ΜΑΡΙΑ ΛΑΤΣΑΡΗ

Η Μαρία Λάτσαρη γεννήθηκε και ζει σιη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Βιολογία στο ΑΠΘ και έχει διδακτορικό στις Νευροεπιστήμες. Εργάζεται στο Τμήμα Κτηνιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ. Έχει παρουσία σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια και δημοσιεύσεις σε έγκριτα διεθνή περιοδικά. Συμμετείχε στη μετάφραση των βιβλίων Φαντάσματα στον εγκέφαλο (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2004) και Όραση και Τέχνη (Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου, 2010).
Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Εντευκτήριο» (τεύχος 106) και στο συλλογικό έργο “Ο έρωτας στα χρόνια της κρίσης”ποιητικό ημερολόγιο της ιστοσελίδας Eyelands” (εκδόσεις iWrite.gr, 2014). 

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΜΕΙΣ Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ  (Νεφέλη 2023)
ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ  (Μανδραγόρας 2016)

.

.

ΕΜΕΙΣ Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ (2023)

Τα μαύρα κυπαρίσσια στην ανηφοριά τον δρόμο κόβουν. Στις πύλες τις επτά στρατιώτες ελέγχουνε
την πόλη. Οδός Λαβδακιδών. Το σπίτι μες στον χρόνο πλέει. Στις σκιές των πεθαμένων τριγυρίζει η
Αντιγόνη. Η Ισμήνη τυλιγμένη στο κασκόλ της απ’ το παράθυρο κοιτά και περιμένει. Άραγε ποιον;
Δεν περιμένουμε παρά ό,τι μας αποφεύγει.

o ποιητής

Στη Δαμασκό η τελευταία φορά που την είδα
με το κιβώτιο του μαρτυρίου παραμάσχαλα.
Το όνομα είχε Καντριγιέ,
μάτια κρυφά πίσω από γρίλιες.
Σε αεροδρόμια πολύβουα
σε ματωμένα δευτερόλεπτα
τα ίχνη της έχω χάσει.
Στοιχίζω τους αιώνες στη σειρά,
εδώ π’ ανέτειλε το ήθος της θνητότητας
κι έλαβαν σώμα γυναίκας φυλαχτό
η αθωότητα κι η ενοχή
η θηριωδία κι η επιείκεια.
Κυρίες και κύριοι,
Σε μια ακτίνα φως
θα γράψω τ’ όνομά της.
Στον σκοτεινό δρυμό θα επιστρέψω
σα να ’μαι ο τελευταίος ποταμός.

Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΛΕΕΙ

|| μικρή αντιγόνη ||

Χίλιες και μία νύχτες
σε φύλλα λεύκας επιπλέει η μνήμη
― Πότε θα ξημερώσει;

Το σφυρί στην καρδιά μου
πεθύμησα
τα δάχτυλα καρφωμένα στης Ιοκάστης το πέπλο.
Ακούω τη φωνή μου voice over,
βραχνό κοκοράκι
στην τρίτη λαλιά
― Τραγούδα, μικρή μου Αντιγόνη,
τ’ αθώα τραγούδια
Τραγούδα
να ξημερώσει η πρώτη αυγή,
ο ουρανός να γίνει Ουρανός,
το δέντρο πάλι Δέντρο.

Τα παιδιά μιλούν με άμεσες προστακτικές

Re: Η ΙΣΜΗΝΗ ΛΕΕΙ

|| αποκάνει η αγάπη ||

Χίλιες και μία νύχτες
οι ιστορίες κυνηγάνε την ουρά τους.
Ορεκτικό εγώ στο πιάτο των θεών,
μάνα αδελφών που χάθηκαν
στον κουρνιαχτό του μίσους,
ανάσκελη σε έρωτες ραχιτικούς,
η no man’s land των σεντονιών
πώς μυρίζει ναφθαλίνη!

Τη στάχτη σου ρίχνω στο κρασί,
σε περιμένω, Αντιγόνη,
όπως τα παιδιά
προσμένουν τα Χριστούγεννα.

Όχι στο ναι! Ναι, γιατί όχι;
Αναπάντητο παραμένει το ερώτημα για
την ελεύθερη βούληση

Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΛΕΕΙ

|| το ιερό και το σώμα ||

Σπλάχνα αναδύουν αμβροσία
μες την μυρωδιά του αντισηπτικού,
χιόνι, ζεστό βαμβάκι
κραυγές φράζει στο στόμα,
σε δάκρυα παγώνει η αδικία.
Το αίμα του δεν του ανήκει πια,
μα ούτε κι η ανάσα.

Ο Πολυνείκης στα αζήτητα
την όστια της μετάληψης
ματαίως περιμένει
κι ο μέγας ο κριτής ―που τάχατες γνωρίζει
πόση το σώμα ιερότητα αποσιωπά ―
στην έκθεσή του αποφαίνεται
«πράξη εχθρική προς τον λαό»
και από τον κρόταφο του τραβάει το δέρμα.

Κι εγώ αιώνες χώμα σκάβω,
σιωπές αηδονιών και ανθισμένα κύματα,
έναν μαβή ουρανό να θάψω,
κι απάνω κει στον τάφο τους
να γράψω το όνομά του.
Μόνη, δεν είμαι, Αντιγόνη.

Τα εσκαμμένα υπερέβης

Re: Η ΙΣΜΗΝΗ ΛΕΕΙ

|| χωρίς φίλτρο ||

Τι να ’ναι αυτός ο μαύρος ήχος στο κενό;
Κάννες στραμμένες, μια σφαίρα δρόμος.
Σώματα χωρίς κράνη και κνήμες, ξιφολόγχες
ανήκουν πια στο ζεστό χιόνι.

Άταφοι νεκροί,
εικόνα αστραπή
μ’ ένα άγγιγμα του δείκτη
οθόνες πώς καταποντίζει!
Κυλάει
ο κρότος στ’ αυτιά μας.

Μια στιγμούλα μακριά
τον πεθαμένο δεν στολίζουμε,
ούτε τον θαμμένο,
ούτε καν τον θαμμένο ξεθαμμένο.

Κύριοι και Κυρίες,
φτυαρίζουμε λουλούδια.

Το οπτικό πεδίο ανάστρεψε να δεις,
κι οι δυο κόσμοι είναι πραγματικοί

Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΛΕΕΙ

|| καντριγιέ ||

Με την πλάτη εκεί στο δέντρο
και μια περίεργη στο πρόσωπο έκφραση
― Ήσυχα μαύρο σύννεφο
πώς το φεγγάρι καταπίνει!
Η υγρασία το δέρμα γδέρνει ―
Μόνη και αβοήθητη
από την παραλία με μάζεψε
σε μια ξεβρασμένη λέμβο δίπλα.
Μες στην αντάρα άραγε
ποιος θα ζητούσε τον λογαριασμό
για δυο ροζ παπούτσια που κρύβονταν
κάτω απ’ την κουμπωμένη καμπαρντίνα;

Βελούδινο ένδυμα φορά η βία

Re: Η ΙΣΜΗΝΗ ΛΕΕΙ

|| το δείπνο της ισμήνης ||

Ρόδο της καμίας,
επάρατα παρατημένη,
ζητώ να μου δοθεί η βασιλεία
να πάρω υπό την προστασία μου
το κοριτσάκι με το νυφικό
τη γυμνή στο Πρόγευμα της Χλόης
τα σφραγισμένα χείλη
τη λάθος κόλαση
το στήθος που θηλάζει ορφανά
τη γητειά της ηδονής
τα ξοδεμένα κατ’ επιλογήν ωάρια
το Γόνατο της Κλαίρης
τη βία της φτώχιας
την Καταγωγή του Κόσμου του Κουρμπέ
τη μοναξιά των μεγάλων μυστικών
τα όνειρα με μέτρο
το Λουλούδι της Ερήμου
την Παναγία και τη Μαγδαληνή,
αυτές τις δυο σε ένα
το πείσμα της ανάγκης
το αγορασμένο σώμα
τον αποδιοπομπαίο κρίνο
την Αμίλητη Μηλιά
τις σκιές που πια δεν έχουν πού να γείρουν
το πρώτο μας φιλί μαζί και τελευταίο
το «ότι ηγάπησαν πολύ»

Πάντα η ποίηση,
νυχτερίδα που τρέφεται με νέκταρ

.

ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (2016)

Ι. ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ

Πεθαίνουν τα κλαριά απ’ αγάπη
F.G. Lorca

Ρωτώ την ποίηση
για το σχήμα της λύπης
την ιτιά μου δείχνει
το δέντρο που πονά, αυτή
με γερμένα τα κλαριά
προσκυνά βουβά το χώμα
Νευρωνικό αντίστοιχο
λέει η επιστήμη
γυναίκας κλαίουσας που
με λυτά τα μακριά μαλλιά
θρηνεί ασάλευτη
του έρωτα
το φθαρτό σώμα

ΚΛΕΙΣΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟΦΥΛΛΑ

Τράβηξε τον σιδερένιο γάντζο
που κρατούσε τα παντζούρια στον τοίχο
και τα έκλεισε
σα να κλείνει ντουλάπι
σα να κλείνει φέρετρο
σα να θάβει γονείς
στο μικρό δωμάτιο
χωρίς τύψεις
πατέρας μητέρα
θαμμένοι
ο κόσμος
απέραντος και ζωντανός
περιμένει
τον καλεί
να ζήσει
Μπαίνοντας
άκουσε τον πατέρα
«τόση ώρα
για δυο παραθυρόφυλλα»

ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Χρόνια γλυπτικής ο άνεμος
κι η θάλασσα
κι ο βράχος
λιγοστεύει φλούδα φλούδα
Έτσι σμιλεύεται ο στίχος
Με ινδιάνικο βλέμμα
ο ποιητής συνδέει την εξωτερική πραγματικότητα
με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του
δεν τραγουδά
δεν επιδίδεται σε ζωγραφική τοπίων
Με τη σοφία των κύκλων της φύσης
λειαίνει τη διαχωριστική γραμμή
ανάμεσα σε ζωή και θάνατο
αποσπά το ουσιώδες απ’ τα πράγματα
το αιώνιο απ’ το προσωρινό

ΜΙΣΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΑΦΕΣ

0 ύπνος ιερή συνήθεια
είτε ελαφρύς
εμβρυακός
είτε πολλά βαρύς
με χάπια παπαρούνας
άλλοτε πέφτεις για ύπνο
και πέφτεις και πέφτεις
όλο βαθύτερα
βυθίζεσαι στο κατακάθι
με τα τετράδια σου
άγραφα τριαντάφυλλα
να έχουν ήδη βουλιάξει
το χέρι μόνο που κρατάει το μολύβι
έχει μείνει απ’ έξω
τελευταίο σινιάλο
άλλοτε πλέεις στο καϊμάκι
φτερά από παιδικά φαντάσματα
τότε που ζεστός
τρελός ποιητής ξυπνούσες
κι έγραφες στίχους
στη γαλάζια πιτζάμα σου

ΙΙ. ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ

Ξυρίστηκα
χτένισα τα μαλλιά μου
έβαλα τα καλά μου
κι όπως ο ερωτευμένος προτού
φιλήσει το κορίτσι τ’ αγκαλιάζει
χάιδεψα το βελούδινο δέρμα
παραδόθηκα στη μυρωδιά
πριν γευτώ τη γλύκα
της συλλογής
που μου χάρισε ποιητής αγαπημένος

ΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ

Η αίσθηση ότι
σε γεύεται
σε αγγίζει
σε ακούει
σε βλέπει
σε αναπνέει

μόνο εκείνος

ΑΠΟΛΟΓΙΑ

Μάρτυς μου τα δάκρυα
ορκιζόταν
λες κι ο πόνος
είναι ζήτημα αλήθειας

ΙΙΙ. ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΙ

ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

Ζω
για σένα
σε ακολουθώ
πιστά
σαν σκιά
η πιο διάσημη
στη δύση σου θα ιδωθούμε
είπε ο θάνατος στη ζωή

Πεθαίνω
για σένα
ξανά και ξανά
δεν θα αναστηθώ
δεν θέλω να σε συναντήσω
ξανά
είπε η ζωή στον θάνατο

ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ

Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα
η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια
χαμογελούσε με επιφύλαξη
μην είχε φύκια
ανάμεσα στα δόντια
(πού να ψάχνει τώρα
τον μπόγο της για νήμα)
Βρίσκεται ινσαλάχ
μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας
πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ

Απ’ το μίσχο έκοψα
το πορφυρό κεφάλι
αίμα χύθηκε μελάνι

παπαρούνα αειθαλής
ανθίζει μες στις λέξεις
με τρεις-τέσσερις έρωτες ακόμη

η νοσταλγία τους μαζεύει
στα κλεφτά
με τα λεπτά της δάχτυλα

ΑΥΛΑΙΑ

Κοίτα τον Πάρη, τον Τριστάνο,
είναι ο έρωτας που τους έκανε να
αναχωρήσουν από τον κόσμο αυτόν
Δάντης

Χιόνι πέφτει απαλά
άσπιλο άχρονο
βάναυσα λευκό
σβήνει τις γραμμές
των κορμιών
ούτε ήχος ούτε φως
γλιστρά ανάμεσά μας

Τώρα για πάντα δική σου

.

ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΡΙΑ ΛΑΤΣΑΡΗ ΕΓΡΑΨΑΝ:

ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ

Στη παρουσίαση του βιβλίου.

Κοίτα τον Πάρη, τον Τριστάνο,
είναι ο έρωτας που τους έκανε να
αναχωρήσουν από τον κόσμο αυτόν
Δάντης

Χιόνι πέφτει απαλά
άσπιλο άχρονο
βάναυσα λευκό
σβήνει τις γραμμές
των κορμιών
ούτε ήχος ούτε φως
γλιστρά ανάμεσά μας

Τώρα για πάντα δική σου

Ήταν το ποίημα Αυλαία με το οποίο η Μαρία Λάτσαρη κλείνει την καλαίσθητη συλλογή της Εν δυνάμει πραγματικότητα, από τις Εκδόσεις του Μανδραγόρα. Το συγκλονιστικό αυτό ποίημα για το δίπολο έρωτας-θάνατος και το ανέφικτο του αιώνιου έρωτα στη γήινη πραγματικότητα, μου θύμισε τη κρυστάλλινη διαύγεια και εκθαμβωτική γοητεία μερικών μικρών ποιημάτων της Χλόης Κουτσουμπέλη, όπως Χρόνος και Αρχαίο Κόσμημα. Πρόσεξα και την αφιέρωση του βιβλίου, στον Θανάση και τον Δημήτρη, στον άντρα της και τον γιο της, όπως εγώ αφιερώνω όλα τα βιβλία μου στη Σοφία και τον Νίκο.
Γνώρισα τη Μαρία Λάτσαρη στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Χαριλάου κατά τη διάρκεια της σειράς εκδηλώσεων για τους ποιητές της Θεσσαλονίκης από τον Νοέμβριο του 2015 ως τον Μάιο του 2016. ΄Εβλεπα τότε στην πρώτη σειρά των ακροατών ένα μεγάλο φωτεινό χαμόγελο. Κρίνω ενστικτωδώς τους ανθρώπους από το χαμόγελό τους, αν με κοιτάζουν ίσια στα μάτια και αν μου σφίγγουν δυνατά το χέρι με ολόκληρη την παλάμη. Η Μαρία Λάτσαρη αρίστευσε και στα τρία αυτά κριτήρια. Αποδείχτηκε επιπλέον ότι είναι ήδη μια αξιόλογη ποιήτρια.
Παρουσίασα λοιπόν τη Μαρία Λάτσαρη στη σειρά αυτή των εκδηλώσεων μαζί με άλλους νέους ποιητές και ανθολόγησα τα ποιήματά της στις θεματικές ανθολογίες που διατηρώ από το 2008 στο ιστολόγιο Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται, αρχικά τον Νοέμβριο του 2015, στη συνέχεια τον Μάιο του 2016 πριν εκδοθεί η συλλογή της και τελικά μετά την έκδοση της εντελώς πρόσφατα.
Ας διαβάσουμε όμως ένα ακόμη ερωτικό της ποίημα με οπτική παρόμοια με το προηγούμενο. Μετά το τελευταίο, το πρώτο της συλλογής

Συνομιλία

Πεθαίνουν τα κλαριά απ’ αγάπη
Φ. Γκ. Λόρκα

Ρωτώ την ποίηση
για το σχήμα της λύπης
την ιτιά μου δείχνει
το δέντρο που πονά, αυτή
με γερμένα τα κλαριά
προσκυνά βουβά το χώμα
Νευρωνικό αντίστοιχο
λέει η επιστήμη
γυναίκας κλαίουσας που
με λυτά τα μακριά μαλλιά
θρηνεί ασάλευτη
του έρωτα
το φθαρτό σώμα

Στις πιο ευτυχισμένες της στιγμές, η Μαρία Λάτσαρη κάνει κάτι αν όχι μοναδικά, σίγουρα εξαιρετικά σπάνιο. Συνδυάζει ποιητικά με σημαντική επιτυχία τα επιστημονικά δεδομένα και την επίκτητη ψυχρή επιστημονική λογική με τον πηγαίο συναισθηματισμό. Είναι εξαιρετικά επικίνδυνη αυτή η ισορροπία. Πολλοί ποιητές πέφτουν σε ένα από δύο βάραθρα. Συνηθέστερα στην εποχή μας, στην επίδειξη μιας αμφίβολης ευφυΐας με ψυχρά, ανούσια και δυσνόητα αποκυήματα του εγκεφάλου, και όχι σπάνια στην τετριμμένη αχαλίνωτη ωραιολογία του δήθεν ποιητικού. Ο κίνδυνος για τη Μαρία Λάτσαρη, όχι μεγάλος αλλά υπαρκτός, είναι η υπερβολική χρήση επιστημονικών όρων στην προσπάθεια να τους προσδώσει ποιητικές διαστάσεις.
Η ποίηση είναι ένα ερωτικό φαινόμενο που επεκτείνεται σε όλους τους τομείς. Στον ίδιο τον εαυτό της, κάτι που ονομάζεται ποιήματα ποιητικής, και στο ευρύτερο πεδίο της τέχνης. Να δύο ακόμη ωραία ποιήματα της Μαρίας Λάτσαρη, συνδυασμός επιστημονικών γνώσεων και συναισθήματος.

Ενσυναίσθηση
Σε νιώθω
με τους νευρώνες κάτοπτρα
μυούμαι στον κόσμο σου
συναισθάνομαι τη γλώσσα σου
αυτήν
των ήχων
των γεύσεων
των χρωμάτων
των σκιών
των αρωμάτων
Παράδεισος των αισθήσεων

Εσένα Τέχνη
που με κάλτσες μεταξωτές
πολύ λεπτές
μυρίζεις τον κρίνο
και γεννάς

Και αυτό που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή

Εν δυνάμει πραγματικότητα

Χρόνια γλυπτικής ο άνεμος
κι η θάλασσα
κι ο βράχος
λιγοστεύει φλούδα φλούδα
Έτσι σμιλεύεται ο στίχος
Mε ινδιάνικο βλέμμα
ο ποιητής συνδέει την εξωτερική πραγματικότητα
με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του
δεν τραγουδά
δεν επιδίδεται σε ζωγραφική τοπίων
Mε τη σοφία των κύκλων της φύσης
λειαίνει τη διαχωριστική γραμμή
ανάμεσα σε ζωή και θάνατο
αποσπά το ουσιώδες απ’ τα πράγματα,
το αιώνιο απ’ το προσωρινό

Ως επιστήμων και ως άνθρωπος η Μαρία Λάτσαρη, έχει πλήρη επίγνωση της τραγικής μοίρας των θνητών. Μετά την αρχική μελαγχολία, υιοθετεί μια αγωνιστική στάση στη ζωή.

Μέχρι τότε

Από το τέλος αρχίζει η ιστορία
ο κόσμος αυτοκίνητος
όπως και χθες κι απόψε
ανυποψίαστο βγήκε το φεγγάρι
Της επανάληψης ο βαθύτερος γνώστης
δεν προσδοκά
τη δική του επιστροφή
Το μηδέν
χωρίς φωτοστέφανο
και φασματική υπόσταση
με καλεί στην αγκαλιά του
με τ’ οργανικά και τ’ ανόργανα
άμμος και κρύσταλλοι
Αρχαίος διαβαίνω
τη ζωή
θαύμα και λεβιάθαν
Σαν έρθει η ώρα
θα χαθώ
Μέχρι τότε
με το δάσος και το δέντρο
με το φύλλο και το κλωνί
θα χορεύω και θα τραγουδώ

Οι ποιητικές συλλήψεις της Μαρίας Λάτσαρη είναι κατά κανόνα πρωτότυπες, λιτές, πυκνές και διαυγείς με την κορύφωσή τους στους τελευταίους ή και στον τελευταίο στίχο. Γνωρίζω ότι υπάρχει ήδη μια πολύ ευνοϊκή ανταπόκριση στη συλλογή της από σημαντικούς ποιητές και άλλους ανθρώπους της λογοτεχνίας. Η Μαρία Λάτσαρη έχει κάνει μια θαυμάσια αρχή. Ο μοναχικός, όμως, δρόμος της ποίησης προς μια κορυφή που δεν υπάρχει απαιτεί ισόβια αφοσίωση και εργατικότητα. Από την ίδια εξαρτάται σε ποιο βαθμό θα αξιοποιήσει τις εμπνεύσεις της και θα βελτιώσει την τεχνική της, από την ίδια αποκλειστικά εξαρτάται πόσο ψηλά θα φτάσει. Της εύχομαι το καλύτερο.

.

ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

Όλα συνδέονται με τα συναισθήματα

ΠΟΙΕΊΝ 21/5/2017

«Αν αληθινή ποίηση είναι εκείνη που κάνει τις τρίχες της κεφαλής μας να σηκωθούν όρθιες», όπως έλεγε ο βρετανός ποιητής Άλφρεντ Έντουαρτ Χάουσμαν στον Ρόμπερτ Γκρέιβς, η Μαρία Λάτσαρη αυτό πετυχαίνει. Στην ποιητική της συλλογή «Εν δυνάμει πραγματικότητα» μας δεξιώνεται στον ποιητικό της χώρο και μας αφήνει να ριγούμε μέσα στη σαγηνευτική ορμή του λόγου της.
Ποιήματα ποιητικής και στοχασμοί. 42 ποιήματα. Ο έρωτας, οι ανθρώπινες σχέσεις, οι γονείς. Ο κόσμος μας, που διαστέλλεται και συστέλλεται αδιάκοπα, πυροδοτώντας όνειρα και διαψεύσεις. Παλίμψηστο η ποίηση.
Κι «ο ποιητής δεν τραγουδά
δεν επιδίδεται σε ζωγραφική τοπίων
Με τη σοφία των κύκλων της φύσης
λειαίνει τη διαχωριστική γραμμή
ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο
αποσπά το ουσιώδες απ’ τα πράγματα
το αιώνιο από το προσωρινό».
Η ποιήτρια παρακολουθεί τον Φρόυντ, μισοξαπλωμένο στο ντιβάνι, να ερμηνεύει το όνειρο με βάση τα καινούργια επιστημονικά δεδομένα. Να αναρωτιέται αν οι αναμνήσεις και τα απωθημένα καταφθάνουν απρόσκλητα. «Απρόσεκτοι οι φρουροί του ύπνου, τα όνειρα, αφήνουν απροστάτευτα τα σύνορα του ονειρευόμενου να μπαίνουν ελεύθερα κατάσκοποι και τυχοδιώκτες». Ο πόνος «λούτρινο κλάμα» στο «ακρωτηριασμένο αρκουδάκι των παιδικών μας χρόνων». Να συμφιλιώνεται με τη συναισθηματική οδύνη και να αποδέχεται την πραγματικότητα. «Γέννημα δικό μας, εύρημα της προϊστορίας μας τα όνειρα, συνθέτουν σ’ ένα πρόσωπο τον αειθαλή και φυλλοβόλο εαυτό μας. Δεν υπάρχουν ομοενύπνιοι, μόνο επισκέπτες σε ξένα όνειρα υπάρχουν».
Το αισθητό σύμπαν τροφοδοτεί στοχασμό. «Απατηλές εικόνες των αισθήσεων ο ορατός κόσμος, σκιές στη σπηλιά του Πλάτωνα;».
Κι η ποίηση; Το καλειδοσκόπιο, ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στο πραγματικό και το ονειρικό.
Σε νιώθω
με τους νευρώνες κάτοπτρα
μυούμαι στον κόσμο σου
συναισθάνομαι τη γλώσσα σου
αυτήν
των ήχων
των γεύσεων
των χρωμάτων
των σκιών
των αρωμάτων
Παράδεισος των αισθήσεων
Εσένα Τέχνη
Που με κάλτσες μεταξωτές
Πολύ λεπτές
Μυρίζεις τον κρίνο
Και γεννάς
Οι μεταμφιέσεις του ποιητικού υποκειμένου ευφάνταστες. Γίνεται κλαίουσα ιτιά με γερμένα τα κλαριά που θρηνεί για το φθαρτό σώμα του έρωτα. Γίνεται αμοιβάδα που λικνίζεται σε αιώρα πλεγμένη από αισθήσεις και αναμνήσεις. Είναι ψάρι που τη νύχτα βγάζει φτερά και πετάει πάνω από τη λίμνη. Είναι η Μαρί Τερέζ, η ερωμένη του Πικάσο, που πεθαίνει από έρωτα. Η Καμίλ Κλοντέλ, η σαλεμένη αγαπημένη του Ροντέν. Είναι μια πονεμένη γυναίκα-αράχνη που περπατάει στον τοίχο. Είναι ένα φίδι που κουβαλάει στη ράχη του όλα τα αλλαγμένα πουκάμισα. Η ποιήτρια «δεινή λύτης των κόμπων στο στομάχι». Κι ο έρωτας;
Ο έρωτας ενσωματώνεται
στο DNA ξενιστή
τρώει ζωή
εκκρίνει δηλητήριο
Κάθε στιγμή in vivo
ένα κλικ της ψηφιακής μηχανής
του θανάτου
Ο ξενιστής
εξόριστος στο ίδιο του το σώμα
σβήνει
Ο έρωτας ανθεκτικός
αναζητά άλλον ξενιστή
να την αντέχει την αγάπη
Οι σπουδές στις νευροεπιστήμες εμφανίζονται στον ποιητικό λόγο. Οι περισσότεροι τίτλοι ουσιαστικά οριοθετούν το χώρο μέσα στον οποίο μπαίνουμε και από τον οποίο παρακολουθούμε μια καθηλωτική συνήθως ποιητική ιστορία. Ο λόγος λιτός, με γλώσσα εικαστική. Ο στίχος κοφτός, χωρίς στίξη, με μόνο σημάδι αλλαγής στην περίοδο το κεφαλαίο γράμμα της καινούργιας πρότασης.
Ρυθμός έντονος και δραματικότητα. Ατμόσφαιρα ασθματική. Ένα παιχνίδι λέξεων και συναισθημάτων, συχνά με γκροτέσκο χαρακτήρα. Ένας παράδεισος τολμηρής φαντασίας και υπερρεαλιστικών αισθήσεων. Ένας τόπος χρωμάτων, ήχων, σχημάτων, γεύσεων και αρωμάτων. «Κηλίδες κόκκινες και μπλε» σε μουσαμάδες του Ζωρζ Σερά, «φιγούρες από πίνακες του πουαντιγισμού». Η ειρωνεία ταράζει. Ο στίχος καθηλώνει. Δεν γίνεται ωστόσο απαισιόδοξος. Τα ρήματα που έχουν κυρίαρχο ρόλο στη συλλογή φέρνουν το μήνυμα της αέναης αλλαγής που δικαιώνει τον τίτλο. «Η ζωή σε τραβάει απ’ το μανίκι. Μην φτάσεις να πενθείς το μέλλον».

http://www.poiein.gr/archives/36535/index.html

.

ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΔΙΑΒΑΤΗ

Συνθέτοντας τον φυλλοβόλο εαυτό μας

FRACTAL 18/1/2017

Μέσα στις μέρες των Χριστουγέννων πήρα στα χέρια μου το βιβλίο ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ, εκδ. Μεταίχμιο 2013 που το είχα βάλει στην άκρη για διάβασμα γιατί με είχε γοητεύσει ο συγγραφέας του σε μια συνέντευξη – ή κριτική ήτανε;- στο διαδίκτυο. Ήταν ο δημοσιογράφος Κρίστοφερ Χίτσενς, που ζούσε μέρα τη μέρα τον εφιάλτη του καρκίνου και σκεφτόταν, έγραφε και αναστοχαζόταν, χαρίζοντας στον αναγνώστη με γενναιοδωρία «τους απειροελάχιστους νυγμούς και την έκσταση των αποχρώσεων της φωνής του, ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ», αναζητώντας ίσως ένα είδος συντροφικότητας, συναναστροφής, εκλογίκευσης των συναισθημάτων που ένιωθε -παιδί του Διαφωτισμού αυτός -καθώς ανέλυε και επεξεργαζόταν σκέψεις και ιδέες με ιερόσυλο χιούμορ ή σαρκασμό- κατά τα άλλα κύριε Λίνκολν, πώς ήταν η παράσταση; – και σπάνιο βάθος- λες κι έχει λογική να πεις ότι ο τάδε πέθανε ύστερα από μακρά και γενναία πάλη με τη θνητότητα. Και βέβαια δεν χρησιμοποιείται όταν πρόκειται για μακροχρόνια ασθενείς από καρδιοπάθεια ή νεφρική ανεπάρκεια.

Όταν ήρθε η σειρά της «ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ», εκδ.Μανδραγόρας 2016, της πρώτης ποιητικής συλλογής της φίλης μου Μαρίας Λάτσαρη, ξαναδιάβασα τα ποιήματα με άλλα μάτια, δεν είναι τα ποιήματα που συζητούσαμε και σκεφτόμασταν με χαμόγελο και προσδοκίες και τα ξεπροβοδίσαμε τελικά στον ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑ. Μια άλλη αίσθηση αφήνει αυτή η τυπωμένη καλόγουστη συλλογή με το φίνο εξώφυλλο- έτσι δεν συμβαίνει πάντα;- και δεν ήταν από κεκτημένη ταχύτητα που άρχισα να διαβάζω αλλιώς τα ποιήματα, βάζοντας στην άκρη τα εγκεφαλικά ευρηματικά ποιήματα της επιστημόνισσας βιολόγου που «συνθέτουν σ’ ένα πρόσωπο τον αειθαλή και φυλλοβόλο εαυτό μας..», που προτιμούσα ως τώρα εξάλλου, κι άρχισα να αναζητώ ποιήματα ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ. Βρήκα αρκετά, και τους παραδόθηκα. Αντιγράφω την ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΕΛΟΥΣ: Λίγο πριν το τέλος/ ο αέρας αραίωσε/ η ανάσα ρηχή/ ρουφάει τις φράσεις/ ο φόβος στα μάτια σου/ ( δε θα γίνω καλά, ε; )/ έγινε τρυφεράδα/ δυο ακριβές λεξούλες/ψίθυροι δαχτύλων στα μαλλιά μου/ χώρες στου καρυδιού το τσόφλι/ τη λιπόσαρκη αγκαλιά σου/ μητέρα/η συγγνώμη έγινε ενσυναίσθηση/ “θα μου πεις ένα παραμύθι;»/ όπως λένε στα παιδιά καληνύχτα/πριν κοιμηθούν, ή από το FRAGILE αντιγράφω

Mητέρα γυάλινη/τι δεν θα’ δινα/να σε γεννήσω τώρας /εγώ /να’ σαι το κοριτσάκι μου/να σφίγγω μες στη χούφτα μου/ το αγγελικό φτερό σου, ή το πιο αγαπημένο μου, ανέντακτο αυτό: ΜΙΣΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΑΦΕΣ:Ο ύπνος ιερή συνήθεια /είτε ελαφρύς / εμβρυακός /είτε πολλά βαρύς / με χάπια παπαρούνας / άλλοτε πέφτεις για ύπνο/ και πέφτεις/ όλο βαθύτερα/βυθίζεσαι στο κατακάθι /με τα τετράδιά σου/ άγραφα τριαντάφυλλα / να έχουν ήδη βουλιάξει / το χέρι μόνο που κρατάει το μολύβι / έχει μείνει απ’έξω /τελευταίο σινιάλο/ άλλοτε πλέεις στο καϊμάκι /φτερά από παιδικά φαντάσματα /τότε που ζεστός /τρελός ποιητής ξυπνούσες/κι έγραφες στίχους/στη γαλάζια πιτζάμα σου

http://fractalart.gr/en-dynamei-pragmatikotita/

.

ΔΗΜΟΣ ΧΛΩΠΤΣΙΟΥΔΗΣ

Η πραγματικότητα με τα μάτια του ασυνείδητου

TVSX/11/5/2017

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία στην ποίηση είναι η ενσωμάτωση των προσωπικών βιωμάτων και των επιστημονικών εμπειριών στην έκφραση. Τούτα πλουταίνουν την τέχνη τόσο σε επίπεδο αναζητήσεων όσο και εκφραστικής μέσα από το στιχουργικό διάλογο με τις επιστήμες και την κοινωνία. Και αυτό το συναντάμε συχνά τόσο σε ιατρούς ποιητές όσο και αρχιτέκτονες.

Τον ίδιο δρόμο ακολουθεί και στην πρώτη της ποιητική συλλογή η νευροεπιστήμονας Μαρία Λάτσαρη, «εν δυνάμει πραγματικότητα» (Μανδραγόρας, 2016). Με οδηγό τους συνειρμούς η δημιουργός συνδέει τον ποιητικό χώρο με στοιχεία της φυσιολογίας και της λειτουργίας του ανθρώπινου εγκεφάλου. Έτσι μοιάζει μέσα από το θεωρητικό υπόβαθρο να συνηγορεί υπέρ των πρωτογενών ιμπεριαλιστικών αναζητήσεων και του καλλιτεχνικού αυθορμητισμού.

Μα η Μαρία Λάτσαρη δεν εκπονεί ένα ποιητικό δοκίμιο. Αξιοποιεί το συναισθηματικό βάρος των λέξεων μέσα στη στιχουργία της αναζητώντας εκφραστική διέξοδο και εκθέτοντας τις λειτουργίες αντίληψης και πρόσληψης του χώρου και των αλλαγών του, μιλώντας για τον συναισθηματικό χώρο, το μηνυόμενο σήμερα πια θυμικό. Άλλωστε, τόσο αβίαστη και με φυσικότητα εισαγωγή όρων δεν εμποδίζει ούτε τη συναισθηματική ροή των συνθέσεων ούτε τη “συμβολική λογική” τους.

Και οφείλουμε να υπογραμμίσουμε το αλληγορικό υπόβαθρο που δημιουργεί η Λάτσαρη. Στην πραγματικότητα συχνά στις συνθέσεις της διακρίνεται ένα δεύτερο επίπεδο προσέγγισης με σαφή εκκίνηση από τον νευροεπιστημονικό χώρο (ενσυναίσθηση, μία καλοκαιρινή μέρα της συναισθητικής φοιτήτριας Λ.Π., αντίληψη, από απόσταση, στις μύτες, στο τέλος του λαβυρίνθου, σωματοπαραφρένεια). Και το ενδιαφέρον είναι ακριβώς ότι ακόμα και αν δεν γίνει αντιληπτό το δεύτερο αυτό επίπεδο, το ποίημα δεν χάνει συναισθηματικά κι ούτε παρεμποδίζεται η πρόσληψή του.

Η Λάτσαρη διεισδύει βαθιά στο υποσυνείδητο με ένα λόγο φροντισμένο δίχως να χάνει την “αυτόματη” ειλικρίνειά του. Μοιάζει σαν να προχωρά σε σπουδές πάνω στην πρόσληψη της εικόνας του φυσικού τοπίου από την τέχνη και τον ανθρώπινο εγκέφαλο (εν δυνάμει πραγματικότητα, συμπληρώνοντας με τον νου το τοπίο, ανθολόγιο, συνομιλία, πεδίο αισθήσεων, μέχρι τότε), προσδίδοντας ταυτόχρονα και μία λυρική νότα στη στιχουργική της.

Βυθίζεται στη χώρα του ονείρου με τη δυναμική του πρώτου υπερρεαλισμού, μέσα όμως από το μεταμοντέρνο πλέγμα του εύληπτου μηνύματος και της συναισθηματικής ακεραιότητας (εξέλιξη, spiderwoman, μέχρι τότε, κόλαφος). Εισχωρεί στο ασυνείδητο (μισό σκοτάδι καφές, στις μύτες, ζήλεια, στο τέλος του λαβυρίνθου, στο βυθό, το άλλο μισό του έρωτα) με θέρμη, αναζητώντας τις ρίζες του ανθρώπινου ψυχισμού και στοχάζεται εστιάζοντας στη μνήμη (αυτόχειρ, ανθολόγιο, ανασκαφή, αναχώρηση, προοικονομία τέλους, κλειστά παραθυρόφυλλα, fragile, spiderwoman).

Πλούσιες παρομοιώσεις (αναχώρηση, κλειστά παραθυρόφυλλα) ή αναλογίες καταστάσεων (τα ανθεκτικά γονίδιά του έρωτα, ζήλια) και υπερρεαλιστικές μεταφορές (μισό σκοτάδι καφές, στις μύτες, αναχώρηση, προοικονομία τέλους, κόλαφος) πλουτίζουν την ποιητική της έκφραση με μία χαρακτηριστική σουρεαλιστική λυρικότητα.
Μιλά με ευαισθησία για τα ανθρώπινα πάθη, όπως ο φθόνος (ζήλεια) ή για σοβαρές κοινωνικές παθογένειες, όπως το προσφυγικό δράμα (είναι όλα ίδια, μισό σκοτάδι καφές) και η ενδοοικογενειακή βία (κόλαφος). Παράλληλα, ένα αδιόρατο ερωτικό συναίσθημα μοιάζει να εμποτίζει τις συνθέσεις της συλλογής, που συχνά εκφράζεται με το πρώτο ενικό υποκείμενο. Την ίδια στιγμή, όμως, εκφράζει την έμμεση αγωνία της για την ποίηση και την τέχνη (ιεροτελεστία ενσυναίσθηση, εν δυνάμει πραγματικότητα), ενώ συνδιαλέγεται με εργάτες της τέχνης με σημεία αναφοράς το όνειρο και την τρέλα (ακίνητο ταξίδι, δωμάτιο με γυμνά, ζωγράφος γυναικών, στον βυθό).

Η Μαρία Λάτσαρη συνεχίζει την παράδοση των υπερρεαλιστών που μελετούν τον τρόπο συναισθηματικής και αισθητηριακής λειτουργίας του ανθρώπου. Μέσα από την ποιητική έκφραση συμμετέχει στην καλλιτεχνική αναζήτηση της συναισθηματικής αντίληψης της πραγματικότητας, όπως με τα αισθητήρια και ψυχικά του όργανα την εκλαμβάνει κάθε άνθρωπος. Άλλωστε, η αναζήτηση του τρόπου που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του, καθώς και τη θέση του σε αυτό, αποτελεί μία πανάρχαια ποιητική και φιλοσοφική στόχευση.

http://tvxs.gr/news/biblio/i-pragmatikotita-me-ta-matia-toy-asyneiditoy

.

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

Μια νοητή πραγματικότητα

FRACTAL 24/5/2017

Στην προμετωπίδα του βιβλίου μια φράση του C.S. Sherrington:

[…]ο νους σπάνια, ή μάλλον ποτέ, δεν αντιλαμβάνεται κάτι με απόλυτη αδιαφορία, δηλαδή χωρίς «συγκίνηση». Όλα συνδέονται με τα συναισθήματα.

Θα μπορούσε η ποίηση να ξεκινά με αυτή τη διαπίστωση. Ο νους, η λογική, ο κόσμος του συνειδητού. Και κάτω από την επιφάνεια η κινητήρια δύναμη, ο κόσμος των συναισθημάτων, απρόβλεπτος και αφανής όσο το τεράστιο σώμα ενός παγόβουνου που απειλεί να διαλύσει τα πάντα με ένα του άγγιγμα. Το υποσυνείδητο που αποβαίνει κυρίαρχος του παιχνιδιού. Η ποίηση, η σιωπηλή κραυγή, ένας κόσμος υπαινιγμών και ενδείξεων, που αφήνει να υπονοήσουμε το απύθμενο βάθος, από όπου κινούν όλα για να φτάσουν στον λόγο. Ήδη η ποιήτρια έχει δώσει το στίγμα του δικού της λόγου. Και μας προκαλεί να εισχωρήσουμε σ’ αυτόν.

Χωρισμένη σε τρία μέρη η ποιητική συλλογή, με το πρώτο να φέρει τον τίτλο Συγγένειες. Συνδέσεις ανθρώπων, κάποιες φυσικές, κάποιες διαψευσμένες ακριβώς σ’ αυτό το αυτονόητο της φυσικής τους σχέσης, κάποιες άλλες πολύτιμες, ίσως γιατί δεν φέρουν φυσικούς δεσμούς, δεν ακουμπούν σε στέρεο έδαφος αλλά σε ένα τοπίο διαρκώς μεταλλασσόμενο. Δείγματα λόγου:

Ρωτώ την ποίηση / για το σχήμα της λύπης / την ιτιά μού δείχνει

σε μια φυσική σχέση εδώ το ποίημα με τη φύση, να μορφοποιεί το σχήμα του κατά τη δική της οπτική.

Και εδώ τα εξαιρετικά Κλειστά παραθυρόφυλλα (το παραθέτω ολόκληρο):

Τράβηξε τον σιδερένιο γάντζο
που κρατούσε τα παντζούρια στον τοίχο
και τα έκλεισε
σα να κλείνει ντουλάπι
σα να κλείνει φέρετρο
σα να θάβει γονείς
στο μικρό δωμάτιο
χωρίς τύψεις
πατέρας μητέρα
θαμμένοι
ο κόσμος
απέραντος και ζωντανός
περιμένει
τον καλεί
να ζήσει
Μπαίνοντας
άκουσε τον πατέρα
«τόση ώρα
για δυο παραθυρόφυλλα»

Στο ποίημα αυτό πόσο εύκολα καταργούνται οι στενοί δεσμοί, πώς ξεκλειδώνει η πόρτα που φυλάγει το υποσυνείδητο, πώς αναδεικνύεται ο ποιητικός λόγος σε οπτική που ανατέμνει βαθιά τη ζωή!

Γιατί ξεκάθαρα η ποιήτρια θα δηλώσει:

Βυθίζομαι
σαν φίδι που κουβαλάει στη ράχη του
όλα τα αλλαγμένα πουκάμισα
μοτίβο ψαροκοκόκαλο

Τα πάντα γράφουν πάνω μας και μέσα μας, χωρίς να αποκόπτεται κανένα κομμάτι – τουλάχιστον οικειοθελώς.

Και οι εκλεκτές συγγένειες συναντώνται άραγε στα όνειρα, αυτά τα δηλωτικά του υποσυνειδήτου; Στο Ντιβάνι θα ξαπλώσει ο Φρόυντ και θα σκεφθεί τη θεωρία των ονείρων. Ας μην έχουμε λοιπόν αυταπάτες:

Γέννημα δικό μας, εύρημα της προϊστορίας μας τα όνειρα, συνθέτουν σ’ ένα πρόσωπο τον αειθαλή και φυλλοβόλο εαυτό μας. Δεν υπάρχουν ομοενύπνιοι, μόνο επισκέπτες σε ξένα όνειρα.

Το δεύτερο μέρος της συλλογής, με τον τίτλο Πρόσωπα του έρωτα, μας δίνει τις εκδοχές (οδυνηρές με κάποιο τρόπο όλες) ενός έρωτα άλλοτε αποδομημένου:

όσο πλησιάζω
δεν είσαι συ
αποδομείσαι
κηλίδες κόκκινες και μπλε
φιγούρα από πίνακα πουαντιγισμού
άλλοτε ματαιωμένος παρά τους όρκους:
λες κι ο πόνος
είναι ζήτημα αλήθειας
έτοιμος να ξαναμπεί στην αναζήτηση ενός
ξενιστή
να την αντέχει την αγάπη

Αναπόφευκτα το τρίτο μέρος δεν μπορεί παρά για Αποχωρισμούς να μιλάει, τραγικά απότοκα του έρωτα, όπως τον όρισαν η Καμίγ Κλοντέλ και η Μαρί Τερέζ, μνημονευόμενες και σε δύο ποιήματα (αλήθεια, πώς εξαγοράζει ο έρωτας το πάθος του;) ή αλλού όπως ακόμα αναπνέει

Πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου.

Αν αυτό βέβαια θεωρείται ζωή και αναπνοή. Η ποιήτρια πάλι με απόλυτη φυσικότητα θα πει:

Η αναζήτηση του άλλου μισού
του Έρωτα
Μάταιη

Τονίζοντας έτσι με το κεφαλαίο γράμμα την τραγική ματαιότητα της αναζήτησης. Η φυγή είναι πρόσκαιρη; Υπάρχει επιστροφή;

Σε κάποιο στίχο αυτό μοιάζει αδύνατο:
τώρα
στους τοίχους
κρέμονται γυμνά του Μοντιλιάνι
κι οι καθρέφτες δεμένοι με σκοινιά
πάνω σε φορτηγά
Φεύγουν

Πάλι με τονισμένο το φευγιό για να μη μείνουν αυταπάτες.

Ακόμα όμως κι όταν ο έρωτας απομακρύνεται, μπορείς να κρατήσεις κάτι δικό σου. Στο τελευταίο ποίημα της συλλογής, άρα και των Αποχωρισμών, προτάσσεται ευφυώς αυτό του Δάντη:

Κοίτα τον Πάρη, τον Τριστάνο,
είναι ο έρωτας που τους έκανε να
αναχωρήσουν από τον κόσμο αυτόν

Αναχώρησαν. Όμως τους διέσωσε η τέχνη. Αυτούς και το ερωτικό τους σκίρτημα, όσο κι αν η ζωή το ματαίωσε. Έτσι, στο κλείσιμο της συλλογής η ποιήτρια θα πει:

Χιόνι πέφτει απαλά
άσπιλο άχρονο
βάναυσα λευκό
σβήνει τις γραμμές
των κορμιών
ούτε ήχος ούτε φως
γλιστρά ανάμεσά μας
Τώρα για πάντα δική σου

Το ποίημα αποφάσισε να κρατήσει την αίσθηση, το άγγιγμα. Ίσως αυτό να είναι και το σημαντικό, έτσι όπως οι στίχοι πλέοντας με τη δική τους δυναμική πολλαπλασιάζουν την εικόνα, την κρατημένη μέσα τους, σε όλες τις πιθανές αναγνώσεις. Η δύναμη της λογοτεχνίας. Άλλωστε, από τον τίτλο της συλλογής το έχει δηλώσει η ποιήτρια. Η εν δυνάμει πραγματικότητα. Αυτό που θα μπορούσε να είναι. Και ας μην είναι.

.

Χλόη Κουτσουμπέλη

Περιοδικό “Παρέμβαση”, τχ. 183, Άνοιξη 2017

   Την μέρα είναι ψάρι, τη νύχτα βγάζει φτερά. Βυθίζεται σαν φίδι που κουβαλάει στην πλάτη του όλα τα αλλαγμένα πουκάμισα. 
   Είναι η γυναίκα αράχνη και δεν χρειάζεται σκάλα για να αφήσει πατημασιές στο ταβάνι.
   Είναι η Καμίγ Κλοντέλ και πάσχει από την τρέλα της λάσπης.
   Είναι η Μαρί Τερέζ ερωμένη του Πικάσο και θέλει να κρεμαστεί.
   Είναι μια ιτιά με γερμένα τα κλαδιά, νευρωνικό αντίστοιχο λέει η επιστήμη, γυναίκας κλαίουσας που θρηνεί του έρωτα το φθαρτό σώμα,
   είναι ο πίνακας, δέκα αυτόπτεις ζωγράφοι, το μοντέλο και ένα μαγικό κλειδί που ανοίγει δέκα κλειδαριές, όλα μαζί σε ένα.
   Είναι η Τέχνη που με κάλτσες μεταξωτές, πολύ λεπτές μυρίζει τον κρίνο και γεννά.
   Είναι Ο Φιλέας Φονγκ που δεν παραιτείται από το στοίχημα.
   Είναι μία μοβ φιγούρα από ένα πίνακα πουαντιγισμού.
   Είναι γοργόνα με την μπλούζα να ασημίζει από τα λέπια
   Κωδικό όνομα: Ποιήτρια
   Στην δική μας επιδερμίδα που αποκαλούμε πραγματικότητα, όλοι οι στίχοι της Μαρίας Λάτσαρη που αναφέρθηκαν πριν, ανήκουν στα ποιήματα της συλλογής της. Όμως στο άλλο σύμπαν, αυτό που ρέει κάτω από την επιδερμίδα, που φυτρώνει μέσα στο βιβλίο αυτό, σε μια εν δυνάμει πραγματικότητα, αυτή που δημιουργεί στην μικρή κοσμογονία της η Μαρία Λάτσαρη, οργανικά και ανόργανα, άμμος και κρύσταλλοι, θαύμα και Λεβιάθαν, ποίηση και επιστήμη συνδυάζονται όπως μέσα σε ένα καλειδοσκόπιο σχημάτων και χρωμάτων.
Η ημερομηνία μέσα στην συλλογή παραμένει σταθερά Μπλε Ιουλίου.
Οι νεροβούβαλοι βόσκουν, το ροζ που κρύβεται πίσω από τις καλαμιές
είναι τα φλαμίνγκο.
   Μέσα στην εν δυνάμει πραγματικότητα της Μαρίας Λάτσαρη υπάρχουν ζωντανοί οι σπόροι από άλλες πραγματικότητες, από πίνακες ζωγραφικής, από επιστημονικά συγγράματα, από παραμύθια, από κόμικς. Είναι εν δυνάμει η πραγματικότητα της Μαρίας Λάτσαρη γιατί είναι ζεστή, είναι φυχρή, κοχλάζει και παγώνει.
   Όπως πολλοί άλλοι ποιητές και ποιήτριες πριν και μετά από αυτήν, η
Μαρία Λάτσαρη διακατέχεται από μία αγωνία, που είναι ταυτόχρονα και
λαχτάρα. Θέλει να εξερευνήσει τα αχαρτογράφητα τοπία της έμπνευσης
και της ποιητικής τέχνης. Κατέχει ένα μυστικό. Γνωρίζει το ουσιώδες και
μπορεί να το απομονώνει. Είναι γνώστρια και μυημένη στα πεδία των
τεχνών και των θετικών επιστημών. Αντλεί επομένως ερεθίσματα από
διαφορετικούς και διάφορους κόσμους. Η πραγματικότητά της είναι στην πραγματικότητα, σύνθετη και πολύχρωμη, πολυμορφική.
   Η ποιητική αυτή συλλογή είναι χωρισμένη σε τρεις ενότητες.
Συγγένειες, πρόσωπα του έρωτα, αποχωρισμοί. Καλύπτει το τρίπτυχο
δηλαδή του ανθρώπινου κύκλου, γέννηση, έρωτας, θάνατος.
Πρώτη ενότητα Συγγένειες
Αριθμός ποιημάτων δέκα τέσσερα. Μέσα σε γυάλινο βάζο μία παιδική ηλικία χωρίς ετικέτα.
   Τα παραθυρόφυλλα παραμένουν σφραγισμένα. Φέρετρο, μπαούλο,
ντουλάπι, παντζούρια όλα κλειστά. Μέσα ο πατέρας και η μητέρα κάθονται με σταυρωμένα χέρια σιωπηλοί γύρω από το κρυφό τραύμα. Παρατημένοι γυάλινοι βόλοι και ασιδέρωτες σχολικές ποδιές. Ποιήματα ποιητικής ονειροπαγίδες.
Αμάρ πίσω από το οδόφραγμα στη Νταράγια, Γιονούς στον καταυλισμό στην Λέσβο, Τζαμίλ στο φυλάκιο της Ειδομένης, Αλζίνα και Μελέκ πίσω από πολύχρωμες μαντήλες, τα παιδιά. Όλα ίδια, συγγενικά, δικά μας.
   Ένα παιδικό τρενάκι που διασχίζει ηλικίες και γεφυρώνει την αρχή με το τέλος.
   Ήχος φτερών από παιδικά φαντάσματα, ένας ποιητής που γράφει στην
γαλάζια πυτζάμα του και ο Φρόυντ στο ντιβάνι του με τα χέρια πλεγμένα
πίσω από το κεφάλι του.
   «Τι είναι όνειρο;» ρωτάει.
   «Ποτέ ομοενύπνιοι, πάντα επισκέπτες στα όνειρα των άλλων» απαντάει η Μαρία Λάτσαρη.
   Δεύτερη ενότητα: Τα πρόσωπα του έρωτα
Δέκα ποιήματα, δέκα πρόσωπα
1. Η αισθησιακή ανάγνωση – ερωτική ιεροτελεστία- το χάδι στο βελούδινο εξώφυλλο αγαπημένου βιβλίου
2. ενσυναίσθηση: η μύηση στην τέχνη
3. η μοβ φιγούρα στον πίνακα πουαντιγισμού. Ο έρωτας δηλαδή της
τελείας, της απομάκρυνσης, της σμίκρυνσης και της ένωσης, της μίας
τελείας με όλες τις άλλες για να αποτελέσουν ένα μικρό σύμπαν ομορφιάς.
4. το όνειρο του έρωτα και η σκιά του στον τοίχο
5. πέντε αισθήσεις και μία έκτη, μόνον εκείνος, μόνο δική του, η αποκλειστικότητα του έρωτα.
6. έρωτας σε σπιρτόκουτο, μόλις που, στις μύτες, διαδικτυακή επικοινωνία και ντοπαμίνη στον εγκέφαλο
7. ζήλια
8. βία
9. όρκοι δακρύων
10. έρωτας στο DNA ξενιστή, αναζητά κάποιον άλλο ξενιστή που να τον
αντέχει
   Τρίτη ενότητα, η πιο δύσκολη. Η ενότητα των αποχωρισμών.
   Δέκα οκτώ ποιήματα.
   Η μητέρα που αναχωρεί, ένα ζευγάρι παρατημένα παιδικά παπούτσια,
ένα παραμύθι που δεν τελείωσε, χιονόνερο.
   Σε παλιό εργοστάσιο, σε άσυλο, στον βυθό, πάνω στο ταβάνι, σε μία ανασκαφή, σε άδεια πολυθρόνα, σε δωμάτιο με καθρέφτες, πρόσωπα γνωστά και άγνωστα, συγγενικά και οικεία, αγαπημένοι και ξένοι, αποχωρούν ο καθένας με τον τρόπο του, άλλος μέσα σε ένα πίνακα, άλλος μέσα στην τρέλα, άλλος μέσα στον θάνατο.
   Φτυαριές από χώμα, μνήμη και λήθη. Η πληγή γίνεται τέχνη. Είτε με
πηλό, είτε με πινέλο, είτε με λέξεις, το μυστικό είναι το ίδιο.
   Μεταμόρφωση, δημιουργία, εν δυνάμει. Πραγματικότητα. Η εν δυνάμει πραγματικότητα της Μαρίας Λάτσαρη.

.

Κρις Λιβανίου

στιγμα λόγου 3/5/2017

Η μνήμη ξεγυμνώνει τη φαντασία 

Η Μαρία Λάτσαρη γράφει στην Εν δυνάμει πραγματικότητα σαράντα δύο ποιήματα με ιδιάζοντα χαρακτήρα και πολύπλευρη «προσωπικότητα». Η πρώτη εντύπωση θα μπορούσε να είναι μια στακάτη γραφή και μια προσπάθεια να αποτυπωθεί η πραγματικότητα, συνδέοντας μεταξύ τους μεμονωμένα σύντομα περιστατικά με τις αναμνήσεις που είχαν προκύψει σε παλαιότερο χρόνο κι έμειναν παγωμένες εκεί. Η δεύτερη εντύπωση θα ήταν ότι βρίσκεται κανείς μπροστά σε μια ποίηση περισσότερο του βλέμματος, παρά του ήχου: οι λέξεις έρχονται και κάθονται εκεί που σταματάει κάθε φορά το βλέμμα της ποιήτριας, και σαν να προσαρμόζονται στο περίγραμμα των σκέψεων και των πραγμάτων. Το αποτέλεσμα είναι μια φρέσκια και ευπρόσδεκτη αντίθεση ανάμεσα στον ήχο της λέξης και το φως της εικόνας, με φόντο την κοινή ανάμνηση που αποτέλεσε το ερέθισμα της γραφής:

όταν ο ήχος της φωνής σου
έχει τη γεύση των σύκων
που τρώγαμε μαζί κάτω απ’ την κληματαριά 

Υπάρχουν πρόσωπα, όπως οι γονείς για παράδειγμα, που εμφανίζονται συχνά πότε σαν πρωταγωνιστές και πότε σαν «αθόρυβες» σκιές, για να λειτουργήσουν ως σταθερές σε μια ποίηση που γενικά δεν έχει πάρα πολλές. Η Μαρία Λάτσαρη προσπαθεί με διακριτικότητα να ψηλαφήσει τις «ρυτίδες» της ανάμνησης και τα μονοπάτια που ακολουθεί στο πέρασμα του χρόνου, και το κάνει αυτό με ένα ερευνητικό βλέμμα απαλλαγμένο από την βιαιότητα της ευθείας ερώτησης: το κέρδος είναι αναμφισβήτητο. Η αβίαστη πυκνότητα του λόγου έρχεται σε αντιδιαστολή με ένα παιχνίδι αποστάσεων, με αποτέλεσμα η πραγματικότητα να διαχέεται στην φαντασία και τελικά να καταλαμβάνει τον χώρο.

Έγραφα πιο πάνω για τον τρόπο που ο ήχος ή μάλλον η σιωπή και η απουσία φθόγγων επιδρά στο σύνολο της συλλογής. Η πιο ενδιαφέρουσα παράμετρος αυτού είναι η σχέση που σταδιακά εδραιώνεται ανάμεσα στους ήχους και τον έρωτα. Τι ακούγεται, ποιες λέξεις βρίσκουν τον δρόμο τους και φτάνουν να αγγίξουν τον Άλλον, πότε είναι απαραίτητο να καταλυθεί η σιωπή για να γλυτώσουν και οι δύο από την μοναξιά που αντικαθιστά την κοινή τους υπόσταση;

ΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ
Η αίσθηση ότι
σε γεύεται
σε αγγίζει
σε ακούει
σε βλέπει
σε αναπνέει

μόνο εκείνος 

Η Μαρία Λάτσαρη χρειάστηκε 15 λέξεις για να γράψει ένα καταλυτικά ερωτικό ποίημα και να το τοποθετήσει μέσα στην απόλυτη ησυχία: δεν ακούγεται ο παραμικρός ήχος εκτός από την αναπνοή. Αν η αρμονία ανάμεσα σε δύο ανθρώπους εδραιώνεται την στιγμή που οι λέξεις εξαϋλώνονται, τότε εδώ ο κύκλος έχει κλείσει και ο χρόνος έχει καταλυθεί: το παρελθόν και το μέλλον έχασαν την ιδιότητά τους να οριοθετούν το πέρασμά του, και αυτοί οι δύο άνθρωποι θα ακολουθήσουν μια πορεία έξω από τις χρονικές συντεταγμένες.

Προσωπικά απόλαυσα το γεγονός ότι σ’ αυτή τη συλλογή υπάρχει μια καλή ισορροπία ανάμεσα στο προσωπικό και στο εξωστρεφές. Η Μαρία Λάτσαρη διατηρεί τα ανοίγματα προς τον αναγνώστη, κρατάει τις πιθανότητες ενεργές. Άλλωστε η χαρακτηριστικά ερευνητική ματιά που ακουμπάει στα πράγματα, χωρίς ίχνος βιασύνης, συνεργεί στην ενίσχυση του διαύλου επικοινωνίας, και η σχέση της με τον αναγνώστη όσο προχωράει η ανάγνωση εδραιώνεται. Υπάρχει αυτή η απαραίτητη διαύγεια πνεύματος εκείνου που ενώ δεν αμφισβητεί την επαφή του με την πραγματικότητα, συνεχίζει να αναζητά πιθανότητες ευτυχίας: είναι μια ματιά γεμάτη ελπίδα και ταυτόχρονα χωρίς αυταπάτες, γενναία τελικά απέναντι σντα συμβαίνοντα.

ΣΤΙΣ ΜΥΤΕΣ
Μέσα στο σπιρτόκουτό μας
το περιφραγμένο
από σύρματα
απεριόριστης επικοινωνίας
(…) 

Οι αντιθέσεις βρίσκονται στο νόημα των λέξεων αλλά και στην σύνθεση του στίχου με το ένα να υποστηρίζει το άλλο, έτσι έχουμε ένα αρμονικό σύνολο και μια αίσθηση αβίαστης αρτιότητας:
(…)
έρωτα γήινο
με φαρέτρα γεμάτη
αντιασφυξιογόνους μάσκες
να διυλίζουν
την ατμόσφαιρα δηλητήριο

θα συναντηθούμε στην κραυγή
και στο σώμα
η ντοπαμίνη θα πλημμυρίσερι
τα Κύθηρα του εγκεφάλου 

Ο έρωτας είναι λοιπόν ταυτόχρονα χώμα και οξυγόνο, γη και αέρας. Η κραυγή που ως ήχος πηγαίνει προς τα πάνω και το σώμα ως «χους», τραβάει τον έρωτα πίσω στη γη, εκεί όπου ανήκει. Είναι η ένωση των δύο διαστάσεων και γι αυτό η μόνη σωτηρία των ανθρώπων. Παρόλη την ένταση των συναισθημάτων και των συγκινήσεων, η ποιήτρια πλησιάζει τις σκέψεις, τις δικές της και των άλλων, με σεβασμό, σχεδόν με ευγένεια. Και παραμένει σε ένα διαρκές κυνήγι του φευγαλέου, τελικά του άπιαστου.

Παρακάτω δύο από τα ποιήματα που μου άρεσαν περισσότερο:

ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ
Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα
η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια
χαμογελούσε με επιφύλαξη
μην είχε φύκια
ανάμεσα στα δόντια
(πού να ψάχνει τώρα
Τον μπόγο της για νήμα)
Βρίσκεται ινσαλάχ
μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας
πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου 

ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΕΛΟΥΣ
Λίγο πριν το τέλος
ο αέρας αραίωσε
η ανάσα ρηχή
ρουφάει τις φράσεις
ο φόβος στα μάτια σου
(δε θα γίνω καλά, ε;)
Έγινε τρυφεράδα
δύο ακριβές λεξούλες
ψίθυροι δαχτύλων στα μαλλιά σου
χώρεσα στου καρυδιού το τσόφλι
τη λιπόσαρκη αγκαλιά σου
μητέρα
η συγγνώμη έγινε ενσυναίσθηση
«θα μου πεις ένα παραμύθι;»
όπως λένε στα παιδιά καληνύχτα
πριν κοιμηθούν 

http://stigmalogou.blogspot.gr/2017/05/blog-post_3.html

.

ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

DIASTIXO 28/6/2017

Θεσσαλονικιά, γέννημα και θρέμμα, η βιολόγος με διδακτορικό στις νευροεπιστήμες, συμμετοχές σε διάφορες συλλογικές εκδόσεις με ποιήματα (Εντευκτήριο τ. 106) και στο Ο έρωτας στα χρόνια της κρίσης: ποιητικό ημερολόγιο της ιστοσελίδας Eyelands (εκδόσεις write.gr, 2014). Το Εν δυνάμει πραγματικότητα είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή με την οποία, ωστόσο, κάνει δυναμική την εμφάνισή της στην έντυπη ποιητική πραγματικότητα. Γιατί:

Χρόνια ο γλύπτης άνεμος
κι η θάλασσα
κι ο βράχος
λιγοστεύει φλούδα φλούδα
Έτσι σμιλεύεται ο στίχος
Με ινδιάνικο βλέμμα
ο ποιητής συνδέει την εξωτερική πραγματικότητα
με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του
δεν τραγουδά
δεν επιδίδεται σε ζωγραφική τοπίων
Με τη σοφία των κύκλων της φύσης
λειαίνει τη διαχωριστική γραμμή
ανάμεσα σε ζωή και θάνατο
αποσπά το ουσιώδες απ’ τα πράγματα
το αιώνιο απ’ τα προσωρινά
(Εν δυνάμει πραγματικότητα)

Με έναν απλό, αναγνωρίσιμο τρόπο έκφρασης στήνει τον δικό της ποιητικό διάκοσμο και αναλύει πειστικά τα ποιητικά της μορφώματα. Κι ένα ακόμα δείγμα γραφής από τα «Πρόσωπα του έρωτα», παρμένο στην τύχη:

Σε νιώθω
με τους νευρώνες κάτοπτρα
μυούμαι στον κόσμο σου
συναισθάνομαι τη γλώσσα σου
αυτήν
των ήχων
των γεύσεων
των χρωμάτων
των σκιών
των αρωμάτων
Παράδεισος των αισθήσεων

Εσένα Τέχνη
που με κάλτσες μεταξωτές
πολύ λεπτές
μυρίζεις τον κρίνο
και γεννάς

Με τούτα και μ’ εκείνα, μέσα από την επαφή μου τα δυο τρία τελευταία χρόνια με την ποίηση πολλών νέων και παλιότερων δημιουργών, διαβλέπω, ακόμα και μέσω θαμπών ποιητικών μορφωμάτων, πως κάτι είτε νέο είτε ανανεωμένο έρχεται αργά, αργά, αλλά σταθερά. Και είναι ευοίωνο, ευχάριστα παρηγορητικό και καλοδεχούμενο!

http://diastixo.gr/kritikes/poihsh/7330-4-poiitries-28062017

.

ΜΑΚΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

Η ΑΥΓΗ 11/9/2017

Τα κόκκινα και τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα

Συνήθως οι ποιητές και οι πεζογράφοι που αργούν να εκδοθούν αποδεικνύονται περισσότερο ώριμοι και κάτοχοι της τέχνης τους. Η Μαρία Λάτσαρη επιβεβαιώνει αυτόν τον κανόνα. Η πρώτη της ποιητική συλλογή αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. Η ποίησή της δεν είναι πόζα, φιλολογία ή εύκολος λυρισμός. Έχει ένα σκληρό πυρήνα αλήθειας, ένα βίωμα που μεταπλάθεται ποιητικά και την υποστηρίζει. Η γλώσσα διακρίνεται για την λιτότητα, την εκφραστική οικονομία και την ευθυβολία.

Ο Ροΐδης έγραφε ότι χρησιμοποιούσε τα λεκτικά σχήματα και τις ιδιότροπες παρομοιώσεις ως ανθυπνωτικό φάρμακο δίκην ξηράς κολοκύνθης στο κεφάλι του αναγνώστη. Η ποίηση της Μαρία Λάτσαρη σου δίνει σφαλιάρες ζωής και αλήθειας που σε ξαφνιάζουν.

Ο έρωτας, για να αναφερθώ δείγματος χάριν σε μια μόνον από τις βασικές θεματικές της συλλογής, διατρέχει όλη την κλίμακα και τα πρόσωπά του. Από το «πάντα» και το «ποτέ» των εραστών, το δοξαστικό παραλήρημα της σάρκας και της ψυχής, τις πολύχρωμες και μεθυστικές αντανακλάσεις, τη φθορά και την απουσία, μέχρι το ποιητικό υποκείμενο να ψηλαφήσει με την αφή τα πικρά σκοτάδια και τα μαύρα φεγγάρια στους ραγισμένους καθρέφτες του. Έρωτας άλλοτε γήινος, σώμα και λυσιμελής κραυγή κι άλλοτε κόλαφος, ζήλεια που παλινδρομεί ανάμεσα το μίσος και την αγάπη. Όπως αναφέρει και το μότο του Δάντη που προτάσσεται στο τελευταίο ποίημα της συλλογής για τον Πάρη και τον Τριστάνο -δυο από τους μεγαλύτερους μύθους στης Δύσης- «είναι ο έρωτας που τους έκανε να αναχωρήσουν από τον κόσμο αυτό». Το σαρκοβόρο πάθος από σώμα σε σώμα θα «αναζητά άλλον ξενιστή να την αντέχει την αγάπη». Αυτό φαίνεται και από τα ποιήματα για τις δυο διάσημες γυναίκες. Την απελπισμένη Μαρί- Τερέζ, την ερωμένη του Πικάσο, που επέλεξε την «αθόρυβη έξοδο σε σχήμα θηλιάς» για να σφραγίσει τον θανάσιμο έρωτά της και την Καμίγ Κλοντέλ, μούσα και σύντροφο του Ροντέν, που πασχίζει μάταια στο άσυλο με «δάχτυλα σε απόγνωση/ χωρίς σμίλη και σκαρπέλο» να δαμάσει την τρέλα του έρωτα. Ωστόσο, απ’ αυτό το ταξίδι η ποίηση επιστρέφει πάντα με την οδυνηρή γνώση, εξημερώνοντας τον πόνο και τις πληγή.

Ορισμένα ποιήματα όπως το «Είναι όλα ίδια», «Στο τέλος του λαβυρίνθου», δείχνουν μια κατεύθυνση κοινωνική. Υποδειγματικό, κατά την άποψή μου, είναι το ολιγόστιχο «Στον βυθό». Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση σε ένα φλέγον κοινωνικό ζήτημα όπως οι πρόσφυγες, όχι με έναν πολιτικό-κοινωνικό λόγο αλλά ως «ποίηση της υπαρξιακής εμπειρίας της ιστορίας», όπως περιέγραφε την ποίηση του Τάκη Σινόπουλου ο Γιάννης Δάλλας. Με τους πρώτους στίχους μετεωρίζεσαι και στέκεσαι αναποφάσιστος ακόμη για τη γυναικεία μορφή, η περιγραφή της οποίας θυμίζει γοργόνα που ανησυχεί για την ομορφιά της. Οι δυο προτελευταίοι στίχοι μάλιστα σου μεταδίδουν μια παραπλανητική αισιοδοξία. «Βρίσκεται ινσαλάχ/ μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας». Ωστόσο, ο ακροτελεύτιος με την αιφνίδια αποκάλυψη του οριστικού μηνύματος, ανατρέπει τις αναγνωστικές προσδοκίες και το φορτίζει δραματικά με το ρίγος της αλήθειας. «Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα/ η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια/ χαμογελούσε με επιφύλαξη/ μην είχε φύκια/ ανάμεσα στα δόντια/ (πού να ψάχνει τώρα/ τον μπόγο της για νήμα)/ Βρίσκεται ινσαλάχ/ μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας/ πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου».
Η γλωσσική επεξεργασία ενσωματώνει στο ποιητικό κείμενο μια συμβολική εικονοποιία που παραπέμπει στη ζωγραφική και το ασυνείδητο αφού «τα όνειρα, συνθέτουν σ’ ένα πρόσωπο τον αειθαλή και φυλλοβόλο εαυτό μας». Έκδηλο στις σελίδες είναι, επίσης, το αποτύπωμα των σπουδών της στη βιολογία, του διδακτορικού της στις νευροεπιστήμες, αλλά και στο χώρο της μετάφρασης καρπός της οποίας είναι και το «Φαντάσματα στον εγκέφαλο» από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, καθώς ενοφθαλμίζει στοιχεία τους στον ποιητικό λόγο. «Ρωτώ την ποίηση/ για το σχήμα της λύπης/ την ιτιά μου δείχνει/ το δέντρο που πονά, αυτή/ με γερμένα τα κλαριά/ προσκυνά βουβά το χώμα/ Νευρωνικό αντίστοιχο/ λέει η επιστήμη/ γυναίκας κλαίουσας που/ με λυτά τα μακριά μαλλιά/ θρηνεί ασάλευτη/ του έρωτα/ το φθαρτό σώμα».

Η πρώτη ώριμη συλλογή της Λάτσαρη, αναδεικνύει μια ποιητική φωνή που προοιωνίζεται μια πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη.

.

ΑΘΗΝΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ

www.periou.gr 9/1/2021

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ

Πεθαίνουν τα κλαριά απ’ αγάπη
F.G. Lorca
Ρωτώ την ποίηση
για το σχήμα της λύπης
την ιτιά μου δείχνει
το δέντρο που πονά, αυτή
με γερμένα τα κλαριά
προσκυνά βουβά το χώμα
Νευρωνικό αντίστοιχο
λέει η επιστήμη
γυναίκας κλαίουσας που
με λυτά τα μακριά μαλλιά
θρηνεί ασάλευτη
του έρωτα
το φθαρτό σώμα

*

ΜΙΣΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΑΦΕΣ

0 ύπνος ιερή συνήθεια
είτε ελαφρύς
εμβρυακός
είτε πολλά βαρύς
με χάπια παπαρούνας

άλλοτε πέφτεις για ύπνο
και πέφτεις και πέφτεις
όλο βαθύτερα
βυθίζεσαι στο κατακάθι
με τα τετράδια σου
άγραφα τριαντάφυλλα
να έχουν ήδη βουλιάξει
το χέρι μόνο που κρατάει το μολύβι
έχει μείνει απ’ έξω
τελευταίο σινιάλο

άλλοτε πλέεις στο καϊμάκι
φτερά από παιδικά φαντάσματα
τότε που ζεστός
τρελός ποιητής ξυπνούσες
κι έγραφες στίχους
στη γαλάζια πιτζάμα σου

*

ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ

Σε νιώθω
με τους νευρώνες κάτοπτρα
μυούμαι στον κόσμο σου
συναισθάνομαι τη γλώσσα σου
αυτήν
των ήχων
των γεύσεων
των χρωμάτων
των σκιών
των αρωμάτων
Παράδεισος των αισθήσεων

Εσένα Τέχνη
που με κάλτσες μεταξωτές
πολύ λεπτές
μυρίζεις τον κρίνο
και γεννάς

*

ΜΕΧΡΙ ΤΟΤΕ

Από το τέλος αρχίζει η ιστορία
ο κόσμος αυτοκίνητος
όπως και χθες κι απόψε
ανυποψίαστο βγήκε το φεγγάρι
Της επανάληψης ο βαθύτερος γνώστης
δεν προσδοκά
τη δική του επιστροφή
Το μηδέν
χωρίς φωτοστέφανο
και φασματική υπόσταση
με καλεί στην αγκαλιά του
με τ’ οργανικά και τ’ ανόργανα
άμμος και κρύσταλλοι
Αρχαίος διαβαίνω
τη ζωή
θαύμα και λεβιάθαν
Σαν έρθει η ώρα
θα χαθώ

Μέχρι τότε
με το δάσος και το δέντρο
με το φύλλο και το κλωνί
θα χορεύω και θα τραγουδώ

*

ΑΠΟΛΟΓΙΑ

Μάρτυς μου τα δάκρυα
ορκιζόταν
λες κι ο πόνος
είναι ζήτημα αλήθειας

*

ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ

Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα
η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια
χαμογελούσε με επιφύλαξη
μην είχε φύκια
ανάμεσα στα δόντια
(πού να ψάχνει τώρα
τον μπόγο της για νήμα)
Βρίσκεται ινσαλάχ
μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας
πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου

*

ΤΑ ΑΝΘΕΚΤΙΚΑ ΓΟΝΙΔΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Ο έρωτας ενσωματώνεται
στο DNA ξενιστή
τρώει ζωή
εκκρίνει δηλητήριο
Κάθε στιγμή in vivo
ένα κλικ της ψηφιακής μηχανής
του θανάτου
Ο ξενιστής
εξόριστος στο ίδιο του το σώμα
σβήνει
Ο έρωτας ανθεκτικός
αναζητά άλλον ξενιστή
να την αντέχει την αγάπη

*

ΑΝΑΣΚΑΦΗ

Αυτούς που φύγανε
λέμε να τους θυμάσαι
αλλά εντέλει
εννοούμε να τους ξεχνάς
Αν και στη σκέψη σου χασομερούν
η λήθη
σιγά σιγά
τη σκιά των βημάτων τους σβήνει
κάθε στιγμή και μια φτυαριά χώμα
Η ζωή σε τραβάει απ’ το μανίκι
μην φτάσεις να πενθείς το μέλλον
Κάποτε ίσως τους ξαναβρείς

σε μιαν ανασκαφή

*

ΑΥΛΑΙΑ

Κοίτα τον Πάρη, τον Τριστάνο,
είναι ο έρωτας που τους έκανε να
αναχωρήσουν από τον κόσμο αυτόν
Δάντης
Χιόνι πέφτει απαλά
άσπιλο άχρονο
βάναυσα λευκό
σβήνει τις γραμμές
των κορμιών
ούτε ήχος ούτε φως
γλιστρά ανάμεσά μας

Τώρα για πάντα δική σου

Μπορεί η ψυχρή λογική της επιστήμης, η μεθοδική και τετραγωνισμένη σκέψη της να συμπλέει με τον πληθωρισμό των αισθημάτων της ποίησης; Την καταφατική απάντηση δίνει η ποιητική συλλογή ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ (Εκδ. Μανδραγόρας, 2016) της βιολόγου, με ειδίκευση στις νευροεπιστήμες και διδάσκουσας στην Κτηνιατρική του ΑΠΘ, Μαρίας Λάτσαρη.

Από ευτυχή σύμπτωση, τις μέρες που ξαναδιάβαζα το θαυμάσιο βιβλίο του Γάλλου ακαδημαϊκού Εντγκάρ Μορέν «ΓΝΩΣΗ ΑΓΝΟΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ» ήρθαν στα χέρια μου τα ποιήματα της συμπολίτισσας μου Μαρίας Λάτσαρη. Γράφει σ’ ένα σημείο του βιβλίου του, με θαυμαστή μάλιστα διαύγεια ο 99χρονος σήμερα Μορέν, διερευνώντας τα όρια της γνώσης μας: «Ζούμε στην επιφάνεια του εαυτού μας. Κατεχόμαστε από δυνάμεις σκοτεινές, τους εσωτερικούς μας και εξωτερικούς μας Δαίμονες. Κατεχόμαστε από τους μύθους, τους θεούς, τις ιδέες…..Το σύνολο του οργανισμού μας, αποτελούμενο από δισεκατομμύρια κύτταρα, από αναρίθμητα και πολύπλοκα όργανα, από άκρως ποικίλους ιστούς, διαθέτει μια νοημοσύνη, ίσως μια σκέψη που ούτε καν συνειδητοποιούμε.

Υπάρχει μέσα μας μια γνώση βαθιά και πολύπλοκη, η οποία κατασκευάζει, επιδιορθώνει, αναγεννά, αναπαράγει, ενεργοποιεί το βιολογικό μας είναι κι εμείς την αγνοούμε»
Ίσως, σκέφτομαι με αφορμή τη σκέψη του Γάλλου φιλοσόφου, ίσως αυτήν την βαθύτερη γνώση, την καλυμμένη με την αχλή του μυστηρίου να την βγάζει στην επιφάνεια η τέχνη της Ποίησης.

Η Βιολογία χαρίζει το σημαντικό υπόστρωμα της γνώσης για την λειτουργία του ανθρώπινου μηχανισμού. Για να προχωρήσει κανείς όμως πρέπει να διαθέτει και το ταλέντο να δει πέρα και πίσω από τα επιφαινόμενα, να πάει πιο βαθιά απ’ όσα του φανερώνει το τελειότερο μικροσκόπιο, να αγγίξει το μυστήριο και να το ανελκύσει στο φως με τις κατάλληλες λέξεις. Η Μαρία Λάτσαρη διαθέτει και τα δύο, επιστημονική κατάρτιση και ταλέντο για να μεταμορφώσει τη γνώση σε έμπνευση και ποιητικό λόγο υψηλής ευαισθησίας, να μας μιλήσει για τα αιώνια ανθρώπινα θέματα, την ύπαρξη, την αγάπη, τους δεσμούς, ερωτικούς και οικογενειακούς, την απώλεια, τη μνήμη, τον πόνο, την Τέχνη.

Είναι εμφανείς σε αρκετούς στίχους οι όροι της επιστήμης της αλλά δεν ξενίζουν, δεν φωνασκούν, δεν κομπορρημονούν. Το αντίθετο, ενσωματώνονται τόσο καλά στο ποιητικό σώμα που εντέλει γίνεται το ποίημα η αμοιβάδα που εγκολπώνει την αποκτημένη γνώση και μας υπενθυμίζει πως κι η επιστήμη από μια απορία, από έναν θαυμασμό γεννήθηκε, από τη διάθεση και την ορμή να ψάξει βαθιά, να υπερβεί την πραγματικότητα, να δώσει απαντήσεις σε αγωνιώδη ερωτήματα. Μα κι η ποίηση δεν ξεκίνησε από την ίδια αφετηρία;

Γράφει στον επίλογο ο Μορέν: «Η ποίηση γεννήθηκε μαζί με τη ζωή, από τη στιγμή που το βακτήριο ένιωσε την ηδονή του υπάρχειν, κι εκδηλώθηκε με τα λουλούδια, τα στολίδια, τα χρώματα, τις πτήσεις, τα χοροπηδήματα, τα απολαυστικά τεντώματα. Κι αντάμωσε το πεζό, τον θάνατο, την τραγωδία».
Η ποίηση της Μαρίας Λάτσαρη συναντά το μυστήριο της ζωής και του θανάτου χωρίς ο τελευταίος να ταυτίζεται απόλυτα και πάντα με τον βιολογικό αλλά να αφορά και όλες τις απώλειες του καθημερινού βίου. Στοχάζεται φιλοσοφικά σε ό, τι συνθέτει τη ζωή πατώντας γερά στη βάση μιας καλά θεμελιωμένης επιστημονικής γνώσης που δεν αναστέλλει την έμπνευση αλλά την τροφοδοτεί και την διαστέλλει σε νέες δημιουργίες. Δεν πνίγει με λεξιθηρία και στόμφο αλλά οργανώνει μεθοδικά τις λέξεις της, εκλύοντας πηγαίο συναίσθημα.

Οι τρεις ενότητες που οργανώνουν τα ποιήματα της και οι τίτλοι τους είναι επιπλέον αποδείξεις σε όσα καταθέτω στην αναγνωστική μου προσπάθεια: ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ, ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΙ.
Αν η ποίηση αφυπνίζει τη συνείδηση, η Μαρία Λάτσαρη την υπηρετεί με αγάπη και αφοσίωση, ενώνει με τους στίχους της την βιολογική μας υπόσταση με την κοινωνική και κυρίως με εκείνη τη στιγμή που το άτομο συνειδητοποιεί τη μοναδική, ξεχωριστή, προσωπική σύνδεσή του με τον κόσμο του, τους δεσμούς με τους άλλους γύρω του και ξαναγυρνά πια με γνώση και συναίσθημα στον κυτταρικό του πυρήνα. Το δηλώνει άλλωστε κι η ποιήτρια στο δεύτερο απόσπασμα-πλοηγό που παραθέτει στην πρώτη σελίδα:
« …ο νους σπάνια, ή μάλλον ποτέ, δεν αντιλαμβάνεται κάτι με απόλυτη αδιαφορία, δηλαδή χωρίς “συγκίνηση”. Όλα συνδέονται με τα συναισθήματα…» C.S. Sherrington.

Ευτυχής που συνάντησα και συνδέθηκα με την ποίηση της Μαρίας Λάτσαρη. Δημιούργησε μια νέα Εν δυνάμει πραγματικότητα!

ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΗΤΤΑ

FRACTAL 19/9/2023

«Για το ουσιώδες και το αιώνιο»

Πολλά βιβλία δεν τα βρίσκουμε όταν πρωτοεμφανίζονται, πέφτουν στα χέρια μας αργότερα ή έρχονται εκείνα και μας βρίσκουν. Έχοντας απολέσει τη «φρεσκάδα» του καινούριου, δοκιμάζονται στη δυνατότητα της διάρκειας και κρίνονται αυστηρότερα, καθώς μεσολαβεί ο χρόνος που αποστασιοποιεί. Αυτό συνέβη με την ποιητική συλλογή της Μαρίας Λάτσαρη Εν δυνάμει πραγματικότητα που εκδόθηκε το 2016 (Μανδραγόρας) και, αφού περιπλανήθηκε χαμένη στα σοκάκια της Άνω Πόλης στη Θεσσαλονίκη, βρήκε τη θέση της στο γραμματοκιβώτιό μου τον Δεκέμβριο του 2021.

Ο τίτλος παραπέμπει στην αριστοτελική σύλληψη των όρων δυνάμει και ἐνερ­γείᾳ. Ο σπόρος είναι δυνάμει φυτό, έχει δηλαδή εντός του δυνατότητες που, αν εξελιχθούν, θα το μετατρέψουν σε φυτό που ανθοφορεί και καρποφορεί, σε ένα ολοκληρωμένο φυτό, ἐνερ­γείᾳ φυτό. Αντίθετα, οι δυνατότητες θα παραμείνουν δυνατότητες, αν ο σπόρος αφεθεί στον ήλιο ή στη βροχή, αν δηλαδή δεν υπάρξουν ή δεν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, με φροντίδα κι έγνοια, ώστε να οδηγηθούν στη σχετική επιτέλεση. Οι γλύπτες, για παράδειγμα, βλέπουν στο μάρμαρο ή στην πέτρα ή σε όποιο άλλο υλικό, ανάλογα με την υφή, το χρώμα, το μέγεθος, τη διαφάνειά του…, ένα δυνάμει άγαλμα, έναν δυνάμει κίονα ή κούρο, έναν δισκοβόλο ή μια Πιετά ή ένα κατώφλι… Αντίστοιχα οι λέξεις, τοποθετημένες έτσι, αλλιώς ή αλλιώτικα, με τις άπειρες δυνατότητες της γλώσσας και ανάλογα με τις συναρμογές της πραγματικότητας που επιθυμεί ή βλέπει ο ποιητής, με την εκδοχή που φτιάχνει ο νους του (σ. 20 και «ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΥ ΤΟ ΤΟΠΙΟ, σ. 21), δίνουν μιαν διαφορετική όψη ή επιτρέπουν μια διαφορετική πρόσληψη της πραγματικότητας, όπως ακριβώς δέκα ζωγράφοι θα απέδιδαν διαφορετικά το ίδιο μοντέλο –δέκα πορτρέτα συνομήλικα / και ξένα μεταξύ τους (σ. 15). Με άλλα λόγια, ο ποιητής υπερβαίνει και αντιμάχεται τη μονοδιάστατη, τη μονοσήμαντη λέξη, πράξη άκρως εξοβελιστέα σε κοινωνίες που προωθούν την εργαλειακή χρήση της γλώσσας. Με την επιλογή της, λοιπόν, αυτή η ποιήτρια στρέφει τη ματιά μας στην ίδια την ποιητική δημιουργία και στο πώς μπορεί να αποδώσει πραγματικότητες όχι μόνο δυνητικές αλλά και πολύ πραγματικές.

Τα θέματα είναι γνωστά, κοινά στους ανθρώπους, πανανθρώπινα. Η νιότη, η διάθεση εξερεύνησης, η μεταμόρφωση και η εξέλιξη –Τη μέρα είμαι ψάρι / τη νύχτα βγάζω φτερά / […] Απόψε θα βγάλω πόδια (σ. 18), το πένθος για όσα φθαρτά κυνηγούν τον άνθρωπο, ο θρήνος, η απώλεια, η απουσία –σε ξαναφέρνω στην άδεια πολυθρόνα (σ. 50)– η οδύνη, το σώμα, ο έρωτας και η αίσθηση αιωνιότητας που βιώνει ο ερωτευμένος μαζί με τη βεβαιότητα για τη δυνατότητα υπέρβασης ορίων, μαζί και με την αίσθηση του δυνατού και του άτρωτου που φέρει μαζί του ο έρως, της ένωσης με τον άλλον, ως το άλλο μισό (σ. 51, 58), και με το σύμπαν, ο ανατροπέας έρωτας χείμαρρος ορμητικός / έτοιμος / την καλοστημένη ζωή σου /να παρασύρει /να τα σκορπίσει όλα /ντόμινο (σ. 53), ο αναπόφευκτος χωρισμός και το τέλος (σ. 52). Η μνήμη ως λίπασμα αλλά και ως τροχοπέδη και αναβολή και δικαιολογία. Το μέλλον που υποσκάπτεται και υπονομεύεται από ένα ανεπεξέργαστο παρελθόν που λεηλατεί το μέλλον. Ο θάνατος (σ. 47), η λύπη και η αναπόφευκτη λήθη: Αν και στη σκέψη σου χασομερούν / η λήθη / σιγά σιγά / τη σκιά των βημάτων τους σβήνει / κάθε στιγμή και μια φτυαριά χώμα (σ. 49). Το υπόβαθρο της συγκρότησης της ύπαρξης –το μυρωμένο μυστικό του γιασεμιού /κάποτε /το φύλαξα στα κύτταρά μου (σ. 14)-, ο πατέρας (σ. 16), η μητέρα (σ. 17, 46, 47), το σπίτι (σ. 24), η ανάγκη για αγκαλιά και για ένα παραμύθι –χώρεσα στου καρυδιού το τσόφλι /τη λιπόσαρκη αγκαλιά σου /μητέρα (σ. 47) -, τα όνειρα που πολλαπλασιάζουν την πραγματικότητα –έχουμε ακούσει ποτέ τη μυρωδιά του θυμαριού; έχουμε δει το πέντε μπλε / το οκτώ πορτοκαλί; Έχουμε γράψει ποτέ στο ημερολόγιό μας την ημερομηνία μπλε Ιουλίου; (σ. 22), έχουμε γράψει στίχους / στη γαλάζια πιτζάμα; (σ. 25). Αχ αυτοί οι ποιητές που δεν μας αφήνουν στη μονοτονία της μιας ματιάς, της μιας μυρωδιάς, του ενός χρώματος… Αχ αυτοί οι δημιουργοί που δεν επαναπαύονται, που σκουντούν τις αισθήσεις («ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ», σ. 30) και τη μονοδιάστατη αντίληψη, που μας δείχνουν πώς να βλέπουμε, κάποιες φορές «ΑΠΟ ΑΠΟΣΤΑΣΗ» (σ. 31) ή με μιαν «ΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ» (σ. 33), που δεν μας αφήνουν στην ησυχία του άμεσα αυτονόητου, στις θορυβώδεις σχέσεις που με τόσο κόπο φτιάχνονται και μας οδηγούν στο ενύπνιο, τότε που η συνείδηση κατρακυλά με σκάλα μονόδρομη στο υπόγειο του είναι, στις παιδιόθεν προδομένες επιθυμίες και τις απωθημένες αναμνήσεις, σε Ένα ακρωτηριασμένο teddy bear· τα όνειρα κατάσκοποι που μπαίνουν ελεύθερα στα απροστάτευτα […] σύνορα του ονειρευόμενου (σ. 26).

Η Μαρία Λάτσαρη μετουσιώνει την επιστημονική της σκευή και τις ευρύτερες γνώσεις της σε ποίηση, κάνοντας σχεδόν αυτονόητα κατανοητό το λαβυρινθώδες (όσο και απλό!) της ανθρώπινης ύπαρξης. Και το κάνει με τόση τρυφερότητα που ο αναγνώστης αντέχει να νιώθει τα δάχτυλα της ποιήτρια να αγγίζουν το τραύμα, το πρόβλημα, το ζήτημα, ενίοτε να τα θέτει σχεδόν χειρουργικά εντός –περίσσευε η σιωπή /από παντού /παιδί που το ξεχάσανε /με μισοφορεμένα παπουτσάκια (σ. 48). Και γοητεύεται ο αναγνώστης από όρους επιστημονικούς που περιγράφουν ασθένειες και παθολογικές καταστάσεις, τους οποίους η ποιήτρια αποδίδει ποιητικά και τους χρησιμοποιεί ως αφορμή για να καταπιαστεί με αγωνίες για τη δύναμη του νου ή για τις εξεγέρσεις και τις ψευδαισθήσεις που δημιουργεί. «ΣΩΜΑΤΟΠΑΡΑΦΡΕΝΕΙΑ» εξηγεί η ποιήτρια «είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής θεωρεί ότι ένα μέλος του σώματός του, π.χ. το αριστερό του χέρι, δεν είναι δικό του». Αλλά αν δεν μπορώ να εμπιστευτώ τον νου, όπως το έμαθα ήδη από τον Πλάτωνα, τότε … πώς, με ποιο μέσο, με ποιο όργανο; Αντάρτης νους /σε χειραγωγεί /σε παγιδεύει στην ψευδαίσθηση (σ. 55).

Μεταφορές και παρομοιώσεις βοηθούν την ποιήτρια στην αποτύπωση συναισθημάτων και σε μια όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακριβολογία και επικοινωνία με τον αναγνώστη με παράλληλα συγκείμενα, όπως μας το έμαθε ο Όμηρος: Ρωτά την ποίηση / για το σχήμα της λύπης /την ιτιά μου δείχνει για να βρεθεί Νευρωνικό αντίστοιχο /λέει η επιστήμη /γυναίκας κλαίουσας που /με λυτά τα μακριά μαλλιά /θρηνεί ασάλευτη /του έρωτα /το φθαρτό σώμα (σ. 13). Και αλλού: Τράβηξε τον σιδερένιο γάντζο /που κρατούσε τα παντζούρια στον τοίχο /και τα έκλεισε / σα να κλείνει ντουλάπι /σα να κλείνει φέρετρο /σα να θάβει γονείς (σ. 16). Πόσο τυχαία άραγε είναι η παράθεση σε διπλανές σελίδες δύο ποιημάτων, το ένα για τον πατέρα, το άλλο για τη μητέρα; «τόση ώρα /για δυο παραθυρόφυλλα», λέει ο πατέρας στον γιο στο ένα ποίημα (σ. 16), ενώ στο άλλο η συνομιλία μητέρας κόρης ξεδιπλώνει με τρυφερότητα και ευαισθησία τον ακατάλυτο δεσμό και τον ανάποδο βηματισμό προς τα πίσω, σε εκείνη την παιδική ηλικία που δομείται και κτίζεται μέσα από τη ζωή της μητέρας: Μητέρα γυάλινη /τι δεν θα ’δινα/ να σε γεννήσω τώρα /εγώ /να ’σαι το κοριτσάκι μου /να σφίγγω μες στη χούφτα μου /το αγγελικό φτερό σου (σ. 17), και αλλού: το τέλος δένεται με την αρχή / η καρδιά μου κοντά στην καρδιά της μάνας μου χτυπά / τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ (σ. 24). Γι’ αυτό και αλλού η ποιήτρια λέει: Από το τέλος αρχίζει η ιστορία (σ. 19). Κι όσο κι αν δημιουργείται ξανά και ξανά η αίσθηση θλίψης για το επικείμενο τέλος, η Λάτσαρη κρατά μιαν αισιοδοξία και ένα νικητήριο άσμα, έστω και με κρυφό και πικρό χαμόγελο από την επίγνωση του τέλους: Μέχρι τότε /με το δάσος και το δέντρο /με το φύλλο και το κλωνί /θα χορεύω και θα τραγουδώ (ό.π.).

Κάποια ποιήματα είναι ολιγόστιχα, πυκνά, λιτά, απλά, αληθινά: Μάρτυς μου τα δάκρυα / ορκιζόταν / λες κι ο πόνος / είναι ζήτημα αλήθειας (37). Κάποια θίγουν κοινωνικά ζητήματα όπως η απεγνωσμένη φυγή από τη φρίκη της πατρίδας (σ. 45), η βία κατά των γυναικών, η προετοιμασμένη βία, η προμελετημένη απόκρυψη («ΚΟΛΑΦΟΣ», σ. 36), η επιθυμία όλων των παιδιών παντού στον κόσμο να παίξουν, να γελάσουν, να ερωτευτούν, ακόμη κι αν βρίσκονται σε εμπόλεμες περιοχές, σε προσφυγικούς καταυλισμούς, στην ουρά για το συσσίτιο (σ. 23), ο εγκλεισμός Μέσα στο σπιρτόκουτό μας / το περιφραγμένο / από σύρματα / απεριόριστης επικοινωνίας (σ. 34), στίχοι προφητικοί για την κατάσταση που βιώθηκε παγκοσμίως λόγω της πανδημίας από τον Φεβρουάριο του 2020 και για λίγους μήνες αρχικά, για να ακολουθήσει ο φοβερός χειμώνας μέχρι και τους πρώτους ανοιξιάτικους μήνες του 2021, κατάσταση η οποία επηρέασε, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και τη διαδικασία του έρωτα, τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ερωτεύονται –έρωτα γήινο /με φαρέτρα γεμάτη /αντιασφυξιογόνους μάσκες /να διυλίζουν την ατμόσφαιρα δηλητήριο (σ. 34). Αλλά βέβαια, ο έρωτας είναι ταξιδιάρης, με έντονο το ένστικτο της επιβίωσης –όταν δεν τον αντέχουν, αναζητά άλλον ξενιστή /να την αντέχει την αγάπη (σ. 38). Το αυτό και για τον τόπο που μας έθρεψε με μύθους και θεούς, που τον καίμε, που αναπόφευκτα ξεστομίζει πλημμύρες και που μια νύχτα /υπακούοντας στη δαρβινική οικονομία της ζωής /θα πάρει τις αρχαιοελληνικές του ρίζες /και θα φύγει (σ. 56). Πόσο ακόμη να φωνάξουν οι ποιητές την απελπισία του τόπου για την αχαριστία με την οποία ανταποδίδουν οι ένοικοι την προσφορά του;

Στις πηγές της έμπνευσης της Λάτσαρη, εκτός από τους άλλους εργάτες του ποιητικού λόγου και την επιστήμη, όπως ήδη αναφέραμε, είναι και η ζωγραφική (σ. 14, 15, 31, 52) και πρόσωπα από τον χώρο των εικαστικών, κυρίως γυναίκες, όπως η γλύπτρια Καμίγ Κλοντέλ (σ. 43) και η Μαρί-Τερέζ (σ. 44), μούσα και ερωμένη του Πικάσο, και οι δυο προσκολλημένες σε άνδρες δημιουργούς, στον Ροντέν η πρώτη, στον Πικάσο η δεύτερη.

Κλείνουμε το σημείωμα αυτό επαναφέροντας τα ποιήματα ποιητικής της συλλογής, όπου αποσαφηνίζεται και ο τρόπος της ποιητικής δημιουργίας με παραλληλισμούς από τη φύση, τις γλυπτές φόρμες που σχηματίζονται από τον άνεμο ή/και την ορμή της θάλασσας μέσα από την αφαίρεση και την αποκοπή, ώστε αυτό που θα απομείνει να είναι το ουσιώδες και το αιώνιο (σ. 20), ώστε αυτό που θα απομείνει να δίνει χώρο στον νου για συμπληρώσεις, για δημιουργία (σ. 21). Κάποια ποιήματα είναι ερωτικά της ποίησης, μια «ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ» (σ. 29) για τη συνάντηση, σαν σε ερωτικό ραντεβού, του δημιουργού αρχικά, του αναγνώστη στη συνέχεια, με την ποίηση, με την τέχνη. Και πώς είναι να στερείται ο δημιουργός από τα σύνεργα της δημιουργίας του; Πώς είναι να βάζεις ένα παιδί σε ένα άδειο δωμάτιο, να του στερείς παιχνίδια, πλαστελίνες, μπογιές, χαρτιά για να μουτζουρώνει; Την απόγνωση από μια τέτοια στέρηση καταγράφει η Λάτσαρη με αφορμή τη γλύπτρια Καμίγ Κλωντέλ και τον εγκλεισμό της σε ψυχιατρεία για τριάντα, περίπου χρόνια –Στο άσυλο /δάχτυλα σε απόγνωση /χωρίς σμίλη και σκαρπέλο /[ τα αισμηρά αντικείμενα /απαγορεύονται] (σ. 43). Μπορούμε να φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς τέχνη; Λίγο σεβασμό στους καλλιτέχνες που δοκιμάζονται αποκαλύπτοντας και δείχνοντας.

Υ.Γ. Παιδεύτηκα να διαλέξω ένα ποίημα από τη συλλογή. Τελικά, μια δεδομένη στιγμή, πήδηξα μέσα στις εικόνες του βυθού:

ΣΤΟΝ ΒΥΘΟ

Κάθισε στην ανάστροφη καρίνα
η μπλούζα ασήμιζε από τα λέπια
χαμογελούσε με επιφύλαξη
μην είχε φύκια
ανάμεσα στα δόντια
(πού να ψάχνει τώρα
τον μπόγο της για νήμα)
Βρίσκεται ινσαλάχ[1]
μίλια μακριά από τη φρίκη της πατρίδας
πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου

(σ. 45)

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.