ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Η Ιωάννα Παπαντωνίου κατάγεται από το χωριό Αναφωτία της επαρχίας Λάρνακας στην Κύπρο. Είναι απόφοιτος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και κάτοχος πτυχίου εξομοίωσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει ολοκληρώσει τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου με θέμα τη Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση. Εργάζεται ως Βοηθός Διευθύντρια Δημοτικής Εκπαίδευσης στη Λάρνακα. Συμμετέχει στα Εργαστήρια Δημιουργικής Γραφής της ποιήτριας και δοκιμιογράφου Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου. Ποιήματά της έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς στην Κύπρο και στο εξωτερικό και έχουν συμπεριληφθεί σε ποιητικές ανθολογίες και ηλεκτρονικές σελίδες λογοτεχνικών περιοδικών. Συμμετέχει ενεργά σε πολιτιστικές δράσεις και είναι Βοηθός Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου της Πολιτιστικής Κίνησης Λάρνακας (ΦΙ.ΛΟ.ΠΟ.Λ). Η ποιητική συλλογή “Γράφαμε τις φωνές μας στο νερό” (Εκδ, Ρώμη 2024) είναι το πρώτο της βιβλίο.

.

.

ΓΡΑΦΑΜΕ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ ΜΑΣ ΣΤΟ ΝΕΡΟ (2024)

ΣΤΟ ΑΤΕΛΙΕ

To φόντο ασπρόμαυρο
μα οι νερομπογιές
με άλικες ρανίδες το λερώνουν.
Πληγή ανοιχτή το ανεκπλήρωτο
σαν το πηγάδι με τις πνιγμένες ευχές.
Λίγο πιο πέρα άμμος και νερό
υπογράφουν το αίνιγμα στο φυσητό γυαλί.
Το μυστικό του καλά κρυμμένο
ανάμεσα στους στήμονες
των θαλάσσιων κρίνων.

Στην τελευταία σελίδα του περιοδικού
διαβάζουμε το πεπρωμένο.
Ξεχασμένο παρέμεινε κι αυτό
στο ατελιέ μας.
Τι κι αν στο εξώφυλλο
φιγούραρε η Μόνα Λίζα;
Εμείς ανοίξαμε το παράθυρο
να μπουν οι «κλέφτες» ανενόχλητοι.
Πεταλούδες και χνούδια λουλουδιών
εισέβαλαν να ολοκληρώσουν τα έργα.
Με τον καμβά υπό μάλης θα προλάβουμε
πίσω από την υπογραφή μας
να κρυφτούμε;

ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ

Απλώθηκαν οι λέξεις στη λιακάδα.
Είχαν μουσκέψει στη βροχή τα οξύμωρα.
Στερεώθηκαν με μανταλάκια έγχρωμα
να μη σκορπίσουν στις αυλές.
Αν πεις για εμάς
γράφαμε τις φωνές μας στο νερό
για τους περαστικούς και τους επαίτες.

Στην αναμονή της αλλαξοκαιριάς
η αλκυόνα θα φώλιαζε
πίσω απ’ τα ενδεχόμενα.
Το ξέραμε.
Αδιαφιλονίκητη ήττα το κρυφτό
κάτω απ’ τον ήλιο.
Οι σκιές είθισται
να προδίδουν τα ανορθόγραφα.
Τα λεξικά προσφέρθηκαν
να διορθώσουν τα λάθη
μα το μελάνι ανεξίτηλο.
Ίσως η προσμονή του ποιήματος
να ξόρκιζε τα αναπάντητα.

ΠΗΝΕΛΟΠΗ

Νήματα από μετάξι και φτερά
λευκής πεταλούδας
ριγμένα στον αργαλειό των ωρών
αρνούνται να υφάνουν τη λήθη.
Πλέκονται απρόσκλητες
οι περασμένες μέρες
κι εσύ περιμένεις υφαντό ξεχωριστό
ν’ αγκαλιάσει τη γύμνια σου.

Κρύβεσαι πίσω από
βελούδινα παραπετάσματα και παραβάν.
Τα καινούρια ρούχα περιμένεις
του αυτοκράτορα
κι ίσως ακόμα μια μεταμφίεση απόκοσμη
ένα κιμονό με αγριοκερασιές ανθισμένες
έναν χιτώνα σύννεφο πορφυρό
ή τα ιμάτια που παίχτηκαν στα ζάρια.

Μα, το στημόνι
συνωμοτεί με την Πηνελόπη.
Σε αφήνει στην αναμονή.
Μνηστήρας του φωτός
αδημονείς ν’ ανάψεις τα λυχνάρια
να φέγγουν την κεντήστρα
μην αποκοιμηθεί, να μην ξεχάσει.
Μ’ ένα ύφασμα θαρρείς
τη δική σου αλήθεια θα καλύψεις
έτσι όπως κείτεται γυμνή.

ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

Και να που κρύψαμε τα χαμόγελα
πίσω από προσωπεία.
Νίψαμε επιμελώς τας χείρας
για αποποίηση των ευθυνών.
Απολυμάναμε την επιφάνεια
με τα αντισηπτικά των καιρών.
Κατεβάσαμε τα στάρια
να εκδιωχτεί η αόρατη απειλή.
Καλύψαμε τα κάτοπτρα.
Επιστρέψαμε στην απομόνωση
εαυτών και αλλήλων.
Τον εγκλεισμό της άνοιξης υπογράψαμε.

Αλυσοδέσαμε και τις σκέψεις
να μην περιπλανιούνται στα αδιέξοδα.
Κατήγοροι μαινόμενοι
απορρίψαμε την έκκληση για απόδραση.
Πώς να ικετεύσουμε τώρα
για άφεση αμαρτιών;

ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΛΕΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΗ

Στήθηκε στην πλατεία αποβραδίς
το γαϊτανάκι με τις κούκλες.
Αστίλβωτες μάσκες κρύβουν καλά
τα γυάλινά τους μάτια.

Ντελάληδες αρχαιοπρεπείς
συνοδεύουν τον θίασο στην πόλη.
Μηρυκάζουν την είδηση:
Ακούσατε! Ακούσατε!
Βαρύθυμα αποτραβιούνται οι κουρτίνες
ανεπιθύμητοι οι αυλητές στη βουβαμάρα.

Δημαγωγοί και σοφιστές
πάντοτε επιστρέφουν
στην αλλαγή της εποχής.
Νέα παράσταση ετοιμάζουν
μα η πλοκή προβλέψιμη.
Θα είναι η ίδια.

Μας δελεάζουν με θεάματα και τιμαλφή
έτσι όπως ράθυμα ξαπλώνουμε
σε καναπέδες λήθης.
Μας προσκαλούν
σε φαύλη πορεία κυκλική.
Τα δακτυλικά μας αποτυπώματα
σβήνονται μετά από τόσες χειραψίες.
Ανώνυμες κούκλες πάνινες
χωρίς ταυτότητα
αναμεταδίδουμε μηνύματα βουβά
σε κωφούς και αόμματους.

TO ΠΟΙΗΜΑ

Από πού ξεκίνησε ο στίχος;
Μόνο εκείνος ήξερε να πει.
Η μεταφορά της φλόγας από τον έναν
ήταν η αφετηρία του.
Τα γυμνά δέντρα
τον έκαναν να επαναστατήσει.
Και ήταν το χιόνι αυτό
που σκέπασε τα όνειρά του.
Μετρούσε τις ώρες της χειμέριας νάρκης
με ομοιοκαταληξίες.
Οι λεύκες συνωμοτούσαν με τον άνεμο
για τα λόγια που θα απελευθέρωνε.
Όχι για πολύ.

«Και εγένετο φως…»
Το πλήθος θα συγκεντρωνόταν
για την απαγγελία.
Δεν ήταν πια μόνος.
Η εαρινή ισημερία θα έφερνε την αλλαγή.

ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ

Με θυμηθήκατε και τούτη τη χρονιά.
Από της αποθήκης τη σκοτεινή πλευρά
με ανασύρατε στην επιφάνεια.
Εναποθέσατε στα κλαδιά μου
πολύχρωμα κεριά
κορδέλες και λαμπιόνια.

Ψιθύρους αγάπης και δώρα χαράς
τριγύρω μου απλώσατε.
Τον ουρανό με τ’ άστρα μου τάξατε
και αγγέλους με ψεύτικα φτερά
να μου στολίζουν την κορφή
και της καρδιάς το χιόνι.

Εθελούσια η συναίνεσή μου
για το πρόσκαιρο’
διαδικασία επαναληπτική.
Το ξέρω
στο χαρτόκουτο θα ξαναμπώ
με άδεια τα κλαδιά
σώμα νεκρό, ακήδευτο, φυλακισμένο.

Μοναδική παρηγοριά
η ζωγραφιά εκείνου του παιδιού
που διαρκώς τις εποχές μπερδεύει
και μ’ ένα δέντρο χριστουγεννιάτικο
πρωταπριλιάτικα την άνοιξη θα φέρει.

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.