ΦΩΤΕΙΝΗ ΨΙΡΟΛΙΟΛΟΥ

Η Φωτεινή Ψιρολιόλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Προσοτσάνη Δράμας. Σπούδασε Ειδική Παιδαγωγός, εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στη Γερμανία και τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη.
Συνεργάστηκε με το δραμινό περιοδικό λόγου και τέχνης «Δίοδος» καθώς και με ηλεκτρονικά έντυπα: Dramania, Fractal, Paliopodilato, Homouniversalis.
Είναι ενεργό μέλος της δράσης «Η ποίηση στις ράγες», ιδρυτικό μέλος του Σωματείου «Το ράφι της Αγάπης», μέλος της Ένωσης Εικαστικών Λάνασσα. Είναι μητέρα δύο κοριτσιών

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΝΙΑΤΗ ΑΝΟΙΞΗ (εκδόσεις Ρώμη 2020)

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΕΡΓΑ:

Αχτίδες στο σκοτάδι, εκδ. Ανάτυπο,
Ασύνορες μνήμες, εκδ. Ανάτυπο,
Ποιήματα Ανεμοδαρμένα, 2020, Συλλογή ελληνικής ποίησης του 21ου αιώνα στην ελληνική και Αγγλική γλώσσα, εκδ. Provocateur,
Η ποίηση ταξιδεύει… Κωνσταντινούπολη, 2019, τρίγλωσση (αγγλική, ελληνική,
τουρκική) ανθολογία,
Η ποίηση ταξιδεύει εις… Εύριπον, 2020,
Νέα Φιλολογική Πρωτοχρονιά, 2020, εκδ. Αντώνη Θαλασσέλη,
Γραμμή Κωνσταντινούπολη-Θεσσαλονίκη, τρίγλωσση ανθολογία
Τούρκων και Ελλήνων ποιητών και καλλιτεχνών.

.

.

ΑΝΙΑΤΗ ΑΝΟΙΞΗ (2020)

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ

Για τον μαστό της γης
που όλο ξεθυμαίνει
για τις φωνές που ψίθυροι
στο στέρνο εγκλωβίστηκαν
λέω να μαζέψω τα φωνήεντα
που ’χασαν την ηχώ τους
βρεγμένα από συμφορές
όξινης καταιγίδας
στων λέξεων άλλη μια φορά
να ξαναμπούνε τη γραμμή
στου χρόνου το παλίμψηστο
των ημερών το νόημα
να χαραχτεί και πάλι
το στόμα μας να ξαναβρεί
λέξεις που φυγαδέψαμε
η ομορφιά να προσκυνά τη γη
ανθίζοντας παράσημα

κι εγώ
ποτέ ξανά μη χρειαστεί
σπίτι ν’ αναζητήσω
να μη θυμάμαι ούτε καν
ποιο ήταν το όνομά μου.

ΟΛΑ ΘΑΛΑΣΣΑ

Ο δύσκαμπτος κόσμος
σε βινυλίου χώρα
αδρά, καταγράφεται.
Από ανέμους
σε χωνευτήρι μουσών
αοράτων βυθών, παραδίδεται

Σε αντηχείο ταξιδεύει
-αρχαίο και αλάθητο-
Σε απαλών κυμάτων βοές
εκλεπτύνεται

Όλα θάλασσα…

Ιδιόμορφα σχέδια
τριμματάκια αλμυρά
οι περισπούδαστοι φόβοι
και οι όγκοι ονείρων

Όλα θάλασσα….

Ακατάπαυστα ρέει
μεταξύ των δαχτύλων

ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ

Στολίζουμε περίτεχνα τους φόβους μας
πιστεύοντας στη σκιά τους.

Τους περιφέρουμε
στα δάση των μοναχικών
λατρεύουμε τα κελύφη
καμαρώνουμε ζωή αδειανή.

Το άλλοθι μας;
Οι βαριές σκιές των άλλων
που σήκωναν ανταρσία
στους ήλιους των ημερών μας.

ΠΡΟΝΟΙΑ

Θα ανασαίνω
θα χορεύω
στα άσπρα θα ντυθώ
θα κλείσω μάτι στον ήλιο
θα κατεβάσω μια ελπίδα από τον ουρανό.
Μ’ αυτήν θα πορευτώ στους ίσκιους
στην άγνωστη ζωή.

Ποιος ξέρει;
Ίσως χρειαστώ και το φιλί της
σε κάποιον επικείμενο πνιγμό.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Πελαγοδρομείς, καρδιά μου
σε σκοτεινούς πλανήτες
που στήθηκαν για παραπλάνηση.

Το παράδοξο ανέτειλε
εδώ και τόσα χρόνια.

Θα πνιγούμε με τάξη
και εντός προθεσμίας
και θα ’ναι γιορτή.
Με τα καλύτερα θα είμαστε ντυμένοι
περιμένοντας τα θαύματα
τα έξω από ’δω
λάτρεις του φώσφορου
εραστές της παραχάραξης
επαναστάτες ρημάτων
ασυντέλεστου μέλλοντα.

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

Μου πήρε όλα τα ρήματα και τα ’πνίξε το κύμα
κάτι συριστικά μακρόσυρτα βούιζαν μες στ’ αυτιά
και μου ’γλείφε τα δάχτυλα
σαν λιποτάκτης εραστής με αρμυρή ικμάδα.
Χλευάζονταν φιλήδονα τα σχέδια στην άμμο
ξέχερσα του Αυγούστου
-σαν αποχαυνωμένα- τα κλαδιά
και δυο βατραχοπέδιλα σε καρκινοβασία
στράγγιζαν αλμυρά νερά κι έπεφταν βοτσαλάκια.

Θάνατος και ζωή μαζί
χαμόγελα κι όστρακα σβηστά
σύμφυτες αντιθέσεις.

Στα βάθη η Γοργόνα έψαυε
να βρει την αχίλλειο φτέρνα
μα, βρίθει το σκότος άφθονο
λες κι είναι καταδίκη
το άπειρο χαοτικό
για πνεύμονες και βράγχια.

ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΧΡΩΜΑ

Σήμερα νιώθω πράσινα
οι ρίζες μου μαντεύουν τις εκρήξεις
σε μέρες θαμπές, σε σκοτεινούς καιρούς
πράσινο φύλλο μού μετρά
μιαν άνοιξη που αργεί.

Κρατάς πινέλο εσύ και στήνεις τον καμβά.
Σ’ ένα παρτέρι κάδρο
μπορώ να δω μόνο σκιές
μάσκες, πράσινες ποδιές
να διαλύονται στη σιωπή.
Φλερτάρω με την ανάσα μου
πράσινο πέρασμα είναι αυτό
σε μία ζώνη αλλόκοτη
μια θάλασσα σε σμαραγδί
φύκια κουρελιασμένα.

Κούφιοι οι φόβοι, ο αέρας λυγερός
και η χολή μου άδεια.
Στης θεραπείας μπαίνω τον ναό
με τον ξυπόλυτο πόθο
μοιρασμένη σε κέντρα επτά
το τέταρτο νοσεί
σε δώμα κατευνάσεως
κατασχεμένες οι ενοχές
με λάδι πρώτο αγριελιάς.

Νιώθω τώρα ολόφρεσκα
σαν πράσινο χορτάρι
χλωρού βασιλείου βάτραχος
στα νούφαρα εστεμμένος.
Ολόγυρα βρέχει φιλιά
ιτιάς και ακακίας.

ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ

Ας ξημερώσει μια μέρα κόκκινη
για τη σιωπή της αλήθειας
για το ψέμα που έγινε Θεός
τον αδερφό που ρίξαμε
αστόχαστα στους λύκους
τον έρωτα που κόψαμε την τελευταία του φλέβα
και για το μοβ στα χείλη τα αμίλητα.

Και πείτε τη στιγμή
δώστε της χτύπο και παλμό
δώστε της όνομα θνητό, αίμα γεμάτο.
Η αιωνιότητα μια χίμαιρα στυγνή
μύδρους πετάει
από απόσταση ασφαλείας.

ΑΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΤΑ

Τύλιξε τον χάρτη των ονείρων
σε σκοτεινό συρτάρι
και άρχισε να ταξιδεύει σε ανατολές
σε γραμμές άγονες
αφήνοντας ίχνη
στη ρευστή αγκαλιά της άμμου
με το άρμα της λογικής
την αμφιβολία
τα φανταιζί
τις μονοχρωμίες
το δέρμα
τα οστά.

Για το τέλος άφησε τα άυλα
χωρίς χάρτη.

ΡΟΥΤΙΝΑ ΑΠΑΝΘΡΩΠΗ

Κάθε πρωί ανασταίνομαι στις ανατολές
ταΐζω γλάρους πεινασμένους
βάζω σε ίσιο δρόμο τα μυρμήγκια
και ύστερα
στραγγίζω τα κατακάθια του μυαλού
πριν απ’ την έξοδο.

Εκεί ανταμώνω πάντα
την επαιτεία του κόσμου
να φυλάει τα πόστα
για τα αυτονόητα.

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ

ΠΕΡΙ ΟΥ 2/7/2022

Πολλών έργων οι κόποι
τέφρα στο δοχείο της Ιστορίας.
Οι αξίες που ανθίστανται
κάνουν τη διαφορά στο εθνολόγιο
ήθος και αντιλήψεις τεμαχίζονται
με πίστη τυφλή σε νέα πρωτόκολλα.

Ζω στη λίμνη της λύπης
για τη χαμένη μας ταυτότητα
τη λειασμένη σας αντίσταση
την ποίησή τους που αναλύεται
και δεν προφέρεται σαν ψαλμωδία
την ευρηματική χυδαιότητα
δίχως ζωή να ζεις.

Αυτά γράφει η Φωτεινή στο ποίημα «Επί των ημερών μας».
Σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς των ημερών που ζούμε, σ’ αυτό τον δύσκολο κόσμο του σήμερα, όπου ο άνθρωπος ανάβει παντού φωτιές, με πολέμους, με πρόσφυγες που αναζητούν καινούργια πατρίδα, με καταστροφές του περιβάλλοντος που μοιραία μας οδηγούν στην αυτοκαταστροφή γιατί αυτό το παιγνίδι έχουν επιβάλει κάποιοι, η ποιήτρια αφήνει τη σκέψη και τα συναισθήματα της σε κάθε ποίημα της συλλογής της «Ανίατη άνοιξη» για να μας αφυπνίσει. Και με φόντο πάντα τις ανησυχίες, τους φόβους και τον προβληματισμό της για τη ζωή καταγγέλλει ότι παρατηρεί να γεμίζει σκιές τη καθημερινότητα μας, ότι ξεπερνά τις ηθικές αξίες και τα πιστεύω της για τη ζωή και τον άνθρωπο.

Γράφει στο ποίημα «Αδιέξοδο»

Πεθαίνει ο έρωτας των λέξεων στα βουβά
όσο η ζωή σε παραμύθι ανούσιο
με πλήξη σεργιανά

και στο ποίημα «Μαύρη χρυσόσκονη» μας λέει:

Αφίλητοι και μόνοι, βράδυ σε πόλεις σκοτεινές
με ώμους υγρούς και άκαμπτους βαδίζουμε
Η αίγλη, χρυσόσκονη του εφήμερου
κατάσαρκα μόνο, φοριέται η αλήθεια

Μέσα σ αυτές τις αντιξοότητες του σήμερα η ποιήτρια βλέπει το αύριο με απαισιόδοξη ματιά λέγοντας μας στο ποίημα «Χιούμορ»

Θέμα πια χρόνου, η συντριβή.
Όχι απαραίτητα κακή.
Ίσως το ζήσουμε κι αυτό.
Μια ρουφηξιά αληθινής ζωής
να την καπνίσουμε γυμνοί

Και με τη σκέψη στο αύριο μας λέει στο ποίημα «Βήμα βήμα»

«Βήμα το βήμα τράβηξα
μόνος στην άνοιξη»

Και σ’ αυτόν το μοναχικό δρόμο η ποιήτρια επιλέγοντας μια-μια τις λέξεις στο κάθε ποίημα, θα έλεγα λέξεις ψηφίδες συμπληρώνει το παζλ της άνοιξης, αυτής της ανίατης άνοιξης της γεμάτης τραύματα που στο βάθος όμως αχνοφαίνεται η πίστη της στη ζωή.
Αφήνοντας πίσω της τα «Δήθεν» και όπως γράφει στο ομότιτλο ποίημα

Δήθεν μορφώνομαι
ερωτεύομαι
γελώ
πιο δήθεν ζω.
Για μια σκιώδη ζωή
για μια αλλοιωμένη απουσία

χαράζει και προνοεί για το δικό της δρόμο, το δρόμο που ο κάθε απλός και καθημερινός άνθρωπος αποζητά για τη δικιά του ζωή για τη δικιά του άνοιξη έστω κι αν αυτή η άνοιξη δεν είναι αυτή που προσδοκά.

Θα ανασαίνω
θα χορεύω
στα άσπρα θα ντυθώ
θα κλείσω μάτι στον ήλιο
θα κατεβάσω μια ελπίδα από τον ουρανό.
Μ’ αυτήν θα πορευτώ στους ίσκιους
στην άγνωστη ζωή.

Αυτά γράφει στο ποίημα «Πρόνοια» και οι σκέψεις της Φωτεινής μου θυμίζουν τους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη:

Την άνοιξη αν δεν τη βρεις τη φτιάχνεις.
Και ή πας να παίξεις τρικυμία ή πνίγεσαι

Στη σκέψη της ποιήτρια μας υπάρχει πάντα ο άνθρωπος και η ζωή τα οποία αγγίζει με ξεχωριστή ευαισθησία και ένταση και χτίζει το κάθε ποίημα της συλλογής. Υπάρχει ένας κόσμος όπως αυτή τον ονειρεύεται έστω κι αν κάποια από αυτά τα όνειρα είναι απραγματοποίητα. Σημασία έχουν οι αξίες και οι ομορφιές της ζωής η αγάπη, ο έρωτας, η ελπίδα, η ελευθερία, αξίες πανανθρώπινες που στην εποχή μας δυστυχώς χάνονται μέσα στην απληστία, τη ματαιοπονία και στα συμφέροντα κάποιων ανθρώπων και κάποιων εθνών. Και δεν διστάζει μέσα από τους στίχους της να κατονομάσει με λόγο αιχμηρό και λέξεις μαχαίρι τα όσα κακά καταδυναστεύουν τη ζωή του κάθε ανθρώπου.

Γράφει στο ποίημα «Αυτόχειρες»

Αφύσικες στάσεις και εμμονές
σαθρές ιδεοληψίες
με αυτοχειρίας σχέδιο
το αδίκαστο αναγγέλλει.
Δε θα το δούμε πια ποτέ
το φάσμα της αγάπης.
Οι κωδικοί αλλοιώθηκαν
σε πάγο ο χρόνος συντηρεί
τόση υπεροψία.

Και συνεχίζοντας τον αιχμηρό της λόγο μας λέει στο ποίημα «Στο κόκκινο»

Ας ξημερώσει μια μέρα κόκκινη
για τη σιωπή της αλήθειας
για το ψέμα που έγινε Θεός
τον αδερφό που ρίξαμε
αστόχαστα στους λύκους

Μέσα από τους στίχους της η Φωτεινή με λόγο αληθινό, ξεκάθαρο και χωρίς υπερβολές καταθέτει την αγωνία της για τον άνθρωπο και τις αξίες του που χάνονται. « Ο χρόνος με σιωπή /σμιλεύει των κουρασμένων την παραίτηση.»
μας λέει στο ποίημα «Κοντά στο όριο» και ο ποιητικό της λόγος προσπαθεί να αφυπνίσει τον κάθε άνθρωπο, να μην παραδοθεί σ’ αυτή την αλλοίωση της ζωής του που επιδιώκουν κάποιοι λίγοι ισχυροί, να αντισταθεί, να αντισταθούμε σε ότι μας κλέβουν, να διαφυλάξουμε αξίες και όνειρα, την άνοιξη του ο κάθε άνθρωπος όπως την ονειρεύτηκε.
Να αντισταθούμε στο αίσθημα της αδικίας και της της αβεβαιότητας για το μέλλον. Και όπως λέει η ποιήτρια στο ποίημα «Αδιέξοδο»:

Παντιέρα κάνε αισθήματα
σπασμένες μουσικές
άφησε απ’ την ξόβεργα απαλά
να φύγει το κοτσύφι
βάλε λεβάντα στο αυτί
όπως παλιά.

Κλείνοντας να προσθέσω ότι αν και είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της Φωτεινής, μας έδειξε ότι είναι μια ώριμη ποιητική φωνή, με ξεκάθαρη σκέψη, ξεχωριστό ποιητικό λόγο και στίχους γεμάτους ρεαλισμό και εικόνες που αγγίζουν βαθιά τον αναγνώστη και τον ταξιδεύουν στη δικιά του άνοιξη

.

ΕΥΤΥΧΙΑ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΛΟΥΚΙΔΟΥ

ΠΕΡΙ ΟΥ 30/7/2022

Τι είναι η Άνοιξη; Ό,τι η ποίηση. Δηλαδή; Χωμάτινη, ανθισμένη, κελαηδιστή, ελπιδοφόρα, μάταιη. Έχει και ευωδιές; Μα είπαμε όπως η ποίηση. Έχει η ποίηση ευωδιές; Τι δεν έχει; Αν βέβαια μιλάς για την περιφορά του επιταφίου και δεν κατορθώνεις να μοσχοβολά το δωμάτιο βιολέτες, ε, τότε μάλλον κάτι δεν έχεις κάνει καλά. Και είναι η άνοιξη ανίατη; Όπως και η ποίηση που δεν γιατρεύει και ούτε γιατρεύεται. Και τότε γιατί γράφουμε; Μα για αυτόν ακριβώς τον λόγο, μήπως και κάποια στιγμή το ανακαλύψουμε. Γι’ αυτό γράφουμε σαν Άνοιξη που επιμένει, παρόλο που γνωρίζει πως ο χειμώνας καραδοκεί. Και δηλαδή ένα βιβλίο ποίησης είναι άλλη μια ματαιότητα; Ενδεχομένως. Όμως δεν είναι ωραίο που σε τέτοιες υπέροχες ματαιότητες βασίζεται ο κύκλος της ζωής, που αναζητά το φως; Το φως; Μα είδατε ποτέ εσείς ποίηση φωτεινή και ηλιόλουστη; Ποτέ. Μόνο που σε αυτό το οξύμωρο βασίζεται και η ιδιομορφία της. Να διαμαρτύρεται για το σκότος ανάβοντας με αυτή της την καταγγελία μικρά λαμπεταράκια μες στο υπόγειο που περνούμε τον βίο μας. Αυτό είναι η συγκεκριμένη συλλογή. Ένα λαμπατεράκι που άναψε η Φωτεινή για να βλέπουμε.
Από το πρώτο κιόλας ποίημα αντιλαμβανόμαστε πως όλο αυτό, η γραφή δηλαδή, αντιμετωπίζεται ως πράξη χειρονακτική θυμίζοντας συγκομιδή σαν αυτές που κάνουν στη φύση αγρότες προνοητικοί και τίμιοι. Ποιοι είναι οι λόγοι της συγκομιδής και τι τελικά συλλέγει; Θα μας πει:

«Για τον μαστό της γης / που όλο ξεθυμαίνει / για τις φωνές που ψίθυροι / στο στέρνο εγκλωβίστηκαν / λέω να μαζέψω τα φωνήεντα / που ’χασαν την ηχώ τους / βρεγμένα από συμφορές / όξινης καταιγίδας / στων λέξεων άλλη μια φορά / να ξαναμπούνε τη γραμμή / στου χρόνου το παλίμψηστο / των ημερών το νόημα / να χαραχτεί και πάλι» […]
«Οικουμενικός»
Η ποιητική γραφή κατά την άποψή μου, η διαδικασία δηλαδή συγγραφής του ποιήματος, δεν είναι παρά μια μικρή κολυμβήθρα για να βαφτιστεί αλλιώς ο κόσμος ή κάποτε ακόμη και ένα ατελιέ ζωγράφου που σχεδιάζει στο καβαλέτο του ένα σπίτι για να μείνει μέσα η άστεγη ψυχή. Ίσως γι’ αυτό και εκείνη ομολογεί παρακάτω:
«Κι εγώ / ποτέ ξανά μη χρειαστεί / σπίτι ν’ αναζητήσω / να μη θυμάμαι ούτε καν / ποιο ήταν το όνομά μου.»
Μιλάμε λοιπόν για την ποίηση που γίνεται οίκος και οίκημα και κάποτε οικόσημο για να χλευάσει τα παράσημα. Γιατί ο οίκος, που δεν είναι άλλος από τον Λόγο, στεγάζει το μέλλον των ονείρων με έναν απλό και φυσικό τρόπο, αναπάντεχο: ονομάζοντάς τα, αφού ό,τι αρθρώνεται σε λόγο, ό,τι αποκτά όνομα δηλαδή διεκδικεί μια θέση στη δυνατότητα που ξαφνικά ανοίγεται μπροστά μας.
Ανοίγεται, όπως η Άνοιξη που, αν και ελάχιστες φορές τη συναντάμε ονομαστικά στη συλλογή, εντούτοις τη βλέπουμε να περιγράφεται ερήμην της με τρόπο ακριβή και φαντασμαγορικό ακόμα κι όταν το τοπίο ενός κοιμητηρίου φαινομενικά δεν την προβλέπει. Κι εκεί ο λόγος – οίκος ονομάζει το νέο σπίτι που υποδέχεται μιαν άλλη πιο ευάλωτη κατηγορία ενοίκων.

[…] «Κρυσταλλάκια τα δάκρυα / άνθιζαν τις ακακίες στο μεσοχείμωνο / δρόσιζαν τους υάκινθους στα κοιμητήρια. // Με έναν βόμβο έμπαινε η ζωή / στη ζάλη της ανθοφορίας / ίνες χωμάτινων καταψύξεων / απέδιδαν στον αιώνα / τον γόνο της σχάσης του «εγώ». Στα παλίμψηστα μόριά του / καινούργιος χάρτης έφτιαχνε / το νέο στερέωμα των ενοίκων».
«Σκέψεις τελευταίων ωρών»
Όμως η Άνοιξη προελαύνει. Άλλοτε με τη μορφή χελιδονιών που περιγράφονται ως ψαλίδισμα λευκόμαυρο που την αναγγέλλει, άλλοτε με το «Αι γενεαί πάσαι» που αντηχεί στο χείλος της Εδέμ και βέβαια πρόκειται για μία Άνοιξη που σέρνει ξωπίσω της και τη θυσία. Κι αν στη Μαρία Νεφέλη του Ελύτη η αναφορά στη θυσία και στην Άνοιξη γίνεται με τον στίχο: «και η σταγόνα το αίμα κάθε Απρίλιο δωρεάν και για όλους» υπονοώντας φυσικά τη σταύρωση του Ιησού, στο ποίημα της Φωτεινής «Χρεοκοπία» γίνεται λόγος και για πιο οικείες καθημερινές θυσίες υπενθυμίζοντάς μας πως «Όλα τα σπίτια έχουνε κι από έναν Ισαάκ». Δεν είναι λίγες οι φορές που το μαχαίρι στη συγκεκριμένη συλλογή μπαίνει βαθιά και οι αλήθειες που προκύπτουν εμφανίζονται σαφείς και καίριες. Την απασχολεί η αλήθεια, άλλωστε αυτή συνιστά στην ουσία και το ζητούμενο όλης της ποίησης: η εξόρυξη, η ανάσυρσή της μέσα από τον αδιανόητο πολτό των κενοτήτων. Ευτυχώς απ’ την ολοσχερή καταστροφή ένα μέρος της αλήθειας την τελευταία στιγμή γλιτώνει. Είναι η αλήθεια που, όπως γράφει, μιλιέται σαν διάλεκτος απ’ τα παιδιά. Αυτά τη διασώζουν. Κι οι ποιητές θα πω εγώ, γιατί κι αυτοί παιδιά είναι που παίζουν με τις λέξεις, τις συναρμολογούν, τις αλλάζουν θέση, βγάζουν τη γλώσσα τους στη σύνταξη των καθωσπρέπει και ευελπιστούν άξαφνα να εμφανιστεί μπροστά τους εκείνη η φράση που θα λύσει το αίνιγμα της ύπαρξης. Γιατί η ποίηση αντιμάχεται τον θάνατο και τη φθορά, καθώς η γλώσσα διαθέτει το κλειδί του Λόγου που γνωρίζει πως είμαστε φτιαγμένοι για την αιωνιότητα και πως διαθέτουμε αδιαφιλονίκητα φτερά.
Αυτή η γλώσσα της ποίησης άλλωστε είναι που της φανερώνει όλη την αλήθεια στο ποίημα «Αναγέννηση».

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Αφήνω σε, υγρή μου ανάσα, να μου μεγαλύνεις
το πλάτος της σκέψης
το βάθος των ανεξιχνίαστων αισθημάτων
το ύψος της επεξεργασμένης υφής των δώρων
να διδαχτώ τη συντριβή της φθαρτής μου ύλης
να μάθω το ανάστημα του αιώνιου
να σμιλέψω την οδυνηρή μου αιχμηρότητα
να γίνομαι αέρας, όταν δυσανασχετώ στα γήινα μικρά
να γαληνεύω μπρος στα βάναυσα και τα προκλητικά
να παραιτούμαι των φόνων των καθημερινών
να αποτάσσω τα σκοτάδια των ρωγμών
να μπαίνω σε σπηλιά, ερημίτισσα γριά
να γίνεται η έξοδός μου με νέο πτίλωμα αλκυόνας.

Παραπάνω έγινε αναφορά στην αλήθεια που απασχολεί την προβληματική της ποίησης της Φωτεινής. Ως εκ τούτου, η αναζήτησή της την οδηγεί σε στίχους μιας συγκεκριμένης πύκνωσης που παραπέμπει στην πύκνωση που χαρακτηρίζει τον αποφθεγματικό λόγο. Εξηγούμαι: Οι αποφθεγματικοί στίχοι έχουν μια δική τους ζωή ανεξάρτητη από την καθωσπρέπει οικογένεια του ποιήματος. Στίχοι ατίθασα παιδιά που φεύγουν να βρουν την τύχη τους μακριά από την ασφάλεια της στέγης, που επιβιώνουν μόνοι τους και βγάζουν βρέξει χιονίσει το ψωμί τους. Είναι οι στίχοι που, αν απομονωθούν απ’ τους υπόλοιπους του ποιήματος λάμπουν μες στη δική τους διαύγεια.
Ας προσπαθήσουμε να τους ξεσηκώσουμε μαζί από τα ποιήματα που τους στεγάζουν, για να δούμε αν είναι ικανοί μόνοι τους να σταδιοδρομήσουν.

αίγλη / χρυσόσκονη του εφήμερου˙ / κατάσαρκα μόνο φοριέται η αλήθεια. («Μαύρη χρυσόσκονη»)
Επτά νότες, τελικά, οι σκάλες του Θεού / κι εμείς πάντοτε στο πλατύσκαλο / ξυπόλυτα σπουργίτια. («Μαύρη χρυσόσκονη»)
οι στίχοι τσίχλες αρωματικές / στα πιο πολλά τα στόματα / χαρές ζαχαροκάλαμου / τσακίζονταν στις γλώσσες. («Ψυχές σε δίκυκλα»)
Σε νάρθηκα η συνείδηση / είχε πολλά κατάγματα / χρονοτριβούσαν όλοι / χαλάλιζαν τον χρόνο τους / − αχρείαστος και άνοστος / εις την παρούσα φάση –(«Ψυχές σε δίκυκλα»)
Οι αλγόριθμοι διαφέντευαν / χάθηκε το τυχαίο. «Ψυχές σε δίκυκλα»
Λατρεύουμε τα κελύφη / καμαρώνουμε ζωή αδειανή. («Παραπλάνηση»)
Είναι καιρός τώρα αρκετός / που η αλήθεια είναι αστείο / −κακόγουστο το λεν πολλοί− / μικρών παιδιών διάλεκτος / εξορισμένη, εντελώς, απ’ το ενήλικο σύμπαν. («Χιούμορ»)
Ο νανισμός, κρυφός λοιμός / κουρεύει τα αναστήματα. («Καταφύγιο χρωμάτων»)

Πιστεύω να έγινε σαφές ότι οι στίχοι αυτοί μάλλον δεν θα λιμοκτονήσουν.
Η ποίηση της Φωτεινής καταπιάνεται και με το πρόβλημα της γλώσσας.
Στην υπερασπιστική γραμμή που ακολουθεί, αναφορικά με τη γνήσια ποίηση που επανειλημμένα δολοφονείται, σχολιάζει την ευκολία με την οποία οι στίχοι γίνονται κάποτε «τσίχλες αρωματικές σε στόματα αδαών». Πρόκειται για εκείνους οι οποίοι έχοντας παρεκκλίνει από το ουσιαστικό μετατρέπονται σε «επαναστάτες ρημάτων / ασυντέλεστου μέλλοντα» όπως τους αποκαλεί.
Κι αυτό δεν θα ενοχλούσε κανέναν αν δεν απειλούνταν και η ίδια η ζωή μας. Μεγάλες κουβέντες βαρύγδουπες, θα μου πείτε. Μόνο που δεν είναι έτσι. Η απουσία του ρυθμού, και βέβαια δεν μιλάμε για την ομοιοκαταληξία αλλά για τον εσωτερικό ρυθμό στον λόγο που έχει υποκατασταθεί από το εν γένει άρρυθμο, ίσως να είναι και ο ηθικός αυτουργός της έκρυθμης ζωής μας.
Γράφει:
«ζω στη λίμνη της λύπης / για τη χαμένη μας ταυτότητα / τη λειασμένη σας αντίσταση / την ποίησή τους που αναλύεται / και δεν προφέρεται σαν ψαλμωδία / την ευρηματική χυδαιότητα / δίχως ζωή να ζεις.»
«Επί των ημερών μας»

Αντίπαλο δέος σε όλο αυτό η ίδια η φύση, της οποίας ζητά τη συνδρομή, αφού δεν είναι παρά σχολείο που διδάσκει το μέτρο και την απέριττη ομορφιά. Γι’ αυτό και την παρακαλεί:

[…] Αποκάλυψέ μας / το μήνυμα του αχρείαστου / του ουσιαστικού / που κατέπεσε //το «ευχαριστώ» της ρίζας / το απόγειο του έρωτα / τη μουσική του Θεού / του εαυτού μας τη σιωπή / το πέρασμά μας απέναντι.
«Φύση δίδαξέ μας»

Αγαπημένοι φίλοι, τόσο η αποψινή βραδιά όσο και το βιβλίο που παρουσιάζουμε εδώ και λίγη ώρα μαζί δεν είναι παρά προϊόν μιας μικρής συνομωσίας. Από την αρχή των μαθημάτων μας της δημιουργικής γραφής, που εκείνο τον καιρό μάλιστα γίνονταν σε συναντήσεις στο σπίτι μου, έλεγα σε όλους πως το βιβλίο που θα γράψουμε είναι ήδη γραμμένο, ότι τα ποιήματα που το αποτελούν έχουν ήδη μορφοποιηθεί απλώς εμείς καλούμαστε να κάνουμε ένα επιτυχές downloading, να τα κατεβάσουμε δηλαδή σε μια αγαστή συνεργασία με το άγνωστο. Έχω την εντύπωση ότι σε αυτή τη μαγική επιχείρηση η Φωτεινή πίστεψε, αφέθηκε και διαχειρίστηκε σωστά το υλικό που της εμπιστεύτηκε ο Λόγος.
Να είναι ανοιχτός ο δρόμος της και ο Μάης που υποδέχτηκε την Άνοιξή της να μην της τραγουδά «θα’ ναι σαν να μπαίνει η Άνοιξη», αφού με αυτή τη συλλογή η Φωτεινή είναι που μπαίνει στην ποίηση με ορμή.
Της εύχομαι να παραμείνει ανίατη η ανάγκη της να συνθέτει μικρά μπουκετάκια με μοσχοβολιστά ρήματα και να τα μοιράζει σε όσους επιλέγουν από τις δύο πλευρές του κόσμου εκείνην που φέρει το όνομά της.

.

ΑΝΤΩΝΗΣ Ε. ΧΑΡΙΣΤΟΣ

FRACTAL  21/2/2022

«Η λέξη «sein» σημαίνει δυο πράγματα στα γερμανικά: υπάρχω και δικός του» έγραφε ο Φραντς Κάφκα και η Φωτεινή Ψιρολιόλιου με την σύνθεση της ποιητικής συλλογής «Ανίατη άνοιξη», όχι μόνο επιβεβαιώνει τα λεγόμενά του, αλλά επενδύει σε μία τρισυπόστατη ανάλυση του Εγώ, μέσα από την διαδικασία την ανατομικής προσέγγισης του λόγου. Σε πρώτο επίπεδο, το Εγώ προσαρμόζεται στη διαστρωμάτωση πολλαπλάσιων μη-Εγώ, αρνήσεων της ταυτότητας, έως ότου οδηγηθεί στην απροσπέλαστη αλήθεια της προσωποποιημένης ερμηνείας προσέγγισης των πραγμάτων. Η αλήθεια αυτών, δεν ορίζεται σύμφωνα με διακριτές αρχές και πρότυπα. Αντίθετα, ομοιάζει ολοένα περισσότερο με το πεδίο αναβολής της συνείδησης. Η τελευταία εκκινά από θέση μειονεκτικής αποδοχής της πραγματικότητας. Η ποιήτρια αντανακλά τη συνείδηση στον καθρέφτη της εξομολόγησης· εξομολόγηση μιας διαδρομής πολλαπλών αρνήσεων και απωλειών. Ο πόνος λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος. «Σε νάρθηκα η συνείδηση/είχε πολλά κατάγματα/χρονοτριβούσαν όλοι/χαλάλιζαν τον χρόνο τους» (σελ. 15) και το Εγώ έχει υποστείλει τις αντοχές του, μέσα από τον ετεροπροσδιορισμό του εκάστοτε «εμείς» (και όχι του εκάστοτε «άλλος, όπως θα περίμενε ο αναγνώστης). Υιοθετώντας την ηρακλείτεια μεθοδολογία διαλεκτικής ρευστότητας των γεγονότων, προσωποποιεί τα προτερήματα της ζωής σε ενδοσκόπηση. Το σώμα καθίσταται πεδίο εξονυχιστικής πρόσληψης και μέσα από τα όριά του το Εγώ αναγνωρίζει στάσεις και θέσεις στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η φθορά του προβάλει, στο προσκήνιο της ιστορίας, ως μέτωπο οικειοθελούς υποχώρησης, όχι όμως και ολικής παράδοσης. Φθείρονται τα πρόσωπα και οι επιλογές, φθείρεται και ο χρόνος που τα συνοδεύει. Ως καταστάλαγμα αυτής της διαδρομής, η ποιήτρια διατηρεί αλώβητο τον ενθουσιασμό τής νιότης των αισθήσεων.

Η ζωή έχει απωλέσει το νόημά της και, στο βάθος των τμηματικών μεθοδεύσεων αυτής, αντιδρά στην πρόσληψη μίας νέου τύπου πραγματικότητας. Η βούληση για ζωή υπερβαίνει πρότυπα και κληροδοτημένες αρχές, αλλά δεν υποσκελίζεται από τις συντεταγμένες της ατομικότητας. Το Εγώ δεν αυτο-αναιρείται. Σχεδόν αναπαράγεται από τα ίχνη της σιωπής που κατακλύζουν τα τετελεσμένα πεπραγμένα του εξωτερικού περιβάλλοντος κόσμου. Ο χρόνος μεταπλάθεται και συνάμα αντιμετωπίζεται ως όχημα διαφυγής, σε μία εμπειρία βιωμένης εναλλαγής απόρριψης και αποδοχής. «Θάνατος και ζωή μαζί/χαμόγελα κι όστρακα σβηστά/σύμφυτες αντιθέσεις» (σελ. 33). Σκιώδη τα αποτελέσματα της πράξης και ακόμη περισσότερο τα προσδοκόμενα αποτελέσματα αυτής. Έχει πια λησμονήσει τον τελικό προορισμό, όπως, με παρόμοιο τρόπο, έχει ξεγελάσει τον χρόνο στην αφετηρία του. Δεν συνομιλεί μαζί του η ποιήτρια. Καταγράφει στιγμές που έχουν δρομολογηθεί στο διάβα του, κι έχοντας προεκτείνει το Εγώ σε διασταλτικές προσεγγίσεις, υποβιβάζει τα πλεονεκτήματά του σε επάλληλα πεδία προβολής αυτού. Με άλλα λόγια, το Εγώ τής δημιουργού δεν ταυτίζεται με το αντίστοιχο της προσωποποιημένης και εξατομικευμένης ζωής, αλλά μετακυλά τα αιτήματά της στην απομόνωση της περισυλλογής.

Και οι εποχές, διαδέχονται η μία την άλλη σε έντονο διάλογο σχημάτων και γεωμετρικών αναλογιών. Επενδύει, στο δεύτερο στάδιο της ποιητικής της, στην αυτονόμηση του χρόνου μέσα από την οπτική των εποχικών ιδιομορφιών. Τόσο το Εγώ όσο και το Εσύ, αποκτούν σάρκα και οστά σε μία διαπάλη εναλλαγής θέσεων. Προσκολλάται σε μία εναλλακτική προσμέτρηση των αισθητικών ζωής, όπως αυτές διαμορφώνουν τις εικόνες της καθημερινής αναζήτησης. Το «χθες» τοποθετείται στο επάλληλο επίπεδο της άρνησης, όχι, ωστόσο, μίας άρνησης με επίγειο χαρακτήρα ήττας, αλλά με την πρέπουσα αντοχή στο διάστημα της μεταλλαγής του τρόπου θέασης των πραγμάτων σε καθολικότητα. Η Φωτεινή Ψιρολιόλιου καταργεί τις συντεταγμένες επεξήγησης των εικόνων. Οι τελευταίες δεν ερμηνεύονται. Είναι με τέτοιο τρόπο αποτυπωμένες στους στίχους που εξαναγκάζουν τον αναγνώστη να μείνει προσηλωμένος (και προσκολλημένος) σε μία κινηματογραφικού τύπου προσμέτρηση της εμπειρίας. Η απαισιοδοξία των καταστάσεων απορρέει από τα λιμνάζοντα νερά της απάθειας. Ο γύρω κόσμος θεάσεων παραμένει εγκλωβισμένος σε μία ανεξιχνίαστη χαρμολύπη. Ωστόσο, η ίδια δεν εντάσσεται, ψυχή τε και σώματι, σε αυτήν την κατάσταση υποχώρησης. Σπεύδει να αναζητήσει τα συνθετικά στοιχεία που αναγνωρίζονται ως περιττά και μέσω αυτών οδηγείται στο τρίτο επίπεδο ερμηνείας. Ο έρωτας κινητοποιείται με σκοπό να προσδιορίσει τα βήματα του μέλλοντος. Όχι ενός μέλλοντος που έρχεται, αλλά μίας κατάστασης πραγμάτων τα οποία έχουν ήδη διαπιστωθεί στο παρελθόν της ύπαρξης και, τώρα, καλούνται να επιστρέψουν στο προσκήνιο υπό νέα διατύπωση και μορφοποίηση. «Κρυφτό πίσω απ’ τις νεραντζιές/χοροί από άγουρα στήθη/σε ισημερία εαρινή/σάλεψε από τρέλα το μυαλό/και ανήμερους χυμούς» (σελ. 51).

Περιδιαβαίνει τρία στάδια ερμηνείας, για να καταλήξει στην ολοκλήρωση ενός εφαπτόμενου ορίζοντα αντηχήσεων. Το Εγώ, πλέον, δεν αναγνωρίζεται στην ατομικότητά του, αλλά ετεροχρονίζεται στις θεμιτές αποδοχές της πρόωρης αφαίρεσης. Τα αισθήματα, που βιώνει η δημιουργός, αντιστοιχούν στις τεθλασμένες όψεις της ορθολογικής μέριμνας περί ζωής. Ορθολογικής, όχι με την έννοια μίας συλλογικά κατασκευασμένης «κανονικότητας», αλλά με την ορίζουσα της προσδεμένης με τις ανάγκες τής πραγματικότητας, των δρώντων υποκειμένων, ακμής του λόγου. Σε αυτόν ολοκληρώνεται ο έρωτας· σε αυτόν (τον ποιητικό λόγο και δη τον λόγο δημόσιας έκφανσης) μετουσιώνεται το Εγώ σε Εμείς· σε αυτόν προσεγγίζεται η συνείδηση των στιγμών ως αμάλγαμα μίας επιθυμητής πραγματικότητας. Η υπαρξιακή αγωνία τού υποκειμένου μετασχηματίζεται και μεταμορφώνεται σε απάντηση, σε αντιπρόταση μίας προσφερόμενης εναλλαγής συναισθηματικών και προοπτικών ανακατευθύνσεων.

.

ΣΤΕΛΛΑ  ΠΕΤΡΙΔΟΥ

texnesonline.gr  31/10/2020

Σ’ έναν κόσμο που έχει χάσει, πια, το νόημα της ύπαρξής του, αυτό που έχει πλέον σημασία είναι η ανασυγκρότηση. Με τα μάτια στραμμένα στο φως, σ’ αυτό που με δυσκολία πασχίζει να ταράξει το σκοτάδι, το θάρρος είναι το ζητούμενο για να βρει ξανά το στήριγμά της η ζωή, για να κυλήσει το βήμα προς τα εμπρός, για να γεννηθεί ξανά το όνειρο, για να ξυπνήσει η ελπίδα και ν’ απλώσει στον ορίζοντα και πάλι τη μορφή της. Θάρρος, λοιπόν, και τόλμη κρίνονται απαραίτητες, καθώς μόνο με τη δική τους συμβολή ανοίγει ο δρόμος με κατεύθυνση την άνοιξη, τη νέα άνοιξη, το λιμάνι κάθε μυστικής ευχής.

Γι’ αυτό το λιμάνι κάνει λόγο στην πρώτη της ποιητική συλλογή η Φωτεινή Ψιρολιόλιου, με τίτλο «ΑΝΙΑΤΗ ΑΝΟΙΞΗ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ρώμη».

«Όσο περνά ο καιρός μοιάζω με άμμο
όχι με την κινούμενη
αλλά μ’ αυτήν που χύνεται
σε εξώπορτας πατάκι
ή ανάμεσα στα καλλυντικά
υποταγμένη και αδούλωτη
ασυγκίνητη στη συνάφεια
με αισθήσεις σε έπαρση
ανίατη άνοιξη.» (Σελ. 39)

Η ποιήτρια εστιάζει στη δύναμη των λέξεων ξεκινώντας την καταγραφή των σκέψεών της.

«λέω να μαζέψω τα φωνήεντα
που ’χασαν την ηχώ τους
βρεγμένα από συμφορές
όξινης καταιγίδας
στων λέξεων άλλη μια φορά
να ξαναμπούνε τη γραμμή» (Σελ. 11)

Θεωρεί πως στις λέξεις στηρίζεται ο άνθρωπος για να πορευτεί στη ζωή του και να αναζητήσει την ουσία της. Όταν οι λέξεις παίρνουν συγκεκριμένη μορφή, η ευχή σχηματίζεται καθαρά στην αυλή της επιθυμίας κι έτσι η προσπάθεια ξεκινά το ταξίδι της, όσο δύσκολο κι αν είναι, με σκοπό την πραγματοποίησή της. Άλλωστε, τίποτα στο διάβα της δεν χαρίζεται δίχως αγώνα. Κι αυτό οι οδοιπόροι της το γνωρίζουν πολύ καλά.

«Δε μου χαρίστηκε ως εδώ
ούτε κλαδάκι μέντας.
Βήμα το βήμα τράβηξα
μόνος
στην άνοιξη.» (Σελ. 12)

Φυσικά, δεν τα καταφέρνουν όλοι στη ζωή. Δυστυχώς, η άνοιξη για τους περισσότερους ανθρώπους αλλάζει μορφή και μετατρέπεται είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα σε ένα απόκτημα ανούσιο, ασήμαντο, πρόσκαιρο και κάλπικο. Δική τους επινόηση, φυσικά, να τη ντύσουν με άλλα χαρακτηριστικά, μόνο και μόνο για να μπορούν έπειτα να ξεγελούν την ολοκληρωτική τους κατάντια από την οποία αδυνατούν να απεγκλωβιστούν. Έτσι νομίζουν τουλάχιστον. Κι έτσι, σέρνονται χαμένα κορμιά, με δίχως νόημα ύπαρξης, στην ασημαντότητα του τίποτα, με δίχως ιδανικά και με μόνη τους συντροφιά την απόλυτη μοναξιά. «Μαύρη χρυσόσκονη» τη χαρακτηρίζει η ποιήτρια και όχι άδικα.

Το μυστικό της ευτυχίας για εκείνη είναι αλλού. Συγκεκριμένα, μέσα στο βαρύ φορτίο που λέγεται αλήθεια. Ποιος, όμως, μπορεί να αντέξει την αλήθεια; Ποιος μπορεί να την κουβαλήσει στις πλάτες του, δίχως να λυγίσει, δίχως να παρασυρθεί από τη «χρυσόσκονη του εφήμερου», δίχως να ματώσει από τα βέλη των κακόβουλων, των αποτυχημένων, των ηττημένων, που απεχθάνονται το καθαρό βλέμμα των ονειροπόλων;

«κατάσαρκα μόνο φοριέται η αλήθεια.» (Σελ. 13)

Ελάχιστοι οι τολμηροί που αντέχουν να την υπηρετούν κι ακόμη πιο ελάχιστοι όσοι τα καταφέρνουν ως το τέλος της διαδρομής, ως το τέλος της δοκιμασίας. Δυστυχώς, η φθορά υπάρχει παντού. Το ψέμα κυριεύει τα πάθη κι ο χρόνος προκαλεί στις ρίζες αυτού του μάταιου κόσμου σαπίλα.

«Σε νάρθηκα η συνείδηση
είχε πολλά κατάγματα» (Σελ. 15)

«Οι σκέψεις δροσίζονται
Αλλάζει ο κόσμος
Και η αφή, εσχάτως, υποκρίνεται.» (Σελ. 20)

Η Φωτεινή Ψιρολιόλιου έχει επίγνωση της κατάστασης. Οι άνθρωποι έχουν εγκλωβιστεί μέσα σε μια αθεράπευτα χαοτική κατάσταση, την οποία οι ίδιοι με την αλαζονεία και την απερισκεψία τους δημιούργησαν. Και τώρα, ανήμποροι να αντιδράσουν και να αλλάξουν τη ρότα των πραγμάτων, βλέπουν το φόβο να καθρεφτίζεται στα μάτια τους ως ο μεγάλος τιμωρός που αποφάσισε πια να ορίσει εκείνος, αντί γι’ αυτούς, τη μοίρα τους.

«Στολίζουμε περίτεχνα τους φόβους μας
πιστεύοντας στη σκιά τους.

Τους περιφέρουμε
στα δάση των μοναχικών
λατρεύουμε τα κελύφη
καμαρώνουμε ζωή αδειανή.» (Σελ. 21)

Οι συνέπειες της παρακμής πολλές. Η φθορά πρωταγωνιστεί ως η μόνη επιβληθείσα δύναμη. Μετονομάζεται σε απληστία που οδηγεί αναμφισβήτητα στην ήττα. Η αλήθεια στέκεται, πια, λέξη άγνωστη στις συνειδήσεις των ενηλίκων. Προκαλεί κακόγουστο αστείο και μόνο τα παιδιά μπορούν να αισθανθούν την ομορφιά της. Ίσως, γιατί τα παιδιά έχουν ακόμα άγνοια του κινδύνου. Προκαλεί, άραγε, η αλήθεια κίνδυνο;

«Είναι καιρός τώρα αρκετός
που η αλήθεια είναι αστείο
-κακόγουστο το λεν πολλοί-
μικρών παιδιών διάλεκτος
εξορισμένοι, εντελώς, απ’ το ενήλικο σύμπαν.» (Σελ. 23)

«Καλής χαράς παιδί
με άγνοια στο κόκκινο
περνά διαδρόμους σκοτεινούς
ψάχνοντας για το φως.» (Σελ. 24)

Η άνοιξη για την ποιήτρια παίζει καθοριστικό ρόλο στα ποιήματά της. Ίσως, γιατί καθρεφτίζει με καθαρότητα την ελπίδα, αυτή που έχει ανάγκη ο άνθρωπος στη ζωή του, ακόμα κι αν νιώθει πως έχει απομακρυνθεί εντελώς απ’ αυτήν, ακόμα κι αν τη νιώθει ανίατη, απραγματοποίητη, όνειρο απατηλό. Εκείνη επιμένει να εμφανίζεται μπροστά του παίρνοντας τη μορφή του φωτός.

«Την άνοιξη γλάροι και τράτες
συγυρίζουν την παραίτηση
η ζωή ξαναστήνεται στο φως» (Σελ. 25)

Για να κατορθώσει κάποιος να εμπιστευτεί την άνοιξη, πρέπει πρώτα να το θελήσει. Η θέληση απαιτεί δύναμη ψυχής κι αυτό είναι το μυστικό για να κυριέψει το φως το σκοτάδι, για να πάψουν οι σκιές να φυλακίζουν τη σκέψη, για να αναπνέει ελεύθερη η αλήθεια. Η ποιήτρια, ένθερμος υποστηρικτής της αλήθειας, επιλέγει να ελπίζει σ’ αυτήν. Χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο σε ορισμένα από τα ποιήματά της για να φανεί περισσότερο αποφασιστική και πειστική στο λόγο της. Με τον τρόπο αυτό ελπίζει πως θα παρακινήσει και το φοβισμένο από τα πολλά χρόνια της απόλυτης ηθικής κατάπτωσης αναγνώστη-κυνηγό της ζωής να οραματιστεί για τον εαυτό του, αλλά και για τους άλλους ένα καλύτερο και φωτεινότερο αύριο.

«Θα ανασαίνω
θα χορεύω
στα άσπρα θα ντυθώ
σα κλείσω το μάτι στον ήλιο
θα κατεβάσω μια ελπίδα από τον ουρανό.
Μ’ αυτήν θα πορευτώ στους ίσκιους
στην άγνωστη ζωή.» (Σελ. 27)

Φυσικά, δεν είναι εύκολη υπόθεση μια οποιαδήποτε κίνηση αλλαγής. Σε έναν κόσμο που έχει χάσει την ταυτότητά του από καιρό, το κάθε βήμα απαιτεί πολύ μεγάλη προσπάθεια. Η ποιήτρια έχει επίγνωση της κατάστασης. Οι εξομολογητικές της διαθέσεις, άλλωστε, περιγράφουν σχολαστικά τις συνθήκες αυτές.

«Ζω στη λίμνη της λύπης
για τη χαμένη μας ταυτότητα
τη λειασμένη σας αντίσταση
την ποίησή τους που αναλύεται
και δεν προφέρεται σαν ψαλμωδία
την ευρηματική χυδαιότητα
δίχως ζωή να ζεις.» (Σελ. 30)

«Πεθαίνει ο έρωτας των λέξεων στα βουβά
όσο η ζωή σε παραμύθι ανούσιο
με πλήξη σεργιανά’
δύουν οι ήλιοι τα φθινόπωρα νωρίς.» (Σελ. 32)

«ο ομφαλός της γης μετέωρος
αόρατα οδηγείται.» (Σελ. 36)

Μέσα στην απόλυτη χαοτική κατάσταση που επικρατεί, η ποιήτρια συνειδητοποιεί την κρισιμότητα του χρόνου. Για το λόγο αυτό και προτρέπει τον αναγνώστη να αισθανθεί το βάρος της ευθύνης που του αναλογεί, προκειμένου να τον προβληματίσει, να τον αφυπνίσει και να τον προτρέψει να βρει τον τρόπο να ξεφύγει από το λήθαργο της απραξίας του και να τολμήσει να δράσει με σκοπό την αναγέννησή του.

«Ήρθε η ώρα ο Θεός αυτός
ξανά να γεννηθεί
μέσα από κλήματα ξερά
και σήμαντρα αγέραστα
με γλώσσες κυριακάτικες.» (Σελ. 44)

Αποτυπώνοντας την κρισιμότητα της εποχής η Φωτεινή Ψιρολιόλιου εύχεται να ξημερώσει μία καλύτερη μέρα, μια μέρα που η αλήθεια θα βρει και πάλι τη θέση της στον κόσμο και ο κόσμος θα πάρει και πάλι τη ζωντανή και χρωματιστή του όψη.

«Ας ξημερώσει μια μέρα κόκκινη
για τη σιωπή της αλήθειας
για το ψέμα που έγινε Θεός
τον αδερφό που ρίξαμε
αστόχαστα στους λύκους
τον έρωτα που κόψαμε την τελευταία του φλέβα
και για το μοβ στα χείλη τα αμίλητα.» (Σελ. 45)

Η ελπίδα και τα όνειρα είναι προνόμια των παιδιών. Αν η παιδική αθωότητα κρατηθεί στο ακέραιο στις ψυχές των ενηλίκων, τότε μπορεί ακόμα να βρίσκει χώρο το όνειρο και στον κόσμο εκείνων.

«σαλεύει μέσα μας ακόμα κάτι εφηβικό
το αναγνωρίζω.» (Σελ. 50)

Συμπερασματικά, θα λέγαμε πως έχουμε να κάνουμε με μια ποίηση με συμβολική και υπαινικτική γραφή, με πυκνές ανησυχίες, καταγγελτική, άκρως εξομολογητική, υπαρξιακού αποκλειστικά περιεχομένου, που κινείται στα χνάρια της μοντέρνας ποίησης. Ο στίχος της ποιήτριας κατά το πλείστον χαρακτηρίζεται ελεύθερος, αν και σε αρκετά σημεία διακρίνεται η προσπάθειά της γράφουσας να ακολουθήσει τους κανόνες της έμμετρης ποίησης, ωστόσο όχι απόλυτα πειθαρχημένα (βλ, ποίημα «ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ» σελ. 42). Για το λόγο αυτό, παρόλο που οι σκέψεις της αποτυπώνονται ανεπιτήδευτα στο χαρτί, οι συχνές μεταφορές που χρησιμοποιεί και η γεμάτη εικόνες γραφή της την κάνουν απόλυτα λυρική.
Φυσικά, δεν υπάρχει υπερβολή στο λόγο της και, οπωσδήποτε, δεν παρατηρούμε καμία προσπάθεια από την ίδια να μεταμορφώσει τα γνήσια αισθήματα τα οποία τη διακατέχουν σε προσποιητά και περίπλοκα, ώστε να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη. Η ποίησή της είναι αρκετά συναισθηματική από μόνη της, σε αρκετά σημεία καταθλιπτική, ωστόσο με βαθύ περιεχόμενο, που στόχο έχει να αφυπνίσει τον αναγνώστη και να τον προτρέψει να αντισταθεί ενάντια στην αδιαφορία και σε όσους επιχειρούν να καταστρέψουν ολοκληρωτικά τον άνθρωπο, τις αξίες, τα ιδανικά και τα όνειρά του.
Μία συλλογή που, παρότι πρωτόλεια, υπηρετεί επάξια την ποίηση.
Ας είναι καλοτάξιδη!

.

ΕΦΗ ΖΑΝΝΗ

sparmatseto.gr 15/12/2020

Με ταξίδεψε στον ποιητικό λόγο της που είναι τόσο προσωπικός όσο και κοινός, παράλληλα άχρονος και χρονικός.

Προτρέπει τον εαυτό της να «μαζέψει τα φωνήεντα που ‘ χάσαν την ηχώ τους» την μυρωδιά της μπόρας και βήμα το βήμα μόνη της να πορευτεί στην Άνοιξη, σαν «ξυπόλυτο σπουργίτι».

Πιστεύει και ονειρεύεται το φως της νιότης που κερδίζει βήμα για ένα νέο στερέωμα ενοίκων στη γη .

Αφήνεται στην υγρή της ανάσα να μάθει, να διδαχτεί, να γαληνέψει, να παραιτηθεί (το ποίημα της «Αναγέννηση» είναι καταπληκτικό!!!).

Μαδάει τα στεφάνια της διεκδικώντας το δίκιο της ζωής της, διεκδικώντας δεύτερη ζωή, μέσα σε θάλασσα που ακατάπαυστα ρέει μεταξύ των δαχτύλων.

Παινεύει την υπαναχώρηση των πόθων και τον εξωραϊσμό των θυμών. Αφήνει λυπημένους τους υγρούς χρόνους που βάφουν τα μαλλιά μας και παρατάει την Ιθάκη σαν καπετάνιος.

Το άλλοθι της, η δικαιολογία της για τους φόβους της, είναι μία παραπλάνηση, ένα αλλού, μια βεβαίωση ότι βρισκόταν αλλού τη στιγμή που διαπράχθηκε το έγκλημα του φόβου, εκείνη σε ήλιους και οι άλλοι σε ανταρσία εναντίον της, ενάντιων των ήλιων των ημερών της.

Γνωρίζει ότι είναι θέμα χρόνου η συντριβή, μια συντριβή όμως αληθινής ζωής που την καπνίζουμε γυμνοί σε αχυρένιο στρώμα χαζεύοντας ρωγμές του ουρανού που τραγουδούν (το ποίημα «Χιούμορ» με συγκλόνισε).

Βαθιά απογοητευμένη από το συλλογικό γήρας καθρεφτίζεται στο μαύρο πίνακα του Γκόγια «Δυο γέροι τρώνε σούπα» αλλά κατεβάζει μια ελπίδα από τον ουρανό για να πορευτεί στους ίσκιους.

Μετά σχεδόν τον 1/3 της ζωής της (τον 1/3 των ποιημάτων της- στο 17ο από τα 42 ποιήματά της) έρχεται η «Μετάλλαξη», ο διασυρμός της σε γη άγνωστη, σαν όψιμο χορτάρι στα ρείθρα του δρόμου. Ζει στη λίμνη της λύπης, με ρήματα που τα ‘πνιξε το κύμα, καθώς η ποίηση δεν προσφέρεται για ψαλμωδία.

Τότε επαναστατεί με «ρήματα ασυντέλεστου μέλλοντα», ενός μέλλοντος που δεν συντελέσθηκε, δεν περατώθηκε ακόμη, κάνοντας παντιέρα αισθήματα από λεβάντα και ένα καπέλο των τεχνών. Τότε απευθύνεται στην μεγάλη δασκάλα τη φύση. Με ένα τριπλό δοξαστικό: 1.- ένα ευχαριστώ στη ρίζα, 2.- ένα ύμνο στον έρωτα, 3.- μία αποκάλυψη στην μουσική του θεού που είναι η δική μας σιωπή, η σιωπή του εαυτού μας.(το ποίημα «ΦΥΣΗ ΔΙΑΔΑΞΕ ΜΑΣ» υμνητικό).

Γνωρίζει ότι το μόνο που θα απομείνει από τις σχέσεις μας είναι η «εγγύτητα» και διακηρύσσει ένα ανίατο πάθος στο άνοιγμα, μια αθεράπευτη, αγιάτρευτη επιθυμία στης Άνοιξης το άνοιγμα.

Βέβαια μιλάει για τον πόνο, για τα στάδια του εξευγενισμού των ψυχών και προτάσσει την «αντοχή στο αέναο κατηφόρισμα…. με καλή παραφίνη», με σκοπό την αφαίρεση του λαδιού της λύπης, των πτητικών υλών των συνειρμών, των χρωστικών από τις αράχνες, την υγρασία από τα αγκάθια. Νιώθει ότι πάντα θα ματώνει η πληγή και «η εκατόμβη των ψυχών θα καπνίζει για πάντα» και όλα «τα καρφιά θα βλασταίνουν».

Παρόλα αυτά στης «θεραπείας μπαίνει τον ναό με τον ξυπόλυτο πόθο» και νιώθει τον έρωτα «τον επερχόμενο» να λιώνει την αποστείρωση, να δίνει στη «στιγμή χτύπο και παλμό και όνομα θνητό, αίμα, γεμάτο» και ας ξέρει ότι αργά «εξαϋλώνεται το άχθος του χειμώνα».

Εκείνη στέκεται πάντα «από’ δω…» , στα αχαρτογράφητα, στα άυλα, στα ζωντανά με χρώματα.

Όταν είναι κοντά στο όριο, στης καραντίνας το άρρωστο μυαλό, βγάζει το φίμωτρο και κλαίει!! Αφήνει το συναίσθημα ελεύθερο. Τότε τη στιγμή που αρρωσταίνει το μυαλό ΑΝΑΣΤΑΙΝΕΤΑΙ.

Κάθε πρωί ανασταίνεται στις ανατολές και ανταμώνει την «επαιτεία του κόσμου», την «επ-αιτεία»-ζητιανιά στην ΑΙΣΑ, στην θέα της τύχης, στο πεπρωμένο του κόσμου.

ΑΙΤΕΙΤΑΙ η Φωτεινή!!! Ζητάει το κέρας της αμαλθείας, το σύμβολο της αφθονίας, κρατώντας ένα μεγάλο δοχείο, σε σχήμα κέρατος ζώου, το οποίο ξεχειλίζει από φυσικά προϊόντα: ΛΕΞΕΙΣ, ΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΜΝΟΥΣ: ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗ “ΑΝΙΑΤΗ ΑΝΟΙΞΗ”

Αξίζει, Φωτεινή μου, η ποίηση σου να γεννηθεί και να ξαναγεννηθεί μπροστά στην έκσταση που προκαλεί η πρωτοτυπία μιας εικόνας σου.

Άλλωστε κάθε καινούρια εικόνα σου συνδέεται με το αρχέτυπο που κοιμάται στο βάθος του ασυνειδήτου μας και το ξυπνά, το αναγεννά.

Φωτεινή μου, η ποιητική εικόνα σου είναι ένα αιφνίδιο ανάγλυφο του ψυχισμού σου. Όμως παράλληλα, η πηγή́ της φαντασίας σου, εκτείνεται πέρα από́ τις προσωπικές αναμνήσεις σου. Όπως διατυπώνει ο Bachelard είναι μια κίνηση προς το παρελθόν, φτάνοντας σε ένα πεδίο, που ονομάζει εναλλακτικά́: «προμνήμη, αρχαία μνήμη, επέκεινα της μνήμης και επέκεινα των ονείρων, επέκεινα του παρελθόντος, πανάρχαια μνήμη, «στα βάθη της μνήμης, στο όριο της μνήμης, ίσως και πέρα από́ τη μνήμη στα πεδία του πανάρχαιου», στο απομακρυσμένο παρελθόν που δεν είναι δικό́ μας, στο μεγάλο βασίλειο του αχρονολόγητου παρελθόντος, όπου η μνήμη και η φαντασία είναι άρρηκτες. Η πηγή́ της φαντασίας σου προέρχεται αδιάσπαστα από́ μια σύνθεση των στοιχειών της δημιουργικής επεξεργασίας των δεδομένων που έχουν εισέλθει από́ το εξωτερικό́ σου περιβάλλον στον ψυχισμό́ σου μέσω της εμπειρίας σου, της αντίληψης σου άλλα και από αυτά τα άλλα που δεν έχουν βιωθεί́ αλλά́ ενυπάρχουν στην ψυχή σου, δημιουργώντας, μέσα στο πνεύμα σου Ελευθερία με λόγο και εικόνες.

Αξίζει να προστατεύσεις, Φωτεινή μου, την «μνήμη του αμνημόνευτου», την ποιητική φαντασία σου, για εσένα προσωπικά, μα και για τα πεδία του πανάρχαιου και του παν-μέλλοντος χρόνου.

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.