ΓΕΩΡΓΙΑ ΔΕΜΠΕΡΔΕΜΙΔΟΥ

Η Γεωργία Δεμπερδεμίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη όπου και πέρασε τα μαθητικά της χρόνια. Σπούδασε Τουριστικές επιχειρήσεις στην Λάρισα και ζει και εργάζεται στην Λαμία.
Έχει εκδώσει την πρώτη ποιητική της συλλογή το 2015 «Η ΝΑΥΣ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ» και τη δεύτερη, «ΜΟΝΟΔΡΜΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΠΤΗΣ», το 2018 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
Ποιήματα της δημοσιεύθηκαν σε ανθολογίες και σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά. Το 2016 το ποίημα της «Τα στενά της ανέχειας» βραβεύτηκε στον 16ο Ετήσιο Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης του Λογοτεχνικού περιοδικού «Κελαινώ»
Έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά με το θέατρο με την φωτογραφία την ζωγραφική και έχει πάρει μέρος σε πολλές εκθέσεις με τις αντίστοιχες ομάδες.
Ποιήματα της έχουν μεταφραστεί στην Ουκρανικά, Αγγλικά και Ισπανικά.

.

.

ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ (2018)

Α’ Νύχτες σα θρύμμα ποτηριού

ΑΡΑΓΕ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΕΔΩ;

Οι ψυχές, οι άνθρωποι
Ένα είδωλο
σπασμένο
σε χίλια καθρεπτάκια
σε χείλη
ασυλλάβιστα
Σε στιγμές γιασεμιού
Σε αναφιλητά σιωπές

Να ήταν γλυκιά η καρδιά

Μια στάλα
όλο κι όλο
η ζωή μας

ΑΔΕΙΟ ΠΟΤΗΡΙ

Τις νύχτες
ασελγούσε
πάνω σ’ ένα ποτήρι
τελικά δεν έφτασε
ποτέ στον ουρανίσκο

ένα ποτήρι
άδειο
ούτε καν μισό

το μόνο
γεμάτο
που απομένει άνθρωπε
τούτο τον καιρό
είναι να ξεπερνάς

κάποτε να ξεχνάς

πάντα να ξεπερνιέσαι

ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

Αυτό το ποίημα είν’ αέναο
πάλι πρέπει να έχει αρχή, τέλος
και όλα τα ακόλουθα

Χωμάτινα κάτω
οι άγγελοι, ψάλλουν
τον ουράνιο πατέρα
Τρεις φορές ο Πέτρος
Αρνήθηκε
Κι ο Ιούδας, για να μην προδώσει
Που τελικά πρόδωσε
Κρεμάστηκε
Δες τα μάτια σου στο φως
Κάνε εξομολόγηση
Στον μονόδρομο,
Άνευ όρων καθρέπτη
Έτσι ξετυλίγεται η ύπαρξη
βαρύ φορτίο και σήμερα

Καίγονται, σκοτώνονται, χωρίζουν
βίαια μάνες και παιδιά,
όλοι κοινωνοί και σύζυγοι
μουσκεμένοι από μία μικρή
λέξη, αφαιρετικότητας:
μη χειριζόμαστε ποτέ
προς εξαργύρωση την αγάπη

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ

Πέταξες το μαντήλι
απ’ το τσεπάκι.
Χρώμα άλλαξες
στο χθεσινό σακάκι.
Καινούργιες έβγαλες
φωτογραφίες για
να θυμάσαι τις στιγμές.
Σε έναν ουρανό
κάρφωσες το φεγγάρι.
Έβαλες τις σιωπές
την νύχτα να φωνάζουν

Όλα επιμελώς τα διεκπεραίωσες
μ’ αυτό που δεν μπορείς ό,τι κι αν γίνει
να μας αλλάξεις είναι την ψυχή.

ΞΕΝΕΣ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ

Με ξένες λέξεις
πίνεις από το στόμα
την φθαρμένη αγάπη.
Κοιτάζοντας με την πρώτη
ματιά ασημένιο το φεγγάρι
την γλώσσα ξήλωνες από
κόμπους και φωνήεντα.
Καρφώνεις την αλήθεια σου
σαν ψάρι σπαρταράς
με δίχως αίμα.
Γιατί οι ανθρώποι δεν μπορούν
ν’ αγαπηθούν όπως παλιά.
Όταν κι ο χρόνος τρέχει στις κρύες
αγκαλιές του παγερού χειμώνα.
Μια άγρυπνη φωνή τα χνώτα τους

θα ενώσει στον μονόδρομο καθρέπτη

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩ

Χαρτογραφώ.
Κράτηση κάνω
στον ουρανό μου να ταξιδεύω
θα φυγαδεύσω ως και
την πολύχρωμη ουρά σου

με τα κολλητά
ξύλινα φτερά
από κει θα πιαστώ
από κει θα πετάξω τόσον
όσο πιο δύναμαι ψηλά

Ποιος χαρταετός άλλωστε δεν
μετά από πτώση τσαλακώθηκε

αφού άλλη δίοδος
ποτέ δεν θα υπάρχει

ΤΑ ΠΗΓΑΙΑ ΦΤΕΡΑ

Στη μητέρα μου

Περίσσευμ’ απ’ αστέρια
δεν έχει η νύχτα
να μου δώσει

Δεν έχει χέρια
να απλώσει
ούτε χαμόγελο γλυκό

Τα δυο φτερά της θα
απλώσει
κι αστέρια
αν θα μου δάνειζε

Μάνα μοναδική
στην πλάση
όλες οι ρίζες της
των λουλουδιών της γης
δικά

Υφαίνει την αγάπη στο κορμί της
απ’ την ψυχή
ως και στον νου βαθιά

Πάντα μοναδικόν
πηγής απόσταγμα
σ’ ετούτη την πηγαία πλάση

Β’ Των εποχών κουρσάρος

ΓΛΥΚΕΣ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΕΣ

Της νύχτας τα φεγγάρια αγαπώ.
Κάθε που έρχεται Σεπτέμβρης
στην αστροφεγγιά το κορμί μου ακουμπάω
Και συλλαβίζουν χείλη μου
τις μνήμες
Κείνες τις πρώτες
μελαγχολίες μου γλυκόπικρες.
Αέρινες κ’ οι ποτισμένες
αναμνήσεις. Δειλά
ανέρχονται στο νου ή στην ψυχή
Πώς να αντέξω τις λιακάδες τους.
Την άλλη και τις άλλες μέρες
που δεν μπορώ να σε ξεχάσω
ισιώνω τα μαλλιά μα βρίσκω κόμπους
και πλέκω την πλεξούδα μου
μήπως μικρές καρφίτσες μου φανούν

Και κάθε κόμπος μια χαρά
γέλιο άμα και δάκρυ.
Να ενθυμουμ’ εμμένω τις γιορτές:
αν φτάναμε ξανά μαζί
σε μια υψηλή κορφή μας!

ΑΔΙΟΡΑΤΗ ΦΩΝΗ

Νεφελωμένη ημέρα.
Αγγίζω τ’ ακροδάχτυλά σου.
Παγωμένα.
Ηδονικά γλείφεις πληγές ενώ
ράβω απαλά
στο στόμα σου φιλιά.
Πηδώ στον ουρανό μου
σε άλλην άλληνα ζωή.

Αδιόρατη συνείδησης φωνή.

Η καλύτερη αγάπη
πάντα είναι της ψυχής

ΟΚΤΩΒΡΗΣ

Θέλει να κρατάς
τα σήμαντρα φθινόπωρου
Υπέροχα δες χρώματα
άπειρου κάλλους.

Και πάλι Οκτώβρης.
Μήνες
ωσάν τους δείχτες ρολογιού
γυρνούν
Κάθε μια εποχή
και κάτι στιγματίζει
Σταγόνες βρόχινες παντού.

Θέλει αναμνήσεις
να κρατάς, που πέρασαν
Όνειρα, που χαθήκανε
στη λήθη της αγάπης
Οι σιωπηλοί τους πόθοι
να μη σβήσουν ποτέ
Κι όσα νιώθει η καρδιά
που να τα περιγράφει
δεν μπορεί
Γι’ αυτό, να επισκέπτεσαι
συχνά την ευτυχία.

Να την στοχάζεσαι αρετή
να την προσμένεις κόρη

ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ

Κουρσάρος μου
στέκεσαι Ιούλιε
στητός γυμνός
ένας θεός μικρός
μ’ ήρεμη δύναμη
φυσάς προς τους αιθέρες
μα άλλοτε κουρσεύεις τα
μανιασμένα κύματα
κ’ ίσως να γαληνέψεις κείνη την ψυχή
(μα θα σ’ αγαπώ χίλιες φορές)
Είσαι η μεγάλη αγάπη μου
στα μέσα του καλοκαιριού
Ταξίδι απροσπέλαστο γαλάζιο
Βγάζεις σπαθί κι ως
Βασιλέας δεν ήσουνα αλλά
την πήρες τη βασίλισσα
Στρατηγός δεν έκανες ποτέ
κι όμως ενίκησες.

Εύκολα η καταιγίδα
δεν απομακρύνεται

Εκεί που ανάβουνε φωτιές
λιώνουν και τα σπαθιά.

ΤΑΞΙΔΙ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Οι πρώτες μάς αγκάλιασαν ψιχάλες
Ο ουρανός γεμάτος άσπρα σύννεφα
Γρήγορα κουκουλώνει γρήγορα
Μικρές στιγμές
Απόγευμα Φθινόπωρου
Στην επερχόμενη δύση του τρέχει
Μία γλυκιά μελαγχολία μου χαϊδεύει τα μαλλιά
Σκέψεις αρπαχτικές με διαπερνούν
Σαν ψυχή τρέμουνε κι ενώ
Τις ξετυλίγω διπλά
Τριπλά και η βροχή έρχεται
Είναι η αρχή να νεκρωθούν τα φύλλα
Με τις κρύες ανάσες
Πνοές και χρώματα θέλει να φυλακίσει
Σε όλο τον αιθέρα
Κλαδιά δες ξεγυμνώνονται.
Το χώμα έχει το πιο ωραίο άρωμα
Σαν έρωτας μυρίζει.

Φωτ. Γ.Δ.

ΑΠΡΙΛΗΣ

Φύσηξε Απρίλης
Ντύθηκε παντού
Ξανθός και μυρωδάτος
Χαμόγελα και πονηριές
Ως κάτω από τα σύννεφα
Μας ομορφαίνει.
Απρίλη φύσηξε άφοβα έως να
Μαδήσουμ’ ένα – ένα φυλλαράκι.
Μήπως πετάξουμε κείνη την ώρα
Που δεν θ’ ανθίζει όλη η πλάσις
Κι όλες τις άσπλαχνες στιγμές ίσως αφήσουμε
Απ’ το πετσί χόρτο ξερό της γης μας.

Κρατώντας μόνο της ψυχής μιαν Άνοιξη

.

Η ΝΑΥΣ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ  (2015)

ΑΡΩΜΑ ΜΕΛΙ ΚΑΙ ΛΕΒΑΝΤΑ

Κοινότυπες καταστάσεις
λιμοκτονούν τις ζωές μας
διατριβή καθημερινή
προβάρουμε φτερά
αλλάζουμε ψευδαισθήσεις
ίσα για να νιώσουμε καλύτερα
είναι καταστάσεις που καίει
εντός μας
Άλλα εγώ μετρώ την ζωή
με πρόβες
με άρωμα μέλι και λεβάντα

ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΑΙΔΙΚΕΣ

Όταν είμαστε παιδιά παίζαμε
στις γειτονιές τζάμι
Στήναμε τα κεραμίδια όλο κόκκινα
το ένα πάνω στο άλλο
σαν φωτιά τσάκιζαν οι άκρες
έπεφταν στην γη
τώρα τα μαλλιά μας άσπρισαν
οι πόνοι μεγάλωσαν
μα θέλω να κομματιάσω
τα χρόνια σε μέρες ώρες
εκείνες οι στιγμές είναι χθες
οι στιγμές του τώρα αύριο
να ανεβαίνουμε σκαλοπάτια
από τις πάνω ανηφοριές
όσο να πεθάνει ο άνθρωπος
να ελπίζει ένα αύριο

ΣΥΡΤΑΡΑΚΙΑ

Νύχτωσε
Πάλι άνοιξα το συρταράκι
της ψυχής
τοποθέτησα όλα τα άσπρο κεντημένα
όνειρα μου
Παγιδευμένη πάντα το ανοίγω
κάθε μέρα τα χαϊδεύω δεν ξεχνώ
μα πως φοβάμαι μην μου πεθάνουν
και αφήσουμε θρύψαλα στην ψυχή μου

Φωτ. Γ.Δ.

ΑΥΤΑΠΑΤΗ

Πάλι θα σε βάλω
στις σιωπές μου
πετάει σπίθες
η αυταπάτη
κλέβοντας στιγμές
από το όνειρο
πόσες φορές θα πεθάνω
και θα ξανά γεννηθώ
από τις σκιές μου

.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ

Ο ΜΗΝΑΣ

Τι θα φέρει πάλι
κοίτα τον ουρανό
και προχώρα

Τι θα δούμε
ό, τι και να έρθει
πάλεψε

Τι θα αφήσει πίσω
μάλλον πιο πολλά
συντρίμμια
από πέτρα χώμα νερό

Υπάρχει κι αγάπη

Αναγεννάται
το ταξίδι του κόσμου
Ξανά γεννιούνται
όμορφα οι καιροί

ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Παράξενα άργησε
ο χειμώνας
γλυκά μεγάλα κενά
η θάλασσα ακόμη λούζει
τα πυκνά μαλλιά μου

Την κοιτάζω ώρες
ατελείωτες
κι όμως ποτέ
δεν την χορταίνω

Και αυτή η ομιλία
με τα μάτια
κρύβει τόση αγάπη

Είναι και οι παιδικές πληγές
που προσπαθώ να βουλιάξω
χθες τελικά την κουβάλησα
μέσα μου

Έτσι μου είπε
πάντα θα περπατάς

ΑΠΡΟΣΠΕΛΑΣΤΟ ΧΑΟΣ

Κλέφτης ο χρόνος
αναποδογύρισαν τα πάντα
μεγάλη αναστάτωση
σε όλες τις κοσμογονίες

Η αγάπη μπήκε στο συρτάρι
τα ιδανικά ακουμπισμένα στο κομοδίνο
οικονομίες κοινωνικές δομές πολιτικοί
απροσπέλαστο χάος

Αναμοχλεύω τι είδα
τι πέρασα
τι θα μας βρει

Ο νους μου γυρίζει εδώ εκεί
μια βάρκα με ένα κουπί
αναμαλλιάρικο το ταξίδι της θάλασσας
κι ας είναι δεν το απαρνιέμαι ποτέ

Και πάλι εκεί θα με βρεις
στις φεγγαρόλουστες νύχτες

Αναρριπίζει ο κλέφτης
ένας νέος άνεμος στα μάτια και στα χείλη
τις μέρες λαμπυρίσματα
τις νύχτες να μας αφουγκράζεται

Να δώσει ο θεός φως στις ελπίδες μας

ΛΕΩΝΙΔΑΣ

Τα πουλιά κελαηδούν
πάνω στα κυπαρίσσια
ο ήλιος δύει γλυκά
ο Λεωνίδας έμεινε βουβός
λικνίζει το σπαθί
από τα βουητά του αέρα
τα ρυάκια κελαρύζουν
δίνουν τη ζωή που χάθηκε
τόσο ξαφνικά.

Οι άνθρωποι άλλαξαν τους δρόμους
η άσφαλτος καεί έρημη
πόσο λυπάμαι να στέκω εδώ μόνη
θυμάμαι σκαρφάλωσες βουνά
κύλησες πέτρες
αγκάλιασες κορφές
περπάτησες χιλιόμετρα
με πείσμα πάλεψες τα ανίκητα
κακουχίες δίψα πείνα
πέρασες το μονοπάτι
με τις σκιές του θανάτου
κι όμως ο εφιάλτης
σε βρήκε ύπουλα.

Σφράγισες στο μυαλό μου
με τις ιστορίες σου
έκπληκτη η ανθρωπότητα
για την γενναιότητα σου
στους αιώνες ταξιδεύει
μια γροθιά Έλληνες
έλιωσαν στρατιές
μνήμες χρυσοκέντητες.

Ένας εφιάλτης
με πεθαμένες σιωπές
πέρασε το μονοπάτι
δακρύζω τώρα πάνω στην Χλόη
γιατί η γη κρατάει στα σπλάχνα της
τον πόνο 300 φορές.

Φωτ. Γ.Δ.

ΣΕ ΒΑΦΤΙΖΩ

Η λέξη ποίηση λείπει
εγώ σ’ βαφτίζω έρωτα
η ποίηση δεν είναι μόνο
γένος θηλυκό
είναι πολύ αρσενικό.

Όταν γίνεται παιδί τρέμει
στη γαλήνη της αγκαλιάς
παντού το σώμα του
τρώγεται ατελείωτα
η αγάπη της καρδιάς σου
μπορεί να βρει παράδεισο?

Υπαρκτός ο πόνος
δεν μπορείς ν’ αντισταθείς.

Αλίευσες την ψυχή μου
μ’ είπες να ντυθώ γυναίκα
από τα πόδια μου έβγαλα
αργά τις μαύρες κάλτσες
τύλιξα παραμύθια
βραχιόλια στα χέρια.

Για να ακούν οι ήχοι τα όνειρα
φοράω ολόλευκο δαντελωτό φόρεμα
από το παλιό μπαούλο της γιαγιάς
βαμμένα κατά κόκκινα χείλη
τραγουδώ έρωτα
κοιμάμαι στα σεντόνια σου
χαράζω μαζί σου.

Μην γελάτε τον έρωτα
εσύ γιατί γελάς?
σ’ εσένα μιλώ
γελάς ήρεμα σαρκαστικά
από μέσα καμένη σάρκα
νομίζεις πως ένιωσες?
μεθυσμένες περπατησιές.

Ξενερώνεις από πολλά
έχεις χρόνο να αφεθείς
μπορείς να μαζεύεις
τις σταγόνες όχι της βροχής
τα αίματα αυτά έχουν θλίψη.

ΝΟΤΙΣΜΕΝΑ

Είσαι μακριά μα τόσο κοντά
στην καρδιά μου
οχτώ και είκοσι η ώρα που βουτάει
η αγάπη στο φεγγάρι
αφύλαχτα θέλουμε να ξεδιπλώσουμε
το έσω κόσμο μας
μα για δες τίποτα δεν είναι όπως παλιά
είναι αλήθεια
οι σιωπές κρεμασμένες στις έξω πόρτες
αναποδογύρισαν οι αιώνες
τόσο πολύ έχουν αλλάξει τα αφίλητα
καρφωμένη αρμενίζω στον ουρανό
πάντα μια σκιά με ακολουθεί
κι αυτή η ομιλία με τα μάτια
κρύβει τα νοτισμένα φλέβαρα μου
για τα μελλούμενα μας.

ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ

Τι ωραία να βλέπω
θάλασσα
να αρμενίζω
γαλάζιο
και να αγαπώ
ουρανό.

Και τι ωραία
ο Ποσειδώνας
με την τρίαινα
να χτενίζει
τα κύματα

η Αφροδίτη
να λούζει
τα μαλλιά της
στο ξέφωτο.

Το μαντείο των Δελφών
να μασάει δάφνες
για να αφυπνίζει
τους ανθρώπους
πως γεννήθηκαν θνητοί.

Τι ωραία να μπορείς
να γίνεις λίγο Οδυσσέα
να φτάσεις Πηνελόπη
και ύστερα Αθήνα.

Να μάθεις από μέσα σου
καλύτερα την καρδιά
γιατί ο καθένας αφήνει
αποτυπώματα δικά του
μοναδικά.

ΒΟΥΒΕΣ ΣΙΩΠΕΣ

Κάποιοι πέθαναν νωρίς
και η θλίψη μεγαλώνει
που να ήξεραν την ερημιά
και της δικής μας της ψυχής
σφράγισαν μάτια
κλείσαν αυτιά
δίπλα στον εσταυρωμένο
στα κυπαρίσσια έχει γαλήνη
σιγαλιά μα ο ανήφορος βαρύς
για εκείνους πια έχει τελειώσει
εμείς εδώ στην γη
ας μην κοιτάμε μόνο το αλάτι
που πέφτει στις πληγές μας
κάτι δεν πράξαμε σωστά
με βήματα βουνά
άνθρωποι ας αναστηθούμε
να αγαπηθούμε εξ αρχής
μόνο αυτό μας σώζει
τα μάτια μας γκρίζα
βουβές σιωπές
νοσταλγούν μνήμες φιλιά
ας σκάψουμε με νύχια
τα παραθυρόφυλλα
να βγούμε νικητές να αγκαλιάσουμε
τις κεντημένες μας στιγμές.

ΑΔΙΑΒΑΣΤΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

Οι άνθρωποι που δεν κάνουν Θόρυβο
συχνά κομματιάζουν την καρδιά
ακρωτηριάζουν τα δάχτυλα
πνίγουν τα φεγγάρια εντός τους
τις άσχημες στιγμές δεν μπορούν
να κοιτάζουν τ’ άστρα
φορούν άσπρα παπούτσια
κι ας τους στενεύουν
κουβαλούν πάντα στην ραχοκοκαλιά
ένα αδιάβαστο παράδεισο
έπειτα ακολουθούν ένα μονοπάτι
και όπου τους βγάλει
ακόμη κι αν φύγουν
θα έχουν μείνει
πίσω για μνήμες πολλές.

.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

«Μονόδρομος Καθρέφτης»,

FRACTAL 17/09/2019

Ο ρομαντισμός στην ποίηση της Γεωργίας Δεμπερδεμίδου

Ο Roland Barthes, αναφερόμενος στην τέχνη και τη ζωή, έλεγε πως «έχουμε μπροστά μας δυο ηπείρους. Από τη μια ο κόσμος και η πληθώρα των γεγονότων του, πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, ιδεολογικών. Από την άλλη το έργο του καλλιτέχνη, φαινομενικά μοναχικό και πάντοτε αμφίσημο, εφόσον επιδέχεται ταυτόχρονα πολλές σημασίες». Η λογοτεχνία, επομένως, σύμφωνα με τον Roland Barthes, είναι ένας εντελώς συμβολικός και ατομικός τρόπος παρουσίασης της πραγματικότητας. Ο καλλιτέχνης καταθέτει τις υποκειμενικές του απόψεις του για όσα συμβαίνουν, δημιουργεί το δικό του κοσμοείδωλο, το οποίο και προσπαθεί να μεταφέρει στον αναγνώστη.

Η Γεωργία Δεμπερδεμίδου, στη δεύτερη ποιητική της συλλογή, με τίτλο «Μονόδρομος καθρέφτης», εκδόσεις Γαβριηλίδης, προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον αναγνώστη μέσα από το μοτίβο του καθρέφτη. Ο καθρέφτης γίνεται εργαλείο με το οποίο εισέρχεται στον χώρο του ασυνειδήτου, εκεί όπου, σύμφωνα με τον ψυχίατρο Λακάν, βρίσκεται ο πυρήνας της ύπαρξής μας, η αληθινή μας ατομικότητα.

Η συλλογή χωρίζεται σε δύο ενότητες, «Νύχτες σα θρύμμα ποτηριού» και «Των εποχών κουρσάρος», και είναι αφιερωμένη στον ποιητή Κώστα Ριζάκη. Βασικά της γνωρίσματα ο λυρισμός, η εσωτερική αναζήτηση, ο διάχυτος ερωτισμός και η ρομαντική διάθεση.

Τα ποιήματα της Γεωργίας Δεμπερδεμίδου είναι έμφορτα από συναισθήματα. Τα χαρακτηρίζει το αίσθημα της ματαίωσης. Μελαγχολική η διάθεση με έντονη ροπή προς τη φαντασία και την ονειροπόληση. Μια τάση φυγής μέσω φαντασιώσεων από την αλλοτριωτική πραγματικότητα που φαίνεται πνιγηρή.

Το ποιητικό υποκείμενο στη συλλογή «Μονόδρομος καθρέφτης» διψά για το απόλυτο. Ονειρεύεται έναν ιδανικό κόσμο αγάπης και έρωτα. Απογοητευμένο όμως από το παρόν, στρέφεται νοσταλγικά προς το παρελθόν, το οποίο και εξιδανικεύει. Οι συνθέσεις μοιάζουν θραύσματα μιας ψυχής κυριαρχημένης από τη διάψευση. Η επίκληση στην αγάπη αποτελεί μόνιμη επωδό, ενώ η νύχτα, αντανάκλαση της εσωτερικής διάθεσης, κατακλύζει τους στίχους. Εύγλωττος ο τίτλος στην πρώτη ενότητα: «Νύχτες σα θρύμμα ποτηριού.

Ω! ΝΥΧΤΑ

Ω! Νύχτα, νύχτα
κάθε νύχτα που έρχεσαι.
Ήθελα τόσα να σου πω
να σου ομολογήσω.

Για την αγάπη που τη ζωή
μαλακώνει για τα τραγούδια που
προσκυνήσαμε μαζί.

Γι’ αυτά που ζήσαμε δικά σου
και δικά μου, μα μία κραυγή
περιπλοκής χαρακωμένη.
Ήδη είχε καρφώσει στον μαύρο ουρανό
φεγγάρι μ΄ άσπρο το στεφάνι.

Και μες στον παραλογισμό της νύχτας
νόμιζα η ευτυχία πως ήταν.
Τώρα σαν τον θυμάμαι,
ήτανε

ματωμένα τα φιλιά
που δάκρυσαν στο πρώτο κόκκινο
φως της ημέρας.

Η επαφή με τη φύση στην ποίηση της Δεμπερδεμίδου αποτελεί πηγή πνευματικής εσωτερικότητας, στοιχείο που παραπέμπει στους ρομαντικούς, όπως και η πεσιμιστική διάθεση, απόρροια της ιδεαλιστικής προσμονής για το απόλυτο.

ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ

Σήμερα κάψε με
Μα έπειτα μέσα
από τις στάχτες σου

Βάψε με
με τα μάτια
της ψυχής

Άναψε την Πανσέληνο
να πέσουνε οι μάσκες

Να διαλύσει η θάλασσα
όλο της το αλάτι

Σκιές ή και
Πληγές

Αγάπες πάλι

Αγάπες

Το επίθετο και η εικονοποιία παίζουν βασικό ρόλο. Το ίδιο και τα ουσιαστικά τα οποία προσδίδουν πυκνότητα στον λόγο και αποτελούν δείγμα στασιμότητας. Πεινασμένες λέξεις, ξυραφιασμένες στιγμές, αιμόφυρτη αγκαλιά, ματωμένη μνήμη, καρφωμένες καρδιές, φθαρμένη αγάπη. Τα ρήματα είναι κυρίως αρνητικά ή παρελθοντικού χρόνου, απόρροια της απογοήτευσης ή της διάθεσης για επιστροφή προς ένα εξιδανικευμένο άλλοτε. Πολλές εξάλλου συνθέσεις στη συλλογή της Δεμπερδεμίδου στηρίζονται στην αντίθεση του τώρα και του τότε, του χθες και του σήμερα.

ΞΕΝΕΣ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ

Με ξένες λέξεις
πίνεις από το στόμα
την φθαρμένη αγάπη.
Κοιτάζοντας με την πρώτη
ματιά ασημένιο το φεγγάρι
την γλώσσα ξήλωνες από
κόμπους και φωνήεντα.
Καρφώνεις την αλήθεια σου
σαν ψάρι σπαρταράς
με δίχως αίμα.
Γιατί οι ανθρώποι δεν μπορούν
ν΄ αγαπηθούν όπως παλιά.
Όταν κι ο χρόνος τρέχει στις κρύες
αγκαλιές του παγερού χειμώνα.
Μια άγρυπνη φωνή τα χνώτα τους

θα ενώσει στον μονόδρομο καθρέπτη

Η δεύτερη ενότητα, Των εποχών κουρσάρος, έχει ως πυρήνα της τους μήνες του χρόνου και τη φύση.

Άγιος Αύγουστος, Δεκέμβρης της αγάπης, Οκτώβρης, Ένας Σεπτέμβρης, Αγαπημένα στάχυα, Ταξίδι Φθινόπωρο. Κουρσάρος ο Ιούλιος – ο αγαπημένος μήνας της ποιήτριας.

ΤΑΞΙΔΙ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Οι πρώτες μάς αγκάλιασαν ψιχάλες
ο ουρανός γεμάτος άσπρα σύννεφα
γρήγορα κουκουλώνει γρήγορα
μικρές στιγμές.
Απόγευμα Φθινόπωρου
στην επερχόμενη δύση του τρέχει.
Μία γλυκιά μελαγχολία μού χαϊδεύει τα μαλλιά
σκέψεις αρπαχτικές με διαπερνούν
σαν ψυχή τρέμουνε κι ενώ
τις ξετυλίγω διπλά
τριπλά και η βροχή έρχεται
είναι η αρχή να νεκρωθούν τα φύλλα.
Με τις κρύες ανάσες
πνοές και χρώματα θέλει να φυλακίσει.
Σε όλο τον αιθέρα
κλαδιά δες ξεγυμνώνονται.

Το χώμα έχει το πιο ωραίο άρωμα
σαν έρωτας μυρίζει.

Ιδιαίτερα ζωντανές είναι οι εικόνες που αναπαριστούν τις εποχές, με πρόδηλες επιρροές από την επτανησιακή σχολή, κυρίως τον Σολωμό και τον Κάλβο (ως προς τη χρήση αρχαιόπρεπων γραμματικών τύπων).

ΑΠΡΙΛΗΣ

Φύσηξε Απρίλης
ντύθηκε παντού
ξανθός και μυρωδάτος
χαμόγελα και πονηριές
ως κάτω από τα σύννεφα
μας ομορφαίνει.
Απρίλη φύσηξε άφοβα έως να
μαδήσουμ΄ ένα – ένα φυλλαράκι.
Μήπως πετάξουμε κείνη την ώρα
που δεν θ΄ ανθίζει όλη η πλάσις
κι όλες τις άσπλαχνες στιγμές ίσως αφήσουμε
απ΄ το πετσί χόρτο ξερό της γης μας.

Κρατώντας μόνο της ψυχής μιαν Άνοιξη

Το ελληνικό τοπίο είναι κυρίαρχο στην ενότητα Των εποχών κουρσάρος. Η υποβολή, οι εξεζητημένες λέξεις, η αίσθηση της απατηλής πραγματικότητας σε σχέση με το απόλυτο, αποτελούν στοιχεία που παραπέμπουν στον συμβολισμό. Τα στοιχεία της φύσης γίνονται σύμβολα προκειμένου να αποδώσουν τα συναισθήματα και τις ψυχικές διαθέσεις. Δίνεται έμφαση στον εσωτερικό κόσμο. Η διάθεση ονειροπόλησης και μελαγχολίας είναι έντονη. Η αισιοδοξία κάνει την εμφάνισή της με καλόχυμα όνειρα τη νύχτα.

Έβαψε ο ήλιος
την ημέρα στο φως.

Πιο ύστερα η νύχτα
με σιωπές θα ανάψει
καλόχυμα όνειρα.

Η Γεωργία Δεμπερδεμίδου στη συλλογή «Μονόδρομος καθρέφτης» δημιουργεί έναν ύμνο προς τη φύση και το συναίσθημα, ποιητική της νύχτας και του φεγγαριού, διάχυτη από νοσταλγία, ονειροπόληση και λυρισμό.

.

ΤΑΣΟΣ ΚΑΡΤΑΣ

Πέμπτη, 13 Σεπτεμβρίου 2018

ΜΙΑ ΣΤΑΛΑ ΟΛΟ ΚΙ ΟΛΟ Η ΖΩΗ ΜΑΣ (σπάει πλάκα!.. Λοιπόν εκεί σε θέλω: να μη χειριζόμαστε προς εξαργύρωση την αγάπη):
«Οι ψυχές, οι άνθρωποι / Ένα είδωλο σπασμένο σε χίλια καθρεφτάκια, σε χείλη ασυλλάβιστα
Σε στιγμές γιασεμιού / Σε αναφιλητά σιωπές / Να ήταν γλυκιά η καρδιά / Μια στάλα όλο κι όλο η ζωή μας»
Μ’ αυτό το ποίημα, ΑΡΑΓΕ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΕΔΩ (σελ. 11), πρώτο στη συλλογή της Γεωργίας Δεμπερδεμίδου ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ φανερώνεται μια μεταφυσική ανησυχία που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα διαχέεται και σε άλλα ποιήματα της συλλογής όπως για παράδειγμα στο ΑΔΕΙΟ ΠΟΤΗΡΙ (σελ. 14), όπου, όμως, παραμονεύει και η πρώτη πρόταση/ απάντηση «μια στάλα όλο κι όλο η ζωή» γι’ αυτό, το μόνο που απομένει άνθρωπε είναι «να να ξεπερνάς, κάποτε να ξεχνάς, πάντα να ξεπερνιέσαι»:
«Τις νύχτες ασελγούσε / πάνω σ’ ένα ποτήρι / τελικά δεν έφτανε ποτέ στον ουρανίσκο
ένα ποτήρι άδειο, / ούτε καν μισό
το μόνο γεμάτο / που απομένει άνθρωπε τούτο τον καιρό / είναι να ξεπερνάς, / κάποτε να ξεχνάς, πάντα να ξεπερνιέσαι».
ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ο τίτλος της συλλογής, ΚΟΡΝΙΖΑ ΠΑΛΙΑ (σελ. 12) στην οποία η ποιήτρια μας κάνει γνωστές ευθύς εξαρχής για τις διαθέσεις της:
«Δεν μπορώ άλλες κορνίζες φτιασιδώματα.
Τι δουλειά έχω σε καθρέφτες, / σε μπογιές ή καμβάδες / που κόσμους ζωγραφίζουν γεμάτους χρυσόσκονη; / Εμένα μόνο η ντεμοντέ ζωή μου πάει γάντι».
Ντεμοντέ η ζωή αλλά το ποίημα της αέναη εξομολόγηση «στον μονόδρομο άνευ όρων καθρέφτη», μ’ αρχή μέση και τέλος και με αφαίρεση και με κατηγορική προσταγή:
«μη χειριζόμαστε ποτέ προς εξαργύρωση την αγάπη» (σελ. 15)
Τα πράγματα, οι καταστάσεις μεταβάλλονται, οι έννοιες αλλάζουν. Ο παραμορφωτικός καθρέφτης του χρόνου και η εσωτερική εστίαση των ποιητών προσδίδουν σ’ αυτά άλλες κάθε φορά διαστάσεις. Έτσι και η Γεωργία Δεμπερδεμίδου με την πρώτη της ποιητική συλλογή ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2018: «αναπλάθει τον κόσμο μέσα από ένα ενδιαφέρον μείγμα μεταφορών, στοχασμών και αναζητήσεων για τον Άνθρωπο. Πλάθει πρισματικές εικόνες και στιχουργεί τη διάθλασή τους. Με μία ρομαντική διάθεση γεμάτη φως στοχάζεται για τον ανθρώπινο βίο, τον έρωτα και τη μνήμη…» (Δήμος Χλωπτσιούδης)
Γιατί η Ποίηση είναι καθαρή μια ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ (σελ. 33): «Και τι θαρρείτε; / Μόνον τ’ αναφιλητά του έρωτα ή ένα ποτήρι ρέον κρασί / μεθά στα σωθικά ταξίδια διψασμένα; / Είναι η ζωή που βγάζει τα κλαδιά / με τον εαυτό παλεύει. / Φορές μπορεί να φόρεσε όσα καλά της / και θρηνεί επάνω από σπασμένα ποιήματα / αιώνιες τελείες, κόμματα μεγάλα». Γι’ αυτό «ας βάλουμε τις Σιωπές τη Νύχτα να φωνάζουν», προστάζει η ποιήτρια στο ποίημα ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ (σελ. 18). Είναι μια άσκηση Σιωπής, σημάδι ζωής και πάθους που επιβεβαιώνεται μέσα από τις αντιφάσεις της: «Για να υπάρχω σβήσε το φως / Κι ας γίνει η αγάπη νύχτα» (ΤΑ ΒΡΑΔΥΑ (σελ. 13)
Ακολουθούν επιλογές ποιημάτων από την πρώτη ενότητα της συλλογής ΝΥΧΤΕΣ ΣΑ ΘΡΥΜΜΑ ΠΟΤΗΡΙΟΥ και η παρουσίαση κλείνει με αντιπροσωπευτικά δείγματα και σχόλια για τη δεύτερη ενότητα: ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ [ART by victoria ivanova]

ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ
Όμορφα πάντα τα βράδια
όταν θρέφει όνειρα
πυκνώνει
η νύχτα
μενεξεδί
η μέρα
την ξεγυμνώνει όπως κορμί

μ’ απλά σαν πάθος
ξεφτίζει η αγάπη
στο φως
δεν θυμάμαι τίποτα
για να υπάρχω
σβήσε το φως

κι ας γίνει η αγάπη νύχτα

ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Αυτό το ποίημα είν’ αέναο
πάλι πρέπει να έχει αρχή, τέλος
και όλα τα ακόλουθα

Χωμάτινα κάτω
οι άγγελοι, ψάλουν
τον ουράνιο πατέρα
Τρεις φορές ο Πέτρος
Αρνήθηκε
Κι ο Ιούδας, για να μην προδώσει
Που τελικά πρόδωσε
Κρεμάστηκε
Δες τα μάτια σου στο φως
Κάνε εξομολόγηση
Στον μονόδρομο,
Άνευ όρων καθρέφτη
Έτσι ξετυλίγεται η ύπαρξη
βαρύ φορτίο και σήμερα

Καίγονται, σκοτώνονται, χωρίζουν
βίαια μάνες και παιδιά
όλοι κοινωνοί και σύζυγοι
μουσκεμένοι από μία μικρή
λέξη, αφαιρετικότητας:
μη χειριζόμαστε ποτέ
προς εξαργύρωση την αγάπη

Ω! ΝΥΧΤΑ
Ω! Νύχτα, νύχτα
κάθε νύχτα που έρχεσαι.
Ήθελα τόσα να σου πω
να σου ομολογήσω

Για την αγάπη που τη ζωή
μαλακώνει και τα τραγούδια που
προσκυνήσαμε μαζί.

Γι’ αυτά που ζήσαμε δικά σου
και δικά μου, μα μία κραυγή
περιπλοκής χαρακωμένη.
Ήδη είχε καρφώσει στον μαύρο ουρανό
φεγγάρι μ’ άσπρο το στεφάνι.

Και μες τον παραλογισμό της νύχτας
νόμιζα η ευτυχία πως ήταν.
Τώρα σαν τον θυμάμαι,
ήτανε

ματωμένα τα φιλιά
που δάκρυσαν στο πρώτο κόκκινο
φως της ημέρας.

ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
Επιθυμίες διαδρομές
ή πεινασμένες λέξεις
Ασταμάτητα
τ’ αγκαλιάσματα.
Ξυραφιασμένες οι στιγμές
πάντοτε κλειδωμένες
Σε άσπρης κοιλιάς
το περίγραμμα
Δεν ξέρεις καν αν είναι απ’ το μυαλό
ή την καρδιά –μην κλαις!
Μια στοργική αγκαλιά
αιμόφυρτη στην άσφαλτο
Τσίμπημα σφήκας
στο γυμνό κορμί
Σημάδι ο απροσδόκητος
πρόωρος θάνατος.

Μα κάπου γύρω εδώ
σπάει πλάκα να σου κάνει
τούμπα ξανά η ζωή.

Εκεί λοιπόν σε θέλω

ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΜΝΗΜΗ
Χρόνια οι καρδιές καρφωμένες.
Σε κόγχες, σε κάγκελα.

Σήμερα ένα γαρύφαλλο έπεσε
στη μειωμένη μνήμη.

Διπλό αύριο θα στάζει
καλύτερο απ’ το σήμερα

ΞΕΝΕΣ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ
Με ξένες λέξεις
πίνεις από το στόμα
την φθαρμένη αγάπη.
Κοιτάζοντας με την πρώτη
ματιά ασημένιο το φεγγάρι
την γλώσσα ξήλωνες από
κόμπους και φωνήεντα.
Καρφώνεις την αλήθεια σου
σαν ψάρι σπαρταράς
με δίχως αίμα.
Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν
ν’ αγαπηθούν όπως παλιά.
Όταν κι ο χρόνος τρέχει στις κρύες
αγκαλιές του παγερού χειμώνα.
Μια άγρυπνη φωνή τα χνώτα τους

θα ενώσει τον μονόδρομο καθρέπτη

ΕΒΑΨΕ Ο ΗΛΙΟΣ
Έβαψε ο ήλιος
την ημέρα στο φως.

Πιο ύστερα η νύχτα
με σιωπές θα ανάψει
καλόχυμα όνειρα.

ΤΑ ΣΙΓΑΝΑ ΒΗΜΑΤΑ
Ένας δρόμος αρχίζει ή τελειώνει
πευκοβελόνες σε φως και σκοτάδια.
Ένα τίποτα μέσα σε όλα
κι η μια μέρα να σπρώχνει την άλλη

ΣΠΑΣΜΕΝΕΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ
Σπασμένες αλυσίδες
-Υπενθύμιση-
Με κάλεσες σε μια όμορφη
Εκδήλωση
Η πρόσκληση υπέροχη
Το διαβατήριο έτοιμο
ταξίδι ως τα Κύθηρα
Όνομα
Διεύθυνση
Όλα ήσαν στην εντέλεια
Προορισμός
Παύλα
Μια θάλασσα ήρεμη
νεκρή εκκωφαντικά
Εσύ έλειπες (σημαντικό)
Ωραιότατη
που η νύχτα ήταν της καρδιάς σου
μαγική
Της είχες κλέψει
τον ουρανό με τ’ άστρα του
Δεν της έλειπε τίποτε
ένα βήμα μόνο στην αιωνιότητα.
Τ’ άστρα συνέχιζαν
τα μαγικά τους
νόμιζα κι εγώ πως
δεν θα σβήσουνε ποτέ
σε μια νύχτα
μέσα έσβησαν.
Έσκυψα ναν τα ρωτήσω
μα ήδη είχανε χαθεί
τόσον γιαυτό
γι’ αυτό σ’ αγάπησα

ΤΟ ΜΗ ΥΠΑΡΧΟΝ ΜΟΝΑΧΑ
Να ακουμπάς σ’ ανθρώπους που
έχουνε μελαγχολικά τα μάτια.

Να δίνεις ακατάπαυστα
ένα κομμάτι ένα της καρδιάς.

Αυτοί οι άνθρωποι φορούν
σκούρα τα χρώματα της ψυχής.

Να λειανθούν δε λένε οι γωνίες
την πίκρα αφόρητη απ’ την καρδιά
σέρνουνε κατακάθι.

Η γλώσσα πότε αλλάζει
ραχοκοκαλιά;

Όσο κι αν τους φιλάς στο στόμα
θ’ ακολουθούν το μονοπάτι αιώνια
μοναχικότητος όχι της μοναξιάς.Προβολή άρθρου

Μα θα σου έχουν δώσει τον
καλύτερο παράδεισο όταν
ως μη υπάρξαντες ποτέ
χαθούν στο μισοσκόταδο.
[από τη συλλογή της Γεωργίας Δεμπερδεμίδου ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2018]

ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ (η ποιήτρια) συναγελάζεται με εποχές και μήνες, στη δεύτερη ενότητα της συλλογής που φέρει τον παραπάνω τίτλο. Αλλά Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΑΓΑΠΗ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ (με κεφαλαία οι τίτλοι ποιημάτων απ’ όπου ανθολογούνται οι παρακάτω στίχοι):
Εκεί η Άνοιξη «αγκαλιάζει το σύμπαν με ίδιον ένδυμα»: ζωγραφισμένοι πίνακες, λουλουδιασμένη γη «για της ψυχής το σ’ αγαπώ, για τα ταξίδια», ΔΙΠΛΗΣ ΠΤΥΧΗΣ (σελ. 39): «άσπρα όλα τα άνθη μυγδαλιάς δέστε το πρωινό επάνω στην καρδιά σας»!..
Και όταν έρχεται Σεπτέμβρης συλλαβίζουν τα χείλη ΓΛΥΚΕΣ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΕΣ (σελ. 41): «και κάθε κόμπος μια χαρά, γέλιο άμα και δάκρυ… αν φτάναμε ξανά μαζί σε μια ψηλή κορφή μας»!..
Έπεται… πρωθύστερος ο ΑΓΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ (σελ. 42) που έκρυβε στα μάτια μπόρες και καταιγίδες όσα «και τα δάκρυα της βροχής…» «Κι εγώ τις ματωμένες σου να προσκυνώ σιωπές… Τι εύκολο καρδιές να εξουσιάζεις»!..
Πολλές οι χειμωνιάτικες βραδιές στο ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ (σελ. 45) που με τ’ άσπρο του χιόνι εξαγνίζει δάκρυα «των πιο κρυφών ματιών». Τέλος εποχών, και η ποιήτρια, ξέροντας πολύ καλά ότι «η καλύτερη αγάπη πάντα είναι της ψυχής» αισθάνεται την ανάγκη, με καθαρές κουβέντες, να εξηγηθεί: «αν δεν μου δώσεις την ψυχή, μην περιμένεις, δίνε του. Μη με προσμένεις Έρωτα!..». ΑΔΙΟΡΑΤΗ Η ΦΩΝΗ της (σελ. 44): «Νεφελωμένη ημέρα. / Αγγίζω τ’ ακροδάχτυλά σου. / Παγωμένα / Ηδονικά γλείφεις πληγές ενώ ράβω απαλά / στο στόμα σου φιλιά / Πηδώ στον ουρανό μου / σε άλλην άλληνα ζωή. / Αδιόρατη συνείδησης φωνή…
Και πάλι ΟΚΤΩΒΡΗΣ (σελ. 47) «… να κρατάς τα σήμαντρα του φθινοπώρου… αναμνήσεις να κρατάς που πέρασαν / Όνειρα που χαθήκανε στη λήθη της αγάπης / Οι σιωπηλοί τους πόθοι να μη σβήσουν ποτέ…»
Μα τόσο κοντινή η γλυκιά ψυχής μελαγχολία ενός ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ (σελ. 49): «ηλιοκαμένα ακόμη τα κορμιά στ’ αλμυρίκια θ’ ακουμπούν / Να ταξιδέψουνε στο περασμένο καλοκαίρι / Τον χρόνο αφήνοντας… Ό,τι ήρθε άγγιξε / Ό,τι έφυγε δεν θα ξαναγυρίσει.
ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ (σελ. 51) ο Ιούλιος, η μεγάλη αγάπη στα μέσα του καλοκαιριού «στητός γυμνός, ένας θεός μικρός μ’ ήρεμη δύναμη… Ταξίδι απροσπέλαστο γαλάζιο… Εκεί που ανάβουνε φωτιές / λιώνουν και τα σπαθιά»
Ξερό κορμί του χρόνου Ο ΜΑΗΣ ΜΟΥ (σελ. 54) «Μάης και μάγεμα όλος / Έσκασε πρώτο το γλυκό φιλί… Η μυρωδιά μοναδική του Ζάλη / Η ομορφιά της φύσης του κατάσαρκα απλώνεται / Κεντάει την καινούργια της εσάρπα…»
Φυσάει ΑΠΡΙΛΗΣ (σελ. 56) ξανθός και μυρωδάτος και ίσως «όλες τις άσπλαχνες στιγμές αφήσουμε… κρατώντας μόνο της ψυχής μιαν ΑΝΟΙΞΗ (σελ. 55) που «ως και ο Αχέροντας φοβήθηκε / Στις σκοτεινιές του Κάτω Κόσμου»
Τελευταίο ποίημα της συλλογής Η ΒΡΟΧΗ (σελ. 57): «Σταλάζουν οι σιωπές απ’ τη βροχή μου. / Βαριά η ομίχλη της ψυχής… Αγέρας σηκώθηκε (μέσα μου) Σε θυμήθηκα… Σα βρεγμένο σώμα / Τρύπωσες στα ρουθούνια μου κι ύστερα ξέπνοα σε φύσηξα / Τότε άρχισε να βρέχει. Αυτή η βροχή θα είναι δική μου πάντα»
Σ’ όλα σχεδόν τα ποιήματα ο ρομαντισμός, κρυμμένος κάποιες φορές στις στοχαστικές αναζητήσεις, είναι διάχυτος χωρίς ν’ αποτελεί αυτοσκοπό. «Οι λυρικές ανάσες ισορροπούν με αισθητικές μεταφορές και παρομοιώσεις» σημειώνει εύστοχα στην κριτική του ο Δήμος Χλωπτσιούδης, που σχολιάζει και την αντισυμβατική συχνά ως προς το συντακτικό άξονα γλώσσα: «Η άτακτη σειρά λέξεων σε προτάσεις σε ορισμένες συνθέσεις διαταράσσουν τη νοηματική αναμενόμενη πορεία της γλώσσας και μέσα από την ανοικειωτική σύνταξη έλκουν την προσοχή… όπως άλλωστε και μια χαρακτηριστική προφορικότητα με έντονο το διαλογικό στοιχείο. Έτσι, όμως, η ποιήτρια, αφήνει τον χρόνο σε μία ρευστή πορεία ειδικά στην απαγγελία…»
[Γεωργία Δεμπερδεμίδου, Μονόδρομος Καθρέφτης, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2018]

.

.

Η ΝΑΥΣ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΑΝΤΑΣ

ΓΕΩΡΓΙΑ ΔΕΜΠΕΡΔΕΜΙΔΟΥ(Η ΝΑΥΣ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ)

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί προσκεκλημένοι .Σας ευχαριστούμε που ήρθατε απόψε εδώ να μας τιμήσετε με την παρουσία σας, να απολαύσετε έργα ζωγραφικής και να παρακολουθήσετε λογοτεχνία και ποίηση στα πλαίσια των εκδηλώσεων που έχει προγραμματίσει ο Όμιλος Φθιωτών Λογοτεχνών κ Συγγραφέων από 11 -23 Απριλίου για τη “2η Γιορτή Φθιωτικού βιβλίου”
Εμείς θα σας μιλήσουμε για το ποιητικό έργο της Γεωργίας Δεμπερδεμίδου. Τίτλος του βιβλίου”Η Ναυς των Ονείρων”που εκδόθηκε από τη Δυάς Εκδοτική,Αθήνα 2015 .
Η λέξη ναυς είναι αρχαιοελληνική και έχει πολλές σημασίες ,σημαίνει
πλοίο, καράβι, σκάφος,τριήρη και μεταφορικά το μεσαίο κλίτος χριστιανικού ναού
Δεν είναι τυχαίο που επέλεξε αυτόν τον τίτλο η ποιήτρια, γιατί όπως θα δούμε τα πιο πολλά ποιήματά της, μιλάνε για όνειρο
Η ποίηση ως έντεχνος λόγος βρίσκεται στην ανωτάτη βαθμίδα.
Υπήρξε πανάρχαιο εκφραστικό μέσο του ανθρώπου και ως έντεχνος λόγος καλλιεργήθηκε πριν από την πεζογραφία.
Οι Έλληνες από την αρχαιότητα είχαν ιδιαίτερη επίδοση στην ποίηση ,η οποία άλλωστε είναι συνυφασμένη και με τις πρώτες πολιτιστικές εκδηλώσεις τους.
Δε ζει ο άνθρωπος ,μόνο και μόνο να εξασφαλίσει τον άρτο, την καθημερινή τροφή.Έχει ανάγκη τη θαλπωρή της αγάπης και το χάδι του έρωτα, την ομορφιά και την πολυχρωμία των νυχτολούλουδων,έχει ανάγκη τους ιριδισμούς της αυγής και του δειλινού, το άστρο των Χριστουγέννων, τις πασχαλιές της Ανάστασης..

Ο άνθρωπος έχει ανάγκη και από άλλα πολλά, κυρίως όμως έχει ανάγκη το όνειρο.
Μια τέτοια ξεχωριστή και όμορφη ποιητική παρουσία είναι η Γεωργία Δεμπερδεμίδου.
Περιδιαβαίνοντας το βιβλίο της «Η Ναυς των Ονείρων» και διαβάζοντας τα ποιήματά της πολλές φορές να εισέλθουμε στα μύχια της ψυχής της και να ερμηνεύσουμε σωστά τη σκέψη της, διαπιστώνουμε ότι μπροστά μας έχουμε μια κατεξοχήν λυρική ποιήτρια της αγάπης, του έρωτα και του ονείρου.
Η ποίηση της Γεωργίας δεν είναι μόνο αυτά ,είναι και μια κραυγή διαμαρτυρίας για κοινωνική δικαιοσύνη ,για το ανελεύθερο του ανθρώπου κι ένα παράπονο για όσα δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει.
Τα ποιήματά της όλα έχουν ελεύθερο στίχο ,δηλ οι στίχοι τους είναι χωρίς μέτρο και ομοιοκαταληξία.
Έχουν όμως άριστο ρυθμό κι είναι αυθεντικοί, της δικής της καρδιάς, των δικών της πιστεύω κι όλοι έχουν μια ελληνικότητα, ,γαλάζιο ουρανό ,θάλασσα και άπλετο φως, στίχοι μ’ ευγένεια ,καλοσύνη και πίστη προς τον Θεό .

Ας αρχίσουμε λοιπόν να ξεδιπλώνουμε μέσω της ποίησής της, τον ψυχικό κόσμο της ποιήτριας, να τη γνωρίσουμε και να ζήσουμε μαζί της όσα έζησε εκείνη, πραγματικά γεγονότα ή επινοήσεις του νου.
Πάμε στο ποίημα “ΑΝΗΚΩ ΕΔΩ” και διαβάζουμε ένα απόσπασμα.
……………………………….
Να ,περπατώ στα φεγγάρια μου
να, ταξιδεύω με τα όνειρά μου.
Ο δικός μου Θεός ,δε με ξέχασε
πολιορκεί την ψυχή μου

………………………….
Μεταγγίζω την καρδιά μου
…………………..
Την αγάπη τη ζήσαμε
μα αυτός ο έρωτας θερίζει
ανελέητα με το δρεπάνι του

Ποίηση αισθαντική, ονειρική ,όπου ο έρωτας πολιορκεί την ψυχή των ανθρώπων κι ο μικρός φτερωτός Θεός, ο γιος της Αφροδίτης και του Άρη πυρπολεί τις καρδιές μας και κάνουμε τις υπερβάσεις, τις τρέλες μας όπως συνηθίζει να λέει ο λαός.
Κι είναι η ποίηση μια μαγεία, ένα ατελεύτητο ονειρικό ταξίδι
στα απροσμέτρητα άστρα του Σύμπαντος
κι ένα ΑΡΩΜΑ ΜΕΛΙ ΚΑΙ ΛΕΒΑΝΤΑ (σελ40),όπως επιγράφεται ένα άλλο ποίημα της ποιήτριας.
Διαβάζουμε ένα απόσπασμα στίχων από το ποίημα αυτό .
…………………….
Φοράμε τα πάντα
προβάρουμε ψευδαισθήσεις.
Προβάρουμε και φτερά
Ίσα για να νιώσουμε καλύτερα
……………
Αλλά εγώ μετρώ τη ζωή
με πρόβες
σαν να υπάρχει άρωμα μέλι και λεβάντα

Και στο ποίημα ΥΠΑΡΞΗ ΟΝΕΙΡΟΥ η ποιήτρια συνεχίζει να μιλάει με όνειρο.
Διαβάζουμε στην ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ ,σελ10

Το όνειρο κατοικεί
στις πονεμένες ψυχές των ανθρώπων
σαν δεύτερη ζωή..
………………
Μεταγγίζω την καρδιά μου
από τις χαρακωμένες κόκκινες γραμμές
Εξαγνίζω σώμα και ψυχή.

Εργάζομαι όπως το ΠΕΡΓΑΜΟΝΤΟ στον πρωινό αέρα, για δίκιο κι ελευθερία ,λέει ο ποιητής(Ελύτης) κι όπως μας λέει κι η Γεωργία
στο ποίημα
ΝΑΥΑΓΙΟ
Σκουριά και μολυβένια χρώματα
Άνθρωποι με ταμπελάκια και τίτλους
Για λίγους μόνο η ζωή

………………..
Επείγον, οι άνθρωποι ξεθώριασαν
πούλησαν και τις ψυχές τους…..
Η ποιήτριά μας εργάζεται με ελπίδα ,όπως μας πληροφορεί στο ομώνυμο ποίημα.

ΕΛΠΙΔΑ
Πάνω στ’ ακροδάχτυλά μου ,σταλάζει η ελπίδα
Είναι το κάλεσμα του φωτός, καρφωμένο.
Στις καρδιές …ολόλευκη, ασπροκέντητη
η τύχη μου ψάχνει με μαεστρία
να κουρνιάσει τις τρύπιες λέξεις
Το νέο είναι η αναγέννηση της ζωής, η ομορφιά και η επανάσταση ,είναι η ελπίδα της αύριον.
Αυτά με τον τρόπο της Γεωργίας, με τα δικά της μάτια.
Διαβάζουμε στο ποίημα

ΞΑΝΑΓΕΝΝΗΘΗΚΑ (σελ 13)
Πάντα με τη γέννηση
υπάρχει ένας νέος ορίζοντας
με προέκταση.
Εκεί ακριβώς φαίνεται
το κουράγιο των ανθρώπων
ακόμη και των ξυπόλητων.
Μια ελπίδα στο μονοπάτι τους.

Η ποίηση είναι μια διαρκής αναζήτηση για το ιδεώδες ,για το τέλειο, είναι μια προσπάθεια να εισδύσουμε στο άβατο των ανθρώπων να αποκαλύψουμε τα μύχια της ψυχής τους κι αυτό το πετυχαίνει με θαυμάσιο τρόπο η ποιήτρια της αγάπης και των ονείρων με το σμιλεμένο της στίχο που μυρίζει Ελλάδα, λεβάντα και δίκταμο, θυμάρι και ρίγανη, φως του Απόλλωνα και φως του Θεού. Ξοδεύουμε τη ζωή μας για ψεύτικους ήλιους ,για χάρτινες μέρες όπως μας λέει η Γεωργία κι επιστρέφουμε στα πατροπαράδοτα κι επιστρέφουμε στον ασφαλή το λιμένα ,στην κιβωτό τη δική μας που είναι η οικογένειά μας
Καιρός να δούμε πως μεταλαμπαδεύει η ποιήτρια τις ζωές των δύο ήλιων της ,των δυο παιδιών της ,Βικτωρίας-Ασπασίας και του Δημήτρη και σαν τον ψαλμωδό φτιάχνει τον δικό της αίνο, προς τον Κύριο Ημών Ιησού Χριστό ,όπως στο ποίημα

ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΜΕΤΑΛΑΜΠΑΔΕΥΩ
Μεταλαμπαδεύω τις ζωές
των παιδιών μου.
Σφραγίδα -Ο Σταυρός
στο χέρι της καρδιάς μου
………………..
Αφουγκράζομαι
τη Μοίρα
Μάνα
Παιδί
Αστείρευτη αγάπη
Όλα αλαφραίνουν στο πέρας
…………………….
Μια αγκαλιά ουρανό θα σας μαζέψω
όσο να φτάσουμε στ’ άστρα
Εκεί θα ξανασυναντηθούμε ,άυλα
Ιησούς Χριστός.

Είναι κάτι στιγμές που η ποίηση είναι πόνος κι έχεις ανάγκη έναν παρήγορο λόγο να βγεις απ’ το τέλμα.
Έχεις ανάγκη να αντέξεις το πικρό αντίο, όταν όλα σε μια σχέση αγάπης για δυο ανθρώπους κάποτε είναι ξένα κι ο έρωτας έχει ξεθωριάσει στα μάτια τους και τα φεγγερά περάσματα του έρωτα κι οι Πανσέληνοι ,γίνονται μίσος ,λόγια βαριά και εκδίκηση
Διαβάζουμε στα ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΜΑΣ σελ 38
Πώς να γεμίσουμε
τις χούφτες από θάλασσα
τα Καλοκαίρια.
Πώς να γλυκάνουν

Προβολή άρθρου

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.