Η Νίνα Αλέξη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία από Έλληνες γονείς με ποντιακές ρίζες. Σπούδασε στο Λονδίνο παραστατικές τέχνες, θέατρο, χορό και δημιουργική γραφή με υποτροφία της αγγλικής κυβέρνησης.
Εργάστηκε στο θέατρο στην Αγγλία και στην Ελλάδα. Αρχισυντάκτρια στα Νέα ταυ Λονδίνου (1988-1992) και ανταποκρίτρια για τα Νέα του Λονδίνου στην Αθήνα (1992-1995). Επί μακρόν καθηγήτρια θεατρικής αγωγής στη Λακωνική
Σχολή, υπεύθυνη διδασκαλίας στα παιδιά των Ρομά, καθώς και σε προγράμματα καταπολέμησης κοινωνικού αποκλεισμού (ΚΕΚ Ιάσων). Έδωσε διαλέξεις και συμμετείχε σε συνέδρια όπως στο Environmental Forum στο Λονδίνο (1985 1995) για το θέατρο και την ελληνική ποίηση στην Ομηρική Ακαδημία (Χίος 2000), στο Διδασκαλείο Ξένων Γλωσσών του ΕΚΠΑ και αλλού.
Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί στα: Οικουμενικός ελληνισμός, Δευκαλίων ο Θεσσαλός, Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας Χάρη Πάτση, τόμ.29 (2017)· στα συλλογικά έργα: Τα ποιήματα του 2017 (επιμ. Κ. Μπούρα και Ηλ. Κεφάλα, 2018), Συνομιλώντας με τον Νίκο Καζαντζάκη (επιμ. Καίτη Κουμανίδου, 2018) “Tο άλλο μισό του ουρανού, Ελληνίδες Ποιήτριες του Εικοστού Αιώνα”, επιμ. Στ. Γκιργκένης, Σ. Παστάκας, Ζήτρος 2021, Εncyclopedia of World Poets Association, 2021, “Mediterranean Waves”, Silk Rd Literature Series, Cairo 2021,Επιμ. Α. Yazid, Διεθ. Επετ. Ανθoλ. “200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821”, επιμ. Αικ. Βλαχοπούλου-Μπατάλια, Καμπύλη (2021), “Σύγχρονοι Έλληνες Ποιητές”,επ. B. Kαρατάσιου-Τσιώλη, Παππάς (2020), “Ποιήματα της κρίσης 2008-2018” επιμ. Κ. Μπούρας, ” Ιωλκός (2020), «Συνομιλώντας με τον Τ. Λειβαδίτη» 2019, «Συνομιλώντας με τη Σαπφώ» 2021 επ. Κ. Κουμανίδου, Β. Δρακουλαράκου, Λύχνος 2021, The Candles of hope, Tunisia 2021,επιμ.Α. Gasmi “Ανθ. Ερωτ. Ποίησης (2020 & 2021)”,επ. Π.Ζαλώνη Βεργίνα, και σε πολλά ηλεκτρονικά περιοδικά.
Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στην αγγλική, γαλλική, ιταλική, ισπανική, βεγγαλική και αραβική γλώσσα.
Μέλος του ΣΕΗ, Κέντρου Σημειολογίας Θεάτρου, ΔΕΕΛ, συνεργάτης του Ινστ. Ελληνοανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (IGOAS), μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής του Kέντρου Ιωάν. Καποδίστριας, UNESCO κ.α Το ποίημα «Πόντια μάνα» έλαβε το Α΄ Βραβείο Ποίησης στην ποντιακή διάλεκτο από το λογοτεχνικό περιοδικό Κελαινώ, (2019), τιμητική διάκριση στον διεθνή διαγωνισμό Concorso Internazionale di Letteratura II Sigillo di Dante (con una menzione d’onore) 2020.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Περιπέτεια στο δάσος (2002),
Ανάσταση αγάπης (2004),
Γυναίκες σε κόκκινο φόντο (2005) [και σε γαλλική μετάφραση Des Femmes
sur unfond rouge (2012)],
Aviv Ιξελά (2017),
Ο Διονύσιος Ταβουλάρης (1840-1928) και η συμβολή του στην “Αιγυπτίαν Σκηνήν” (1864-1913),
Graeco Arabica XII (2018),
Άνω θρώσκω (2019)
Ελληνικές θεατρικές παραστάσεις στην Αίγυπτο (1864-1903). Ιδεολογικές τάσεις και αισθητική αντίληψη (υπό έκδοση).
Αΐδιος μνήμη (Αλεξάνδρεια 2022)
.
.
ΑΪΔΙΟΣ ΜΝΗΜΗ (2022)
ΥΠΑΡΞΗ
Θέλω να σε ξελογιάσω
τους χυμούς σου να πιω
σα λεμονόκουπα να σε ξεζουμίσω
στα μαλλιά σου τα μακριά
να κρατηθώ
να ζήσω Ελεύθερη
όπως εγώ επιθυμώ
θέλω να στίψω κάθε επιθυμία
που στην καρδιά μου φυλώ
κάθε δευτερόλεπτο να ’χει σημασία
να έχω λόγο για την ύπαρξή μου
σ’ αυτή τη διάσταση
που βιώ.
Αθήνα 2015
ΠΡΩΙΝΕΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Στον Τάσο Λειβαδίτη
Με αγαστή στιλπνότητα
τα πρωινά, αδιάκοπα
όνειρα λαξεύαμε
δίχως πανιά κι ούριο άνεμο.
Τη νύχτα, έσπρωχνα
γοργά να ‘ρθει
τα όνειρα να εκπληρώσουμε
θυσιαζόμαστε μες στη φωτιά
του έρωτά μας.
Περιπλανώμενοι ταξιδευτές
σ’ ερωτικά κελεύσματα
σ’ απόκρυφα υπόγεια
ρημαγμένα μονοπάτια πήραμε
γλίστρησαν στο όνειρο.
Θέλω ν’ αντέξω τις σιωπές σου
όταν δραπετεύεις, μου λες
τους εφιάλτες μου να καταραστώ
ν’ αναμετρηθώ με τους θεούς.
Σήμερα κηδεύω
τις πιο σκοτεινές σκέψεις μου
εξοστρακίζω τα πάθη μου
αφαιρώ τις δονήσεις της ψυχής μου
να ελευθερωθώ.
Απεγνωσμένος από την απουσία σου
μου λείπεις
τα νύχια μπήγω βαθιά στο δέρμα
σκιάχτρα παντού με μαστιγώνουν
κι εσύ, αγάπη μου, μη φοβηθείς…
Θα γλείψω τις πληγές σου
τον πόνο σου δικό μου κάνω
το φιλί σου προσμένω
η μόνη προσευχή που σώζει τη ζωή
τον κόσμο ολάκερο.
Αθήνα 2018
ΙΧΝΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΑΠΦΩ
Στον Δημήτρη Ράτσικα
VI
Άφθιτοι οι στίχοι σου,
στις θημωνιές τ’ ουρανού ανθοβολούν
άγνωρα μονοπάτια εξυφαίνουν
άλλοτε θάλπος που αράθυμα
σαγηνεύουν το μυαλό
τα στήθη καρπίζουν
κι άλλοτε άλγος
που παγώνει την καρδιά
την αγάπη σκοτώνει
την παίρνει μακριά.
Ποιήτρια θαυμαστή, ευθύγνωμη
αιώνια και τιμημένη
μετά το θάνατό σου
αγάλματά σου εστήθησαν
σε Πέργαμο και Συρακούσες
και κενοτάφιο εις μνήμην σου
στη Λέσβο, τη λαμπρή μορφή σου
σε νόμισμα αποτύπωσαν.
Αθήνα 2020
ΣΤΡΑΓΓΙΣΜΕΝΕΣ ΜΝΗΜΕΣ
Άξαφνα μνήμες ξεπηδούν
κρυφτό παίζουν με κυνηγούν
ανάμεσα σε τηγάνια, κατσαρολικά
κουτάλες, μαχαίρια και ταψιά
μ’ ατμούς παλεύω και φωτιά
να ξεμπλέξω λέξεις
ατίθασες μνήμες να ξεδιαλύνω
απ’ του μυαλού τ’ αδράχτι
κι εσένα εκεί να βρω
όσα ανομολόγητα
όσα το θάρρος δεν βρήκαν
ν’ ανταμώσουν στον κόρφο της σκέψης.
Νυσταλέα δάχτυλα
σε σαπουνάδες γλιστρούν
ατμοί καίνε το δέρμα
το χαμόγελό μου καίνε
τα δάκρυά μου εξατμίζουν
τα χείλη μου πουλιά
κάτω απ’ την αύρα του ήλιου
σπιθοβόλα μηνύματα κουβαλούν
πάνω από θάλασσες πτερούν
σε σένα να φτάσουν
να προλάβουν
πριν το λίκνο της αγάπης καταρρεύσει.
Ubud 2003
ΟΡΦΑΝΑ ΝΗΣΙΑ
Σα βράχος γαντζώνεται
το εύθραυστο σώμα αγκαλιάζει
μια ανεμοθύελλα χτυπά
καταιγίδα στο ήρεμο λιμάνι
ξαφρίζει η θάλασσα
στις βελουδένιες αμμουδιές της.
Ορφανά νησιά στη μέση των ωκεανών
στο αφρόκυμα τα σώματα πάλλονται
να βρουν το ένα τ’ άλλο.
Τα δάχτυλα περνά μεσ’ απ’ τ’ ατίθασα μαλλιά
θαλασσάρμη και γιασεμί μοσχοβολά.
Χαϊδεύει τον κυκνόλευκο λαιμό
φοβάται μη χαθεί
στ’ απρόσιτα μονοπάτια
στη θλίψη που κρύβει η βλεψιά της
κι εκεί παγιδευτεί.
Άραγε πόσους χαϊδέψαν τα λόγια της;
Στην καρδιά της αγωνιά να δει
μη ναυάγια ερώτων συναντήσει
κουφάρια που θυσιάστηκαν για την αγάπη
της ξανθομαλλούσας γοργόνας.
Ναυαγός στις θάλασσές της νιώθει
άφοβος θε να ζήσει τον έρωτά της
κι αν είναι θέλημα της μοίρας
ας γκρεμνοβοληθεί στα καρδιόφυλλά της.
To χαμόγελό της
ακτίνες του ήλιου, φλόγα στην καρδιά
το θολάρι του ουρανού διαπερνά
προσκυνά τα ιερά της τεμένη
την Ηλύσια της ομορφιά.
Η αγάπη του, ένας ύμνος γι’ αυτήν
δελφίνια βουτούν ολόγυρά τους
αβρόφρον το κύμα υποκλίνεται
στο μυστήριο του έρωτά τους
γλυκόλαλες καμπάνες
οι χτύποι της καρδιάς τους.
Σαντορίνη 1999
ΑΔΑΜΑΣΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ
Ξύνω αφάσκιωτες πληγές
εμβαθύνω σκέψεις
χρεωκοπημένα αισθήματα μετεωρίζουν
μα δεν νοείς να καταλάβεις.
Είσαι ικανός να δαμάζεις τις λέξεις
όχι όμως εμένα
εγώ να δαμάζω ένα άγριο άτι της ερήμου
μα όχι εσένα.
Ποιο άστρο καταράστηκε την ευτυχία
ποιος σκοτεινός άγγελος
ζήλεψε την αλήθεια;
Πώς ήταν η ζωή πριν από σένα;
Γριά η μνήμη
κι ούτε που θυμάται
πριν τις διπλωαμπαρωμένες
πόρτες της καρδιάς ανοίξεις
κι αγκυροβολήσεις στα εσώψυχά μου.
Λονδίνο 1989
ΔΕΚΑΤΗ ΜΟΥΣΑ
V
Ο Οράτιος, θέλει στον Άδη τους νεκρούς
στους στίχους σου να εντρυφούν…
Οι φυλλωσιές των δένδρων ηδονίζουν
με φωτοψίες στο πέρασμά σου το αγέρωχο
άνθη αφείδωλα το νέκταρ
στην εκστατική πλάση σκορπούν
μέλισσες με τους χυμούς του έρωτα μεθούν
αυτόν, που ενώνει δύο κορμιά, δύο ψυχές
που μαζί τον θάνατο νικά μεσ’ από προσευχές
για θείο Έρωτα και αμιγή Αγάπη.
Αθήνα 2020
FRAGMENTA III
Κυοφορώ τα πάθη της μνήμης
της Ατλαντίδος.
* * *
Υπάρχουν άπειρες μηχανές θανάτου
η πιο αποτελεσματική
είναι αυτή του εγκεφάλου.
* * *
Μη γίνεσαι κομπάρσος
της ίδιας σου της ζωής.
* * *
Δεν μπορείς να σκοτώσεις κάποιον
δύο φορές.
* * *
Είσαι ένα Λουλούδι στον κήπο των ονείρων.
* * *
Η ζωή είναι ευλογία
όταν μπορείς να ονειρεύεσαι μ ανοιχτά μάτια.
* * *
Σκάβω να βρω την Ανθρωπιά.
Τα σύμβολα της Αγάπης.
* * *
Μαζί σου ο πόνος καταλαγιάζει
γαληνεύει, γλυκαίνει.
* * *
Αν δεν ρισκάρεις ν’ ανέβεις
τώρα στο τρένο
κινδυνεύεις να μη φτάσεις
σε κανέναν προορισμό.
* * *
Με τόσα προσωπεία που φορούν
οι άνθρωποι
άντε να τους προλάβεις.
* * *
Όλοι είναι καλοί
μέχρι ν’ αρνηθείς να τους δώσεις
αυτό που τους λείπει.
* * *
Οι νύχτες ακράτητα
ποδοπατούν τα όνειρα.
* * *
Η ραχοκοκαλιά του χρόνου
στράβωσε στης μοίρας τα καμώματα.
* * *
Δεν ανήκω σε καμία αγέλη
όποιος κι αν είναι ο βοσκός.
* * *
Θ’ αφυπνιστούμε ποτέ;
Πότε;
* * *
Τη μορφή σου τσαλάκωσα
τα μάτια, μη με υπνωτίζουν.
* * *
Ένας ήλιος μεθυσμένος τραγουδά
στα ξερόκλαδα της μνήμης ακουμπά
στ’ αποβράχια της ύπαρξής μου
χάνεται.
* * *
Δεν μπορείς να πετάξεις
με δανεικά φτερά.
.
ΑΝΩ ΘΡΩΣΚΩ (2019)
Ματωμένη υδρόγειος
Δενδροστοιχίες κεντημένες μ’ άλγη
θρυμματισμένα άνθη αιμορραγούν
ηπείρους λέκιασαν.
Ένας ολοφυρμός με αφυπνίζει
μια καθολική αγωνία
τη θλίψη να ξορκίσω
κι όλους, τους αλήτες αδελφούς της
που με δοκιμάζουν με βαριά παλτά
τα καλοκαίρια
στη γύμνια, μ αφήνουν τους ορφανούς
χειμώνες.
Εδώ πεθαίνω, εδώ πτερυγίζω
σ’ αφώτιστα σκοτάδια
σ’ ανισότιμες δοκιμασίες
που επίμονα μ’ αναζητούν
για το ζην.
Ρεμβασμοί, περιπλανήσεις
δισταγμοί…
Ένοχοι όσοι πιστέψαμε
στα αφτιασίδωτα ψέματα
όσοι χαμογελάσαμε στους δήμιους
του ονείρου.
Ένοχοι όσοι ήπιαμε των αμαρτωλών
το γέλιο
απ’ το ηδύποτο της λήθης
στων βρυκολάκων τις υποσχέσεις
επαναπαυθήκαμε
ένοχοι όσοι ποτίσαμε
με χλεύη τα πρωινά μας.
Αθήνα 2013
Κίτρινα παπούτσια
Κίτρινα παπούτσια στο ρυθμό
του θανά Του
μελαγχολικά περπατούν
αναλλοίωτες σκέψεις υπερβαίνουν
ποτάμι κι ουρανό.
Κορμιά νεκρά, αφυδατωμένα
στεγνά από μνήμες, στερεμένα από αγάπη
ανεξάντλητες ήττες, χαιρεκακία
σε παρακμάζουσα εποχή.
Όνειρα τσαλακωμένα, έμφυτες αγρυπνίες
μοναχικών αγίων και προφητών
προαναγγέλλουν
την αφύπνιση του αειθαλούς ελαιώνα.
Στο λιόχαρο μονοπάτι της λευτεριάς
οι λέξεις ξαλμύρισαν
οι ελπίδες αποφυλακίστηκαν.
Σε νυσταγμένους δρόμους υπνοβατούσα
όταν ξεδίπλωνα τα όνειρά σου
τακτοποιούσα τις θαλασσί σου σκέψεις.
Στον κήπο με τις ματωμένες μουριές
σε είδα να ξεπροβάλλεις
να μου γνέφεις να ρθω κοντά σου.
Στη ηχηρή σιωπή «έλα> , ψέλλισα
κι έμεινα εκεί να καρτερώ
ώσπου η παρδαλή, μεσήλιξ κουκουβάγια
σε ύπνο παραδόθηκε
μα εσύ, δεν έφτασες ποτέ.
Βόρνεο 2013
Ανάπηροι άγγελοι
Πόσους Αγγέλου δολοφονήσαμε
στο φως του πορφυρού απ’ αίμα ήλιου;
Με σιδερένιες αγκαλιές ζεστάναμε
τα δάκρυά τους αγνοήσαμε
τα πάλλευκα φτερά τους ψαλιδίσαμε.
Σύριγγες, καρφωμένες στα σάπια
των αγγέλων κορμιά
τα πόδια πύον εκκρίνουν
παγιδευμένες οι ψυχές
γύρω από νάρκες και ιαχές
που εμείς στήσαμε.
Άγγελοι να θυσιαστούν
να πλουτίσουν οι ισχυροί
τα παιδιά, απλά αριθμοί.
Πολλά θα φύγουν απ’ του πολέμου
την κραυγή
χημικά, όπλα, δολοφονίες,
βιασμοί
κάποια από τις έξυπνες βόμβες
όπως τις είχαν πει
για άλλα, πάλι, δεν υπάρχει γάλα
ούτε φαΐ
τα παιδιά του πολέμου
μας έχουν πει.
Εμείς, από τη σπιτική θαλπωρή
μετεωριζόμενοι,
με τσιγάρο στο στόμα
μπύρα, κρασί,
αναστεναγμό αφήνουμε
στιγμιαία λύπηση.
Καθώς στην οθόνη μας
παρελαύνουν κι αυτά
έστω για λίγα λεπτά.
Απ’ τον καναπέ σήκω,
να γίνουμε μια γροθιά
να σπάσουμε τον κλοιό της βίας
του θανάτου και τα ναρκωτικά.
Για Αξίες να παλέψουμε, Ιδανικά
το χρέος να εκπληρώσουμε
αυτό, που οφείλουμε όλοι
κι ο καθένας χωριστά
γιατί είναι, Δικά μας Παιδιά.
Αθήνα 2008
Γυμνές νύχτες
Κάθε βράδυ πεθαίνω και λίγο
κι η βροχή παράπονα βρέχει.
Μυρωμένες αβυθομέτρητες επιθυμίες
μοσχοβολούν σε γυμνές Νύχτες.
Με άρωμα βασιλικού ζωγραφίζουν
ανέπαφα μονοπάτια βόσκουν
ν’ απαγκιστρωθούν ζητούν
απ’ τα κορμιά που πιλάτευσαν, ορφάνεψαν.
Αγκαλιές προδομένες παραδίδονται σε
μισό-απαγχονισμένα ψέματα στη νηνεμία του φεγγαριού
άφρονες ελπίδες ξέφτισαν στο χάρτη του μυαλού
απάνθρωπες, εγωιστικές, ανελέητες συμπεριφορές.
Σαλπίσματα πεποικιλμένα με
τα θέλω και τα πρέπει να αποκτήσω»
κι εγώ χάθηκα στο δριμύ λαβύρινθο της καρδιάς σου
αδάμαστη παλινδρομώ στον απόηχο των λέξεων
στις αντίρροπες καταθέσεις σου.
Η αγάπη, μάζα λαστιχένια
ενθάρρυνσης, πίστης, αφοσίωσης, γλίστρησε
στα βρεγμένα από δάκρυα πατώματα
σημάδια κι ουλές πίσω άφησε.
Ασθμαίνοντας να τη μαζέψω προσπαθώ
σταλιά μη χαθεί και το πάθος μας
απομακρυνθεί, κι εγώ θα επιμένω
αγαπώ τις πληγές μου, αγάπησα και τα λάθη μου.
Χαμογελώ σ’ όσους μ’ αδίκησαν
τη δύναμη μου έμαθαν
να το θυμάσαι, για τίποτα δεν μετανιώνω.
Πληγωμένος εραστής εσύ, παρακλητικά επιμένεις
να εγκλωβιστείς στον έρωτά μου
που με Ελπίδα και όνειρα σε τρέφει.
Αθήνα 2017
Χορόνους
Στον πατέρα μου
Κι είναι κι αυτός ο χρόνος ο χωλός
που καμουφλάρει τα δάκρυά μου
ο χρόνος ο μουντός, ο ασάλευτος
που βαυκαλίζει την απλότητά μου
μεγαλορρημονών.
Ο χρόνος ο ανοίκειος, ο τραχύς
ο άσπλαχνος, που σε πήρε μακριά μου
ο χρόνος ο δυσήκοος
που τ’ αυτιά κλείνει στις προσευχές μου
που ακένωτα ερύει τη χαρά μου.
Ο απηνής
που δε συγχωρά τις αμαρτίες μου
κρημνίζεται
στην παλινωδία της ζωής
τα λάθη μου εγείρει
εντός μου περνά
άδεια, λεηλατημένη με σύρει.
Γκουιλίν 2012
Άνω Θρώσκω
Στον Αντώνη Δ. Σκιαθά
Τον εγκέφαλο στίβω
από τον λυμφατικό τρόπο
κατεστημένων σκέψεων
που αναίσχυντα
και μ’ εναγή μαεστρία
αδιαλείπτως ενσταλάζετε
με λογής «έξυπνες» τακτικές
εμετικούς λογισμούς
δεσμεύοντας τον κερκοφόρο
κι επικλινή πυρήνα του εγκεφάλου
κι όσο θελκτικές κι αν μοιάζουν
εγώ θα αντιστέκομαι.
Ξεριζώνω όσα πριμοδοτούν ρηχά
κι ευτελή αισθήματα
ό,τι σκοτώνει το έσω μου
Αδικία, Αναισθησία,
Ατομικισμό, Δουλεία
ό,τι την Πίστη μου κλονίζει.
Την ψυχή μου φρουρώ
από εξωτερικές Σειρήνες
Πεισινόη, Αγλαόπη,
Θελξιέπεια.
Το σώμα στηλώνω
Άνω θρώσκω.
Απεκδύομαι όσα δεν μοσχοβολούν
ευωδούν τις αισθήσεις μου
υστερούν εις πάθος
άγουρες σκέψεις που μεταμφιέζονται
σε αγάλματα της μνήμης
ποτάμια όξινων βροχών
που φλέβες κατηφορίζουν
Άνω θρώσκω.
Δίχως περιττούς κομπασμούς,
λοξοδρομήματα
προχωρώ με το κεφάλι ψηλά
βιώ κι αγαπώ μ’ ανοιχτή καρδιά
θωρώ με τα μάτια της ψυχής
αφουγκράζομαι την ύψιστη αλήθεια μου
πιστεύω εις εαυτόν.
Αθήνα 2018
Οδοιπορώντας με τον Νίκο Καζαντζάκη:
Άπω Ανατολή
I
Ακαταπόνητος εργάτης
των αντιθέσεων
ακοίμητος εξερευνητής,
απ’ ένα σύννεφο σχήματος δάκρυ
φιλοσοφείς παρατηρώντας τα πάθη
του Ανθρώπου να εξαγνίζονται
να ξαναπαίρνουν μορφή
ν’ αναγεννώνται κύτταρο κύτταρο.
Σκέψεις, αισθήματα, οδύνες, πονήματα
οι πράξεις και τα πρέπει μας
όλα αγέννητα συνωθούνται.
Ήρεμοι ύφαλοι νευρικά
ρουφούν τις αμαρτίες μας
την ασχήμια κι αδικία
που μας μοίρασε η ζωή.
Όνειρο
Ματωμένα πουκάμισα πλένω
από τότε που η καρδιά
τα βράδια αιμορραγεί.
Σάπια μαξιλάρια πετώ
απ’ οξειδωμένες μνήμες
που εν ώρα ύπνου
το μυαλό αφαιρεί.
Αθήνα 2015
Κραυγή
Λύστε μου τα χέρια
απελευθερώστε το σώμα απ’ τις αλυσίδες
δώστε πίσω τη γλώσσα μου
τίποτα δεν θα πω
θα κραυγάσω μόνο, είμαι Ελεύθερη.
Αθήνα 2014
Fragmenta II
Στους ποτισμένους οπό αίμα αγρούς
χάσαμε το όνειρο.
Ανθοστόλιστες προσφυγιές
πίσω από τείχη φυλακίστηκαν.
* *
Το αγκάθινο στεφάνι βγάζω
σε μια στίβα από βιβλία τοποθετώ
το κεφάλι ξεκουράζω
στο μαξιλαράκι το σκληρό, ακουμπώ
να ονειρευτώ ποιήματα, εικόνες…
* *
Οι σιωπές μας
ουρλιαχτά
στο σύμπαν
που κωφό δεν είναι.
* *
Ένα ανάπηρο λιοντάρι
έπαιζε με τη σκέψη μου.
Όρνια μάτωναν τα σύννεφα.
* *
Χθες, προχθές τα ίδια και τα ίδια.
Σήμερα όμως, είναι το σήμερα
και αύριο, ποιος ξέρει;
* *
Ξηλώνω πληγές
η ίριδα στοχαστική
στο μέλλον ατενίζει.
* *
Λουλούδι ξεπετάχθηκε
η κάλτσα αντιστέκεται
το φιλί σου φλογερό.
* *
Καταπονημένες βάρκες
ακρωτηριασμένες ψυχές
κουβαλούν
* *
Πόσα καλοκαίρια ακόμη
θάνατο θα μυρίζουν;
* *
Κι όταν τα πρόβατα γεννήσουν
την Ελευθερία
κι αυτή βελάσει στις ξέφωτες
καταπράσινες πεδιάδες
της ανθρωπότητας
μπορεί η Ελπίδα να φεγγοβολήσει
στις καρδιές μας!
* *
Μετρώ το άγουρο φως της ημέρας
το σκοτάδι της νύχτας, μετρώ
να προλάβω στο έπακρον
τους χυμούς, τής «όντως ζωής» να γευτώ.
* *
Άνθρωποι στα αζήτητα
ο θάνατος λάβαρο
τον καρτερούν
ζωή, να τους δώσει.
* *
Μεταξωτό μαντήλι
η δοξαστική Αγάπη
που μου ’δεσες στο λαιμό
μα πρώτα
στραγγάλισες όλα τα αισθήματά μου.
* *
Σάββατο, ημέρα των νεκρών
παρατημένη από τη μοίρα
ανάμεσα σε πνεύματα
περίλυπος, κεριά ανάβεις
* *
Τελεστική η σιωπή
που κατάπιε
ο τραγουδοποιός κροκόδειλος
κατόπιν ξέρασε
στην έρημο Ακάμπα
έκτοτε, δεν τραγούδησε ποτέ
* *
Η ζωή με δίδαξε
να κολυμπώ σε βαθιά νερά
να ιππεύω ατίθασα άτια
να παλεύω με ψυχή
δαίμονες και θεούς
να πιστεύω
στον Άνθρωπο
σε μένα.
* *
Ευτυχώς
μεγάλωσα, άσπρισα, ωρίμασα
Τώρα ξέρω: κάποιοι δρόμοι οδηγούν
στο κενό.
* *
Τα ορφανά βράδια
τους σταυρούς μου μετρώ.
Αυτούς που κουβάλησα
αυτούς που προσκυνώ
σε αυτούς που σταυρώθηκα.
Με αγωνία καρτερώ
αυτόν που θα λυτρωθώ.
* *
Άραγε
άξιζε τόσες θυσίες;
Ήταν βιωτή;
.
ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ (2017)
ΤΑΧΥδακτυλουργήματα
Ενέσεις εγκεφάλου, σπονδές εξωμήτριες
που εξοστρακίζουν το ποθητό σου είναι
φωνές που ενδυναμώνουν τις αδυσώπητες σιωπές
στο άπειρο σύμπαν σου.
Ηλεκτρόδια στης μοιρασιάς τα συναισθήματα
θλίψης, αισιοδοξίας, ευτυχίας, απογοήτευσης,
πόνου και λύτρωσης
αποφορτίζουν τις εντάσεις, αφομοιώνονται
μια στο μαύρο μια στο λευκό ουράνιο τόξο σου.
Κι εσύ σαν πεταλούδα μεθυσμένη από ευτυχία
έκθυμα να ξεκαρδίζεσαι στα γέλια, να μην αντιστέκεσαι,
συνειδητοποιώντας πόσο εύκολο ήταν τελικά,
πόσο λεπτή η γραμμή του μουντού ουρανού
απ’ το λευκό του γάλακτος της μάνας.
Πόσο κοντά ο θάνατος απ’ τη ζωή
πόσο επικίνδυνο το αβυσσαλέο μίσος
απ’ την υπέρτατη αγάπη
πόσο κοντά το ξέσπασμα του γέλιου από το κλάμα.
Άπειρη δυστυχία με ολίγιστες
δόσεις χαράς και αχνό φως.
Τότε γιατί πονάς; Για ποιόν; Γιατί τόση κόλαση
για να διαβείς
του Παραδείσου τα μονοπάτια;
Πλανώμενη τα βήματά σέρνεις
με τα λευκά σου τα φτερά
που κηλίδες αίματος στάζουν
και λέρωσαν αιώνες μοναξιάς.
Κι εσύ, ακόμη δεν κατάφερες
ν’ ανθίσει ένα λουλούδι στην ψυχή σου.
Ν’ αποκωδικοποιήσεις τις κραυγές
του αδάμαστου λιονταριού
που βρυχάται ανά τους αιώνες,
παγιδευμένο μες στο πυκνόμαυρο σκότος
στις κούφιες ανύπαρκτες αιώνιες συνειδήσεις.
Να. ελευθερωθείς και να ελευθερώσεις
σκλάβους και σοφούς,
αμαρτωλούς και ντροπιασμένους
που δεν βρήκαν το σθένος μήτε το θάρρος
μήτε κανένα φωτοστέφανο.
Σπόγγισε τα ματωμένα δάκρυα
που όπου πέσουν θάνατο σπέρνουν.
Σκόρπισε άρωμα,
ξεδίψασε τον πόθο τους για Λευτεριά.
Της θάλασσας
Το φως του ήλιου τρεμοπαίζει στη θάλασσα
λαμπυρίζει στα χρυσά σου μαλλιά
το λυγερό σου το κορμί ανασταίνει
τα ροδοκέντητα χείλη πυρώνει
στην ξέσκεπη θάλασσα.
Βροχή τα δελφίνια προσπαθούν
να σαγηνέψουν την ψυχή
μ’ αυτή αντιστέκεται πεισματικά
στα ερωτικά σαλπίσματα.
Χαμογελά το μωβ τιτάνιο κύμα,
όλα χαθήκαν, τίποτα δεν απέμεινε
μόνο μια μπούκλα απ’ τα μαλλιά σου
κι ο χρυσός αφρός που παίζει μουσική
με τις ακτίνες του ήλιου που όλο και δυναμώνουν
όπως η αγάπη μου για σένα.
Απουσία
Αβυσσαλέο, χιλιοτρυπημένο χάος,
ειλικρίνεια αφοπλιστική,
κόκκινο πρόβατο πάνω σε παπαρούνες κοιμάται
που τραγούδι στρώνουν.
Μαύρα γαρύφαλλα, χλωμές αναπνοές
κι ο εγκέλαδος της σκέψης
εκρήξεις στο υποσυνείδητό σου,
στους κάλυκες του πόθου η μνήμη φυλακίστηκε.
Λεηλάτησες την όψη, χάραξες το γέλιο της
στο παγωμένο τζάμι
μάτια, μύτη, στόμα τής ζωγράφισες
κι ήλιους μεσημβρινούς στην καρδιά να βασιλεύουν.
Το ευάρεστο συναίθημα φυλαχτό να κρατά
όνειρα ζωντανά, ατελεύτητα συντροφεύουν
τις άδειες, βαριές νύχτες που εσύ θα ’σαι απών.
Στα χρόνια της ξηρασίας
Διαβάτης πονεμένος οδοιπορείς, σ’ άρρωστες αμμουδιές,
νωθρά ξαποσταίνεις, κει που τα καβούρια λιποτάκτησαν
και μυριάδες αυτοκτόνησαν, διαδοχικά, το ένα μετά τ’ άλλο
γερασμένοι γλάροι κρώζουν στον απαθή ουρανό
που το βλέμμα στην ασχήμια αποστρέφει.
Άλλοι, την τραγική σου μοίρα επινόησαν
κι εσύ σαν μηχανή μιας άκαρδης λογικής
εξοβελισμένος, αν και αμφισβητών, καταγράφεις
τ’ ακατάληπτα είδη θανάτου
στο χαρτογράφημα του παγκόσμιου γίγνεσθαι.
Τη συνεισφορά κι αλληλεγγύη που βίαια αφαιρέθηκε
απ’ του Πολιτισμού τα πλανερά παιχνίδια.
Κράδασε καρδιά μοναχική, η δοτική σου πλευρά, άνθρωπε,
κατακερματίστηκε. Η φιλανθρωπία σίγησε.
Το θετικό υπόστρωμα του κυττάρου σου μεταλλάχθηκε,
η αγνή φύση σου ατιμάστηκε.
Στα χρόνια της Ξηρασίας η Ανθρωπιά ορφάνεψε,
η Αγάπη άδοξα πνίγηκε στο βυθό της μνήμης,
η συμπόνοια αίφνης μετανάστεψε σ’ άλλους αστέρες,
το πάθος έσβησε εσαεί, η φτήνια θριάμβευσε,
η λάμψη χάθηκε μαζί με τη φεγγαρονυχτιά,
η λαλιά απαγχονίσθηκε, η Ελευθερία πέθανε.
Ανθρώπινη γάγγραινα απ’ τα δάχτυλα των ποδιών
απλώνεται στους δαιδάλους της καρδιάς,
ασθμαίνοντας να κρατηθεί, μάχεται
Στα σκοτάδια, σαν Ατρείδες, τα κομμάτια σου,
Άνθρωπε, παλεύουν ν’ απαγκιστρωθούν απ’ του
Πολιτισμού το δολερό δίχτυ.
Η μάχη δεν κρίθηκε. Ποιος θα επικρατήσει;
Θύτης και θύμα στον ίδιο παρονομαστή
κι εσύ, ξεσπάς:
«Πόσους σταυρούς η ψυχή να κουβαλήσει, ακόμη;»
Η πλάτη λύγισε, κουρέλι το υποσυνείδητο,
το άδηλο τέλος υπομειδιώντας προσμένει.
Ψυχές
Βουβές Κραυγές
θλίψη και πόνος
μάτια ερμητικά κλειστά
συνθήματα γραμμένα μ’ αίμα
θυσίες για την Ελευθερία.
Πόνος Βουβός
μάτια υγρά, Άδεια Ψυχή,
ένα ματόκλαδο τρεμοπαίζει
Μπαλωμένα αισθήματα
μωλωπιασμένα ερωτήματα
αγκάθινα στεφάνια φορούν
κι όμως τα προσωπεία δεν πετούν
να φανούν οι πληγές
που δε λεν’ να κλείσουν
να σταματήσει το αίμα που στερεύει
απ’ το κακό αυτού του κόσμου.
Όλοι Ελεύθεροι γεννήθηκαν
για να Ζήσουν
και να πεθάνουν Ελεύθεροι
αφήστε τες λοιπόν, να Ζήσουν!
Άχρονη αγάπη
Η αγάπη μου για σένα τόσο δυνατή
σαν πέτρα απ’ αρχαίους χρόνους
που ‘μείνε στην ιστορία
ως μάρτυς σημαντικών γεγονότων,
ανεξίτηλη για τη διαχρονικότητά της
καθόσον δεν την άγγιξε κανείς
παρά ο αέρας τον χειμώνα,
ο χιονιάς του Δεκέμβρη,
η βροχή του Σεπτέμβρη,
ο καυτός ήλιος τον Ιούλη
κι Εσύ.
Θέλει η ψυχή μου να πετάξει εκεί
που όλα είν’ διάφανα, καθαρά
και ιλαροί θεοί ζηλεύουν την αγάπη μας.
Εκεί που δεν υπάρχει θλίψη,
που δεν νυχτώνει ποτέ.
Άσε το χέρι σου να πάρει το δικό μου,
οι ανάσες μας να γίνουν μία,
ασ’ το κορμί σου να μπει μες στο δικό μου.
Χρυσό στεφάνι η ηδονή μαζί σου,
φτερά αγγέλων τα χάδια σου
που ταξιδεύουν στους ουρανούς τους επιούσιους.
Καρδιά, μη σταματάς να ζητάς και να παλεύεις
γι’ αυτόν που πιστεύεις γι’ αυτά που αγαπάς.
Όπου τα χείλη σου ακουμπούν λουλούδια ανθίζουν
όπου η ματιά σου σταθεί ο ήλιος ανατέλλει
ό,τι τα χέρια σου αγγίξουν
ποτάμια τα συναισθήματα παλεύουν
να μη φανερωθούν
ό,τι το μυαλό σκεφτεί
γίνεται δια μαγείας πραγματικότητα.
Καθρέφτες
Και κάθε που στοχάζεις τη ματιά μου
τυφλώνεσαι,
πεθαίνεις λες, στο κάθε ακτινοβόλημα.
Τ’ ακριβοπόθητα μάτια σιγοκλείνω
τις ηλιοχτυπημένες ήρεμες
κι άλλοτε αγριόγκριζες θάλασσές μου,
που μέσα καθρεφτίζεσαι.
Μουσκεμένη η θλίψη στη ματιά σου ξεμουδιάζει,
πόρτες μ’ ανοίγει
να μπω, τον τραχύ σου πόνο να γνωρίσω.
Παιδεύομαι στα βρώμικα σοκάκια του
όπου η λύπη, διάτρητη, μεστή, κάρπισε.
Σβήνω το φως να λάμψει η Αγάπη μας
σε ραίνω με φιλιά που μ’ άφησες να μπω.
Φωτός ενατένισις
Στον Αλέξη Σολομό
Η νύχτα έλουσε τα μαλλιά της μ’ άρωμα λεμονιού
θάνατο έντυσε τα ολόλευκά της κάλλη,
άγρυπνες γλαύκες σήμαναν
τη σκοτεινή βαθιά ειμαρμένη φώτισε
η επιλύχνια καλοσύνη σου.
Σφήνωσαν διαδοχικά τα αρχέγονα βιώματά σου,
στους γκριζοπράσινους βάλτους περπατάς
-βυθίζεσαι- αδιάλειπτα
αποσταμένη ψάχνεις Το ΦΩΣ
έμπλεως θάρρους και
προσμονής για ένα ξάστερο αύριο.
Πυξίδα σου οι προαιώνιοι Ήρωες,
κι εκείνοι της Πίστης σου κι ας ένιωσες
πρόσκαιρα πως σ’ εγκατέλειψαν κι αυτοί.
Και να, που τώρα εύρυθμα έσχισες το βαθύ σκοτάδι
κι αποθεώθηκες απ’ τη σοφή κουκουβάγια
και των προάγγελων το φεγγοβόλημα.
Αγόγγυστα διάβηκες τις ανατολόβαφτες
στοιχειωμένες πόλεις
κέρδισες τη γαλήνη του ματιού της ψυχής
και του αετού, στον αστερισμό του μέλλοντος,
πέτρες βαριές στο βάθος της καρδιάς
σιγοχτυπούν στο άπειρο.
Σήκωσες ελαφρά το κεφάλι, λυτρωμένη,
ψέλλισες στα λαστιχένια αγάλματα
Τετέλεσται!
Fragmenta
Τα μήλα μύριζαν βανίλια
Ξύπνησα μα δεν τα βρήκα!
Βρήκα μόνο τις σάρκες μου
στο λευκό μαρμάρινο πάτωμα.
* *
Η ασχήμια ζητά να δραπετεύσει
σε χώρες βροχερές, να ξεπλυθεί
προσωπείο ν’ αλλάξει, εύσχημη
να εμφανιστεί.
* *
Δε θυμάμαι, σου ‘χω πει;
Ανέκαθεν ένιωθα παιδί μέσα μου
κι όταν γεράσω -αν γεράσω ποτέ-
ένα γερασμένο παιδί θα είμαι.
* *
Τώρα ξέρω γιατί σ’ Αγάπησα!
Φορούσαμε την ίδια Θλίψη στο βλέμμα.
Όνειρα κεντημένα στις Πένθιμες
Κόρες των ματιών
που ιστορίες σκαρφίζονταν
Ποίηση και Μελαγχολία.
* *
Το θηρίο μέσα του ήθελε
ν’ απελευθερωθεί.
Πολεμούσε με νύχια και με δόντια
έπρεπε να νικήσει
τον μεγαλύτερο του εχθρό
τον εαυτό του.
* *
Στον παράδεισό μου θες να ‘ρθεις
δεν μπορείς χωρίς να τον μολύνεις.
* *
Πόσες Θυσίες ακόμη
για να Χορτάσει το Τέρας:
* *
Μη δακρύσεις όταν θα πάψω
να έρχομαι στα όνειρά σου.
* *
Ήρθες να με σώσεις!
Μόνο που εσύ αγάπη μου ήσουν ήδη νεκρός.
* *
Μπούχτισα με τους ήρωες του καναπέ.
* *
Με likes φούσκωσες το εγώ σου
και άδειασες τη ζωή σου.
* *
Πόσο γλυκά ματώνεις ψυχή
για την Ελευθερία!
* *
Εμπιστεύσου το όνειρο τώρα,
αύριο ίσως να ‘χει πεθάνει το ευκταίο.
.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
ΑΪΔΙΟΣ ΜΝΗΜΗ
ΧΡΥΣΑ ΝΙΚΟΛΑΚΗ
FRACTAL 7/12/2022
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη υπογράφει την τρίτη της ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Αΐδιος Μνήμη» από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια και μας συγκινεί με την ευαισθησία της. Στην πρώτη σελίδα της γράφει:
«Οι σιωπές είναι απείρως επικίνδυνες, θανάσιμες, σκοτώνουν αργά και πάντα στο στόχο.»
Μόλις διάβασα αυτούς τους στίχους ένα ρίγος με πλημμύρισε, ένας εσωτερικός κλονισμός που έγινε αισθητός και στο σώμα. Τότε, τα λόγια του αγαπημένου μου ποιητή Γιάννη Ρίτσου μου ήρθαν στο νου:
“O ποιητής είναι ο διοργανωτής του ανθρώπινου συναισθήματος” .
Πέρα όμως από την συγκίνηση που μου προκάλεσε η ποιήτρια, με ταξίδεψε και σε έναν άλλο μοναδικό συγγραφέα τον Fynn, και το μοναδικό του βιβλίο «Θεούλη εδώ Άννα». Θα αναρωτιέστε ποιο είναι το κοινό που υπάρχει ανάμεσα στα δύο. Μα η αλήθεια, η ομορφιά, και η καλοσύνη τους. Γνωρίζουμε καλά ότι λίγα είναι τα βιβλία Γουάου! ναι εκείνα τα μαγικά βιβλία που μας ηλεκτρίζουν. Ένα από αυτά είναι και τούτο της καταξιωμένης ποιήτριας Νίνας Αλέξη. Ακόμα και το εξώφυλλο μεταδίδει αυτή τη μαγεία, ζωγραφισμένο από την εξαίρετη εικαστικό Ισμήνη Μπονάτσου.
Πιστέψτε με, τα λόγια με τα οποία θα παρουσιάσω το βιβλίο της ποιήτριας Νίνας Αλέξη δεν εξηγούν πώς λειτουργεί η μαγεία του. Όπως είπε ο Βέρνον Σπρόξτον ορισμένα πράγματα μας οδηγούν στον κόσμο που βρίσκεται πέρα από τις λέξεις. Ωστόσο θα τολμήσω τη δική μου διερευνητική προσέγγιση καθώς ξεφύλλιζα τις όμορφες σελίδες του.
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη στην τρίτη της αυτή συλλογή στοχεύει κατευθείαν στην καρδιά μας σαν άξια Αμαζόνα της ποίησης. Βγάζει από τη φαρέτρα της τις λέξεις, φροντισμένες με τη στοργή του χρόνου και της δικαιοσύνης την κόψη, τις ακονίζει στην ελευθερία του λόγου και τις στρέφει στα απόκρυφα υπόγεια της ψυχής. Τολμά να αναμετρηθεί με τους Θεούς σε αυτόν της τον πόλεμο. Στο δισάκι της «φυλά το φιλί, τη μόνη προσευχή, που σώζει τη ζωή τον κόσμο ολάκερο.» Με αυτό ξορκίζει το άνθος του κακού, επιτρέπει στην Ελπίδα σα λουλούδι ν’ ανθίσει. Η ποιήτρια χρησιμοποιείται ποικίλα εκφραστικά μέσα, μεταφορές, παρομοιώσεις, αλληγορία και ειρωνεία.
Λέξεις σφυρηλατημένες με κάλος αισθητικό και ευρωστία εικονική.
«Πολύχρωμες ομπρέλες η ζωή που ανοιγοκλείνουν στις βροχές και στις καταποντές».
Η ποιήτρια κατορθώνει σε όλα της τα ποιήματα να αιχμαλωτίσει την ψυχή μας με τους άρτιους στίχους της και με την ρυθμική της αίσθηση. Η γλώσσα των ποιημάτων έχει θεατρικά και αρχαϊκά στοιχεία. Ενδείξεις της βαθιάς γνώσεως της συγγραφέως για τον αρχαίο βίο, την αρχαία τέχνη και την αρχαία μυθολογία. Χωρίς να γίνεται αρχαιόπληκτη, χωρίς βερμπαλισμό και στομφώδεις εκφράσεις κρατά τη φιλοσοφία και μεταλαμπαδεύει τα νοήματα σε σύγχρονη γλώσσα και έκφραση. Με ταπείνωση και υπόγεια ειρωνεία διερωτάται -στο ποίημα Βάσκανος Μοίρα-
«Αυτή ήταν η μοίρα μας; την πίστη μας να χάνουμε σε ότι αληθινά ζήσαμε;»
Ακόμα και ο τίτλος του ποιήματος Bάσκανος Mοίρα έχει ένα μπρεχτικό σαρκασμό. Προσέξτε την προτροπή, την βαθιά ειρωνεία πίσω από το ερωτηματικό που θέτει η ποιήτρια. Βάσκανος Μοίρα;
Η ποιήτρια μάχεται να μη βυθιστεί η βάρκα των ονείρων από την απληστία της αναξιοκρατίας. Η Νίνα Αλέξη, βαθιά υπαρξιακή με συλλογικό πυλώνα συνείδησης, «κατάσαρκα φορά την αγάπη» σε κάθε σελίδα της ζωής της.
«Σε φαροφόρους ατραπούς προχωρώ, // μην πριονίζεις τα όνειρά μου,
μην βυθίζεις τις βάρκες της Ελπίδας // πλώρη για την ελευθερία βάλαν.»
Μα και στα ερωτικά της ποιήματα δεν παύει να επικαλείται σαν προσευχή τη μούσα Σαπφώ να σταλάξει τον έρωτα αποδιώχνοντας το δάκρυ.
Η ποιήτρια αρνείται την ήττα, ποτέ δεν ρίχνει τα όπλα.
«Άλλοι μεθούνε με κρασί, άλλοι με το αίμα της ποίησης σου της λυρικής».
Στο εξαιρετικό ποίημα «ιχνογραφώντας τη Σαπφώ» η Νίνα Αλέξη υμνεί τη Μούσα των Θεών και των ανθρώπων. Με αμείωτο λυρισμό αποτίνει φόρο τιμής και δόξας εμπρός της. Υπέροχες μεταφορές και αλληγορίες δονούν το ποίημα, μεταφέροντας μας το σπέρμα του λόγου. Κραδαίνοντας το είναι μας με εικόνες φυσιοκεντρικές και μνήμες αρχαιόθεμες.
«Μες στους θρήνους σου// να παιδεύεσαι γυμνή// η ψυχή να σπαρταρά// για μία στάλα αγάπης και έρωτα μαζί».
Στο ποίημα της αφιερωμένο στον ήρωα Κατσίφα «Αιδώς Αργείοι», η ποιήτρια τόλμα να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα. Ορμώμενη από την Ιλιάδα μιλάει για μία φιλελεύθερη, δημοκρατική Ελλάδα. Σαν άλλη Ήρα στέκεται πάνω από την ιστορία και επικηρύσσει τους αλλόφρονες ηγέτες.
«Σε κομπαζόντων αλλοφρόνων τις πιέσεις // με σοφιστείες και φαιδρές δικαιολογίες υποκύψαμε// ξεδιάντροπα τα όχι μας // σε ερεβώδη ΝΑΙ τα οδηγήσαμε»
Το ποίημα της «Νικητές Εμείς» μας ευαισθητοποιεί με την πίστη της ποιήτριας στη δύναμη της συλλογικότητας και της συσπείρωσης.
«Σου προσφέρω τους πνεύμονες μου ν’ ανασάνεις // άσε την καρδιά σου ανοιχτή // το φως να ρεύσει κι η αγάπη ν’ αντρειέψει, μ’ έμψυχα ματιά να δεις// ότι είμαστε όλοι ΕΝΑ// για Αιώνια ζωή»
Κόντρα στην αταξία, κραταιά στην ποίηση, η Νίνα Αλέξη ανεβαίνει στην παλαίστρα του λόγου και με όπλα την ελευθερία και την αλήθεια μνημονεύει έναν πόλεμο ζωής και θανάτου. Γιατί ξέρει πως «Όσοι στα βαθιά μάθουν, τους δαίμονες νικούν, κραταιοί, ρωμαλέοι, βγαίνουν από την ασταθή, αιματηρή, άσπλαχνη παλαίστρα».
Η Νίνα Αλέξη «δεν ανήκει σε καμία αγέλη, όποιος κι αν είναι ο βοσκός»,
«πετάει με όλο δικά της φτερά» «έχει την πίστη ως δύναμη», «ο θάνατος την κάνει να γελά». Η Νίνα Αλέξη «κλαίει μόνο για αυτούς που ίσως δεν ξανανταμώσει». Η συγγραφέας με μία ψυχή και μία γραφή πανανθρώπινη, κατορθώνει «μαζί με τον χαρταετό να πετάξει και την αρνητικότητα».
Με πλοηγό την αλήθεια και την μνήμη πιστεύει ακράδαντα πώς η ποίηση μπορεί να σώσει τον κόσμο, την ψυχή μας. Σκύβει να βρει την ανθρωπιά, τα σύμβολα της αγάπης και το κατορθώνει. Με μια ευαισθησία ανείπωτη, στρώνει την καρδιά της πάνω για να ξαποστάσουμε.
.
BΑΣΙΛΗΣ I. ΚΡΟΜΜΥΔΑΣ
Περιοδικό Άρδην, τχ. 134-135, 2025
Αϊδιος μνήμη
Η ποίηση, για να θυμηθούμε και τον Ανδρέα Εμπειρίκο, είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου. Αυτό σημαίνει πως υπερβαίνει την υφιστάμενη και ενίοτε πεζή πραγματικότητα, δημιουργεί έντονα συναισθήματα, διεγείρει δημιουργικά την φαντασία και τις αισθήσεις, ενώ κάποτε συντηρεί ουσιαστικά και τονίζει εμφατικά την ιστορική μνήμη.
Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά βρίσκονται, σε σωστή αναλογία θα μπορούσαμε να πούμε, στην ποιητική συλλογή Αΐδιος μνήμη, της θεατρολόγου – δημοσιογράφου Νίνας Αλέξη, η οποία κυκλοφόρησε πριν από ενάμιση χρόνο στις εκδόσεις «Αλεξάνδρεια».
Η Ν. Αλέξη χρησιμοποιεί τις λέξεις με μιαν ελευθεριότητα η οποία δεν προδίδει προχειρότητα αλλά προσπάθεια εργώδη και διαρκή έγνοια για το νόημα. Με άλλα λόγια, φαίνεται στα ποιήματά της να ρέει αβίαστα η γλώσσα, αλλά αυτό έχει επιτευχθεί με πολύν κόπο και ξόδεμα προσωπικό.
Πιο συγκεκριμένα, η έμπνευση της ποιήτριας αντλεί κομμάτια από την οικουμενική εμπειρία τού ανθρώπου, όπως είναι, επί παραδείγματι, η αίσθηση του αδηφάγου χρόνου, η οποία αμβλύνεται από την προστατευτική αύρα της αγάπης (Κουρσάρος χρόνος, σσ. 9-10):
Ο χρόνος άφθαρτος, παντοδύναμος/δεν ξέρω αν μου μένει χρόνος/να σ΄ αγαπήσω, να σ΄ αγκαλιάσω/ας σταματούσε εκεί/που γαλήνη κι ομορφιά σκαλίζουν/την υπόστασή μας. /Η αγάπη προστάτιδα/πέπλο/στον ατελεύτητο χρόνο άπλωσε.
[…] Χρόνε κουρσάρε, υποκριτή […]/ μας κλείνεις το μάτι/μ΄ ένα μειδίαμα: /Ο χρόνος σας τελείωσε.
Σε άλλο σημείο, επιστρέφοντας στο θέμα της χρονικότητας, (Ελπίδας σπόρος, σελ.17) η συγγραφέας υπογραμμίζει πως είναι απαραίτητο ο άνθρωπος να εκμεταλλεύεται τις στιγμές, να μην θεωρεί τίποτε δεδομένο, ώστε να φτάνει στο σημείο να οικτείρει τον εαυτό του για ό,τι δεν πρόλαβε να κάνει… :
Κάποτε θα δακρύσουμε/που το χρόνο/ως δεδομένο πήραμε/τις γλυκανέμελες νύχτες που ξεχάσαμε/ν’ αγαπήσουμε/
[…] χέρι που δεν δώσαμε/σ΄αυτούς που το άπλωσαν/για τον πόνο που εντός μας αφήσαμε/αγκάθι να μεγαλώνει/ανθός του κακού, να γίνει θυμός/μαρτύρια τις πλάτες φορτώσαμε/δεν επιτρέψαμε σ΄ ελπίδα ν΄ ανθίσει.
Με το ποίημα Αιδώς Αργείοι (σελ. 25), το οποίο αφιερώνεται στον βορειοηπειρώτη αγωνιστή Κωνσταντίνο Κατσίφα, η Ν. Αλέξη αναρωτιέται γιατί, ως Έλληνες, έχουμε χάσει την αίσθηση της αιδούς, αφήνοντας τα γενναία ΟΧΙ που ειπώθηκαν σε περιπτώσεις εθνικών κινδύνων, και όχι μόνον, να μεταβληθούν σε ηττοπαθή και μικρόψυχα ΝΑΙ:
Πέταξαν, τα θαρραλέα ΟΧΙ της Καρδιάς μας/πώς αφήσαμε να περιπέσουν στη λήθη;/Ασκόπως τόσο αίμα εχύθη;
[…] τους ήρωές μας λοιδορήσαμε/σε κομπαζόντων αλλοφρόνων τις πιέσεις/με σοφιστείες και φαιδρές δικαιολογίες υποκύψαμε…/ξεδιάντροπα τα ΟΧΙ μας/σε ερεβώδη ΝΑΙ τα οδηγήσαμε…
Συνεχίζοντας, αναφέρουμε πως από τον προσωπικό μεγεθυντικό φακό -ή το στόχαστρο ενός ευθύβολου όπλου με διόπτρα, αν προτιμάτε σε πιο σκληρή εκδοχή- τής ευαίσθητης δημιουργού απέναντι στα γεγονότα, το(ν) οποίο υπαινικτικά δηλώνει το αισθητικά άψογο εξώφυλλο της καταξιωμένης εικαστικού Ισμήνης Μπονάτσου, δεν ξεφεύγει ούτε η τελευταία παγκόσμια περιπέτεια της πανδημίας Covid-19. Στο ομότιτλο ποίημα, Covid-19 (σελ. 26), αναδεικνύονται με έντονο και δραματικό τρόπο τα προβλήματα εκείνης της περιόδου, όπως η αρχική αμηχανία απέναντι σε κάτι άγνωστο, η επίμονη, ενίοτε αντιφατική, προσπάθεια αντιμετώπισης του φαινομένου εκ μέρους τής ιατρικής κοινότητας και παράλληλα η μαζική επέλαση των ανθρώπων στα super market για την αγορά αντισηπτικών αλλά κυρίως το αμετάκλητο και πάντα τραγικό γεγονός τού θανάτου και η παγερή μοναξιά που το συνοδεύει:
Δυσανάγνωστος θάνατος/ο θάνατος αυτός διχασμό γεννά/ ο θάνατος αυτός μυρίζει μοναξιά/ο θάνατος αυτός μια φυλακή/με μέτρα και σταθμά./ Μόνος στο θάλαμο του νοσοκομείου/χωρίς ένα αντίο/κι αν τυχερός βρεθείς/μέσω κινητού το ύστατο αντίο θα πεις/οι ανάσες σου όλο και πιο βαριές/καθώς πίσω από τη μάσκα ψυχομαχείς.
Επίσης, θεωρούμε αξιοσημείωτη την ιδιαίτερα επιτυχημένη μεταφορική χρήση τής γλώσσας στο ποίημα Στάση Βιβλιοθήκη (σελ. 31), στο οποίο ένα παγκάκι, δίπλα στην Εθνική Βιβλιοθήκη, -το παλαιό κτήριο στην Πανεπιστημίου, η Βαλλιάνειος- αποκτά οντότητα και αφηγείται τα έργα και τις ημέρες του. Ανάμικτα συναισθήματα κυριεύουν τον αναγνώστη, όπως η συμπόνια για την μητέρα που προσπαθεί με δυσκολίες να μεγαλώσει το παιδί της, ο οίκτος για τους νέους που είναι εξαρτημένοι από διάφορες ουσίες αλλά και η νοσταλγία για το παρελθόν:
[…] δυο νέοι στη ράχη μου/τα μελανιασμένα χέρια ξεδίπλωσαν/κι ενέσεις χτύπαγαν/χθες ένιωσα το χάδι μιας μάνας/την αγάπη, τη ζεστασιά/κάνε υπομονή, έλεγε στο παιδί,/κάποιος θα βρεθεί να μας λυπηθεί/ο καλός Θεός κανέναν δεν αφήνει…/Είδα τον γερο-Βαλαωρίτη/μ΄ένα κερί να περπατεί/ανάμεσα στ΄αγάλματα […] Ένα μολωπιασμένο/παλιοπαγκάκι είμαι εγώ/τίποτα σπουδαίο.
Επιστροφή, πάλι, στην ιστορική μνήμη με το ποίημα Ελευθερία: Δει μάχεσθαι (σελ. 41), όπου γίνεται αναφορά στον αγωνιστή του 1821, Αθανάσιο Τσούτσο, καθώς και στον ήρωα της ίδιας περιόδου, Οδυσσέα Ανδρούτσο, ο οποίος είχε στην δύναμή του τον πρώτο: “Θανάση Τσούτσε, Δαδιώτη αγωνιστή και προεστέ,/πρωτοπαλλίκαρο του συκοφαντημένου Ανδρούτσου/στη λάμψη των προγόνων σου το σώμα έσερνες/τους χρόνους εμέτραες, την κοίτη της ζωής”.
[…] Οπλαρχηγέ στο Χάνι της Γραβιάς/ως Λέων της Ρούμελης εδοξάσθης!/Τ’ ομηρικόν σου όνομα και στην Ειρήνη ετίμησες/σχολεία ίδρυσες/και διδασκάλους Κοραή και Βάμβα/το Γένος να διδάξουν εκάλεσες/της δούλης Πατρίδας τα Πιστεύω ουδαμώς επρόδωσες/την αλήθεια εγύρεψες και στην Καρδιά των Ελλήνων/την ηρωϊκήν σφραγίδα σου για πάντα αποτύπωσες!
Στο ίδιο κλίμα και η ποιητική σύνθεση Σμύρνη (σσ. 42-46), όπου βλέπουμε με ενάργεια, αρχικά, την αγωνία της ποιήτριας να διασώσει το βαθύτατα τραγικό γεγονός τής Μικρασιατικής Καταστροφής, στο εθνικό συλλογικό ασυνείδητο, λίγο μετά την ξεκάθαρη επιθυμία της να χρωματίσει λεκτικά, με μελανά χρώματα βέβαια, τις ωμότητες των Τούρκων ατάκτων και την απάνθρωπη αδιαφορία των ξένων- υποτίθεται, συμμαχικών- δυνάμεων και, τέλος, την άμετρη θλίψη για αρκετές ακόμη χαμένες πατρίδες…
Εκείθε στους λουλουδόφωτους μαχαλάδες/π’ άλλοτε τραγούδια αντηχούσαν/μουσική, γέλια, χοροί/τώρα θρήνοι και κοπετοί./Όσα μ΄ ασίγαστο μόχθο κι ιδρώτα χτίσαν/μες τις φωτιές και το αίμα/εν μια νυκτί σβήσαν. (σελ. 43)
Ανεμπόδιστα οι Τούρκοι συνέχιζαν/να βιαιοπραγούν/κοριτσόπουλα να βιάζουν/και να βιαιοθανατούν (σελ. 44)
Μα οι ξένοι στέκουν μάρτυρες απαθείς/στην αιματηρή τραγωδία/και στη χειρότερη εκδοχή/ όσοι κρατούν την κουπαστή/στα πλοία ν΄ανέβουν/στα δάχτυλα τους χτυπούν/στην αιμορραγούσα θάλασσα/να πέσουν να πνιγούν. (σελ. 45)
Ο βυθός της θάλασσας πορφυρό χρώμα φορεί/τάφος για χιλιάδες/κάθε κόκκος της άμμου και μια προσευχή/για πόσες ζωές να κλάψεις ψυχή/για πόσες πατρίδες ακόμη; (σελ. 46).
Περνώντας σε πιο προσωπικές συνθέσεις τώρα, βλέπουμε στο ποίημα Ο άνθρωπός μου (σελ. 48) πως η γνήσια ερωτική επιθυμία συμβαδίζει με την βαθιά αυτοθυσιαστική διάθεση: […] δεν θα σ’ αφήσω ποτέ/να πέσεις να χαθείς/θα σηκώνουμε ο ένας τον άλλο/ή θα πέσουμε μαζί/κρατώντας χέρι/αν αντέχεις/γίνε φίλος μου/γίνε το άλλο μου μισό/γίνε ο άνθρωπός μου.
Αντιστικτικά, σύμφωνα και με την φροϋδική ανάλυση για τα ένστικτα του έρωτα και του θανάτου, έχουμε το ποίημα Χάρων (σελ. 58), στο οποίο ο θάνατος αντιμετωπίζεται με μία διάθεση παιγνιώδη και αρκετά θετική απέναντι στο οριστικά τραγικό: Κι αυτή τη φορά, Χάρε, θα σε νικήσω/αντί της πνοής μου/φιλί στο στόμα θα σου χαρίσω/και τη ματιά μου στη θάλασσα θ΄ αφήσω.
Κλείνουμε με την υποσύνθεση Fragmenta III (σσ.: 59 – 77), όπου ο άκρως λιτός, μα σοφά υπαινικτικός και συμπυκνωμένος λόγος τής ποιήτριας Ν. Αλέξη, σαν ένα μεταμοντέρνο χαϊκού, μάς βάζει όλους και όλες απέναντι στον εαυτό μας και μας προκαλεί να αντέξουμε την πάλη μαζί του, με τις αρνητικές σκέψεις, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, τις ποικίλες διαψεύσεις, τις εικονικές και αδυσώπητα μοναχικές σχέσεις, την χαμένη παιδικότητα: “Η ελπίδα φτεροκοπούσε/αιμορραγώντας.” (σελ. 64), Όλοι είναι καλοί/μέχρι ν’ αρνηθείς να τους δώσεις/αυτό που τους λείπει. (σελ. 67), Και τώρα που αντάλλαξες/αγάπες, φιλία κι οικογένεια/με τα λάϊκς του FB/γεύσου τη μοναχική σου ζωή”. (σελ. 69), Άνθρωποι ξεκοιλιασμένοι/από φθόνο/φουσκωμένοι απ’ το υπερεγώ τους. (σελ. 69), “Τα παιδιά μας τρύπια όνειρα/στις σάκες κουβαλούν”. (σελ. 70).
.
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΜΠΑΤΑΛΙΑ
Ανάλεκτα Ανθρωπιστικών Επιστημών τόμ. 1 (30) 2022
Η νέα σοφά μελετημένη έκδοση της Ποιήτριας Νίνας Αλέξη έρχεται να συμπληρώσει τις προηγούμενες εκδόσεις ποιημάτων της (Ανίν Ιξελά) και (Άνω θρώσκω) και την ποιητική Λογοτεχνική της προσφορά, η οποία μολονότι εκ πρώτης όψεως δεν αποτελεί συνέχεια, εντούτοις είναι βέβαιο ότι η ποίηση της προέρχεται από τον ίδιο πυρήνα προβληματισμού κι έμπνευσης έστω κι αν γράφτηκε σε διαφορετικό χρόνο και ανομοιογενείς χώρους και καταστάσεις. Η πνευματικά πολυδιάστατη προσωπικότητα της ποιήτριας Νίνας Αλέξη παραδίδει με πολύ φροντίδα και σκέψη την νέα της ποιητική συλλογή, ως «Λέμβο Σωτηρίας», ως δώρο στην βαθυστόχαστη, πολυεπίπεδη ποίηση και ο τίτλος, «Αΐδιος Μνήμη», καθορίζει με το πρώτο άκουσμα και το περιεχόμενο των ποιημάτων της.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στον ορισμό του για το Αΐδιος αιώνιος, παντοτινός, διατυπώνει: αΐδιος μνήμη – η ψυχή είναι η ακτίς. Ακτίς του αϊδίου, του απείρου, του υπερτελείου φωτός. Με όλες τις καθ΄ ημέρα προσλαμβάνουσες η ποιήτρια με την ψυχή, με τις δικές της λαμπρές ακτίνες φωτός, με το δικό της μοναδικό υφάδι υφαίνει τον καθάριο ιστό της δημιουργίας. <<Περπατά γυμνή με την αλήθεια της/ λεύτεροι προοριστήκαμε να ζήσουμε/…άσε την καρδιά σου ανοιχτή/ το φως ν αντριέψει/ μ΄ εύψυχα μάτια να δεις ότι είμαστε όλοι Ένα για αιώνια ζωή. >> (σελ. 27)
Ασχολείται με θέματα διαχρονικά, αυτά που είναι καταγεγραμμένα στην μνήμη μας για πάντα, αυτά που δεν σβήνουν με τον αδηφάγο χρόνο και ζουν αενάως: Αγάπη, έρωτας, ελπίδα, αιώνια ζωή, θάνατος, θλίψη, μοναξιά, μοίρα, αλήθεια, ψέμα, ελευθερία, τυραννία, αγώνας, πατρίδα, πόλεμος, τιμή, ηθικά ιδανικά, όνειρα, υποκρισία, φαντασία, υποσυνείδητο, μνήμη, ψυχή.
Ο αναγνώστης βρίσκεται σε εγρήγορση, σκέφτεται, νιώθει, βιώνει, προβληματίζεται, ανευρίσκει απαντήσεις. Επιδιώκει η Δημιουργός το ένα ποίημα να καλεί το επόμενο σε μια αλυσίδα από ονειρικές συνεπαγωγές, σαν βήματα ενός μυστικού χορού ανάμεσα σε κείνη και τους αναγνώστες της που – ιδανικά – καταλήγει στην ποιητική συγκίνηση. Δημιουργεί ποίηση γι΄ αυτούς που αγαπά, σέβεται, τιμά και τους την αφιερώνει. Ισχυρό αποτύπωμα αφήσαν μέσα μου οι στίχοι για τον Σωτήρη Παστάκα, την κόρη της Αθανασία, την κόρη της Ουρανίου Αφροδίτης, Σαπφώ, την Ρέα Αγγελομάτη, τον Κωνσταντίνο Κατσίφα, τον Κρίτωνα Τομάζο , τη Linda, τον αγωνιστή του ΄21 Αθανάσιο Τσούτσο, τη Σμύρνη, τον λατρευτό της σύζυγο σύντροφό Γιώργο, τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και πολλούς άλλους.
Η ποιήτρια κατέχει άριστα τους κανόνες και τους νόμους της ποιητικής τέχνης, στηριζόμενη στην παιδεία που απορρέει από την ψυχολογία, τη φιλοσοφία, την επιστήμη της ανθρωπογνωσίας εν γένει. Επιπλέον με το γνήσιο, πηγαίο και καλλιεργημένο ταλέντο της, με την λεπτή χορδή της ευαισθησίας της, θεωρούσα το αναταραγμένο περιβάλλον και την ατομικότητά της, προσπαθεί να παρουσιάσει με την τέχνη της ό,τι εμπίπτει εις την κεραία της δεκτικότητάς της, ως δέκτης και πομπός ταυτοχρόνως.
Χρησιμοποιεί πλούσια γλώσσα, εκφράσεις πλήρεις εικόνων, ποικιλία λεκτικών στοιχείων δια των οποίων ο λόγος αποκτά γλαφυρότατο ύφος με χρωματικότητα, παραστατικότητα, μεγαλοπρέπεια, ανθηρότητα, πρωτοτυπία, ευγένεια, έξαρση, δύναμη, ορμή χωρίς να παραβλάπτεται η σαφήνεια και η ακρίβεια. Πρόκειται για μία καλογραμμένη και βαθυστόχαστη ποίηση, καθώς κάθε λέξη μπορεί να αποτελεί ή να συμβολίζει ένα ξεχωριστό μήνυμα για το άτομο ή/και το κοινωνικό σύνολο.
Προσιδιάζει στα θέματα της δια την έκφραση υψηλών ιδεών και εννοιών και ισχυρών συναισθημάτων (μεταφυσικά θέματα, ανθρώπινα γεγονότα) χωρίς ν αποκλείονται και τα απλά και αισθητά πράγματα. Η Ποίηση δεν είναι μια καλλιτεχνική ασχολία ή MODUS VIVENTI άλλα αποβλέπει στην δημιουργία/ανάπλαση του εσωτερικού κόσμου, στην προβολή του οραματικού στοχασμού, στην σύνδεση με την ζωή , με την δημιουργία, με την «Ανοδική Πορεία, στην πάλη με τον λήθαργο, με την αγωνία, το άγχος. Τοιουτρόπως η ποίηση από έκφραση γίνεται ενέργεια τοποθετώντας τον άνθρωπο σε υπερατομικές διαστάσεις. Τα ποιήματα αυτής της συλλογής “Αϊδιος μνήμη” είναι περιεκτικά, μεταδίδοντας πολλά και διαφορετικά μηνύματα μέσα από τις σημασιολογικά φορτισμένες λέξεις της. Τα ποιήματα μπορεί να αναφέρονται και στην αναγκαιότητα του ανθρώπου να αναγεννηθεί -ακόμη και μέσα από τις στάχτες του και τους πολύπλοκους συλλογισμούς του «μα εγώ ήξερα/μπορούσα ακόμη και να πετάξω/φτερά να βγάλω,/στους λειμώνες τ’ ουρανού/ν’ αναγεννηθώ».
Η Νίνα Αλέξη εκφράζει την κοσμοθεωρία και την βιοθεωρία της, κατατάσ-σεται ποιήτρια των χρόνων και των καιρών μας και επαξίως της ανήκουν τιμές. Πιστεύω πως με την ποίησή της άνοιξε με τον πλέον εύπλαστο τρόπο γλωσσικά μονοπάτια, νέους δρόμους όχι μόνο στην έκφραση, αλλά και στην ψυχή μας. Εύχομαι από καρδιάς με τους δικούς της στίχους: “πριν το λίκνο της αγάπης καταρρεύσει” σ αυτήν την ζωή να ρίξουμε τα τείχη γύρω μας, να φτιάξουμε μεγάλους κήπους, “να φυτέψουμε την αγάπη, να την κρύψουμε πριν την εξευτελίσουν κι αυτήν”.
.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Ελεύθερη Ώρα 20.4.2024
Η Νίνα Αλέξη είναι η ποιήτρια του καιρού μας που ήδη προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποιητική της δουλειά. Και πράγματι οι δύο πρόσφατες ποιητικές της συλλογές «Αΐδιος μνήμη» και «Άνω θρώσκω» ξεχωρίζουν ανάμεσα σε άλλες συλλογές και προσελκύουν όσους ακόμα συγκινούνται και αρέσκονται στον ποιητικό λόγο. Τα ποιήματα της Νίνας Αλέξη αγγίζουν τις πλέον ευαίσθητες ανθρώπινες πτυχές του συναισθήματος και της ψυχικής έκφρασης. Και συγκινούν τον σύγχρονο άνθρωπο είτε ζει στην Αθήνα είτε στο Βερολίνο και στην Πράγα είτε όπου γης.
Έναν άνθρωπο που τελικά παρά την πρόοδο του σύγχρονου πολιτισμού παραμένει αβοήθητος και μοναχικός! Ο πόνος, η αγάπη, η σκληράδα και η απόγνωση δεν θεραπεύονται ούτε από τα SMS ούτε από το WhatsApp. Το κλάμα της ψυχής δεν γίνεται σέλφι….
Ματωμένα πουκάμισα πλένω
από τότε που η καρδιά
τα βράδια αιμορραγεί.
Σάπια μαξιλάρια πετώ
απ’ οξειδωμένες μνήμες
που εν ώρα ύπνου
το μυαλό αφαιρεί…
*
Συγχρονισμένα ρολόγια καρτερούν
το θάνατο της ελευθερίας.
Πεινασμένα μάτια τρυπούν
στους δείκτες σκαρφαλώνουν
να σώσουν έστω λίγο απ’ το χρόνο
απ’ τη ζωή.
.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ
Περιοδικό Το κοράλλι τχ. 37-38, 2023
Μικρή οδοιπορία στην ΑΪΔΙΟ ΜΝΗΜΗ της ΝΙΝΑΣ ΑΛΕΞΗ
Ένα ημερολόγιο εσωτερικής συντριβής/ο πόνος που γίνεται δύναμη μέσα από την αποτύπωση συναισθημάτων και ψυχικών καταστάσεων, η ελεύθερη και ανυπότακτη ψυχή της συνείδησης του ανθρώπου. Η απλότητα εν τέλει της μεγαλοσύνης. Αϊδιος είναι το επίθετο που σημαίνει τον αιώνιο, τον διαρκές, το διηνεκές, το παντοτινό, το αδιάλειπτο. Είναι κι η μνήμη που γίνεται μνημούρι, μνημείο, φύλακας και συμπαραστάτης του ανθρώπου. Ας θυμηθούμε εδώ τον Οδυσσέα Ελύτη «ίδια η μνήμη γινάμενη παρόν». Αυτές οι δύο λέξεις που συμπορεύονται και συγκοινωνούν και συλλειτουργούν, με την άξια ποιήτρια Νίνα Αλέξη ξαγρυπνούν στο προσκεφάλι του πόνου. «Η πίκρα σήμερα δεν έχει σύνορα». Αυτός ο στίχος του μεγάλου μας ποιητή Νίκου Γκάτσου μού ήρθε στο νου σαν συνειρμός από τα πρώτα ποιήματα της συλλογής. Το εξωφύλλου της εικαστικού Ισμήνης Μπονάτσου με τίτλο focus τελεί σε αγαστή συμπόρευση με το κείμενο.
Επανερχόμενοι στον τίτλο της ποιητικής συλλογής θα τονίσουμε πως εκφράζει αφ’ ενός τη διάρκεια της μνήμης αλλά και τον πόνο που ενυπάρχει στο περιεχόμενο, υπενθυμίζοντας πως εκείνη συνομίλησε με τη γνωστή ρήση τού αποσπάσματος που παραθέτουμε για του λόγου το αληθές. Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λέξη πόνος με την έννοια του αϊδίου ήταν ο Ησίοδος. (Α,310) « ΟΙ ΜΕΝ ΑΡ’ΑΪΔΙΟΝ ΔΕΙ ΕΧΟΝ ΠΟΝΟΝ».
Ο πόνος λοιπόν σαν ευλογημένο καταφύγιο λύτρωσης για να θυμηθούμε τον δικό μας Φώτη Κόντογλου και την «Πονεμένη Ρωμιοσύνη» του, ο πόνος που προσεγγίζει τη σιωπή και αποδίδει δικαιοσύνη. Η σιωπή έχει χίλιες δυό λέξεις άλλωστε. ‘Οπως λέει η ίδια η ποιήτρια: «Οι σιωπές είναι απείρως επικίνδυνες/ θανάσιμες…» Ο παγκόσμιος πόνος ως αϊδιος μνήμη μάς προσεγγίζει στον Σκιαθίτη Αλ. Παπαδιαμάντη και στο «Σαν να μην είχαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι οι καημοί τού κόσμου».
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη χαρτογραφεί με το δικό της λυρικό και λυγμικό οδοιπορικό, την αλήθεια “του πόνου και των πραγμάτων” (Καρυωτάκης) με ένα ξεχωριστό λεξιλόγιο το οποίο επικεντρώνει στον πυρήνα «Δεν φοβάμαι το σκοτάδι/γιατί έχω ζήσει στο φως», όπως γράφει. Κάθε λέξη, «κάθε κόκκος της άμμου και μια προσευχή…» των προσώπων, των πραγμάτων, των καταστάσεων. Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη κοινωνεί τον ανθρώπινο πόνο, μετέχει της μοναξιάς σε παράλληλα εναλλασσόμενα φορτία με τον Σάμιουελ Μπέκετ: «Ψυχές ζώσες να δείτε πόσο μοιάζουν μεταξύ τους». Γράφει για «τ’ άβροχα καλοκαίρια στα βάθη της ερήμου», μιλά και γι’ αυτές ακόμη τις αλησμόνητες πατρίδες – κι όχι χαμένες – και ακόμα για όλους αυτούς τούς ανέστιους τούς πρόσφυγες «..για πόσες ζωές να κλάψεις ψυχή για πόσες πατρίδες ακόμη;».
Για τη Σμύρνη που γίνεται η παγκόσμια πατρίδα όλων των ξερριζωμένων, για τα πανανθρώπινα μηνύματα. Η οικουμενικότητα του ποιητικού της βεληνεκούς, με την ιδιαίτερη εγκαυστική τού στίχου της συνθέτει ένα ποιητικό μανιφέστο πού καταγγέλλει όλους όσοι «…σύμμαχοι κι εχθροί στ’ αδιέξοδα της ιστορίας ρητορεύουν…» μά, ‘οπως λέει, “ξένοι στέκουν μάρτυρες απαθείς/στην αιματηρή τραγωδία”. Μια γραφή για τον άνθρωπο, τον «άνω θρώσκοντα» γραφή καταλυτική που εξακτινώνει το ποιητικό της βεληνεκές με λόγο στιβαρό, άρτια δομημένο και συμπυκνωτικό. Με εξομολογητικούς τόνους, λεπταίσθητες διεισδύσεις στα δρώμενα, απίστευτα ερωτική και τρυφερή, με μια ξεχωριστή αναφορά στην οποία εντούτοις δεν λείπουν κοινωνικές προεκτάσεις και μηνύματα.
Μια ποίηση παντός καιρού όπου συναντώνται εύστοχα και άρτια η παλιά ποίηση, η επική ποίηση και η αισθηματικά λυρική εκδοχή με αναφορά σε ολοκαυτώματα. Μια ποίηση που δεν γνωρίζει είδη, χρόνο και γενιές. Η ποίησή τής Νίνας Αλέξη είναι αιχμηρή, («μανιασμένες φλόγες τις γλώσσες έδειχναν/το δρόμο στους κατατρεγμένους έκοβαν/ ζοφερό σκότος από καπνούς/ κι αποκαϊδια παγιδευμένων…») και αισθαντική, («…τ’ αεράκι χαϊδεύει την εβένινη κόμη/ το πρόσωπο το ροδαυγές»). Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως η ποιήτρια ζω-γραφεί τις λέξεις, επιβεβαιώνοντας με τον καλύτερο τρόπο τη ρήση του Σιμωνίδη του Κείου. Μάς μιλά ακόμη για τον “ θείο Έρωτα” και την “αμιγή Αγάπη”, που ενώνει, θυμίζοντας τον Σαραντάρη που μιλούσε για την περίφημη «Ερωταγάπη». Ποίηση εκρηκτική πού δίχως να φωνασκεί και να φανφαρίζει, εκφράζει μεταφυσικά μηνύματα, και το τρίγωνο ζωής, έρωτα και θανάτου με τόση ευστοχία και νοηματική συμπύκνωση. Ιδού ένα έξοχο τετράστιχο, όπου συμπυκώνονται και συμπορεύονται και συλλειτουργούν ποίηση και φιλοσοφία. «Η ζωή, ένα παιχνίδι/ με νικητές και ηττημένους/με θύματα και ήρωες/ με έρωτα και θάνατο.» Δίνοντας έξοχα fragmenta (αποσπάσματα, θραύσματα και εσωτερικά τραύματα), όχι ομολογουμένως αβρόχοις ποσίν, συνθέτει ένα τραγικό οδοιπορικό της ανθρώπινης ύπαρξης, φωτίζοντας σε βάθος τα ανεξερεύνητα πεδία της ψυχής και δίνοντας στους αναγνωστες την ευκαιρία να καταθέσουν τα δικά τους φορτία. «Κι αυτή τη φορά, Χάρε θα σε νικήσω» γράφει, προσκαλώντας μας στα μετερίζια τους χρέους, της ευθύνης, του αληθινού προορισμού τού ανθρώπου. Με το ατομικό της βίωμα και πάθος και βαθιά διαχρονική θεώρηση, μέσα σε λίγες μόνο λέξεις, («Κυοφορώ τα πάθη της μνήμης/ της Ατλαντίδος»), γράφει στίχους βαθιάς εσωτερικής καύσεως και πίστης: «Οι μέρες μου κλείνονται/ στις προσευχές μου».
Πρόκειται για ένα ξεχωριστό εσωτερικό οδοιπορικό στο οποίο η ποιήτρια καταθέτει τη δική της εκδοχή για τα δρώμενα, με συγκλονιστικές παρακαταθήκες ζωής και αντίστασης που οξυγονοποιούν το ασφυκτικό παρόν μας και με τη μνήμη το αλάθευτο εργαλείο εσωτερικού εξοπλισμού: «Μη λησμονείς τις ώρες, τις μέρες/ όσα μάς προσπέρασαν/ τα χρόνια γέρασαν, όχι εμείς». Με αυτά τα εφόδια και ξεχωριστή αναφορά στο τέλος όχι σαν λήξη αλλά σαν έναρξη, ένα τέλος που εκλαμβάνεται ως σκοπός, μαρτυρία και συνείδηση επιλογής: «…Μπορεί άλλοι να γράφουν την αρχή/ μα πάντα εμείς το τέλος». Ή σαν ένα σάλπισμα κατά περίπτωση και κατά περίσταση («πόσα καλοκαίρια ακόμη/ θάνατο θα μυρίζουν;») πού σηματοδοτεί την αλλαγή μιας πορείας, τη μεγάλη απόφαση, τη θυσία αφού «η ελπίδα φτεροκοπά αιμορραγώντας». Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη με την “Αϊδιο μνήμη” που αποτελεί – μέρος τής σημαντικής προσφοράς της στο όλο ποιητικό Corpus της αλλά ταυτόχρονα στέκεται και ως αυτόνομη και ανεξάρτητη ποιητική συλλογή με μιαν ιδιαίτερη αμεσότητα, ζωντάνια και παραστατικότητα του στίχου – στόχου, έχει πλέον ως σκοπό κάτι ανάμεσα στο όριο και στο οριακό, στο μεταίχμιο, αυτό το ζητούμενο που σε δύο οριακούς στίχους αποδίδεται δικαιοσύνη «Δέον Πράττειν» θα μας πει, αφού «όσο νοιώθω ζω». Και αλλού «Λέμβος Σωτηρίας/ η Ποίηση». Ταυτόχρονα η ανά χείρας ποιητική συλλογή σηματοδοτεί την επιθυμία για υπέρβαση των ορίων του Ανθρώπου (όπου γης) και γι’ αυτό θα μπορούσε να είναι η φωνή ενός παγκόσμιου πολίτη. Συγχρόνως, λόγω τών θεμάτων που εξετάζονται, νιώθεις πως θεμελιώνεται ένα νέο Modus Vivendi.
Mέσα από το ποιητικό σώμα και αίμα της Νίνας Αλέξη βιώνουμε την ηδονή της οδύνης, αυτό το γνήσια λυτρωτικό πάθος, το ακριβό μεταλλευτικό φορτίο της ψυχής, αλλά και την καταγγελία της υποκρισίας και της αποδόμησης των ανθρώπινων αξιών: «Εγκέφαλος: Μη με ταϊζεις άλλα σκουπίδια/κι ας είναι ανακυκλώσιμα». Επί τόν τύπον τών ήλων η γραφή της, με πάθος για τη ζωή, με γεμάτα τα ορυχεία της συνείδησης με πλήρη κατανόηση των προθέσεων που κονιορτοποιούν το κάθε τί υποτελές και σάπιο. Με τις προθέσεις που είναι κοντά στην ενσυναίσθηση, το «ΕΝ» και το «ΣΥΝ» αλλά και με γνώση της πραγματικότητας, η ποιήτρια καταγγέλλει κι όλους αυτούς που καταχρώνται ή υποκριτικά υπερασπίζονται την ειρήνη, τούς «ειρηνοποιούς» («Πόσες αιώνες ακόμη/ θα ζούμε ξεδιάντροπα/ μεσ’στην υποκρισία;»), ενώ συγχρόνως, βλέπουμε κι άλλες, απρόσμενες καταθέσεις, όπως το ποίημα για τον Βορειοηπειρώτη ήρωα Κωνσταντίνο Κατσίφα.
Μια σύγχρονη ποίηση λοιπόν, με σεβασμό όμως στους κανόνες της αρχέγονης παραδοσιακής ποίησης, μια De profundis κατάθεση, κραυγή και λυγμός μαζί. Μια προσδοκία αποκάλυψης που, όπως είχε γράψει ο Παν. Κανελλόπουλος, «περίμενα καιρό, πολύν καιρό να βρέξει κι ήρθε από πάνω». Το νόημα και το μήνυμα της ποίησης τής Νίνας Αλέξη είναι ο ανυποχώρητος αγώνας, η πίστη στις ανθρώπινες αξίες, η αναζήτηση της πυξίδας μέσω της Αλήθειας. Λέει, όπως λέει ο Ρίτσος, «Τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη” και φωτίζει τη σχέση θύτη-θύματος με μία νέα εκδοχή υπαινισσόμενων ευθυνών και ενδεχομένων παραπτωμάτων: “Εσύ πάτησες τη σκανδάλη./ Εγώ απλά κρατούσα το περίστροφο”. Ευχαριστώντας την ποιήτρια Νίνα Αλέξη θα τής σφίξουμε ειλικρινά το χέρι και θα της πούμε ότι “πολύς ο μισθός” της γι΄αυτή τη συνομιλία διαλεκτικού χαρακτήρα, με ποιητικούς τόνους και ατμόσφαιρα, γι΄αυτή την ιχνηλασία ειδικής διείσδυσης, για την προσέγγιση και την περιήγηση στη σιωπή, για τις εκρηκτικές δυνάμεις μέσα στα ρημαγμένα μονοπάτια της ζωής και του θανάτου όπου δοκιμάζεται σκληρά ο άνθρωπος και όπου οι λέξεις ευλογούνται σ’ ένα προσκλητήριο ζώντων και τεθνεώντων.
.
ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
Οδός Πανός , έτος 42ο , τχ. 197, 2023
Νίνα Αλέξη, Αίδιος μνήμη
Τρίτη ποιητική συλλογή για τη Νίνα Αλέξη. Ο πίνακας του εξωφύλλου (Ισμήνη Μπονάτσου, Focus) συνομιλώντας με τα ποιήματα δείχνει πως η Αλέξη αντιμετωπίζει την ποίηση, ως έναν τρόπο να εστιάσει σε όσα τη θλίβουν και να μιλήσει γι’ αυτά. Έτσι, δεν περιορίζεται στον ιδιωτικό της κόσμο, αλλά ανοίγει το βλέμμα της προς όσα κακώς κείνται και αποζητούν τον δίκαιο λόγο. Άλλωστε στην προμετωπίδα οι στίχοι: Οι σιωπές είναι απείρως επικίνδυνες/ θανάσιμες/ σκοτώνουν αργά και πάντα στο στόχο, δηλώνουν τη διάθεσή της να μη σιωπά. Η χρήση συχνά του πρώτου πληθυντικού προσώπου δηλωτική μιας ποίησης με κοινωνικά χαρακτηριστικά, που αφορά όλους ως συλλογικά συμμετέχοντες με ίσο μερίδιο ευθύνης (ξεδιάντροπα τα ΟΧΙ μας/ σε ερεβώδη ΝΑΙ τα οδηγήσαμε, “Αιδώς Αργείοι”).
Στη συλλογή εμπεριέχονται ποιήματα γραμμένα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, κι εδώ αναζητούν τον κοινό τους τόπο μέσω της φωνής της ποιήτριας που νιώθει πως είναι η ώρα να πει το καθένα την αλήθεια του. Το τελευταίο μέρος της συλλογής καταλαμβάνουν μικρά ποιήματα που λειτουργούν εν είδει αποφθεγμάτων. Κάποια από αυτά έχουν τη δύναμη να εξελιχθούν σε πιο αναλυτικά ποιήματά, αποσείοντας έτσι από πάνω τους την υποψία μιας διάθεσης για καθοδήγηση ή για νουθεσία. Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε κάποια από αυτά (για παράδειγμα: Μια ζωή είναι/ πόσο ακόμη να τη φθηνήνεις;) να παίρνουν τη μορφή ποιημάτων. Η Αλέξη έχει ευαισθησία σε ό,τι γράφει, και μέσω αυτής αγγίζει τους αποδέκτες της ποίησής της.
.
ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ
Ελεύθερη Ώρα της Κυριακής 15.10.2023
“Αΐδιος Μνήμη”
Περιδιαβαίνοντας το 51ο Φεστιβάλ Βιβλίου, ανάμεσα σε εκατοντάδες λογοτέχνες εντόπισα την ξεχωριστή περίπτωση της ποντιακής καταγωγής ποιήτριας, Νίνας Αλέξη, με τη νέα της ποιητική συλλογή “Αΐδιος Μνήμη”. Το πρόσφατο πνευματικό της έργο από τις Εκδόσεις “Αλεξάνδρεια” πάλλεται από δημιουργικό οίστρο, από την δυνατή πένα της και την απαράμιλλη ευαισθησία της. Ένας ακόμη αναστοχαστικός κρίκος στην συνεχή πνευματική παραγωγή της είτε σε ποιητικό, είτε σε θεατρικό επίπεδο. Είναι, πράγματι, αδύνατον ν’ ανοίξεις βιβλίο της που να μην σε παρασύρει στην επόμενη σελίδα κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος! Ενδεικτικά παραθέτω ένα τετράστιχό της με τίτλο “ΙΣΩΣ”:
“Ίσως φταίει η δειλία μου, που σχεδόν άγγιξα τον ουρανό, μα πίσω στην γη κοιτούσα εσένα να βρω”. Ο κόσμος της, οικουμενικός, γίνεται και δικός σου, σε εμπνέει και σε εισάγει βιωματικά σ’ ένα πολυδιάστατο ταξίδι.
‘
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΝΙΚΑΣ
culture point.gr 14.12.2022
Αϊδιος μνήμη, Νίνα Αλέξη
Τι είναι η μνήμη; Αυτή η ατέρμονη, παντοτινή νοητική φυλακή των πιο ισχυρών συναισθημάτων, των μεγάλων προσωπικών νικών και των ακόμα πιο μεγάλων ηττών, των ξεχωριστών μικρών στιγμών μας, των συλλογικών κατακτήσεων και απογοητεύσεων, των ερωτικών εξάρσεων. Η ποιητική συλλογή “Αΐδιος μνήμη” της Νίνας Αλέξη από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, προσεγγίζει τη μνήμη ως αυτό που πραγματικά είναι. Το καταφύγιο των ψυχών, το θησαυροφυλάκιο των πιο ακριβών εμπειριών, αυτών που μας διαμορφώνουν, αυτών που όταν επανέρχονται στη σκέψη αναδεικνύουν κρυμμένους πόθους, ενοχές και όνειρα.
Σε αυτό το ποιητικό ταξίδι της μνήμης δεν λείπει κανείς. Ο ερωτικός λυρισμός διαδέχεται την ιστορική κατακραυγή και την υπαρξιακή αναζήτηση. Η ανάμνηση του ερωτικού πάθους διαπλέκεται με τη Μικρασιατική καταστροφή και τα σύγχρονα κοινωνικά διλήμματα. Η Νίνα Αλέξη φιλοσοφεί χωρίς να “φιλοσοφίζει”, συγκινεί χωρίς να “μεμψιμοιρεί”, ζωγραφίζει με λέξεις έναν κόσμο αρμονίας και δικαιοσύνης ως αναγκαία συνθήκη ανάκτησης της εσωτερικής και της συμπαντικής ισορροπίας. Ακόμη και τα Fragmenta, που ολοκληρώνουν την τρίτη ποιητική συλλογή, κατορθώνουν με ελάχιστες λέξεις να συμπυκνώσουν ιδέες και νοήματα με πιο εύστοχο τρόπο από ότι σελίδες αναλύσεων. Μία ποίηση ταυτόχρονα σύγχρονη και διαχρονική, που θα μας προβληματίσει, θα μας θέσει αντιμέτωπους με τις ευθύνες μας απέναντι στην επιλεκτική μνήμη και την ηθελημένη αμνησία.
.
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
Αίδιος μνήμη, Νίνα Αλέξη
Με ένα ακόμη ποιητικό βιβλίο της, ύστερα από το Ανίν Ιξελά και το Άνω Θρώσκω, η Νίνα Αλέξη έρχεται να μετατρέψει σε στίχους ανεξίτηλα εντυπώματα στη μνήμη της. Συγκεντρώνει και μας παρουσιάζει ποιήματα γραμμένα από το 1980 μέχρι το 2021.
Η Αλέξη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία. Οι γονείς της είναι Έλληνες με ποντιακές ρίζες. Σπούδασε στο Λονδίνο παραστατικές τέχνες, δημιουργική γραφή, θέατρο και χορό. Μεγάλωσε λοιπόν εκτός Ελλάδος και αυτό την απελευθερώνει από γλωσσικούς περιορισμούς, που έχουν επιβληθεί ή καθιερωθεί στην ελληνική επικράτεια, και επιλέγει ένα λεξιλόγιο εγγύτερα στην παιδεία που έλαβε ως κόρη μεταναστών και στην αισθητική της που διαμορφώθηκε στη συναναστροφή της σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες, στην ανάγνωση κλασικών ποιητικών κειμένων και στις θεατρικές της σπουδές.
Ξενίζει ίσως η πρώτη επαφή με το έργο της, εμάς οι οποίοι έχουμε υιοθετήσει τον Σεφερικό τρόπο γραφής, και μάλλον ενοχλούμαστε με κείμενα όπου ανιχνεύουμε στοιχεία τού μεταμοντερνισμού. Οι εξεζητημένες λέξεις και η επιτηδευμένη έκφραση είναι χαρακτηριστικά τής ποίησής της, αν και νομίζω πως σε αυτή τη συλλογή της περιορίζονται αισθητά οι επιλογές αυτές. Άλλο χαρακτηριστικό τής έκφρασής της είναι ο σχηματισμός προτάσεων με τρόπο μη τυπικό και ενίοτε ανορθόδοξο, παρουσιάζοντας μια αφαιρετική, θα έλεγα, σύνταξη. Όλα αυτά συνθέτουν ένα ιδιαίτερο ύφος, το οποίο αργά ή γρήγορα μάς κερδίζει. Καθώς προχωρούμε στην ανάγνωση των ποιημάτων, οι απορίες μας βρίσκουν τις απαντήσεις τους, η αίσθηση της πρώτης επαφής υποχωρεί και η ποίηση λειτουργεί: «Μέτρησα τον εκκολαπτόμενο χρόνο / απ’ τις εγκέλαδες μητρικές μνήμες / δεν έβγαιναν οι στείρες μέρες / ούτε οι νηστικές νύχτες / των τελευταίων δίσεκτων καιρών» (σελ. 36).
Η Αλέξη είναι κατεξοχήν λυρική ποιήτρια. Υμνεί τον έρωτα ως μαθήτρια από τον κύκλο τής Σαπφούς, σε αυτήν αφιερώνει το ποίημα «Δέκατη μούσα», χωρισμένο σε πέντε μέρη: «Ψάπφα! Ζηλευτή κόρη της Αφροδίτης / η θάλασσα στίχους σου ξαφρίζει / που κύματα μελωδούν / απολιθώματα στα βράχια / τ’ αστέρια με χορό φεγγοβολούν / το πρόσωπο λούζουν, τα εύστροφα μάτια / της ψυχής σου δρόμοι ανοιχτοί / τα ηλιοβασιλέματα / ο πόνος μ’ ένα τραγούδι σβήνει» (Ι, σελ. 52).
Από τα ζητήματα που απασχολούν την ποιήτρια, χωρίς να έχουμε καλά βγει από μια πανδημία, είναι η ανθρώπινη ύπαρξη που μάχεται να αυτοκαθοριστεί στον χώρο και τον χρόνο της, και να υπερβεί τα εμπόδια που της επιφυλάσσει η βάσκανος μοίρα.
Θα σταθώ στο ποίημα, το «Ελευθερία: Δει μάχεσθαι». Είναι αφιερωμένο «Στον αγωνιστή τού ’21, Αθανάσιο Τσούτσο», μακρινό πρόγονο, πέντε γενιές πίσω, του συζύγου της. «…Τα ριγηλά δειλινά, της ψυχής οι ορίζοντες / δρόμο έστρωναν προς την αυτογνωσίαν / Δει μάχεσθαι για την Ελευθερίαν! / Θανάση Τσούτσε, Δαδιώτη αγωνιστή και προεστέ, / πρωτοπαλίκαρο του συκοφαντημένου Ανδρούτσου / στη λάμψη των προγόνων σου το σώμα έσερνες / τους χρόνους εμέτραες, την κοίτη της ζωής. (…)» (σελ. 41). Δεν χρειάζεται πολλά, για να γίνει ποίηση η Ιστορία.
Σε αυτό το μήκος κύματος κινείται και το ποίημα «Σμύρνα» (σελ. 42-46), στο σπαραγμό για τη μαρτυρική Σμύρνη, την πόλη που κάποτε γεννούσε το ex oriente lux: «(…) Ο βυθός της θάλασσας πορφυρό χρώμα φορεί / τάφος για χιλιάδες / κάθε κόκκος της άμμου και μια προσευχή / για πόσες ζωές να κλάψεις ψυχή / για πόσες πατρίδες ακόμη;».
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δώσουμε στα θραύσματα, Fragmenta III. Ο λυρισμός εδώ της Αλέξη δεν εκφράζεται ως αποφθεγματικός λόγος, δεν είναι μονόλογος, αλλά μέρος ενός ανοικτού διαλόγου. Ο αναγνώστης προτρέπεται να συμβάλλει με το δικό του μέρος, για να αποκατασταθεί το όλον. «Η μαγεία έρχεται / όταν υπερβούμε / το παράδοξο» (σελ. 61).
.
ΜΑΝΤΛΙΝ
Βιβλιοπαρουσίαση στο Επί Λέξει 22.11.2022 & Υδράνη 11ο τχ.
Αίδιος μνήμη
Η νέα ποιητική συλλογή της Αγαπημένης μας Λογοτέχνιδας Νίνας Αλέξη. Η φάση του παρελθόντος που εκφράζεται με την μνήμη. Η νοσταλγία συχνά συγκατοικεί με την θλίψη και τις επιθυμίες μας. Αΐδια ευγνωμοσύνη στην μητέρα των μουσών, στην γενεσιουργό των πάντων… την Μνήμη. «Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί». Έλεγε ο Σεφέρης: Συμβολοποιεί… σκέψεις και συναισθήματα, των οποίων η ηχώ τους, προσπαθεί να γαντζωθεί, έστω κι από την «πέτρα» όταν σκέφτεσαι τελικά… πόσο ευάλωτη είναι η Ευτυχία. Συγκομιδή εμπειριών, οι οποίες περνούν από επιθεώρηση, τις δημιουργικές δυνάμεις, τις οποίες κατευθύνει στο κατώφλι του Χρόνου. Του Ανθρώπινου Χρόνου, τον οποίο αντιλαμβάνεται ο Νους, στον καθένα μας ξεχωριστά! Ο Χρόνος ο μετρητής της ζωής μας, είναι συνάμα και μετρητής του αφανισμού μας. Στον Νου λοιπόν μπορεί να γεννηθεί το Νόημα του Χρόνου ως μια βαθύτατη υπαρξιακή πραγματικότητα. Εκείνου που καμία σχέση δεν έχει με τους λεπτοδείκτες των ρολογιών, αλλά με μία μορφή στοχασμού, με την δημιουργία ενός εσωτερικού παρατηρητή…
Μόνο η υπαρξιακή βιώσή του απαλλάσσει τον άνθρωπο από το «γέλασμα» που δημιουργεί η αφηρημένη έννοια του. Συμβαίνει να ολοκληρώνουμε το εγκόσμιο ελλιπές, παραμένοντας στο στάδιο της προετοιμασίας του σχεδιασμού ενός μέλλοντος, χτίζοντας επί της ουσίας την φτώχεια του εαυτού μας, και κατ’ επέκταση μιας διεγερτική θλίψη.
χρόνε αδήφαγε
χρόνε θριαμβευτή
τρέχεις κυνηγημένος στην αχλύ
έφιππος Πήγασος χνάρια δεν αφήνεις
θρυμματισμένες εικόνες της ζωής μας
σκίζουν τον αέρα
οξειδωμένες λέξεις κυνηγάμε
που επωάζουν σε χάρτινες συνειδήσεις.
Ο χρόνος άφθαρτος, παντοδύναμος
δεν ξέρω αν μου μένει χρόνος
να σ’ αγαπήσω να σ’ αγκαλιάσω
ας σταματούσε εκεί
που γαλήνη κι ομορφιά σκαλίζουν
την υπόστασή μας.
Η αγάπη προστάτιδα
πέπλο
στον ατελεύτητο χρόνο άπλωσε.
Ο χρόνος σαν βρέφος κλαίει
λαίμαργα βυζαίνει κάθε πολύτιμο λεπτό
μασάει τις ώρες
τις κουρασμένες μέρες
καταβροχθίζει μήνες, χρόνια
ο χρόνος
σαν γέρος χαροπαλεύει.
χρόνος αμείλικτος
ξέκαρδα απρόθυμος
αγνοεί τα θέλω μας
το τέλος σιμώνει.
Χρόνε κουρσάρε, υποκριτή
ανελέητο ακιότευτο τσεκούρι
έρχεσαι απροειδοποίητα
μας κλείνεις το μάτι
μ’ ένα μειδίαμα:
Ο χρόνος σας τελείωσε.
Νέα Υόρκη 2017
Λιτός μα εννοιολογικά απέραντος ο τίτλος της νέας ποιητικής συλλογής της Αγαπημένης μας Λογοτέχνιδας Νίνας Αλέξη, της δυναμικά Ευαίσθητης Ποιήτριάς μας, η οποία με έναν συμβολικό και ολοφυή τρόπο ψηλαφεί την δική της οπτική θέασης, άλλοτε τα κοινωνικά φαινόμενα και άλλοτε τις ανθρώπινες σχέσεις υπό το πρίσμα της συναισθηματικής νοημοσύνης σε μια προσπάθεια να φωτίσει άτυπες πλευρές του φαινομένου αυτού που αποτελεί την πιο κοινή κατάσταση της κοινωνικής ύπαρξης. Με αυταπόδεικτο το ταλέντο της κι τη διεισδυτική της ματιά, επί της παρατήρησης και της ανάγνωσης των ψυχοπνευματικών εκδηλώσεων μιας επικαιρότητας περικυκλωμένης από αλαζονεία και δυσμένεια, ξεχνώντας πως ο Άνθρωπος είναι ο ποιμένας της ύπαρξης.
Ψυχές με ειδικές ανάγκες είμαστε
κατάσαρκα φορούμε την αγάπη
κάθε σελίδα της ζωής
ασίγαστος πόθος με παροτρύνει
σε αξίες να πιστέψω
ξέσπαθη η ανάγκη
για δικαιοσύνη να παλέψω
που λιμοκτονεί
για αξιοκρατία
γδύνω την απληστία
την ξεκοιλιάζω
μ’ ένα μπαλτά την τεμαχίζω
νέα όνειρα σκαλεύω
σε φαροφόρους ατραπούς προχωρώ
μην πριονίζεις τα όνειρά μου
μην βυθίζεις τις βάρκες της ελπίδας
πλώρη για την Ελευθερία βάλαν.
Βασανίζονται οι ψυχές, μέσα στην δίνη της ανατροπής, μιας άγνωρης συνθήκης ζωής και στους ρυθμούς μιας δυσχερούς καθημερινότητας που ταλανίζει την ψυχική μας κατάσταση. Δραματικό το δοκίμιο της Ζωής των καιρών μας. Πόνος – Ομορφιά -κατευνασμός. Με ενάργεια παρουσιάζει την απειλητική αποδημία των θετικών ιδιοτήτων του Ανθρώπου, από το ωφέλιμο των ιδανικών. Θορυβείται και Αγωνιά από την Αφιλία των Ανθρώπων απέναντι στις Αρετές και τις κοινωνικές – ανθρωπιστικές Αξίες. Καθημερινή η επανάσταση στην αδικία, ανελέητη η καταγγελία του κοινωνικού ψεύδους, που αγκαλιάζει ολόκληρη την πραγματικότητα. Ο λόγος της, με την φαινομενική απλότητα των στίχων της κρύβει ένα τεχνικό κατόρθωμα.
Ο Έρωτας η τέλεια επανάσταση, η κινητήριος δύναμη, ο γλυκύτερος καρπός του δέντρου της Ζωής. Με πόση γλαφυρότητα και εκφραστικό πλούτο μας συστήνει την βαθιά και θεμελιώδη ερωτική σχέση, τον λόγο που έχουμε συναισθήματα, την αιτία που η ζωή όντως υπάρχει… Ο Έρωτας, η κορωνίδα των σχέσεων. Ο Έρωτας, η αιτία που σε εμπνέει για την καλύτερη προοπτική του εαυτού σου. Η Ποιητική φιγούρα του ιδεώδους, η πνοή της ζωής, η θεοφώτιστη λάμψη που φωτίζει το συναίσθημα, κεραυνοβολώντας το. Ο Έρωτας με τα αδέλφια του, τον Πόθο και το Πάθος που συνταράζει το «Είναι μας» όταν συμβαίνει, την διαιώνια χρονική στιγμή που σχετίζεται με τη συναισθηματική εγγύτητα και την ευψυχία, όταν σ’ αναβρασμό το κύμα της καρδιάς φιλά τα πιο κρυφα μας σύμπαντα. Είναι που πάντα την νύχτα βυθίζεσαι στην καρδιά του άπειρου και τ’ όνειρο, ψάχνει το δίκιο του. Ίσως, κάποιες φορές η ευτυχία να είναι συνυφασμένη με την επιθυμία της επανάληψης.
Γράφει η Ποιήτρια μας:
Με αγαστή στιλπνότητα
τα πρωινά, αδιάκοπα
όνειρα λαξεύαμε
δίχως πανιά κι ούριο άνεμο.
Τη νύχτα, έσπρωχνα
γοργά να ‘ρθεί
τα όνειρα να εκπληρώσουμε
θυσιαζόμαστε μεσ’ τη φωτιά
του έρωτά μας.
Επιτρέπει στα συναισθήματα της ν’ ανατέλλουν, να εκφράζονται, γιατί μόνο έτσι γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτόν μας. Διάχυτη η υπόληψη για την εσωτερική ζωή, τις κρυψώνες της καρδιάς, την διαπεραστική αυτοεξέταση, τις βαθιές ανησυχίες.
Αυτή ήταν η μοίρα μας;
Στο φόβο να παραδίδουμε
τη ζωή μας
ν’ αγαπάμε σιωπηρά
μόνοι ν’ ακουμπούμε
στης βροχής την αγκαλιά;
Ν’ αυτοκτονούμε
στη χαλκεμένη μοναξιά
την πίστη μας να χάνουμε
σ’ ό,τι αληθινό ζήσαμε;
Τις αργόσυρτες νύχτες
ν’ αρνούμαστε τ’ άστρα
όταν το διάβα μας φωτίζουν
χλευάζοντας τα όνειρά μας;
Την ανείπωτη θλίψη
στεφάνι να φορούμε
και με κεφάλι ψηλά σε μια
ούτε καν αδιάφορη ζωή
να προχωρούμε
αυτή ήταν η μοίρα μας;
Θεσσαλονίκη 2012
Ο φόβος, ένα άκρως βασανιστικό συναίσθημα, με μέγιστη την ανάγκη του ανθρώπου για τον μετριασμό του, την απελευθέρωσή του από την χαοτική κατάσταση που επιφέρει. Ο φόβος γίνεται ένα φαινόμενο εκμετάλλευσης, (από τον τραγικό «υψηλό κόσμο») προκειμένου να χειραγωγήσει για να μπορεί να ελέγχει. Ο φόβος μαθαίνεται, και διαθέτει ευρεία κλίμακα μεταμορφώσεων. Ο φόβος του θανάτου, διεγείρει ένα πρωτογενές υπαρξιακό άγχος στον Άνθρωπο. Μόνο αν τον αναγνωρίσουμε και τον δούμε κατάματα, θα ελευθερώσουμε τον εαυτό μας από την βασανιστική αγωνία του. Ο φόβος του θανάτου του Εγώ μας, είναι ένας τόπος που ο καθένας μας είναι μόνος του, με την απώλεια της συνοχής του Εαυτού του… κι αυτό είναι χειρότερο… επώδυνο και εξαντλητικό. Όπως η μοίρα… που συμβαίνει, όταν αγνοούμε την ίδια μας την ζωή και την αφήνουμε σε μια άγονη ονειροπόληση, όταν δεν ενεργούμε ώστε να επανασυνδεθούμε με την ψυχή μας, την φύση μας. Όταν παραδίνουμε τον έλεγχο της σε άλλους, όταν δεν αγωνιζόμαστε να αλλάξουμε και να εξελιχθούμε συνειδητά. Ουδεμία σχέση με το πεπρωμένο, στο οποίο επιλέγεται η ανάληψη ευθύνης, για την ζωή και η εκπλήρωση του εμπεριέχει την συνειδητή ανάπτυξη μιας σχέσης με τον βαθύτερο εσωτερικό εαυτό και την ωρίμαση σε συναισθηματικό, ψυχικό, και νοητικό επίπεδο.
Το ταξίδι ξεκινά από μέσα μας, η εσωτερική μας φωνή λειτουργεί ως ξυπνητήρι επαναφοράς συνειδήσεως. Όταν αφήνουμε το ηλιακό φως να μας λούσει. Όταν καλλιεργούμε την ψυχή μας, αυτό το ύψιστο λουλούδι της φύσης. Όταν αφομοιώνουμε τις εμπειρίες μας, όταν μαθαίνουμε από αυτές και τις συνδέουμε με την εξέλιξη του Εαυτού μας. Η προσωπική μας εξέλιξη είναι ενεργητική διαδικασία. Την βελτιστοποίησή μας, την χτίζουμε και συνειδητά της επιτρέπουμε να συμβεί. Εμείς δημιουργούμε το νόημα, υιοθετώντας εκείνον τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς, που θα μας παρέχει την δυνατότητα εκπλήρωσής του. Επομένως, αντί να ψάχνουμε το νόημα κάπου εκεί έξω, είναι χρησιμότερο να υιοθετήσουμε τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς που θα μας επιτρέπει να του δώσουμε οντότητα. Το νόημα άλλωστε μπορείς μόνο να το δημιουργήσεις. Οφείλουμε να ματαιώσουμε την λέξη του «Ανθρωπισμού» που απειλητικά πλέον μας αποχαιρετά με το θριαμβευτικό γέλιο της περιφρόνησης, για τον εχθρικό δρόμο της ζωής μας, σε εποχές που φλεγόμαστε από επιθυμία να καταστρέψουμε αυτήν την αιώνια Ιστορία του Ανθρώπου, για ένα συμβατικό δευτερόλεπτο, υποκριτικού διανοητισμού.
Η Αγαπημένη μας Ποιήτρια, με πνεύμα ευθύ και ελεύθερο με την υπογραφή της καρδιάς της και της αἰδίου μνήμης της, κολυμπάει αδιάκοπα σε θάλασσα μυνημάτων, περπατά στον παράδεισο του πνεύματος, κρατώντας τον πυρσό της Αγάπης ως «αντίμετρο» στη θλίψη, την κακοσύνη, την απάθεια, την υπερευφορία της έλλειψης χαρακτήρος. Με την καθάρια ματια της και μια μυστική τρυφερότητα συνεχίζει το εσωτερικό της ταξίδι, συλλέγοντας πολύτιμα μαργαριτάρια. Ζωγραφίζει την εποχή μας στον καμβά της, χρησιμοποιώντας με δεξιότητα όλα τα χρώματα. Θητεύει στην μελωδική απειρότητα της ψυχής της, με όποιο κόστος… και μας θυμίζει πως ο Εαυτός μας είναι ο «μαιτρ» της Αλήθειας. Η Ποιήτρια μας, φορά τις ηθικές αξίες της σαν καθημερινό ρούχο κι όχι σαν μια πλουμιστή βραδινή τουαλέτα, σε νυχτερινή έξοδο.
.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ι. ΚΟΥΦΟΣ
Σπάρτη 9.9.2024
Η ποίηση της Νίνας Αλέξη
Από τις δύο ποιητικές συλλογές της Νίνας Αλέξη, «Αίδιο μνήμη” και “Άνω θρώσκω” που μελέτησα πριν από λίγο καιρό διαπιστώνω την ευχέρειά της να μετουσιώνει σε λιτό και ουσιαστικό έντεχνο λόγο τα προσωπικά βιώματα αλλά και τη στοχαστικότητά της γύρω από τις συνθήκες ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.
Με διαυγή κριτική σκέψη και φιλοσοφικό στοχασμό, με εναρμονισμένο ρεαλισμό και λυρισμό που ενίοτε γίνεται εκρηκτικός («σκάει απ’ τα χείλη των βουνοκορφών / φλογόχρυση λαμπεροσύνη»), εκφράζει με σύντομο και ελεύθερο στίχο την αγωνία της για όσα παραπλανούν – σκόπιμα ή μη – τον σύγχρονο άνθρωπο και συνάμα αγωνίζεται να κρατήσει η ίδια καθαρό τον εγκέφαλο και ανεπηρέαστη την ψυχή της, από το μαγευτικό τραγούδι των «εξωτερικών» Σειρήνων, που από δίμορφες μεταλλάχτηκαν σε πολύμορφες, οδηγώντας τους ανθρώπους σε επικίνδυνα «λοξοδρομήματα», όπως του νεοπλουτισμού ή της υποδούλωσής τους στην τεχνολογική εξέλιξη: «με δωρεάν instagram, twitter / messenger και fb /ανεβάζεις την εικονική σου ζωή», (Ζεις, συλλογή Άνω θρώσκω), σελ 26.
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη είναι μια ακραιφνής ελληνίδα που έχει γεννηθεί και σπουδάσει παραστατικές τέχνες εν τη Εσπερία, φύση καλλιτεχνική με ευαίσθητη και ευγενική ψυχή, έμπλεη σοφίας και γνώσης που απόκτησε από τα πολλά ταξίδια της στον κόσμο και ιδιαίτερα από την όσμωσή της με τον πολιτισμό της μυστικιστικής Άπω Ανατολής. Μελετώντας αλλά και βιώνοντας όλα τα δεδομένα της ανθρώπινης ζωής, όπως τον έρωτα και τη χαρά, την απογοήτευση και τη θλίψη, τη συντροφικότητα και τη μοναξιά, τις πληγές των ανθρώπων απ’ τους πολέμους και τη φτώχεια, την κοινωνική αδικία και την κάθε είδους ανελευθερία, το μυστήριο του θανάτου που το αντιμετωπίζει κι αυτό στοχαστικά, προτρέπει τον αναγνώστη ως «η παρδαλή μεσήλιξ κουκουβάγια», κατά έναν στίχο της, να πιστεύει, ν’ αγαπά και να πορεύεται σταθερά προς το Φως, την Αλήθεια και την αιώνια λύτρωση.
Αξιοσημείωτη παρατήρηση στα προαναφερόμενα έργα της Νίνας Αλέξη, είναι η συνάντησή της με δύο προγενέστερους και κορυφαίους ομότεχνους, την «Ψάπφα» ή Σαπφώ στη συλλογή «Αΐδιος μνήμη» και τον Νίκο Καζαντζάκη, στη συλλογή «Άνω θρώσκω». Η ποιήτρια έλκεται από τις δύο αυτές μορφές, που σηματοδοτούν την αρχαία και τη νέα ελληνική λογοτεχνία. Με πλήρη αυτογνωσία τις προσεγγίζει ευλαβικά και με μακροσκελή υμνητικά ποιήματά της, κατορθώνει να ανυψωθεί προς αυτές, φθάνοντας ταυτόχρονα στην ποιητική της αυτοσυνειδησία.
Με τη Σαπφώ, εμβαπτίζεται στις απαρχές της λυρικής παράδοσης και στιχουργεί όπως και η αρχαία ποιήτρια, πάνω στα θέματα που δονούν τη γυναικεία ψυχή διαχρονικά, τον έρωτα, που μέσα στον κόσμο αποκτά υπερβατική διάσταση και την ομορφιά μέσα στη λάμψη του ήλιου: «Μα εγώ έχω τα λεπτά γούστα αγαπήσειˑ ερωτική λαχτάρα μου είναι / η λάμψη του ήλιου κι η ομορφιά – αυτά μου ̓λαχαν κλήρος μου», (Σαπφώ,58.24-25V. Μετάφραση: Γιάννης Δάλλας). Πλάι στο δίστιχο αυτό, της δέκατης Μούσας κατά τον Πλάτωνα, δηλαδή της Σαπφούς, στέκονται επάξια οι ακόλουθοι στίχοι της Νίνας Αλέξη, που τους χαράζει για να υμνήσει την πολυθρύλητη Σαπφώ: «Το φως το ιλαρόν πάνω σου εχύθη / Κόρη της Ουρανίου Αφροδίτης / με το χρυσό του ήλιου εντύθης / το πορφυρό του αίματος / το λευκό του χιονιού», (Ιχνογραφώντας την Σαπφώ, (Αΐδιος μνήμη), σελ.18.
Με τον Νίκο Καζαντζάκη, την κορυφαία μορφή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η Νίνα Αλέξη, συμπλέει πνευματικά και γοητεύεται από τη σκέψη και τον ακατάπαυτο αγώνα του χαλκέντερου μελετητή, που ψάχνει ολοζωής να βρει πού είναι ο Θεός και η πραγματική Λύτρωση του ανθρώπου. Την πνευματική συνάντησή της όμως με τον μεγάλο διανοητή, επιλέγει να την κάνει «στ’ αλαργινά ταξίδια του», στην Κίνα και την Ιαπωνία, καθότι κι εκείνη είχε την ευκαιρία να βρεθεί στα ίδια «πλουτοφόρα τοπία», στ’ «αποτρόπαια παραπήγματα», να δει όπως κι αυτός «φτερωτούς δράκους, ανθρωποφάγα / τετρακέρατα Αό Γιν, / …λαούς πικραμένους στο όπιο χαμένους. / Τα είδες όλα ποιητή…», (Οδοιπορώντας με τον Νίκο Καζαντζάκη: Άπω Ανατολή ΙΙΙ, (Άνω θρώσκω) σελ.44. Περιδιαβαίνοντας η ποιήτρια τόπους παράξενους και θαυμαστούς, έχει αόρατο συνοδοιπόρο και καθοδηγητή τον Καζαντζάκη, τον μανιώδη πνευματικό αναζητητή: «Αλήτης των ηπείρων / πειρατής εικόνων κι εμπειριών / διψασμένος για την κρυστάλλινη Αλήθεια / αγωνία για τα μυστήρια της ζωής / τα ταξίδια, η Σωτηρία της Ψυχής», (όπ. π., Άπω Ανατολή VI) σελ.48.
Τέλος, τα Fragmenta II και Fragmenta III, εμπνευσμένα ολιγόστιχα ποιητικά δημιουργήματα – εν είδει αποφθεγματικού λόγου τα περισσότερα – που παρατίθενται ως επίμετρο των δύο συλλογών αντίστοιχα, επισφραγίζουν την υψηλή και λυτρωτική ποίηση της Νίνας Αλέξη.
.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ελεύθερη Ώρα της Κυριακής 18.12.2022
Μια υπέροχη ποιητική συλλογή…
Αΐδιος Μνήμη: Το ποιητικό μανιφέστο της Νίνας Αλέξη
Δυναμική και βαρύνουσα η ποιητική φωνή της Πόντιας ποιήτριας Νίνας Αλέξη όπως
εκφράζεται και στη νέα της ποιητική συλλογή «Αΐδιος Μνήμη», Εκδόσεις
Αλεξάνδρεια, Οκτώβριος 2022. Μολονότι τα θέματα που προσεγγίζει είναι
ιδιαίτερης σημασίας για τον άνθρωπο, την ιστορία, περιέχει φιλοσοφικά
αποστάγματα της παναθρώπινης ύπαρξης, μεταφέρει μηνύματα και δημιουργεί
συνειρμούς και αλληγορίες με τέτοιο πηγαίο λυρισμό σαν ένα αηδόνι που κελαηδά
την Άνοιξη, τον Απρίλη. Με απαράμιλλη ευαισθησία και λεπτότητα σαν μια
πεταλούδα που ρουφά το νέκταρ από λουλούδι σε λουλούδι, με χρωστήρα την
ομορφιά και το φως του σύμπαντος, ξαναδημιουργεί τον καμβά της ζωής.
Με το μελάνι της γραφίδας της βουτά βαθιά στα ζητήματα της ιστορίας που
γνωρίζει καλά (αρχαία ελληνική ποίηση, Σμύρνη, Βόρειος Ήπειρος) καθώς και στα
παγκόσμια και πανανθρώπινα αιτήματα. Πιστή στο φως της ομορφιάς του κόσμου,
η Νίνα Αλεξή μεταλαμπαδεύει με αναμμένη δάδα το φως στις καρδιές μας και
μολονότι η ελπίδα: «Φτερουγίζει αιμορραγώντας», «Νικητές εμείς» όπως γράφει σε
άλλο ποίημά της. Σε κάποια σελίδα γράφει: «Σκάβω να βρω την Ανθρωπιά/ Τα
σύμβολα της Αγάπης…» /«Ηρώων πρόσωπα μεσ’ από φλόγες/ να πολεμήσεις σε
καλούν για την Ελευθερία/ μη φοβηθείς να πεις την ιστορία/ αυτήν, που μ’ αίμα
γράφτηκε./ …ο βυθός της θάλασσας πορφυρό χρώμα φορεί/ τάφος για χιλιάδες/
κάθε κόκκος της άμμου και μια προσευχή/ για πόσες ζωές να κλάψεις ψυχή/ για
πόσες πατρίδες ακόμη;”.
.
ΤΑΣΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
Εφημερίδα Παραπολιτικά 26.11.2022
«Αΐδιος μνήμη» Νίνα Αλέξη
Μια ποιητική συλλογή η οποία χαρακτηρίζεται από συναίσθημα, απλότητα, χωρίς βερμπαλισμούς, και από ιστορικά στοιχεία τα οποία η ποιήτρια περιγράφει χωρίς καπήλευση, αλλά πάντα με ουσία, στηριζόμενη σε πραγματικά γεγονότα. Κάτι που τόνισαν όλοι οι ομιλητές στον σύντομο χαιρετισμό που απηύθυναν.
.
ΑΝΝΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ (ποιήτρια)
5.1.2023
Αίδιος μνήμη
Τα ποιήματά σου είναι πολύ ωραία. Άμεσα, με μια απίστευτη ρυθμική ρευστότητα είναι σαν να πετάς πάνω από τις εποχές και να γίνεσαι ραψωδός, μελωδικός, της Ιστορίας, των ηρώων, υπάρχει μία ελληνικότητα, ένας συναρπαστικός ρομαντισμός που ξεπερνά την πραγματικότητα και την ανυψώνει στον ιδεαλισμό.
.
ΑΝΩ ΘΡΩΣΚΩ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ
Diavasame.gr 16/4/2019
«Πόσοι θάνατοι ακόμη
Για να συνεχίσω μια ζωή;»
Το motto δίνει τον τόνο και τη θεματική αυτής της ποιητικής συλλογής. Ο τίτλος, απογειωτικός αναγκαστικά. Η αποπνευμάτωση της Ύλης είναι το ζητούμενο εδώ κι η ποιήτρια σεμνά και ταπεινά κραυγάζει το υπαρξιακό ερώτημα όλης της οικουμένης: «γιατί πρέπει να περνάμε από τον θάνατο καθημερινώς;» και «τι αξία έχει η ζωή η βατεμένη από το αναπόφευκτο πέρας;». Κι είναι το πέρας ταυτόσημο με το τέλος; Ή είναι απλώς μία άλλη αρχή; Ξαναπαίρνουμε τον κύκλο από την αρχή και καταφάσκουμε διαρκώς στην ίδια πατρογονική απελπισία.
ΚΙΤΡΙΝΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ
Kίτρινα παπούτσια στο ρυθμό του
θανά Του
μελαγχολικά περπατούν
αναλλοίωτες σκέψεις υπερβαίνουν
ποτάμι κι ουρανό.
Κορμιά νεκρά, αφυδατωμένα
στεγνά από μνήμες, στερεμένα από αγάπη
ανεξάντλητες ήττες, χαιρεκακία
σε παρακμάζουσα εποχή.
Όνειρα τσαλακωμένα, έμφυτες αγρύπνιες
μοναχικών αγίων και προφητών
προαναγγέλλουν
την αφύπνιση του αειθαλούς ελαιώνα.
Στο λιόχαρο μονοπάτι της λευτεριάς
οι λέξεις ξαλμύρισαν
οι ελπίδες αποφυλακίστηκαν.
Σε νυσταγμένους δρόμους υπνοβατούσα
όταν ξεδίπλωνα τα όνειρά σου
τακτοποιούσα τις θαλασσί σου σκέψεις.
Στον κήπο με τις ματωμένες μουριές
σε είδα να ξεπροβάλλεις
να μου γνέφεις να’ρθω κοντά σου.
Στην ηχηρή σιωπή «έλα», ψέλλισα
κι έμεινα εκεί να καρτερώ
ώσπου η παρδαλή, μεσήλιξ κουκουβάγια
σε ύπνο παραδόθηκε
μα εσύ, δεν έφτασες ποτέ.
Βόρνεο 2013
Σε αυτό το ποίημα εκτός από τη θεματική αλληλουχία και συνυφασμένη κρουστότητα φαίνεται κι η απολύτως προσωπική ιδιόλεκτος που επεξεργάζεται συν τω χρόνω και ποίημα το ποίημα η Νίνα Αλέξη. Στοιχεία της δημοτικής, «μαλλιαρής» ενίοτε, συμφύρονται με λόγια ή ακόμα και διανοουμενίστικα στοιχεία με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αμαλγάματος απολύτως ιδιωτικού κι αναγνωρίσιμου.
Λειτουργικές, αλλόκοτες, ανεξίτηλες λέξεις όπως: αρπίζαν, αείχρονες, ξαλμύρισαν, λογιέμαι, Πεισινόη, Αγλαόπη, Θελξιέπεια. Βιώ, μεγαλορρημονών, σφαλεί, προσμετράται, βιοτής, θεοπτική, υπέρχρονη, Αναιτιότητα, εγεύτης, δακρυβρυσοπόταμος, αρουλίζουν, φλεαχτούριζαν, κλαγγάζουν, τετρακέρατα, πολυβοή, κερασοκόκκινα, λευκοπουδραρισμένο, αγεροθαλασσόφερτες, Αφρολουσία, θεοπτικού, ψαλμωδίζει, ακιότευτη, ευφημισμένων, άγναφα, δασερά/δασερές, γλυκοθύμητη, μυριοχαρακωμένο, έρπονταν, ορθόπλαγους, κατέρυθρες, αγριόκανθα, ανεμολούλουδο, ανεχέγγυων, πισωμαχαιρώματα, δακρυπότιστους…
Γλωσσικός πλούτος αλλά κι αξιοθαύμαστη δημιουργική ελευθερία στη χρήση του κώδικα προκειμένου να ειπωθούν τα πράγματα με ανοίκειο, μη τετριμμένο τρόπο. Στην άκρη του δρόμου, μέσα σε σκόνη, αποτσίγαρα και ξεραμένα λουλούδια η ποιήτρια αναπολεί μιαν άλλην εποχή και νοσταλγεί τον Παράδεισο κοιτώντας διαρκώς προς τα πάνω, τα φευγαλέα σύννεφα, τα αποδημητικά πτηνά, τα τόσο ρωμαλέα, που θα διατρέξουν όμως υδάτινες ερημιές πριν προσγειωθούν πάλι κάπου, με τη λάσπη να ξαναφτιάξουν τις φωλιές τους. Είναι όμως τόσο δυνατό το ένστικτο της αποδημίας που προτιμούν να πεθάνουν μια ώρα αρχύτερα παρά να μην φτάσουν στη Γη της Επαγγελίας.
«Πόσα καλοκαίρια ακόμη
θάνατο θα μυρίζουν;»
Αυτή η αναπότρεπτη οιμωγή του προδιαγεγραμμένου και προαναγγελθέντος τέλους που εκτιμάται με ακρίβεια μηνών είναι κι η κατευθυντήρια γραμμή, ο άξονας και το leitmotiv αυτής της ά-φθονης ποιητικής συλλογής που κρατάει με λατρεία, ως εφτασφράγιστο μυστικό, τον αποθυμημένο έρωτα, τον μηδέποτε χορτασμένο…
Το ερώτημα παραμένει ξεκρέμαστο, αναπάντητο και για τούτο τραγικό. Αποκτάει ένα άλλο βάθος η απελπισία όταν εκφράζεται έτσι:
«Άραγε άξιζε
τόσες θυσίες;
Ήταν βιωτή;»
Όμως το τέλος είναι αισιόδοξο, σχεδόν μεταφυσικό. Μια ακτίνα σωτηρίας διαπερνά τα σκότη και το ρήγμα παραμένει ανοικτό. Προμηνύοντας μιαν άλλην άνοιξη. Καλύτερη ίσως. Πιο ζησμένη. Βιωμένη. Ανθηρή. Κι όχι απατηλή σαν την άλλη που πέρασε με τον αγέρα να τινάξει τα άνθη της βαρυφορτωμένης νυφούλας αμυγδαλιάς.
Ποιητική συλλογή από τις λίγες για τον ρομαντισμό και την ανάγλυφη εικονοπλασία της. Αφηγηματικός ειρμός, δομημένος λόγος, κρυστάλλινη έκφραση, ξεκάθαρη διατύπωση. Τι άλλο να ποθήσει κανείς στα χρόνια της άνυδρης, ασυναίσθητης πολυλογίας; Η νεοπλασία της μεταμοντέρνας αυθαιρεσίας έχει καταστεί πλέον μη ιάσιμη. Μόνη μας παρηγόρια: πως κι αυτήν ο Χρόνος θα ανακυκλώσει.
Η Νίνα Αλέξη είναι μια σημαντική ποιήτρια του καιρού μας. Έντονο το δραματικό στοιχείο. Αφηγητής που απευθύνεται, αναπολεί, καταφάσκει, αρνείται, αλλά δεν οπισθοχωρεί, δεν παλινωδεί, δεν εξάπτει τη φαντασία μας με φρούδες ελπίδες, δεν πυροδοτεί τα κατώτερα ένστικτά μας. Απλώς αγγέλλει το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας άλλης, με τις αναπόφευκτες ανατροπές της.
.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΝΙΚΑΣ
Culture Point, 2020
Ο υπέρτατος σκοπός της ζωή μας. Ο απαραίτητος καθοδηγητής της συνείδησης μας. Η προϋπόθεση αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης.
Η Νίνα Αλέξη είναι ένας άνθρωπος με ουσιαστικές ευαισθησίες, ειλικρινείς αγωνίες και ενδιαφέρον για την ποιότητα της ανθρώπινης υπόστασης. Ανησυχεί για τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, τον εθνικό ξεπεσμό, τον διαπροσωπικό ευτελισμό. Αναζητεί ασφαλή μονοπάτια ηθικής ανέλιξης, αξιοπρέπειας και αξιοπιστίας.
Μέσα από το έργο της προσεγγίζει με ιδιαίτερη προσοχή και αίσθημα ευθύνης, όλα όσα μας απασχολούν.
Νοιάζεται για την ανυπαρξία εθνικού προσανατολισμού και για την αβλεψία με την οποία χειριζόμαστε την ιστορική μας παρακαταθήκη.
Ιχνηλατεί τους απροσάρμοστους δρόμους της αγάπης και την τραγικότητα του έρωτα, μετρώντας αναμνήσεις και πληγές. Οριοθετεί το πλαίσιο της μοναξιάς και της μοναχικότητας. Εξετάζει την ανυπόφορη ελαφρότητα των προσδοκιών.
Ακολουθεί τη διαδρομή του Καζαντζάκη και μέσα από τη σκέψη του προβάλλει το Άνω Θρώσκω, το οποίο η ίδια καταγράφει με τις πιο περίτεχνες αλλά και εξίσου ευθύβολες ποιητικές τεχνικές.
Ο λόγος; της είναι ταυτόχρονα ρομαντικός και δυναμικός, αισιόδοξος και ρεαλιστικός
Άλλοτε ρέει μέσα από τις ομοιοκαταληξίες κι άλλοτε ξεπροβάλλει σαν δαιδαλώδες ρυάκι που κυλά αργά μα σταθερά προς τη στοχευμένη όχθη. Την όχθη της ατομικής και συλλογικής εξιδανίκευσης..
.
ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
FRACTAL (Προτάσεις για ανάγνωση 5+5 (ποίηση και πεζογραφία)
Ο τίτλος υπαγορεύει μια ανάγνωση στη βάση του υπαρξιακού σκεπτικισμού. Το ίδιο και οι στίχοι που προλογίζουν τη συλλογή: Πόσοι θάνατοι ακόμη/Για να συνεχίσω μια ζωή; Η ποιήτρια γράφει σε μια δυνατή γλώσσα με στοιχεία λυρισμού από την οποία ξεχειλίζουν τα χρώματα και οι ήχοι. Η ποικιλία των θεμάτων της βρίσκει μια κοινή αναφορά στον Άνθρωπο ως αξία προς αναζήτηση. Στη συλλογή εγκιβωτίζονται και 32 μικρά ποιήματα (Fragmenta II), στα οποία η ποιήτρια δοκιμάζει την ικανότητά της στα ολιγόστιχα περιεκτικά ποιήματα. Κάποια λειτουργούν σαν σύντομες ηχηρές κραυγές, κάποια άλλα σαν χαμηλόφωνες ερωτήσεις προς ανώνυμο αποδέκτη ή και προς την ίδια, έμπλεα και αυτά από υπαρξιακή αγωνία.
.
ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΠΕΤΜΕΖΑΣ
Περ. «Δευκαλίων ο Θεσσαλός»
Η γραφή στις σελίδες του βιβλίου ξεπερνά συχνά τα όρια της ποιητικής μέθεξης και μεταλλάσεται θεαματικά με μια διαφορετική απόδοση που μας καλεί ως αναγνώστες σε ένα ταξίδι περιπλάνησης και διάβασης.
Τα κείμενα προέρχονται από στοχαστικές επιμέρους αναλύσεις που απεικονίζουν αντιστίξεις και συγκινησιακές αποστολές. Οι σημειογραφίες και αρχετυπικές εικόνες καταλήγουν σε νοηματικές και ανυσματικές παραβολικά αναφορές ενώ στην συνολική έμπνευση παρεπιδημεί η αυτούσια σκιαγράφηση της ανθρώπινης παρουσίας σε σχήματα ζωογόνας υφής. Σταχυολογόυνται επίσης προσωπικές αλλά και διαπροσωπικές εξελίξεις που εμπεριέχουν ενοποιητικές αντιλήψεις και ιχνηλατήσεις που κυοφορούνται εύληπτα σε βάθος χρόνου. Η ποιήτρια οργανώνει μετουσιωμένα ένα αυθύπαρκτο και πολύσημο κύκλο διατυπώσεων που αφορούν σημαντικά ζητήματα. Χάρη σε μια μορφική αψεγάδιαστη εσωτερικότητα που διαθέτει τα συντονίζει ενορχηστρωμένα.
.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΙΜ. ΜΩΡΑΪΤΙΝΗΣ
Μια ψυχή που πάλλεται και ματώνει μέσα από μια ποίηση που αγγίζει τη ζωή με την ευαισθησία και την ιερότητα μιάς υφάντρας, μιάς εργαστίνης, του Πέπλου της θεάς Αθηνάς.
Η κοσμοθέαση της Νίνας Αλέξη , όχι μόνο δεν σ΄αφήνει στην ησυχία σου, δεν σ΄αφήνει μέσα στην ασφάλεια της αυτοκυριαρχίας σου, αλλά σε βγάζει από’κει και σε στήνει αμήχανο μπροστά ακριβώς σ΄αυτήν την κοσμοθέαση που παθιασμένα υποστηρίζει. Και καθώς η ίδια διερωτάται:
«Πόσους Αγγέλους δολοφονήσαμε
στο φως του πορφυρού απ’ αίμα ήλιου;»
θα ξαφνιαστείς μ΄αυτό που ο κόσμος αποκαλεί ηλιθίως κυνικότητα, ενώ δεν είναι παρά μόνο μια γυμνή αλήθεια, που η Νίνα τολμάει. Και σε συναρπάζει η επαναστατικότητά της και σε παρασύρει εσπευσμένα και χωρίς να το καλοσκεφτείς, να ενωθείς στη δική της Αντίσταση, ενώ, παρακάτω, ξεπροβάλλει η βαθιά ερωτική Νίνα, – που ωστόσο κρύβει επιμελώς τον αισθησιασμό της – αναπολώντας ή ελπίζοντας στιγμές. Στιγμές που έχει χάσει, στιγμές που οραματίζεται…
Και όλ΄αυτά μέσα από μία κραυγή. Την «ΚΡΑΥΓΗ» της.
«Λύστε μου τα χέρια
απελευθερώστε το σώμα απ΄τις αλυσίδες
δώστε πίσω τη γλώσσα μου
τίποτα δεν θα πω
θα κραυγάσω μόνο, είμαι Ελεύθερη».
Αν η ελευθερία σκιτσάρεται έτσι με τον χρωστήρα της Νίνας, τότε είναι μια Ελευθερία που αξίζει. Γιατί είναι γνήσια.
Πέρα απο τις άμεσες προσεγγίσεις του γυμνασμένου αναγνώστη ποιημάτων, επιδιώκεται η διερευνητική αναζήτηση του ψυχισμού της ποιήτριας. ΄Οχι βεβαίως η βίαιη εξόρυξη του ψυχισμού, που στο κάτω – κάτω αποτελεί παραβίαση ιδιωτικότητας. Απλώς όμως, φτάνοντας μέχρι εκεί που μας επιτρέπει η ίδια, για ν΄ακολουθήσουμε την αργή ροή του Chao Phraya (τσάο πράγια), του ποταμού που διασχίζει την Μπανγκόκ και που του αφιερώνει αρκετούς στίχους η Νίνα…
Και όσο και αν εμείς διασχίσαμε ή ακολουθήσαμε τον Chao Phraya σαν επιβάτες έχοντας κατά νου τον τελικό προορισμό μας ή θαυμάζοντας τ΄αξιοθέατα, η ίδια βλέπει το ποτάμι «που ακολουθεί την πορεία των πνευμάτων» προτού το ανήσυχο και σε διαρκή εγρήγορση ερευνητικό της μάτι αρχίσει να ψάχνει τα τεκταινόμενα στις όχθες του, προκειμένου να επισημάνει τη διάσταση και αποστασιοποίηση του δυτικού ανθρώπου από αυτό που συμβολίζει ο καθισμένος, σε στάση λωτού, ξύλινος Βούδας.
Μετά από 10δες σελίδων «ποιητικου δάσους» που έπρεπε να διασχίσουμε, ψυχικά ανυπεράσπιστοι από επιθέσεις, όχι μόνο εικόνων αλλά και ευρημάτων που ήσαν μπροστά μας και δεν τα βλέπαμε, συναντήσαμε την ενότητα Fragmenta II που αναπτύσσει έναν ανθώνα νοητικών ιδεογραμμάτων, 2 έως 8 στίχων, που καθένα από αυτά διανοίγουν ατραπούς, όχι μόνο υπαρξιακού προβληματισμού, αλλά και κατασταλαγμένες απόψεις ζωής. Η ποιήτρια και νοιώθει – αλλά και κατέχει – την απάντηση στην ερώτηση του σχετικού δίστιχου «Αυτομαστιγώνεσαι. Γιατί;» Μιά ερώτηση χωρίς απόκριση, που όλοι ίσως γνωρίζουμε αλλά την αποφεύγουμε. Εκτός από την Νίνα.
.
ΤΑΣΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
Εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» της Νέας Υόρκης 23/24 Μαρτίου 2019
«Εξερευνώντας την ποίηση της Νίνας Αλέξη καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή ό,τι ξέρει να χειρίζεται τα όπλα που κρύβει η πένα της. Αυτά είναι οι λέξεις, η πύκνωση των νοημάτων και των ιδεών, οι σκέψεις, η υπεροχή της ελληνικής γλώσσας, ο καθαρός λόγος και η αμεσότητα.
Τοποθετεί τον άνθρωπο στο επίκεντρο και προσπαθεί να τον καθοδηγήσει, να του επανασυστήσει την ταυτότητά του μέσα από έναν λόγο που ξεχειλίζει ο πόνος και η ανάγκη για την αλήθεια. Νιώθεις την αγωνία της, τη συγκίνησή της και την επιθυμία της μέσα από λέξεις “καρφιά” οι στίχοι της να φωτίσουν έναν ιδανικό κόσμο. Οι εικόνες παραστατικές, η αισθαντικότητά της δυνατή».
.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ-ΖΑΛΩΝΗ
Χώρος εκδ. Αλεξάνδρεια, Μάρ. 2019
Μία σύντομη τοποθέτησή μου ως αναγνώστρια. Την εντύπωσή μου ή μάλλον τη συναισθηματική μου κατάσταση να εκφράσω μετά το ταξίδι μου μέσ’ τα ποιήματα του νέου της βιβλίου, Άνω θρώσκω. Ταξιδεύει και πάει, πάει η Νίνα Αλέξη, Άνω θρώσκουσα κι εξορκίζει τη θλίψη τους αλήτες τ’ αδέλφια της που την ντύνουν βαριά τα καλοκαίρια και σκάει και την αφήνουν δίχως παλτό τους χειμώνες και παγώνει. Εδώ εμπεριέχονατι στίχοι της Νίνας Αλέξη από το βιβλίο της. Άνω θρώσκουσα, σαν φεγγάρι λαμπυρίζεις στον ουρανό της λογοτεχνίας σέρνοντας τη σιωπή της και πάει, πάει πάει. Νιφάδες λευκές οι λέξεις της χορεύουν στο ενάερο πεντάγραμμο αναδύοντας ήχους λεπτεπίλεπτους, σπάνιους. Όμορφες λέξεις σε παράταξη τέλεια, στοιχισμένες καλοντυμένες με το φόρεμα της απλότητας, της μεταφοράς της αλληλουχίας της πολυσημίας, της σαφήνειας, της, της, της… Ήχοι λέξεων αντιοξειδωτικοί, τους ακούμε, ανασαίνουμε, ζωντανεύουμε, δεν αφήνουμε κέρδος στη λύπη, στην αρρώστια, στον θάνατο αλλά όλο το κέρδος στην αγάπη για την αγάπη. Από αγάπη γεννηθήκαμε. Κι αυτή την αγάπη έχουμε χρέος να την πολλαπλασιάζουμε κι αυτή να μας μεθάει, να μας δίνει το αίσθημα της ζωής, τη μαγεία της ύπαρξης, το φως. Σαν το δικό σου φως Νίνα Αλέξη που μπόλιασε την ψυχή μου σαν σε μελέτησα στις ποιητικές σου συλλογές οι οποίες εν κατακλείδι λέω, πως έχουν σοβαρό λόγο ύπαρξης γιατί εμπλουτίζουν την σύγχρονη ποίηση με στίχους άρτιας εκφραστικής και νοηματικής αξίας. Σου εύχομαι να έχεις υγεία, να μεριμνάς από εκεί ψηλά που υψώθηκες για την δίψα των συνανθρώπων σου για φως.
.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΥΣΚΑΣ
Fractal Η Γεωμετρία των ιδεών 04/02/2020,
Άνω θρώσκω (τι να απέγινε, άραγε το μωβ κασκόλ;)
Τι σχέση έχουν η αδικία, η αναισθησία, ο ατομικισμός, η δουλεία, ο κλονισμός της πίστης, τα ευτελή αισθήματα, με τις τρεις αδερφές Σειρήνες, κόρες του Αχελώου, την Πεισινόη, την πείθουσα τον νου (πειθώ & νοέω-νους), την Αγλαόπη, τη λαμπερή, τη φωτεινή στην όψη (αγλαός & η ώψ-όψη) ή κατ’ άλλους τη με περίφημη φωνή (αγλαός & όψ-οπός-φωνή) και τη Θελξιέπεια, τη γοητευτική στα λόγια (θέλγω-θέλξις & λέγω-έπος);
Μα ότι σχέση έχουν όλα με τον Όμηρο και τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό: Στενή και άρρηκτη.
Με την ποίηση της Νίνας Αλέξη, όπως αυτή πρωτοεμφανίζεται συγκεντρωμένη στο βιβλίο της «Άνω θρώσκω», των εκδόσεων Αλεξάνδρεια, 2019; Ιδού:
[Ξεριζώνω όσα πριμοδοτούν ρηχά
κι ευτελή αισθήματα
ό,τι σκοτώνει το έσω μου
Αδικία, αναισθησία,
Ατομικισμό, Δουλεία
ό,τι την Πίστη μου κλονίζει.
Την ψυχή μου φρουρώ
από εξωτερικές Σειρήνες
Πεισινόη, Αγλαόπη,
Θελξιέπεια.
Το σώμα στηλώνω
Άνω θρώσκω].
Ποιήματα, γραμμένα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, από το 1982 ως το 2019, σε περίοδο δηλαδή τριάντα επτά ετών, σε πολλά μέρη της υφηλίου, ίσως κατά τη διάρκεια μιας εν μέρει ομολογημένης Οδύσσειας, στεγάζονται σε ένα καλαίσθητο βιβλίο, όχι από ματαιοδοξία, όχι από μαζοχισμό,
[Αυτομαστιγώνεσαι.
Γιατί;]
όχι από απαισιοδοξία
[τρύπιο καράβι η ζωή
φθαρμένοι μαστοί],
αλλά από ανάγκη να απλωθεί της Ποίησης το χέρι στον συνάνθρωπο, από ανάγκη εσωτερική να μοιραστούν τη γη, την ελπίδα και το νερό, οι κάθε είδους πεινώντες και διψώντες:
[Δεν έχεις πού να πιείς νερό;
Ξεδίψασε στο δάκρυ μου.
Δεν έχεις πού να ονειρευτείς;
Δανείσου τα όνειρά μου].
Ίσως τελικά να είναι μακάριοι οι ποιητές, αφού «μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται»1. Το πότε (θα) «χορτασθήσονται», άλλο μέγα ζήτημα.
Σε μία γη, στην οποία βασιλεύει η ανομία κάτω από την ομπρέλα των νόμων, τα ανελέητα συμφέροντα των ελαχίστων εξακολουθούν να κάνουν δύσκολο τον αγώνα της επιβίωσης των πολλών,
[εδώ πεθαίνω, εδώ πτερυγίζω
σ’ αφώτιστα σκοτάδια
σ’ ανισότιμες δοκιμασίες
που επίμονα μ’ αναζητούν
για το ζην]
και να στέφουν βασίλισσα τη Θλίψη και βασιλιά τον Πόνο:
[όχι, δεν θα κλάψω
μόνο στους ζωντανούς
τα δάκρυά μου σπαταλώ].
Πέρα από τις μέριμνες για την κάλυψη των βιοποριστικών αγαθών, πέρα από το σκληρό περιβάλλον (χώρος), που εκτείνεται από την κάμαρη ως το μνήμα, πέρα από τον χαμένο χρόνο,
[αβροί μαστοί
σ’ ανοξείδωτες, μαρμάρινες κάμαρες
πάνω από σκάφες
σταυρώνονται σε ασίγητες κραυγές
ομφαλοσκοπούν, ενυπνιάζονται
τη ζωή που δεν πρόλαβαν],
πέρα από τις απρόσκλητες καταιγίδες δυστυχίας, αδικίας, απελπισίας:
[καταπονημένες βάρκες
ακρωτηριασμένες ψυχές
κουβαλούν],
πέρα από την έπαρση, την αλαζονεία, τη βία:
[κι εσύ, δυνάστης τιμωρός
θα νιώθεις τρανός και περήφανος
για την ολοσχερή καταστροφή
την ξυπόλητη μοναξιά
ποιον όμως τιμωρείς στ’ αλήθεια;],
ίσως μόνη απομένουσα (ή κάποτε, ζητούμενη;) χαρά, η πλημμυρίδα του έρωτα, η λάβα του φιλιού, η οργασμική συνεύρεση των κυττάρων, αυτή που χαράσσεται για πάντα στη μνήμη, η μόνη ανυπάκουη σε κάθε πρόσταγμα λογικής:
[Τα χνάρια που άφησες τότες
με γλυκασμό
καθώς ξεπρόβαλες
άρχοντας σ’ αντάρτικη στολή
γονατιστός
το νέκταρ των χειλιών μου να ζητάς
το κάθε κύτταρό μου να ρουφάς].
Όταν συναντήσεις Τον Έρωτα, τότε η απάντηση στο “ερώτημα της Νίνας”, που βρίσκεται γραμμένο στη “Θήβα του βιβλίου” και λέει,
[Άραγε
άξιζε τόσες θυσίες;
Ήταν βιωτή;]
είναι ένα τεράστιο: ΝΑΙ (βιωτή, με ωμέγα, ως επίθετο, ενν. ήταν βιωτή η ζωή αυτή;). Αν όμως σου απευθυνθεί σε χρονική στιγμή κατά την οποία είσαι μόνος(-η), δεν είμαι σίγουρος για την απάντηση που θα δοθεί, γιατί πολλές φορές ο άνθρωπος, ξεχνά ή προσπερνά την ευγνωμοσύνη για το μέγα δώρο της ζωής, και εστιάζει στα θέλω του, σαν να ήταν δεδομένα όλα αυτά με τα οποία ευλογήθηκε, σαν να του τα χρωστούσαν οι άλλοι, ή η ίδια η ζωή. Παραβλέπει, υποτιμά, πράττει αυτοκαταστροφικά, στρέφεται ξανά στο γνωστό, προβλέψιμο περιβάλλον της μοναξιάς, φοβούμενος την απρόβλεπτη κατάσταση του «μαζί»:
[Αν δεν αντέχεις την Αλήθεια
τράβα στην ψεύτικη
άχρωμη και άτολμη
με ημερομηνία λήξης, Ζωή σου].
Έχει όμως την επιλογή να προσπεράσει το χθες:
[Χθες σκεπτόμουν
πως ένα ψέμα είσαι
για ν’ αντέξω]
και να έρθει στο σήμερα:
[Χθες, προχθές τα ίδια και τα ίδια.
Σήμερα όμως, είναι το σήμερα
και αύριο, ποιος ξέρει;].
Παρόλο που
[ο χρόνος ο μουντός, ο ασάλευτος,…
ο χρόνος ο ανοίκειος, ο τραχύς
ο άσπλαχνος, …
ο χρόνος ο δυσήκοος…
ο απηνής
που δε συγχωρά τις αμαρτίες μου]
ας μην ξεχνάμε πως ήταν ο δικός μας χρόνος, τον ζήσαμε, μας έκανε τη χάρη να τον βιώσουμε, να κάνουμε λάθη ή να πετύχουμε κάποιους στόχους. Μας έδωσε τη δυνατότητα να χαράξουμε πορεία. Να δούμε όνειρα το βράδυ. Ακόμα και εφιάλτες. Γιατί ξυπνώντας, είδαμε προς στιγμήν τι σημαίνει να ζεις.
Τι κι αν κάποτε ένα κασκόλ τυλίγει το λαιμό του Τέλους (του Έρωτα, της Σχέσης, της Ευτυχίας):
[Τόσο απλά τελειώσαν όλα…
πίσω δεν κοιτάξαμε
τι να απέγινε, άραγε το μωβ κασκόλ]
(με την ευκαιρία, πριν και εγώ «τελειώσω» τούτη την προσέγγιση, σημειώνω το μεγαλείο της ελληνικής γλώσσας, με τη χρήση της ίδιας λέξης «τέλος» και για την έννοια «δασμός, φόρος», σαν το τέλος της ευτυχίας, να είναι το αναγκαίο τέλος, ο αναγκαίος δασμός για τη ζωή, σαν το τέλος μιας κατάστασης, να είναι ο αναγκαίος φόρος για την αρχή της επόμενης, ή, σαν το τέλος μιας πορείας, να είναι το αναγκαίο τέλος (διόδιο) για τη διέλευση από την οδό της τελείωσης…)
τι κι αν, όπως λέει ο Γιώργος Δουατζής, αυτό έχει το χρώμα του αίματος2:
«πώς να τους πείσω ότι το κόκκινο που έβλεπαν δεν ήταν του κασκόλ»;
Ζεις; Είσαι πάνω από το χώμα; Είσαι εδώ; Τώρα;
Έχεις επιλογές.
Ιδού μία, “ανωθρωσκική”:
[προχωρώ με το κεφάλι ψηλά
βιώ κι αγαπώ μ’ ανοιχτή καρδιά…
αφουγκράζομαι την ύψιστη αλήθεια μου
πιστεύω εις εαυτόν] .
Συνδυάζοντας ταξίδια και λιμάνια, αφού
(α) πολυταξιδεμένη η ποιήτρια, καθώς φαίνεται από τους μνημονευόμενους τόπους, στων οποίων την αγκαλιά γράφτηκαν τα ποιήματα,
(β) με πολλές και δυνατές εμπειρίες, καθώς φαίνεται από τις περιγραφές και τις αφηγήσεις στο βιβλίο,
(γ) μορφωμένη, όπως ομολογείται στα αυτιά του βιβλίου,
(δ) καλλιεργημένη, όπως συνάγεται από τη στάση της απέναντι στα πράγματα,
νιώθει ότι ήγγικεν η ώρα να εκφραστεί δημόσια, μέσα από χάρτινες σελίδες και το πράττει, ποιητικά.
Πώς;
• Χωρίς διάθεση αυτοπροβολής, χωρίς μάσκες, χωρίς δήθεν.
• Με εντιμότητα, σαφήνεια, σταθερότητα.
• Με προσεκτική χρήση της γλώσσας. Με ροή τόσο φυσική, που σε παρασύρει και δεν κοντοστέκεσαι σε κάποιες (ολίγες– ίσως και μη τυχαίες) ελλείψεις μουσικότητας ή ρυθμού.
• Με αρετές φιλολογικές (σχήματα λόγου, σύνταξη, χρήση λέξεων, ψήγματα λυρισμού, τολμηρή χρήση α’ ενικού προσώπου, κλπ).
• Με τη βιωμένη εμπειρία, που μετουσιώνεται αβίαστα σε ποίηση.
• Με πηγαίο ανθρωπισμό, με τον οποίο είναι ποτισμένες οι σελίδες και διαχέεται ρεαλιστικά προς κάθε κατεύθυνση.
• Με επιγραμματικές δηλώσεις, οι οποίες καταφέρνουν να σπάνε το φράγμα του προσωπικού-ατομικού και να περνάνε στο σύνολο.
• Με εξίσου επιγραμματικά φιλοσοφικά κατασταλάγματα, μαζί με αποστάγματα εμπειριών της ως τώρα ζωής της.
• Με ολοζώντανες περιγραφές και με απροκάλυπτες διαπιστώσεις.
• Με τη μη προσκόλληση στο κλάμα, στη δυστυχία, στον οίκτο.
• Με τη θαρραλέα διατύπωση προτάσεων και την άρθρωση τρόπων διαχείρισης. Με τη διακήρυξη στάσης ζωής.
Η ποίηση της Νίνας Αλέξη τολμά, προτείνει, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της. Με πρώτη αρετή από όλες, την ορθή χρήση της γλώσσας, το βιβλίο όντως είναι ποιητικό.
Με ένα απόσπασμα από το ποίημα με τίτλο «Ζεις» (λέξη που θα ταίριαζε κατά τη γνώμη μου ως υπότιτλος στο βιβλίο), γραμμένο στο Τόκιο, το 2016, δίδω το αντιπροσωπευτικότερο για μένα δείγμα της φιλοσοφίας και του τρόπου γραφής της, ώστε αφήνοντας στην άκρη τις δικές μου απόψεις, να μπορεί να διαμορφωθεί από τον αναγνώστη του παρόντος, μία πρώτη αλλά σαφής εντύπωση:
[Σκουριασμένε άνθρωπε,
βουτηγμένος σε ρυπαρές συνειδήσεις
τα δάχτυλα αίμα στάζουν
σε συρματοπλέγματα σ’ έχουν τυλίξει
κι εσύ ακόμη χαμόγελο φοράς
με δωρεάν instagram, twiter
messenger και fb
ανεβάζεις την εικονική σου ζωή
και με το πάτημα ενός κουμπιού
δείχνεις φιλόζωος, φιλάνθρωπος
υπέρ των κακοποιημένων γυναικών
των γκέι, ΜΚΟ
κι άλλων ακατανόητων βραχυγραφιών.
Φιλεύσπλαχνος για τα παιδιά
της Συρίας, τους αμάχους, κ.λ.π.
τα σκελετωμένα άρρωστα κορμιά
πονάς
τους άστεγους λυπάσαι
και φωτογραφίες τους
απ’ το κινητό τραβάς…
Πιστεύεις πως ένα παιχνίδι όλα
γιατί, ακόμη, ζεις
αφού τα όνειρα
δε σου ’χουν κλέψει ακόμη
ανόητε, έτσι θαρρείς].
Κλείνοντας το βιβλίο, μονολογούσα: δες αν «έτσι θαρρείς». Αναρωτιόμουν «τι να απέγινε, άραγε το μωβ κασκόλ» (κι ας ήταν χρώματος γκρι-μπλε-ραφ). Σκεφτόμουν πώς ανταποκρίθηκα στα θέλγητρα που έφεραν εμπρός μου η «Πεισινόη», η «Αγλαόπη», η «Θελξιέπεια». Αναλογιζόμουν τι έγινε, πώς έγινε, γιατί. Πώς μπορώ να αγκαλιάσω το παρελθόν. Πώς μπορώ να το αξιοποιήσω. Τι μπορώ να κάνω στο μέλλον.
Ίσως κάποτε να έρθει η ώρα για ανα-θεώρηση. Για ανα-τροπή. Για ανά-σταση. Η ώρα για έναν ελεύθερο, ανυπόταχτο, διαφορετικό υπερ-τροτσκισμό: η ώρα για έναν άνευ συνόρων “ανα-θρωσκισμό”, για έναν υπαρκτό “Ανω-θρωσκισμό”.
Σημείωση: οι εντός “ ” λέξεις ή φράσεις, είναι δικής μου επινόησης αλληγορικοί χαρακτηρισμοί ή νεολογισμοί.
Αναφορές
1. κατά Ματθαίον, Οι Μακαρισμοί, Η επί του Όρους Ομιλία, Λκ 6,20-23
2. Γιώργος Δουατζής, Κόκκινο κασκόλ, Το κόκκινο κασκόλ, εκδόσεις Μανδραγόρας, 2016
.
ΔΑΦΝΗ ΜΑΡΙΑ ΓΚΥ-ΒΟΥΒΑΛΗ
“Book Bar” 5/11/2019
“Ένοχοι όσοι πιστέψαμε // στα αφτιασίδωτα ψέματα”
Μ’ ένα δυνατό βιβλίο εμβαπτισμένο στην αλληγορία και τον στοχασμό γύρω από την ζωή, τον θάνατο και τον άνθρωπο, συνεχίζει την ποιητική πορεία της η ηθοποιός και θεατρική συγγραφέας Νίνα Αλέξη. Μετά το ποιητικό της ντεμπούτο με την συλλογή Ανίν Ιξελά το 2017, το δεύτερο ποιητικό της έργο, με τον γεμάτο ψυχική ανάταση και προσδοκία τίτλο Άνω θρώσκω, κυκλοφορεί ήδη από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
Η πρώτη αίσθηση που μας άγγιξε: Ένταση. Έντονα συναισθήματα, δύναμη, εκφραστικότητα μέσα από ένα συχνά ασυνήθιστο λεξιλόγιο, ακόμη και χρώματα. Αποχρώσεις των λέξεων. Το Άνω θρώσκω απαρτίζεται από τριάντα εννέα μεγάλα ποιήματα, εκ των οποίων έξι είναι αποσπάσματα μιας ενότητας αφιερωμένης στον Νίκο Καζαντζάκη, ενώ ο τεσσαρακοστός τίτλος του βιβλίου μας παραπέμπει σε μια μεγάλη ενότητα από αποφθεγματικά, μικρά άτιτλα.
Από πού να ξεκινήσει κανείς; Το μότο «πόσοι θάνατοι ακόμη // για να συνεχίσω μια ζωή;» προβάλλει χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του βιβλίου, ενώ η ποιήτρια ξεκινά μ’ ένα υπέροχο ποίημα που καταγγέλλει τα βάσανα ολόκληρου του κόσμου: «Δενδροστοιχίες κεντημένες μ’ άλγη // θρυμματισμένα άνθη αιμορραγούν // ηπείρους λέκιασαν… Ένοχοι όσοι πιστέψαμε // στα αφτιασίδωτα ψέματα // όσοι χαμογελάσαμε στους δήμιους // του ονείρου», μας λέει στην «Ματωμένη υδρόγειο», (σελ. 9).
Η φιλοσοφική διάθεση που καταδικάζει με πάθος τον θάνατο μιας βασανισμένης καθημερινής ζωής, διατρέχει όλες τις σελίδες του βιβλίου – «Άνθρωπε, καθημερινά ερήμους γεννάς // ξηρά στείρα μονοπάτια χαράζεις // επικίνδυνα δηλητήρια ανακαλύπτεις // σώματα νεκρά χαϊδεύεις», ξεκινούν λόγου χάρη πολύ χαρακτηριστικά οι στίχοι του ποιήματος «Ζεις» στη σελ. 26.
Θέση στην συλλογή της Νίνας Αλέξη κατέχει ακόμη και η νεολαία-θύμα της βίας και των ναρκωτικών – «Πόσους Αγγέλους δολοφονήσαμε // στο φως του πορφυρού απ’ αίμα ήλιου;… Σύριγγες, καρφωμένες στα σάπια // των αγγέλων κορμιά // τα πόδια πύον εκκρίνουν // παγιδευμένες οι ψυχές γύρω από νάρκες και ιαχές // που εμείς στήσαμε», μας λέει το ποίημα «Ανάπηροι άγγελοι», (σελ. 20).
Έτσι, ο θάνατος νοείται με διπλή σημασία: Είναι ο πνευματικός (της καθημερινότητάς μας και της άνωθεν επιβολής της από τις ποικίλες ηγεσίες) αφενός, και ο βιολογικός αφετέρου – την τελευταία λέξη όμως έχει να πει η ψυχή: «Η ψυχή ζητά ν’ απελευθερωθεί // από ένα σώμα δίχως πατρίδα // ορύεται, να πετάξει ζητά», κραυγάζει λόγου χάρη το ποίημα «Βίαιες σιωπές» (σελ. 16).
Αποκορύφωμα αυτής της ανάτασης αποτελεί το ποίημα «Άνω θρώσκω», αφιερωμένο στον ποιητή και κριτικό λογοτεχνίας Αντώνη Σκιαθά, από το οποίο έλκει τον τίτλο του και ολόκληρο το βιβλίο, και το οποίο γράφει «Άνω θρώσκω. // Δίχως περιττούς κομπασμούς, // λοξοδρομήματα // προχωρώ με το κεφάλι ψηλά // βιώ κι αγαπώ μ’ ανοιχτή καρδιά // θωρώ με τα μάτια της ψυχής // αφουγκράζομαι την ύψιστη αλήθεια μου // πιστεύω εις εαυτόν.» (Σελ. 35).
Εξάλλου μια άλλη μορφή της ίδιας ανάτασης συνιστά και ο έρωτας, ο οποίος, ανάμεσα στο δίπολο ζωή-θάνατος, διατρέχει το βιβλίο με την ίδια δύναμη και πάθος, εμφυσώντας πραγματική ζωή: «Κουπιά τα χέρια θα κάνω // μέχρι να φθάσω στη θέρμη σου // και τα μαλλιά // αγέρωχα, λευκά πανιά // θα κυματίζουν // μέχρι που οι ψυχές μας / ν’ ανταμώσουν» («Προσμονή», σελ. 64).
Σημαντικό μέρος του βιβλίου κατέχουν τα ποιήματα-αφιερώσεις σε προσωπικότητες κυρίως του λογοτεχνικού κόσμου, ενώ η τελευταία ενότητα, «Fragmenta ΙΙ», αποτελούμενη από σαράντα ένα μικρά άτιτλα, ολοκληρώνει, όχι μόνο τυπικά, αλλά και ουσιαστικά αυτήν την πλούσια ποιητική συλλογή της Νίνας Αλέξη. Χαρακτηριστικά, θα κλείσουμε αυτό το μικρό κριτικό μας σημείωμα παραθέτοντας ένα από αυτά (σελ. 71) – εξαιρετικά επίκαιρο: «Εγκυμονούσα σήμερα, η θάλασσα // αντί για ψάρια // τσαλακωμένα κουφάρια ξέβρασε. // Μαύρες δαντελωτές ακτές // ακουμπιστήρι ταλαίπωρων // ψυχών // μα τα παιδιά // αυτά, τι σας έφταιξαν;»
.
ΑΝΤΩΝΗΣ Δ. ΣΚΙΑΘΑΣ
Χώρος εκδ. Αλεξάνδρεια Μάρτ. 2019
13 Μαρτίου του 2019 σήμερα, συναντιόμαστε για να τιμήσουμε την ποίηση της Νίνας Αλέξη. Μια μέρα που σημειολογικά είναι φορτισμένη από δύο γενέθλιες μέρες. Η πρώτη είναι η 13η Μαρτίου του 1900 που γεννήθηκε ο Γιώργος Σεφέρης και η δεύτερη είναι η 12η Μαρτίου του 1938 που γεννήθηκε ο Μάνος Ελευθερίου. Είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντικό που η Νίνα Αλέξη, ευρυμαθής και γνώστης της Ελληνικής Ιστορίας, διάλεξε έστω και ακούσια να μας καλέσει σε αυτή τη γενέθλια στιγμή για την ποιητική της συλλογή, «Άνω θρώσκω». Είδα πριν από λίγο –γιατί κι εγώ τώρα το πήρα το βιβλίο – το είχα σε ηλεκτρονική μορφή – ότι το ποίημα Άνω θρώσκω της συλλογής, είναι αφιερωμένο σε μένα. Την ευχαριστώ πάρα πολύ, με εξέπληξε πραγματικά, είναι σημαντικό να μας τιμά η ποίηση με αυτό τον τρόπο.
Σε αυτή την δεύτερη ποιητική της οδοιπορία συνεχίζει με αφετηρία την προηγούμενη, την αναζήτηση των εσωτερικών σχέσεων που ορίζει το φως της ψυχής σε όσα ο νους μπορεί να δημιουργήσει, μπορεί να δομήσει ως βίο για τα μικρά και τα μεγάλα της βιοτής στο σύμπαν των ανθρώπων, αναζητά δηλαδή σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο σε κάθε ποιητική της σύνθεση, τους κώδικες των λέξεων που μπορούν να μυθοποιήσουν το ποιητικό τους έρεισμα. Γνωρίζει αρκετά καλά τις ατραπούς που η ελληνική γλώσσα γιγαντώνει τον τρόπο της ύπαρξής της.
Πρόβες Θανάτου
Μαθαίνουμε να πεθαίνουμε
δίχως ελπίδα για τ’ αύριο
χωρίς προσευχές στο προσκεφάλι
χάδι στεγνό, δίχως φιλί
πρόβες θανάτου κάνουμε
πέφτουμε από ψηλά
δίχως δίχτυ ασφαλείας
ανακυκλώνουμε τη μοναξιά μας
τα τετριμμένα μας βράδια
τα σημάδια του έρωτα
και των πληγών πληγές
που δεν θα πάψουμε να ξύνουμε.
Αθήνα 2017
Χαμηλόφωνα λοιπόν δημιουργεί και καταθέτει ποιήματα και ποίηση που αφενός είναι επίκαιρη κι αφετέρου εντάσσεται στη σύγχρονη ελληνική παραγωγή με τους δημιουργούς που παρουσιάστηκαν κατά την τελευταία δεκαετία στα Ελληνικά Γράμματα. Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος γενικότερα για την γυναικεία τάση στη λογοτεχνία.
Τι μπορεί να σημαίνει γυναικεία ποίηση; Με ποιά ιστορικά και κυρίως κοινωνιολογικά κριτήρια μπορούμε να την ξεχωρίσουμε από την «ανδρική ποίηση»; Έχω καταθέσει αρκετές φορές σε κείμενά μου ότι δεν συμφωνώ με τον όρο «γυναίκεία ποίηση» καθώς ούτε κειμενικά μα ούτε και κοινωνιολογικά μπορεί να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Σε αυτή, τη δεύτερη ποιητική προσπάθεια της Νίνας Αλέξη υπάρχουν όλα εκείνα που δομούν μια κατάθεση για τη μνήμη των δικών της αναζητήσεων μα και των συναισθημάτων της που δεν μένουν στον κόσμο μιας προσωπικής αφήγησης αλλά με εύληπτο τρόπο περνούν μέσω της αναγκαίας εικονοποιητικής πρόθεσης στα ουσιαστικά της ανάλυσης.
Η διάθεση της ποιητικής της εξιστόρησης επιλέγει τον τρόπο της μακροσκελούς αφήγησης και κυριαρχούν οι περιγραφές των τοπίων της ψυχής σε όποιες φόρμες της μνήμης που αφήνουν τα ταξίδια μα και οι βραχύβιες καταθέσεις μέσα από μια μικρή ολιγόστιχη ποιητική φόρμα.
«Οι σιωπές μας
ουρλιαχτά
στο σύμπαν
που κωφό δεν είναι.»
ή
«Ένα ανάπηρο λιονράρι
έπαιζε με τη σκέψη μου.
Όρνια μάτωναν τα σύννεφα.»
ή
« Ή Εγκυμονούσα σήμερα, η θάλασσα
αντί για ψάρια
τσαλακωμένα κουφάρια
ξέβρασε.
Μαύρες δανταλωτές ακτές
ακουμπιστήρι ταλαίπωρων
Ψυχών
μα τα παιδιά
αυτά, τι σας έφταιξαν;»
Σε αυτό το μέρος του παρόντος βιβλίου, η Αλέξη δημιουργεί, με λέξεις μικρές αλλά στιβαρές ξερολιθιές που περνούν την όποια μορφολογία. Τα ποιήματά της που ακολουθούν το σώμα μπορούν να είναι ταυτόχρονα ερωτικά με την έννοια, του άκρως μυθοπλαστικού ευρήματος με τη σάρκα αλλά και να περιγράφουν το σώμα στην πτώση του με τον τρόπο που έπραξαν και οι μπιτ ποιητές στην Αμερική, κυρίως στα μέσα του 20ου αιώνα. Ξέρει όμως και για τη θλίψη που δημιουργεί ο χρόνος ως ηλικία μα και για τους πανηγυρισμούς της σάρκας που περιγράφει η ενότητα. Τόσο τα μεγαλόσχημα ποιήματα όσο και τα ολιγόστιχα συνομιλούν με όλους τους τρόπους με το θάνατο, περιγράφοντας όχι την απώλεια ως ορίζει η υπάρξή του μα το βίαιο της ήττας του.
Με ένα φιλοσοφικό κι ουσιαστικό κώδικα δημιουργεί στις ποιητικές αφηγήσεις όλα εκείνα που οριοθετούν τη συνέχεια της γλώσσας με λέξεις και φράσεις που περιγράφουν τον τρόπο της μετάγγισης στο κείμενο αξιών για το πως και το γιατί των λέξεων.
Με αυτή την ποιητική συλλογή η Νίνα Αλέξη εγγράφεται στο περιβάλλον στο οποίο θα πράξει και θα δημιουργήσει την ποίησή της. Θα κλείσω αυτή την μικρή αναφορά μου με ένα ποίημα που το θεωρώ εξαιρετικό. Ένα ποίημα που αναγράφεται «Στον ποταμό Chao Phraya».
Στον ποταμό Chao Phraya
Ασημί ποταμόψαρα
στο ρυθμό τού καυτού αέρα
χορεύουν.
Μολυβένια σύννεφα
απειλητικά κρεμάστηκαν
σ’ αόρατες κλωστές
ανυπεράσπιστα πλοιάρια
παιχνιδιάρικες βαρκούλες
συνωστίζονται.
Το ποτάμι στις λάσπες ντυμένο
ήρεμο,ακολουθεί την πορεία
των πνευμάτων.
Στις όχθες του Chao Phraya
ναοί, τη γαλήνη σφραγίζουν
ένα δάκρυ πέφτει αργά.
Στη βάρκα η τσαλακωμένη γριά
μυριοχαρακωμένο πρόσωπο
μακριά μαλλιά
ξεφούσκωτα μάγουλα
δυο – τρία δόντια για στολίδια
ντουσέν χαμόγελο φορά.
Ο δυτικός, φορώντας βερμούδα
κι ακριβά γυαλιά
καυχιέται βροντερά
που την τιμή, τής έρριξε
στον καθισμένο
σε στάση λωτού, ξύλινο βούδα.
Mπανγκόκ 2001
.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΟΦΟΡΟΣ
Δρόμος της Αριστεράς 10.11. 2020
Δεν ξέρω αν η ποίηση είναι φάρμακο, όμως νομίζω σε καιρούς σαν κι αυτούς που ζούμε είναι όπλο και καταφύγιο. Κανένας στίχος δεν «ανατρέπει καθεστώτα», αλλά με τη δύναμή του μπορεί να ανατρέψει τις βεβαιότητες που κουβαλάμε, να ανοίξει ρωγμές για να μπει το φως. Να μας αλλάξει ώστε να αλλάξουμε τον κόσμο…
Η συλλογή της Νίνας Αλέξη «Άνω θρώσκω» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, είναι ένα βιβλίο που ανατρέπει αυτό που έλεγε ο Μπρεχτ για τους «ποιητές που σωπαίνουν». Διότι –πέρα από τις πολλές αρετές και τον πλούτο των συναισθημάτων που μοιράζεται μαζί μας η σημαντική συγγραφέας και ποιήτρια– η ποίησή της δεν στέκει ουδέτερη απέναντι στα πράγματα και «παίρνει θέση», χωρίς να θυσιάζει την τέχνη για τη «στράτευση».
Ανοίγει μια γέφυρα επικοινωνίας με τον αναγνώστη και σχολιάζει με ποιητικό τρόπο τόπους και γεγονότα, μη διστάζοντας να βουτήξει και στα νερά της επικαιρότητας…
Κάθε σελίδα σε καλεί και σε ένα καινούργιο ταξίδι, όπως αυτό με τον «Νίκο Καζαντζάκη στην Άπω Ανατολή», ενώ θεωρώ από τις κορυφαίες στιγμές τα σύντομα στιχουργήματα που με τον τίτλο «Fragmenta II» κλείνουν το βιβλίο.
.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ
Περιοδικό Εμβόλιμον τχ. 97-98
Μια ανόθευτη κραυγή ελευθερίας κι ένα μετερίζι αγρυπνίας. Μια απαρασάλευτη πορεία. Η γραφική ύλη της ζωής ως κραυγή αγωνίας και θάρρους. <<Δώστε πίσω τη γλώσσα μου/τίποτα δε θα πω./Θα κραυγάσω μόνο «Είμαι Ελεύθερη>>!
Η τελευταία ποιητική κατάθεση της γνωστής ποιήτριας (και όχι μόνον) σηματοδοτεί μιά στροφή στην μέχρι τώρα ποιητική της πορεία άκρως σημαντική κατά τη γνώμη μας, διότι κατορθώνει να εισχωρήσει σε μονοπάτια και θέσεις που άλλοι διστάζουν να επιχειρήσουν κι αφ’ ετέρου το προσωπικό ύφος και ήθος γραφής εντυπωσιάζει τον αναγνώστη καθώς κινείται σε ευρύτερα <<πεδία βολής>> ενώ παράλληλα ανανεώνει το εκφραστικό της βεληνεκές με σεβασμό και ευθύνη στη γλώσσα που γι’ αυτήν αποτελεί εργαλείο συνείδησης. Η πιοιήτρια μιλά <<έξω απ’ τα δόντια>>.
Στίχοι που δημιουργούν αφορμές για διάλογο, ανατέμνουν τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου όπου γης, τούτη η οικουμενικότητα που αναδύεται αβίαστα από τις λέξεις, τα σχήματα, τις φράσεις, γίνονται κρατήρες ζωής και θανάτου με τον ανθρωποκεντρικό τους χαρακτήρα, το στοιχείο του πόνου που λειτουργεί λυτρωτικά, το ξεχωριστό ειδικό βάρος της φόρτισης των λέξεων, το εκμαγείο της μνήμης και που παράλληλα αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο, την νέα ένδυση και συγχρόνως την απέκδυση τόσων και τόσων πράξεων και παραλείψεων. Εδώ, <<Ρεμβασμοί, περιπλανήσεις, δισταγμοί>> γίνονται η πρώτη ύλη και το αίμα της ψυχής της δημιοργού που είναι μία αληθινή ποιήτρια και που κατέχει καλά να τροφοδοτεί με οξυγόνο ζωής τους ορφανούς, τους ρακένδυτους, τους απελπισμένους.
Με μια ξεχωριστή εσωτερική καλλιέργεια και με πλούσιες σπουδές κατορθώνει να διαχέει και τις άλλες μορφές της τέχνης στο ποιοτικό σώμα και αίμα όπως την έντονη θεατρικότητα, την αναζήτηση και τον προβληματισμό, την εσωτερική αναμέτρηση και καταμέτρηση, και κυρίως το βίωμα ως ΠΑΘΟΣ. Μια κραυγή ευθύνης και συνειδητοποίησης των μεγάλων προβλημάτων του ανθρώπου στη <<Ματωμένη Υδρόγειο>>, που είναι ταυτόχρονα κι ένα οδοιπορικό στην ιστορία και στον πολιτισμό, που καταδεικνύει και το μέγεθος των ευθυνών μας, όλων ανεξαιρέτως:
<<Ένοχοι όσοι πιστέψαμε
στα αφτιασίδωτα ψέματα
όσοι χαμογελάσαμε στους δήμιους
του ονείρου>>.
Επί τον τύπον των ήλων λοιπόν, δίχως ωραιοποιήσεις και φτηνές δικαιολογίες, μα μ’ ένα πικρό παράπονο που σε ματώνει και σε πυρπολεί στο επιμύθιο που είναι και ιστορία μιας ολόκληρης ζωής (και συνακόλουθα θανάτου): << μα εσύ, δεν έφτασες ποτέ>>…
Τα αλεπάλληλα ταξίδια της ποιήτριας Νίνας Αλέξη έχουν συντελέσει και σ’ ένα προσκλητήριο αλλά και σε μια δίκην απολογισμού καταγραφή που όμως από το «ΕΓΩ στο ΕΜΕΙΣ» ανήκει στα συγκοινωνούντα δοχεία μιας παρακμάζουσας εποχής αλλά και στα μηνύματα αγώνα και αγωνίας μέσα από δύσκολες καταστάσεις με τρείς στίχους που ενίοτε δραπετεύουν από το όλο ποίημα και που λειτουργούν ως αφύπνιση και ως modus vivendi αλλά και σ’ ένα ευλογημένο ευχαριστήριο σε κάποιες μορφές <<μοναχικών αγίων και προφητών >> που στα μετερίζια αιώνες τώρα, εκφράζουν τούτο το <<ΆΝΩ ΘΡΩΣΚΩ>> της λέξης και πληρώνουν με την ίδια τους τη ζωή το τίμημα το αδιαπραγμάτευτο:
<<Στο λιόχαρο μονοπάτι της λευτεριάς
οι λέξεις ξαλμύρισαν
οι ελπίδες αποφυλακίστηκαν>>…
Είναι ακόμη το κάλεσμα <<έλα>> μέσα στην ηχηρή σιωπή, σαν η <<των τοιούτων παθημάτων κάθαρσις>> της αρχαίας τραγωδίας, κι ακόμη, σκηνές από το έργο που παίζεται στην πόλη μας, με θύτες και θύματα εναλλασσόμενα αλλά και αμείληκτα ερωτηματικά που φωνάζουν σε βάθος αναζητήσεις και προβληματισμούς: << Ποιόν όμως τιμωρείς στ’ αλήθεια;>>.
Είναι το βαρύ δεμάτι του ανθρώπου, που σέρνει στο δρόμο της ζωής, ο αφουγκρασμός της βαριάς ανάσας, το ξεκάθαρο <<βιώ κι αγαπώ μ’ ανοιχτή καρδιά». Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη κατορθώνει να συνδέσει παλιά με νέα ποίηση μ’ ένα πλούσιο, χυμώδες λεξιλόγιο, με «οσμήν ευωδίας πνευματικής», με γνήσιο κι αυθόρμητο τρόπο γραφής, δίχως στυλιζαρισμένες μεθόδους κι ωραιοποιήσεις, με τον πόνο φύλακα και συμπαραστάτη, «άυπνο πιστό φρουρό». Η ποιήτρια γράφει με το χέρι στην καρδιά αδιαφορώντας για τις συνέπειες και τα FRAGMENTA της (υπομνήματα, αποσπάσματα) γίνονται θραύσματα κεριά και φανοί θυέλλης, ορφανά βράδια, διασταύρωση τόσων και τόσων πονεμένων, αρυόμενη πολλές φορές κι από γεγονότα της τραγικής επικαιρότητας:
«Η ελπίδα δολοφονημένη
στις ακτές ψυχορραγεί
στο θάνατο ενδίδει
το Μάτι, τυφλό».
Πρόκειται για μια ποίηση που λειτουργεί και σαν χορικό αρχαίας τραγωδίας κι άλλοτε πάλι πενθεί με μια ελεγεία άριστης σχέσης φύσης και ψυχής κι ακόμη επικεντρώνει στις «βαθιές χαρακιές» μιας «όντως ζωής». Η αυτογνωσία και σαν εμπειρικό δεδομένο αλλά και ως χάραξη μιας νέας πορείας που καταγγέλλει -σε παράλληλα βιώματα και σκηνικά ενός Όργουελ κι ενός Σαμαράκη- την υποδούλωση του ανθρώπου από την κακή χρήση της τεχνολογίας ή και την υποβάθμιση και την νέκρωση από «τις αγωνίες, τα πάθη, τα πιστεύω», όπως στο ποίημα με τον τίτλο «2050» που οι μηχανές και τα υπερσύγχρονα συστήματα κάποιων «επαϊόντων» επιδίωκαν να καταργήσουν τον ίδιο τον ΑΝΘΡΩΠΟ. Η ποιήτρια αντιστέκεται στη φθορά, καταγγέλλει, στηλιτεύει και ο λόγος της πύρινη ρομφαία, ενεργεί και στις ίδιες τις φθαρμένες συνειδήσεις μας δίκην τύψεων κι Ερινύων όμως κατέχει καλά από την άλλη πλευρά με τον αισθησιακό της στίχο να μάς οδηγεί σε άλλα μονοπάτια
«…το νέκταρ των χειλιών μου να ζητάς
το κάθε κύτταρό μου να ρουφάς».
Η Νίνα Αλέξη ξεφεύγει από την μάζα και την αγέλη, αναζητεί την προσωπική της ταυτότητα με την «πύρινη σπίθα της αγάπης». Ξέρει καλά να περιμένει να μετατρέπει τις ώρες της μοναξιάς σε λυτρωτικές αναμονές οδύνης και ήθους μένοντας αταλάντευτη πια στις αρχές της και κάνει πράξη τη ρήση του Οδυσσέα Ελύτη «ίδια η μνήμη γινάμενη παρόν» μέσα από μιαν απίστευτα ζεστή οικειότητα του αναγνώστη με τους στίχους της αρκετά συμπυκνωτικούς και πολύχρωμους, που μπορούν να περικλείουν τόσα πολλά μέσα σε τόσες λίγες λέξεις.
«Αναζητώ τις μνήμες που γέννησαν εσένα.
Σβήνω, όσες σε πήραν μακριά μου.
Με αίμα γράφω, αυτές που καρτερώ να έρθουν».
Ένα λυρικό και φιλοσοφικό λυγμικό οδοιπορικό, ένα ημερολόγιο μιας πορείας απαρασάλευτης στο χώρο και το χρόνο, ενώ συχνά τα ποιήματά της είναι γόνιμοι κι ευλογημένοι καρποί από στιγμές καίριες που ζει στα ταξίδια της κι είναι ονειρική αλλά και ρεαλίστρια, άλλοτε τρυφερά μοναδική κι άλλοτε πάλι αγωνίστρια και διαμαρτυρόμενη για κάθε μορφής καταπίεση και αδικία, και κάποιες φορές συν-οδοιπορεί με τον Νίκο Καζαντζάκη στην Άπω Ανατολή, σκιαγραφώντας μορφές, λέξεις, σχήματα, θεωρίες του αλλά και γόνιμα προβληματίζεται με το θάρρος της γνώμης να φτάσει σε οριακά σημεία συνάντησης αλλά και διατύπωσης εύστοχων αποριών πάντα όμως έξοχα συνδυάζοντας τις ξεχωριστές φυσικές ιδιομορφίες του ταξιδιού του με το βαθύτερο νόημα και μήνυμα της διδασκαλίας και της ασκητικής του:
“Πολύποθη επιθυμιά στη Λύτρωση να φτάσεις
ν’ αγγίξεις το Θεό κι ας τον αμφισβητείς
για ό,τι μέσα σου δεν εννοείς»…
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη καταθέτει «πλούσιον τον οβολόν της» στην αγία τράπεζα της ποίησης και όχι μόνον, ο γνωμικός ταυτόχρονα χαρακτήρας της, παραπέμπει και σε μια «πρακτική φιλοσοφία» που συνιστά τρόπο και στάση ζωής και οι καταθέσεις αυτές συνοδεύονται από μιάν έντονη παραστατικότητα ενώ παράλληλα ενυπάρχει μια αξιοζήλευτη ενότητα αλλά και ταυτόχρονα αυτοτέλεια κι εξ’ άλλου αρκετοί στίχοι-στόχοι μπορούν ν’αποσπαστούν από το όλο ποίημα και να ισχύσουν σαν πυξίδες ή φάροι ή σταχυολογήσεις όπως «εγώ θα αντιστέκομαι» ή «πιστεύω εις εαυτόν» ή «Άνω θρώσκω/Δίχως περιττούς κομπασμούς»…
Η ποιητική κατάθεση ΆΝΩ ΘΡΩΣΚΩ με ένα ζωγραφικό πίνακα του Φίλιππου Τσιάρα που κοσμεί το εξώφυλλο και που στέκει σε αγαστή συνεργασία και επι-κοινωνία με το ποιητικό σώμα και αίμα, αποτελεί μιαν όαση στην πνευματική λειψυδρία των ημερών μας και το ΜΟΤΟ της
«Πόσοι θάνατοι ακόμη
Για να συνεχίσω μια ζωή;»
σηματοδοτεί τις πολλές μικρές γεννήσεις και συνακόλουθα μικρούς θανάτους από τους οποίους είμαστε γεμάτοι-ο καθένας από εμάς- αλλά και μιαν ανυποχώρητη πορεία ζωής, γνήσια, ανόθευτη, μοναδική:
«Μη φοβάσαι, ζήσε δειλέ
δεν είμαι επικίνδυνη, μόνο αληθινή»!
.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΡΙΣΤΟΣ
Tetragwno.gr Ιουν.2022
Άνω θρώσκω
Η ποιητική συλλογή της Νίνας Αλέξη με τίτλο «Άνω θρώσκω» διαπνέεται από
έντονο το μεταφυσικό στοιχείο. Μεταφυσικό, δίχως, ωστόσο, να επενδύει σε
ποιητικό λόγο διερευνητικό, αλλά βαθιά συναισθηματικό, καταγράφοντας στοιχεία
και συνθετικές εικόνες της βιωμένης εμπειρίας. Με άλλα λόγια, μολονότι στα
ποιήματα, της εν λόγω συλλογής, ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με το φυσικό
περιβάλλον σε αφαίρεση, διαμορφώνεται γύρω του μία ενότητα διαδοχικών
πράξεων, έχοντας ως αφετηρία την υποκειμενική διάσταση του χώρου και του
χρόνου. Για να οδηγηθούμε στην αποκάλυψη μιας ολάκερης πραγματικότητας, η
ποιήτρια μας καλεί να ακολουθήσουμε τις γέφυρες που ενώνουν τις υποστάσεις
των σωμάτων, και μέσα από αυτές να ανιχνεύσουμε τα συγκοινωνούντα δοχεία της
πνευματικής, ψυχικής και συναισθηματικής έκτασης των γεγονότων. Με συλλογή
εικόνων από στις ευρωπαϊκές και ανά τον κόσμο πρωτεύουσες, συνδέει το ζήτημα
της ατομικής ευθύνης με τις πτυχές της συλλογικής συνειδησιακής πρωτοπορίας, σε
ένα πεδίο αναφοράς πολλαπλών επιπέδων ερμηνείας.
Εκκινά από τη θέση ενοχής για μία σειρά πεπραγμένων υποκείμενης άρνησης, έως
ότου καταλήξει στη μεταμόρφωση των αισθήσεων σε έναν κόσμο περιορισμένης
μνήμης. Στη φύση και την ελευθερία αρμονίας και γαλήνης, την οποία προβάλει,
ισχυροποιεί τις τεθλασμένες απολήξεις του πόνου και της απώλειας. Δεν είναι το
κενό το οποίο επιτρέπει στη δημιουργό να συνδιαλλαγεί στη μεταφυσική όψη των
επικαιροποιημένων αληθειών. Είναι η διαλεκτική οπτική των δεδομένων θέσεων
στις οποίες οδηγείται μέσα από ένα σμήνος πεποιθήσεων τρίτων προσώπων και
συλλογικοτήτων, ώστε, αναδιαμορφώνοντας τον παρόντα χρόνο σε μετωπική έλξη
με τα συμβάντα του παρελθόντος, να αυτονομήσει τον ποιητικό λόγο, ως διέξοδο
σε μία παραδεδεγμένη κατάσταση σμίκρυνσης. «Αχανής ο δρόμος της
επιστροφής/δύσβατος και τραχύς/δίχως στάλα νερού/να δροσίσεις τα σωθικά/που
οι φλόγες πυράκτωσαν» (σελ. 16). Εκεί, ανάμεσα στη μνήμη που ολοένα
περισσότερο βαίνει λησμονημένη στα τεκμήρια αθωότητας, η ποιήτρια, σαν να
κρατά στα χέρια της κινηματογραφικό φακό λεπτομερούς καταγραφής προσώπων
και περιστάσεων, διαμορφώνει τον αντίλογο σε νέα πρόταση επιβίωσης. Ο
άνθρωπος έχει καταστεί αριθμός ολικής αποτύπωσης συνθηκών και αναπαράγεται
διαρκώς σε ένα πλαίσιο υπονομεύσεων και περιορισμών. Αυτή την πορεία της ζωής
στιγματίζει η δημιουργός, τη στιγμή κατά την οποία διερευνά τα όρια αντοχής (και
απήχησης) των αισθητικών προοπτικών της κείμενης πραγματικότητας (όχι μόνο σε
θεσμικό/σύστημα αξιών κανόνα, αλλά και σε μία ετεροχρονισμένη αποκαθήλωση
προτύπων και συμβόλων).
Ενεργοποιεί τον έρωτα και την επιθυμία να ανήκει κανείς στην προσωποποιημένη
αντίληψη της αγάπης, δίχως να εμβαθύνει στο πλέγμα μειονεκτημάτων που η
παρουσία της στις ζωές των ανθρώπων προκαλεί, όντας τα συμβαλλόμενα μέρη σε
κατάσταση υποτονικής ανοχής του εξωτερικού περιβάλλοντος χώρου. Ζούμε τις
ζωές των άλλων, διατρανώνει σε μορφή αντίθεσης η ποιήτρια και καταγράφει τη
διαμαρτυρία της σε μόνιμη αντίθεση με τα αποδεικτικά της υποτέλειας των
προσώπων, σε έναν κόσμο ολοκληρωτικής αποσύνθεσης. «Δηλητήρια πολύχρωμα
εισπνέεις/ζεις ζωές πολλών ταχυτήτων/κλεμμένες ζωές -όχι τη δική σου-/ακούς το
τραγούδι του θανάτου/σφυρίζεις στο ρυθμό του» (σελ. 26) υπογραμμίζει και
σταθμεύει τις εντυπώσεις του σύγχρονου πολιτισμού στην διαπάλη του χρόνου. Σε
αυτό το στάδιο ανατομίας, ο χρόνος καθίσταται αφερέγγυο δεδομένο
υπαναχώρησης στα κεκτημένα της ατομικής δεξιότητας. Πράγματι, η υποκριτική
υιοθέτηση κανόνων, ρόλων και συμπεριφορών, έχει μετατρέψει τις ανθρώπινες
σχέσεις σε σκιές μίας περασμένης εποχής αθωότητας. Σε αυτήν ανατρέχει η
ποιήτρια, να συναντήσει τον σπουδαίο Νίκο Καζαντζάκη. Δεν επιδιώκει την
αναπαράσταση της προσωπικής θέασης των πραγμάτων, αλλά επιχειρεί να
κατασκευάσει την απάντηση στον παρόντα χρόνο, ως απόφαση μίας ριζικής
ανανέωσης. Από τον Θεό της αναζήτησης, έως τον Χριστό, τον Βούδα και τον Λένιν,
καθώς τα σύμβολα καταρρέουν στην εξέλιξη του χρόνου και ο άνθρωπος μένει
μετέωρος σε κάθε του βήμα προς την αυτογνωσία.
Στο διάβα αυτής της διαλεκτικής, από την άρνηση στη θέση, η ποιήτρια αναγνωρίζει
στο πρόσωπο του θανάτου και της απώλειας τη δυναμική ανακατεύθυνση της
ελευθερίας. Η τελευταία, υπολογίζεται ως μετωπική ώσμωση αντιθέτων, έως ότου
δημιουργηθεί το κατάλληλο συναισθηματικό επίπεδο ωριμότητας για την αποδοχή
ενός αδιεξόδου, στις οδύνες της ανθρώπινης τραγωδίας. Η ζωή αναζητείται στα
συντρίμμια του παρόντος χρόνου, μέχρι το σημείο ανασύνταξης της παρελθούσας
μνήμης. Η τελευταία ανακαλύπτει στους κόλπους της τα ζωτικά στοιχεία της ένωσης
με την ελευθερία των επιλογών και των επιθυμιών, σε μία διασταύρωση
ανευθυνότητας και ανωριμότητας. Ακόμη και σε αυτήν την κατάσταση του
ανθρώπινου είδους, η δημιουργός διατρανώνει την πίστη της στην αυθεντικότητα
της ατομικής υπόστασης, και σταδιακά ξεδιπλώνεται ως αυθυποβολή της τέχνης
του λόγου στις επάλξεις του ακούσιου μέλλοντος.
Η ποίηση της Νίνας Αλέξη, στη μεταφυσική της διάσταση, διαμορφώνει μία τεχνική
απόσταση με την αισιοδοξία του αναγνώστη, όχι για να μειώσει την ακτίνα δράσης
της ανθρώπινης δυναμικής, αλλά για να προειδοποιήσει για τον κύκλο της ζωής,
που ολοένα ομοιάζει με ασφυκτικό πλαίσιο εξομοιώσεων και ταυτοποιήσεων, δίχως
ελευθερία και πρωτοβουλία ατομικής αναγνώρισης. Είναι βαθιά υπαρξιακή η
ποίησή της και, συνάμα, ακολουθεί την ψυχαναλυτική αντιστοιχία προσώπων,
γεγονότων και καταστάσεων, προκειμένου να καταγράψει και να καταγγείλει
στάσεις και θέσεις ζωής.
.
ΠΑΝΟ ΚΟΥΡΒΑ
Περιοδικό το Κοράλλι τχ. 31-32
Με τη ματιά του Πάνου Κούρβα
Το βιβλίο της Νίνας Αλέξη «δώρημα τέλειον εστί» και ιδιαίτερη πρόσκληση στα ενδότερα
δώματα της σκέψης της. Με αυτοπεποίθηση βυθίζει το ρίζωμα της τέχνης της στη ζωή και ένας
τόνος υγείας σιτίζει τη φιλοσοφούσα σκέψη της.
«Η ζωή με δίδαξε
να κολυμπώ σε βαθιά νερά
να ιππεύω ατίθασα άτια
να παλεύω με ψυχή
δαίμονες και θεούς
να πιστεύω στον Άνθρωπο
σε μένα.»
Με συνείδηση κοσμοπολίτη μετουσιώνει τους καημούς και τις λαχτάρες, αφουγκράζοντας τα
μιλητικά νερά των ποταμών, πριν το φεγγάρι ασημώσει χαρές και λύπες στις θάλασσες των
λαών, δείχνοντας στον άνθρωπο πώς να τρυγά το μέλι της ζωής σαν Απόστολος ομόνοιας και
αδελφοσύνης.
Fragmenta
«Στους ποτισμένους από αίμα αγρούς
χάσαμε το όνειρο.
Ανθοστόλιστες προσφυγιές
πίσω από τείχη φυλακίστηκαν.»
Πυγολαμπίδες
«Με λασπωμένα ποδάρια, τα παιδιά των κεραυνών
τις νοτισμένες περίλυπες νύχτες
πυγολαμπίδες, μες στο σκοτάδι.
Με φως σε ντύνουν, το μονοπάτι σου να βρεις
αυτό, που ίσως καταφέρει να σε λυτρώσει.»
Σφιχτοδένει τους στίχους της με τους ποιητικούς της χυμούς και με αμεταχείριστες λέξεις,
δίνοντας στο νόημα μια αγαλμάτινη πλαστικότητα, δουλεμένη με τη σμίλη της ξαστερωσύνης.
«…Στο γυάλινο ξέφωτο
δακρυβρυσοπόταμος πόνος
και λύκοι αρουλίζουν.
Τις νύχτες
ματωμένα φεγγάρια λιμοκτονούν
τις λύπες ενεδρεύουν
το χάραμα, η ανατολή
μαζεύει τον πόνο σαν κουρτίνα
με φτερά παγωνιού
τα δάκρυα σπογγίζει
που κάμαρες ποτίσαν.»…
Γεμάτες ανάγκη και επιθυμία, οι γλωσσικές της επιλογές παρουσιάζουν μέσα από τους
διαφωτιστικούς της στίχους εικονογραφημένα πορτρέτα, διασφαλίζοντας με μια ισοζυγισμένη
δυναμική το έργο της.
«…Αβροί μαστοί
σ’ ανοιξοίδωτες, μαρμάρινες κάμαρες
πάνω από σκάφες
σταυρώνονται σε ασίγητες κραυγές
ομφαλοσκοπούν, ενυπνιάζονται
τη ζωή που δεν πρόλαβαν.»
Προτιμώντας την ολιγογραφία των δουλεμένων στίχων, διατηρεί γλωσσικές ιδιοτυπίες χωρίς
το παραμικρό φιλολογικό φορτίο, προβάλλοντας με αμεσότητα και παραστατικότητα
πρόσωπα και εικόνες, με μια αποτύπωση μέσα στο κάδρο του κόσμου.
«…Ένοχοι όσοι ήπιαμε
των αμαρτωλών το γέλιο
απ’ το ηδύποτο της λήθης
στων βρυκολάκων τις υποχέσεις
επαναπαυθήκαμε…»
**
«…Ο κραταιός αέρας το δέρμα έλιωσε
στις παλάμες απλώθηκε
μου φίλησε τα δάχτυλα
άνοιξε το στόμα, πιες το φιλί μου.»
**
«…Ο χρόνος ο ανοίκειος, ο τραχύς
ο άσπλαχνος, που σε πήρε μακριά μου
ο χρόνος ο δυσήκοος
που τ΄αυτιά κλείνει στις προσευχές μου
που ακένωτα ερύει τη χαρά μου.
Ο απηνής
που δε συγχωρά τις αμαρτίες μου…»
Η ποιήτρια ρομαντική και λεπταίσθητη, σκιαγραφεί τη φωνή του ανθρώπου μέσα από το
ξωκκλήσι της ψυχής της και η ποίησή της γίνεται προσευχή, εξομολόγηση, όρθρος και
εξαγνισμός.
«Τη μορφή σου θα ψάχνω
σε γυμνούς ήλιους, δασερά βράχια
μεθυσμένα αμπέλια
μέχρι που η βροχή, αστέρια θα ρίχνει
τα καλοκαίρια πεθάνουν
οι παγετώνες λιώσουν στους ωκεανούς.
Ώσπου τα χρυσοπράσινα λιβάδια
σαπίσουν απ’ τα δάκρυα
οι ρίζες μουχλιάσουν, ξεριζωθούν
μέχρι η γη, πάψει ν’ αναπνέει
εγώ θα σ’ αγαπώ…»
**
«…Η ψυχή ζητά ν’ απελευθερωθεί
από ένα σώμα δίχως πατρίδα
ορύεται, να πετάξει ζητά…»
Πώς γίνεται να γκρεμίζεις ένα ναό
που έχεις κτίσει με τα ίδια σου χέρια;
Ποιο το συναίσθημα όταν έχεις ξηλώσει
καντήλια, σταυρό κι εικονίσματα
το Άγιο Δισκοπότηρο που μεταλαμβάνει η Ψυχή;…»
**
Να εξορύξεις της ψυχής
Την απελέκητη αλήθεια μου
Που μέσα μου εκκολάφθηκε
ΕΝΑ έγινε με το DNA.»
Για τον Νίκο Καζαντζάκη γράφει λες και η πένα της επιθυμεί επίμονα να μην ξοδέψει το σώσμα
του μελανοδοχείου της σε περιττοσύλλαβες λέξεις και στιχοποιεί αραδιάζοντας όλη την ψίχα
που έχει κοινωνήσει μέσα από τα κείμενα του μεγάλου μας στοχαστή.
«…Στο πλουμισμένο απ’ έρωτα τραγούδι,
στο φως του γελαστού ήλιου
κατάσχονται οι υποσχέσεις της νύχτας
από τον Σινιγκάμι.
Τη μέρα, με σπαθί ηρωικό των σαμουράι
τεμαχίζεις μικρές μικρές μπουκιές
στη μνήμη να χωρέσουν
να μπορείς να ενθυμείσαι, δώρα από τις
αγεροθαλασσόφερτες χώρες ακραίων αντιθέσεων
τ’ ανθρωποφάγα Oni και μυστηριώδη Yurei
τις αρετές του Ζεν που τόσο πολύ γοήτευσαν
κι εμέ, Καζαντζάκη»…
**
«…Αλήτης των ηπείρων
πειρατής εικόνων κι εμπειριών
διψασμένος για την κρυστάλλινη Αλήθεια
αγωνία για τα μυστήρια της ζωής
τα ταξίδια, η Σωτηρία της Ψυχής.
…Στις απρόσιτες χαράδρες του εγκεφάλου
Κρυμμένοι θησαυροί
απ’ τους λασπωμένους δρόμους
της Νιχόν και της Κίνας
ως τη γενέτειρά σου τη λεβεντομάνα Κρήτη
απ’ το σοφό, αναβράζον όρος Φούτζι
ως τον Όλυμπο τον μυθικό,
τον Άθω τον Ασκητικό
ως τον τον υπερήφανο Ψηλορείτη,
ένοιωσες εξαπατηθείς;»…
Περιορίζει το άδικο μέσα στη λιθόκτιστη στιχοποιία της.
«Πόσους Αγγέλους δολοφονήσαμε
στο φως του πορφυρού απ’ αίμα ήλιου;
Με σιδερένειες αγκαλιές ζεστάναμε
τα δάκρυά τους αγνοήσαμε
τα πάλλευκα φτερά τους ψαλιδίσαμε.
…Απ’ τον καναπέ σήκω,
να γίνουμε μια γροθιά
να σπάσουμε τον κλοιό της βίας
του θανάτου και τα ναρκωτικά.
Για Αξίες να παλέψουμε, Ιδανικά»…
Λευτερώνει το δίκαιο μέσα απ’ τις ουράνιες πύλες της σκέψης της και για να είναι γλυκόθυμη
η ερωτική προσμονή, την τυλίγει με της λάβας το ντύμα.
«…Κι ωσότου ο βυθός της θάλασσας
από ζωή χηρέψει
τα ποτάμια, οι ωκεανοί
σε πεδιάδες κρυφτούν
ερωτικά κύματα
κρατήρες ηφαιστείων πλημμυρίσουν
με καυτή λάβα, ερωτικούς στίχους
στους πρόποδες σχηματίσουν
εγώ θα σε προσμένω.»…
Σαν λιγομίλητος λάτρης της ποιότητας, η ποιήτρια στοχεύει με τους αποστολικούς της στίχους
φιλαναγνώστες παραλήπτες.
«Τα ορφανά βράδια
τους σταυρούς μου μετρώ.
Αυτούς που κουβάλησα
αυτούς που προσκυνώ
σε αυτούς που σταυρώθηκα.
Με αγωνία καρτερώ
αυτόν που θα λυτρωθώ.»
Νίνα Αλέξη, δηλώνω κυριευμένος από τη γοητεία του ζωγραφικού σου λόγου και παραμένω
της ποιήσεώς σου ακόλουθος κοσμοταξιδευτής.
.
ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ι. ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ
ΚΟΡΑΛΛΙ Τ. 19-20
Μικρό ιχνηλατικό οδοιπορικό στο ποιητικό σώμα και αίμα της Νίνας Αλέξη
«Καιρός να πέσουν οι μάσκες
να λάμψει η ψυχή μας!»
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη με την πρώτη της ποιητική κατάθεση σηματοδοτεί ένα καινούργιο προσωπικό ύφος και ήθος στη σύγχρονη ποίηση μ’ ένα σφιχτοδεμένο corpus το οποίο αποτελείται από ποιήματα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα από πλευράς γραφής δεδομένου ότι ασχολείται με την Ποίηση από πολύ μικρή ηλικία – μικρή μαθήτρια και μάλιστα ένα από τα πρώτα της σκιρτήματα περιλαμβάνεται στην ενότητα FRAGMENTA – της ποιητικής συλλογής που παρουσιάζεται σήμερα ενώπιόν σας μέχρι και πολύ πρόσφατα ποιήματα. Επομένως η «ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ» σηματοδοτεί μιαν αξονική τομογραφία διαφορετικών δεκαετιών συγγραφής που όμως παρουσιάζει μιάν ενότητα συμπυκνωτική, με αρμοδεσία και εσωτερική διείσδυση στα «ένδον» της προσωπικότητας της ποιήτριας, παράλληλα όμως, είναι κι ένα συναξάρι διαφορετικών οπτικών θεάσεων των δρώντων και των δρωμένων, που νυχτοήμερα «παλεύει να βρει την Αλήθεια», «μηδενίζοντας το χρόνο» σε πεδία βολής που αναζητούν την Αγάπη, μέσα από σπαράγματα ψυχής και αιμάσσουσες καταγραφές και επισημάνσεις οριακές όπου δοκιμάζεται ο άνθρωπος «ανάμεσα σε δίστιχα λύπης, κουφάρια κι ερείπια ψυχών» με τις αντοχές του μέσα σ’ ένα ορυχείο μνήμης και σ’ ένα διαρκές ναρκοπέδιο πόνου που γίνεται λύτρωση και αποκάλυψη μέσα στη μοναξιά και την απογύμνωση:
«…όνειρα ζωντανά, ατελεύτητα συντροφεύουν
τις άδειες βαριές νύχτες που εσύ θα’σαι απών…»
Εδώ η ποίηση σηματοδοτεί την παρουσία της απουσίας, το μιλητικό νερό της σιωπής, το άλλο στο δια–μέτρημα του ανθρώπου. Η Νίνα Αλέξη, μ’ έναν πλούσιο εσωτερικό εξοπλισμό, μεταλαμπαδεύει τα φορτία της ψυχής της με στίχους που μιλούν κατ’ ευθείαν δίχως διαμεσολαβήσεις στον αναγνώστη. Η ποιητική της γραφίδα είναι ανεπιτήδευτη και διάφανη μ’ έναν προσωπικό εξομολογητικό τόνο, με πλούσιο λεξιλόγιο κι έντονη παραστατικότητα κι ακόμη με ίσες δόσεις ρομαντισμού και ρεαλισμού προβαίνει σε σύντομες σκιαγραφήσεις και συνακόλουθες αποτιμήσεις μεταδίδοντάς μας κάτι από τις δικές της αισθήσεις αλλά και της διατήρησης του «είναι» της μέσα σ’ έναν κατακερματισμένο εν πολλοίς χωροχρόνο προτείνοντάς μας θαρραλέα έναν καινούργιο τρόπο και στάση ζωής, ή αλλοιώς, πιο σύντομα, «τα λόγια των πράξεων», μέσα από το ποιητικό της σώμα και αίμα, μιαν «αλλοιώς ωραία» κατά που θα’λεγε ο Ελύτης προσέγγιση του κόσμου, μέσα από τόσα μέτωπα όπου αθώοι και ένοχοι θα κληθούν να ξαναμπούν στη ζυγαριά:
«Η μάχη δεν κρίθηκε. Ποιός θα επικρατήσει;
Θύτης και θύμα στον ίδιο παρανομαστή
Κι εσύ ξεσπάς:
Πόσους σταυρούς η ψυχή να κουβαλήσει ακόμη;».
Η Νίνα Αλέξη μάχεται για την ομορφιά και την αλήθεια και οι στίχοι της κινούνται ανάμεσα στην ποίηση και τη φιλοσοφία με λεπτότητα, ευαισθησία και ανθρωπιά αλλα και με υψηλή συνείδηση του χρέους και της ΕΥΘΥΝΗΣ. Είναι ένας παγκόσμιος πολίτης με απαρασάλευτη «φλόγα ψυχής και αγάπης» και οι στίχοι της εκφράζουν πανανθρώπινα μηνύματα με πλαστικότητα και ευελιξία, και με την απλότητα της μεγαλοσύνης.
Περπατά με τα δικά της πόδια, εξωτερικεύοντας τις μύχιες ενδοσκοπήσεις της με θάρρος και παρρησία με πηγαία γνησιότητα και με λυρικές διαχύσεις, με τόσο πόνο και αίμα ψυχής, «Στα χρόνια της ξηρασίας», στα χρόνια της δοκιμασίας και των κάθε λογής μεταλλάξεων και η ποίησή της σηματοδοτεί μιαν αντίσταση και μία κραυγή συμπαράστασης στους πονεμένους και τους αδικημένους όπου γης μια και όπως γράφει χαρακτηριστικά:
«Στα χρόνια της Ξηρασίας η Ανθρωπιά ορφάνεψε,
Η Αγάπη άδοξα πνίγηκε στο βυθό της μνήμης…»
Η ποιήτρια Νίνα Αλέξη έχει χρηματίσει εκτός των άλλων, ηθοποιός και θέτει επί σκηνής αρκετά ποιήματά της που ενέχουν θεατρικότητα μοναδική (ευλογημένο δάνειο της τέχνης) που είναι εντός και αδιαιρέτως.
Πρόκειται για αληθινή ποίηση, παντός καιρού «διά πονούντας και θλιβομένας», μια παραμυθητική – παρηγορητική λίαν -ενδοσκόπηση και ομφαλοσκόπησε στο βάθος της αρχέγονης πορείας του Ανθρώπου, εκεί όπου ο Μύθος και η Ιστορία συγκοινωνούν και συλ-λειτουργούν με οικουμενικά μηνύματα «παιδικές μνήμες αιώνων» καθώς γράφει χαρακτηριστικά που ενώνει το παρελθόν με το παρόν σ’ ένα τεντωμένο σκοινί που τρίζει επικίνδυνα μια και «ο ομφάλιος λώρος κόπηκε, στης μάνας την κραυγή, τον αναστεναγμό». Τόσα και τόσα βιώματα και μνήμες ανατέμνει η ποιήτρια μ’έναν μοναδικό εστιακό χώρο προσέγγισης, που κάποτε φτάνει στην ελεγειακή καταγραφή και αποτύπωση της εσωτερικής συντριβής και της απογύμνωσης του ανθρώπου κι άλλοτε πάλι ο γνήσια ερωτικός της λόγος μάς οδηγεί στο γνήσιο λυτρωτικό πάθος που επιζητεί «την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν με των αισθητήρων την καρδιά» που μετρά αλλοιώς τα μήκη και τα πλάτη τούτης της ζωής, τούτης της περιπέτειας της ύπαρξης:
«Είναι τόση η Αγάπη μου για σένα
που έχω ήδη γράψει τον επίλογό μας»!
Στίχος κυματιστός, ευέλικτος, λακωνικός που δεν χάνει σε τίποτα τα λυρικά του φορτία και το περίεργο είναι πως στους στίχους της ποιήτριας ξεχειμωνιάζουν τόοο η οργή και η αγανάκτηση, όσο και η συμπόνια και η ανθρωπιά,με ποικίλες αποχρώσεις και παραλλαγές, η πλούσια συναισθηματική φόρτιση αλλά και η καρτερία και η συγνώμη κι όλα αυτά σ’ εναλλασσόμενα φορτία ψυχικών αντιδράσεων που «τους χτύπους της καρδιάς σφυροκοπεί», κι άλλοτε πάλι, γαλήνια και ήρεμη, σταματά το χρόνο στην αναπνοή που μοιράστηκε με το αγαπημένο πρόσωπο, στη μνήμη που μετάγγισε ο πόθος στο «Ένα φιλί, μόνο Ένα, όχι οποιοδήποτε, αυτό» που ξαναφτιάχνει την αληθινή ιστορία του κόσμου, που ανοίγει τα ροδοπέταλα και που «εκστατικά ακροβατεί» κι ανθοβολεί τις νύχτες που μοσχοβολούν τα κορμιά των ερωτευμένων. Εκείνο που επίσης παρατηρούμε είναι πως η ποιήτρια Νίνα Αλέξη, ακόμη και στα πιο γνήσια ερωτικά της ποιήματα, φιλοσοφεί σταματώντας το χρόνο και καταγράφει χωρόχρονες στιγμές αγρύπνιας, αγώνα αλλά και αγωνία για το επέκεινα, για την επιστροφή μετά την μετοικεσία, για την υπέρβαση των στιγμών:
«…ό,τι το μυαλό σκεφτεί
γίνεται δια μαγείας πραγματικότητα».
Η φωνή της γίνεται κραυγή και μαρτυρία, που «Ζητά ΔΙΚΑΙΩΣΗ κι όχι εκδίκηση», πανανθρώπινο μήνυμα κι η «καρδιά» της για φλόγα ελευθερίας, ενώ σε άλλα σημεία προσλαμβάνει τον χαρακτήρα μιας καταγγελίας κι όχι απλής διαπιστωτικής κατάθεσης, που οσφραίνεται την θλίψη, τον πόνο, την αδικία αποφεύγοντας την εκζήτηση, μ’ έναν τρόπο μοναδικό, πηγαίο, αφτιασίδωτο γι’ αυτό και ο αναγνώστης αισθάνεται να τον διαπερνά ένα γνήσιο συγκινησιακό ρίγος και συμ-μετέχει στα δρώμενα αλλά και κάτι ακόμη, διαβάζοντας τους στίχους της Νίνας Αλέξη, κοινωνήσαμε της αληθινής ποίησης και νιώσαμε πιότερο τον ορισμό της ποίησης που έδωσε ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, δηλαδή της «ρυθμικής λειτουργίας της ομορφιάς»!
Πράγματι, ο εσωτερικός ρυθμός και το μέτρο σηματοδοτούν τον απόλυτα προσωπικό χώρο της ποιήτριας αλλά και το ευρύτατο φάσμα θέσεων και απόψεων και προπαντός το «αίμα ψυχής» της συντελούν στην λάμψη και την στιλπνότητα της ποιητικής της. Είναι η έκφραση του ολοκληρωμένου ποιητικού βιώματος αλλά και η πλούσια συνθετική της ικανότητα, η συχνότατα ευρηματική διατύπωση και οι λεπτααίσθητοι κραδασμοί του ειδικού βάρους των λέξεων, κι όλο αυτό το πολύτιμο κράμα των μεταλλευμάτων και των συνακόλουθων αξιών στο χρηματιστήριο της ψυχής μάς δίνουν ένα σφύζον ποιητικό κείμενο μέσα από το οποίο καθρεφτίζεται η αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, η μαρτυρία, το «ζέον πάθος» της δημιουργού, ως «ανεκλάλητο αίτημα», ως σονάτα «στροβιλιζόμενη νοσταλγικά στις σκέψεις μας», κι άλλοτε πάλι ως κιβωτός ευθύνης και χρέους αείρροου.
Ο αναγνώστης της συλλογής «ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ» θα βιώσει τις παράπλευρες ευρέσεις και απώλειες, θα ταξιδέψει ως τα κατάβαθα της οδύνης, θα περιπλανηθεί «στους χωμάτινους δρόμους βομβαρδισμένων πόλεων» θα φιλοσοφήσει και θ’ αναρωτηθεί
«Για πόσους τ’ απόρθητα τείχη
φυλακή τους θα γίνουν;»
Κι ακόμη, θα νοιώσει βαθύτερα Τους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη:
«Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα
Και γδάρε το ίσαμε το πι»!
Ευχαριστούμε την ποιήτρια Νίνα Αλέξη για την Πυξίδα και την Πίστη, το Βίωμα και την Συγκίνηση που μας χάρισε αφειδώλευτα με την ποιητική συλλογή της ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ:
«Τα μήλα μύριζαν βανίλια.
Ξύπνησα μα δεν τα βρήκα!
Βρήκα μόνο τις σάρκες μου
στο λευκό μαρμάρινο πάτωμα.»!
.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Περιοδικό «Κέφαλος» τ. 5
Μια «έρπουσα» ποιητική «ζώσα γλώσσα» αυτή της Νίνας Αλέξη – αυτή της «θαρρεμένης καρδιάς», δίνει στην ποιήτρια την ευκαρία να μας φανερώσει μια μυστικιστική. Χωρίς να στερεί το ποιητικό «τοπίο» από διαύγεια και φως – αντίθετα το κάνει να λάμπει – φτάνει για να ντύσει μ’ ένα πέπλο μαγείας τα απλά και τόσο σημαντικά.
Αυτά τα τόσο χιλιοειπωμένα, αλλά και τόσο μοναδικά, εκείνα που ανοίγουν με μια μόνη φράση, κάποτε και μια μόνη λέξη, το μυστηριώδη κόσμο της ανθρώπινης μοίρας, του πυρπολημένου κόσμου του Έρωτα. Ευσύνοπτη σχετικά η ποιητική κατάθεση της Αλέξη, με μια ασυνήθιστη φόρμα ακόμα και στα μεγαλύτερα ποιήματά της, μας χαρίζει «δόσεις χαράς και αχνό φως ζωής» μέσα από αυτές τις έκτακτες, μοναδικές «μινιατούρες λυρισμού ή και δραμάτων», ας τα χαρακτηρίσουμε έτσι αυτά τα «ταχυ-δακτυλουργήματά της» αυτές της ενδυναμωμένης από πάθος ζωής φωνές – ηλεκτρόδια που μας δίνουν «λελυμένο» το ποιητικό αίνιγμα…
«…Ηλεκτρόδια στης μοιρασιάς τα συναισθήματα
θλίψης, αισιοδοξίας, ευτυχίας, απογοήτευσης
πόνου και λύτρωσης
αποφορτίζουν τις εντάσεις, αφομοιώνονται
μια στο μαύρο, μια στο λευκό ουράνιο τόξο σου…».
Γραφή – κραυγή κάθε μινιατούρα ποιητική ομιλία. Ωδίνες και ωδές χαράς, του ανθώπινου βίου καταγράφει η εμπνευσμένη της ποιητική κατάθεση. Αλλά και κράμα γνωμικού, φιλοσοφικού και λογοτεχνικού άριστου λόγου με ζωοποιές ρίζες μια σειράς, μιας σειράς θαλλόντων δένδρων:
«…Παλεύω για την αξιοπρέπεια που ζητά να εγκαταλείψει…» .
«…Για σένα που πίστεψα αποφόρι τα μόρια των λέξεών σου,
μιας θεμελείωδους ιδέας…»
(«Ωδίνες βίου» αφιερωμένο στον αείμνηστο Δημήτρη Ποταμίτη.)
Λόγος υψηλός στις συλλήψεις του, που ξαφνιάζει πάντα ευχάριστα, συνομήλικος με τον κόσμο και την ομορφιά του, την ομορφιά των μεγάλων ιδεών που κάποτε ατύχησαν. Γραφή-κραυγή, που μας λέγει πως «άνευ αγώνος και θλίψεως» δεν αποκτάται και δεν γίνεται καλύτερος ο κόσμος:
«…Να ελευθερωθείς και να ελευθερώσεις
σκλάβους και σοφούς,
αμαρτωλούς και ντροπιασμένους
που δεν βρήκαν το σθένος μήτε το το θάρρος
μήτε κανένα φωτοστέφανο…».
Είναι οι μοιραίοι; Οι άβουλοι; Οι παραιτημένοι; Οι αδικημένοι;Οι «εν απογνώσει» στα τεφτέρια γεγραμμένοι μιας ιστορίας που δεν είναι πάντα δίκαιη; Σε προτρέπει ως ελεύθερος εσύ, να ελευθερώσεις αυτούς που δεν ήθελαν ή δεν μπόρεσαν να σταθούν όρθιοι. Να δικαιωθούν. Σ’ αυτή την ελέγχουσα και μαζί εκπλήσουσα ώριμη ποιητική δουλειά της, συναντώνται η γενναιότητα του οραματιστή αλλά και του αμετανόητου ρομαντικού, σε ώρες πάντα περισυλλογής και αυτοπροσδιορισμού της ανθρώπινης ταυτότητας, μετά από ένα κοπιώδες «ένδον σκάπτε».
Δεν απομονώνεται στο ενδιαίτημά της, σε μια στείρα απελπισμένη αυτοάμυνα υπαρξιακού αυτοεγκλεισμού, αλλά οδηγεί την πυρωμένη σκέψη της ως μια απλή μάνα του κόσμου, εκεί που το επιβάλει ένα «καθήκον ευσεβείας», λες, κοντά στον ΄Ανθρωπο και στο αεί περιφρονημένο ορθό ανθρώπινο αίτημα: «Αγάπη όλων, για όλα!…». Λέει στη «Μετάλλαξις»:
«…Κι εγώ επιμένω ακόμη να εξωραϊζω
την εικόνα σου, Άνθρωπε,
μεσ’ από τις δαιδαλώδεις έλικες του εγκεφάλου,
όπου δρόμο ανοίγω στα βαθύσκιωτα δάση σου…».
Ενώ στα «Χρόνια της ξηρασίας», απέναντι στην αδιάκοπη κατεδάφιση των ανθρώπινων αξιών, αναμετράται με σθένος με το ταραγμένο αίσθημα της ήττας:
«…Στα σκοτάδια, σαν Ατρείδες, τα κομμάτια σου,
Άνθρωπε, παλεύουν ν’ απαγκιστρωθούν
απ’ του Πολιτισμού το δολερό δίχτυ.
Η μάχη δεν κρίθηκε. Ποιος θα επικρατήσει;
Θύτης και θύτμα στον ίδιο παρανομαστή
κι εσύ ξεσπάς:
«Πόσους σταυρούς η ψυχή να κουβαλήσει, ακόμη;»
Η πλάτη λύγισε, κουρέλι το υποσεινείδητο,
το άδηλο τέλος υπομειδιώντας προσμένει».
Ύστερα η ποίησή της ως εραστής νους, ταχυπόδαρο ελάφι, θα απομακρυνθεί απ’ το δρόμο που τον ορίζουν οι φροντίδες, οι ιδέες και τα πάθη του κόσμου, θα θυμηθεί αυτή την αέναη νοσταλγία, την πρώτη παραδείσια την αδαμική και την πρωτοφανή γνώρα την πύρινη, της μεγάλης αγκαλιάς. Του Έρωτα. Στίχοι απίστευτα λυρικοί, με το άπληστο το τρυφερό στόμα της νόησης της καρδιάς, της ακαριαίας «έλλαμψης» κι άλλοτε ως ηδύ φιλί νύμφης αποθέτουσα, τη σφραγίδα αυτής της καρδιάς, για να συνεχιστεί και να βρίσκεται πάντα στα ανθρώπινα χείλη, ο άριστος οίνος της Αγάπης.
«…Γονάτισα, τρυφερά τ’ άγγιξα, τη ζέστη της υφής
Κι έκπληκτη τη γαλήνη σου ένοιωσα,
σου χάϊδεψα το κεφάλι και ψιθύρισα:
«Θα επιστρέψω…».
Αυτός ο Έρωτας, δεν είναι «πάθος και πόθος ψυχής σχολάζουσας». Δεν είναι μια ιστορία πλήξης. Πόνου. Δεν είναι απλά το «ηδύ» της απόλαυσης του ερωτευμένου σώματος. Αλλά ο υπερούσιος ήχος μιας λέξης που προσεγγίζεται, απ΄τις καρδιές ως το τραγούδι, που με τόση μαστοριά δίνει η Αλέξη και τόσο φανατική προσήλωση στην ανάγκη να πάρει αυτή η λέξη ένα ανθύπαρκτο νόημα. Μια δική της ολοκληρωμένη ζωή:
«…Αν ήσουν αληθινός, αν είσαι πράγματι δικός μου,
σε μια άλλη διάσταση θα σε ξαναβρώ
‘κει που τα χιόνια είν’ θαλασσί, οι αγάπες
δεν ξεψυχούν, δεν λυγούν στις θύελλες, στο σκοτάδι».
Ποίηση ερωτική, λοιπόν, απάγκειας, ενλίμενης ψυχής, υμνητική, της αξεπέραστης ομορφιάς της ζωής, της αγάπης, ποίηση που μας χαρίζει πλουσιοπάροχα την ηγεμονική απόλαυση των στιγμών της. Υμνητική μιας εύστοχης μοίρας που έταξε τον Ποιητή συνταξιδευτή μας σε δρόμους αξεπέραστης έντασης και εσωτερικής ενόρασης. Σε ένα υπέροχο ταξίδι «εν στάσει ψυχής». Μια ποίηση της Νίνας Αλέξη που δεν έχει την ηλικία της παρακμής, αυτή η « σήμερον ποίηση», της πλήξης και της ζοφερής ερημίας, της ακατανόητης εν πολλοίς διάχυσης υπαρξιακών προσωπικών αισθημάτων και ιδεών, αλλά το ρεαλιστικό αχαλίνωτο κι ατιθάσσευτο ρεύμα του ψυχικού εκείνου αυθμορμητισμού, που διαρκώς αναρωτιέται για τη σταθερότητα του επόμενου ανθρώπινου βήματος στο Επέκεινα. Θυμίζοντας την αναγκαιότητα του ποιητή, που μόνο με τη δύναμη του λόγου, στέκεται αδιάκοπα κυρίαρχος της ζωής. Γιατί, δίχως το άγκιστρο των αιχμηρών λέξεών του, δεν θα είχε αλλιευτεί η ωραιότητα, αλλά και το πραγματικό νόημα της ζωής:
«…Πόσες ήττες; Πόσα καλωσόρισες;
Όταν η νύχτα έπεφτε, στ’ αστέρια σε ταξίδευε,
σε κόσμους χάρτινους μα τόσο αληθινούς.
Αυτός που σου έμαθε πως είναι ν’ αγαπάς,
Αυτός
Που έλεγε πως είσαι ο Φάρος
της Ωκεάνιας Ψυχής του,
ο Άγγελός του, «Ανίν Ιξελά».
Σε πόσα άραγε αισθήματα, ψυχές, φιλιώματα και πόνους, σε τι εύρος αλήθειας, μπαίνουν τα ερωτηματικά του «Ανίν Ιξελά»;
Μια κατασταλαγμένη φιλοσοφία, δια της καλλιγραφούσης χειρός της ποιήσεως, της φίλης ποιήτριας. Μιας ποίησης στην οποία «θεοποιείται» η λέξη (θαύμα η δύναμή της, θαύμα η γέννησή της). Λέξεις γνωστές ομολογουμένως, αλλά με ξαναδοσμένο το νόημά τους, χάρη στην αναγεννητική, λεκτική και αναπλαστική ικανότητα που έχει η δημιουργός της οποίας παρουσιάζουμε σήμερα το έξοχο αυτό βιβλίο.
«…Πόσες ακόμη ψυχές θ’ ακρωτηριάζονται
στους χωμάτινους δρόμους
βομβαρδισμένων πόλεων
π’ άρωμα θανάτου σκορπούν,
μπαρούτι κι αίμα αναδύουν;
Για πόσους τ’ απόρθητα τείχη
φυλακή τους θα γίνουν;…»»
Η ποίησή της γυμνώνει τα γεγονότα. Χλευάζει ή αποθεώνει αξίες. Αναθεωρεί τα πάντα, κάνοντας τη μικρή της επανάσταση. Δείχνει την ψυχή της στον κόσμο. Αναζητά την Αλήθεια. Το «αίμα ψυχής» το πάθος που είναι το κύριο συστατικό της «ζώσας» ύλης. Μιας ύλης που κινείται ανάμεσα στη σύνθεση και τη διάλυση και μέσα στον άπειρο χρόνο. «Στιγμές γραφής» που έχουν την ακεραιότητα της ποιητικής ευθύνης, όπως οι στίχοι παραπάνω. Αποθεώνεται εδώ ο αγώνας του φυλακωμένου πνεύματος για την ηρωϊκή έξοδο στο φως. Κι εδώ βροχή τα ερωτήματα, το ανησυχούν πνεύμα για τον αιμάτινο κύκλο της ζωής, όπου το άρωμα θανάτου ακραγγίζει τις ακρωτηριασμένες ψυχές, στις βομβαρδισμένες πόλεις, την άδικη μοίρα των εν πολλοίς ανεπαισθήτως ηθελημένα ή επιβεβλημένα φυλακισμένων εντός των απόρθητων τειχών.
Μεγάλος πόνος κι όχι δυστυχώς περαστικός, αυτός της περιπέτειας του ανθρώπου, σε ένα πλανήτη στον οποίο βασιλεύει το άδικο. Η αιματοχυσία. Η δυστυχία. Αυτή η στεγνή πολιτεία των Ανθρώπων, αυτόν τον αχρωμάτιστο κόσμο που φορά την μάσκα της Οδύνης και σερβίρει τον «ηδύ θάνατό» της σε κρυσταλλένια ποτήρια, σ’ ένα «ορφανό τοπίο ανθρωπιάς» θα σταθεί πολλές φορές στο ταξίδι της με την αλήθεια του κόσμου και τον ξαναϊδωμό της, η ποιήτρια. Γιατί τον Άνθρωπο αυτόν καταφέρνει ή μάλλον έχει το προνόμιο να τον πνευματοποιεί, να τον εξιδανικεύει, σκίζοντας μεθοδικά, αλλά και με χέρι αγάπης προτεταμένο σε χάδι, τον μανδύα της ψυχής του ψαύοντας στο εσωτερικό της.
Μια ακόμα αναφορά στα μικρά «ελάχιστα» -σε έκταση – ποιήματά της, αυτές τις τετράστιχες ή δίστιχες αποφθευγματικές –επιγραμματικές, λυρικές μινιατούρες, που έχουν μέσα τους, τα άφθονα στοιχεία της ποιητικής δομής, όπως την οικονομία του ύφους και του λόγου, την εικονοπλασία, την έξαρση και τον τονισμό της λεπτομέρειας, τις δεσπόζουσες θυμικές τονικότητες, την ευστοχία των λέξεων, των φράσεων:
Α
«Τα μήλα μύριζαν βανίλια.
Ξύπνησα μα δεν τα βρήκα.
Βρήκα μόνο τις σάρκες μου
Στο λευκό μαρμάρινο πάτωμα>»
Β
«Το αόρατο πανί της ύπαρξής μου
Βρίθει ονείρων.
Στη μνήμη ζητά να καταγραφεί.»
Γ’
«Θελω να πεθάνω το δικό μου θάνατο,
τη δική μου ζωή να ζήσω,
τα δικά μου λάθη να πληρώσω.»
Γνωμικός στοχασμός –ένα πολύ δύσκολο είδος πεζής ή στιχουργικής δημιουργίας – ψήγματα ηθικής φιλοσοφίας, συμπυκνωμένου κεφαλαιωμένου λόγου, σπινθήρων πυρός. Της λογοτεχνικής και φιλοσοφικής σύζευξης ή συμπόσιο στοχασμού λόγου-ποίησης, που δεν είναι τίποτα άλλο, παρά όλοι οι άνθρωποι μέσα σε μια γνώμη. Είναι ακόμη, η πολυδιάστατη εποπτεία του κόσμου, η διεισδυτικότητα στον κεντρικό πυρήνα των προβλημάτων, η αποτίμηση των παλιών, η χειραγώγηση στην ενδοσκόπηση και αυτογνωσία, γύμνασμα αλλά και δοκιμασία του πνεύματος. Ένα «οδοιπορικό της εσωτερικότητας» τέλος, μα ταυτόχρονα κι ένα «χρονικό επικοινωνίας», με τον συνάνθρωπο, όπως λέει, κάπου ο στοχαστής Ι. Ευαγγέλου.
Τελειώνοντας, θα πρέπει να αναρωτηθούμε, τι θα μπορούσαμε να διαλέξουμε ως δώρημα –εξέχον θυμητικό από την πρώτη της έξοχη ποιητική δουλειά, την αψεγάδιαστη, πράγμα τόσο σπάνιο; Με το χέρι στην καρδιά, θα πούμε, πως από αυτό το «μικρό φροντιστήριο αισθητικής αγωγής» θα κρατήσουμε τα πάντα. Είναι γιατί ό,τι διαβάσεις από Αλέξη συγκινεί… Θαρρείς πως ζεις σε μια ατμόσφαιρα από μπαμπάκι και πως ό,τι αισθάνεσαι και βλέπεις γύρω σου, γλυστρά δίχως θόρυβο όπως οι κύκνοι στα νερά των καναλιών. Κι η συνομιλία μαζί με την ποιήτρια, είναι λυτρωτική συγκίνηση… και με μια τέτοια χειροπιαστή «λάμπουσα εκλεκτική συγγένεια» που έχεις αποκτήσει με τη δημιουργική της γραφή και τον άνθρωπο ως «ζώσα φλόγα» πάντα παρόντα στις σελίδες της, πως να μην αφεθείς ξανά στο ξαναδιάβασμά της; Νίνα Αλέξη σ’ ευχαριστούμε.
.
ΚΩΣΤΑΣ ΘΕΡΜΟΓΙΑΝΝΗΣ
τοβιβλίοnet
Μελετήσαμε με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον την ποιητική συλλογή Ανίν Ιξελά της Νίνας Αλέξη. Με την απολύτως σχεδόν ανθρωποκεντρική της γραφή, η ποιήτρια καταφέρνει να συγκινήσει τον αναγνώστη της αλλά κυρίως να τον προβληματίσει. Μέσα στα ποιήματά της θα συναντήσει κανείς έντονες εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής κι έντονα συναισθήματα, δοσμένα με τρόπο εξαιρετικό. Η αγάπη, ο έρωτας, η αξιοπρέπεια, ζητήματα υπαρξιακά και άλλα, συγκινούν και δεν μπορούν να αφήσουν κανέναν αδιάφορο.
Δε θα ήταν υπερβολή αν ισχυριστούμε πως οι λέξεις που έχει επιλέξει η Νίνα Αλέξη δημιουργούν εικόνες. Εικόνες για τον άνθρωπο, την κοινωνία, τους θεσμούς. Εικόνες που δεν είναι ωραιοπημένες αλλά δίνουν κι αποτυπώνουν την αληθινή κατάσταση του σύγχρονου βίου. «Παλεύω για την αξιοπρέπεια που ζητά να εγκαταλείψει / που αντίκειται στις δονήσεις της φτήνιας». Με τέτοιους, τραγικούς μα συνάμα κι απόλυτως πραγματικούς στίχους, η ποιήτρια αποδομεί το σύγχρονο γίγνεσθαι και το δίνει τροφή για προβληματισμό στον αναγνώστη της.
Η ποιητική συλλογή Ανίν Ιξελά της Νίνας Αλέξη από τις εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, μας συγκίνησε και μας προβλημάτισε. Είναι από εκείνα τα δείγματα λόγου που αξίζει να υπάρχουν στη βιβλιοθήκη μας, μα κυρίως μέσα στο μυαλό μας!
.
ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
ΒOOK TOUR (15 προτάσεις για ανάγνωση)
Μια ποίηση ηχηρών εκφράσεων και έντονων συναισθημάτων, που προσιδιάζει σε παλαιότερες γραφές. Τότε που ο σεβασμός στην πιστότητα των λέξεων καθόριζε και την αξία των ποιητών. Με θεατρικές σπουδές η Νίνα Αλέξη γνωρίζει πως η έκταση του λόγου δεν είναι η καθοριστική συνθήκη για τη μετάδοση των νοημάτων. Έτσι βρίσκουμε στη συλλογή της ολιγόστιχες ποιητικές ανάσες, που λειτουργούν σαν ολοκληρωμένα ποιήματα, αλλά και μεγαλύτερες γραφές με ίση αξία.
.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΜΠΑΜΠΟΥΝΗΣ
Βιβλιοπαρουσίαση, Μουσείο Πόλεως των Αθηνών
Μέσα στο μετανεωτερικό χάος και σ’ έναν πολιτισμό που βασίζεται στην υπεραφθονία, την ταχύτατη εναλλαγή και διασπορά των πληροφοριών μέσω της καταλυτικής επίδρασης που ασκούν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και οι νέες τεχνολογίες δημιουργούνται βαθιές ρήξεις στη σχέση του μέσου αναγνώστη με την ποίηση. Η ποίηση διέρχεται κρίση στο σύστημα αξιών και προτιμήσεων που διανέμει η σημερινή κοινωνία˙ τείνει εν πολλοίς να περιθωριοποιηθεί καθώς δεν αποτελεί πλέον πολιτισμικό παράδειγμα όπως στο παρελθόν δεδομένου ότι η έμφαση έχει μετατοπιστεί αλλού και λίγοι είναι εκείνοι που παραδίδονται συστηματικά και ουσιαστικά στην ενδελεχή ανάγνωσή της.
Πολλοί, ωστόσο, έχουν μιλήσει για την λυτρωτική δύναμη της ποίησης, για το επαναστατικό μέσον που διαθέτει, την ομορφιά, με την οποία αναδομεί και ανακατατάσσει τα υλικά του κόσμου επιχειρώντας την αναγέννηση της όρασης και τη μεταμορφωτική επέμβαση στην πραγματικότητα, επιμένοντας όχι μόνο στο “νυν έχον” αλλά στον “οίον γενέσθαι”.
Η ποίηση συνιστά την εναγώνια προσπάθεια του δημιουργού της να χωρέσει το αρχέγονο συναίσθημα στο λόγο, να επιτύχει την εναλλασσόμενη πορεία από την εμπειρία στο λόγο κι από το λόγο στην εμπειρία, την κίνηση προς την πρωτεϊκή, βιωματική, συγκινησιακή ¨σήμανση¨.
Το υλικό της ποιητικής τέχνης παρουσιάζει μια ιδιοτυπία αν λάβουμε υπ΄όψιν ότι η άμεση πρόσβαση σε αυτό επιτυγχάνεται από τον αναγνώστη που έχει φυσική γνώση της γλώσσας του έργου και δυνατότητα αντίληψης των νοηματικών αποχρώσεών της. Κατά συνέπεια, η προσέγγιση και ερμηνευτική ανάλυση μιας ποιητικής δημιουργίας συνιστά ένα έργο δυσχερές αφού αυτός που το επιχειρεί είναι επιφορτισμένος όχι μόνον να μεταφέρει απλώς τα σημαινόμενα της γλώσσας του δημιουργού, αλλά κυρίως να μεταφέρει όλο το πλέγμα των σχέσεων των σημαινόντων και σημαινομένων. Για το λόγο αυτό, η όλη διαδικασία της εμβάθυνσης, της κατανόησης καθώς και της διατύπωσης θέσεων που επαληθεύουν ή διαψεύδουν μια κρίση με αφετηρία και επίκεντρο ενδιαφέροντος πάντοτε το ίδιο το κείμενο, την υφολογική διερεύνησή του, αλλά και τις επιλογές του δημιουργού του συνιστά μια δοκιμασία. Δοκιμασία, γιατί η ουσία της ποίησης είναι καθολική, εμπερικλείοντας αισθήσεις και αισθήματα, εκφράζει πνεύμα και λογική, κινείται και εξακτινώνεται σε δύο επίπεδα του καθημερινού κι εφήμερου, αλλά και του διηνεκούς κι αιώνιου.
Αφορμή και πρόθεση για μια τέτοιου είδους δοκιμή και δοκιμασία υπήρξε η «γνωριμία» μου με το ποιητικό έργο της Νίνας Αλέξη. Η Νίνα Αλέξη γεννήθηκε στη Γερμανία από Έλληνες γονείς. Σπούδασε παραστατικές τέχνες, θέατρο και χορό στο Λονδίνο με υποτροφία της αγγλικής κυβέρνησης.Από το 1987 ήταν, μεταξύ άλλων, μέλος του Live Culture, Baylis Programme της Εθνικής Όπερας της Αγγλίας, του Theatre of Mankind και άλλων Πειραματικών σκηνών του Λονδίνου .Στην περίοδο 1992-1995 υπήρξε ανταποκρίτρια για τα «Νέα του Λονδίνου» στην Αθήνα, ενώ, παράλληλα, πρωταγωνίστησε στο Μοντέρνο Θέατρο του Γ. Μεσσάλα και στο θέατρο Έρευνας του Δ. Ποταμίτη, Επί μακρόν καθηγήτρια θεατρικής αγωγής και Υπεύθυνη προγραμμάτων καταπολέμησης κοινωνικού αποκλεισμού των Ποντίων από την Ρωσία, της διδασκαλίας για τα παιδιά των Ρομά, καθώς και ενεργό μέλος σε ελληνικούς και διεθνείς οργανισμούς.
Η ποιητική της συλλογή με τίτλο Ανίν Ιξελά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια εμπεριέχει ποιήματα που η δημιουργός εμπνεύστηκε και συνέθεσε σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής της. Τα ποιήματα αυτά αποτελούν κατά συνέπεια το απόσταγμα ζωής, πνοή ζωής και καταφυγή της ποιήτριας, όπου καταθέτει τους προβληματισμούς της, τις ενδόμυχες σκέψεις της, την αγωνία ψυχής ενός σύγχρονου και βαθειά στοχαζόμενου ανθρώπου.
Την ποιητική συλλογή απαρτίζουν δεκαπέντε ποιήματα με έντονο το λυρικό και ενίοτε το ερωτικό στοιχείο, ένα συνθεμένο σε ποντιακή διάλεκτο ¨Πόντια μάνα¨ -η κ. Αλέξη διατήρησε γλωσσικές μνήμες και ποντιακή συνείδηση από την γιαγιά της- διαμαρτυρία για την Γενοκτονία των Ποντίων υπέρ τα είκοσι δίστιχα εν είδει επιγράμματος και έξι ποιήματα που αφιερώνει στον ¨θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου¨, στον αείμνηστο ηθοποιό, σκηνοθέτη, συγγραφέα και ποιητή Δημήτρη Ποταμίτη ¨Ωδίνες του βίου¨, στον Άγγλο ηθοποιό, συγγραφέα, παρουσιαστή, ακτιβιστή και ένθερμο υποστηρικτή της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα στην πατρίδα τους Stephen J. Fry με τίτλο ¨Δαφνοστεφανωμένη Αθήνα ¨και δύο ακόμη ένα στην μνήμη της ηθοποιού, σκηνοθέτιδος και μεταφράστριας Πίτσας Μπουρνόζου ¨Ανεκλάλητο αίτημα ¨ και ένα με τίτλο ¨Φωτός ενατένισις¨ στον θεατρικό σκηνοθέτη, μεταφραστή και θεωρητικό του θεάτρου Αλέξη Σολομό.
Ό,τι χαρακτηρίζει τα ποιήματα της κ. Αλέξη είναι ο υπερρεαλιστικός τρόπος της αυτόματης γραφής, σειρά εικόνων και περιγραφών που διαδέχονται η μία την άλλη συνειρμικά και δίνουν την εντύπωση ότι έχουν αναδυθεί από το ασυνείδητο του ανθρώπου. Τα ποιήματα συνθεμένα σε ελεύθερο στίχο, δίχως σαφείς στροφικές ενότητες, δίχως μέτρο και ομοιοκαταληξία χαρακτηρίζονται από τόνο πεζολογικό, ύφος απέριττο, την διαύγεια έκφρασης, την ένταση της βιωμένης εμπειρίας.
Τα ποιήματα με ευρείας κλίμακας λυρικά μοτίβα συγχωνεύουν λεπτές στιγμές της ψυχολογίας της δημιουργού, αποτυπώνουν ενδόμυχα αισθήματά της με ένα τόνο εξομολογητικό:
Πόσοι σε αδίκησαν;
Πόσοι σε πόθησαν;
Πόσοι τόλμησαν να σε διεκδικήσουν;
Πόσες αγκαλιές σε ζέσταναν;
Πόσοι σε λάτρεψαν; Kαι πόσο;
Πόσοι σου τραγούδησαν τον Έρωτα;
Πόσες ήττες;
Πόσα καλωσόρισες;
Όταν η νύχτα έπεφτε, στ’ αστέρια σε ταξίδευε,
σε κόσμους χάρτινους μα τόσο αληθινούς.
Αυτός που σου έμαθε πως είναι ν’ αγαπάς, Αυτός που έλεγε πως είσαι ο Φάρος
της Ωκεάνιας Ψυχής του,
ο Άγγελός του, «Ανίν Ιξελά». < Ανίν Ιξελά>
Αποσπασματικές εικόνες μεγάλης παραστατικότητας και ένταση συγκίνησης καταγράφονται με κινηματογραφικό τρόπο-ηθοποιός ,γαρ, και εκείνη- συνθέτοντας μια ατμόσφαιρα γεμάτη χάρη συναισθηματικότητας:
Δεν πιστεύω σε ουράνια τόξα
σε εκκολαπτόμενους μετεωρίτες που
ουριοδρομούν
στο λυκαυγές του σύμπαντος
σε ροδόχροα ηλιοβασιλέματα
που παιχνιδίζουν με τις σκέψεις.
Σε δάκρυα χωρισμού, πόνους βραχνούς,
σε κεντημένες από μεταξένιο πόθο λέξεις,
κονσερβοποιημένα αισθήματα
νότες βροχής που ηχούν
σ’ ανεμοδαρμένες θάλασσες.(…)
Δεν πιστεύω σ’ απατηλές ελευθερίες,
πολιτικές, κοινωνικές, ανθρώπινες
πάντα αξεδιάλυτες, ανέλπιστες
συχνά εξαγνισμένες,
σ’ απατηλές υποσχέσεις,
θυσίες ανούσιες, θρυμματισμένες.(…) <Κατάθεση>
Η ποίηση της Νίνας Αλέξη διακρίνεται για την ρυθμική απλότητα της γλωσσικής μελωδίας, την επεξεργασμένη υφή του λόγου. Συχνά, είναι διάχυτο το ρομαντικό μοτίβο σε συνδυασμό με την μελαγχολική διάθεση ˙ η ποιήτρια στοχαζόμενη το πρόσκαιρο της επίγειας ευτυχίας, προσπαθεί να υπερβεί το αίσθημα της μοναξιάς και του αφανισμού στην σύγχρονη πραγματικότητα, το διχασμό ανάμεσα στο ιερό και το βέβηλο προβάλλοντας ως σύμβολο της ανθρώπινης ζωής για την αντιμετώπιση της φθοράς του χρόνου και του θανάτου:
Κανείς τη λίμνη απ’ τα δάκρυα δεν θα υποπτευθεί
τις σκιές στους μουχλιασμένους τοίχους
κανείς δεν θα διακρίνει,
το στρωμένο από τότε κρεβάτι
αφού δεν κοιμάσαι, αλλά τη νύχτα
με ορθάνοιχτα μάτια ονειρεύεσαι…
Μη φοβηθείς,
ουδείς θα μαντέψει τους τόνους πόνου
που μέσα σου σα βρέφος κουβαλάς,
το σπαραγμό του ξεριζωμού των δικών σου. < Αίδιος μνήμη>
Συχνά στα ποιήματα γίνεται χρήση του β΄ προσώπου άλλοτε ως παραίνεση : (…) Μείνε ήσυχη,
κανείς τα φαγωμένα πατώματα δε θα προσέξει
απ’ τα ποντίκια που καραδοκούν
όταν γυρνάς το κλειδί στην πόρτα. …< Αίδιος μνήμη>
είτε ως παραδοχή μιας κατάστασης:
Ενέσεις εγκεφάλου, σπονδές εξωμήτριες που εξοστρακίζουν το ποθητό σου είναι φωνές που ενδυναμώνουν τις αδυσώπητες σιωπές στο άπειρο σύμπαν σου.(…)
Κι εσύ σαν πεταλούδα μεθυσμένη από ευτυχία έκθυμα να ξεκαρδίζεσαι στα γέλια, να μην αντιστέκεσαι, συνειδητοποιώντας πόσο εύκολο ήταν τελικά, πόσο λεπτή η γραμμή του μουντού ουρανού απ’ το λευκό του γάλακτος της μάνας < TAXYδακτυλουργήματα>
Κι άλλοτε υπό τύπον ερωτήσεων:
(…)
Στα σκοτάδια, σαν Ατρείδες, τα κομμάτια σου,
Άνθρωπε, παλεύουν ν’ απαγκιστρωθούν
απ’ του Πολιτισμού το δολερό δίχτυ
Η μάχη δεν κρίθηκε. Ποιός θα επικρατήσει;
Θύτης και θύμα στον ίδιο παρανομαστή
κι εσύ, ξεσπάς:
«Πόσους σταυρούς η ψυχή να κουβαλήσει, ακόμη;»
Η πλάτη λύγισε, κουρέλι το υποσυνείδητο,
το άδηλο τέλος υπομειδιώντας προσμένει. <Στα χρόνια της ξηρασίας>
Αλλού, ρητορικά ερωτήματα σε υποτιθέμενο διάλογο της φαντασίας σε μια αποστροφή προς το ερωτικό υποκείμενο:
Τα μεθυσμένα σούρουπα
με φυγαδεύεις στα όνειρά σου.
Τον έρωτα κεντάς στ’ αλαβάστρινο κορμί,
με θωπεύεις καθώς γυμνή πάνω σου λικνίζομαι,
σφυγμόσυρτος πόθος ντύνει τ’ ακροδάχτυλα.(…) <Σύθαμπο>
Οι στίχοι κάπου-κάπου διανθίζονται από μεταφορές και προσωποποιήσεις:
Κόκκινο χρώμα ενδύθηκαν τ’ αγάλματα, όταν θρήνησαν
το θάνατο του Μέγα Αλέξανδρου,
ο ήλιος σε μαύρο άτι χίμηξε
ξέφρενα καλπάζοντας
στα τάρταρα του Άδη κρύφτηκε.
Ποιήματα σαν φλόγιστρα ξεχύθηκαν κι ανδρώθηκαν
ανάμεσα σε δύσβατες οδούς και μαυροφορεμένους λόγγους
για το χαμό του βροντοφώνησαν. <Στο θάνατο του Μεγάλου Αλέξανδρου>
Οι παρομοιώσεις σπανίζουν, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι η δημιουργός σε αρκετά ποιήματά της προτάσσει του ρήματος το αντικείμενο:
(….)
Άυλα πνεύματα στον κόσμο μου. Τις ώρες δολοφόνησα,
τις στιγμές, το χρόνο σταμάτησα,
την αναπνοή που μοιραστήκαμε,
φέτες την κόψαμε μ’ Ένα στόμα, απαρνήθηκα.< ΕΝΑ φιλί>
αλλά και την μετοχή ή το επίθετο του ουσιαστικού προκειμένου να δώσει έμφαση και ένταση στην βιωμένη εμπειρία:
(…)
Αργοκινούμενη η σκιά χάθηκε κάτω απ’ τ’ αστροπελέκια
που θρήνους ξορκίζουν, τέρατα και φαντάσματα,
αναρωτιέμαι, πίστεψες πως θα επέστρεφα
ή συνηθισμένη ήσουν σε υποσχέσεις;
Ανυπεράσπιστη θα νιώθεις,
φίδια χαϊδεύουν τον αφαλό, εκεί,
που ο ομφάλιος λώρος
κόπηκε, στης μάνας την κραυγή, τον αναστεναγμό…< Το πρόσωπο δεν είδα.>
Η ποιήτρια αφουγκράζεται τους ρυθμούς της σύγχρονης εποχής, συμπάσχει για τα δεινά του ανθρώπου, τον πόλεμο, την φθορά, τον θάνατο :
Πόσες ακόμη ψυχές θ’ ακρωτηριάζονται
στους χωμάτινους δρόμους
βομβαρδισμένων πόλεων
π’ άρωμα θανάτου σκορπούν,
μπαρούτι κι αίμα αναδύουν;
Για πόσους τ’ απόρθητα τείχη φυλακή τους θα γίνουν; <Παράπλευρες απώλειες>
Πονάει για το έλλειμμα ελευθερίας στα ανθρώπινα όντα και ιδιαίτερα στις γυναίκες:
Βουβές Κραυγές
θλίψη και πόνος
μάτια ερμητικά κλειστά
συνθήματα γραμμένα μ’ αίμα
θυσίες για την Ελευθερία.
Πόνος Βουβός
μάτια υγρά, Άδεια Ψυχή,
ένα ματόκλαδο τρεμοπαίζει.
Μπαλωμένα αισθήματα
μωλωπισμένα ερωτήματα
αγκάθινα στεφάνια φορούν
κι όμως τα προσωπεία δεν πετούν
να φανούν οι πληγές
που δε λεν’ να κλείσουν
να σταματήσει το αίμα που στερεύει
απ’ το κακό αυτού του κόσμου.
Όλοι Ελεύθεροι γεννήθηκαν για να Ζήσουν
και να πεθάνουν Ελεύθεροι
αφήστε τες λοιπόν, να Ζήσουν!
<Ψυχές>
Η γλώσσα των ποιημάτων, το υποβλητικό σκηνικό εκτύλιξης της ποιητικής πλοκής, τα πρόσωπα και τα προσωπεία που χρησιμοποιεί η Νίνα Αλέξη αποδίδουν με τρόπο άμεσο και ουσιαστικό τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των λογοτεχνικών της καταθέσεων.
Κοινή πεποίθηση είναι ότι η Ποίηση και γενικότερα η Τέχνη προσφέρει στον δημιουργό αθανασία γιατί με το έργο του ο δημιουργός καταξιώνεται και μέσω αυτού «ζει» στο πέρασμα του χρόνου.
Με την ευχή να είναι καλοτάξιδο, θεωρώ καλοτυχίας οιωνό ότι το έργο αυτό αφιερώνει η Νίνα Αλέξη στην Αθανασία την κόρη της!
.
ΧΡΥΣΑ ΝΙΚΟΛΑΚΗ
Ηomo Universalis (2018)
Η Νίνα Αλέξη είναι μια μοντέρνα ποιήτρια με λυρική καρδιά. Στην ποιητική της συλλογή με τίτλο “ΑΝΙΝ ΙΞΕΛΑ” παρατηρούμε έναν ποιητικό λόγο εκκεντρικό, ιδιαίτερο, που αρέσκεται στις αντιθέσεις και στον στοχασμό.. Με μια υπόγεια μπρεχτική ειρωνεία αυτοσαρκάζεται και σαρκάζει τα κακώς κείμενα της εποχής. Μια εκκωφαντική φωνή κατά της βιαιότητας και μια γενναία ενθύμηση της αναψηλάφησης της αγάπης μέσα στον καθένα από εμάς..
Η ποίηση της ενδύεται το φως της αγάπης και της τρυφερότητας απέναντι στον συνάνθρωπο. Καταδικάζει την αδιαφορία και την ουδετερότητα απέναντι στο κοινωνικό κατεστημένο ενώ ενδύεται με πάθος τον έρωτα. Μια Οδύσσεια στο ταξίδι της αγάπης και του ανθρωπισμού.. Αποτάσσεται την φθαρτότητα και την υποκρισία ενώ εναγκαλίζεται την αθανασία της ψυχής.
Η ποίηση της επαναστατική και τρυφερή συνάμα, ένα αμάγαλμα αντιθέσεων, προβληματίζει και γαληνεύει… σαγηνεύει και γοητεύει ….Οδηγεί στην λύτρωση μέσα απ το σκοτάδι. Οι συμβολισμοί είναι διάχυτοι ενώ η εικονοπλασία σε μαγνητίζει, αισθάνεσαι ότι παρακολουθείς μια αρχαία τραγωδία σε σύγχρονους καιρούς.
Γράφει η ποιήτρια:
“Θέλω να πεθαίνω το δικό μου θάνατο.
Τη δική μου ζωή να ζήσω.
Τα δικά μου λάθη να πληρώσω.”…
Νίνα μου σου εύχομαι να συνεχίσεις να μας μεταγγίζεις με τόση ευαισθησία και αγάπη την δική σου προσωπική ποιητική υπόσταση. Το βιβλίο σου το λάτρεψα …Το διάβασα δυο φορές… Κάθε φορά διέκρινα και κάτι διαφορετικό.. Αυτό που το κάνει μοναδικό θεωρώ ότι είναι αυτή σου η αποστασιοποίηση από τα πεπραγμένα.. Σαν ένας ζωγράφος που παρατηρεί τη ζωή και την απεικονίζει στο χαρτί σε όλο της το μεγαλείο με τις άσχημες αλλά και τις όμορφες πλευρές της… Η ζωή ανάγλυφα στο χαρτί…
.
ΔΡ. ΚΡΙΤΩΝ ΤΟΜΑΖΟΣ
περ. «Δευκαλίων ο Θεσσαλός» τ. 66
Η ποιητική συλλογή «Ανίν Ιξελά», απαρτίζεται συνολικά από είκοσι επτά τιτλοφορημένα ποιήματα – από τα οποία η τελευταία ενότητα με τίτλο «Fragmenta» αποτελείται από μια σειρά είκοσι οκτώ επιγραμματικών ποιημάτων ή στίχων, που πλησιάζουν, με τα συμπυκνωμένα νοήματα και σχεδόν κοφτή λεκτική τους, τα Γιαπωνέζικα Χαικού (Χάι Κάι).
Η ποίηση της Νίνας Αλέξη φαίνεται να περιστρέφεται και να επανέρχεται με την ίδια ένταση γύρω από δύο κυρίως άξονες: τον έρωτα σαν άμεσο αισθησιακό ορμητήριο αλλά και ψυχική ανάταση, δραματική σύγκρουση, πάθος, πηγή λυρισμού κι έκφρασης, μνήμη και φιλοσοφική αναμέτρηση και τον κοινωνικό προβληματισμό και ανθρωπιστική διαμαρτυρία για την ανεξέλεγκτη αδικία και βία που κυβερνά τον σημερινό μας κόσμο, τον εξευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τα σαγηνευτικά δελεάσματα του πολιτισμού που εξασθενούν την αντίσταση.
Η προσήλωση και δίψα της ποιήτριας για την ελευθερία στις διάφορες όψεις της, αλλά και τη βαθύτερη πίστη στο δίκαιο, στον άνθρωπο, την ισότητα και την αγάπη στην πανανθρώπινή της διάσταση, εκφράζεται ποικιλότροπα στα ποιήματα αυτά αλλά και πολύ ευδιάκριτα, θεωρώ, στους δύο βασικούς τρόπους ποιητικής λεκτικής και μέτρου, όσο και λεξιλογίου που χαρακτηρίζουν τα ερωτικά κατ’εξοχήν ποιήματα από τα άλλα που εξωτερικεύουν έντονους κοινωνικούς και ανθρωπιστικούς προβληματισμούς. Στα πρώτα ξεχειλίζει ένας ασυγκράτητος λυρισμός, κάποτε γλωσσοπλαστικός, πλούσιος σε εικόνες, αυθόρμητα αισθήματα και εκφραστικότητα. Στα άλλα, με κοινωνικό και ανθρωπιστικό περιεχόμενο, η έκφραση γίνεται πιο λιτή, η γλώσσα πιο σοβαρή, η διατύπωση καθαρή έτσι που το νόημα ή/και μήνυμα να είναι κατανοητό στον καθένα, προσιτό και άμεσο.
Εναλλάσονται αλλά και συχνά υπάρχουν στο ίδιο ποίημα έντονα συναισθήματα έρωτα κι ερωτισμού, λατρείας, αφοσίωσης, στοργής και συγκινητικής τρυφερότητας αλλά και πόνου, απόγνωσης και κατάπτωσης, εγκαρτέρησης, εγκατάλειψης και πληγωμένης μνήμης, σθεναρής διαμαρτυρίας, στιγματισμού της στυγνής βίας και σκληρότητας, πνευματικής ανάτασης αλλά και στιγμές ενόρασης, οραματισμού κι έκστασης.
Το ονειρικό στοιχείο στη ποίηση της Νίνας Αλέξη προσεγγίζει την υπερρεαλιστική αναπαράσταση και στα ερωτικά κυρίως ποιήματα η φαντασία και υπέρβαση αγγίζουν με τόλμη την μεταμόρφωση της πραγματικότητας και την υπερβολή, χωρίς να χάνουν την αίσθηση του εδώ και τώρα, της αφής, της άμεσης εμπειρίας.
Τα περισσότερα ποιήματα είναι γραμμένα στο δεύτερο πρόσωπο – φορές γενικοποιημένο, πιο συχνά συγκεκριμένο (διαφαίνονται υπαρκτά πρόσωπα σε πολλά ποιήματα), μερικά σαν αφιερώσεις κι άλλες φορές η συνομιλία σ’ένα ποίημα είναι ουσιαστκά μονόλογος, με την ποιήτρια ν’απευθύνεται στον εαυτό της. Ένα μοναδικό, συγκλονιστικό ποίημα είναι η ‘Πόντια Μάνα’, που μοιάζει να είναι μεταγραφή από ζωντανή δια στόματος αφήγηση, στην ποντιακή διάλεκτο ή σαν ευρεθέν αντικείμενο που παρεμβάλλει η ποιήτρια τολμηρά στη συλλογή της. Η δόνηση που προκαλεί το ποίημα αυτό μοιάζει μ’ένα ψηλόβαθμο σεισμό που καταγράφεται σ’ολα τα στρώματα της μνήμης και της συνείδησης.
Η πρώτη αυτή επιλογή ποιημάτων της Νίνας Αλέξη οριοθετεί ένα προσωπικό στερέωμα από έντονες εμπειρίες και βιώματα, φωτισμένες και συχνά καταλυτικές μνήμες, εξερευνήσεις και καταγραφές του κόσμου που μας κρατά δέσμιους αλλά και οράματα που προμηνύουν μια αναγκαία κι επείγουσα αλλαγή – πάντα μέσα από μια ξεχωριστή γυναικεία ευαισθησία, βαθύ στοχασμό και σκέψη, αγάπη, συμπαράσταση κι αδιάλειπτο ενδιαφέρον, συμμετοχή κι αναφορά στο ανθρώπινο γίγνεσθαι.
Είναι μια ποίηση που αποτρέπει τη φυγή, που αναπνέει και ζει την ανθρώπινη κατάσταση, που ωριμάζει στο όραμα και προετοιμασία για ένα φωτεινότερο αύριο –όσο και να φαίνεται απρόσιτο και ζοφερό σε μας.
Συμπληρωματικά θεώρησα εύλογο ή και αναγκαίο να μεταφέρω πιο κάτω κάποιους στίχους και αποσπάσματα από τα ποιήματα αυτά της Νίνας Αλέξη, που ευελπιστώ πως τεκμηριώνουν και πιστοποιούν ως ένα βαθμό τα όσα ανάφέρω στη σύντομη αναλυτική μου παρουσίαση του βιβλίου της, αλλά και δίνουν το στίγμα και ποιότητα της γραφής της, τη θεματογραφία αλλά και ιδιαίτερη ευαισθησία και λυρισμό της ποιήτριας.
Μια ζεστή, εγκάρδια ευχή για την ίδια, την πρώτη αυτή συλλογή της με τίτλο το αναγραμματισμένο της όνομα και μια αξιόλογη και περίοπτη μελλοντική δημιουργική παραγωγή.
( Δρ Κρίτων Τομάζος, Λογοτέχνης, Κριτικός Ποίησης, Θεάτρου και Τέχνης)
“…τα βήματά σέρνεις
με τα λευκά σου τα φτερά
που κηλίδες αίματος στάζουν
……….
Κι εσύ, ακόμη δεν κατάφερες
ν’ ανθίσει ένα λουλούδι στην ψυχή σου…”
………..
Να ελευθερωθείς και να ελευθερώσεις
σκλάβους και σοφούς,
αμαρτωλούς και ντροπιασμένους…”
( “ΤΑΧΥδακτυλουργήματα”)
“…Παλεύω για σένα που πίστεψα
αποφόρι τα μόρια των λέξεών σου
μιας θεμελιώδους ιδέας.
…..Αφείδωλα τα λόγια μυρμηγκιάζουν,
επιδράμουν στον εγκέφαλο, εύστοχα εισβάλλουν
αδελφώνοντας τις μύχιες σκέψεις σου
που παλινδρομούν με τις δικές μου τις πυρωμένες.
Παλεύω τα ιδανικά μου μην προδώσω
και τη φαύλη ευκολία που διαιωνίζεται.
Άτεγκτη αντιστέκομαι…”
(“Ωδίνες του Βίου” στον Δημήτρη Ποταμίτη)
“…τίποτα δεν απέμεινε
μόνο μια μπούκλα απ’ τα μαλλιά σου
κι ο χρυσός αφρός που παίζει μουσική…”
(“Της Θάλασσας”)
“…πως είσαι κι εσύ, μια ζωντανή-νεκρή,
που λασπωμένους δρόμους δρασκελίζει
μ’ αίμα σπαρμένους, π’ αγκάθινο στέμμα φορεί
κι ας φαίνονται στα μάτια τους
κρίνα λευκά με γιασεμί…”
…….. (“Αϊδιος Μνήμη”)
“…Κι εγώ επιμένω ακόμη να εξωραΐζω
την εικόνα σου, Άνθρωπε,
μέσ’ απ’ τις δαιδαλώδεις έλικες του εγκεφάλου,
όπου δρόμο ανοίγω στα βαθύσκιωτα δάση σου…”
(“Μετάλλαξις”)
“…ειλικρίνεια αφοπλιστική,
κόκκινο πρόβατο πάνω σε παπαρούνες κοιμάται
που τραγούδι στρώνουν.
Μαύρα γαρύφαλλα, χλωμές αναπνοές
κι ο εγκέλαδος της σκέψης
εκρήξεις στο υποσυνείδητό σου,
στους κάλυκες του πόθου η μνήμη φυλακίστηκε…”
(“Απουσία”)
“Δεν πιστεύω σε ουράνια τόξα
σε εκκολαπτόμενους μετεωρίτες
που ουριοδρομούν
…. Δεν πιστεύω σ’ απατηλές ελευθερίες
……………
σ’ απατηλές υποσχέσεις,
θυσίες ανούσιες, θρυμματισμένες.
Σε αδέκαστες Δημοκρατίες,
σωτήρες δανειστές κι ανεύθυνους οφειλέτες,
σε καλοκουρδισμένες μαριονέτες
στο κουκλοθέατρο της Πολιτικής…”
…(“Κατάθεση”)
“…κι εσύ σαν μηχανή μιας άκαρδης λογικής
εξοβελισμένος, αν και αμφισβητών, καταγράφεις
τ’ ακατάληπτα είδη θανάτου
στο χαρτογράφημα του παγκόσμιου γίγνεσθαι.
… Στα χρόνια της Ξηρασίας η Ανθρωπιά ορφάνεψε,
η Αγάπη άδοξα πνίγηκε στο βυθό της μνήμης,
η Συμπόνοια αίφνης μετανάστεψε σ’ άλλους αστέρες…”
(“Στα Χρόνια της Ξηρασίας”)
“…κι όμως τα προσωπεία δεν πετούν
να φανούν οι πληγές
που δε λέν’ να κλείσουν…
…Όλοι Ελεύθεροι γεννήθηκαν
για να Ζήσουν
και να πεθάνουν Ελεύθεροι
αφήστε τες λοιπόν, να Ζήσουν!”
(“Ψυχές”)
“…Άυλα πνεύματα στον κόσμο μου. Τις ώρες δολοφόνησα,
τις στιγμές, το χρόνο σταμάτησα,
την αναπνοή που μοιραστήκαμε,
φέτες την κόψαμε μ’ Ένα στόμα, απαρνήθηκα.
………………..
Νύχτωσε στους χρυσοκόκκινους μελαγχολικούς αμμόλοφους
κι εγώ αστέρια, ακόμη να δω…”
(“ΈΝΑ φιλί”)
“…Ποιήματα σαν φλόγιστρα ξεχύθηκαν κι ανδρώθηκαν
ανάμεσα σε δύσβατες οδούς και μαυροφορεμένους λόγγους…
… Μελαγχολικά τα ιερά αγάλματα
θλιμμένο βλέμμα ρίπτουν στους διαβάτες
στην Τύρο, τη Βαβυλώνα και τη Σαμαρσκάνδη…”
(“Στο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου”)
“…Πόσες ακόμη ψυχές θ’ ακρωτηριάζονται
στους χωμάτινους δρόμους
βομβαρδισμένων πόλεων
……Για πόσους τ’ απόρθητα τείχη
φυλακή τους θα γίνουν;…”
(“Παράπλευρες απώλειες”)
“…Η ψυχή πολύχρωμα κουβάρια ξετυλίγει
κι εμείς μικροί, φτωχοί, ασήμαντοι
αναστενάρηδες
μιας ρηχής, ευτελισμένης, άδειας εποχής,
μηδενικής, απρόσωπης και άτολμης.” (“Aναστενάρηδες”)
“…Στην αγκάλεμ μ’ επέρα τα μωρά μ’ κι έτρεχα – ελάχμαξα.
Ώρας επορπάνα.
Να σώζω τα αθώα τα ψύα τουν. Έτρεχα και ετέρνα οξοπίς.
Τη στράταν για το λιμάν επέρα.
Η στράταν για τη σωτηρίαν εν ατό έξα,
πίσσα σκοτάδ αδά. Θεέ μ’, Θεέ μ’ να βάλς το χέρι σ’.
………………….
ξυπόλτ, πολλοί αντί για λώματα, τσουβάλ εφόρναν
απές σο κρύο, ο αέρας αμόν δέβολον να λυσσομανά,
τα φορέματα να στάζνε αίμα.
…Το ουρλιαχτό των ορφανών ποτέ κι θα ανασπάλω.
Θεέ μ’, ποίσον ν’ αγνεφώ και κακόν όραμα όλον ατό να έν.
Τα δάκρυα ντο εξίαν κάμπους και βουνά επότσαν
και άσπρα κρίνα τη Παναΐας εξέβαν! (“Πόντια Μάνα”)
****
“Tόσες ψυχές άδικα χαμένες
κι εσύ ψάχνεις για εκπτώσεις
στις βιτρίνες.”
****
.
Eφημερίδα, Kυριακάτικη kontra news 5/3/2017
«Το πρώτο ποιητικό σκίρτημα πραγματοποιεί η ταλαντούχος ηθοποιός και συγγραφέας Νίνα Αλέξη με την ποιητική συλλογή που έχει τίτλο «Ανίν Ιξελά», έναν ευφυή αναγραμματισμό του ονόματός της.
Η ένταση των συναισθημάτων οι ψυχικές διακυμάνσεις και οι υπαρξιακές αναζητήσεις εκφράζονται στην «Ανίν Ιξελά» με αφοπλιστική ειλικρίνεια, αμεσότητα, που συγκλονίζει και συγκινεί τον εσώτερο άνθρωπο.
Η θεματολογία της περιέχει προβληματισμούς για την πορεία και την εξέλιξη του ανθρώπου, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, τις σχέσεις των δύο φύλων, την ειρήνη και τον πόλεμο, την αέναη αναζήτηση της ψυχής. Ο Άνθρωπος, που αναδύεται μέσα από την ποίηση της Νίνας Αλέξη είναι μαχητής του βίου και ταυτόχρονα ένας οραματιστής ενός καλύτερου αύριο.
Η Νίνα Αλέξη σίγουρα κομίζει κάτι νέο στην ελληνική ποίηση και η γνησιότητα της ποιητικής της δημιουργίας ξεπερνά τα όρια του αναγνωστικού κοινού».
.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΑΝΔΡΗΣ
Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών 31/5/2017
Δεν είναι καθόλου εύκολο να μιλήσεις για ποίηση, πρώτα απ όλα από την ίδια την φύση της είναι κάτι εντελώς προσωπικό και καθένας αντιλαμβάνεται το προϊόν με την δική του αίσθηση, πόσο μάλλον που από τον ίδιο τον τίτλο γίνεται σαφές πως η συγγραφέας έχει κάτι πολύ προσωπικό να καταθέσει. Την Νίνα Αλέξη την γνώρισα σαν συγγραφέα πολλά χρόνια πίσω στις χρυσές εκείνες ημέρες που το Θέατρο έρευνας ήταν ένας ζωντανός οργανισμός και ο ιδρυτής του ήταν ένας μύστης ανάμεσά μας. Η Νίνα Αλέξη είχε την εξαιρετική τιμή να είναι φίλη με τον Δημήτρη Ποταμίτη κι όσοι τον γνώριζαν ήξεραν πόσο εκλεκτικός ήταν και πόσο δύσκολο ήταν να είσαι φίλος του. Ένας ακριβός άνθρωπος κι ένας υπέροχος καλλιτέχνης. Έτσι γνώρισα κι έτσι εκτίμησα κι εγώ ένα νεαρό κορίτσι που τόλμαγε να γράψει θέατρο σε εκείνα τα χρόνια. Φυσικά η ποίηση είναι αναπόσπαστο δομικό στοιχείο της θεατρικής πράξης ιδίως στη χώρα μας που δημιούργησε και πάντρεψε τα δυο είδη εν τη γενέσει τους. Κατά συνέπεια δεν με εκπλήσσει το γεγονός αυτής της ποιητικής συλλογής από την Νίνα. Ήταν σαν να το περίμενα, σαν να μην μπορούσε να γίνει αλλιώς.
Από την πρώτη ανάγνωση της συλλογής είναι σαφές πως η έκθεση ήταν διέξοδος ανάγκης για την Νίνα, μια ένεση εγκεφάλου, αντίδραση στη φτήνια, μοίρασμα ηλεκτροδίων συναισθημάτων, ανεκπλήρωτων επιθυμιών που ακουμπούν σε κούφιες ανύπαρκτες, αιώνιες συνειδήσεις, Η Νίνα μας ταξιδεύει από εκεί που η φιλανθρωπία σίγησε, στα χρόνια της ξηρασίας και η ανθρωπιά ορφάνεψε, το πάθος έσβησε και η Ελευθερία πέθανε, στη γαλάζια σκέπη του ουρανού, στις μολυβένιες βουνοκορφές, με συνοδεία κατανυκτικούς ύμνους μοναχών εκεί που τα χαμόγελα των παιδιών χτίζουν ένα άλλο, κόσμο. Από τις ξεφτισμένες ελπίδες, τους δρόμους που τους μαστιγώνει η βροχή, γεμίζοντάς τους ρυτίδες, με διάπλατη ερώτηση, του γιατί υπάρχω, με αντοχές και ήττες, με κραυγές βουβές και μπαλωμένα αισθήματα που αναζητούν ένα φιλί σε μια άχρονη αγάπη.
Χρησιμοποίησα σε αυτή την παρουσίαση τις ίδιες τις λέξεις και τις φράσεις που επινόησε η συγγραφέας γιατί πως αλλιώς να περιγράψεις πληρέστερα το προσωπικό ύφος. Τελειώνω με την ευχή σε αυτή την εντελώς αντιποιητική εποχή μας να συνεχίσουν να υπάρχουν αυτά τα μαλάματα, τα χαρίσματα, τα τάματα. Η ποίηση της Νίνας χαρακτηρίζει ακριβώς αυτό που είναι: Ένα ευαίσθητο πλάσμα που έχει την ικανότητα να ακούει τους ψιθύρους και να βλέπει μέσα από τις χαραγματιές της ψυχής μας.
Ξεχώρισα ένα ποίημα που με αυτό θέλω να τελειώσω την σύντομη ομιλία μου, γιατί νομίζω πως εκφράζει με ακρίβεια ολόκληρη αυτή τη συλλογή:
Δυο δάκρυα ανταμώσανε
στη μέση της ερήμου
και αλληλοσυμπληρώθηκαν
και ποταμός εγίναν.
.
ΣΟΦΙΑ ΜΑΛΤΕΖΟΥ
Βιβλιοπαρουσίαση Xώρος Εκδ. Αλεξάνδρεια & Σύλλογος των Αθηναίων 3/17
Ο Τάσος Λειβαδίτης έρριχνε όλες τις σκέψεις του από το παράθυρο μήπως βρουν το δρόμο τους οι χαμένοι ταξιδιώτες. Απόψε η Νίνα Αλέξη παραδίδει τις δικές της σκέψεις στα χέρια μας σαν αντίδωρο, με την προσμονή της αναγνώρισης των προθέσεών της να υπηρετήσει σεμνά τη μεγαλή έρευνα της τέχνης, την ποίηση και όπως συμβαίνει συχνά σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η προσφορά συνδέεται με κάποια ερωτήματα. Αξίζει τον κόπο να σταθεί κανείς στην πρώτη ποιητική συλλογή της; Θα ικανοποιήσει η δουλειά της τις βασικές ανάγκες του αναγνωστικού κοινού, όπως είναι η φυγή από την πραγματικότητα; Θα μας προτείνει έναν καινούριο κόσμο; Θα προσφέρει παρηγορία η τελική συνεισφορά των ποιημάτων;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Εξαρτάται όχι μόνο από τις προθέσεις και τη δύναμη του λόγου της δημιουργού αλλά και από τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του δωρολήπτη. Αλλά και αυτός ο προσανατολισμός της ποίησης απαιτεί ευρύτερους ορίζοντες αναζήτησης που δεν τους διαθέτουν πολλοί, μια και συνδεόνται με το όλο πρόβλημα της αυτογνωσίας.
Η Νίνα Αλέξη νομίζω πως συμφωνεί κατά βάθος με τον Αντώνιο Mατσάδο που αν και ανήκει στη γενιά του 19ου αιώνα, πολλά ισχύουν απόλυτα στη δική μας εποχή. Ο ποιητής λέει δεν μπορεί να στοχαστεί έξω από τον καιρό του. Στοχάζεται την ίδια τη ζωή του, που έξω από τον καιρό του δεν είναι απολύτως τίποτα. Βλέπω τη λυρική ποίηση να βυθίζεται στα ζωντανά νερά της ζωής. Δεν υπάρχει ποίηση χωρίς ιδέες, χωρίς οραματισμό της ουσίας. Αλλά και ο Μιγέλ ντε Ουναμούνο, ο Άλμπερτ, ο Λόρκα συμμετέχουν στην καθημερινή ζωή και δοξολογούν τον άνθρωπο.
Η Νίνα Αλέξη προσλαμβάνει τον κόσμο μέσα σε ανώτερο πλαίσιο άρνησης του παραδεκτού. Διαβάζω από την «ΚΑΤΑθΕΣΗ»:
«…Δεν πιστεύω σ’ απατηλές ελευθερίες
πολιτικές, κοινωνικές, ανθρώπινες
πάντα αξεδιάλυτες, ανέλπιστες
συχνά εξαγνισμένες,
σ’ απατηλές υποσχέσεις,
θυσίες ανούσιες, θρυμματισμένες.
Σε αδέκαστες Δημοκρατίες,
Σωτήρες δανειστές κι ανεύθυνους οφειλέτες,
Σε καλοκουρδισμένες μαριονέτες
Στο κουκλοθέατρο της Πολιτικής.»…
Ασφυκτιά μέσα στη γενικευμένη ξηρασία.
«Στα Χρόνια της Ξηρασίας»
«…Άλλοι την τραγική σου μοίρα επινόησαν
κι εσύ σαν μηχανή μιας άκαρδης λογικής
εξοβελισμένος, αν και αμφισβητών, καταγράφεις
τ’ ακατάληπτα είδη θανάτου
στο χαρτογράφημα του παγκόσμιου γίγνεσθαι.
Τη συνεισφορά κι αλληλεγγύη που βίαια αφαιρέθηκε
απ’ του Πολιτισμού τα πλανερά παιχνίδια.»…
Η Νίνα Αλέξη ή Ανίν ιξελά, στέκεται δηλαδή περισσότερο στη συσχέτιση και τη σύγκρουση με τον εξωτερικό κόσμο παρά την χαρτογράφηση του εσωτερικού σύμπαντος. Και καλεί τον αναγνώστη να διατυπώσει τις δικές του αντιρρήσεις για όσα βλέπει γύρω του, όχι παθητικά αλλά με εναργή φωνή.
Θα επανέλθουμε στο θέμα που μας καίει ιδιαίτερα ως συγκάτοικοι της γενικευμένης τρέλλας της εποχής μας αλλά να κάνουμε ένα διάλειμμα με την ερωτική και την απολογητική Νίνα.
Από τις καλές της στιγμές στο «ΕΝΑ φιλί»
«…Άυλα πνεύματα στον κόσμο μου.
Τις ώρες δολοφόνησα,
τις στιγμές, το χρόνο σταμάτησα,
την αναπνοή που μοιραστήκαμε,
φέτες την κόψαμε μ’ Ένα στόμα, απαρνήθηκα.
Τα κατακόκκινα φτερά του έρωτα μου φόρεσες,
ζεστά γλυκόλογα μέλωσαν τα μαλλιά,
ξανθές κοιλάδες με άλικα αγριολούλουδα ανθίσαν στο κορμί,
η Δονκιχωτική σου θλίψη τους χτύπους της καρδιάς σφυροκοπεί
την αγνότητά μου πλάθει
η νύχτα μάς έμεινει πιστή όπως εγώ σε εσένα…»
Τώρα στην ηλικία που βρίσκομαι θα πρέπει να έχω ξεχάσει πως ένα φιλί μπορεί να λαξεύσει παθιασμένες ιστορίες. Εγώ στο τελευταίο μου βιβλίο μιλάω για σεξουαλικά σκάνδαλα πολιτικών, για το εμπόριο λευκής σάρκας, για τα νέα σεξουαλικά όπλα που σκαρφίζονται οι μυστικές υπηρεσίες για να μετατρέψουν τους έφηβους του αντιπάλου σε δεσποινίδες.
Όμως όσα βρώμικα παιχνίδια κι αν στήνονται σε βάρος του έρωτα, το πραγματικό, το αιώνιο παιχνίδι του έρωτα, θα στέκεται εκεί στη μέση-μέση της ζωής μας, εξαίσιος βωμός που πάνω του θα θυσιάζουν την έμπνευσή τους όλοι οι ποιητές. Τυχερή η Νίνα αν όντως βρήκε τον άνθρωπο που τη σημάδεψε με την «Άχρονη Αγάπη» κι αν πάλι είναι μια ποιητική φαντασίωση, πάλι αξίζει το πορτραίτο μιας τέτοιας αγάπης.
«Η αγάπη μου για σένα τόσο δυνατή
σαν πέτρα απ’ αρχαίους χρόνους
που’μεινε στην ιστορία
ως μάρτυς σημαντικών γεγονότων,
ανεξίτηλη για τη διαχρονικότητά της
καθόσον δεν την άγγιξε κανείς
παρά ο αέρας του χειμώνα,
ο χιονιάς του Δεκέμβρη,
η βροχή του Σεπτέμβρη,
ο καυτός ήλιος του Ιούλη
Κι Εσύ»…
Κι έχουμε έτσι την απολογητική Νίνα στο «Ανίν Ιξελά»
«Πόσες αντοχές έχεις μαζέψει;
Πόσος πόνος χωράει σε μια ψυχή;
Πόσες προδοσίες σε μια ζωή;
Πόσες ενοχές γι’ αυτά που έκανες;
Κι άλλες πόσες γι’ αυτά που δεν τόλμησες;
Πόσους ψίθυρους αψήφισες;»…
Δεν ξέρω αν σας συγκινεί η εξομολόγηση της φίλης. Θα σας έλεγα μόνο τούτο το Σαββατοκύριακο, πριν στείλετε μηνύματα από το κινητό σας, να γράψετε κι εσείς σε ένα χαρτί μια σύντομη απολογία της ζωής σας. Έτσι τα μηνύματά σας θα είναι πιο καθαρά και αποτελεσματικά.
Και κάτι ακόμα που θα μας επιτρέψει να συνδεθούμε με το πρώτο μας θέμα, ; . Η Νίνα Αλέξη ασχολείται με την ιστορία με δύο χαρακτηριστικά ποιήματα. Στο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την «Πόντια Μάνα». Στεκόμαστε με ευλάβεια στο δεύτερο.
«…Στην αγκάλεμ μ’επέρα τα μωρά μ’κι ετρεχα – ελάχμαξα.
Ώρες επορπάνα.
Να σώζω τα αθώα τα ψύα τουν. Έτρεχα και ετέρνα οξοπίς.
Τη στράταν για το λιμάν επέρα.
Η στράταν για τη σωτηρίαν εν ατό έξα,
πίσσα σκοτάδ αδά. Θεέ μ’,Θεέ μ’ να βάλς το χέρι σ’.
Αγκώνες έκοφτα σ’ αχάντια απές, μαύρο μονοπάτ’ επέρα,
Πόσα φορές κ’ ρούξα αφκά και κ’ εντόκα.
Γεράδας σα γόνατα αμόν χερόπα. «Μάνα, μάνα»
Τα μωρά μ’ να κλαίγνε
ελέπω τον Τούρκον το παιδί μ ν’ αρπάζ,
το ματωμένο το χαντζάρ το τρυφερόν τη γούλα κόφτ’
εσκότωσεν τ’ αγγελούδι μ’… Το πρόσωπό μ’ κόκκινο εβάφτεν.
Εσκώθα απάν και εκούιξα
«Επάρτεν εμέν, εμέν επάρτε
αφκά τα χέρια σουν α’ σα χάταλα μ’»….
Δεν χωράνε μετάφραση οι πικρές μνήμες.
Το κοινωνικοπολιτικό πρόσωπο της Νίνας Αλέξη συγκρατημένο αλλά ανυπoxώρητο αποκαλύπτει σε πολλά της ποιήματα :. Το πρόσωπο δεν είδα ενώ η ελευθερία ξεπηδάει ακόμη και ανάμεσα σε στίχους ερωτικούς. Όχι πως δεν υπάρχουν και στιγμές έκρηξης, όπως στη «Δαφνοστεφανωμένη Αθήνα».
«…Κι όταν τα ξέφτια κρέμονταν απ’ το χρυσοποίκιλτο
Φόρεμά σου κι άσμα λυπηρό μουρμούριζες
σέρνοντας τα σπασμένα τα φτερά,
για τα χαμένα, τις Καρυάτιδες, παιδιά σου,
ουδείς νοιάστηκε.»…
Υπάρχουν ακόμα και τα fragmenta, «Πόσο γλυκά ματώνεις ψυχή/ για την Ελευθερία!», «Μπούχτισα με τους ήρωες του καναπέ». (Εγώ να δείτε). «Πόσες θυσίες ακόμη/ για να χορτάσει το Τέρας;.
Και στις «ψυχές», μας λέει:
«Βουβές Κραυγές
θλίψη και πόνος
μάτια ερμητικά κλειστά
συνθήματα γραμμένα μ’ αίμα
θυσίες για την Ελευθερία…
«…Όλοι Ελεύθεροι γεννήθηκαν
για να Ζήσουν
και να πεθάνουν Ελεύθεροι
αφήστε τες λοιπόν, να Ζήσουν!»
Κι εδώ μπαίνει το θέμα, ποίηση και. Ο Ελύτης λέει όπου δεν ακούγεται αηδόνι, ακούγεται βόμβα Μολότοφ. Ο κόσμος βλέπει στην ποίηση την ασυμβίβαστη στάση, την πίστη στις αξίες, την ελπίδα και έναν ελεύθερο κόσμο. Η ποίηση, για τον Ελύτη, είναι μια διαρκής επανάσταση που αντιστρατεύεται όλες τις επί μέρους επαναστάσεις. Στο ίδιο πνεύμα και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Η ποίηση δεν ξεφωνίζει το δίκαιο. Το υπηρετεί μυστικά και με συνέπεια.
Η ποίηση, λέει κάποιος δεν μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο. Που αλλάζει με πράξεις. Όμως η ποίηση μπορεί ν’ αλλάξει τις συνειδήσεις που κατευθύνουν τις πράξεις.
Γιατί τώρα ο νούς μου πάει στον Ρήγα και τον Λόρκα; Ποίηση, ελεύθερη ζωή, έλεγε τότε ο Ρήγας τώρα μόνοι σας; Περιμένετε να σας βγάλουν οι άλλοι από τη φυλακή;
Στις 21 Μαρτίου είναι η ημέρα της ποίησης; Θα δεχτεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τους καταξιωμένους ποιητές; Θα οργανωθεί στο Στάδιο συναυλία με μελοποιημένα ποιήματα; Θα διαβάσουν στα σχολεία οι μαθητές τουλάχιστον ένα τετράστιχο;
Πολλά ζητάμε σε μία χώρα όπου το 45% δεν έχει ανοίξει ποτέ στη ζωή του εξωσχολικό βιβλίο. Σε μια χώρα που χιλιάδες υποδέχονται έναν προπονητή ποδοσφαίρου και ποτέ δεν έγινε αυτό που συνέβη στον Ελύτη ένα χρόνο μετά τη βραβευσή του με το Βραβείο Νόμπελ στην Ισπανία. Το είπε και ο ίδιος σε μια συνέντευξή του. Στην Ισπανία ο ήλιος λάμπει και η καμπάνα στο Φουεντεβακέρος χτυπάει. Και ο κόσμος βγήκε στο δρόμο να τον δει «Εστά Όμπρε» φωνάζουν. Να ο άνθρωπος. Και οι απλοί εκείνοι άνθρωποι απλώνουν το χέρι να τον αγγίξουν «Εστά Όμπρε». Και όποιος βλέπει θυμάται πως μια τέτοια εικόνα μόνο στη Βίβλο υπάρχει με τον Μεσσία. Αλλά για τους Ισπανούς, Μεσσίας είναι ο ποιητής. Όπως ο δικός τους Λόρκα…
«Αλλά θα πρέπει να τελειώνω γιατί βλέπω εκεί στο βάθος κάποιον φίλο όχι μόνο να κοιτάζει το ρολόι του αλλά και να το φέρνει στο αυτί του για να δει μπας και έχει σταματήσει». Σώμερσετ Μώμ το χαριτολόγημα, όχι δικό μου.
Θα τελειώσω με την ίδια την Νίνα Αλέξη και το «Ανεκλάλητο αίτημα».
«…Το σύμπαν μου ένα χαοτικό σταυρόλεξο
Σκέψεων, λέξεων, αναμνήσεων, προθέσεων,
Σουρρεαλισμού, πραγματικότητας,
πάθους, οργής, αναζήτησης
για το απυρόβλητο Αληθινό συναίσθημα
που με μαθηματική ακρίβεια
οδηγεί στην Αληθινή ΑΓΑΠΗ».
Αυτό είναι φανερό Νίνα: αγαπάς την ποίηση και μέσα από αυτή σε αγαπήσαμε και εμείς απόψε. Τώρα εάν θα γίνεις ένας Εστά Όμπρε εξαρτάται μόνο και μόνο από σένα. Για να γυρίσει ο ήλιος της Δικαιοσύνης αλλά και της ποίησης θέλει δουλειά πολλή. Αφοσίωση, λατρεία στη γλώσσα, συστηματική καλιέργεια της έμπνευσης. Ξεχωριστό το δείπνο που μας πρόσφερες απόψε.
.
ΤΑΣΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
Εφημερίδα «Παραπολιτικά» 23/3/2017
Στο επίκεντρο της ποίησης, της Νίνας Αλέξη, ο Άνθρωπος σε όλες του τις εκφάνσεις, ερωτικές, κοινωνικές, ιστορικές υπαρξιακές.Έννοιες όπως ελευθερία, αγάπη, αξιοπρέπεια και έρωτας, το αίσθημα του πόνου, η αίσθηση της απογοήτευσης, η έκφραση της υπαρξιακής αγωνίας, δεσπόζουν στο έργο της.Συγκλονιστική η γραφή της Αλέξη που ζωγραφίζει πίνακες με την εκφραστική της δεξιότητα και μυθοπλασία.
Συναρπάζει, συγκινεί, προβληματίζει βαθιά και ελκύει τον εσώτερο άνθρωπο με άκρα ευαισθησία, από τον πρώτο στίχο μέχρι το τέλος. Ο λυρισμός της ποίησής της, εστιάζεται στον έρωτα, την άχρονη αγάπη αλλά και τη φθορά και το θάνατο.
Οι έντονες εικόνες που αβίαστα δημιουργεί δεν αναιρούν το ρεαλισμό και την αμεσότητα με την οποία αποκαλύπτει τα πλέον ευαίσθητα «προσωπικά δεδομένα» της ψυχής, ξεγυμνώνοντάς την από κοινωνικά «φτιασίδια» και συμβάσεις.
Η οικονομική κρίση, ο πόλεμος, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η ισοτιμία ανδρών και γυναικών αποτελούν μέρος της θεματολογίας της συγγραφέως.
Γενικότερα η Νίνα Αλέξη δεν ωραιοποιεί τον ανθρώπινο βίο αλλά αναδεικνύει τις τραγικές διαστάσεις του. Επιπλέον όμως, τον νοηματοδοτεί με υψηλά νοήματα και αρχές, άλλοτε άμεσα και συχνότατα έμμεσα. Από το έργο της φανερώνεται η αγάπη της προς την Ελλάδα, την Αθήνα, την αρχαία και νεότερη ιστορία και πρωτίστως τον Άνθρωπο. Ένα ξεχωριστό έργο που πρέπει να βρει την περίοπτη θέση του στην ελληνική ποιητική βιβλιογραφία.
.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΟΦΟΡΟΣ
Beauté τ. Ιαν. 2019 (ένθετο εφ. Realnews
“<<Με likes φούσκωσες το εγώ σου
και άδειασες τη ζωή σου.>>
“Η Ελλάδα με μια ξεχωριστή παράδοση στην ποίηση που ξεκινά από την αρχαιότητα και φθάνει ως τις μέρες μας -με δύο Νόμπελ Λογοτεχνίας,- αλλά και με ποιητές όπως ο Καβάφης, ο Ρίτσος, ο Καρυωτάκης, ο Λειβαδίτης και τόσοι άλλοι.
Σημαντική είναι και η σύγχρονη παραγωγή, αλλά δυστυχώς το ευρύ κοινό γυρίζει την πλάτη στην ποίηση κι έτσι πολλοί μικροί θησαυροί γύρω μας δεν ανακαλύπτονται ποτέ… Η Νίνα Αλέξη με σημαντική καριέρα στο θέατρο και στο ραδιόφωνο, έρχεται με το νέο της έργο – αναγραμματισμό του ονόματός της- να αποδείξει πόσο ζωντανή και ενδιαφέρουσα παραμένει η ποιητική δημιουργία. Όπως στους στίχους του τίτλου μπορεί να είναι μοντέρνα και να πιάνει τον παλμό της εποχής, να γίνεται αιχμηρή και να έχει χιούμορ:
<<Μη μου σπέρνεις άλλες λύπες,
μου τέλειωσαν τα τάπερ.>>
Στίχοι που θα τους θυμόμαστε και μέσα από τη συντομία τους, αφήνουν μια άλλη γεύση που αξίζει να τη δοκιμάσουμε.
.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΝΟΥΜΑΣ τχ.176)
Υπαρξιακές ενοράσεις
Σε καλαίσθητη έκδοση κυκλοφόρησε το νέο ποιητικό βιβλίο της καλής ποιήτριας. Τα ποιήματά της έχουν τη στοχαστική φρεσκάδα της άγρυπνης αίσθησης και της ευρηματικής φαντασίας. Ποιήματα φορείς ενός πόθου ζωής κι αγάπης που όσο και να μοιάζουν κοινά και συνηθισμένα, η ποίηση, η αυθεντική τα ανάγει σε γεγονότα μοναδικά. Εικόνες έντονες, εκφράσεις ενός πάθους που συνεπαίρνει με τόσο γνήσιες λέξεις εκφρασμένου. Ένας καταξιωμένος κόσμος αρμονίας, το βιβλίο, ένας σπαραγμός θάμβους η ψυχή. Το έρμα μιας ποιητικής δημιουργίας που κάνει τις λέξεις κοφτερές. Από τον σαρκασμό ως την εξομολόγηση, μια ύπαρξη κυμαίνεται ζώντας την μοναξιά με γνησιότητα από την πεζή καθημερινότητα στην μοναδικότητα του όντος.
Η οικονομία και λιτότητα των λέξεων και ο βαθύς κραδασμός της ύπαρξης προτρέπουν να ξεχωρίσουμε και αποδεχθούμε την ποιητική παρουσία της. Η Νίνα Αλέξη φανερώνει ένα ισχυρό ταλέντο έκφρασης που διατυπώνεται ορμητικά με λέξεις. Μια παλμώδης, βαθιά φωνή σε παρασύρει στην έκσταση. Τιθασευμένος σε νέες πνοές λυρισμός, σπασμός της ύπαρξης που αγωνίζεται να συνειδητοποιήσει με λέξεις την ενδόμυχη <<χλωρίδα της ζωής>> και με μια περίσσια εκφράσεων να εκτοξεύει τους στίχους της πάνω στην πραγματικότητα.
.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ
Booktimes.gr 13/11/2017
Οι σπουδές της Νίνας Αλέξη ρίχνουν σαφές το φως τους στα γραπτά της. Παραστατικές τέχνες, θέατρο και χορό μελέτησε κι ερεύνησε κι ερευνά διά βίου διδάσκοντας και μαθαίνοντας τα μυστικά της συλλογικής ανθρώπινης ψυχής. Δημοσιογράφος και πολιτική ανταποκρίτρια στην Αθήνα για τα «Νέα του Λονδίνου» (1992-1995) έχει και την έγνοια της προσληψιμότητας των κειμένων της από τον μέσο αναγνώστη. Γενικώς, η θητεία των λογοτεχνών στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όσο αποσπασματική και βραχύβιο πάρεργο κι αν είναι, τους αναγκάζει να βυθιστούν στις μακροδομές της ελληνικής γλώσσης και να ενισχύσουν την αρματωσιά τους με την ευθύβολη στοχαστικότητα της υλοποιημένης τους εκφράσεως. Κι επειδή η ποίηση τα τελευταία χρόνια έχει γίνει κατά κύριο λόγο δοκιμιακή, ρέποντας προς τη φιλοσοφία αφενός και την αυτοψυχαναλυτική εξομολόγηση αφ’ ετέρου, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις που θεραπεύουν ακόμα τον Ρυθμό και την Αρμονία, με μαθηματικές-γεωμετρικές-αριθμολογικές γνώσεις κι εξασκημένες δεξιότητες, η διάκριση της μικρής αφηγηματικής φόρμας και της μεταμοντέρνας ποιήσεως είναι πλέον δυσχερής έως αδύνατος. Σε αυτό συντείνει τα μάλα η υπερ-μετα-πτυχιακή εκπαίδευση-εξειδίκευση, που μεταθέτει το συνειδησιακό κέντρο βάρους από το θυμικό στο νοητικό, με αποτέλεσμα να μιλάμε για «ποίημα ιδεών», όπως λέγαμε παλιά «θέατρο ιδεών». Κι αυτές οι ιδέες, όταν δεν είναι πρωτότυπες, καινοφανείς ή τεχνουργημένες με πρωτάκουστο τρόπο, φθίνουν διαρκώς από την πολυχρησία, φτάσαμε σήμερα να αναλύουμε το ποίημα εννοιολογικά και θεματολογικά, ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά, αλλά να μην μπαίνουμε σχεδόν ποτέ στα ενδότερα της λογοτεχνικής κουζίνας, για τον απλούστατο λόγο ότι διδασκόμεθα στην υποχρεωτική και στην Ανωτάτη Εκπαίδευση πεζολογίες αντί για Υψηλή Ποίηση. ΕΣΤΩ! Μετά από αυτόν τον μακρύ κι εν πολλοίς άσχετο με το συγκεκριμένο βιβλίο πρόλογο, ας σκύψουμε με ζέση και ιδιαίτερη προσοχή πάνω στον ευαίσθητο στίχο αυτής της δραματικής ποιήτριας:
Μετάλλαξις
Οι ξενιστές διαπέρασαν το φως,
σαν αντίσωμα εμφυτεύθηκαν
βούλιαξαν τις αμφίρροπες διαστάσεις
των εξελιγμένων όντων που
καθρεφτίζουν πια, μοιραία,
αλλότριες θελήσεις κι ιδεολογήματα.
Κι εγώ επιμένω ακόμη να εξωραΐζω
την εικόνα σου, Άνθρωπε,
μέσ’ απ’ τις δαιδαλώδεις έλικες του εγκεφάλου,
όπου δρόμο ανοίγω στα βαθύσκιωτα δάση σου (σελ. 19).
Και πιο κάτω ένα λακωνικό πόνημα:
Fragmenta
Τα μήλα μύριζαν βανίλια.
Ξύπνησα μα δεν τα βρήκα!
Βρήκα μόνο τις σάρκες μου
στο λευκό μαρμάρινο πάτωμα (σελ. 57).
Ο λόγος που σας παραθέτω εκτενή αποσπάσματα ποιητών που δεν τους έχει μελετήσει συστηματικά κανείς μέχρι τώρα, ας μην θεωρηθεί υποφώσκουσα αδυναμία, αλλά εξομολογουμένη δημοκρατική έκκληση σε δημιουργικό διάλογο, προκειμένου να φωτιστούν επαρκώς όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές του κρινομένου και να μην αδικηθεί κανείς δημιουργός.
Ας την ξανακούσουμε [«το τρις εξαμαρτείν…»]:
Θέλω να πεθάνω το δικό μου θάνατο,
τη δική μου ζωή να ζήσω,
τα δικά μου λάθη να πληρώσω (σελ. 66).
Μινιμαλισμός που εκτρέπεται σε επιγραμματικά γνωμικά… είναι ίσως μια δόκιμη διέξοδος της Ποίησης στα χρόνια της Κρίσης, όπου κάθε τι παλαιό και δοκιμασμένο απαξιώνεται, αποδομείται, χωρίς να γίνονται όμως και σαφείς προτάσεις για ανοικοδομήσεις, αναστηλώσεις, αναπαλαιώσεις ή απλώς καινοτομίες…
Μ’ αυτά και μ’ αυτά θέλω να πω σε απλά ελληνικά πως η συγχρόνως γραφομένη Ποίησις παλινδρομεί μεταξύ πεζολογίας κι ομφαλοσκοπήσεως με φιλοσοφικές προεκτάσεις και θυμοσοφικές επιδόσεις γνωμικών επιγραμμάτων.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η καθηγήτρια θεατρικής αγωγής και υπεύθυνη διδασκαλίας στα παιδιά των Ρομά και σε προγράμματα καταπολέμησης κοινωνικού αποκλεισμού, η Νίνα Αλέξη, ξεδιπλώνει την ευαισθησία της στο νόμιμο πεδίο της προσεγμένης, διακριτικής, επιμελημένης ποιητικής έκφρασης, με έντονο το δραματικό στοιχείο, απευθυνόμενη στον αναγνώστη-ακροατή-θεατή χαμηλόφωνα (sotto-voce).
.
Περιγραφης με γυμνή αλήθεια οτι ζούμε , δυστυχώς αυτοι σκληρή στίχοι αγγίζεισουν την πραγματικοτιτα.