεται στον προσωποποιημένο μήνα Αύγουστο και του ζητά στην κατακλείδα: Μια χάρη θα’ θελα να του ζητήσω/μια παράταση/. Είναι παρατηρημένη, από την πρώτη της ακόμα συλλογή, η αγάπη της Κλεονίκης Δρούγκα για το καλοκαίρι και τη θάλασσα και επομένως δικαιολογημένη η χάρη που ζητά, να παραταθεί ο Αύγουστος, ο πιο ζεστός μήνας των διακοπών. Σ’ αυτό το ποίημα, όπως και σε όλα τα ποιήματα της συλλογής, έχουμε μια πληθώρα προσωποποιήσεων και μεταφορικών εκφράσεων: Γλιστρά ο Αύγουστος/{…}ψήνει το δέρμα των κοριτσιών/{…}φλερτάρει με τη θάλασσα/λυγίζει στα μελτέμια/θρυμματίζει το σκοτάδι/{…}Στον κήπο στρωματσάδα/επιθυμίες της καρδιάς ή του μυαλού/λένε ιστορίες/για έρωτες/ανήμερα θεριά/.
Η δεύτερη ενότητα, Ο περί-ποίηση(ς)λόγος, περιλαμβάνει 3 ποιήματα, Μπουζάτος στίχος (σελ. 11), Σελίδα στην τσέπη (σελ. 12) και Αμφιβολία (σελ. 13), που αναφέρονται στη γραφή και την ποίηση, στην πάλη του ποιητή με τις λέξεις και στην αμφιβολία του για το πού και πότε τελικά θα βάλει την τελεία. Τα δύο πρώτα ποιήματα της ενότητας έχουν αφηγηματικό χαρακτήρα, ενώ το τρίτο διαλογικό. Το περιεχόμενο της αφήγησης εξελίσσεται από ενότητα σε ενότητα, σε πρώτο ενικό πρόσωπο ή τρίτο ενικό και πρώτο, με τολμηρές μεταφορές και προσωποποιήσεις. Παραθέτω παραδείγματα:
Έκαμα σεμινάρια γραφής online ασκήσεις/μεσημέρια με ήλιο λέρωνα/σελίδες τετραδίων/ώρα πολλή/διέγραφα λέξεις/καταδικάζοντάς τες στην αφάνεια/έπλυνα στίχους/στάζανε απόνερα/τους κρέμασα/μπουζάτους καθαρούς/σε μια ταράτσα/μύρισε περί-ποίηση ο αέρας/μαλακτικό ιδεών όταν/το μάτι μου πήγε σ’ έναν λεκέ/κατέβασα τον στίχο/τον έτριψα στο χέρι/να τον πετάξω σκέφτηκα//.{…}Κράτησα τον στίχο. Κρατήθηκα και. Τρίβω ακόμα/. (Μπουζάτος στίχος, σελ. 11).
{…}Ξάφνου/της επιτίθεται ένα ποίημα/κάτω τη ρίχνει/πλέκει τα χέρια στον λαιμό της/{…}της ματώνει αισθήματα/δισταγμούς/δαγκώνει-ω/-μην υποτιμάτε τη δύναμη ενός ποιήματος/Σηκώνεται/πετά άχρηστες λέξεις./Το ποίημα γυμνό ιδού/τεντώνει στη σελίδα.//Αναψοκοκκινισμένη πάει/σκίζει τη σελίδα/στην τσέπη την πιστώνει/. (Σελίδα στην τσέπη, σελ. 12).
Παρατηρούμε στο ποίημα αυτό τις εναλλαγές προσώπων: τρίτο ενικό και ξαφνικά, με την είσοδο του ποιητικού υποκειμένου, πρώτο ενικό, δαγκώνει-ω, αλλά και την έντονη προτροπή/υπενθύμιση σε δεύτερο πληθυντικό, μην υποτιμάτε, σαν να ακούει το ποιητικό υποκείμενο μια άλλη φωνή.
Στο τρίτο ποίημα της ενότητας, Αμφιβολία (σελ.13), έχουμε τον προσωποποιημένο διάλογο μιας λέξης με το σημείο στίξης, την τελεία, αλλά και την αμφιβολία και τη δυσκολία του ποιητή να αποφασίσει δύο χρόνια μετά πού να βάλει την τελεία. Δίνω ένα απόσπασμα: {…}Ο ποιητής/την κουβαλά μες στο μυαλό του/μια την στριμώχνει/μια την εξορίζει.//Κάποια στιγμή την εξωθεί ως/και δύο χρόνια μετά/μ’ ακόμη –λες- τη σκέφτεται/.
Η επόμενη τρίτη ενότητα, Μικρές ήττες, είναι σε αντίστιξη, όπως αναφέραμε, με την ακόλουθη τέταρτη ενότητα, Μικρές νίκες. Και οι δύο περιλαμβάνουν τον ίδιο αριθμό ποιημάτων, εννέα ποιήματα η καθεμιά, αλλάζει όμως το ύφος, αφού στην πρώτη μιλούμε για ήττες, οπότε το ύφος είναι μελαγχολικό, πικρό, σαρκαστικό, ενώ στη δεύτερη για νίκες, και στην περίπτωση αυτή είναι πιο επαναστατικό/αντάρτικο, αποφασιστικό, ικανό να ξορκίσει το κακό. Το περιεχόμενο των εννέα ποιημάτων στην πρώτη ενότητα, Μικρές ήττες, είναι ποικίλο: Έτσι έχουμε αναδρομή στα παιδικά χρόνια και στη μνήμη του πατέρα στο πρώτο ποίημα, Επείγουσα παραγγελία (σελ. 15), αναφορά στις ψεύτικες, χλιαρές ανθρώπινες σχέσεις και τα σαρκοβόρα προσωπεία, Ξεκάθαρο κρύο (σελ. 16), στους πρόσφυγες, Δίχτυα (σελ. 17), στην υποκρισία κάποιων ανθρώπων και στο υπερτροφικό τους Εγώ, Καρφίτσα (σελ. 18), στην παράβαση της ηθικής, Δέκα εντολές (σελ.19), στη συναδέλφωση λαών, αλλά και στην ανάδυση πικρής μνήμης, Στο λιμάνι της Σμύρνης (σελ. 20), στην ενηλικίωση, Ενηλικίωση (σελ. 21), στην αδικαίωτη πιθανότητα, Αδικαίωτη πιθανότητα (σελ. 22), στην υπέρμετρη αγάπη της μάνας και στην έγνοια για το παιδί της, ακόμη και όταν είναι πια νεκρή, και στην έλλειψη χρόνου της κόρης να ασχοληθεί μαζί της, Μαμά (σελ. 23). Τρία από τα παραπάνω ποιήματα έχουν διαλογική μορφή, Επείγουσα παραγγελία, Δέκα εντολές, Μαμά, ενώ τα άλλα είναι κυρίως αφηγηματικά. Επιλέγω δύο από αυτά το πικρό, σε τρίτο ενικό πρόσωπο, Ξεκάθαρο κρύο, που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή και το συγκινητικό Μαμά, σε πρώτο ενικό, που εκτός από τη διαλογική του μορφή, έχει και θεατρικό χαρακτήρα:
Της αρέσει να μπαίνει στη θάλασσα/χειμώνα/λύνει το κασκόλ/πετάει το παλτό/παίρνει βαθιές ανάσες/εκτίθεται στο κρύο/προβλέψιμο/αμείλικτο/ξεκάθαρο/παρηγορητικό/το προτιμά απ’ τα ημίμετρα/σαρκοβόρα προσωπεία/λωτοφάγων θνητών/που- αλίμονο-/ούτ’ ένας Οδυσσέας μπορεί να επαναφέρει./Τούτο το χλιαρό την παγώνει/.
-Μαμά, όσο κι αν θέλω/δεν μπορώ να σου μιλήσω/έχω δουλειά στο κόκκινο.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Είσαι καλά; (Παύση)//Μαμά, διορθώνω γραπτά/καθαρίζω το μπαλκόνι/τρώω με φίλους.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Τρως καλά;(Παύση)//-Μαμά, κολυμπώ στα βαθιά/παγώνω τη φωτιά/λεπτό δεν έχω.-Δεν πειράζει, παιδί μου. Προσέχεις; (Παύση)//-Μαμά, θέλω να γίνω πάλι κάμπια/σ’ ένα ζεστό κουκούλι μέσα, αφού/πέρασε ο καιρός/στη Χώρα των ανύπαρκτων θαυμάτων./Πού είσαι;/(Καμία παύση)//-Εδώ, παιδί μου, εδώ.-Και πεθαμένη, ακόμη, απαντάς;/.
Η τέταρτη ενότητα, με τον τίτλο, Μικρές νίκες, σε αντίστιξη, όπως αναφέραμε με την προηγούμενη ενότητα, Μικρές ήττες, περιλαμβάνει αντίστοιχα εννέα ποιήματα, που διακρίνονται από την προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να αντιδράσει δυναμικά κόντρα στη λύπη και σε κάθετι αρνητικό που το κρατά καθηλωμένο. Συνήθως και αυτά τα ποιήματα εξελίσσονται αφηγηματικά σε τρεις έως τέσσερες νοηματικές ενότητες, με πολλές μεταφορές και προσωποποιήσεις και ποικιλία ρηματικών προσώπων: Στο πρώτο ποίημα, με τον χαρακτηριστικό τίτλο, Επανάσταση (σελ. 25), το ποιητικό υποκείμενο κάνει τελικά την επανάστασή του κόντρα στον καθωσπρεπισμό και την κατάθλιψη και καταλήγει στη διαπίστωση: «Ο ασπρόμαυρος κόσμος πήρε χρώμα». Στο δεύτερο ποίημα, Λυτά κορδόνια (σελ.26), έχουμε μια υγιή αντίδραση του ποιητικού υποκειμένου στις «παράλυτες σκέψεις» που «καμιά φορά τη θανατώνουν» {…}Έτρεξε να κρυφτεί από τις σκέψεις της/λαχανιασμένη/στο τέλος τις ξερίζωσε/χειρουργικά./Ύστερα έδεσε πάλι τα κορδόνια/. Το τρίτο ποίημα, Το λες ζωή (σελ. 27), χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να ονοματίσει, αλλά και να αντιστρέψει καταστάσεις: Ξυπνάς απότομα/αποφεύγεις τους καθρέφτες/να μη βλέπεις τη φθορά./Το λες πανικό./Πετάς πάνω από καταιγίδες/μ’ ένα τραγούδι των Beatles/παραφυλάς τον κηπουρό/μ’ ένα μακρύ ψαλίδι/κόβεις τη βροχή./Το λες αναχρωματισμό./Κρεμιέσαι ανάποδα από έναν πλάτανο/λύνεις τα μαλλιά ενώ/βουτάς το κεφάλι στη θάλασσα/πνίγεις κάτι ψίχουλα λύπης και/το λες αντάρτικο/. Στο επόμενο ποίημα, Πρόσκληση εαυτού (σελ. 28), το ποιητικό υποκείμενο προκαλεί και προσκαλεί επιτέλους τον εαυτό του σε μια ενώπιον ενωπίω συνομιλία: {…}-Έλα, κρυμμένε μου εαυτέ,/βγες έξω να τα πούμε/, ενώ και στο ποίημα που ακολουθεί, Ευτυχισμένος Σίσυφος (σελ. 29), ακόμα και τον Σίσυφο μπορεί κανείς να τον δει την άνοιξη ευτυχισμένο, όπως αναφέρεται στον καταληκτικό στίχο: Την άνοιξη ας φανταστεί κάποιος τον Σίσυφο ευτυχισμένο. Ακολουθεί ένα τρυφερό ερωτικό ποίημα, Δυο λόγια καλοκαιρινά (σελ. 30), όπου ο ερωτικός σύντροφος προσπαθεί να βγάλει την αγαπημένη του από την αδιέξοδη κατάσταση και την προτρέπει στη δεύτερη στροφή με τα εξής αισιόδοξα λόγια:{…} Δώσε μου το χέρι/να σε γνωρίσω στον ήλιο/να κοκκινίσει το δέρμα σου ζωή/κάνοντας μια βόλτα στον χρόνο/να πούμε δυο λόγια καλοκαιρινά/στην άλλη μισή σου ηλικία/χορεύοντας την μ’ ένα μαντήλι μπάλο/νησιώτικο τραγούδι/ας έχει κόμπο ο λαιμός//τα παλαμάκια δυνατά.//Με θόρυβο ξορκίζεις το κακό/. Τα δύο επόμενα ποιήματα, Ενήλικα πατώματα (σελ.31) και Ημερομηνίες παλιές (σελ. 32), αναφέρονται στον χρόνο και στις πικρές μνήμες, στο χθες και στο σήμερα. Η ενότητα κλείνει με το πικρό ποίημα, σε πρώτο ενικό πρόσωπο, Απομυθοποίηση (σελ. 33), που μιλά για τους «ετοιμόρροπους μύθους» και το πένθος «στην ύστερη γνώση», αλλά τελικά το ποιητικό υποκείμενο ξαναβρίσκει τον εαυτό του και στην καταληκτική στροφή απομυθοποιεί και αποχαιρετά «αγαπημένους μύθους»: Τελευταία/ούτε μαντήλι κουνάω/μα αποχαιρετώ αγαπημένους μύθους/.
Η πέμπτη ενότητα, Έρωτας οριοβάτης, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, αναφέρεται σε ποιήματα που σχετίζονται με τον έρωτα σε οριακό σημείο. Περιλαμβάνει δεκατρία ποιήματα που οι τίτλοι τους είναι συχνά σημαδιακοί για το περιεχόμενό τους. Με πολλές μεταφορές, προσωποποιήσεις και εναλλαγές ρηματικών προσώπων, επισημαίνονται: η άτολμη καθημερινότητα που λογομαχεί με την ουτοπία, Λογομαχία (σελ. 35), η απιστία, Ρωμαίος και Ιουλιέτα (σελ. 36), ο αμφίρροπος αγώνας του έρωτα, Ιστορίες έρωτα και συντριβής (σελ. 37), ο κεραυνοβόλος έρωτας, Με την πρώτη ματιά (σελ. 38), η τυραννία του βλέμματος στο ομώνυμο ποίημα (σελ. 39), η Επιθυμία (σελ. 41), η αντιστροφή της πραγματικότητας στα ποιήματα Ο μάστορας (σελ. 42) και Μελανιά (σελ. 43), η παρηγοριά της θάλασσας στην απόγνωση και τη μοναξιά, Η θάλασσα μέσα της (σελ. 45), η προσπάθεια επανασύνδεσης της σχέσης, Μια καλή ταινία (σελ. 46), και τέλος, η ελπίδα, Δωμάτιο με φως (σελ. 47). Επιλέγω αυτό το ποίημα που αναπτύσσεται σε τρεις νοηματικές ενότητες για τη μοναξιά που αποπνέει, αλλά και για την ελπίδα/μια νέα Ιθάκη, που γεννά στο ποιητικό υποκείμενο ένα απλό, ευτελές ίσως, ραντένιο μπλουζάκι: Ούτε το δυάρι στον πρώτο του άρεσε/ούτε το άλλο που ’βλεπε πίσω/απαράβατος όρος:/δωμάτιο με φως./Η μεσίτης βλαστήμησε/η μέρα κατρακύλησε άδοξα./Σούρουπο κι έσπρωξε την πόρτα μιας σοφίτας/τα μάτια του δέθηκαν στο σκοινί με τα’ απλωμένα ρούχα/λικνίστηκαν στις βρεγμένες πετσέτες/πάφλαζαν πώς/μισοκρύβουν το φεγγάρι/επιτέθηκαν σε δυο αντρικά πουκάμισα/αγκάλιασαν μια γυναικεία μαντίλα/έμειναν ώρα σ’ ένα ραντένιο μπλουζάκι./Νοίκιασε το σπίτι./Δίπλα στο ραντάκι/την Ιθάκη του κρέμασε/.
Από την έβδομη ενότητα με τίτλο, Μα όλοι φάσεις περνάμε, που περιλαμβάνει τρία ποιήματα, Απ’ την αρχή (σελ. 49), Κρουστό απόβραδο (σελ. 50), Για όλα φταίνε τα κλειδιά (σελ. 51), επιλέγω το πρώτο ποίημα για την τρυφερότητά του, τη μεταμορφωτική δύναμη της αγάπης και για την κόντρα στη φθορά αισιόδοξη στάση και προοπτική των ποιητικών του υποκειμένων: Της υποσχέθηκε να το δουν τελευταίο/σπίτι μπροστά στη θάλασσα/{…}Κάποτε μέσα του μπήκε φως/κόσμος πολύς/γέμισαν άμμους τα πατώματα/λυγμούς οι τοίχοι/αναρριχητικές προσδοκίες τα μπαλκόνια/ζωή/φθορά μετά./Το πήραν/μάζεψαν τα κλαδιά μπροστά απ’ την πόρτα/στέριωσαν τα παράθυρα/άλλαξαν τις πόρτες/έβαψαν τους τοίχους/φύτεψαν μοβ λεβάντες τέλος./Άρχισαν να μετράν απ’ την αρχή/τα χρόνια τους/.
Τέλος, η όγδοη ενότητα με τον αισιόδοξο (;) τίτλο, Όλα είναι δρόμος, περιλαμβάνει πέντε ποιήματα: Ένα διάλειμμα (σελ. 53), με τη φιλοσοφημένη κατακλείδα: Αυτό είναι το κέρδος/τελικά/ένα διάλειμμα του κόσμου/στην ραγδαίως επιδεινούμενη κατάσταση/. Οιωνοί (σελ.54), με την αισιόδοξη κατακλείδα: «Ο δρόμος μπροστά», Reunion (σελ. 55), αυτοσαρκαστικό, μελαγχολικό, με καρυωτακική διάθεση, Διαδρομή (σελ. 56), με εναλλαγές πρώτου ενικού, τρίτου και πάλι πρώτου ενικού, που καταλήγει στην πικρή διαπίστωση: {…}Ύστερα ενηλικιώνεται [η επιθυμία]/γερνά/απλώνεται μελανιασμένη/σε χαρτί και μολύβι/μ’ ένα ξενύχτι αντάξιο της περίστασης/Εκεί κάνω γυμνισμό/. Το τελευταίο ποίημα της ενότητας, Το ταξίδι (σελ. 57), σε διαλογική μορφή, με εναλλαγές δεύτερου και πρώτου ενικού προσώπου, δείχνει το πείσμα και την αποφασιστικότητα του ποιητικού υποκειμένου να πάει κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες, μέχρι το τέλος: {…}-Ποτέ δεν συμπάθησα τις ήρεμες θάλασσες/Μεσούσης της τρικυμίας/με οδηγό επιβίωσης/αφρούς κι αλμύρα/ταξιδεύω τον θυμωμένο Ποσειδώνα/στα βουνά/πατώ τις ζάρες στου μέλλοντος τις μέρες/ξαφνιάζω τους καιρούς/και ας κυλάνε/till death do us apart/.
Από την περιήγησή μας στα τόσο ενδιαφέροντα ποιήματα αυτής της συλλογής, όπου εναλλάσσονται το χθες και το σήμερα, η θλίψη και η απόγνωση, με το πείσμα και την αποφασιστικότητα για αντιστροφή της κατάστασης, τα ρηματικά πρόσωπα και οι έντονες μεταφορές με τις δυναμικές προσωποποιήσεις, διαπιστώνουμε ένα «ξεκάθαρο» και εντυπωσιακό άλμα της Κλεονίκης Δρούγκα στην ποιητική της πορεία. Είναι χωρίς αμφιβολία μια ποιήτρια με το δικό της, μοναδικό στίγμα, που εμπλουτίζει και σημαδεύει την ποίηση της γενιάς της.

.

ΟΚΛΑΔΟΝ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

FRACTAL 9/11/2022

«Ποδηλατώντας προς τη θάλασσα»

Παίρνω βαθιά αναπνοή
στον δρόμο του χρόνου
τον ξορκίζω και τον διανύω
ακολουθώ τη ρότα κόντρα στις ριπές του ανέμου
σημαδεύω παπαρούνες
ζωγραφίζω στιγμές
μια στιγμή τρέχω
την άλλη διστάζω
ποδηλατώ
ακροβατώ
ονειρεύομαι
περίεργη συμπαράσταση το φως της μέρας
κάνω πεταλιές γι’ αλλού
-το πρώτο βήμα είναι πάντα η αρχή-
ξεχειλίζουν οι όχθες
εισβάλλει η ζωή
πισωπατούν έννοιες
αγουροξυπνημένη
σιωπηλή
ξεκινώ για τ΄ άβατα
παίρνω το σχήμα ενός πουλιού
κι ελπίζω σε μια θάλασσα.

Ξεκινώ με το ποίημα «Θάλασσα» (σ. 41) της Κλεονίκης Δρούγκα, αν και είναι από τα τελευταία στην ποιητική της συλλογή Οκλαδόν με τον χρόνο, Μανδραγόρας 2022. Το παραθέτω ολόκληρο γιατί θεωρώ ότι συμπυκνώνει το ποιητικό της σύμπαν. Η ποιητική αυτή συλλογή διανύει τις εποχές της ζωής του ανθρώπου, τις διαθέσεις του, τις λύπες, τα όνειρα, τις απογοητεύσεις του. Και το ποιητικό πρόσωπο, ως «Ποδηλάτισσα» (σ. 41) ποδηλατεί, άλλοτε ακροβατώντας, άλλοτε πέφτοντας, άλλοτε τρέχοντας, άλλοτε διστάζοντας, με έναν πάντα προορισμό. Να φτάσει στη θάλασσα – «είναι μια εμμονή κι αυτό» σημειώνει. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες: «Θυμοσοφία», «Εποχές Φθινόπωρο Χειμώνας Άνοιξη Καλοκαίρι», «Σχέσεις», «Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή». Και είναι ανάλογα με τις εποχές, τις φάσεις, που διέρχεται ο άνθρωπος στη ζωή του, είτε ηλικιακά είτε ως ψυχική χρονογραφία. Αρχινάμε με δύναμη, ορμή, συναντάμε θυμό, και απογοητεύσεις, φτάνουμε σε απώλειες και πτώσεις. Η νομοτέλεια όμως, στην ποίηση της Δρούγκα, είναι ότι πάντα θα σηκωνόμαστε, όσο ελπίζουμε σε μια θάλασσα. Όσο κρατάμε μέσα μας το όνειρο ζωντανό. Τον εαυτό μας αληθινό. Όσο κρατήσει η άνοιξη όπως γράφει σε ένα ποίημά της. «Υπόσχομαι πίστη στη θάλασσαׄ για όσο κρατήσει» («Όσο κρατήσει», σ. 27). Ή πώς ο άνθρωπος, μέσα από της ζωής τις περιπέτειες, τα λάθη και τα πάθη, θα καταφέρει να κρατήσει την ισορροπία του, διατηρώντας μέσα του την ελπίδα, το όνειρο, ακόμα και αν πληρώσει το κόστος τού να χαθεί. Ίσως τα ποιήματα αυτά να είναι και ένας απολογισμός. «Κάθεσαι οκλαδόν με τον χρόνο/μπροστά στον καθρέφτη» (Το παραπάνω», σ. 33) και ψαύεις τις διαδρομές, τις δικές σου και αυτές των ζωών των άλλων ανθρώπων που διασταυρώθηκαν με εσένα. Συχνά, μένεις με μια πικρή γεύση στη συνειδητοποίηση του χαμένου, του αξόδευτου, αυτού του «παραπάνω» που δεν κέρδισες και που πάντα το χρησιμοποιείς ως αφορμή και αιτία για τη δική σου αβελτηρία. Κάθε φορά που ξεκινάς, και κάθε φορά που δεν καταφέρνεις να φτάσεις. Και έτσι παραμένεις να ζεις σε έναν υδροβιότοπο. Σε μια όχι αληθινή θάλασσα. Σε μια θάλασσα ματαιωμένη.

Φουσκώνουν τις ρόδες
λαδώνουν τις αλυσίδες
ανεβαίνουν στα ποδήλατα
και λένε τη θάλασσα απ’ έξω

[…]

λένε τις ιστορίες του καλοκαιριού
πλανεύουν τη θάλασσα
για τελευταία φορά φέτος μέσα από τον υδροβιότοπο
από αύριο θα αρχίσουν οι βροχές του φθινοπώρου
μέσα Οκτώβρη θα γεμίσει λάσπη
θα παίρνουν άλλον δρόμο για τη θάλασσαׄ
μια ακόμη αθετημένη υπόσχεση
την επόμενη μέρα έκαναν το ίδιο.

(«Η τελευταία φορά ποτέ δεν είναι τελευταία», σ. 23)

Και όμως, η φωνή της θάλασσας, γράφει η Δρούγκα, ποτέ δε σταματά να φτάνει στα αυτιά σου. Το άλλο σου εγώ, το όνειρό σου, βράζει μέσα σου. Όσο και να προσπαθείς να μην το ακούσεις, όσο και αν το καταπιέζεις, εσύ ή ο κόσμος όλος γύρω σου, «η φωνή της θάλασσας» κάποτε σε ξεσηκώνει ζητώντας τα άσωτα και τα αζήτητα να πληρωθούν.

θάβω το δίλημμα στην άμμο
φωνές απ’ τις σειρήνες στο μέσα τού ορίζοντα
μνήμες που παραφυλάνε
άνεμοι που συνωμοτούν
δεν κολυμπώ δίπλα στα βράχια πια
δεν αφήνομαι όπου να ΄ναι
ακούω τη φουρτούνα σαν έρχεται
Καιρός είναι βουίζουν τα κύματα.

(«Η φωνή της θάλασσας», σ. 17| απόσπασμα)

Όταν κάποιος αφήνει λίγο ανοιχτά τα παραθύρια της ψυχής του για να ακούσει τη φουρτούνα της θάλασσας μέσα του, τότε επιμένει, παραμένει. Και ξεκινά πάλι, έστω και με το ελάχιστο, έστω και με μια σταγόνα νερού που βρίσκει, όπου βρίσκει. Έστω και με το σάλιο του το ίδιο όταν τρώει το γλυκό της ζωής, όπου το βρίσκει. Έτσι κάνεις το τέλος, ξεκίνημα.

η γλώσσα μου κρέμεται και σαλιώνει το ελάχιστο
επιμένω στη σταγόνα που αιωρείται
ηδονή
-πολυτέλεια-
κάνω το τέρμα αρχή.

(«Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο», σ. 20 |απόσπασμα)

Στην πορεία της ζωής, ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τις πολύπλοκες σχέσεις του. Δύσκολες, αμφίθυμες, στενές, και συχνά περιοριστικές, κλείνουν τους δρόμους προς τη θάλασσα. Ένα περίκλειστο ποιητικό υποκείμενο κοιτά τη θάλασσα από μακριά. Τότε είναι φορές που «Η θάλασσα ηττημένη βάζει τα κλάματα» («Υστερόγραφο του καλοκαιριού», σ. 24). Χίμαιρες, αυταπάτες, μικροί καθημερινοί θάνατοι, σπαταλημένες αγωνίες κι ευκαιρίες, σπασμένοι δίαυλοι επικοινωνίας, ψεύτικες στιγμές ηδονής. Το πρόσωπο σε απομόνωση μοναξιά πίσω από τους τοίχους και τα τείχη των κοινωνικών δικτύων. Πρόσωπα που βρίσκονται στο μεταίχμιο της πράξης, το μεταίχμιο της ενέργειας, στο ένα βήμα πριν, στο θα το κάνω, αλλά δεν το κάνουν και επιστρέφουν στο ελάχιστο της ανάσας. Πρόσωπα που επιμένουν να φοράνε μάσκες – επικοινωνούν τη μοναξιά τους με «υβριδικού τύπου επικοινωνίες». Απέλπιδες προσπάθειες για αλλαγές, ερωτικές σχέσεις της στιγμής που όμως συνειδητοποιείς δίχως ο άλλος να καταλάβει ότι είναι ο θάνατος της στιγμής, των στιγμών της ζωής σου- στον ερωτικό εναγκαλισμό μετά σαν κούκλα σωριάζεσαι κάτω, πεθαμένη χωρίς ανάσα. («Χωρίς Ανάσα», σ. 36). Στις ήττες, τις ματαιώσεις, τις πτώσεις του ο άνθρωπος, όταν επιμένει να σηκώνεται, να κρατάει το όνειρο ζωντανό, να φυλάει την πίστη του δυνατή, τότε πάντα θα ζει σε καλοκαίρι. Ακόμα και «όταν γερνά η άνοιξη/ βουρκώνει η χαρά/ βουρκωμένη εποχή» δεν ξεφεύγει από «τον ήλιο της άνοιξης που επιμένει να περνά από τις χαραμάδες» («Από κοντά», σ. 31). Για αυτόν ο ουρανός θα είναι φωτεινός. Τα όνειρα θα ζεσταίνουν τον καιρό και θα ζει σε καλοκαίρι.

κάνεις κότσο τα μαλλιά
φυτεύεις την αλμύρα μέσα
να μη στεγνώσει
κανονίζεις μεγεθυμένο καλοκαίρι
Ζωγραφίζεις στην άμμο
σχήματα ελευθερίας
Ανοίγεις τους μεντεσέδες της ψυχής
με δύο φωνήεντα χαράς
Φοράς το περιδέραιο του μπλε
στο ηλιόφως
Ζέστανε ο καιρός τα όνειρα
Άνοιξες το πουκάμισο

Τίποτε δεν μπορεί να πάει στραβά το καλοκαίρι.

(«Αλμύρα», σ. 26| απόσπασμα)

«Οκλαδόν με τον χρόνο»- ποιήματα ως μια τοπιογραφία των ανθρώπινων σχέσεων, με λόγο λιτό, καθημερινό, ελάχιστα σημεία στίξης επιλεκτικά τοποθετημένα, πρώτο ή δεύτερο πρόσωπο στην ποιητική αφήγηση. Πρώτη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα με μια ωστόσο, ώριμη λογοτεχνική φωνή που προσκαλεί σε ποδηλασίες, νομοτελειακές πτώσεις μα και πτήσεις προς έναν καλοκαιρινό ουρανό, προς μια θάλασσα που πάντα προσμένει εκεί ως υπόσχεση. Όσο και αν η ζωή μας φαίνεται βουρκωμένο Φθινόπωρο. Αρκεί να προσπαθείς. Και να πιστεύεις. Το φτάσιμο εκεί να είναι η υπόσχεση στον εαυτό σου. Θα βρεις το Καλοκαίρι σου.

.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΥΡΡΗ – ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ

ΠΕΡΙ ΟΥ 12/11/2022

Φέτος υποδεχτήκαμε με μεγάλη χαρά την πρώτη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα μέσω των εκδόσεων Μανδραγόρα. Εκπλήσσει ευχάριστα η ωριμότητα, η ειλικρίνεια και η ποιότητα του λόγου. Η ευαίσθητα τολμηρή ποίηση της κας Δρούγκα μας κάνει κοινωνούς έντονων συναισθημάτων. Το ερωτικό πάθος για τη ζωή είναι διάχυτο. Οι εικόνες και οι συνυποδηλώσεις ηχηρές. Η εναλλαγή του α και β ρηματικού προσώπου δεν μας επιτρέπει να αποστασιοποιηθούμε ούτε στιγμή. Η ματιά κινηματογραφική.
Η ποιητική συλλογή που τιτλοφορείται « Οκλαδόν με τον χρόνο» – ήδη ο τίτλος μας προϊδεάζει για την ποιότητα του περιεχόμενου- έχει οργανωθεί σε τέσσερις ενότητες:
«Θυμοσοφία»
«Εποχές – Φθινόπωρο, Χειμώνας, Άνοιξη, Καλοκαίρι»
«Σχέσεις»
«Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή»
Στην πρώτη ενότητα «Θυμοσοφία»,
η ποιήτρια με τόλμη και αφοπλιστική ειλικρίνεια μοιράζεται γενναιόδωρα τη γνώση που της μετέδωσε -όχι πάντα με τον εύκολο τρόπο- η ίδια η ζωή. Με ευαίσθητη ματιά αλλά και τόλμη δεν μασάει τα λόγια της, ούτε κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της. Σε ένα διαρκή διάλογο με τον εαυτό της και τον αναγνώστη/στρια προτείνει στάση ζωής. Μια χαρμολύπη είναι η ζωή και αυτό ακριβώς διαφαίνεται στην ποίηση της Κλ. Δρούγκα. Παρατηρεί, ξορκίζει δαίμονες, αλλάζει ρότα∙ οι δαίμονες βρίσκονται δίπλα μας για να μας προκαλούν και να κάνουν τη ζωή μας να αξίζει.
Με φωνή ώριμη και ασυμβίβαστη δηλώνει κάθε λάθος κίνηση /δεν έχει δικαίωμα στην άνοιξη ( «Μην κλωτσάς τη γάτα»). Δεν είναι πως έχει την απάντηση για όλα αφού η μέρα αργοσέρνει δισταγμό («Δισταγμός») είναι όμως έτοιμη για δύσκολες αποφάσεις και σε διέγραψα («Delete»). Διαβάζει τον άνθρωπο δύο ξέχωροι δείχτες/ το μέσα και το έξω («Δείκτες). Κάνει απολογισμό είκοσι χρόνια μετά/χαζεύει την ανάμνηση («Ο απολογισμός») Στον καθρέφτη/ δεν βλέπεις πια τον εαυτό σου («Η σκάλα»), μαθαίνει να διαχειρίζεται τα πάθη χαμήλωσε τη φωτιά/στο μπόι των λέξεων («Θυμός») και γίνεται πιο συνετή δεν κολυμπώ δίπλα στα βράχια πια («Η φωνή της θάλασσας»).

Η δεύτερη ενότητα «Εποχές – Φθινόπωρο, Χειμώνας, Άνοιξη, Καλοκαίρι»,
μας θυμίζει τη σχέση μας με τη φύση, μια σχέση δυναμική και αμφίδρομη. Οι στίχοι έξυπνοι, οι εικόνες κινηματογραφικές, οι μεταφορές εύστοχες. Αβίαστος και χωρίς επιτηδευμένες ασάφειες ο λόγος, μας ταξιδεύει.
H αγάπη για το καλοκαίρι -και ό,τι αυτό φέρει και συμβολίζει- δεν κρύβεται. Οι υπόλοιπες εποχές υπάρχουν για να φέρουν στη ζωή μας το καλοκαίρι ακριβώς όπως και όλα τα δυσάρεστα, ακόμη και τα τραγικά, συμβαίνουν για να ανοίξουν δρόμο στην ευτυχία μας. Βαθιά αισιόδοξο το μήνυμα: Ανοίγεις τους μεντεσέδες της ψυχής, Τίποτε δεν μπορεί να πάει στραβά το καλοκαίρι («Αλμύρα»), Οι ωραίες ιστορίες γράφονται πάντα καλοκαίρι, βαφτίζω ό,τι περνάει απ’το χέρι μου καλοκαίρι («Όσο κρατήσει»).Η ευτυχία, φυσικά, είναι στιγμές, δεν είναι κατάσταση μόνιμη και εξασφαλισμένη αλλά…: όσο κρατήσει∙(«Όσο κρατήσει»).
Πανταχού παρούσα και η άλλη μεγάλη αγάπη, αυτή που απελευθερώνει και θεραπεύει την ψυχή και ταυτόχρονα συμπάσχει μαζί της∙ η θάλασσα: και λένε τη θάλασσα απ’έξω («Η τελευταία φορά ποτέ δεν είναι τελευταία»), η θάλασσα βάζει στοίχημα με τον καιρό, Η θάλασσα ηττημένη βάζει τα κλάματα («Υστερόγραφο του καλοκαιριού»). Μεσημέρι του Δεκέμβρη/ οι λουόμενοι ξεντύνονται τις αμαρτίες τους («Οι Χειμερινοί»), λίγοι μπορούν να καταλάβουν αυτήν τη σχέση («Οι Χειμερινοί»), Υπόσχομαι πίστη στη θάλασσα ∙ για όσο κρατήσει∙(«Οσο κρατήσει»).
η τρίτη ενότητα «Σχέσεις»,
μας ωθεί να προβληματιστούμε για τις σχέσεις μας. Η σχέση με τον χρόνο απασχολεί βαθιά Κάθεσαι οκλαδόν με τον χρόνο («Το παραπάνω») και βέβαια η σχέση με τον ευαυτό μας Το βλέμμα σου μυρίζει άσχημα («Το παραπάνω») Πηγάδι από ψέματα η μνήμη («Μνήμη») Πώς να ξεφύγεις όμως από τον ήλιο της άνοιξης («Από κοντά»).
Αυτή όμως που πρωταγωνιστεί είναι η σχέση με τους συνανθρώπους μας, τους περισσότερο ή λιγότερο δικούς μας, Να έχεις στο μυαλό σου πως υπάρχουν πηγάδια απύθμενα∙/ με αυτήν την αλήθεια/ να ξεκλειδώνεις τους ανθρώπους («Το παραπάνω»), ν’ απελπιζόμαστε αν επιμένεις να φοράς τη μάσκα («Μάσκα»). Οι σχέσεις είναι δύσκολες και οι προσπάθειες για τη διατήρησή τους αγωνιώδεις και επώδυνες∙ δεν τα καταφέρνουμε πάντα θα προεκτείνουμε καποιες αλήθειες, δεν θα τρίψουμε με γυαλόχαρτο ο ένας το πρόσωπο του άλλου, ο ειρμός της σκέψης σου/κάνει τους αρμούς να τρίζουν («Αλλαγές στον χώρο»). Τολμά να αγγίξει ακόμη και σχέσεις καταστροφικές με τραγική κατάληξη όπως αυτή του άνανδρου άντρα που επιβάλλεται στην αδύναμη γυναίκα Πρόστυχη νίκη μια πεθαμένη να κρατάς («Χωρίς Ανάσα»)
Ο τίτλος της τέταρτης ενότητας «Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή»,
μιλάει ο ίδιος. Η ύπαρξη μας δεν είναι τυχαία και δεν πρέπει να την αντιμετωπίζουμε σαν τέτοια. Το πέρασμά μας από τη ζωή πρέπει να σφραγιστεί από προσπάθεια για να έχει αξία αυτό το ταξίδι. Τη δύναμη για αυτή την προσπάθεια την αντλούμε από την αστείρευτη αγάπη για αυτήν η ζωή ναλυσσομανά μέσα μου, Ε,είναι μεγάλο κίνητρο ο έρωτας για τη ζωή («Γενέθλια»). Τίποτε δεν περισσεύει για να σπαταληθεί να αντιστέκομαι σε σπατάλες χωρίς νόημα(«Γενέθλια»). Η ισορροπία είναι το ζητούμενο Η ισορροπία είναι άθροισμα βημάτων, Η ισορροπία είναι θέμα χρόνου («Η ποδηλάτισσα») και η κίνηση νομοτέλεια είναι άλλωστε νομοτέλεια η κίνηση («Νομοτέλεια»). Η ελπίδα και το φως όμως βρίσκονται πάντα εκεί για όσους θέλουν να τα βρουν παίρνω το σχήμα ενός πουλιού/κι ελπίζω σε μια θάλασσα («Θάλασσα»), η επόμενη ανατολή θα φέρει πάλι φως («Νομοτέλεια»).
Συγχαρητήρια στις εκδόσεις Μανδραγόρα διότι πρόκειται για μια από τις πιο αξιόλογες, καλαίσθητες και σοβαρές δουλειές που έχουμε διαβάσει τελευταία.
Ευχαριστούμε την κα Δρούγκα για τη βαθιά ανθρωποκεντρική ποίησή της που μας αποκαλύπτει τη ζωή όπως είναι∙ αγωνιώδη, κοπιώδη, επώδυνη αλλά στο τέλος φωτεινή. Τι άλλο αξίζει περισσότερο από το φως!
Το μόνο πρόβλημα: προκαλεί προσδοκίες υψηλές για τις επόμενες εκδόσεις.

.

ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ 15/1/2023

Η ισορροπία είναι άθροισμα βημάτων

Κάθε λάθος κίνηση
δεν έχει δικαίωμα στην άνοιξη

παίρνω το σχήμα ενός πουλιού
κι ελπίζω σε μια θάλασσα.

Διαλέγω τέσσερις στίχους από τα δυο τελευταία ποιήματα της πρώτης ποιητικής συλλογής της Κλεονίκης Δρούγκα για να επιβεβαιώσω τη λιτή σαφήνεια αλλά και την καθαρότητα της γραφής: σαφώς ταξινομημένης, δίχως πλατειασμούς και λυρικές εξάρσεις, δίχως περιττά σχήματα, με τις λέξεις να ανακτούν το γνώριμο βάρος τους μέσα σ’ έναν μεστό ώριμο ποιητικό λόγο: μην επιτρέψεις στη θάλασσα να περάσει χωρίς νόημα/ μάθε να αναπνέεις στον βυθό/ είναι μια δεξιότητα/ στρέψε το βλέμμα σου/ δες τη χελώνα πώς σέρνει το δισάκι της/ αν έχει ο αέρας κάτι να πει/ ας μιλήσει τελευταίος («Θυμός»).

Η συλλογή οκλαδόν με τον χρόνο είναι χωρισμένη σε τέσσερις ενότητες. Πρώτη η «Θυμοσοφία» [η ιδιότητα του θυμόσοφου, αυτού που αντιμετωπίζει τα καθημερινά ζητήματα της ζωής με ψυχική ηρεμία και φιλοσοφική διάθεση]. Άξων δηλαδή κεντρικός η ζωή, όπως και στην τελευταία ενότητα που κλείνει το βιβλίο υπό τον τίτλο: «Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή». Στην ομάδα αυτή να εντάξουμε και την τρίτη ενότητα του βιβλίου: τις [ανθρώπινες] «Σχέσεις». Δηλαδή αρχή και τέλος στο υλικό που πραγματεύεται η Δρούγκα υπάρχει ως κεντρική αναφορά «η ζωή» και φυσικά η βασική παράμετρός της, ο άνθρωπος. Η ουσία της ποίησης. Απ’ την οποία εμφανώς παραλείπεται η άλλη συνιστώσα αυτή του θανάτου. Σημάδι ότι η συλλογή γράφεται «Με ύστατο εφόδιο τη νιότη» και τις ξεχορταριασμένες, άρα αισιόδοξες σκέψεις. Ακόμη και οι Εποχές, στη σχετική ενότητα ξεκινούν από το Φθινόπωρο για να καταλήξουν στο Καλοκαίρι.

Η μνήμη μάς ανήκει γράφει στον «Απολογισμό» η Κλ.Δρ. διατηρώντας σε όλο το βιβλίο το γνώριμο εύστοχο ύφος της, μια ενεργητική διάθλαση ρημάτων, τον ολοζώντανο λόγο της, στίχους που είτε θα χρειαστεί χρόνος ν’ αναλυθούν είτε θα επιλέξουμε απλώς να τους παραθέσουμε προκειμένου να μοιραστούμε την έκπληξη και την απόλαυση από κοινού. Κι αυτό είναι ποίηση: κάθε λάθος κίνηση/ δεν έχει δικαίωμα στην άνοιξη… Μετρά η βάρκα τα καλοκαίρια στα κύματα/ μετρώ τη ζωή με ένα λευκό καφτάνι… Μια έκρηξη μέσα της απανθρακωμένη… Πολιορκημένος ισότιμα από το μπλε του ουρανού… Η θάλασσα ηττημένη βάζει τα κλάματα… Μεσημέρι του Δεκέμβρη/ οι λουόμενοι ξεντύνονται τις αμαρτίες τους («Οι Χειμερινοί»). Δίχως να έχω επαρκές δείγμα ξέρω ότι η Κλεονίκη ασχολείται και με τον πεζό λόγο. Διαβάζοντας και την επόμενη νέα της συλλογή που θα κυκλοφορήσει τον Γενάρη του ’23 θα έλεγα πως ο λόγος της είναι κατεξοχήν ποιητικός: πύκνωση, δωρικότητα, ακρίβεια, ουσία, ευφυΐα, αισιόδοξη οπτική, εν ολίγοις σωθήκαμε από τους χιλιάδες κλαυθμούς και οδυρμούς, συστατικά για ορισμένους της ποίησης.

Η ποίηση θέλει μαεστρία. από την οξύνοια του λόγου και την εύστοχη αναδιάταξη των απλών λέξεων/ έξεων (βλ. η συνήθεια, η έξη, εκείνο που αποκτάται από τη συνεχή εξάσκηση, τη διαρκή άσκηση) προκύπτει η συγκίνηση και η ευχάριστη έκπληξη. Δυο δείγματα: το ένα αφορά το ξαφνικό πέρασμα από το γήρας στην ευχαρίστηση μέσω μιας παρήχησης του «γ» και του «σ»:

έχω δει ανθρώπους να γερνάνε αμετακίνητοι
το γλυκό το τρώω αργά
η γλώσσα μου κρέμεται και σαλιώνει το ελάχιστο
επιμένω στη σταγόνα που αιωρείται
ηδονή
–πολυτέλεια–
κάνω το τέρμα αρχή.

Συγκρατήστε την ακριβή περιγραφή και το σταδιακό πέρασμα εικόνων/συναισθημάτων/καταστάσεων. Από το ίδιο ποίημα «Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο» οι αμέσως προηγούμενοι στίχοι από αυτούς που μόλις ανέφερα περιγράφουν μια αυτονόητη κατάσταση στη διάρκεια του καθημερινού ύπνου μας: μια τόσο καίρια περιγραφή απλή και ταυτοχρόνως συμβολική:

αλλάζω θέση
η νύχτα απαιτεί χορό
στροφές από τη μία
στροφές από την άλλη

έχω δει ανθρώπους να γερνάνε αμετακίνητοι. Αμετακίνητοι στη δουλειά, στη σχέση, στην ψήφο, στην πληκτική καθημερινότητά μας. Ενώ όλοι ξέρουμε πως στη ζωή δυο πράγματα μένουν αναπόφευκτα αμετακίνητα: η ομάδα ποδοσφαίρου και η ομάδα αίματος. Όλα τ’ άλλα οφείλουν να αλλάζουν.

.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Γ. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ

Περιοδικό Μανδραγόρας 24/5/2022

Οκλαδόν με τον χρόνο είναι ο τίτλος της πρώτης ποιητικής συλλογής της Κλεονίκης Δρούγκα. Το εξώφυλλο κοσμεί το έργο του Paul Gauguin, «Arearea» (1892). Εμπνευσμένος από τη ζωή του ζωγράφου στην Ταϊτή, ο πίνακας έχει ως κεντρικό θέμα δύο νέες γυναίκες να κάθονται σε στάση οκλαδόν. Η πρώτη μας κοιτάζει κατάματα αν και κάπως εξεταστικά −υπό γωνίαν−, ενώ η δεύτερη, πίσω δεξιά της, είναι απορροφημένη παίζοντας ένα είδος φλογέρας. Στο πρώτο επίπεδο του πίνακα υπάρχει ένας σκύλος που, μάλλον αμέριμνος, έχει εισέλθει από τα αριστερά, ενώ στο βάθος τρεις γυναικείες μορφές μοιάζουν να μετέχουν σε κάποιο είδος λατρευτικής τελετής μπροστά σε ένα τοτέμ.

Αν και είναι η πρώτη συλλογή της Δρούγκα, θεωρώ ότι η γραφή της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ώριμη καθώς τα ποιήματά της φαίνεται ότι έχουν μεθοδικά σμιλευτεί: Οι εικόνες τους είναι γρήγορες, δοσμένες με οικονομία και με έναν ρυθμό καταιγιστικό ο οποίος, κατά μία έννοια, αντικατοπτρίζει τις αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου καθώς και τις ανησυχίες του σε μια εποχή που μόνο πηγή ανασφαλειών και διχαστική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί: «μέσα της στάζει όνειρα/ έξω της φορά φίλτρα/ ζυγίζει βλέμματα/ τρίβει λυχνάρια/ δύο ξέχωροι δείχτες/ το μέσα και το έξω» («Δείκτες», σ. 15).

Εύστοχη και η κατανομή των 25 ποιημάτων της συλλογής στις τέσσερις ενότητές της («Θυμοσοφία», «Εποχές», «Σχέσεις», «Να ξέρεις ότι προσπαθώ ζωή»), συνδηλωτικές αφενός της ανάγκης του σύγχρονου ανθρώπου να αντιπαλέψει τις νέες προκλήσεις που το δυστοπικό κλίμα της εποχής εκτοξεύει και αφετέρου να κατανοήσει τον ρόλο του και να αφήσει το αποτύπωμά του, μια ανάγκη παγιωμένη από τις πρώτες γραμμές της ιστορίας του. Ενδεχομένως δε, θα μπορούσε κάποιος αναγνώστης εύλογα να εικάσει ότι οι τίτλοι των ενοτήτων, αποτελούν τις θεματικές των ποιημάτων που ήδη η επόμενη συλλογή της Δρούγκα κυοφορεί (ή οι επόμενες, θα ευχηθούμε).

Κάποια από τα ποιήματα της ενότητας «Θυμοσοφία» («Μην κλωτσάς τη γάτα», «Δισταγμός», «Delete»), θα μπορούσαν να ανήκουν στην ενότητα «Σχέσεις» και το αντίστροφο («Μνήμη», «Το παραπάνω»). Μήπως όμως οι σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας δεν είναι ένας από τους παράγοντες που συμβάλουν στη θυμοσοφία μας; Είναι, επιπλέον, έντονος ο προβληματισμός της Δρούγκα σχετικά με το πόσο η τεχνολογία και γενικά οι νέες τάσεις της ζωής, έχουν επηρεάσει τις σχέσεις των ανθρώπων («Delete», «Από κοντά», «Μάσκα»).

Οι εικόνες των ποιημάτων και ειδικότερα η τοπιογραφία τους αποδίδονται λιτά, με λίγες λέξεις. Είναι σαν ένας ζωγράφος να αφήνει τα χρώματα ενός τοπίου σε κάποιον πίνακά του με κινήσεις γρήγορες μα σίγουρες, αλλά κατά έναν τρόπο μαγικό, οι λεπτομέρειες εμφανίζονται αμέσως μόλις ο καμβάς απορροφήσει το κάθε χρώμα: «μισός ουρανός μπλε, μισός γκρίζος/ δείχνει βροχή/ φτάνοντας στο μονοπάτι» («Η τελευταία φορά ποτέ δεν είναι τελευταία», σ. 23).

Αν ως Αλήθεια μπορεί να νοηθεί η απουσία λήθης, τότε μπορούμε να περιηγηθούμε με πολλούς τρόπους, σε ένα από τα αρτιότερα ποιήματα της συλλογής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Μνήμη»: «Πηγάδι από ψέματα η μνήμη/ σκύβεις να δεις τα αθέατα/ αγριόχορτα οι σκέψεις/ μέσα σου/ λείπει ένα μεσημέρι που σ’ εξαγόρασε/ ένα δειλινό που σ’ εγκατέλειψε/ ένα βράδυ που σε αρνήθηκε/ είναι κοντή η μνήμη […] μια πεθαμένη συντηρείς/ κάνεις πως αποσχίζεσαι/ σε θανατώνει.» (σ. 32).

Όταν το Ψέμα πρότεινε στην Αλήθεια να κολυμπήσουν μαζί σε ένα πηγάδι, εκείνη, αν και καχύποπτη, δεν φαντάστηκε ότι θα την ξεγελάσει βγαίνοντας και κλέβοντας τα ρούχα της. Τότε η Αλήθεια θυμωμένη βγήκε γυμνή απ’ το πηγάδι αναζητώντας το Ψέμα ώστε να πάρει πίσω τα ρούχα της. Ο κόσμος που την έβλεπε γυμνή, έστρεφε αλλού το βλέμμα του είτε από ντροπή είτε από θυμό. Έτσι, η Αλήθεια ντροπιασμένη, επέστρεψε στο πηγάδι και κρύφτηκε εκεί για πάντα, ενώ το Ψέμα έκτοτε γυρίζει ανενόχλητο και ντυμένο ως Αλήθεια, ικανοποιώντας τις ανάγκες και τη βολή του κόσμου που με κανένα τρόπο δεν θέλει να δει την Αλήθεια γυμνή. Το θέμα αυτό απέδωσε εύστοχα στον καμβά ο Γάλλος ζωγράφος Jean-Léon Gérôme (1896). (Ο Gérôme έφτιαξε τουλάχιστον τέσσερις πίνακες που προσωποποιούσαν την Αλήθεια ως γυμνή γυναίκα, είτε στο βάθος ενός πηγαδιού είτε τη στιγμή που βγαίνει από ένα πηγάδι. Έχει μάλιστα ειπωθεί ότι εμπνεύστηκε το θέμα του από έναν αφορισμό του φιλοσόφου Δημόκριτου: «Δεν γνωρίζουμε τίποτα στην πραγματικότητα, επειδή η αλήθεια βρίσκεται στον βυθό»).

Αναρωτώμενος κάποιος αναγνώστης για το αν το ποίημα μπορεί να ισχύσει και για τη συνολική μνήμη −ενός λαού ή μίας ομάδας ανθρώπων−, ενδεχομένως να έρθει αντιμέτωπος με δυσάρεστα συναισθήματα.

Μάλιστα, το μότο του επόμενου ποιήματος −από τον πρώτο στίχο του οποίου αντλεί και τον τίτλο της η συλλογή− μοιάζει να συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο: «Να έχεις στο μυαλό σου πως υπάρχουν πηγάδια απύθμενα·/ με αυτήν την αλήθεια/ να ξεκλειδώνεις τους ανθρώπους.» («Το παραπάνω» σ. 32).

Στα θετικά της συλλογής θα πρέπει να προσμετρηθεί και η διάθεση της Δρούγκα να σκηνοθετήσει τα ποιήματά της, ιδιαίτερα καθώς χρησιμοποιεί την αναδρομή (flashback). Έτσι, στο ποίημα «Ο απολογισμός» (σ. 19), μια βιτρίνα σε κάποια στάση λεωφορείων, γίνεται αφορμή για έναν απρόσμενο απολογισμό και για μία από τις καλύτερες καταληκτικές στροφές της συλλογής: «Στάση παλιά Σαλαμίνα/ στην ίδια βιτρίνα μπροστά/ μετρά τη ζωή της χωρίς να βγάλει λέξη/ η μνήμη τής ανήκει/ στο μεταξύ γάμος δουλειά/ καυγάδες αγκαλιές θλίψη χαρά/ μια έκρηξη μέσα της την αφήνει απανθρακωμένη». Κατά τον ίδιο τρόπο εντυπωσιάζει η σκηνοθεσία του ποιήματος «Γενέθλια» (σ. 39), στο πρώτο μέρος του οποίου, το ποιητικό υποκείμενο, διατρέχοντας ταχύτατα τις δεκαετίες, φτάνει στο παρόν όπου από τη μία καταγράφονται οι σκέψεις του ενώ ταυτόχρονα, σε δεύτερο πλάνο, η παρέα των καλεσμένων τραγουδά εν χορώ το ευχετήριο τραγούδι, λίγο πριν σβήσει τα κεράκια της τούρτας γενεθλίων· και όλα αυτά συμβαίνουν σε μισό περίπου λεπτό της ώρας.

Φτάνοντας στους τελευταίους στίχους της συλλογής, προσπάθησα να διακρίνω αν το μήνυμα που θέλει να μας αφήσει, είναι αισιόδοξο ή όχι: «μάταια βασανίζεσαι να ξεχωρίσεις τη ζημιά απ’ το κέρδος/ η επόμενη ανατολή θα φέρει πάλι φως» («Νομοτέλεια», σ. 42). Μάλλον ναι, είναι η απάντηση. Η Δρούγκα γνωρίζει ότι η ωριμότητα είναι δώρο που ούτε δεδομένο είναι, ούτε χαρίζεται, αλλά κατακτάται με αντάλλαγμα τη σκληρή προσπάθεια και τον χρόνο που αδειάζει στην κλεψύδρα μας. Άλλωστε ο τίτλος της τελευταίας ενότητας είναι «Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή».

.

ΕΛΕΝΗ ΛΟΠΠΑ

ΠΕΡΙ ΟΥ 11/6/2022

Η πρώτη ποιητική συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα, στην –όπως πάντα- εξαιρετικά επιμελημένη έκδοση του Μανδραγόρα, που το εξώφυλλό της κοσμείται με ένα χαρακτηριστικό έργο του Γκογκέν, αποτελείται από τέσσερις θεματικές ενότητες, με άνισο αριθμό ποιημάτων η καθεμία (δέκα, πέντε, έξι, τέσσερα). Συνολικά, λοιπόν, τα ποιήματα της συλλογής είναι 25.
Ο εύγλωττος τίτλος της συλλογής μάς παραπέμπει σε ένα παρατεταμένο λογάριασμα του ποιητικού υποκειμένου με τον χρόνο, ίσως γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο το επίρρημα «οκλαδόν», όπως οκλαδόν κάθονται και οι γυναίκες στον πίνακα του Γκογκέν στην εξωτική Ταϊτή, όπου ο χρόνος δεν πιέζει, αλλά κυλάει ήρεμα.
Σε όλες τις ενότητες της ποιητικής συλλογής παρατηρούμε μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων. Ξεχωρίζουν όμως τα θέματα που σχετίζονται με τον χρόνο, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη θάλασσα, το καλοκαίρι, τη ζωή. Άλλωστε, και οι τίτλοι των τεσσάρων ενοτήτων είναι χαρακτηριστικοί: Θυμοσοφία, Εποχές: Φθινόπωρο, Χειμώνας, Άνοιξη, Καλοκαίρι, Σχέσεις, Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή.
Τα δέκα ποιήματα της πρώτης ενότητας Θυμοσοφία (σελ. 11-20) έχουν ποικίλο περιεχόμενο και αφορούν: ασύμπτωτα αισθήματα (Μην κλωτσάς τη γάτα, σελ. 11), θυμό (Θυμός, σελ. 12), διλημματικές καταστάσεις (Δισταγμός, σελ. 13), απογοητεύσεις (Delete, σελ. 14), χαρακτήρες (Δείκτες, σελ. 15), μια ταινία (Τα μέρη μιας ταινίας, σελ. 16),τη σχέση με τη θάλασσα (Η φωνή της θάλασσας, σελ. 17), ανέλιξη (Η σκάλα, σελ.18), απολογισμό (Ο απολογισμός, σελ.19), συζήτηση με τον χρόνο (Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο, σελ. 20).
Στα ποιήματα αυτά παρατηρούμε, όπως και σε όλη τη συλλογή, μικρές, κοφτές προτάσεις, εναλλαγές ρηματικών προσώπων, αλλά κυρίως τη χρήση α’ και β’ ή γ’ ενικού, σπανιότερα α’ και γ’ πληθυντικού, μια πληθώρα ρημάτων, σχεδόν καταιγιστική (π.χ. Delete, σελ.14, Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο, σελ. 20), προστακτικές προτρεπτικές (π.χ. Θυμός «Μην αγνοείς τον θυμό σου», σελ. 12) αλλαγές χρόνων (όλη νύχτα/τώρα, το πριν και το μετά, άλλοτε/τώρα, σελ.13, 17, 19), χρήση ομόηχων λέξεων (π.χ. «οι τοίχοι, τα τείχη», «λίπη, λύπη», σελ. 14), περιγραφές προσώπων με αντιθέσεις (το μέσα και το έξω, σελ. 15), μεταφορές (π.χ. «Κάνεις χωριό με τη χίμαιρα», «Καταπίνω τη συνήθεια σε μικρά κομματάκια», σελ. 18, 20), προσωποποιήσεις (π.χ. «στο μπόι των λέξεων», «η μέρα αργοσέρνει δισταγμό», «Μετρά η βάρκα τα καλοκαίρια στα κύματα», σελ.12, 13, 17).
Η γυναίκα είναι το κεντρικό πρόσωπο των ποιημάτων της συλλογής: διστακτική ή αποφασιστική, απογοητευμένη ή συμβουλευτική, προκλητική ή επιφυλακτική, «απανθρακωμένη», αλλά και με επιμονή στις διεκδικήσεις της: ({…}Στάση παλιά Σαλαμίνα/στην ίδια βιτρίνα μπροστά/μετρά τη ζωή της χωρίς να βγάζει λέξη/η μνήμη της ανήκει/στο μεταξύ γάμος δουλειά/καυγάδες αγκαλιές θλίψη χαρά/μια έκρηξη μέσα της, την αφήνει απανθρακωμένη»/, (Ο απολογισμός, σελ. 19), αλλά και «{…}επιμένω στη σταγόνα που αιωρείται/ηδονή/-πολυτέλεια-/κάνω το τέρμα αρχή»./, (Αντικριστά στο τραπέζι με τον χρόνο, σελ. 20).
Από την ενότητα αυτή επιλέγω δύο χαρακτηριστικά ποιήματα. Το πρώτο, Δισταγμός (σελ. 13), είναι γραμμένο σε α’ ενικό πρόσωπο και φανερώνει τη διλημματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το ποιητικό υποκείμενο: «Θέλω να μιλήσουμε/έχω ετοιμαστεί/όμως φοβάμαι/πριν σου τηλεφωνήσω/φυλλομετρώ ξανά τις σημειώσεις/τις έγραφα/όλη νύχτα/συνδυάζοντας τις συλλαβές/τώρα που ο ήλιος επιμένει να βγει/η επιθυμία να κάνω ένα βήμα/υποχωρεί μέσα μου/έχει περάσει και η ώρα/η μέρα αργοσέρνει δισταγμό/δεν είμαι σίγουρη/να σου μιλήσω αν θέλω τελικά/». Το δεύτερο ποίημα, Delete (σελ. 14), με εναλλαγές α’ και β’ ενικού προσώπου, φανερώνει την απογοήτευση του ποιητικού υποκειμένου από τον εικονικό συνομιλητή της στο facebook, το ύφος είναι κοφτό, είναι χαρακτηριστικές οι άνω κάτω τελείες μετά τα ρήματα, στην αρχή και το τέλος του ποιήματος. Το ποίημα είναι διαρθρωμένο σε τρεις ενότητες και υπάρχει πληθώρα πρωτοπρόσωπων ρημάτων: «Κοινοποίησες: άσμιχτοι οι άνθρωποι σήμερα/ως πρόσφατα θα έγραφα κάτι/βαθύ και φιλοσοφικό//Κοιτάζοντας τον «τοίχο» σου/το τοπίο σου/το πρόσωπό σου/βρέθηκε στη λαβή του σπαθιού το χέρι μου/στριφογύρισα τη γλώσσα μου/αναστέναξα/απομάκρυνα το βλέμμα/μη λιγοστέψω τα αισθήματα/γυρνώντας πίσω/καλώς δεν σχολίασα/οι «τοίχοι» -και τα τείχη- πέφτουν/αθόρυβα μες στη νύχτα/μετάνιωσα όμως/που τόσο σπάταλα/έτρεφα το εγώ σου/πότιζα τις επιθυμίες σου/κι άφηνα πεινασμένες τις δικές μου/στην άκρη της ζωής//Αποφάσισα: θα γίνουμε άγνωστοι μεταξύ μας/και σε διέγραψα./».
Η δεύτερη ενότητα, Εποχές (σελ. 23-27), που αποτελείται από πέντε ποιήματα, αναφέρεται στις εποχές, αλλά κυρίως στο καλοκαίρι. Είναι διάστικτη από μεταφορές: (π.χ. «σκοντάφτει στην παιδική του ηλικία/ανοίγει ένα θυρόφυλλο στη μνήμη/», «Πολιορκημένος ισότιμα από το μπλε του ουρανού» (σελ. 24), «οι λουόμενοι ξεντύνονται τις αμαρτίες τους», «αλέθουν στα κύματα τα πάθη» (σελ. 25), «Στην αρχή θρηνείς την άνοιξη που αγάπησες», «Ανοίγεις τους μεντεσέδες της ψυχής», «Φοράς το περιδέραιο του μπλε», (σελ. 26), «Ξεπλένω τον χειμώνα/στα νερά του Αιγαίου», «κι αποδίδω στο όνειρο τα εύσημα», «απλώνω με μανταλάκια μια ιστορία», (σελ. 27). Προσωποποιήσεις (π.χ. «η θάλασσα βάζει στοίχημα με τον καιρό», «η θάλασσα ηττημένη βάζει τα κλάματα», (σελ. 24), «ταϊζουν δυο αδέσποτα στην αφή του ανάπηρου ήλιου», (σελ.25), «ζέστανε ο καιρός τα όνειρα», (σελ.26), «Ακούω τα κύματα που σκάνε θυμωμένα στον βράχο/αναζητώντας ένα πλανόδιο φεγγάρι/», (σελ. 27). Στο ποίημα Οι Χειμερινοί (σελ. 25), στον τρίτο στίχο από την αρχή, «-χωρίς αιδώ-» και στον τρίτο στίχο από το τέλος, «-χωρίς εδώ-», έχουμε ένα παιχνίδι λέξεων.
Από την ενότητα αυτή επιλέγω το ποίημα Αλμύρα (σελ. 26), που είναι ένας ύμνος για το καλοκαίρι: «Στην αρχή θρηνείς την άνοιξη που αγάπησες//ύστερα σου επιστρέφεται η χαρά/χάδια στα στάρια που σηκώνουν κεφάλι/θάρρος στη σκιά/τραγούδι στα κύματα/κάνεις κότσο τα μαλλιά/φυτεύεις την αλμύρα μέσα/να μη στεγνώσει/κανονίζεις μεγεθυμένο καλοκαίρι/Ζωγραφίζεις στην άμμο/σχήματα ελευθερίας/Ανοίγεις τους μεντεσέδες της ψυχής/με δυο φωνήεντα χαράς/Φοράς το περιδέραιο του μπλε/στο ηλιόφως/Ζέστανε ο καιρός τα όνειρα/Άνοιξες το πουκάμισο//Τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά το καλοκαίρι.»
Η τρίτη ενότητα, Σχέσεις (σελ. 31-36), αποτελείται από έξι ποιήματα, όλα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, που αναφέρονται στις διαπροσωπικές και κυρίως στις τραυματικές ερωτικές σχέσεις και εκφράζονται σε α’, β’ και γ’ ενικό πρόσωπο, αλλά και σπανιότερα σε α’ πληθυντικό. Είναι διάστικτα και τα ποιήματα αυτά από μεταφορές, προσωποποιήσεις και καταιγισμούς ρημάτων. Στο πρώτο ποίημα της ενότητας («Από κοντά, σελ. 31), ξετυλίγεται η μοναξιά του ποιητικού υποκειμένου μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, που όμως τελικά υποκύπτει στην άνοιξη, «με ύστατο εφόδιο τη νιότη» που «ξεχορταριάζει τις σκέψεις» και «παίρνει το ρίσκο στις αλληλογραφίες του έρωτα». Το ποίημα αρθρώνεται σε δύο στροφές, με έντονες προσωποποιήσεις, όπου η πρώτη στροφή αποτελεί τη θέση/κατάσταση του ποιητικού υποκειμένου, ενώ η δεύτερη την άρση/αντίθεση, που εισάγεται με μια ερώτηση: «Περνά όλο το απόγευμα υπακούοντας/σε εφαρμογές και άλλα τέτοια εικονικά/Κρυώνουν τα όνειρα χωρίς επαφή/θαμπώνει το βλέμμα μπροστά στην οθόνη/το σώμα παίρνει άλλο σχήμα/γερνά η άνοιξη/βουρκώνει η χαρά/βουρκωμένη εποχή//Πώς να ξεφύγεις, όμως, από τον ήλιο της άνοιξης/που επιμένει να περνά από τις χαραμάδες/{…}», («Από κοντά, σελ. 31). Στα άλλα ποιήματα της ενότητας το ποιητικό υποκείμενο, με μια καταιγίδα ρημάτων, σε β’ και γ’ πρόσωπο, εγκαταλείπεται στη δίνη της μνήμης (Μνήμη, σελ. 32), προσπαθεί ν’ αγγίξει την ψυχή του, καθισμένο «οκλαδόν με τον χρόνο», (Το παραπάνω, σελ. 33), αηδιάζει από την υποκρισία, τη μάσκα των άλλων, (Μάσκα, σελ. 34), πάσχει από τη θλιβερή ρουτίνα και τα ψέματα της συζυγικής ζωής, που δεν σώζεται με όσες αλλαγές κι αν γίνουν στον χώρο, (Αλλαγές στον χώρο, σελ. 35): «{…}θα παρακολουθήσουμε το βράδυ δελτία καιρού/κι εκεί που όλα τα σκεφτήκαμε/παίρνεις μάταιη εκδίκηση από την πόρτα/ψιθυρίζεις πως το σπίτι είναι παλιό/μυρίζει ρουτίνα/ο ειρμός της σκέψης σου/κάνει τους αρμούς να τρίζουν/καρφώνω το βλέμμα πάνω σου/πίσσα σκοτάδι έξω», πεθαίνει από τον στανικό, επιβεβλημένο έρωτα που γίνεται θηλιά στον λαιμό (Χωρίς ανάσα, σελ. 36). Επιλέγω δύο από αυτά: Στο πρώτο, Μνήμη (σελ. 32) δίνεται στο μεγαλύτερο μέρος του ποιήματος (με δεκαέξι στίχους) και με μια τολμηρή προσωποποίηση, ένα εξαντλητικό πορτρέτο της μνήμης και της δράσης της, με έντεκα συνεχόμενα ρήματα, ενώ στους τελευταίους πέντε στίχους παρουσιάζεται με ενεργητικά και παθητικά ρήματα το αποτέλεσμα της μνήμης στο ποιητικό υποκείμενο: «Πηγάδι από ψέματα η μνήμη/σκύβεις να δεις τα αθέατα/αγριόχορτα οι σκέψεις/μέσα σου/λείπει ένα μεσημέρι που σ’ εξαγόρασε/ένα δειλινό που σ’ εγκατέλειψε/ένα βράδυ που σε αρνήθηκε/είναι κοντή η μνήμη/σε βάζει σε κίνδυνο/φλερτάρει με την προδοσία/αφήνει τα ίχνη της σαν φίδι στην πέτρα/τρέφεται με ό, τι της δίνεις/ερωτεύεται την ασάφεια/αψηφά την αλήθεια/ανασταίνει φθερμένες σχέσεις/πετά ψίχουλα νοσταλγίας/σπαταλιέσαι/αυταπατάσαι/μια πεθαμένη συντηρείς/κάνεις πως αποσχίζεσαι/σε θανατώνει/».
Το δεύτερο ποίημα είναι το σπαρακτικό Χωρίς ανάσα (σε. 36), όπου με εναλλαγές της αντωνυμίας, εκείνος/εκείνη, το ποιητικό υποκείμενο/γυναίκα, που «μύριζε ευτυχία και υποταγή», λιώνει τελικά κάτω από την «αίσθηση ηγεμονίας» του άντρα. Όπως όμως ακούγεται στον καταληκτικό στίχο, «Πρόστυχη νίκη μια πεθαμένη να κρατάς»: «Και χωρίς να το καταλάβει/γύρω από μια συστάδα σκλήθρες στο γερασμένο φως του ήλιου/την έσφιξε πάνω του δυνατά/ποθούσε τη γεύση της/Την ψαχούλεψε ιδρωμένα/εκείνη αφέθηκε στα χέρια του με ένα τρεμούλιασμα/πρόθυμη να λιγοστεύει στη γαμήλια γιορτή/Μύριζε ευτυχία και υποταγή/σιγοτραγουδούσε/Εκείνος φίλησε τον λαιμό της με αίσθηση ηγεμονίας/εκείνη θέλησε να του δείξει/ότι πασχίζει ν’ αναπνεύσει κι άρχισε να βγάζει βογγητά/Έκανε μια προσπάθεια να ξεφύγει/εκείνος πάλι δεν κατάλαβε/την έσφιξε ακόμα πιο δυνατά/με αγάπη σβέλτη που δεν αφήνει περιθώρια ήττας/και τότε εκείνη σταμάτησε να αντιδρά/ένιωσε –για λίγο- να αιωρείται και να λικνίζεται/μετά σωριάστηκε σαν κούκλα κάτω/Πρόστυχη νίκη μια πεθαμένη να κρατάς».
Η τελευταία ενότητα, Να ξέρεις ότι προσπαθώ, ζωή (σελ.39-42), αποτελείται από τέσσερα ποιήματα που ανταποκρίνονται απόλυτα στο νόημα του τίτλου. Το ποιητικό υποκείμενο περνάει μέσα από διάφορες κρίσεις: ηλικίας (Γενέθλια, σελ. 39), ισορροπίας (Η ποδηλάτισσα, σελ.40), της κόντρας στις ριπές του ανέμου (Θάλασσα, σελ. 41), της μάταιης προσπάθειας να ξεχωρίσεις τη ζημιά απ’ το κέρδος (Νομοτέλεια, σελ.42) και τελικά, μέσα από την προσπάθεια, κερδίζει τη ζωή.
Και στα τέσσερα ποιήματα κυριαρχούν τα ρήματα, οι μεταφορές και οι προσωποποιήσεις. Στο πρώτο ποίημα, Γενέθλια, είναι ενδιαφέρων ο εσωτερικός μονόλογος της ηρωίδας, που γιορτάζει τα γενέθλιά της και κάνει τον απολογισμό της ζωής της, σε συνδυασμό με το γνωστό τραγούδι των γενεθλίων που ακούγεται εξωτερικά. Τελικά όμως κερδίζει ο έρωτας για τη ζωή, καθώς σκέφτεται: «{…}Αν υποχωρήσω τούτη τη στιγμή, η πτώση δεν θα ’χει σταματημό/Ε, είναι μεγάλο κίνητρο ο έρωτας για τη ζωή/φυσώ τα κεράκια». Στο δεύτερο ποίημα, Η ποδηλάτισσα, έχουμε μια πληθώρα δεκαπέντε ρημάτων σε γ’ ενικό πρόσωπο που φανερώνουν τη δίψα της ποδηλάτισσας για τη ζωή: ρουφά τη ζωή, ξεγελά τις σκέψεις, ξεσκονίζει τις εμμονές, κάνει τις μνήμες λιγότερο αιχμηρές, έρχεται πιο κοντά στην παραλία, με κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο, να πέσει. «{…}Κι αν αφεθεί να πέσει/σε δρόμο με χαλίκια;/Θα μάθει/Η ισορροπία είναι άθροισμα βημάτων/Θα αναμετρηθεί/Η ισορροπία είναι θέμα χρόνου/θα περιπλανηθεί/θα ψάξει/θα αρνηθεί/μπορεί και να χαθεί/». Η ποδηλάτισσα παίρνει το ρίσκο, ακόμα κι αν υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί, θα προσπαθήσει ως το τέλος. Το ίδιο αισιόδοξο μήνυμα έχουμε και στην κατακλείδα του επόμενου ποιήματος, Θάλασσα, που αρχίζει με δώδεκα ρήματα σε α’ ενικό πρόσωπο, ακολουθούν εναλλαγές προσώπων, γ΄ πληθυντικό, γ’ενικό, γ’ πληθυντικό, για να καταλήξει και πάλι στο α’ενικό: Παίρνω βαθιά αναπνοή/ στον δρόμο του χρόνου/ τον ξορκίζω και τον διανύω/ ακολουθώ τη ρότα κόντρα στις ριπές του ανέμου/ σημαδεύω παπαρούνες/ ζωγραφίζω στιγμές/μια στιγμή τρέχω/την άλλη διστάζω/ποδηλατώ/ακροβατώ/ονειρεύομαι/ {…}κάνω πεταλιές γι’ αλλού/{…}ξεκινώ για τ’ άβατα/παίρνω το σχήμα ενός πουλιού/κι ελπίζω σε μια θάλασσα».
Στο τελευταίο ποίημα της ενότητας και της συλλογής, Νομοτέλεια, ηχεί και πάλι στο τέλος το ίδιο αισιόδοξο μήνυμα: «η επόμενη ανατολή θα φέρει πάλι φως», που μας θυμίζει τη γνωστή φράση της Σκάρλετ στο Όσα παίρνει ο άνεμος, «Αύριο ξημερώνει μια άλλη μέρα». Εναλλάσσονται και εδώ τα ρηματικά πρόσωπα, α΄ ενικό (Χαζεύω, φλερτάρω, σμίγω, αγγίζω, χαμογελώ), γ΄ ενικό (φίλησε, σωριάστηκε, πρόδωσε, αντάλλαξε, ευγνωμονεί) και καταλήγει στο β΄ενικό της φιλοσοφικής σκέψης : «{…}δεν θέλει σοφία να καταλάβεις/το ένα διαδέχεται το άλλο/κι όπου η ψυχή κατοικεί μια φορά/την άλλη παγιδεύεται αλλού/σε νέο ήλιο/είναι άλλωστε νομοτέλεια η κίνηση/ελευθερία/μάταια βασανίζεσαι να ξεχωρίσεις τη ζημιά απ’ το κέρδος/η επόμενη ανατολή θα φέρει πάλι φως/».
Ολοκληρώνοντας την περιδιάβαση στα ποιήματα της ποιητικής συλλογής της Κλεονίκης Δρούγκα, λίγα στον αριθμό και φαινομενικά απλά, αισθάνομαι πολλαπλά κερδισμένη: από τον φιλοσοφικό στοχασμό τους, τον καταιγιστικό γλωσσικό πλούτο τους από ρήματα, εικόνες, μεταφορές, προσωποποιήσεις και, κυρίως, από το αισιόδοξο τελικά μήνυμά τους για τη ζωή. Η γυναίκα ως ποιητικό υποκείμενο, πάσχει, αγωνιά, αμφιταλαντεύεται, διστάζει, απολογίζεται, αλλά και τολμά, διαγράφει σχέσεις και παρελθόν, επιμένει και κερδίζει τη ζωή. Σε ένα μόνο ποίημα η υποταγμένη, η παραιτημένη γυναίκα, που δεν τολμά να αντιδράσει δυναμικά, χάνει τη μάχη για τη ζωή. Είναι κι αυτό ένα μήνυμα. Η συλλογή της Κλεονίκης Δρούγκα μας δίνει την ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω στις σχέσεις μας με τους άλλους, στη σχέση μας με τη φύση, στη σχέση μας με τη μνήμη και τελικά πάνω στη στάση μας απέναντι στον κόσμο και ό,τι μας περιβάλλει. Είναι μια ποιητική συλλογή που αξίζει τη στοχαστική μας ανάγνωση.

.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΡΙΣΤΟΣ

TETRAGWNO.GR 13/6/2022

Η ποίηση της Κλεονίκης Δρούγκα διαπνέεται από την αισθητική του περιορισμού και της οριοθέτησης. Ο στόχος της αποτύπωσης εικόνων και αφηγήσεων, δεν θέτει ως αφετηρία τη ματαιότητα των σκοπών, αλλά διεκπεραιώνει πολλαπλά μοτίβα τής οικειοθελούς ανάγνωσης των προσώπων ως καθρέφτες δηλωτικής ανατροφής των ενστίκτων. Βαθιά υπαρξιακή η ποίησή της, πλαισιώνει κινήσεις στον χώρο, αυταπάτες και ψευδαισθήσεις στον χρόνο και εναποθέτει στον εκάστοτε πρωταγωνιστή την πρωτοβουλία των κινήσεων, σε μία σκακιέρα κορυφώσεων. Πράγματι, ο μελετητής της ποιητής συλλογής με τίτλο «οκλαδόν με τον χρόνο», έρχεται αντιμέτωπος με τα πορίσματα μιας πορείας διακλαδώσεων. Η δημιουργός επιστρέφει από το παρελθόν σε ένα παρόν μετρημένων αντοχών, για να προσδώσει κύρος σε μία μελλοντική αφαίμαξη προοπτικών. Με άλλα λόγια, γνωρίζει να εφάπτεται με τον χρόνο, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία οι αιτιάσεις της ζωής δεν καρποφορούν στη συνείδηση του δρώντος υποκειμένου, ως πτυχές της εξωτερικής πραγματικότητας. «μην επιτρέψεις στη θάλασσα να περάσει χωρίς νόημα» (σελ. 12) και βυθίζεται από στίχο σε στίχο, ολοένα, σε έναν κόσμο ολικής δράσης και αντίδρασης, προκειμένου το αυθεντικό σημείο πορείας των πραγμάτων να ταυτιστεί με τη βούληση για ζωή. Η τελευταία, δεν ορίζεται από τα χνώτα τής υφιστάμενης προσδοκίας για θετική απόληξη των βαθύτερων επιθυμιών. Αντίθετα, στέκεται μετέωρη ανάμεσα στο Εγώ και στο Εσύ, καθώς μέσα από το εκάστοτε τρίτο πρόσωπο αναγνωρίζει πεπραγμένα της προσωπικής της διαδρομής. Στο τέλος αυτής, διαπιστώνει την ατροφία των ζωτικών της επιθυμιών, καθώς αγωνίζονταν να δικαιώσει τις επιλογές των συνομιλητών. Αναμετράται με τις συμβατικές ερμηνείες της καθημερινότητας και μεταθέτει την επίλυση του Γόρδιου δεσμού στα νοητικά και συναισθηματική σχήματα των λεκτικών αινιγμάτων. Μεταθέτει, επομένως, την ευθύνη για την κατάληξη της απόπειρας, στην ατομική έκφραση των εναλλακτικών μορφών υιοθέτησης του παρόντος, ως προέκταση ενός μέλλοντος που τείνει να αφουγκραστεί τις αγωνίες στο διάβα τού χρόνου.

Η ζωή καθίσταται πεδίο αναφοράς και συγκρούσεων. Δεν είναι η ζωή, αυτή καθαυτή, που κεντρίζει το ενδιαφέρον για προσμονή, αλλά η απολογία ενός συμβάντος (επί της ουσίας πολλαπλών, διαδοχικών ή διακεκομμένων ενεργειών) το οποίο μετασχηματίζει τη μνήμη σε διεργασίες μίας απρόσμενης συμφιλίωσης μεταξύ του χρονικού και χωρικού ορίζοντα θέασης των πραγμάτων. Δεν είναι η ίδια που κάθε φορά εξηγεί τα δεδομένα· είναι η ταυτότητα της πρόσληψης η οποία προσαρμόζεται στις διαφοροποιήσεις των συντομεύσεων και διακρίνει την περιοχή δράσης από την περιοχή απομόνωσης. Διότι, η ποιήτρια τεκμηριώνει την προσωπικότητα του θεατή ως υποψήφια μορφή πολλαπλασιασμού των εικόνων μίας επικείμενης απομάγευσης. Δεν λησμονεί, ωστόσο, να προστρέξει στο πλευρό του, αγωνιζόμενη όχι για την επιτυχία, αλλά για την κορύφωση μίας εξελικτικής πορείας· πορείας, που δεν αργεί να συμβιβαστεί με την απώλεια και το τέλος. Σε αυτήν την στροφή τής ιστορίας, δίχως να καταλαγιάζει, στη νοηματοδότηση της πνευματικής εγρήγορσης, ο πόνος της ήττας, η δημιουργός καταμετρά κέρδη και ζημιές. Για να καταλήξει στο τελικό της συμπέρασμα, ενεργοποιεί τον έρωτα ως σημείο σταθμό στην αποξένωση. Εδώ, η ποιήτρια σχηματοποιεί την αποξένωση ως μνημείο ελευθερίας. Δεν στιγματίζει τα συνθετικά της υλικά ως δεδομένα μέτρα στάθμισης των προσώπων. Αντίθετα, αναγνωρίζει την αναγκαιότητα υπέρβασης και προσδίδει περιεχόμενο σε μία καθολική αποδοχή του αιτήματος για ελευθερία μέσα από την υιοθέτηση της προσμονής του εκάστοτε τρίτου προσώπου. «Ζέστανε ο καιρός τα όνειρα/Άνοιξες το πουκάμισο» (σελ. 26) και όση ώρα ξεδιπλώνει το στοιχείο του ρεαλισμού στην εικονοποιία, τόσο αναδεικνύει την ερωτική πρόθεση ως προμετωπίδα μίας εξαντλητικής μεν, αποφασιστικής δε, αλήθεια των συναισθηματικών αντιρρήσεων.

Και όταν καλείται να αντικρίσει το μέγεθος της δυναμικής του αποτελέσματος, ενώπιον ενός άξονα περιορισμών, υπερβαίνει τον χρόνο μέσα από τις χωρικές διαστάσεις της ύλης. Δεν ματαιώνει τις προσδοκίες των συμπρωταγωνιστών του θεάματος. Αντίθετα, σπρώχνει τις αντιδράσεις στις ακραίες τους αντηχήσεις, έως ότου καρπωθεί την ατέλεια σώματος και πνεύματος στη σμίκρυνση των συναισθημάτων. Δηλαδή, επενδύει στις ανθρώπινες σχέσεις ως δείγμα τής προσωπικής της αναλογίας με τις συσπάσεις της φύσης, καθώς ανατρέπει τα δεδομένα στις συμβατικές μετρήσεις των καιρών και υψώνει το μέγεθος αποδοχής πάνω από τις οπτικές των ανθρώπων. Προσθέτει υπεραξία στον έρωτα και προσωποποιεί τις ανθρώπινες σχέσεις, διατηρώντας ως μοτίβο αναφοράς την έννοια και την αναγκαιότητα της ισορροπίας. Πράγματι, ο βηματισμός τον οποίο περιγραφικά αποτυπώνει στις σελίδες της ποιητικής συλλογής, διάκειται από στάσεις ζωής υπό αμφισβήτηση και σε διάρκεια. Καλείται να πληροφορεί τη ζωή μέσα από τις αλλεπάλληλες πτώσεις έως ότου υψώσει το ανάστημά της σε έναν κόσμο που μικραίνει ολοένα περισσότερο στις προτάσεις της ελευθερίας. Κεντρίζει τις συνειδήσεις η Κλεονίκη Δρούγκα και αναταράζει την εσωτερική αβεβαιότητα, διατηρώντας ακάθεκτη τη βούληση για ζωή. Υπό μία έννοια, αντικρίζει νομοτελειακά τις διακυμάνσεις της χρονικής ακολουθίας των γεγονότων, παρακολουθώντας τες από απόσταση. Ενέχει έντονους ψυχαναλυτικούς προσδιορισμούς στις εικόνες των στίχων της και για τον λόγο αυτό, βαστώντας την πρόθεση της δικαίωσης ενός άτιτλου αγώνα επιβίωσης, η ίδια απλώνει τη σκέπη των αισθητικών και νοητικών διαπλάσεων σε μία πρώιμη δειγματοληπτική καταγραφή, προτού μεταβεί συγκροτημένα και συντεταγμένα στην απογραφή των αθέατων πτυχών της σκέψης.

.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΚΡΙΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

Ενδιαφέρουσα η συλλογή, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πως είναι η πρώτη. Υποψιασμένη, οσμίζεται καλά τα μυστικά της δημιουργίας. Έρωτας, χρόνος, μνήμη, απώλεια και φθορά, ελπίδα, ήλιος και θάλασσα: θέματα και σύμβολα. Ωραία ποιήματα, αρκούντως αφαιρετικά, με πρωτότυπες εκφράσεις, που απογειώνουν τη σκέψη και τη φαντασία…

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο με φρέσκια ματιά πάνω στα θέματα που πραγματεύεται, με ανοίκειες εικόνες, με συνειρμούς και μεταφορές που σε εκπλήσσουν, με ευφυή λογοπαίγνια εκεί όπου χρειάζεται, με αισιόδοξες αχτίδες που διαπερνούν τη μελαγχολία των σκοτεινών πλευρών της ζωής…

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΤΣΗΣ

Τα ποιήματα είναι γραμμένα με το σύγχρονο τρόπο. Θα έλεγα πως τα διακρίνει, η απλότητα στην διαμόρφωση, οι στίχοι είναι μικροί συνήθως, η απουσία των πλατειασμών, αφού η κάθε νοηματική ενότητα ξετυλίγεται με δύο η τρεις το πολύ στίχους, τα σχήματα λόγου δεν κουράζουν, αν και τα συναντάς σε κάθε στίχο, η ύπαρξη διαύγειας νοημάτων, με την έννοια πως η ποιήτρια δεν αφήνεται στο ποιητικό κενό, αλλά ελέγχει καθαρά τον στίχο και το ποίημα…

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.