ΜΑΡΙΑ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗ

Η Μαρία Γερογιάννη γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

Άδειοι στίχοι (Γαβριηλίδης 2012)
Φωνή Φωνηέντων (Μελάνι 2017)
Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή (Περισπωμένη 2021)
Ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη γιατί ερωτεύτηκε τη Πολυδούρη (Μανδραγόρας 2021)

.

.

ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΕ ΤΟΝ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ
ΓΙΑΤΙ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΕ ΤΗΝ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ (2024)

ΜΗ ΦΟΒΟΥ

Είδες το μισοφέγγαρο;
Έτοιμο ν’ αναποδογυρίσει
Στη μια του άκρη
το βάρος των παθών σου.

Εμείς στην άλλη
με άνεμο λεβάντε, σπάρτα και πασχαλιές

ΣΤΕΡΓΩ

θα κεντήσω ένα φεγγάρι
ν a στρώσεις στη νύχτα
αδιάβατα σοκάκια σου
θα κεντήσω μια βροχή
να τρυπήσει το σύννεφο
που διψά το άφιλο δέντρο σου
θα κεντήσω λέξεις αγάπης
να υψωθεί ο ουρανός σου

—Πόσοι πήχεις το ύψος σου;

ΑΝΑΦΩΝΗΣΕ

Πέταξαν πεταλούδες απ’ τα μαλλιά της
Μου εκμυστηρεύτηκε πως θα γίνει μοναχή
Το ημερολόγιό της βαρύ,
φωτογραφίες αγοριών – ήθελε ν’ ακουμπήσει το φιλί της
σχέδια φορεμάτων – αναδείκνυαν τους απαράμιλλους ώμους της

Γυναίκες,
Ξεχείλισαν οι χούφτες της ιστορίας
-από οξειδωμένα καράτια της εξουσίας σας
-από πέτρες του λιθοβολισμού σας.

ΑΙΤΙΟ – ΑΙΤΙΑΤΟ

Γεννήθηκες,
τι γλυκά τα πατουσάκια σου!
Μεγάλωνες,
πήλινες αγάπες θρύψαλα.
Οι παιδεμοί σου πέτρωναν εντός σου
Αναζητούσες
αδύναμους, ευαίσθητες ευγενικές ψυχές
να ανταποδώσεις το κακό
Έγινες,
ανάστημα πέτρινο
το βλέμμα σου λευκό του πάγου
το ρούχο σου από μαλακό ύφασμα
και έτσι το σώμα σου ανθρώπινο έγινε

Σε κοιμίζουν σε βελούδινα σεντόνια της υπεροχής σου

ΑΛΛΟΥ

Εκεί στην Πρέβεζα,
το κωδωνοστάσιο απέναντι στο παράθυρό σου
έφταιξε
κι η σφαίρα, Καρυωτάκη, διέσχισε το ρήγμα του μυαλού σου
ή μήπως μια φωτογραφία σου σ’ ένα συρτάρι
έκλεινε άνοιγε τη μέρα σου;

Τζαζ σε Ιρλανδέζικη παμπ στη Νέα Υόρκη
θα εξοστράκιζε τη σφαίρα;

ΔΕΝ ΕΡΧΕΤΑΙ

Δεκάχρονο με πυρετό
Θεριό πελώριο στο σώμα
μικρά ελάχιστα τα πόδια
είδε – ήλθε κοντά στο παιδί
Ο τρόμος στο κρεβάτι του-
στον δρόμο βρέθηκε
η θάλασσα στη θέση της.

Ρώτησε τη γειτόνισσα
τη μάνα του αν είδε—
χάθηκε η φωνή της, και
το παιδί μεγάλωσε.

Έρχεται το θεριό ξανάρχεται
δεν έρχεται η γειτόνισσα
να τη ρωτήσει
αν έχει δει τη μάνα του.

ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΑΓΓΙΓΜΑ

Μόλις που χωρούσε
το πέταγμα της πεταλούδας
Χόρτασε

Πέταξε

ΠΟΛΥΓΩΝΙΚΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Ήταν ένα φεγγαράκι
όμορφο πολυγωνικό
Το φθόνησε
του ήλιου η στρογγυλάδα
Το λίμαρε,
έγινε στρογγυλό

ΕΛΕΓΕΣ

Είπες
τον Παπαδιαμάντη να διαβάσω
μήπως και βρω τον τρόπο
αμαρτωλούς, αδύναμους
να συμπονώ

Είπες,
μύρμηγκα μη ζημιώσεις
κι άνθρωπο μη θυμώσεις
που ο Παπαντωνίου τραγουδά

Είπες,
να ζήσεις νύχτες μαγεμένες
-το κορμί τ’ αγέρι δυναμώνει-
από του βράχου την καρδιά
αθάνατο νεράκι,
που ο Σπεράντζας, λέει

Είπες,
το σπίτι που γεννήθηκες
-κι ας το πατούν οι ξένοι—
στοιχειό και σαν απάτητο
με ζει και με προσμένει,
ο Παλαμάς το λέει

Έλεγες

.

ΟΙ ΚΟΥΚΛΕΣ ΣΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΑΝ ΨΥΧΗ (2021)

Στην άκρη της γης
Μια καλύβα στον πάγο.
Διάβαζε Καμύ Νίτσε Τουρνιέ
Έγραφε ποιήματα

Να ‘ρθει η άνοιξη.

ΕΠΙΦΩΝΗΜΑ

Άει,
θάλασσά μου
Πρασίνισε η γαλήνη σου
Άφρισε το κορμί σου
Δεν σ’ άντεξαν τα βράχια σου

ΕΠΤΑΣΦΡΑΓΙΣΤΟ

Και στο φεγγάρι
μην το πεις.
Στη γέμωση
γεμίζει μυστικά
Στη λίγωση
τ’ αδειάζει

ΑΙΣΙΟΔΟΞΟ ΜΗΝΥΜΑ

Κίτρινα φύλλα
στο χώμα.

Προλαβαίνεις.

ΣΤΗ ΖΩΗ

Την εράσμιά σου όψη
πλειστάκις απαρνήθηκες Ζωή
μέθη σκληρή
Όμως
είσαι η Φορναρίνα του Ραφαήλ
Χρωματισμοί
Εις τους αιώνες…

ΑΝ ΣΕ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΩ

Από το μελάνι της γραφής σου
ή
το πενάκι που σκιτσάρεις
τις αξημέρωτες νύχτες σου
Από το μνήμα της μνήμης σου
που ευλαβικά ακουμπάς
Από το λουλούδι που φύτεψες
σε έναν απόμερο κήπο
Από το βραχάκι της θάλασσας
που διάλεξες, το κύμα
να δροσίζει τις ερήμους σου

Θα σε έχω γνωρίσει

ΠΑΡΑΠΟΝΙΑΡΙΚΟ

Αχ! Παραπονιάρικο μικρό μου
Έγινες η πιο σκληρή βασίλισσα του κάμπου
Έβγαλαν φτερά και άνθη

Σου ‘φυγαν

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ ΚΟΡΙΤΣΙ

Ποιες μοίρες θα χτενίσουν τα μαλλιά σου
Ποιο καράβι, θα σηκώσει, πανιά με το όνομά σου
Ποιαν αγάπη θα προσπεράσεις
Ποιαν αγάπη φυλαχτό στον τάφο σου
Ποια βία θα σε υποτάξει
Ποιος πόνος θα σέ διδάξει
Ποια χαρά θα σε λυτρώσει
Ποια κούραση μειδίαμα
Ποιας γλώσσας το μαστίγιο στο χέρι σου
Ποιες ντροπές θα σου κλείσουν τα μάτια
Ποιες ενοχές θα σου βάψουν το στόμα
Ποιο λουλούδι θα ανθίσει για σένα
Ποιος γιαλός θα τραγουδιέται για σένα
Ποια λέξη αστέρι στο ταξίδι σου

Στο καράβι
οι μοίρες σου και εσύ
Αχτένιστα μαλλιά!

ΣΤΗ ΣΚΙΑ

Το δέντρο
γράφει για σένα ποίημα,
μου είχες αόμματα εκμυστηρευτεί.

-Όταν καθίσεις στη σκιά του

ΓΥΝΑΙΚΑ

Σε δίστιχο
Σε δωδεκάστιχο
Σέ τρίστιχο
Γυναίκα των στίχων.

Γυναίκα σέ τετράστιχο
Μόνη
Μετέωρη στις απουσίες
Ο πόνος σου πονά μαζί σου
Δεν είσαι μόνη

ΜΕΡΟΣ TOΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ

Ήθελε να ήταν βιβλίο
να θυμίζει να γυρίζεις σελίδα

Ήθελε να ήταν ο αέρας, που
σφυρίζει
να σου θυμίζει τα χαλάσματα

Ήθελε να ήταν χαλίκι στο παπούτσι σου
να θυμίζει τη βάσανο

Ήθελε να ήταν καθρέπτης στην πλάτη σου
να θυμίζει τα πισώπλατα

Ήθελε να ήταν το μισοσκόταδο της δύσης
να σου θυμίζει το ξημέρωμα

Ήθελε να ήταν μια λέξη
να σου θυμίζει την επομένη

Ήθελε, ήθελε…

ΑΠΟ ΜΙΚΡΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΑΙΔΙ

η μητέρα του προέτρεπε
να επιλέξει λέξεις από « α »
Όπως
αλήθεια, αγαλλίαση, αγογγυσία, άβυσσος
ανοστάδα, άθαμβος, αδιερεύνητος, αντρειοσύνη
αξόμπλιαστος, αξιοσέβαστος, άδακρυς, αδέκαστος
αδροσία, αισχύνη, ακακία, αλησμονιά, αλυπησία
άρωμα
αστροφεγγιά, αερικό, ατελείωτα
να γράψει ένα τραγούδι

Ακόμη δεν το έγραψε!

ΦΤΑΙΕΙ

Αγαπημένε, Αγαπημένη
Φταίει ο νότος που σου έλεγα
Φταίει το κόκκινο φανάρι που σε περίμενε στη γωνία
Φταίει το ξινισμένο πεπόνι στο ψυγείο
Φταίει ο κατιφές που δεν πότιζες και άνθισε
Φταίνε τα μανουσάκια που έγιναν ανθοδέσμη
Φταίνε οι βροντές οι αστραπές με άσους κρυμμένους στο
μανίκι σου

Φταίει
Εγώ γεννήθηκα στο παρά πέντε
Εσύ γεννήθηκες στο και πέντε
Εγώ γεννήθηκα στη γέμωση
Εσύ γεννήθηκες στη λίγωση

ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Με καλάμι χάραξες τα σύνορά σου
Ευκολοδιάβατα
Το ήξερες το ήξεραν
προπάντων τις νύχτες
που γέμιζαν αστέρια οι γλάστρες σου.
Αφόρετη φωνή
Σε έλεγαν θεριό
μα ήσουν άγριο μπαμπάκι
Πλήγωνε η σκουριασμένη ακοή τους
Έφυγες
Σε γνώρισαν

ΤΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

Ασύμφωνη η μουσική
Παράφωνοι οι χορωδοί
Ανύπαρκτος ο μαέστρος

Σέ λα μείζονα
Σέ λα ελάσσονα
το εκκλησιαστικό όργανο

ΤΑ ΑΓΟΡΙΑ

Υπάρχει χώρος για τα αγόρια
στα περιθώρια
στις τελευταίες σελίδες
των χιλιοτραγουδισμένων
κοριτσιών;

Τα αγόρια!
Της τρικυμίας
Των αισθημάτων ο πρόλογος
Τής ανάγκης ο επίλογος

Ζορμπάς ή Καρυωτάκης
στη γωνία
πλέκουν ξεπλέκουν τα ακροδάκτυλα τους

Αναμονή

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

Όταν γράφεις δύο στίχους
ένα ποίημα
όπως σου λένε
Ώ! του θαύματος
ως ουράνιος θόλος κατοπτρίζεται
στον κήπο των περισσοτέρων μας
των διαλεχτών των καταραμένων

.

ΦΩΝΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ (2017)

Στο τραπέζι.
Το λουλούδι ντεκόρ
Τέσσερεις καρέκλες
Άδειες οι τρεις
Αράχνη στα πέταλα

Ζωή
Όμορφα και εκεί ποζάρεις

Η ΣΙΩΠΗ

Στοχάζεται.
Αναπολεί το πορφυρούν,
το ουρανί, το κίτρινο των σπάρτων,
τους θάμνους του ενός πρωινού

Τώρα
κουφάρια ξύλινα τα δάση

Και η σιωπή λαλέουσα:
Πόσο μεγάλωσες μικρό μου!
Έκανες και παιδιά

ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

Τρεμάμενη εικόνα.
Η πέννα,
μπαγκέτα Θείου Μαέστρου
ή
χορδή παγωμένης λύρας

-Σείριος λαμπυρίζων
Ίσως και άφαντος στα βιβλία των καιρών-

Για Σένα λευκό μου περιστέρι τα ψίχουλα στην παλάμη μου

GRIECHENLAND

Μονοπάτια στην πανσέληνο
το σώμα σου

Μαζεύουν οι παλάμες σου
τον ουρανό

Οι θάμνοι σου
καρποί μεσ΄ στα μαλλιά σου

Τα πάθη σου
στο έλεος των θαλασσών

Φυτρώνεις λιμνοθάλασσες
Τους ίσκιους των βουνών ορίζεις

Ξεμοναχιάζεις πράσινες νιφάδες,
μυστήρια πουλιών

Πίνεις στα μισοφέγγαρα
Φιλήδονη Ανατολή
Σαγήνη αρωμάτων

Άφθαρτα όνειρα νερού
σχίζονται πέτρες να τα δεις

(Συμμετοχή στον Α’ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Μίμης Σουλιώτης)

ΕΡΩΤΑΣ

Το σώμα της,
σώμα της λύρας
Το βλέμμα του,
δοξάρι
Η νύχτα αγκαλιάζει

Τον Έρωτα τον τίμησαν
μ’ όλα τα σύνεργα του φεγγαριού.

Άχρονη ατελεύτητη στιγμή
στην αιωνιότητα

Μέσα σε μυστήριο
Μέσα στα άχραντα μυστήρια
γεννήθηκε με σκέψεις Θεϊκές

ΡΟΜΦΑΙΑ

Έρχεσαι από τα αθώα
μνήμη ανέγγιχτη

Η ζωή τρέμει
δίχως να φταίει του θανάτου ο άνεμος
Η ζωή τρέμει
όταν οι πέτρες ματώνουν
προπάντων
όταν το φίδι αλλάζει φορεσιά

Η προδοσία.
Χάθηκε η άσπρη μαργαρίτα
Σφραγίστηκαν οι αγκαλιές
Σ’ ένα συρτάρι χώρεσε ο ουρανός
Βεντάλια πέτρινη ασήκωτη.

Η θλίψη ντύνεται Ρομφαία

ΜΑΤΙΑ ΑΘΩΑ

Ανθός μιας νύχτας
των κρίνων του γιαλού
Μυρτιά του βράχου
Θωπεία τ’ ουρανού

Μάτια Αθώα
Της πέτρας σμίλη
Αγριοπερίστερα ορφάνιας
Στασίδι του εσπερινού

Μάτια Αθώα
Βουρκώνει το βλέμμα αγιοσύνη

ΑΡΧΗ ΤΕΛΟΣ

Ομολόγησε η αρχή:
Γέμισε η κούπα της αγάπης

Στον χρόνο,
δεν σώθηκες πυρπολημένη Σμύρνη

Η μάνα του Εφιάλτη είχε όνομα.
Το μονοπάτι του,
μακρύ, ακούραστο, αχαρτογράφητο

Στο βωμό το «Αθώον»

ΑΠΟ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

Μάνα
δες της αυλής μας τα κυκλάμινα
Ήταν κίτρινα
Απόμειναν δίχως χρώμα

Μου είπες,
Χθες πήραν τον Πατέρα σου μακριά
Τον αποχαιρέτησα με τα κίτρινα κυκλάμινα
Το χρώμα γλίστρησε
Έβαψε κίτρινο το στόμα του

Μάνα
δεν θέλω να σ’ αποχαιρετήσω
Δεν έχουν χρώμα της αυλής μας τα κυκλάμινα

ΟΛΕΣ

Στα ζάρια,
Οι αρετές
Τα τιμαλφή
Τα αγόγγυστα
Τα πένθη των παθών

Της Πηνελόπης
Το υφαντό της
στον Αχέροντα να φθάσει

Της Κασσιανής
Στο αναλόγιο της Ταπεινής
Ποιος ο Θεόφιλος που περιμένει
τους στίχους της να συμπληρώσει

Της Υπατίας
Της Σαπφούς
Της Κλεοπάτρας
Της Πολυδούρη

Μιας μοναχής
Μεσ΄ στο κελί του κλέους της
με πρέποντα στεφανωμένη

-Μιας σκέτης Μάνας

Μόνες

Πες μου

Γυναίκα Σομαλή

Πώς σφάζεται του Έρωτος το θέλγος

Η ΣΚΙΑ

Πώς να σε ντύσω
Πώς να σε βάψω
Να σου φορέσω ψηλά τακούνια
ψηλόλιγνη φιγούρα;
Πώς τα μαλλιά σου να χτενίσω
να γράψουν λέξεις να τις δω

Σου ζήτησα να φέρεις χρώματα
Του καραβιού σου τα πανιά να ζωγραφίσω

Άσπρα τα θέλεις τα πανιά σου

ΠΑΝΤΑ ΠΑΝΤΟΥ

Η Αλήθεια!
Τόσα φωνήεντα μαζί,
φωνάζουν.
Φωνάζει

Πνίγηκε η Θάλασσα
όταν κατάπιε το ψέμα σου

.

ΑΔΕΙΟΙ ΣΤΙΧΟΙ (2012)

ΣΕ ΕΙΔΑ, ΓΗ, ΠΟΛΥΧΡΩΜΗ ΒΙΤΡΙΝΑ

Μες απ’ του ήλιου τις περασάδες
τ’ άβροχα βότσαλα θαλασσινής αυλής
τους ψιθύρους των δέντρων που σκορπίζουν τη γύρη
τον ξέγνοιαστο ορίζοντα που αστράφτει την αιωνιότητα
το βλέμμα της δύσης που κλείνει το χορό

Σε είδα, Αρετούσα, με τ΄ απελπισμένα σου δάκρυα
κι εσένα, τεθλιμμένε γέροντα, με τα στεγνά σου μάτια

Σε είδα, γη, πολύχρωμη βιτρίνα

***

Έρωτας και Θάνατος τονίζονται στην πρώτη συλλαβή
Μα η Ζωή στην τελευταία

***

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΑΞΗ

Ο κότσος των μαλλιών σου σταθερός
κρυμμένα μέσα όλα τ’ ανεκπλήρωτα
Ο καθρέπτης πίσω απ’ την πόρτα
ανοιγόκλεινε τη ζωή σου

Τόλμησες πριν απ’ το τέλος
Μαλλιά λυμένα, ξανθά, σγουρά
και κόκκινα χείλη
Έτσι να τ’ αγγίξει ο έρωτας
Είπες, να δω τον καθρέπτη

Η ΣΤΙΓΜΗ

Τα νιάτα φέρνουν βόλτες
Αβάσταχτα τα δικά της

Χαράζει τη στιγμή
Μ’ ένα χαμόγελο στο τζάμι το θαμπό, η μέλισσα το μέλι της αφήνει
Μ’ ένα λουλούδι, μοσχοβολιά με τις ματιές περαστικών
Κι η θάλασσα γεμίζει πέταλα, φρέσκα για τον γάμο της

Η εικόνα δεν είχε επανάληψη

ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Η Ιουλία, η Αυγή, η Ευανθία
Κύκλος χορού στη μέση της αυλής
Τα νιάτα αναδύονται, δροσίζουν την κληματαριά
και οι χυμοί των σταφυλιών τα στήθη τους μελώνουν
Έτσι καλούν τον Έρωτα

ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Τη σιωπή σου έχτισες με πέτρες
που ζέσταιναν αναπνοές παιδιών
Τον θυμό σου δεν τον δώρισες
ήθελες δώρα πάντα ακριβά
Κοίταξες των ενοχών τις φιγούρες
Τι κρίμα
Σε περίμεναν ακόμη

ΤΕΛΟΣ

Ανάστατες θάλασσες
στη διαπασών της Ιστορίας
Μαρμάρινη Κλεοπάτρα
υποκλίνεσαι στο απόγειο των αισθήσεων
Στις χούφτες σου ο ήλιος
Περίμενες το πλοίο του πολέμου
Δεν άργησαν να έλθουν τα κακά μαντάτα
Ο ήλιος πήγε ξανά στη θέση του

ΠΟΡΤΡΕΤΟ

Ο κύριος με το μαύρο καπέλο του
λίγο λοξά
όπως λοξό και το βλέμμα

Η γραμμή που διαγράφει τη μύτη
λίγο πριν τελειώσει τον προορισμό της
χάνει την ισορροπία της
λοξά και αυτή τελειώνει

Λοξά δεμένη κι η γραβάτα

Πώς όλα τούτα τα λοξά
να τα ισιώσει μόνο με το χαμόγελο;

Έτσι και το μειδίαμα λοξό του βγήκε

Σ’ ΕΣΕΝΑ

Σκιές ηρώων πάνω σε αχυρένια βουνά

Μικρό παιδάκι
ζήτησες σε κατακόμβες να ελευθερωθείς

Μεγάλωσες
και η σκιά σου δεν φάνηκε στα βουνά

Έφυγες
-τι ειρωνεία!—
κοιτάζοντας κατάματα τους ανθρώπους

Η ΝΗΣΟΣ ΔΗΛΟΣ

Άδηλη, δήλος πέτρα
Αναδύεται και συναντά ανέμους και φως
Ρίχνει τις άγκυρές της στα κοράλλια του βυθού

Και η πέτρα γέννησε πέτρες
Έγιναν κίονες ψηλοί
να προλάβουν να φορέσουν
τα στεφάνια των Θεών, που σμίλεψαν το κάλλος

Οι άνεμοι δεν σκόρπισαν τις στάχτες της
Έπρεπε να μείνει Δήλος

ΥΠΟΓΕΙΑ ΖΩΗΣ

Ένα παιδί με καλάμι διώχνει τον ήλιο κάτω απ’ τα
πόδια του
Αλήθειες, γυμνασμένες με ψέματα
σε κουρασμένα χαμόγελα
Ελπίδες, ακάνθινες σταγόνες βροχής
σε πέτρινα άνθη
Ψυχές, παράλογα ζωγραφισμένες
σε υπόγεια ζωής
Εισιτήριο εισόδου
σε σκλαβοπάζαρα ηρώων
Της αισχύνης τα αλλότροπα
εκλιπαρούν για ζωή
Νεκρά σώματα στην ανάστασή τους
χειροκροτούν το Τέλος
Οι θάλασσες στάζουν μέλι κι αλμύρα οι μέλισσες

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΞΑΓΡΥΠΝΑ

Στο αθόρυβο βήμα σου που ενοχλεί τους άλλους
Στο χάδι που παγώνει το χέρι σου
Στα λόγια μαστίχα στα χείλη τους
Στις φωτογραφίες-χαμογελάστε, παρακαλώ-

Στις άφωνες αλήθειες

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΙΑΣ

Μεσίστια ζωή
Χρώμα στις βαθιές ρυτίδες
Τα όχι κτίζουν ξερολιθιές
Τα βλέφαρα σκεπάζουν λάθη
Με φως εσπέρας διάβασαν τις λέξεις της ζωής τους
οι γιορτές τους μέσ’ από καθρέπτες

Η θάλασσα
όμορφη με μελανά φεγγάρια
Κι ο ουρανός
με συρματόπλεγμα κι αστροφεγγιά

Τον κόσμο τους τον κέντησαν
Τον έκρυψαν, μήπως και ξεθωριάσει
Ξεχάστηκαν

Τα Πρόσωπα της Ερημιάς
χαμένα μες στον ίσκιο τους, στο ξέφωτο του χρόνου

ΑΤΕΛΕΙΩΤΑ

Γέφυρα πνοής αγεφύρωτης, το μπλε τ’ ουρανού
Αστέρια στη γλάστρα μου μεσουρανούν στην κάμαρά μου
Της ψυχής μου τα σύνορα, οι μίσχοι λουλουδιών
Χρωματισμένες σκέψεις, στ’ ακατοίκητα του μυαλού μου
Αγάπες ασπρόμαυρες

Δενδρόφυλλα χαμόγελα στη μοναξιά του αετού
Και το φως ατελείωτα έρχεται

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΕ ΤΟΝ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ
ΓΙΑΤΙ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΕ ΤΗΝ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ (2024)
ΛΙΝΑ ΦΥΤΙΛΗ

Φωνές από το παρελθόν

frear.gr 06/11/2024

Στο τέταρτο ποιητικό της βιβλίο η Μαρία Γερογιάννη, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μανδραγόρας, με τον ευρηματικό τίτλο Ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη γιατί ερωτεύτηκε την Πολυδούρη, ανιχνεύουμε εικόνες της ζωής, που μέσα από την αφαιρετική διάθεση, τη λιτότητα, την ειρωνεία, ωθούν την πραγματικότητα ν΄ αποκαλυφτεί όπως ακριβώς είναι: άλλοτε σκληρή, αμφίσημη, ερωτική, άλλοτε πιο ανάλαφρη.

Στα περισσότερα ποιήματα, η δυναμική του λόγου υπερισχύει, ιδίως στα ολιγόστιχα, όπου οι ιδέες, η εκφραστική κι ο ρυθμός συνυπάρχουν.

«Ουδέν κακό
τα σωσίβια ρυπαίνουν –
διαμαρτύρονται οι ακτές

Χορός:
Οι νεκροί ανακυκλώνονται», (σελ. 25)

Ο ερωτισμός, υπόγειος αλλά σθεναρός, εξυψώνει την ανθρώπινη φύση, υποδηλώνοντας τις αντιφάσεις της. Ο έρωτας δεν είναι εύκολη ιστορία, μας λέει με τον τρόπο της, η ποιήτρια. Έτσι στο ποίημα «Σ΄ αγαπώ», η ειρωνεία κυριαρχεί: «Όταν σου ʼδινα το πορτοκάλι μου, δεν μ΄ άρεσε το μήλο σου», σελ 10.

Στο επίκεντρο, ο Καρυωτάκης κι η Πολυδούρη περιφέρονται σαν σκιές, μετρώντας τις απώλειες του αξέχαστου έρωτά τους, καθώς η ποιήτρια τους δίνει φωνή κι υπόσταση, λόγο και παρουσία.

«Εκεί στην Πρέβεζα,
το κωδωνοστάσιο απέναντι στο παράθυρό σου
έφταιξε
κι η σφαίρα, Καρυωτάκη, διέσχισε το ρήγμα του μυαλού σου
ή μήπως μια φωτογραφία σου σ’ ένα συρτάρι
έκλεινε άνοιγε τη μέρα σου;

Τζαζ σε Ιρλανδέζικη παμπ στη Νέα Υόρκη
θα εξοστράκιζε τη σφαίρα; (Αλλού, σελ. 33)

Σε αρκετά σημεία, ο λόγος της Γερογιάννη γίνεται αποφασιστικός, αιχμηρός, δεν παύει να εκπλήσσει. Γυναικείες μορφές παρελαύνουν από τα ποιήματα, με τις οποίες η ποιήτρια συνομιλεί ανιχνεύοντας τις κρυφές τους σκέψεις –πρόσωπα που τα κατάπιε η εποχή αλλά άντεξαν στον χρόνο, όπως η Κλυταιμνήστρα, η Silvana Mangano, η Κασσιανή, ή ένα πλήθος ανώνυμων γυναικών, αλλά και αντρικά πρόσωπα, όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Παλαμάς, ο Παπαντωνίου, ο Ευμένης, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Όσκαρ Ουάιλντ. Πρόσωπα παιδεμένα, που μέσα τους έχει πετρώσει η δυσκολία, το αδιέξοδο, η μοναξιά, ο χαμός.

«Για όσους προσδοκούν τη δικαίωση–
στη γροθιά, το πορτοκάλι στύβεται», γράφει. (σελ. 43)

Οι ανθρώπινες σχέσεις έρχονται στο προσκήνιο, η αδυναμία της συνύπαρξής μας με τους άλλους επιβεβαιώνεται μέσα από τη δυσκολία στην επικοινωνία, τη σιωπή, τον φόβο, την παραίτηση, την απόρριψη, την τιμωρία.

«Μαζεύουν ξύλα –
Μικρά να σε ζεστάνουν
Μεγάλα για τον σταυρό σου» (σελ. 22)

Η ποίηση της Γερογιάννη, ξετυλίγεται άλλοτε παραβολικά, άλλοτε μεταφορικά, κάποτε ειρωνικά, πάντως, με αβίαστη φυσικότητα. Στο κέντρο της θεματικής της, ο έρωτας, η μοναξιά, η ιστορία, το αίνιγμα της ύπαρξης κι η ποιητική συνείδηση που κυριαρχεί, μας θυμίζει πως το γράψιμο είναι «σαν το ράσο του μοναχού που σαρώνει τον δρόμο, σαν τα τακούνια της τροτέζας που χαράσσουν τα πάθη», μια απολύτως μοναχική ιστορία –με δύναμη, ωστόσο, ν’ αναστήσει μέσα σε μια στιγμή τον πλέον, ξεχασμένο κόσμο.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Alan Schaller. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

ΛΙΛΑ ΤΡΟΥΛΙΝΟΥ

ΕΝΑ ΚΡΙΝΟ ΝΑ ΜΑΣ ΚΡΙΝΕΙ

http://www.periou.gr 02/11/2024

Σ’ έναν δίσκο – Ουρανός

Ο ήλιος ένα πιάτο
Φεγγάρι το ποτήρι
Ένα κρίνο –να μας κρίνει!
[“Στη ζωή”, σελ. 9]

Με το εναρκτήριο ποίημα, μια επίκληση όχι στη Μούσα, αλλά στη ζωή, ανοίγει η Μαρία Γερογιάννη τη νέα της συλλογή με τον ευρηματικό τίτλο «ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη γιατί ερωτεύτηκε την Πολυδούρη», που απαρτίζεται από 50 ολιγόστιχα ποιήματα. Μικρές συνθέσεις που τις χαρακτηρίζει η επιγραμματικότητα, η αφαίρεση, η υπαινικτικότητα, το λεπτό χιούμορ, η ευαισθησία, η έξοχη συμπύκνωση. Τα θέματά της είναι η ζωή, ο έρωτας, η ποιητική τέχνη, η αποτύπωση της γυναικείας φύσης και εμπειρίας, η μοίρα του εγκαταλελειμμένου παιδιού, τα ανθρώπινα πάθη.

Η συνομιλία με τους δύο μεγάλους ποιητές του τίτλου της συλλογής, αντλημένη από τη δική τους μυστική συνομιλία μέσω της ποίησή τους αλλά και της ίδιας της ζωής τους, στηρίζει το δικό της περί έρωτος ποιητικό εγχείρημα.

Το ποιητικό υποκείμενο «ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη…»

Εκεί στην Πρέβεζα,
το κωδωνοστάσιο απέναντι στο παράθυρό σου
έφταιξε
κι η σφαίρα, Καρυωτάκη, διέσχισε το ρήγμα του μυαλού σου

ή μήπως μια φωτογραφία σου σ’ ένα συρτάρι

έκλεινε άνοιγε τη μέρα σου;

Τζαζ σε Ιρλανδέζικη παμπ στη Νέα Υόρκη
θα εξοστράκιζε τη σφαίρα;
[“Αλλού”, σελ. 33]

«…γιατί ερωτεύτηκε την Πολυδούρη»

Αγάπη μου,
απόψε τραγούδι θα σου πω
ν’ ανάψουν φεγγάρια
ουρανό να γεμίσουν τ’ αστέρια
Όμως
θα είμαι εγώ ο ουρανός σου, όπως κρίνω
Ηλιόλουστο σου τον προσφέρω ή
σε καρφώνω στα τσιγκέλια
που κρέμασα για σένα

Και τ’ άνθη του κάμπου μύρισαν λιβάνι…

Ο χορός:
Δεν χόρτασες την άνοιξη
Σε βρήκαν πάνω στις φτερούγες σου τα χιόνια
Πάγωσαν τα χέρια
από τα καλοκαίρια που δεν έζησες.
[“Στο όνομα της φτερούγας”, σελ. 32]

Είναι ο έρωτας που συγκλονίζει, ο λυσιμελής, ο βασανιστικός, ο πεισιθάνατος:

Τον νάρκισσο
τον είπαν μανουσάκι
κι ακόμη πως
το μάζεψε το μύρισε η Περσεφόνη
και άνοιξε η γη

Ο Πλούτωνας την άρπαξε
[άτιτλο, σελ. 14]

Και η φύση, με το φεγγάρι, τον ήλιο, τον άνεμο, τη βροχή, τις πασχαλιές, τα γιασεμιά, είναι σύμμαχος και συνεργός στην αποτύπωση των πιο μύχιων, των πιο λεπτοφυών συναισθημάτων, που αλλιώς θα έμεναν βουβά ή δυσανάγνωστα. Χάρη στη συμβολιστική λειτουργία της, η ποίηση, όπως και η λογοτεχνία, προβάλλει άρτιο όλον αυτόν τον κρυφό ή ημιδιαφανή κόσμο:

Θα κεντήσω ένα φεγγάρι
να στρώσεις στη νύχτα
τ’ αδιάβατα σοκάκια σου
Θα κεντήσω μια βροχή
να τρυπήσει το σύννεφο
που διψά το άφιλο δέντρο σου
Θα κεντήσω λέξεις αγάπης
να υψωθεί ο ουρανός σου

–Πόσοι πήχεις το ύψος σου;
[“Στέργω”, σελ. 17]

Το κεντρικό θέμα του έρωτα είναι κατεξοχήν συνυφασμένο με την ευαίσθητη γυναικεία οπτική, η οποία συμπυκνώνει όλη τη γυναικεία συνθήκη, την θαρρετή ομολογία για το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία, τη λαχτάρα για ευτυχία, την δίψα για ελευθερία, τη ματαίωση, την απελπισία, την διάψευση, τον ασφυκτικό κλοιό των κοινωνικών συμβάσεων. Τα ποιήματα αυτά είναι πολύτιμα, καθώς περικλείουν και αρθρώνουν όλη την αλήθεια της επώδυνης γυναικείας ύπαρξης και εμπειρίας, από παλιά μέχρι σήμερα :

Σε λένε Μυρτώ, Λεμονιά, Άννα, Δάφνη, Βαγγελιώ

Λείπει το κοκκινάδι απ’ τα χείλη σου
ήταν ωχρές η μάνα, η γιαγιά σου

Ο κήπος σου περιφραγμένος, και
πώς να το γεμίσεις φρέσκο χώμα;

Φεγγοβολά το φέγγος σου
να το στενεύουν, αφήνεις

Πέτρινες ζήλιες
παντοτινά θα κτίζονται

Δεν ήσουν σε κλουβί
είπες στο καναρίνι να βγει, εσύ να μπεις

Άρπαξε φωτιά το πέπλο
φούσκωσαν οι καημοί τα στήθια σου

Γνώρισες το μάνταλο
δεν ήξερες την πόρτα

Ήθελαν δαχτυλίδι να σου φορέσουν
εξήγησες την ασημαντότητα του μηδενός

Δεν πρόλαβες.

[“Αίτιο – Αιτιατό ΙΙ”, σελ. 31]

Απαισιόδοξη, λοιπόν, η ποίηση της Γερογιάννη; Ένα τσουρουφλισμένο τοπίο η ζωή της γυναίκας; Ατέλειωτη θλίψη, σβησμένη υπομονή; Όχι ασφαλώς απαισιόδοξη, ούτε καταγγελτική. Μάλλον υπαινιχτική και στοχαστική. Το τραύμα δεν επιδεικνύεται προς ψηλάφηση. Απλώς γίνεται ορατό μέσα από μια φροντισμένη εικονοποιία, ψύχραιμη και αισθητικά άρτια. Η οδύνη φιλτράρεται μέσα από την ποιητική της τέχνη. Οι θησαυροί των ποιημάτων της μπορεί να κομματιάζονται, να σκορπίζονται από μια χιονοθύελλα ή από άγριες πέτρες λιθοβολισμού…

[…] Γυναίκες,
Ξεχείλισαν οι χούφτες της ιστορίας
–από οξειδωμένα καράτια της εξουσίας σας
–από πέτρες του λιθοβολισμού σας
[“Αναφώνησε”, σελ. 26]

Όμως η ποιήτρια συναρμόζει, συνθέτει τα θραύσματά τους σε ένα σύνολο όπου μπορούμε να διαβάσουμε τις καθαρές λέξεις της αλήθειας.

Η τρυφερότητα, η ομορφιά και η ευαισθησία των στίχων της ως αντίδοτο στον πόνο και τη δυστυχία. Το απόλυτο άγγιγμα της ποίησής της.

Μόλις που χωρούσε
το πέταγμα της πεταλούδας
Χόρτασε

Πέταξε
[“Το απόλυτο άγγιγμα”, σελ. 44]

ΟΙ ΚΟΥΚΛΕΣ ΣΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΑΝ ΨΥΧΗ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ

FRACTAL 8/2/2023

Ο ποιητικός ασκητισμός της Μαρίας Γερογιάννη

Η Μαρία Γερογιάννη στο βιβλίο της «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή» ανιχνεύει τις βαθύτερες αλήθειες του κόσμου καθώς τα ποιήματα στοχεύουν στην αφύπνιση του σύγχρονου ανθρώπου. Με λιτή έκφραση, μικρές προτάσεις συχνά μονολεκτικές και άρα με σύντομη παρουσίαση των ιδεών της, δημιουργούνται εικόνες με ειρωνική απόχρωση στην παρέκκλιση του ανθρώπου από τα ουσιώδη.

Η ποιήτρια γράφει σαν να θέλει να διαθλάσει τον χώρο για να λυτρωθεί από τα ανθρώπινα αδιέξοδα. Η πρόθεση της να εκφράσει τα πράγματα στη γυμνότητα τους από κάθε ίχνος χρωματισμού ή οραματισμού καθιστούν πρωταγωνιστή κάθε της στίχο.

Η ποίηση της είναι ηθελημένα συναισθηματικά φορτισμένη. Με λιτό ύφος απόδοσης που γίνεται ουσιαστικά φωνή καθαρά προσωπική, ενδεδυμένη πάντα με ζητήματα υπαρξιακά και συχνά ερωτήματα ή υπομνήσεις που ζητούν απαντήσεις.

Επινοημένη έμπνευση, ποιήματα που απορρέουν από αναμνήσεις, εμπειρίες, επιθυμίες, επιζητώντας την ειρήνευση της ψυχής στα απέραντα μονοπάτια της απαξίωσης, της πνευματικής απομόνωσης, και της έκπτωσης των οραμάτων, αποδίδει μέσω των στίχων της όσα θέματα ταλανίζουν το νου της.

Ποίηση ουσίας , στίχοι φτιαγμένοι στα ακραία όρια αναζήτησης λες και ψάχνουν την απόλυτη αξιοπιστία των αντικειμένων και των ιδεών της ζωής. Η εκφραστική λιτότητα προσιδιάζει τον ποιητικό ασκητισμό της Μαρίας Γερογιάννη και στις τρεις συλλογές της.

τίτλοι: Άδειοι στίχοι. Φωνή φωνηέντων. Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή.

Από τη τελευταία συλλογή, «οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή» στο ποίημα

Η ομορφιά
Έχει μήνυμα.
Παραστέκουν
η κλαίουσα μνήμη
η λήθη υπομειδιώντας.

Με ποιητική συνείδηση εκλαμβάνει τη φύση των ανθρώπων σε μία οργανικά ολοκληρωμένη ενότητα να υπακούει στην ίδια η λειτουργική νομοτέλεια σαν μέσα από τη γραφή της να οραματίζεται έναν κόσμο μακριά από τα συμβατικά του σχήματα. το εκφραστικό μέσο απόδοσης μοιάζει ταυτισμένο από κάποιον αιώνιο νόμο απόλυτης αυτάρκειας της ανθρώπινης νόησης.

Η γραφή της παρεμβάλλεται και φωτίζει αποκτώντας εκείνη την αυτονομία μιας στερεής δόμησης που αρχίζει σαν ψιλή βροχή και γίνεται όμβρος δίνοντας μιαν άλλη μορφή στα πράγματα και στις ιδέες.

άτοπα
κλουβί για τον αετό
Γκουρμέ πιάτο στον αυτόχθονα του Αμαζονίου
Κολονάτο ποτήρι στο διψασμένο παιδί της Αφρικής
Εξέδρα να χορεύει το εγώ.

Μικρά περιεκτικά με τις κατάλληλες λέξεις να προσφέρουν το πλήρες νόημα προσφέρουν την αυθεντικότητα και την ανταλλαγή αισθήσεων.

Στη σκιά
το δέντρο
γράφει για σένα ποίημα,
μου είχες αόμματα εκμυστηρευτεί
-Όταν καθίσεις στη σκιά του

Τα ποιητικά έργα της Μαρίας Γερογιάννη, ανεξάρτητα από τις συνθήκες και τους όρους της σύνθεσης τους, είναι ενδιαφέροντα καθώς ανταποκρίνονται στις απαιτητικές προσωπικά αισθητικές και νοητικές ανάγκες της, να βλέπει και να νιώθει τα πράγματα με διεισδυτική ματιά και με καίριες λέξεις να παρουσιάζει το εκφραστικό της περιεχόμενο μορφοποιώντας τη θέαση του κόσμου.

Οι άνθρωποι πλάθουν έργα, οι ποιητές λόγο καθώς υψώνονται πάνω από τις συνθήκες της ζωής και οι στίχοι της εν προκειμένω, ξεπερνούν την πίεση της φυσικής ανάγκης είτε αυτά -τα ποιήματα- αναπαριστούν την πραγματικότητα – την εκφράζουν- ή την συμβολίζουν, δεν παύουν να απευθύνουν ερωτήματα και συχνά τα ίδια να δίνουν απαντήσεις.

Ποιήματα που απευθύνονται σαν καλέσματα για μιαν άλλη αισθητική προσέγγιση του κόσμου σαν ερεθίσματα για άλλες αισθητικές εμπειρίες ή απλά σαν έκκληση να δείξουν τα πράγματα αλλιώς ως προσέγγιση της πραγματικότητας.

Η ποίηση, γενικά, θα έπρεπε να συναγωνίζεται το επιστημονικό και φιλοσοφικό έργο, αλλά δεν περιμένουμε κανονικά από την ποίηση να μας πει την αλήθεια όπως αποδεικνύεται από την επιστήμη και τη φιλοσοφία. Τα έργα της προσφέρουν εικόνες ενός κόσμου ιδιωτικού ή όπως συχνά συμβαίνει, οι ποιητές να εκφράζουν μια συγκατάνευση αυτού που είναι παρέχοντας υποστήριξη σε ιδεολογικό επίπεδο της κατεστημένης πραγματικότητας. Ίσως κάτω από αυτό το νόημα, η Μαρία Γερογιάννη, εργάζεται ως διαχειρίστρια ιδεών και αξίων που είναι διάχυτες γύρω της, παρά σαν εκφραστή της πραγματικότητας αλλά πάντα διυλισμένα από την πνευματική δυναμική των προσωπικών της συναισθημάτων. Τα ποιήματα της απευθύνονται σαν αντικείμενα που ξεπερνούν τη χροιά του ευκταίου περιβάλλοντος και που υπόσχονται να μας προσφέρουν αξιόλογες πνευματικές εμπειρίες.

.

ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ

ΘΕΥΘ Τ.14 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2021

Ποιήματα πινελιές, ποιήματα εικόνες, στη νέα συλλογή της Μαρίας Γερογιάννη.

Που με πολύ λιτό λόγο αναδίδουν τρυφερότητα και ήσυχη μελαγχολία.

Κάποιες πλατείες
καρδιά μου
έχουν την κατήφεια
των γερασμένων ευκαλύπτων τους
(«Η πλατεία»)

Προσεκτικοί αλλά και απρόσμενοι συνδυασμοί λέξεων μιλούν για τη ματαίωση, το κενό, την αδικία, τον πόνο, την απώλεια. Έτσι έχουμε το ανήλιαγο παιδί, τα ευσυγκίνητα παλτά, τις ανήμπορες τσέπες. Αλλά και τις γυάλινες γειτονιές και τον άνεμο παρακαλετό. Οι κούκλες που δεν είχαν ψυχή, τη βρίσκουν ως συναίσθημα, μέσα από τα χρώματα, τις μνήμες, την αναζήτηση της αγάπης, με τη γραφή.

Αν σε αναγνωρίσω

Από το μελάνι της γραφής σου V
το πενάκι που σκιτσάρεις
τις αξημέρωτες νύχτες σου
Από το μνήμα της μνήμης σου
που ευλαβικά ακουμπάς
Από το λουλούδι που φύτεψες
σε έναν απόμερο κήπο
Από το βραχάκι της θάλασσας
που διάλεξες, το κύμα
να δροσίζει τις ερήμους σου

Θα σε έχω γνωρίσει

.

ΦΩΤΕΙΝΗ ΦΛΩΡΟΥ

ΠΕΡΙ ΟΥ 20/11/2021

«Έγραφε ποιήματα
Να ‘ρθει η άνοιξη»
(Από ποίημα της συλλογής)
Κι αν ακόμα οι κούκλες δεν είχαν ψυχή – όπως τα άψυχα, που όμως τη δική μας μεταγγίζουμε – οι δικές σου, Μαρία, καμωμένες από μια γραφή ευαίσθητη, έναν στοχασμό βαθύ και τρυφερό, ενίοτε καταγγελτικό ή υποδόρια ειρωνικό, με τις δικές τους ανάσες, τον λογισμό και τη φαντασία του αναγνώστη ζωοποιούν.
Με πέντε «φιλολογικές» επισημάνσεις – παρατηρήσεις η αναγνωστική προσέγγιση
Πρώτη επισήμανση, σε σχέση με τον τίτλο
Είναι αλήθεια πως ο τίτλος της συλλογής, « Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή», μέχρι το τέλος της ανάγνωσης δυσερμήνευτος και απόκρυφος φαινόταν. Ωστόσο κάποιοι στίχοι του Ρίλκε «Μονάχα εσύ ψυχή της κούκλας / μόνο για σένα /δε γινότανε κανένας να πει πού αλήθεια ήσουν» φώτισαν τη σκέψη και έδωσαν περιεχόμενο στον συμβολισμό. Την ψυχή των πραγμάτων, την ψυχή του κόσμου αναζητεί σε όλη τη συλλογή η Μαρία Γερογιάννη. Και την αγγίζει στις πιο απλές στιγμές του, στο ελάχιστο, στην ομορφιά και στην ασχήμια του, στη δύναμη της φύσης ακόμη και στην πιο απλή της μορφή, στην ποίηση.
Επισήμανση δεύτερη, σε σχέση με τη δομή της συλλογής
Η ποιητική συλλογή απαρτίζεται από 62 μικρής φόρμας ποιήματα
«Τι αγωνία
Πόσες λέξεις
Για ό,τι ένα κελάηδισμα
Έχει πει…»
Κάποια λίγο μεγαλύτερα. Τιτλοφορημένα – σε κάποια ο τίτλος ως πρώτος στίχος του ποιήματος λειτουργεί
«ΑΧ EDGAR LEE MASTERES
Τι έγινε και μίλησες
Για ποιητές ελάσσονες…»
Και άλλα άτιτλα:
«Περίσσεψε το χρώμα στο πινέλο
Για το χαμόγελο
Που σβήνει!»
Επισήμανση τρίτη, σε σχέση με τους ποιητικούς τρόπους
Αυτό που χαρακτηρίζει την ποιητική συλλογή της Μαρίας Γερογιάννη είναι η αφαίρεση, λόγος λιτός ,αλλά καίριος, με νοηματική πληρότητα. Συνθέσεις- φωτογραφίες, που εστιάζουν στο συγκεκριμένο, αλλά δίνουν και μια καταπληκτική προοπτική στοχασμού στον αναγνώστη, τα ολιγόστιχα ποιήματα, που αναπτύσσονται σε εικόνες, μέσα από τις οποίες το βλέμμα αγγίζει τα ορατά και εξωτερικεύει τα αόρατα, καθώς τα μετατρέπει σε δυνατές παραστάσεις. Αλλά και εικόνες υπερρεαλιστικές, κάποτε συμβολικές, « έβγαλαν φτερά και τ’ άνθη / σού ‘φυγαν» Επιφωνήματα, αντιθέσεις, τολμηρές συνθέσεις επιθέτων, που υποστηρίζουν στέρεα τη μεταφορά, « ανήλιαγο παιδί», «ευσυγκίνητα παλτά», «ανήμπορες τσέπες», «άβαφο χαμόγελο».. Και σαρκαστική διάθεση στον επιλογικό στίχο, συχνά με κενό από την υπόλοιπη γραφή. Ενώ μια λανθάνουσα ειρωνεία διατρέχει τον ποιητικό λόγο, έμμεσο σχόλιο στα τερτίπια της ζωής και των ανθρώπων.
Επισήμανση τέταρτη σε σχέση με τα ποιητικά θέματα και νοήματα.
Η ομορφιά, η μοναξιά, η ματαίωση και η διάψευση – σαν τις κούκλες που δεν είχαν ψυχή- η υποκρισία, η αλλοτρίωση, η ανισότητα, η βία, που ασκείται στη φύση, ο χρόνος, ο θάνατος, η γυναίκα, η ποίηση.. θέματα, που απασχολούν το ποιητικό υποκείμενο και που, με πολλή ευαισθησία, χαμηλόφωνο τόνο, αλλά και σαρκαστική, ειρωνική διάθεση προσεγγίζει. Στίχοι όπου συναντάς άλλους ποιητές, πίνακες ζωγραφικής, την ιστορία και τη μυθολογία
«Μεγάλο
Ανήλιαγο παιδί μου
Πόσο ψωμί ακόμη σού χρωστούν!»
«Βάλαμε
Το αηδόνι στο κλουβί
Στη γυάλα το χρυσόψαρο
Στη γλάστρα παπαρούνες και
Τη ζωή να συλλαβίζει τα τρία γράμματά της»
Επισήμανση Πέμπτη, σε σχέση με τον ρηματικό χρόνο.
Το παρόν κυρίως με τη μορφή παραινετικού λόγου, «και στο φεγγάρι / μην το πεις», «Κίτρινα φύλλα / στο χώμα/ Προλαβαίνεις», «Μη στεναχωριέσαι / καλέ μου Φεβρουάριε», « μη φοβάσαι / έχεις παρέα τον ήχο σου» ή μιας πράξης που συντελείται τώρα με απόηχο στον χρόνο «Το δέντρο / γράφει για σένα ποίημα», «Η ΟΜΟΡΦΙΑ / έχει μνήμα» « Κάποιες πλατείες / καρδιά μου / έχουν την κατήφεια / των γερασμένων ευκαλύπτων τους». Και το παρελθόν, για πράξεις βιώματα και γεγονότα συντελεσμένα ή επιθυμίες, « Με καλάμι χάραξες τα σύνορά σου», «Κουράστηκαν τα στήθη / χόρτασες ζωή», «Ήθελε να ήταν βιβλίο».
Η ποίηση της Μαρίας Γερογιάννη, μια ποίηση χαμηλόφωνη, με πυκνότητα και συνάμα λιτότητα λόγου, αφαιρετική και εικονική, συναισθηματική και υπαινικτική, χαρακτηριστικά άλλωστε του συνολικού ποιητικού της λόγου, σαν αύρα, σαν πρωινό φως με την τρυφερή διαύγειά του, αγγίζει τον αναγνώστη. Ένα χαμόγελο τρυφερό, ενίοτε πικρό ή και στοχαστικό η γραφή της
«Το χαμόγελό της (σου)
Στολίζει τον άλλο»
με μια μικρή παραλλαγή – παρέμβαση στο τελευταίο ποίημα της συλλογής.
«Στην άκρη της γης
Μια καλύβα στον πάγο
Διάβαζε Καμύ Νίτσε Τουρνιέ
Έγραφε ποιήματα

Να ΄ρθει η άνοιξη»
Μια Άνοιξη η ποιητική συλλογή της Μαρίας…

.

ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

CULTUREBOOK 5/8/2021

Η αναζήτηση της αυθεντικότητας στην ποίηση της Μαρίας Γερογιάννη

Στην άκρη της γης
Μια καλύβα στον πάγο
Διάβαζε Καμύ Νίτσε Τουρνιέ
Έγραφε ποιήματα

Να ‘ρθει η άνοιξη[i]

Η νέα συλλογή ποιημάτων της Μαρίας Γερογιάννη «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή» (Περισπωμένη 2021) απαρτίζεται από ολιγόστιχα ποιήματα με αφαιρετικό και ακαριαίο νόημα. Αντανακλούν μύχια συναισθήματά της, την αγάπη της για τη φύση, αλλά και τον σαρκασμό για κοινωνικές καταστάσεις και συμπεριφορές.

Τα ποιήματα χτίζονται με στίχο λιτό και απέριττο. Σαν φωτογραφικά στιγμιότυπα αποτυπώνουν στιγμές. Οι στιγμές είναι λέξεις, γράφει η ίδια σε σχόλιο που αφορά τη συλλογή.[ii] Ξεδιπλώνουν αισθήσεις και αισθήματα, αναπολούν εμπειρίες.

Η συλλογή της Μαρίας Γερογιάννη, προσηλωμένη στη μικρή φόρμα, εστιάζει στη στιγμή αποτυπώνοντας το φαινομενικά ασήμαντο, που ωστόσο εσωκλείει ένα συναισθηματικό βάθος, έναν προβληματισμό, μια εμπειρία. Τα ποιήματά της μοιάζουν με στιγμιαίους ήχους. Μέσα στην αφαίρεσή τους θησαυρίζουν το κεκαλυμμένο συναίσθημα. Σκιαγραφούν τη μοναξιά, τη ματαίωση, τη μνήμη, τη ζωή με την ομορφιά και τις διαψεύσεις της.

ΣΤΗ ΖΩΗ (σελ. 13)

Την εράσμιά σου όψη
πλειστάκις απαρνήθηκες, Ζωή
[…]

Όμως
είσαι η Φορναρίνα του Ραφήλ
Χρωματισμοί

Εις τους αιώνες…

Η ποιήτρια αποτυπώνει τις συναισθηματικές της διαθέσεις με τρόπο συμβολιστικό, μέσα από την περιγραφή αντικειμένων τα οποία μετατρέπει σε σύμβολα. Με τον τρόπο αυτό εκφράζει τις πιο μύχιες και ρευστές καταστάσεις της ψυχής. Η φύση γίνεται ο καλύτερος σύμμαχός της.

ΕΠΤΑΣΦΡΑΓΙΣΤΟ (σελ. 10)

Και στο φεγγάρι

[…]

Στη γέμωση
γεμίζει μυστικά
Στη λίγωση
τ’ αδειάζει

Στη συλλογή «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή» η Μαρία Γερογιάννη είναι έμμεσα καταγγελτική. Ορθώνεται σε αντίθεση με τον κόσμο του φαίνεσθαι και της υποκρισίας. Στηλιτεύει την κακία και την εγωπάθεια. Καυτηριάζει την αλλοτρίωση του «πολιτισμένου» ανθρώπου και την απομάκρυνσή του από τη φυσική ζωή την καλοπέραση μιας μερίδας ανθρώπων στη γη και την αδυναμία κάλυψης ακόμη και των βασικών αναγκών σε μεγάλο μέρος του κόσμου. Σαρκάζει τα προσωπεία, την επιτηδευμένη και «δήθεν» συμπεριφορά, αντιστρατεύεται το ψεύδος και την προσποίηση. Αναζητά την αυθεντικότητα. Τα ποιήματά της εμπεριέχουν μια υποδόρια ειρωνεία.

OLD TOWN – OLD LIFE (σελ. 11)

Η old lady
με το φίλτατο ζωάκι
στην αγκαλιά της.
Υπερχείλισαν τα χαμόγελα των περαστικών

[…]

Καυτηριάζει επίσης την κουλτούρα του μαζικού, όπως και την κοινότοπη αστική καθημερινότητα.

ΕΓΚΩΜΙΟ (σελ. 24)

Βάλαμε
το αηδόνι στο κλουβί
στη γυάλα το χρυσόψαρο
στη γλάστρα παπαρούνες […]

Η θεματική της ποίησης της Μαρίας Γερογιάννη περιλαμβάνει τον χρόνο και τον θάνατο, τη γυναικεία φύση, αλλά και την ποίηση, με ποιήματα περί ποίησης. Οι στίχοι της συνομιλούν με άλλους ποιητές και ποιήτριες, με πίνακες ζωγραφικής ή με την ιστορία και την αρχαία ελληνική μυθολογία, σε μια εύστοχη και καίρια διακειμενικότητα. Στοιχεία της ποιητικής της έκφρασης τα επιφωνήματα, τα χρώματα, οι αντιθέσεις, η χρήση του επιθέτου, αλλά και η κορύφωση της σαρκαστικής διάθεσης στον επιλογικό στίχο.

Ο ρυθμός στους στίχους εξασφαλίζεται συχνά μέσα από ρυθμικές μονάδες που επαναλαμβάνονται, μέσα από φαινόμενα επαναλήψεων και ισομορφισμών.

ΣΤΟ ΣΥΝΟΙΚΙΑΚΟ ΚΑΦΕ (σελ. 46)

Ο καφές της
Το μωρό της
Το σκυλάκι της
Το μωρό της
Το σκυλάκι της
Ο καφές της
Το σκυλάκι της
Ο καφές της
Το μωρό της

[…]

Εκτός από την τεχνική του συμβολισμού, η Μαρία Γερογιάννη κάνει χρήση της υπερρεαλιστικής εικόνας, οπτικοποιώντας το συναίσθημα με τρόπο αυτόματο, αφήνοντας το ασυνείδητο να γίνει ο διάκοσμός του.

ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ (σελ. 56)

[…]

Το ήξερες το ήξεραν
προπάντων τις νύχτες
που γέμιζαν αστέρια οι γλάστρες σου.
Αφόρετη φωνή
Σε έλεγαν θεριό
μα ήσουν άγριο μπαμπάκι

[…]

Μουσικότητα και εικονοποιία στη συλλογή ποιημάτων της Μαρίας Γερογιάννη «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή». Μια λεπτή απαισιοδοξία και μια αδιόρατη γεύση πίκρας που εκφράζεται μέσα από δηκτική και σαρκαστική γλώσσα με καβαφικές καταβολές. Ποίηση ευαισθησίας, εκφραστική, με βλέμμα εσωτερικό και την ολότητα μιας στιγμιαίας εμπειρίας.

Ιχνογραφώντας λιτά και επιγραμματικά τις ακτίνες των επιθυμιών της η Γερογιάννη, με το βάθος του προβληματισμού των στίχων, ανοίγει τη βεντάλια των ανθρώπινων αναζητήσεων και σκέψεων. Τα ποιήματα της εκπέμπουν το αίσθημα της μελαγχολίας της Κυριακής, αλλά και έναν ενδόμυχο τρόμο για όσα τραγικά συμβαίνουν και για όσα επίκεινται να συμβούν.

Αξίζει να επαινέσουμε το πανέμορφο σχέδιο εξωφύλλου και προμετωπίδας του Μάνου Γερογιάννη που συνοδεύει την καλαίσθητη συλλογή.

ΚΛΑΨΕ (σελ. 37)

Μη φοβάσαι
έχεις παρέα τον ήχο σου
Ζεσταίνουν τα δάκρυα

.

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ Τ. 194 Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2022

Μαρία Γερογιάννη, Οι κούκλες σου δεν έχουν ψυχή, Περισπωμένη, 2021 Έντονος ο συμβολισμός στη νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Γερογιάννη, επιλογή πάντοτε πλούσια στα σημαινόμενά της, όπως και κάποιες σκηνές ποιητικές που ξεπερνούν τα λογικά πλαίσια και αγγίζουν τον άλλο τρόπο, τον υπερρεαλιστικό. Η λιτότητα των εκφράσεων καθοδηγεί την ποιήτρια στην πρόταξη του αναγκαίου λεκτικού οχήματος, προκειμένου να αποδοθεί η ουσία, η ψυχή των πραγμάτων – στόχος άλλωστε και κυρίαρχη ιδέα, όπως φαίνεται και από τον τίτλο. Οτιδήποτε χωρίς ψυχή επικρατεί γύρω της οχυρωμένο πίσω από ψεύδη και υποκριτική συμπεριφορά, κρίνεται σ’ αυτή την ποίηση. Έχει, άραγε, ο ποιητικός λόγος τη δύναμη να καταγγείλει ό,τι διαταράσσει τη φυσική τάξη του κόσμου εγκαθιδρύοντας την αδικία στη θέση της δικαιοσύνης και της ισότητας; Διαβάζοντας την ποίηση της Γερογιάννη λέω πως ναι. Κυρίως για την ευστοχία της, την εστίαση στο ελάχιστο πλην ικανό να δείξει τις πληγές εκεί ακριβώς που αιμορραγούν. Όταν είσαι σε μια καλύβα στον πάγο, η ελπίδα έρχεται κατά την ποιήτρια με την επισήμανση: Στην άκρη της γης/ Μια καλύβα στον πάγο./Διάβαζε Καμύ Νίτσε Τουρνιέ/Ι Να ’ρθει η άνοιξη. Αλλά και για την εισχώρηση του ελεγχόμενου συναισθηματισμού της μέσα στους στίχους της, εκφρασμένων πότε με επιφωνήματα και απευθύνσεις σε δεύτερο πρόσωπο, και πότε με εικόνες, που καθιστούν το ποιητικό αποτέλεσμα προσβάσιμο αναγνωστικά, παρά τις υπερβάσεις και τον συμβολισμό του. Βάλαμε/ το αηδόνι στο κλουβί/ στη γυάλα το χρυσόψαρο/ στη γλάστρα παπαρούνες, και/ τη ζωή να συλλαβίζει τα τρία γράμματά της («Εγκώμιο»), Εύστοχη η αναφορά της στην αναποτελεσματικότητα που έχουν κάποιες ποιητικές γραφές: Αφιλόξενες, κάποιες/ όπως/ «το αφιλόξενον»/! της εθνικής οδού («Κάποιες γραφές»), δίνοντας έτσι το αληθινό μέγεθος της ποίησης. Ποίηση με ψυχή. Σε μια έκδοση έξοχης αισθητικής από το εξώφυλλο (σχέδιο: Μάνος Γερογιάννης) ως την παραμικρή λεπτομέρεια.

.

ΦΩΝΗ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ
ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

FRACTAL 22/08/2018

Η ομιλία των φωνηέντων

Ο Ελβετός γλωσσολόγος Φερντινάν ντε Σωσσύρ χρησιμοποίησε τους όρους γλώσσα (langue), για να διακρίνει τη γλώσσα ως σύστημα ή δομή και τον όρο ομιλία (parole), για να επισημάνει οποιαδήποτε εκφορά στη γλώσσα αυτή, όπως για παράδειγμα ένα μυθιστόρημα ή ένα ποίημα.

Η Μαρία Γερογιάννη στην πρόσφατη ποιητική της συλλογή Φωνή φωνηέντων, από τις εκδόσεις Μελάνι, ποιεί ομιλία με τα φωνήεντα. Τοποθετεί στην αρχή τα λόγια του Raymond Queneau, «Είναι αρκετό ν’ αγαπάς τις λέξεις για να γράψεις ένα ποίημα». Και από τη δική της αγάπη για τις λέξεις δημιουργούνται σαράντα ένα ποιήματα. Θέμα τους, τι άλλο; Τα κλασικά ανθρώπινα προβλήματα: ο χρόνος, η προδοσία, η μνήμη, ο έρωτας, η ζωή, ο θάνατος.

Χρησιμοποιεί κυρίως τη μικρή φόρμα με τον κοφτό και πυκνό λόγο που περατώνει σύντομα τα νοήματα. Κύριο μέσο έκφρασης η εικόνα και ο λυρισμός. Ο στίχος είναι ελεύθερος, χωρίς ρίμα.

Οι καταστάσεις προσεγγίζονται μέσα από τα φωνήεντα. Τα φωνήεντα είναι αυτά που μιλούν, θλίβονται, στοχάζονται, ερωτοτροπούν. Το φωνήεν α έχει τη μεγαλύτερη χρήση, με αρκετούς τίτλους, στίχους να αρχίζουν από το γράμμα αυτό. Αγαλμάτινη, αρχή, άοπλα, απροστάτευτα, ανυπεράσπιστα, ανέσπερη.

Και τα δίψηφα σύμφωνα;

Μπ, ντ, τσ, τζ, γκ, γγ

Τα δίψηφα σύμφωνα
Δύσκολος ο ήχος τους
Στο τέλος άηχα καταλήγουν

Χρησιμοποιούνται κυρίως τα επίθετα και τα ουσιαστικά που εκφράζουν καταστάσεις, όχι ενέργειες. Το ρήμα, δηλωτικό πράξης, έχει ασθενέστερη χρήση. Σύνηθες σχήμα η ολική επανάληψη λέξης ή φράσης και οι παραλληλισμοί, επαναλήψεις δομής στην οποία προστίθενται καινούργια στοιχεία. Στη σύνθεση που ακολουθεί έχουμε επανάληψη λέξης (Αγαλμάτινη), παραλληλισμό (Στον απόηχο οροσειράς βλεμμάτων – Στον απόηχο των κρότων της φωτιάς ) και ένα μόνον ρήμα στο τέλος για να εκφράσει την ενέργεια των καταστάσεων που προηγούνται.

Αγαλμάτινη,

Στον απόηχο οροσειράς βλεμμάτων
Κορυφογραμμή,
βαθειά σκαμμένα μονοπάτια
Σπλάχνα ψυχής
Λυγμοί καμπάνας
Στάχτες σιωπών στους ανέμους των χαλασμών

Αγαλμάτινη,

Στον απόηχο των κρότων της φωτιάς
Λάγνος αφρός στα πέλματα των προσδοκιών
Απόσταγμα ορφάνιας των πουλιών
Ρυάκι από χείμαρρο που σβήνει

Τα επίθετα και τα ουσιαστικά τις περισσότερες φορές σχηματίζουν αυτόνομες λεκτικές εικόνες. Ο λόγος κατ’ αυτό τον τρόπο αποτυπώνει στιγμιότυπα, όπως συμβαίνει με το φακό στη φωτογραφία ή με τη ζωγραφική.

Στο τραπέζι.
Το λουλούδι ντεκόρ
Τέσσερεις καρέκλες
Άδειες οι τρεις
Αράχνη στα πέταλα

Ζωή
Όμορφα και εκεί ποζάρεις.

Μερικές φορές μια εικόνα αρκεί για να καταγράψει το συναίσθημα. Έτσι αποδίδεται το φευγαλέο. Η μελαγχολία του διατρέχει τις καταστάσεις. Μια αίσθηση παροδικότητας διαποτίζει τους στίχους μέσα από την οποία αναδεικνύονται τα πράγματα, η φύση, τα πρόσωπα. Ο αναγνώστης μένει στις στιγμές:

Όμορφη πού ‘ναι η βροχή Σαν στάζει στο ποτήρι σου!

Πόσο γλυκύς ο οίνος! Μέθυσε το θολό τοπίο και ευδιάκριτα υπέγραψε

Η σκέψη κινείται συνειρμικά με τη μνήμη να παίζει τον κυρίαρχο ρόλο. Το ποιητικό υποκείμενο χάνεται μέσα στην ανάμνηση, αφήνεται στο ταξίδι των ατάραχων εικόνων, όταν οι σβησμένες κάμαρες φωταγωγούνται.

Οι μνήμες ψιθυρίζουν Σελίδες
Υψώνεται ο ουρανός

Τα χρώματα του Κόσμου αναμειγνύονται
Η Ζωγραφιά

Σβησμένες κάμαρες φωταγωγούνται
Ατάραχες οι εικόνες ταξιδεύουν…

Στην ποίηση της Γερογιάννη ο λυρισμός μιλά με γλώσσα αμφίθυμη. Οι αντιθέσεις ισορροπούν επειδή εκκινούν από τη βεβαιότητα και την αποδοχή αυτής της αμφισημίας.

Η γη σαν αποδημητική Περσεφόνη, χαροκοπά αλλά και ξαναγεννιέται.
Την αρχή ακολουθεί πάντα το τέλος.

Το ποιητικό υποκείμενο αποδέχεται αυτό το δυισμό ως βασικό στοιχείο των πραγμάτων. Συμφιλιώνεται με τη συναισθηματική οδύνη που αφήνει στο πέρασμά της η δυαδικότητα των καταστάσεων και η συνειδητοποίηση του φευγαλέου, η αίσθηση του τέλους και οι χωρισμοί. Η θεματική εξάλλου κατακλύζεται από την αίσθηση του τέλους: η Ιθάκη σκεπάζεται από τη σκουριά του χρόνου, η μνήμη με την άσπρη μαργαρίτα καταλήγει θλίψη που ντύνεται Ρομφαία, ενώ οι έρωτες έχουν συνήθως unhappy end.

Η αμφισημία είναι βασικό στοιχείο στην ποίηση της Γερογιάννη. Στην αρχή προσεγγίζει τις καταστάσεις με λέξεις λυτρωτικές, με εικονοποιήσεις που αισθητοποιούν την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων. Αντί όμως να μείνει στη φωτοβόλα δύναμή τους, τις εκτινάσσει τελικά στο βάθος του ίδιου πηγαδιού από το οποίο τις ανάβλυσε. Ακόμη και στα ποιήματα που προσωποποιούν τις εποχές, εκεί όπου το πάρτυ των φωνηέντων και του λυρισμού σπέρνει αισιοδοξία, ευωδιές και χρώματα, έρχεται ο τελευταίος στίχος να ακυρώσει το όποιο θετικό συναίσθημα, να δηλώσει το αναπόφευκτο τέλος.

Άνοιξη χαμηλοβλεπούσα
Δες, πως ο ήλιος σου ολάνθιστος ταξιδεύει
Οι πεταλούδες μοιράστηκαν τις φορεσιές σου

Η Διηδάμεια, η Ιφιμέδεια

Πέταξες με τα φτερά τους
Θαμπώθηκες απ΄ το δικό σου κάλλος

Βουβός ο λυγμός του αμετάκλητου τέλους.

Τα περισσότερα επίθετα εξάλλου στη συλλογή έχουν ως πρώτο συνθετικό το στερητικό α-:

Άοπλα
Απροστάτευτα
Ανυπεράσπιστα

Μέσα σε τρένο της σιωπής
Ακούμπησες τη διαδρομή σου.
Οι σταθμοί
απροστάτευτα σκαλοπάτια,
ανέβαιναν ή κατέβαιναν
Πώς να αποφασίσεις

Αγάπες άοπλες,
πού να τις ανταμώσεις

Αγάπες ανυπεράσπιστες,
ποιος θα σας λυπηθεί
Η ίδια η αγάπη σάς απέπεμψε

Παρά όμως την αίσθηση του τέλους, οι στίχοι της Γερογιάννη έχουν έναν κυματισμό, κάτι το αιθέριο, κάτι το λεπτεπίλεπτο και ταυτόχρονα σκληρό. Εκπέμπουν έναν υπόρρητο ρομαντισμό, έναν αισθησιασμό. Είναι εξάλλου στίχοι εικαστικοί. Η φωτογραφία, η γλυπτική η ζωγραφική καθρεφτίζονται μέσα τους.

Το κάδρο έχει μόνο μία όψη

Σε ομιχλώδες τοπίο, η λιτή φιγούρα
αφαιρούσε το κόκκινο ένδυμα που
κάλυπτε τη γύμνια της.
Σώμα κυματισμός, μαλλιά του αέρα

Το ομιχλώδες τοπίο και το κόκκινο
η Φωτογραφία
Η γύμνια της απομονώθηκε από το έργο τέχνης

Δεν ενδιέφερε

Η Μαρία Γερογιάννη με εικονοποιήσεις, λόγο συνειρμικό, λυρικό και λακωνικό εκπέμπει μια ποίηση εσωτερική, υπαινικτική. Τα ποιήματά της μοιάζουν θραύσματα ψυχής που ισορροπεί ανάμεσα στη δραματική συνειδητοποίηση του ατελέσφορου των πραγμάτων και την ανάγκη διεξόδου μέσα από το λυρικό και ρομαντικό εγώ, ασχέτως εάν είναι τελικά αυτό που ηττάται. Για όποιον αγαπά την καλή ποίηση, η συλλογή Φωνή φωνηέντων είναι μια ξεχωριστή συλλογή που θα αγαπήσει.

Έρωτας

Το σώμα της,
σώμα της λύρας
Το βλέμμα του,
δοξάρι
Η νύχτα αγκαλιάζει

Τον Έρωτα τον τίμησαν
μ΄ όλα στα σύνεργα του φεγγαριού.

Άχρονη ατελεύτητη στιγμή
στην αιωνιότητα.

Μέσα σε μυστήριο
Μέσα στα άχραντα μυστήρια
γεννήθηκε με σκέψεις Θεϊκές.

.

ΑΓΓΕΛΑ ΓΑΒΡΙΛΗ

www.diavasame.gr Μάρτιος 2018

«Όμορφη που ’ναι η βροχή
Σαν στάζει στο ποτήρι σου»

Τα φωνήεντα δεν φωνάζουν, μα έχουν φωνή στους στίχους της Μαρίας Γερογιάννη: φωνή γυναικεία, σε μια ποιητική ώριμη που έχει δέσει καρπό.

Η Μαρία Γερογιάννη γεννήθηκε στο Ρέθυμνο. Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Από τη συμμετοχή της σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς: Πολιτιστικοί Αγώνες Δήμος Ηρακλείου 2006 -1ος ΄Επαινος Λογοτεχνίας (ποίηση), Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών “Δημιουργική Γραφή” 2014-Τιμητική Διάκριση. Το 2012 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική της συλλογή «Άδειοι στίχοι» και το 2017 η παρούσα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι.
Με βλέμμα που μοιάζει να αποτυπώνει στιγμιότυπα σε φωτογραφίες, η ποιήτρια αποδίδει εικόνες, στιγμές, πρόσωπα, συναισθήματα, ζωή με δύο λόγια, σε στίχους λιτούς, χωρίς πολλά στολίσματα και εντυπωσιασμούς εύκολους. Είναι χαμηλόφωνη η ποίησή της, εσωτερική, με μια τρυφερότητα που συγκινεί, όπως το δίστιχο που επέλεξα ως επικεφαλίδα, μα και με μια πικράδα να μένει στη γεύση για εκείνα που χάθηκαν, που δεν έγιναν, που δεν ειπώθηκαν. Κι έχει κάτι, κλειστό κι ολότελα δικό της, ένα αποτύπωμα ιδιαίτερο, που μπορείς να το νιώσεις μέσα από τους στίχους, μα δεν σου ανοίγεται παραπάνω.

Αλλού η γραφή ρέει συνειρμικά, μια σειρά από εικόνες όχι σκέψεις, αλλού πάλι μοιάζει πιο πολύ να γέρνει μέσα της και να επεξεργάζεται σκεπτόμενη, τα όσα καταγράφει. Τα συμπυκνωμένα ολιγόστιχα ποιήματα είναι οι καλύτερες στιγμές της συλλογής, κατά τη γνώμη μου, αλλά θα ξεχώριζα και άλλα, που με έκαναν να τα διαβάσω αρκετές φορές, όπως « Η ακλάδευτη μυρτιά», το «Πρόσωπο» και «Η σιωπή», με την οποία θα κλείσω αυτή την παρουσίαση:

Στοχάζεται.
Αναπολεί το πορφυρούν,
το ουρανί, το κίτρινο των σπαρτών,
τους θάμνους του ενός πρωινού

Τώρα
κουφάρια ξύλινα τα δάση

Και η σιωπή λαλέουσα:
Πόσο μεγάλωσες μικρό μου!
Έκανες και παιδιά

Περίληψη

Τα φωνήεντα δεν φωνάζουν, μα έχουν φωνή στους στίχους της Μαρίας Γερογιάννη: φωνή γυναικεία, σε μια ποιητική ώριμη που έχει δέσει καρπό.

.

ΑΔΕΙΟΙ ΣΤΙΧΟΙ
ΒΑΡΒΑΡΑ ΡΟΥΣΣΟΥ

www.e-poema.eu 20/10/2013

Σύγχρονες γυναικείες φωνές

Η Γερογιάννη παρουσιάζεται πρώτη φορά το 2012 με τη συλλογή Αδειοι στίχοι. Ο
τίτλος θέτει υπόρρητα ένα ερώτημα που κινητοποιεί την αναγνωστική απορία σχετικά
με την ίδια τη φύση της ποίησης και ειδικά για την παρούσα συλλογή. Γιατί Αδειοι
στίχοι; Είναι δυνατόν το κατεξοχήν ποιητικό υλικό, η γλώσσα, και η ποικιλότροπη
ρητορική της ποίησης να έχουν αποτέλεσμα άδειους στίχους Τη διατύπωση περί
κενού έρχεται να ενισχύσει το μότο «όπως οι άδειες αμμουδιές». Τίτλος και μότο
μοιάζουν να συλλειτουργούν ώστε η πεσιμιστική αρχή της συλλογής να μετατραπεί σε
αναγνωστικό παλίμψηστο. Ας σημειωθεί ότι τεχνηέντως αποφεύγεται η λέξη παραλίες
που παραπέμπει σε φθαρμένη γλώσσα του συρμού και επιλέγεται η λέξη αμμουδιές
όχι ως ποιητικότερη -δεν υπάρχουν εξάλλου ποιητικές και μη λέξεις- αλλά ως
φυσικότερη, και θα επανέλθω παρακάτω σε αυτόν τον χαρακτηρισμό. Οι άδειες
αμμουδιές και οι άδειοι στίχοι είναι άραγε η αδυναμία του ποιητικού λόγου να
εκφράσει το κάθε είδους άλεκτο με τις λέξεις Είναι παράλληλα και η ερήμωση, η
αποσάρκωση της ποίησης, όπως και της αμμουδιάς το χειμώνα; Ωστόσο, αν η
κενότητα συνυποδηλώνει το τέλος εποχής στίχοι και αμμουδιές δεν έχουν
παροπλιστεί αλλά βρίσκονται στην εξαίσια αναμονή της πληρότητας από τον
αναγνώστη. Προσδοκούν λοιπόν την εκπλήρωση, τις πολλαπλές ερμηνείες αναγνώσεις
ακόμη και παραναγνώσεις τον κολυμβητή που θα επιλέξει την άσκησή του και την
αναψυχή του μέσα στην πληθωρικότητα της γραφής και της ανάγνωσης. Αυτό που
φαίνεται, επομένως να κυρίαρχα’ είναι η αναγνωστική πρόκληση, η επιθυμία για
απόλαυση, για επαφή με την αμμουδιά όπως και με στους στίχους.
Οι Αδειοι στίχοι είναι ένα βιβλίο αποτελούμενο από 38 ποιήματα μικρής φόρμας. Αυτή
τη μορφολογική επιλογή δεν επέβαλε ο δισταγμός ή η αγωνία της πρώτης έκθεσης στο
κοινό αλλά ο ιδιαίτερος τρόπος της ποιήτριας. Η Γερογιάννη καλλιεργεί εμπρόθετα και
συστηματικά τα ολιγόστιχα ποιήματα επειδή η συντομία τους συλλειτουργεί, τρέφει
και τρέφεται από και με την απλότητα, τη λιτότητα, την αφαιρετικότητα, την
επιγραμματικστητα που ενίοτε εγγίζει το όριο της αποφθεγματικότητας. Αναφέρω ως
παραδείγματα το δεύτερο ποίημα της συλλογής το «Γυναίκα στο μπαλκόνι» και το
τελευταίο ποίημα «Το Πέρασμα».
Στην ποίησή της αν και το προσωπικό βίωμα αποτελεί το πρωτογενές υλικό, η
εσωτερική κατεργασία του από την ποιήτρια, το «αναγκάζει» να υποχωρεί στο
παρασκήνιο χωρίς να καταγράφεται και χωρίς να παρατίθεται απροκάλυπτο. Ετσι, η
συμπύκνωση και η αφαίρεση αποκαθαίρουν το ποιητικό βλέμμα από την προφανή
βιωματικότητα και επανακαθορίζουν μιαν άλλη, συχνά ανοικειωτική οπτική στα
πράγματα, χωρίς αυτό να συνεπάγεται τη σκοτεινότητα υπερρεαλιστικής ή
οποιοσδήποτε άλλης προέλευσης. Με την απίσχναση της αμεσότητας του βιώματος με
τον μετασχηματισμό του ποιητικού ερεθίσματος επιτυγχάνεται η καθολικότητα. Δεν
πρόκειται για ποίηση που μνημειώνει τη στιγμή, που αναδεικνύει την ατομική
περίσταση, αλλά με εκκίνηση το ατομικό στιγμιότυπο οδηγεί στην αποτύπωση της
καθολικής εμπειρίας. Η αναστοχαστική ισχύς του ποιητικού λόγου στην ποίηση της
Γερογιάννη επιχειρεί να απαλύνει τη ματαίωση, το κενό και τη φθαρτότητα μέσω του
αναστοχασμού που, στο τέλος κάθε ποιήματος αποτελεί την κορύφωσή του, γι’ αυτό
συχνά -πάγιος τρόπος των ποιητών- απομονώνεται από το σώμα του ποιήματος όπως
στα «Σε είδα, γη, πολύχρωμη βιτρίνα», «Τελευταία πράξη».
Η δομική αρχή της αντίθεσης διέπει πολλά από τα ποιήματα της συλλογής. Αντιθέσεις
λεκτικές ή εννοιολογικές-νοηματικές αποτελούν τον σκελετό στον οποίον συντίθεται
το ποίημα για ν’ αναδείξει με αυτόν τον τρόπο το νοηματικό του βάρος. Στο ποίημα
«Μόνο η μάνα του» ανιχνεύεται ο απόλυτα συγκροτημένος λυρισμός εμφανώς
εμπρόθετη επιλογή ακριβώς για να υπηρετηθεί η συμπίεση του βιωματικού στοιχείου
στο ελάχιστο. Επίσης γνώρισμα του ύφους της Γερογιάννη είναι η λιτότητα των
επιθέτων και εν γένει των εκφραστικών μέσων. Η φειδωλή χρήση τους και συμβάλλει
στον περιορισμό του λυρισμού αλλά και συνάδει με την αίσθηση απλότητας -και όχι
απλοϊκότητας- που είναι σαφές διακριτικό της ποιήτριας. Παρ’ όλα αυτά, επειδή κύριος
στόχος της ποιήτριας είναι η επικοινωνία, η αποψιμυθίωση του λόγου της δεν αίρει τη
συγκίνηση, βασική συνιστώσα του επικοινωνιακού χαρακτήρα της ποίησης. Σε αυτό
ακριβώς το σημείο επέμεινε και εργάστηκε η Γερογιάννη, και γι’ αυτό έδωσε και
ποιήματα όπου η μερική, έστω, αποκάλυψη του ποιητικού προσώπου φαίνεται
απαραίτητη για να μεταδοθεί η ένταση της συγκίνησης και να παγιωθεί η μέθεξη του
αναγνώστη, όπως στα «Η μοναξιά ξαγρυπνά» και «Σήμερα». Ωστόσο, παρά την
έκθεση του προσώπου αποφεύγονται προσεκτικά τα λεκτικά κλισέ και αυτό
προσμετράται στις νικηφόρες μάχες της ποιήτριας με τη γλώσσα της ποίησης.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι λέξεις της Γερογιάννη συνδέονται με χρώματα σε βαθμό που
η ποίησή της να ερωτοτροπεί με τη ζωγραφική ή να στηρίζεται στην εξεικόνιση αλλά
όχι τη ρεαλιστική αναπαράσταση αφού η εικόνα οριστικοποιείται και κλείνει σε
στοχασμό. Πολλά ποιήματα ξεκινούν από την εικόνα για να κορυφωθούν στον
στοχασμό-απόσταγμα, όπως τα «Εικόνα» και «Στον Έρωτα». Παράλληλα υπάρχουν
ποιήματα που εικονοποιούν την ποιητική φαντασία. Αλλά και σε αυτά η βασική αρχή
της Γερογιάννη, δηλαδή η προσεγμένη αφαιρετικότητα οδηγεί στην αποφυγή της
αφηγηματικότητας και στην πυκνότητα του ποιήματος, όπως στο ποίημα «Μαζί».
Ο Τάσος Λειβαδίτης είχε γράψει: «Μέσα απ’ το διάβασμα ενός καλού ποιητικού βιβλίου
ξέρουμε περισσότερα για τον κόσμο. Καταργείται η μοναξιά κι αρχίζει η ανθρώπινη
συνομιλία». Έχω την αίσθηση ότι ο απώτερος στόχος της Γερογιάννη, αλλά και κάθε
ποιητή, εμπεριέχεται σε αυτήν τη διατύπωση.

.

Η ΜΑΡΙΑ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

FRACTAL 18/01/2022

Να φανταστούμε τα ποιήματα σαν μια καντάδα, που με νότες αργόσυρτες εμπνέεται η συνέχεια. Ο ποιητής ονειρεύεται τη χαϊδεμένη του που θα χορέψει γύρω του, υπό τους ήχους της. Όμως η πραγματικότητα διαφορετικά ποιεί. Ο ποιητής ονειρεύεται, οι άλλοι τί;

Αυτό σαν εισαγωγή για το δύσκολο της, κατ’ αρχάς, έκθεσης των ποιημάτων, όπως και να μαζεύεις τα κομμάτια σου να φτιαχτεί το παζλ για να κατανοήσουν την ψυχή σου που τ’ αβγάτησε.

Πριν λίγο καιρό σε συνέντευξή μου στο ”Βook Press ”, νόμισα πως ”χαρτί και καλαμάρι” τα είπα για τη συλλογή μου ”Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή”- εκδόσεις Περισπωμένη. Όμως ποτέ δεν μπορείς να θεωρήσεις ότι αυτά που ειπώθηκαν, πως εδώ είναι το τέλος.

Έτσι μ’ ένα θερμό ευχαριστώ στην ομάδα του fractal που εμπιστεύτηκε τις σκέψεις μου, θα προχωρήσω με λίγα λόγια για ό,τι προϋπάρχει και συγκεκριμενοποιείται με την ποίηση.

Σαν να λέμε, πως θέλουμε να πιούμε ολόκληρη τη θάλασσα και στη συνέχεια να δείξουμε τα αφρίζοντα κύματα- τις γαλήνιες επιστρώσεις της- τους ιδιαίτερους για τον καθένα μας δρόμους που περπατά η ζωή, με τα παιδικά μάτια να καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του πίνακα, διασχίζοντας τις μνήμες μας με ποδήλατο όχι με αυτοκίνητο που βιάζεται. Μετράμε τις σιωπές μας για τα άγουρα λόγια μας, που στη συνέχεια ωριμάζοντας, βαθαίνουν την περιρρέουσα μελαγχολία μας. Για την ομορφιά της αλήθειας νοιαζόμαστε- για τον έρωτα, ένα παράπονο- για τις αγάπες που είναι καταδικασμένες να περπατούν στα γόνατα. Κάποιες φορές η φωνή μας αντηχεί αιχμηρή- έτσι για τη γαλήνη της ψυχής μας- ενώ άλλοτε βελουδένιο χαλί στρώνουμε, μην πληγωθούν τα παπούτσια του άλλου.

Ρεμβάζουμε μ’ ένα ποτήρι, εντός «του φθινοπώρου το άφευκτο/της άνοιξης το πέταγμα/της βαρυχειμωνιάς οι απόντες/ του θέρους η ραστώνη»
Γράφουμε, Κάποιες γραφές «Αεράκι καλοκαιρινό/στο μισάνοιχτο πουκάμισό σου/Γλυκές ανάλαφρες στο στόμα/όπως/”για τη σωτηρία της ψυχής μας, παιδί μου”/έλεγε η γιαγιά μας/Αφιλόξενες, κάποιες/όπως/”το αφιλόξενον” /της εθνικής οδού»
Θυσιαζόμαστε, Σε δύο πράξεις «Προς χάριν/μιας εσθήτας της Ελένης/η Ιφιγένεια θανατώθηκε/ Είχε την όψη του βωμού»
Για τον Σταυρό «Τα χέρια σου σταυρώνεις/ Μην τα ‘βρουν ανοικτά/να σε σταυρώσουν»
Για το Ψέμα «Η κόμπρα στον μαγικό χορό της/Κατευθείαν στα μάτια/Όταν το ψέμα χαμηλώσει το βλέμμα/επιστρέφει στο τοπίο της»
Για τους Ενώπιόν μας «Σχηματίζονται/σταγόνα σταγόνα/οι ενώπιόν σου/
όπως/σταγόνα σταγόνα/το νερό των σπηλαίων»
Για τα Άτοπα «Κλουβί για τον αετό/Γκουρμέ πιάτο στον αυτόχθονα του Αμαζονίου//Κολονάτο ποτήρι στο διψασμένο παιδί της Αφρικής/Εξέδρα να αγορεύει το Εγώ»
Για τη Ζωή «Την εράσμιά σου όψη/πλειστάκις απαρνήθηκες, Ζωή/μέθη σκληρή/ Όμως είσαι η Φορναρίνα του Ραφαήλ/Χρωματισμοί/Εις τους αιώνες…/»
Αισιόδοξο μήνυμα «Κίτρινα φύλλα/στο χώμα/Προλαβαίνεις»
….από τα ολιγόστιχα της συλλογής.

Και ο τίτλος; «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή», μέσα από προσωπική εμπειρία να δοθεί έμφαση στη ζωή, σε όσα βοούν από συναίσθημα, στις αλήθειες, στην πνοή που καθαγιάζει τα πάντα- είτε κοιτάζοντας τον άλλο με ζεματιστά δάκρυα, είτε λέγοντάς του ”το χαμόγελό σου με στολίζει”.

Η ποίηση που κρύβουμε μέσα μας με χίλια μάτια μάς κοιτάζει, μέχρι να ανακαλύψουμε τα κοχύλια στον πιο βαθύ βυθό της θάλασσας….

.

5 λεπτά με τη Μαρία Γερογιάννη

Επιμέλεια: Book Press 23/8/2021

Πέντε λεπτά με έναν συγγραφέα. Σήμερα, η Μαρία Γερογιάννη με αφορμή την ποιητική της συλλογή «Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Περισπωμένη.

Υπάρχει μια στιγμή στον χρόνο που θεωρείτε ως αρχή της συγγραφής της νέας σας συλλογής;

Στιγμή στον χρόνο δεν υπήρξε. Υπήρξαν συχνές μοναχικές περιδιαβάσεις στη φύση. Η φύση μάς δείχνει τα ανθρώπινα, που γι’ αυτά γράφω.

Με επισκέπτονταν: Το σβησμένο καντήλι των προγόνων, Η γοητεία στο κάστρο, Οι φίλοι που εξέλειπαν, Οι αγάπες σε αναμονή. Ο Παπαδιαμάντης ερχόταν κοντά μου να ξεσκονίσει το αμπέχονό του, Tα εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής που εγκωμιάζουν τον θάνατο, Ο Σοπέν, Ο Σούμαν, Ο Σούμπερτ, Tα δίχορδα, Τα πνευστά. Το θυμωμένο κύμα που ξεσπά στον βράχο, O γλάρος που προμηνύει τη θύελλα, O περίστερος με την περιστέρα του που δείχνουν στον νεοσσό τους το πέταγμα – Αόρατοι στη συλλογή οι επισκέπτες μου, όμως υπαρκτοί ως σκιές, σταγόνες, μυρωδιές.

Ο Τζόζεφ Τζούμπερς έγραψε πως δεν θα βρεις την ποίηση πουθενά, αν δεν κουβαλάς λίγη μαζί σου. Ακόμη: ”Όπου κι αν με πήγαν οι θεωρίες μου, βρήκα ότι ένας ποιητής ήδη είχε πάει εκεί”. Σίγκμουντ Φρόυντ.

Πώς μας βοηθάει ο τίτλος να πλησιάσουμε τη συγκεκριμένη συλλογή;

Αν απομονώσουμε από τον τίτλο τη λέξη Ψυχή, θα πλησιάσουμε ευκολότερα το ιδεατό της συλλογής. Ενσαρκώνει και ενσαρκώνεται με ανοικτότητα, βυθισμένη σ’ ένα φως μυστικό.

”Δεν είχαν ψυχή ” η τάση να επικεντρώνονται οι σκέψεις μου, σε όσα βοούν από συναίσθημα, εμπλουτισμένα με αλήθειες. Κοσμούν τη ζωή.

Ο ολοκληρωμένος τίτλος ”Οι κούκλες σου δεν είχαν ψυχή” -επίγραμμα-, μία βιωματική εμπειρία μου.

”Ένα κλάσμα ήσουν της ζωής με αριθμητή το τρία. Τρία τα χρόνια σου. Ένα εκπληκτικό δώρο για σένα, καθώς έλεγαν. Μία κούκλα, σχεδόν ίδιο ύψος με σένα. Τι παράξενη στα μικρά σου χέρια. Πάγωσαν φαίνεται, καθώς ακούμπησες τα ροδοκόκκινα κοκκάλινα μαγουλάκια της. Μ’ ένα κλάμα σου, που έφθανε από μακριά, η κούκλα σου στο πάτωμα. ”Δεν τη θέλω, δεν έχει ψυχή”.

Τι κρίμα που δεν έπαιξα με κούκλες. Να μαθαίνεις, να ζεις και με αυτά που ξέρεις πως δεν έχουν αλήθειες”.

Με ποιο τρόπο η σκέψη του αναγνώστη υπάρχει στην ποίησή σας;

Αυτά που ειπώθηκαν από τον Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς ”Ο,τι μπορεί να εξηγηθεί δεν είναι ποίηση”, από τον Τ.Σ.΄Ελιοτ ”Η αυθεντική ποίηση μπορεί να αρέσει, προτού γίνει κατανοητή”.

Να τολμήσουμε να πούμε πως ό,τι προάγει δεν είναι απαραίτητο να έχει ερμηνευτεί και ο δημιουργός, χωρίς καν να ερωτάται, εάν θέλει να υποστεί μία συγκεκριμένη ή άλλη ερμηνεία;

Η ποίηση μιλά από μόνη της, επικοινωνεί μοναδικά με κάθε ζευγάρι μάτια και αποκλειστικά με τον εσωτερικό κόσμο του κάθε αναγνώστη.

Ποιο ποίημα ή απόσπασμα από κάποιο ποίημα θα λέγατε ότι συστήνει με τον καλύτερο τρόπο το ύφος και τους τρόπους αυτής της συλλογής;

ΕΓΚΩΜΙΟ

Βάλαμε το αηδόνι στο κλουβί
στη γυάλα το χρυσόψαρο
στη γλάστρα παπαρούνες, και
τη ζωή να συλλαβίζει τα τρία γράμματά της

Αν ζητούσαν να επιλέξετε ένα από τα δύο, με τι θα λέγατε ότι προσομοιάζουν περισσότερο τα ποιήματά σας: με μουσικά κομμάτια ή με εικαστικά έργα;

Με εικαστικά έργα (φωτογραφίες).

Τι διαβάζετε αυτές τις μέρες;

Βερολίνο 1933, του Daniel Schneidermann.

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.