Ο Γιάννης Κίντζιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλλιθέα, σπούδασε Διαφήμιση και τα τελευταία χρόνια είναι αφοσιωμένος στον τομέα του Performance Marketing. Διετέλεσε ομιλητής σε συνέδρια και εισηγητής σεμιναρίων του κλάδου. Παράλληλα, δουλεύει projects καινοτομίας σε συνεργασία με εταιρείες ελληνικές και του εξωτερικού.
Σήμερα, με την εμπειρία και τις γνώσεις του, προετοιμάζει νεότερα στελέχη για την ένταξή τους στον χώρο της διαδραστικής διαφήμισης, μεταδίδοντας γνώσεις και επιτυχημένες εφαρμοσμένες τακτικές.
Ασχολείται, ακόμη, με τη μουσική και τη φωτογραφία, συμμετέχοντας σε εκθέσεις αλλά και τον αθλητισμό λαμβάνοντας μέρος σε αγώνες Μαραθωνίου.
.
.
ΟΝΕΙΡΕΥΤΗΚΑ ΤΗ ΔΙΟΤΙΜΑ (2025)
Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα
ΜΕΣΑ ΣΕ ΛΙΓΑ ΕΚΑΤΟΣΤΑ
Πώς χωρούν όλες οι ομορφιές
όλη η ζωή μας πώς χωρά
μέσα σε λίγα εκατοστά;
Σε μια κάμαρη μικρή
σε ένα δωμάτιο φθηνό
σε ένα εύθραυστο κορμί
σε μια γωνιά
Πώς ο κόσμος μας όλος
η ευτυχία και η χαρά
μέσα από τα μάτια σου περνά;
Πόσοι βοριάδες και βροχές
πόσους χειμώνες και θάλασσες
Πόσοι λεωφόροι και στενά
σαν ταινία από τους τοίχους μας περνάν
Ό,τι θυμάμαι απ’ όταν γεννιέμαι
και ό,τι ζω έως να πεθάνω
μέσα από το αίμα σου κυλά
Όλοι οι λόγοι και οι αφορμές
όλοι οι πόθοι και οι φωτιές
θεριεύουν και σβήνουν εδώ μπροστά
μέσα σε λίγα εκατοστά
ΔΙΨΑΣΜΕΝΗ
Ένας πόθος καρτερά, σαν καυτή άμμος,
ένα κύμα για να σβήσει
Ένα βλέμμα να ζητά σαν επαίτης
μια ματιά πριν βυθιστεί στη θλίψη
Μια σπίθα λαχταρά από του Άδη
το καντήλι να θεριέψει
και η μανία να λυσσά μες στου αγέρα τη φούρια
ό,τι βρει να ξεπαστρέψει
Του κορμιού της η ορμή με προσάναμμα
την πείνα να θεριεύει
και η πληγή ν’ αναζητά, μες στης πλάνης τα φιλιά,
ένα ψέμα για να γιάνει
Διψασμένη…
ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ
Ο μυστικός μας δείπνος είχε προσκεκλημένους
την Μαγδαληνή, τον Διόνυσο και την Παναγία
που κυοφορούσε την Αγάπη…
Κι εμείς θρέφαμε την πείνα μας μεθώντας με κάθε
θνητό μας κύτταρο
πριν φθαρεί στην ριπή του χρόνου…
Την δίψα μας γιάτρευε το ζεστό μας αίμα
που έσταζε σαν κερί που τρεμοπαίζει
στην εκπνοή των αναστεναγμών
Κι η ηδονή φύτρωνε σαν νυχτολούλουδο
στα σκοτεινά σοκάκια μυρίζοντας άνοιξη…
Υπνωτισμένοι στη θαλπωρή αυτής
της καλοθρεμμένης φωτιάς, απολαμβάναμε
το ακράτισμα κόντρα στον θάνατο
ΚΑΤΡΑΚΥΛΑ
Να σε χαϊδεύω στα μαλλιά όλη νύχτα
μέχρι το πρωί
Να σου φιλάω τα πόδια,
να τα πλένω με σαπούνι και δάκρυ.
Αυτό είναι τιμή μου, τιμή και κολακεία
Το πρόσωπό σου φαντάζομαι,
αυτά τα μάγουλα που φούσκωσαν
στις μέρες της θλίψης
το στόμα σου που μέθαγα
απ’ την πηγή της αγάπης
Εγώ είμαι το περιβόλι. Εσύ είσαι; Εμ τι είσαι;
Είσαι ο κηπουρός… μου έλεγες
Να ξεσκονίζω τον δρόμο που περνάς.
Αυτή είσαι εσύ.
Έχει και πανσέληνο, ξέρεις,
και μετά έρχεται ο δαιμονισμός
και μετά το κατρακύλισμα,
γιατί αυτό είναι, κατρακύλισμα.
Και αυτό είμαι εγώ
ΧΑΡΑΓΜΕΝΕΣ ΣΑΝΙΔΕΣ
Η Απουσία συχνάζει κάτω από το ίδιο φανάρι
μιλά με σκιές εραστών που προσμένουν
στο ίδιο παγκάκι
εκεί που οι υποσχέσεις διψούν να σβήσουν
με ένα φιλί
σαν ποινικές υποθέσεις που έχουν διαγραφεί
Στις χαραγμένες σανίδες το αίμα στεγνώνει
τα πληρωμένα σ’ αγαπώ στοιβαγμένα
σε υπόγεια γεμάτα με σκόνη
Κάτω από την κίτρινη λάμπα
για τα αθώα μας λόγια θρηνώ
Μακάρι κάποιος να αγγίξει το θαύμα
κι ας μην είμαι εγώ…
ΑΝΑΣΑ
Η βαθιά ανάσα σαν βαμβάκι καθαρίζει
απαλά τις πιο βαθιές πληγές μας
Με το ανεπαίσθητο χάδι της απομακρύνει
θλίψη κι ενοχές
Ένα δροσερό αεράκι μάς χαϊδεύει απαλά
στον ώμο
ολοκληρώνοντας την ίαση και παίρνοντας
όλα τα βάρη μακριά
Στη θάλασσα
Μια βαθιά εισπνοή και όλες οι σκέψεις
σκορπούν στη γαλάζια δροσιά της αφήνοντας
σταγόνες αλμύρας στα μάγουλα
ΚΥΚΝΟΙ
Ήμασταν κάποτε κύκνοι,
μια παραίσθηση για τα νιάτα που χάθηκαν
Χορεύοντας πάνω από τους βάλτους
στις άκρες των ποδιών μας
Αγγίζοντας ανεπαίσθητα τα νερά
αφήνοντας κύκλους ξεγλιστρούσαμε
περιγελώντας την άβυσσο
ΣΟΥΠΕΡΝΟΒΑ
Όλα εφήμερα μα και παντοτινά
Μια χθεσινή εφημερίδα ο χρόνος
Μια ζωή στριμωγμένη σε ένα φύλλο ταμπλόιντ
Στις φωτογραφίες τα μάτια, τα βλέμματα,
αυτά κρατάνε την στιγμή ζωντανή
Στον απέραντο χρόνο, τα χαμόγελα αστράφτουν
στιγμές ευτυχίας σαν λάμψεις από σουπερνόβα
Υπήρξαμε σαν άστρα, και σβήνουμε σαν λάμψεις
πριν τις αντιληφθούν τα ανυποψίαστά μας μάτια
ΣΦΙΧΤΗ ΨΥΧΗ
Ιδρυματοποίηση
Αλήθεια ποιος ξέρει τι είναι ξόδεμα
και τι η ευτυχία…
Τι είναι η απεραντοσύνη και τι είναι το κελί
αφού αν αφήσεις μια σφιχτή ψυχή
στο άπειρο να φτερουγίσει
μες στου κελιού τη θαλπωρή θα τρέξει να κρυφτεί
Μικρές ιστορίες & άλλα εφήμερα ειδύλλια
ΣΑΝ ΤΗΝ ΚΑΛΥΨΩ
Έφτασα σπίτι όσο γινόταν πιο αργά από τη
δουλειά, έχοντας πιει τρεις καφέδες,
δέκα τσιγάρα.
Έπεσε σκοτάδι, η ψύχρα θέριζε και το στομάχι
κόμπος από την πείνα. Πήρα μια τελευταία ανάσα
μετά το δέκατο τσιγάρο στο κατώφλι σου.
Ξέρεις έκανα λάθος.
Έκανα λάθος, ξεχάστηκα
και άφησα τον χρόνο να χαθεί πλάι σου.
Και να που τώρα ξεροσταλιάζω στην πόρτα σου,
προσπαθώντας να πάρω κουράγιο πριν
συναντήσω στο μαρμάρινο πάτωμα του σαλονιού
αυτά τα απαίσια μάλλινα πατάκια.
Δεν πήρα καθόλου σοβαρά το φλεγματικό παγερό
ενδιαφέρον για μένα και το καλό μου και άφησα
ανέμελα και ανύποπτα το κεφάλι στην πετσέτα σου,
χωρίς να ξέρω ότι μετρούσες ακόμα και τις
τρίχες που άφησα σαν ίχνη, διερευνώντας
μεθοδικά και αθόρυβα κάθε λεπτομέρεια με μια
άρρωστημένη περιέργεια.
Και να που τώρα προσπαθώ να πάρω κουράγιο,
να ανέβω τη σκάλα. Μια τελευταία τζούρα και
μια βαθιά ανάσα πριν βουλιάξω στον καναπέ της
καταπιεστικής σου αγάπης, που σαν την Κίρκη με
κρατάει χρόνια δεμένο και προφανώς
υπνωτισμένο, χωρίς να μπορώ να βγω.
Γάμα το όμως γλύκα, πρέπει να φεύγω τώρα
πριν πέσω στα παγωμένα νερά του αφιλόξενου
βάλτου σου.
Πρέπει να φεύγω…
ΚΙΡΚΗ
Εσύ είχες σχέδιο…
Εγώ στα ακριβοΰφαντα σκεπάσματα σου, γλυκιά
ζαλάδα, μελιστάλακτη γεύση από το κόκκινο
κρασί σου, γεμίζοντας τα κρυστάλλινα ποτήρια
μας απ’ την πήλινη χρωματιστή κανάτα.
Εσύ είχες σχέδιο.,.
Και με τύλιγες σαν ζεστός αέρας από τον αυχένα
ως τα νύχια, ενώ θρεφόμουν από τις γεύσεις και
τους χυμούς σου, αγναντεύοντας αφ’ υψηλού τις
μικρές ανούσιες συνήθειες της καθημερινής μας
πλάνης και εσύ είσαι μια πλάνη.
Εσύ είχες σχέδιο και σκοπό να με τακτοποιήσεις.
Απέναντι μου ήσουν σε θέση σκοπευτή
με μια ερευνητική ματιά.
Τα μάτια σου δαδιά, φανοί ιέρειων που υπνωτίζουν
τα ανύποπτα και αβοήθητα θύματά τους.
Εσύ είχες σχέδιο και σκοπό να με τιμωρήσεις.
Σαν με έσυρες πλέον ανήμπορο χωρίς αντίσταση
στον βωμό σου, έγινα μειλίχιος και έρμαιο της
παρατηρητικότητας και της διαύγειάς σου.
Εσύ είχες σχέδιο και σκοπό να με σκοτώσεις.
Τη νύχτα ξέπλυνες τις αμαρτίες μου με τα υγρά
σου και εξάγνισες τις επιθυμίες και τους θυμούς
σου παραβιάζοντας κάθε πόρτα, ψειρίζοντας,
λεηλατώντας, καταστρέφοντας κάθε απομεινάρι του
διαθέσιμου εαυτού μου.
Ξυπνώντας με βρήκα ασκόπως λεηλατημένο στο
εφιαλτικό σου σπίτι.
Μα είχα και εγώ σχέδιο…
Δεν είχα τίποτα μαζί μου για να χάσω, πήρα τα
κλειδιά μου για το αυτοκίνητο και έγινα καπνός
Επίμετρο
ΠΕΝΙΑ ΚΑΙ ΠΟΡΟΣ
Η Πενία έρποντας τα αμέτρητα τα βράδια
στης ντροπής τα μονοπάτια,
η ψυχή δεν ξεδιψούσε και ο ακόρεστος πόθος
ολοκλήρωση ζητούσε.
Και όταν κοιμήθηκε ο Πόρος βαρύς και μέθυσος
από την αφθονία,
από μια χαραμάδα τρύπωσε η Πενία έρποντας
στα σεντόνια σαν αμαρτία.
Και μες της ακολασίας το γλυκόπιοτο το σκότος
γεννήθηκε ο Έρωτας,
γητευτής σοφός μα ούτε θεός ούτε θνητός.
Ζει, αναδύεται και μαραίνεται
σαν όμορφος ανθός μες στα περβάζια,
στους αγρούς, σε απόμερα δρόμων,
σαν νούφαρο στους βρόμικους βάλτους
αυτού του κόσμου…
Η Πενία σαν έσμιξε με τον Πόρο
έγινε ορμή ζωής, έγινε σπόρος
ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΓΥΜΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ
Μια βουτιά η ζωή ,όσο κρατάει μια ανάσα
Με τους πόθους μπροστάρηδες και τους φόβους βαρίδια
Ελπίζουμε σε έναν ευτυχισμένο θάνατο στην αγκαλιά μιας αγάπης
Και ψάχνουμε και τρέχουμε και περπατάμε στην σκόνη, στον ήλιο, στην θάλασσα, στα κρυφά λιβάδια, στις λεωφόρους
και χορεύουμε μέσα απ’ τα γυμνά παράθυρα, στις φαρδιές ταράτσες , σαν σκιές που ξεδιπλώνουν το δράμα τους τσιριχτά ή βουβά σε έναν καμβά που πλουμίζουν το χρώμα τους ο πόνος με την ευτυχία και ο φθόνος με την αγάπη…
ΑΠΕΡΑΝΤΕΣ ΧΩΜΑΤΕΡΕΣ
Οι δρόμοι τεμαχίζουν τις κραυγές σε κομμάτια αφόρητης σιωπής
Μοιάζουν απέραντες χωματερές θαμμένων εαυτών σε προσδοκίες άλλων
Σε ένα κυνήγι ευκαιριών ή διασημότητας στιγμής
Ένα ανοιγόκλειμα ματιών πριν γκρεμιστείς,
θυσιάζοντας μια ολόκληρη ζωή
για τα καπρίτσια άλλων…
ΕΚΑΒΗ
Ψυχή μετέωρη στην τρικυμία του χρόνου, στα σπλάχνα σου φέγγει το πεπρωμένο του κόσμου
Πεδίο βολής εραστών η ύπαρξή σου, λάφυρο οι κόρες και ναυαγοί είναι οι γιοί σου
Κατρακυλάς στο ναδίρ για των παιδιών σου την τύχη, μονομαχείς με τον κέρβερο κάτω στου Άδη τα τείχη
Με τη κραυγή να ξορκίζεις κακών δαιμόνων αντάρες, αποτινάζεις με πάθος παλιούς χρησμούς και κατάρες
Και αν δεν θέλω να θυμάμαι ή να ξέρω, μην μ’ αποπαίρνεις,
σε λέω Εκάβη που στους αιώνες επιμένεις
Να ταξιδεύεις στο σύμπαν γυρεύοντας άκρη και των παιδιών σου τη μνήμη να ποτίζεις με δάκρυ
Και όταν τα βράδια με πνίγουν των ενοχών μου τα δάκρυα, σαν να σε βλέπω μπροστά μου, μια σκύλα με πύρινα μάτια
ΣΤΗ ΓΗ ΤΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ
Ταξιδέψαμε με ένα εισιτήριο και μία τσάντα, κρύβοντας κάτω από τα προσεγμένα ρούχα τις
ατέλειες, τις ρυτίδες και τα ίχνοι που αφήνει ο χρόνος κάτω από ένα κολλαριστό πουκάμισο
Η σκόνη, στους βρώμικούς φακούς των γυαλιών, θαμπώνει την πορεία σε μια αμμοθύελλα
που κρύβει παγίδες
Το βήμα δείχνει σταθερό, σε τεντωμένο σκοινί, μα η σκέψη είναι μετέωρη δίχως να ορίζουμε
την πορεία
Προχωράμε σε μια λεωφόρο σε τροχιά που φθείρει τα πόδια και θρέφει την μνήμη, με τις
λάμιες στο κατόπι να βρίσκονται εκεί κάπου, πίσω από τους λόφους
Ταξιδέψαμε για την γη της ευκαιρίας δεμένοι με τους φόβους μας και αιωρούνταν η
ψευδαίσθηση μιας υπόσχεσης, σαν φούσκα πάνω από τα εκστατικά μας μάτια, που διαρκεί
όσο μια ζαριά ή μια γουλιά σαμπάνιας
Τα βλέμματα, πάντα ζεστά και καχύποπτα, παρατηρούν τις χιλιάδες εκφράσεις των
προσώπων μας που, αν και υποκρινόμαστε, πάντα δείχνουν κάτι
Κάπου ανάμεσα, ένας καθρέφτης μας πρόβαλε μαζί σε μια αγκαλιά με τα χέρια μας να
μπερδεύονται γλιστρώντας σε ένα αστείο παιχνίδι, μα ξέρω ότι αυτό ήταν μόνο μια λάμψη,
μία ακόμα λαμπρή στιγμή που ξεπρόβαλε σαν απολίθωμα
Τώρα μικροί , αναιδείς και φιλόδοξοι, στην κατρακύλα αυτού του δρόμου, στροβιλιζόμαστε
αρπάζοντας ότι προλάβουμε στην δίνη της πτώσης
Επιστρέφοντας από το ταξίδι γνωρίζουμε ότι όλα όσα αφήσαμε είναι εδώ χωρίς εμάς…
.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ
texnesonline.gr/2025/07
Έρωτας. Αίσθημα ακατανίκητο, συναρπαστικό, ποθητό και υπέροχο, που ενθαρρύνει τη διεκδίκηση του ωραίου και του αληθινού και οδηγεί σταδιακά στην κατάκτηση της πραγματικής ευτυχίας. Όποιος κατακτά τον έρωτα ζει την απολυτότητα της ύπαρξης, επιτρέπει τον εθισμό της ψυχής του στη χαρά του μοιράσματος, εξασφαλίζει την είσοδό του στην αυλή του αιώνιου παράδεισου. Ο έρωτας είναι ο βασιλιάς όλων. Θεοί και άνθρωποι τον προσκυνούν ευελπιστώντας να μείνουν στην αγκαλιά του για πάντα.
Μα πώς αναγνωρίζει κανείς τον έρωτα; Πώς μαθαίνει γι’ αυτόν; Πώς τον διεκδικεί; Πώς τον αποκαλεί πόθο, αίσθηση του ωραίου και του ιδανικού, πώς τον υμνεί χωρίς πρώτα να τον γνωρίσει, πώς τον αποκαλεί θεϊκό αν δε νιώσει την αύρα του, αν δε λάβει έστω και για λίγο την ευλογία του; Μαθαίνει, είναι η απάντηση. Άλλωστε, οι ιέρειες του έρωτα αυτή την αποστολή έχουν στον κόσμο των θνητών, να διδάξουν τον άνθρωπο και να τον παρακινήσουν στη διεκδίκηση της αληθινής γνώσης. Την ίδια αποστολή είχε και η ιέρεια Διοτίμα, η οποία, όπως αναφέρεται στο πλατωνικό Συμπόσιο, δίδαξε στον Σωκράτη τα μυστικά του Έρωτα αναγνωρίζοντάς τον ως πόθος και κίνητρο για το αληθινό και το ωραίο. Επί της ουσίας, του έμαθε πως ο έρωτας ενθαρρύνει τον άνθρωπο να έρθει σε επαφή με τη γήινη ομορφιά ή τα ωραία σώματα. Και πράγματι, τα καταφέρνει περίφημα. Μα όταν ο άνθρωπος αισθανθεί τελικά την ωραιότητα του έρωτα στα γήινα, με τη δύναμη της σοφίας που αποκτά με τα χρόνια ωθείται, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, στην αναζήτηση και μιας άλλης ομορφιάς, ακόμα πιο μοιραίας και καθηλωτικής, αυτής που υπάρχει άπλετη στο πνεύμα και την ψυχή και δυναμώνει όσο μεγαλώνει η γνώση, όσο περνάει ο καιρός και η πείρα ωριμάζει τη σκέψη του.
Γι’ αυτή λοιπόν την πνευματική ιέρεια και δασκάλα του Έρωτα κάνει λόγο ο πρωτοεμφανιζόμενος στα γράμματα Γιάννης Κίντζιος στο πρώτο εκδοθέν βιβλίο του, την ποιητική του συλλογή, με τίτλο «Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα & άλλα εφήμερα ειδύλλια», που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2025 από τις εκδόσεις «Κομνηνός». Η αναφορά του στο όνομα της ιέρειας αυτής δεν είναι τυχαία. Ο ποιητής προσδοκά μέσα από την κατάκτηση των εφήμερων απολαύσεων, των γήινων βιωμάτων του πόθου και του πάθους, του έρωτα και της αγάπης, να πετύχει και κάτι άλλο, την κατάκτηση του ιδανικού και του άπιαστου, να επιδιώξει με δυο λόγια, έπειτα απ’ όλα τα εφήμερα και φθαρτά που συναντά στη ζωή, να έρθει σε επαφή και με άλλες βαθύτερες έννοιες της ύπαρξης που οδηγούν στη σοφία, στην πνευματική του ολοκλήρωση και στην εσωτερική του γαλήνη, τη γαλήνη της ψυχής του. Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η ποιητική του συλλογή είναι διάχυτη από λυρισμό και βαθιά εξομολογητική διάθεση, γεγονός που θα διαπιστώσει ο αναγνώστης διαβάζοντας αρχικά την αφιέρωση του βιβλίου.
«Στα μάτια σου είδα ό,τι ήθελα
να πω ή να γράψω
και δεν μου μένει τίποτα άλλο
παρά μόνο να κοιτάζω…»
Με αυτά τα λόγια, τα άκρως ερωτικά, ειλικρινή και προσωπικά, ο ποιητής απογυμνώνει την ψυχή του και αφήνει ελεύθερα τα συναισθήματά του σε κοινή θέα, επιδιώκοντας την αλήθεια, τη λύτρωση και τον ίδιο τον έρωτα. Άλλωστε, αυτόν υπηρετεί από πάντα, αυτόν επιδιώκει να έχει στο πλάι του, αυτόν προσδοκά να τον οδηγήσει στην ψυχική, πνευματική και ηθική του ολοκλήρωση. Εξομολογείται σ’ εκείνη, τη δική του ερωτική συντροφιά, και αφήνεται άφοβα στη νοητή αγκαλιά της. Αναπολεί τις όμορφες στιγμές, τις έντονες εικόνες, τα δυνατά συναισθήματα και μοιράζεται ξανά την ομορφιά της αίσθησης που προκαλεί στο κορμί, το μυαλό και την ψυχή η ένωση. Τίποτα άλλο δεν έχει σημασία για εκείνον. Τίποτα δεν είναι ικανό να κλέψει τη μυρωδιά της απόλαυσης, τη φλόγα που όσα χρόνια κι αν περάσουν παραμένει δυνατή και ανέπαφη εντός του, την καύτρα του απόλυτου έρωτα.
Η ομορφιά του έρωτα, θα εξομολογηθεί, νικά κάθε λογική, κάθε σκέψη ανούσια, κάθε φραγμό και δισταγμό. Το πάθος του ποιητή οδηγεί στην τέλεια συνθήκη, ακόμα κι αν έχει χτιστεί με ψέμα, ανηθικότητα και λάθη πολλά. Η επιθυμία ορίζει το τώρα, θα αισθανθεί, ενώ το αύριο παραμένει ασήμαντο μπροστά του να μετρά χαμένες υποσχέσεις και ψεύτικα εφήμερα σχέδια, που χτίστηκαν απότομα την ώρα της ηδονής και του τυφλού πάθους. Η ορμή λυσσαλέα ορμά να ξεδιψάσει τα θέλω της. Κολασμένα κινείται και αδιαφορεί για καθετί άλλο. Κι αν είναι ψέμα η αγάπη τελικά, θ αναρωτηθεί, τι νόημα έχει εκείνη τη στιγμή του απόλυτου έρωτα; Η αλήθεια του ποιητή παραμένει ανέπαφη, ακόμα και μετά απ’ όλα αυτά.
«Ένα βραχάκι μπρος στον γαλάζιο ορίζοντα
Είναι σπίτι μου
Η αμμουδερή σκιά δίπλα στη θάλασσα
Είναι σπίτι μου
Ένα ποτάμι που ξεθυμαίνει μες στο κύμα
Είναι σπίτι μου
Του κορμιού σου η μεθυστική μυρωδιά
μέσα απ’ των ποδιών σου την πλημμύρα
Είναι σπίτι μου» (Σελίδα 22)
Η παρουσία του έρωτα υπάρχει παντού στο βιβλίο, θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, κάνοντας τις περισσότερες ανθρώπινες αισθήσεις του να ξυπνήσουν, έστω κι αν η σωματική επαφή που υπαινίσσεται ο ποιητής στα ποιήματά του παραμένει ανικανοποίητη. Παρόλ’ αυτά, ως ανήσυχη πένα που είναι, επιμένει να αποτυπώνει τις στιγμές της απόλυτης ένωσης. Η απόλαυση του τώρα στέκει κόντρα στην αβεβαιότητα του αύριο, θα καταγράψει. Μα όταν φτάσει πια το τέλος, τότε που ακυβέρνητα εντοπίζεται στα νερά της πλάνης η αγάπη, η συντριβή μοιάζει στις λέξεις του αναπόφευκτο κακό. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, ωστόσο, το τώρα απαιτεί, θα ομολογήσει. Η παροδική, εφήμερη απόλαυση διεκδικεί τη στιγμή της, ακόμα κι αν ειλικρινά πια καταθέσει αυτούσια την αλήθεια της φθαρτότητάς της.
Αδιαφορία, προσποίηση, αλλά και φόβος είναι το αποτέλεσμα της επιλογής της. Είναι ο φόβος της απώλειας, της προσδοκίας, της αναμονής, της απόρριψης, της αιφνίδιας απουσίας, της ματαίωσης.
Τρόμο προκαλεί το τέλος που πλησιάζει.
«Να απαλλαγείς από μια απόρριψη,
μια ανεξήγητη ματαίωση
μια αιφνίδια απουσία, μια αναμονή στη βροχή,
μια ακύρωση την τελευταία στιγμή
Ένα ίσως ή ένα αν στο τέλος,
που τρομάζει η αίσθηση ότι πλησιάζει» (Σελίδα 36)
Λύπη επιφέρει η απόσταση, επισημαίνει ο ποιητής, αμφιβολία, απαισιοδοξία, κατάρρευση κι ένα αναπάντητο γιατί, για την αιτία που προκάλεσε το ύστατο τέλος. Κι έπειτα ακολουθεί η συνέχεια, το βαθύ ερώτημα που τρέπει τα αυτονόητα σε ζητούμενα. Και τότε, η σκέψη γιγαντώνει και η κατάληξη σε συμπεράσματα γίνεται πιο αισθητή και πιο ουσιαστική, καθώς εξελίσσεται σταδιακά σε μία βαθύτερη γνώση. Η μνήμη, μοναδικός συνοδός στον αγώνα αυτόν, στέκει ακόμα συντροφιά στη σκέψη, για να διεκδικήσει για χάρη της τη λύτρωση που δεν κατάφεραν να φέρουν αντ’ αυτής η μοναξιά, η απώλεια και η σκιά του θανάτου.
Ο πόνος ωστόσο παραμένει δυνατός για τον ποιητή, ένας κόμπος στο στομάχι. Συναισθήματα που καίνε αντανακλούν οι στίχοι του, γιατί ακόμα υπάρχουν ζωντανά στην ψυχή του. Η αγάπη του, για την ακρίβεια, είναι ζωντανή κι είναι ευδιάκριτη παντού στο βιβλίο του. Κι η μνήμη των στιγμών του είναι ζωντανή, έστω κι αν πολιόρκησε το μοίρασμά τους ο θάνατος. Μα τίποτα δεν είναι όπως παλιά, θα φανερώσει με παράπονο και πίκρα στη συνέχεια. Ο χρόνος παύει να έχει αξία μετά την ήττα. Πεθαίνει μπροστά του, γιατί ακριβώς παύει να ζει όπως πρέπει.
Η συλλογή συνεχίζει με ένα δεύτερο πιο σύντομο κεφάλαιο να ακολουθεί του πρώτου που περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω που αναφέρθηκαν με τίτλο «Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα». Τίτλος του δεύτερου κεφαλαίου είναι «Μικρές ιστορίες και εφήμερα ειδύλλια». Τα ποιήματα στο κεφάλαιο αυτό είναι πιο διαχυτικά, πιο ελεύθερα και παράλληλα πιο σκοτεινά, πιο μελαγχολικά, πιο ρεαλιστικά και πιο σκληρά από τα πρώτα, όπως ακριβώς είναι και η ίδια η ζωή του ανθρώπου εκ φύσεως.
«Εσύ είχες σχέδιο και σκοπό να με σκοτώσεις.
Τη νύχτα ξέπλυνες τις αμαρτίες μου με τα υγρά
σου και εξάγνισες τις επιθυμίες και τους θυμούς
σου παραβιάζοντας κάθε πόρτα, ψειρίζοντας, λεη-
λατώντας, καταστρέφοντας κάθε απομεινάρι του
διαθέσιμου εαυτού μου.
Ξυπνώντας με βρήκα ασκόπως λεηλατημένο στο
εφιαλτικό σου σπίτι.
Μα είχα και εγώ σχέδιο…
Δεν είχα τίποτα μαζί μου για να χάσω, πήρα τα
κλειδιά μου για το αυτοκίνητο και έγινα καπνός» (Σελίδα 88)
Το βιβλίο κλείνει τελικά με το επίμετρο του ποιητή. Πρόκειται στην ουσία για ένα ακόμα δικό του ποίημα, το οποίο μέσα σε λίγες λέξεις κρύβει όλη την αλήθεια της ζωής. Ο έρωτας υπάρχει παντού. Ζει αναδύεται, μαραίνεται και πάλι ξεκινά απ’ την αρχή. Είναι ένας κύκλος που κυλά, που παίρνει χρώμα απ’ τη ζωή κι εκείνος με τη σειρά του της δίνει το δικό του χρώμα για να ομορφαίνει.
«Η Πενία σαν έσμιξε με τον Πόρο
έγινε ορμή ζωής, έγινε σπόρος» (Σελίδα 91)
Ποίηση ρομαντική στο σύνολό της, βαθιά ερωτική, νοσταλγική, γεμάτη μνήμες, μυρωδιές και συναισθήματα, που δίνει έμφαση στη δυναμική του τώρα, στον ψυχισμό και το συναίσθημα, στη μοναξιά και την απώλεια της αγάπης. Εξομολογητική, τολμηρή αλλά και ρεαλιστική ταυτόχρονα, ωμή και αληθινή, απ’ τη μια συμπαρασύρει τον αναγνώστη στα δίχτυα του έρωτα και της δυναμικής του παρουσίας κι απ’ την άλλη τον κρατά δέσμιο στα άλλα δίχτυα, σ’ αυτά της απώλειας και της καταναγκαστικής απόστασης, μετρώντας του πληγές που άφησε στο πέρασμά της η φθαρτότητα της ύπαρξής του. Διεκδικώντας τη σοφία και τη γνώση με αυτό εδώ το βιβλίο, ο ποιητής αφήνει δυναμικά το συγγραφικό του αποτύπωμα στον κόσμο της ποίησης ως δώρο σκέψης στον αναγνώστη, προβληματισμού και εσωτερικής του ανασυγκρότησης.
Παρότι πρωτόλεια η ποίηση του Γιάννη Κίντζιου είναι βαθιά στοχαστική, υπαινικτική, μα και απόλυτα ξεκάθαρη, σκηνογραφική και λυρική, πλούσια σε εικόνες, άλλοτε αληθινές και άλλοτε μεταφορικές, που έχουν την πολυτέλεια να αφηγούνται σύντομες ιστορίες πάθους και έρωτα με απόλυτη φυσικότητα. Λιτή αλλά με πυκνότητα έκφρασης, λέει τελικά πολλά. Η ανεπιτήδευτη απλότητα που παρουσιάζουν οι στίχοι της συνθέτουν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο τα χαρακτηριστικά μιας ώριμης γραφής, γεμάτης νοήματα και αφορμές για μεγαλύτερο στοχασμό και επαναπροσδιορισμό προτεραιοτήτων και στόχων ζωής.
Αξίζει μια μικρή αναφορά στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες που συνοδεύουν τα ποιήματα της συλλογής αυτής, αντανακλάσεις καθώς στέκονται του νου και της καρδιάς σε τόπο και χρόνο συγκεκριμένο.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια ποιητική συλλογή με άποψη και περιεχόμενο, με λυρισμό και αλήθεια ψυχής, που αξίζει οπωσδήποτε να διαβαστεί! Ας είναι καλοτάξιδη!
.
AYLOGYROSNEWS.GR
18/7/2025
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Γιάννη Κίντζιου, «Ονειρεύτηκα την Διοτίμα», είναι μια ποιητική απόπειρα προσέγγισης του ανέφικτου με «αίολες» ίσως εικόνες και λέξεις που προσπαθούν να αντισταθούν στο μοιραίο. Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κομνηνός.
Στην φύση του Έρωτα δεν υπάρχει βεβαιότητα και κατά τη Διοτίμα μάλιστα πότε ανθίζει και πότε πεθαίνει ακόμα και μέσα στην ίδια τη μέρα. Ίσως τελικά αυτό το «δαιμόνιο», με την έννοια της έλξης που γίνεται πάθος, να είναι ένας δρόμος ή μια προσπάθεια να δώσουμε ένα στιγμιαίο νόημα σε έναν κόσμο που δεν το προσφέρει από μόνος του. Βέβαια δεν αγαπάμε τους «σωστούς» ανθρώπους πάντα, ελπίζουμε όμως στο θαύμα που θα διαρκέσει…
Δεν κατάλαβα ποτέ τι είναι η αγάπη και όταν με τύλιγε αυτό το ακαθόριστο συναίσθημα, ένιωθα τα πάντα πιο ανάλαφρα, αισιόδοξα και προσιτά. Κάποιες φορές ωστόσο, ήμουν πρόθυμος να καταπιώ και το πιο μεγάλο ψέμα, φτάνει να προσέγγιζα, μέσα από τη δική μου οπτική, το ωραίο, την αλήθεια και το ιδανικό.
Η υποψία ότι υπάρχει η πιθανότητα το ανέφικτο να γίνει εφικτό και το εφήμερο να γίνει παντοτινό, είναι για μένα οι λόγοι που χρωστάω στην αγάπη, μέσα από το παράλογό της, μια αδιόρατη ελπίδα όταν όλα γύρω καταρρέουν. Ίσως τελικά και ο έρωτας, με την έννοια της έλξης που γίνεται πάθος, να είναι ένας δρόμος ή μια προσπάθεια να δώσουμε ένα στιγμιαίο νόημα σε έναν κόσμο που δεν το προσφέρει από μόνος του. Βέβαια δεν αγαπάμε τους “σωστούς” ανθρώπους πάντα, φαινόμενο που είναι αίολο και εντελώς υποκειμενικό. Ελπίζουμε όμως στο θαύμα που θα διαρκέσει.
Ο Γιάννης Κίντζιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλλιθέα, σπούδασε Διαφήμιση και τα τελευταία χρόνια είναι αφοσιωμένος στον τομέα του Performance Marketing. Διετέλεσε ομιλητής σε συνέδρια και εισηγητής σεμιναρίων του κλάδου. Παράλληλα, δουλεύει projects καινοτομίας σε συνεργασία με εταιρείες ελληνικές και του εξωτερικού.
Σήμερα, με την εμπειρία και τις γνώσεις του, προετοιμάζει νεότερα στελέχη για την ένταξή τους στον χώρο της διαδραστικής διαφήμισης, μεταδίδοντας γνώσεις και επιτυχημένες εφαρμοσμένες τακτικές.
Ασχολείται, ακόμη, με τη μουσική και τη φωτογραφία, συμμετέχοντας σε εκθέσεις αλλά και τον αθλητισμό λαμβάνοντας μέρος σε αγώνες Μαραθωνίου.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΓΑΝΙΤΗ (DOMINICA AMAT)
Σημερινός μου καλεσμένος στη στήλη των συνεντεύξεων ο ποιητής Γιάννης Κίντζιος. Τον ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο και τις απαντήσεις του. Από τις εκδόσεις Κομνηνός κυκλοφορεί η ποιητική του συλλογή με τίτλο ”Ονειρεύτηκα την Διοτίμα”. Του εύχομαι να είναι καλοτάξιδη. Για όσους/ες επιθυμούν να τη διαβάσουν, μπορούν να την προμηθευτούν είτε από το επίσημο site του εκδοτικού, είτε από κάποιο βιβλιοπωλείο.
Για να δούμε τι μοιράστηκε μαζί μας…
ΕΡΩΤΗΣΗ 1: Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κομνηνός η ποιητική σας συλλογή, με τίτλο
”Ονειρεύτηκα την Διοτίμα”. Να είναι καλοτάξιδη. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια γι’αυτήν;
Γ.Κ. Καταρχήν οφείλω να σας ευχαριστήσω πολύ για την φιλοξενία σε αυτό τον ζεστό διαδικτυακό χώρο του βιβλίου. Αυτή η ποιητική συλλογή δεν υπήρξε ποτέ σαν σκέψη ή ιδέα μέσα μου. Όμως υπήρξε σίγουρα μια εσωτερική προεργασία. Ξέρετε πολλά ερεθίσματα, βιώματα και εικόνες συσσωρεύονται μέσα μας βρίσκοντας κάποιο χώρο στο ασυνείδητο και σε “ώριμο” ή κατάλληλο χρόνο βγαίνουν στην επιφάνεια και εκφράζονται.
Η συγκεκριμένη επιλογή ποιημάτων προήλθε από την δική μου προσωπική εξομολόγηση, από ένα ειλικρινή διάλογο με τον εαυτό μου για βιώματα που με καθόρισαν κυρίως συναισθηματικά και πνευματικά. Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής φανερώνει ή αναγνωρίζει το γεγονός ότι μέσα από γήινα, ανθρώπινα πάθη και συναισθήματα – όπως αυτά του έρωτα, της χαράς ή της απογοήτευσης – ωθούμαστε στο να αναζητάμε την σοφία και τη λύτρωση. Η γραφή λοιπόν λειτούργησε ως μια δημιουργική εκτόνωση, σαν δυνατή βροχή που καθαρίζει το τοπίο και αποδίδει την δική μου αλήθεια για το παράλογο και άλυτο αίνιγμα του έρωτα και της αγάπης.
ΕΡΩΤΗΣΗ 2: Τί ρόλο παίζει στη ζωή σας η συγγραφή και δη ποιητικών συλλογών;
Γ.Κ. Σήμερα η γραφή λειτουργεί λυτρωτικά και καθόλου “βιοποριστικά” για μένα. Λειτουργεί σαν ένας αυτόματος μηχανισμός αποτύπωσης “δεδομένων” που αφήνουν τα χνάρια της ψυχής. Βέβαια η αποκρυπτογράφηση των νοημάτων και η εκμαίευση της ουσίας εξαρτάται μόνο από την οπτική και τα βιώματα του αναγνώστη.
Από τα χρόνια της εφηβείας έγραφα μουσική και στίχους για ένα μικρό γκρουπάκι, βέβαια τους στίχους τους έγραφα σε πακέτα τσιγάρων ή σε οπισθόφυλλα βιβλίων και σχολικών τετραδίων. Αυτόν τον ρόλο είχε και έχει η γραφή για μένα, η δική μου αλήθεια πάντα κινδύνευε να ξεθωριάσει στην πίσω πλευρά κάποιου άδειου πακέτου Άσσου κασετίνα.
ΕΡΩΤΗΣΗ 3: Τί μπορεί να συμβολίζει ο τίτλος ”Ονειρεύτηκα την Διοτίμα”;
Γ.Κ. Ο τίτλος – για μένα τουλάχιστον – αποκαλύπτει μια αγωνία για την υπαρξιακή μας αναζήτηση αλλά και την προσωπική ολοκλήρωση μέσω του παράλογου και αβέβαιου έρωτα.
Η Διοτίμα ως πνευματική ιέρεια και “δασκάλα” προβάλλει τον Έρωτα ως κίνητρο για ηθική ανέλιξη προσφέροντάς μας όμως, για να φτάσουμε ως εκεί, μια λεπτή τεντωμένη κλωστή ως γέφυρα.
Αυτό βιώνουμε ως άνθρωποι πιστεύοντας σε ένα θαύμα που δεν είναι άλλο από το να ελπίζουμε σε μια απόλυτη σωματική και ψυχική ομορφιά που θα διαρκέσει και θα μας οδηγήσει “κάπου αλλού” δηλαδή στις πιο βαθιές μας επιθυμίες, στα άπιαστα όνειρα, στους διακαείς μας πόθους και σκέψεις. Στην ουσία μιλάμε για ένα εφήμερο απολαυστικό ταξίδι που θα θέλαμε να διαρκεί κάθε φορά όλο και περισσότερο.
ΕΡΩΤΗΣΗ 4: Γιατί θα μας προτείνατε να στραφούμε προς την ανάγνωση ποιητικών συλλογών;
Γ.Κ. Νομίζω ότι η ποίηση και γενικότερα η τέχνη λειτουργεί ευεργετικά σε κάθε έναν από εμάς, με
διαφορετικό τρόπο σε κάθε φάση της ζωής μας.
Ο αναγνώστης ενεργοποιείται και συμμετέχει σε έναν ριψοκίνδυνο διάλογο όχι με τον ποιητή πρωτίστως, αλλά με την προοπτική του εαυτού του που θα ήθελε κάποτε να είναι. Όσο ουτοπικό και αν φαίνεται η ποίηση μέσω των υπαινιγμών, της σκόπιμης αποκάλυψης και απόκρυψης στοιχείων αλλά και την σκοπίμως δημιουργημένη αίσθηση ασάφειας μπορεί να εμβαθύνει, να εντοπίσει και να απομονώσει τα σημαντικά θέματα που μας απασχολούν ώστε να μπορούμε να έρθουμε απέναντί τους με γενναιότητα για να τα αντιμετωπίσουμε.
ΕΡΩΤΗΣΗ 5: Ποια η πηγή έμπνευσης των ποιημάτων σας;
Γ.Κ. Όταν ήμουν στρατιώτης στον Έβρο, κάποια βράδια μαζευόμαστε κρυφά πίσω από τα μαγειρεία της μονάδας, με μοναδική θέα την χειμωνιάτικη και απόκοσμη όψη του δέλτα του Έβρου, ήταν κάτι σαν μια μυστική συνωμοσία, ένας μυστικός δείπνος, την στιγμή που αφήναμε όλοι από μέσα μας να βγει ο καημός από την στέρηση της επαφής μας με αγαπημένα πρόσωπα, όπως τη φίλης μας. Βέβαια εκτός από το αλκοόλ, τις σταφίδες υπήρχε και μια κιθάρα που γρατζουνούσα τότε και παραδόξως μας συνέπαιρνε όλο αυτό για ώρες, τραγουδώντας όσο γίνεται πιο σιγά χωρίς βέβαια ποτέ να καταφέρνουμε να τηρούμε τους όρους κοινής ησυχίας.
Ένας λοχαγός λοιπόν κάποια μέρα, που είχε λάβει γνώση του γεγονότος , πήρε την κιθάρα μου από τον θάλαμο και την κλείδωσε στην αποθήκη… Νομίζω τότε ότι κάποια ποιηματάκια βγήκαν αυτόματα σαν παράπονο που έψαχνε τρόπο γιατρειάς. Δεν γνωρίζω τον λόγο – αν με ρωτήσετε – γιατί δεν βρίσκονται αυτά τα κείμενα σε αυτή την ποιητική συλλογή, προφανώς ανέφερα το γεγονός αυθόρμητα ως ένα παράδειγμα έμπνευσης που δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από ότι μας κεντρίζει και ερεθίζει την ψυχή και την φαντασία στην καθημερινότητά μας.
ΕΡΩΤΗΣΗ 6: Πόσος χρόνος χρειάστηκε για να ολοκληρώσετε την συγγραφή τους;
Γ.Κ. Τα ποιήματα αυτά , δηλαδή τα περισσότερα από αυτά είχαν γραφτεί αρκετά χρόνια πριν και η
μετατροπή τους από χειρόγραφα σε ψηφιακά αρχεία έγινε επίσης μια δεκαετία πριν. Ποτέ δεν άφησα τον χρόνο να επηρεάζει την δημιουργικότητά μου. Νομίζω ότι όλα χρειάζονται τον χρόνο τους σαν ένα καλό απόσταγμα που έχει παλαιωθεί σε βαρέλια αρκετά χρόνια πριν ή και δεκαετίες. Νομίζω πάντως ότι με την υποστήριξη των εκδόσεων Κομνηνός η ολοκλήρωση της πρώτης μου ποιητικής συλλογής ήταν μια ποιοτική, δημιουργική και ευχάριστη διαδικασία.
ΕΡΩΤΗΣΗ 7: Τέλος, τί θα επιθυμούσατε να αποκομίσουν οι αναγνώστες/στριες από την
ανάγνωση των ποιημάτων σας;
Γ.Κ. Όπως λέω σε φίλους που μου εύχονται για το πρώτο μου βιβλίο, δίνοντας μου βέβαια χαρά και
δύναμη για το πρώτο αυτό συγγραφικό εγχείρημα, δεν θα επιθυμούσα τίποτα άλλο εκτός από το νιώσουν κάτι έστω από ένα στίχο, μια μικρή αράδα από λέξεις, κάτι που προφανώς να ήθελαν να εκφράσουν και οι ίδιοι και δεν έβρισκαν τον τρόπο ή τις λέξεις. Ακόμα και μια στιγμιαία αίσθηση ανατριχίλας, θυμού ή απορίας θα ήταν σημάδι ότι κάτι τους έχει αγγίξει.
Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας και τις απαντήσεις σας.
Με εκτίμηση, Κυριακή Γανίτη από το blog Dominica Amat
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ
www.texnesonline.gr/2025/06/blog-post
Ο σημερινός καλεσμένος των Τεχνών είναι ένας αρκετά δραστήριος άνθρωπος. Διαφημιστής στο επάγγελμα, μουσικός, φωτογράφος και μαραθωνοδρόμος στον ελεύθερό του χρόνο, οπωσδήποτε αποδεικνύει έμπρακτα σε όλους μας τη μεγάλη αγάπη του για τις Τέχνες και τον αθλητισμό. Ο πρωτοεμφανιζόμενος στα γράμματα Γιάννης Κίντζιος πρόσφατα μας παρουσίασε και μία νέα, διαφορετική πτυχή του εαυτού του, αυτή του συγγραφέα. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε αρκετά πρόσφατα από τις από τις εκδόσεις «Κομνηνός» με τίτλο «Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα & άλλα εφήμερα ειδύλλια». Θα μας μιλήσει γι’ αυτήν πιο αναλυτικά καθώς και για τη συγγραφική του δραστηριότητα γενικότερα στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Κύριε Κίντζιο, παρά την πολύχρονη επαγγελματική σας ενασχόληση με το αντικείμενο της Επικοινωνίας, που καμία σχέση δεν έχει φαινομενικά τουλάχιστον με τα γράμματα, βλέπουμε τελευταία ότι το ενδιαφέρον σας στρέφεται και προς αυτά. Πείτε μας δυο λόγια για εσάς προκειμένου να σας γνωρίσει το αναγνωστικό κοινό στο οποίο και απευθύνεστε με την ιδιότητα του συγγραφέα.
Καταρχάς, κυρία Πετρίδου, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την φιλοξενία στην ιδιαίτερη αυτή σελίδα τέχνης και πολιτισμού.
Νομίζω ότι, ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασίας και τρόπου ζωής, η ανάγκη έκφρασης υπάρχει και εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο στον καθένα μας. Είμαστε εκτεθειμένοι καθημερινά σε εκατοντάδες ερεθίσματα και τα βιώματα που συσσωρεύονται μέσα μας στον κατάλληλο χρόνο βγαίνουν στην επιφάνεια. Όλη αυτή η διαδικασία λειτουργεί περίπου λυτρωτικά και κάποιες φορές και ακαριαία. Από εκεί και πέρα, η αισθητική, η φόρμα και το περιεχόμενο καθορίζουν αν αυτό που δημιουργούμε είναι “τέχνη” κάτι που σε ένα μεγάλο βαθμό είναι και υποκειμενικό. Η Επικοινωνία, που αναφέρατε ως επαγγελματικό προσανατολισμό, μπορεί εκπληρώνοντας τις παραπάνω προϋποθέσεις, να θεωρηθεί ως τέχνη χωρίς όμως να είναι απαραίτητο ότι την υπηρετεί. Πίσω από τα γράμματα και τις τέχνες κρύβεται κάτι βαθύτερο από την αισθητική, μπορώ να πω ότι βρίσκουμε εκεί όλη την ανθρωπότητα με όλα τα βιώματα τις αξίες και τις εκδοχές της που ίσως δεν έχουμε βιώσει ακόμα. Η τέχνη όπως η λογοτεχνία μπορεί να μιλά όχι μόνο για την πραγματικότητα αλλά και όλα όσα είναι ικανά και πιθανά να συμβούν, μιλάει για όλες τις πιθανές εκδοχές και δυνατότητες των ανθρώπων.
Γιατί ασχολείστε με τη συγγραφή; Τι είναι αυτό που επαναστατεί εντός σας και ωθεί κατά κάποιον τρόπο την πένα σας να αποτυπώσει τη δική της αλήθεια στο χαρτί;
Η επαφή με την γραφή δεν είναι μια διαδικασία παροδική και εφήμερη για εμένα. Κατά την διάρκεια της εφηβείας ή και λίγο πριν υπήρχε η ανάγκη αποτύπωσης βαθιών απόκρυφων συναισθημάτων, εμπειριών και γεγονότων που μέσω της γραφής αρχικά, αλλά και της μουσικής μετέπειτα, καταλάγιαζαν τους θυμούς, τα μένη και τα πάθη μου. Ξέρετε, πρέπει να λάβει κανείς υπόψη και τις συνθήκες όταν μεγαλώνει ένας έφηβος σε μια γειτονιά της Καλλιθέας την δεκαετία του ‘90. Συνεπώς η γραφή λειτουργούσε με αυτόματο και λυτρωτικό τρόπο προσφέροντας ισορροπία σε ένα μάλλον ιδιαίτερα ζωηρό αν όχι δύσκολο ή και εκρηκτικό περιβάλλον. Με τον ίδιο περίπου τρόπου λειτουργεί και σήμερα.
Η συγγραφή αποτυπώνει αλήθειες πριν ξεθωριάσουν ή χαθούν στην δύνη των “δεδομένων” και του χρόνου, αφήνει τα χνάρια της ψυχής μας βάζοντας ένα λιθαράκι στην συλλογική μνήμη.
Η επαγγελματική σας πορεία αλλά και το ενδιαφέρον που δείχνετε και σε άλλες μορφές της τέχνης όπως η μουσική και η φωτογραφία επηρεάζουν, θεωρείτε, τον τρόπο σκέψης και γραφής σας; Υπάρχει με δυο λόγια κάποιου είδους ώθηση από την μεριά σας προς αυτή την κατεύθυνση και γιατί; Μήπως κρίνεται απαραίτητη η συμβολή όλων αυτών για την επίτευξη ενός ιδανικότερου αποτελέσματος στην απόπειρα δημιουργίας;
Νομίζω ότι η αφήγηση είναι Μία όμως – από εκεί και πέρα – υπάρχουν οι φόρμες που χρησιμοποιούμε, όπως αυτή της φωτογραφίας, της μουσικής και φυσικά της γραφής. Διαβάζοντας ένα διήγημα ή ποίημα και ξεφυλλίζοντας ένα λεύκωμα ή άλμπουμ φωτογραφιών μπορούμε να διακρίνουμε λίγο ή πολύ την λογοτεχνική αίσθηση ή “ματιά” του δημιουργού. Η γραφή, οι ήχοι και η εικόνα στην τέχνη δημιουργούν συναισθήματα ή αναδεικνύουν την αισθητική απόλαυση.
Θα απαντήσω λοιπόν θετικά στο ερώτημά σας για την επιρροή της μουσικής & και της φωτογραφίας στην συγγραφή. Λίγο ή πολύ έτσι λειτουργούν για μένα, δηλαδή συνεισφέρουν στην σύνθεση και λειτουργούν ως φόρμες.
Πώς συνδυάζονται συγκεκριμένα οι τέχνες με τα γράμματα στη δική σας περίπτωση;
Νομίζω για μένα οι τέχνες λειτουργούν κάποιες φορές αυτόνομα και κάποιες φορές συνδυαστικά. Εξαρτάται πάντα με το πώς νιώθω και πώς μπορώ να εκφραστώ πληρέστερα πράγμα βέβαια που είναι εντελώς αυθόρμητο και ανάλογο με τα νοήματα και την αλήθεια που καλείται μετά να αποκρυπτογραφήσει ο αναγνώστης σύμφωνα με την οπτική και τα βιώματά του. Η σύνθεση στην τέχνη είναι σαν μια πολυφωνία στην μουσική που πρέπει να δένει με αρμονία αλλά και ολοκληρωτικά
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς συνήθως ώστε να σας παρακινήσει, είτε συνειδητά είτε αυθόρμητα, στη συγγραφή;
Η έμπνευση πυροδοτείται συνήθως από έντονα ερεθίσματα ή συναισθήματα που εμφανίζονται αναπάντεχα ή με σαρωτικό τρόπο προκαλώντας μια δημιουργική “έκρηξη”. Η χαρά, η απογοήτευση, μια χρεοκοπία ή ο έρωτας σίγουρα προκαλούν μια εσωτερική διεργασία και έναν ειλικρινή διάλογο που ίσως εκφραστεί με την γραφή ή κάποια άλλη μορφή τέχνης. Νομίζω πάντως ότι και το ασυνείδητο πολλές φορές τροφοδοτεί την δημιουργικότητα στην τέχνη και αυτό εκφράζεται κάποιες φορές χωρίς προειδοποίηση εντελώς αυθόρμητα.
Ποιο λογοτεχνικό είδος σας ελκύει περισσότερο, είτε ως συγγραφέας είτε ως αναγνώστης; Είναι η ποίηση αποκλειστικά ή και κάποιο άλλο είδος με το οποίο ενδεχομένως προσδοκάτε να καταπιαστείτε στο μέλλον;
Νομίζω ότι συγγραφείς όπως ο Όργουελ, ο Φίλιπ Ντικ, ο Χάξλεϊ και ο Κάφκα που είναι εκπρόσωποι της μοντερνιστικής λογοτεχνίας με έμφαση τον συμβολισμό και το παράλογο, αλλά και αρκετοί μεγάλοι συγγραφείς του μεσοπολέμου όπως ό Χένρι Μίλλερ, ο Σελίν αλλά και ο Σάμιουελ Μπέκετ είναι αυτοί που ίσως με έκαναν να θέλω να μπω πιο βαθιά στο χώρο της λογοτεχνίας. Πάντως δεν ελκύομαι από το είδος της λογοτεχνίας καθαυτό αλλά από την πένα και το βάθος αλήθειας του συγγραφέα. Νομίζω όλοι οι παραπάνω προσθέτωντας βέβαια πολλούς περισσότερους όπως τον Κέρουακ, τον Έσσε, τον Τζιμ Τόμπσον, τον Πολ Όστερ, τον Μακάρθι και τον Φάλαντα που ήδη έχουν αφήσει ανεξίτηλα ίχνη μέσα μου.
Σίγουρα η ποίηση με τις πιο μικρές αλλά και πιο πλούσιες σε συναισθήματα γραμμές υπάρχουν ως “συστατικά” ή “φωνές” σε διηγήματα και άλλες μορφές λογοτεχνίας συνεπώς ναι θα έγραφα και ήδη γράφω μικρά διηγήματα που ευελπιστώ να δημοσιευθούν στο εγγύς μέλλον.
Γιατί επιλέξατε να κάνετε το λογοτεχνικό σας ντεμπούτο με ποίηση και όχι με πεζογραφία, δεδομένου ότι ελάχιστοι στις μέρες μας διαβάζουν ποιητικές συλλογές;
Σήμερα, όπως και στο μέλλον θα ήθελα να ελπίζω, δεν έχω ως μέτρο προσέγγισης για την τέχνη το μέγεθος του αναγνωστικού κοινού αλλά την δική μου εσωτερική ανάγκη έκφρασης. Ξεκίνησα να γράφω για καθαρά προσωπικούς λόγους ανοίγοντας ένα προσωπικό ειλικρινή διάλογο κάτι σαν εξομολόγηση που ίσως κάποιους να μην τους αγγίξει ή κάποιοι άλλοι να ανακαλύψουν κάτι που θα ήθελαν και οι ίδιοι να εκφράσουν μη έχοντας βρει ακόμα τον τρόπο και τις λέξεις. Το ίδιο βέβαια θα ισχύει και με τα διηγήματα όταν θα έρθει η στιγμή να τα παρουσιάσω.
Ποια είναι η προσδοκία σας ως νέος στον χώρο των γραμμάτων δημιουργός;
Θα ήθελα αυτή η επαφή με τον χώρο του βιβλίου και της τέχνης να παραμείνει ως έχει δηλαδή μια πύλη με θέα στα βάθη της ψυχής και του εαυτού μου και αυτό βέβαια να μπορεί να γίνει εφαλτήριο για διάλογο με κάποιους από τους αναγνώστες. Σίγουρα το να μοιράζεσαι και να λαμβάνεις αντιδράσεις δημιουργώντας έτσι νέες προοπτικές και για τις δύο πλευρές είναι και το ζητούμενο στην τέχνη. Όλα είναι λοιπόν δούναι και λαβείν – σε ένα βαθύτερο εσωτερικό επίπεδο εμπιστοσύνης και αλήθειας – και αυτό καθορίζει και την σχέση του βιβλίου με τον αναγνώστη. Προσδοκώ λοιπόν περισσότερη γραφή με αλήθεια και ουσιαστικό διάλογο.
Τον Απρίλιο του 2025 κυκλοφόρησε η πρώτη σας ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις «Κομνηνός» με τίτλο «Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα & άλλα εφήμερα ειδύλλια». Μιλήστε μας για το περιεχόμενό της περιληπτικά. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;
Το περιεχόμενο της συλλογής περιλαμβάνει ποιήματα αλλά και ελεύθερα κείμενα που είναι αποκύημα μιας ασφυκτικής ίσως πίεσης από ανείπωτες σκέψεις, “καταγγελίες” και συναισθήματα που βρήκαν διέξοδο – με δημιουργικό θα ήθελα να πιστεύω τρόπο – μέσω της γραφής. Τα κείμενα αποκαλύπτουν κατά κάποιο τρόπο μια αγωνία, την διαδικασία υπαρξιακής αναζήτησης για την προσωπική μας ολοκλήρωση μέσω του παράλογου και αβέβαιου έρωτα. Τα περισσότερα ποιήματα συνοδεύονται με φωτογραφίες που δεν αφαιρούν τίποτα από τον λόγο απεναντίας κάποιες από αυτές ίσως τον ενισχύουν διακριτικά.
Γιατί επιλέξατε αυτόν τον άκρως ενδιαφέροντα ομολογουμένως και ιδιαίτερο τίτλο ως αντιπροσωπευτικό του βιβλίου σας και γιατί το συνοδεύσατε με τη συγκεκριμένη φωτογραφία που όπως διαβάζουμε στην περιγραφή του αποτελεί δική σας δημιουργία καθώς και οι υπόλοιπες φωτογραφίες που φιλοξενούνται στις εσωτερικές του σελίδες; Σαφώς και πρόκειται για τους τίτλους των δύο κεφαλαίων που απαρτίζουν το έργο σας. Γιατί όμως δόθηκαν οι συγκεκριμένοι τίτλοι και στα κεφάλαια αυτά αλλά και στο σύνολο του βιβλίου;
Η Διοτίμα ως πνευματική ιέρεια και “δασκάλα”, όπως γνωρίζουμε, προβάλλει τον Έρωτα ως κίνητρο για ηθική ανέλιξη έτσι και ο τίτλος ευελπιστώ να φανερώνει την πίστη ότι μέσα από τα γήινα και ανθρώπινα πάθη – όπως αυτά του έρωτα και της αγάπης – ωθούμαστε στο να αναζητούμε τη σοφία και τη λύτρωση. Η φωτογραφία του εξωφύλλου πιστεύω ότι αντικατοπτρίζει μια εύθραυστη σωματική και ψυχική ομορφιά που θα θέλαμε να διαρκέσει οδηγώντας μας στην εκπλήρωση των πιο βαθιών επιθυμιών και διακαών μας πόθων. Εννοείται όμως ότι, όσο κρατά αυτό το ταξίδι, εξιδανικεύουμε τα εφήμερα κινδυνεύοντας να βρεθούμε εξαπατημένοι από ένα όνειρο που νομοτελειακά δεν θα κρατήσει. Ως άνθρωποι όμως οφείλουμε να ελπίζουμε πιστεύοντας σε ένα θαύμα. Ό τίτλος λοιπόν της ποιητικής συλλογής εκφράζει τα παραπάνω και η πρώτη ενότητα με τα ποιήματα αποτελεί ένα ολοκληρωμένο και αδιαίρετο “έργο”. Η δεύτερη ενότητα “Τα εφήμερα ειδύλλια“ αποτελείται από μικρά ελεύθερα κείμενα που υποστηρίζουν την έννοια του παραλόγου που καλύπτεται ή αποσιωπάται στο πρώτο μέρος από έναν κυρίως εσωτερικό μονόλογο που δεν αφήνει περιθώρια απεγκλωβισμού από το όνειρο. Στο επίμετρο πάντως, μέσα σε ελάχιστες “ποιητικές” λέξεις, δίνονται ίσως οι περισσότερες διευκρινήσεις.
Το βιβλίο σας είναι διάχυτο από λυρισμό και βαθιά εξομολογητική διάθεση. Περιλαμβάνει μερικά ολιγόστιχα και μερικά περισσότερο εκτενή ποιήματα, δοσμένα σε ελεύθερο στίχο στο σύνολό τους που έχουν κοινό παρονομαστή τους τον πόθο ή αλλιώς την διεκδίκηση του έρωτα ως αγαθό που εξασφαλίζει στον άνθρωπο την ευτυχία και την ψυχική του γαλήνη. Και παρότι πρόκειται για το πρωτόλειο έργο σας, το βιβλίο σας αυτό διακρίνεται για την αυθεντικότητά του ως προς τον τρόπο γραφή σας αλλά και ως προς το περιεχόμενο των ποιημάτων σας. Πώς νιώθετε που καταφέρατε να αφήσετε το προσωπικό σας στίγμα στα γράμματα από τόσο νωρίς;
Καταρχάς θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την παρατήρηση και το σχόλιο σας. Πραγματικά αν κατάφερα να αγγίξω έστω και λίγους αναγνώστες είναι κάτι πολύ σημαντικό για μένα. Η ολοκλήρωση αυτής της ποιητικής συλλογής έφερε ανάμεικτα συναισθήματα μια και τα ποιήματα δεν ήταν πρόσφατα μερικά μάλιστα είναι δύο ή τρεις δεκαετίες πίσω οπότε μετά τον ενθουσιασμό για την έκδοση ακολούθησε η αποδοχή και η συνείδηση. Είναι σαν ένα έκλεισε ένας κύκλος θεμάτων μέσα μου δίνοντας ανακούφιση αλλά και την αίσθηση σιγουριάς για την αλήθεια που πρεσβεύω, χαίρομαι δηλαδή για την πλήρη εναρμόνιση και συνέπεια με τον εαυτό μου.
Ποια στάθηκε η αφορμή για να γράψετε το πρώτο σας βιβλίο και να το κοσμήσετε με τις δικές σας ασπρόμαυρες φωτογραφίες; Τι σας ενέπνευσε στη δημιουργία του και γιατί;
Μια και τα ποιήματα ήταν εδώ και αρκετά χρόνια γραμμένα και αρχειοθετημένα στον υπολογιστή μου, τα τελευταία χρόνια όλο και πιο συχνά επισκεπτόμουν το αρχείο μου διαβάζοντάς τα και εμπλουτίζοντάς τα κάποιες φορές με εικόνες ή ακόμη και μουσικές επενδύσεις. Για παράδειγμα το ποίημα “Ότι και αν γίνει” με προσέλκυε ιδιαίτερα “μουσικά” και έγραψα και κάποια ακόρντα στην κιθάρα. Σιγά σιγά αυτή η εμπλοκή με τα ποιήματα με οδήγησε στην σκέψη να εκδώσω αυτή την ποιητική συλλογή. Νομίζω η απόφαση ήταν θέμα έμπνευσης περισσότερο και όχι κάποιου προγράμματος ή μελέτης για το εγχείρημα αυτό. Η σύνθεση κειμένων με ασπρόμαυρες φωτογραφίες προέκυψε επίσης αβίαστα χωρίς ποτέ να ήταν αυτοσκοπός αλλά ήταν μια ανάγκη έκφρασης.
Μιλήστε μας για την εικαστική παρέμβαση του Άγγελου Κίντζιου στο βιβλίο σας.
Η παρέμβαση είναι συμβολική αλλά και λειτουργική στην σύνθεση του έργου. Θεωρώ ότι υπάρχει ένα νόημα και μια συνέχεια στην συμμετοχή αυτή που έχει να κάνει περισσότερο με προσωπικές μου αναζητήσεις και βιώματα. Προσωπικά πιστεύω ότι τα έργα αυτά του Άγγελου Κίντζιου ενισχύουν και “ζωντανεύουν” τον λόγο εμβαθύνοντας στις έννοιες και το νόημα πέρα από την αισθητική.
Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τα ποιήματά σας στον αναγνώστη;
Όσο και αν φαίνεται περίεργο επιδιώκω περισσότερο την γνωριμία με τον αναγνώστη με μια βιωματική επικοινωνία που δεν περνάει μηνύματα αλλά κεντρίζει κάτι μέσα σε αυτόν ή προκαλεί κάτι. Ξέρετε η ποίηση μέσω την υπαινιγμών της, την πλήρη αποκάλυψη ή απόκρυψη στοιχείων, την δημιουργική της ασάφεια δημιουργεί ευρύτερους ορίζοντες και περισσότερα σημεία αναφοράς δίνοντας προοπτικές που δεν έχει υπόψη του ούτε ο ίδιος ο συγγραφέας. Προτιμώ λοιπόν να προκαλώ συναισθήματα ή να δημιουργώ απορίες και ερωτήσεις.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Νομίζω η ποίηση όπως και κάθε μορφή τέχνης δεν πρέπει να έχει ηλικιακούς περιορισμούς, εκτός βέβαια από κάποιες εξαιρετικές περιπτώσεις. Νομίζω ότι η ποίηση έχει να κάνει περισσότερο με την επιθυμία , την φάση που περνάει ο κάθε άνθρωπος, την συναισθηματική διαθεσιμότητα και δεκτικότητά του. Η ποίηση δεν διαχωρίζει το κοινό ούτε δημογραφικά ούτε μέσω άλλων κριτηρίων.
Είστε ευχαριστημένος από τη μέχρι τώρα συνεργασία σας με το πρώτο σας εκδοτικό σπίτι, τις εκδόσεις «Κομνηνός»;
Η συνεργασία μας μέχρι σήμερα είναι εξαιρετική. Οι άνθρωποι στις εκδόσεις Κομνηνός δεν είναι απλά επαγγελματίες αλλά είναι άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων αγαπώντας αυτό που κάνουν χωρίς συμβιβασμούς στην ποιότητα, την αισθητική και το αποτέλεσμα. Αυτό που με εξέπληξε ευχάριστα είναι η συνέπεια και η πολύ καλή συνεννόηση και επικοινωνία σε όλες τις φάσεις της έκδοσης του έργου πράγμα που δεν θεωρείται αυτονόητο στον χώρο αυτό δυστυχώς.
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα γι’ αυτό;
Η δεύτερη ποιητική συλλογή είναι υπό έκδοση αλλά θα ήθελα ιδανικά να μιλήσω γι’ αυτή στις αρχές της επόμενης χρονιάς.
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί;
Δεν θα ευχόμουν τίποτα παραπάνω από υγεία μια και είναι ότι πιο πολύτιμο έχουμε και θα πρέπει να το εκτιμάμε καθημερινά. Ζούμε σε εποχές που καλό είναι να προσέχει τι εύχεται ο καθένας μια και ο πόνος η καταστροφή και η δυστυχία απλώνονται γύρω απ’ την πόρτα μας. Ας ευχηθούμε λοιπόν και ειρήνη, περισσότερη ανθρωπιά και δημιουργία.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα ποίημα από το βιβλίο σας.
Κυρία Πετρίδου, θα ήθελα όμως και εγώ με την σειρά μου να σας ευχαριστήσω για ακόμη μια φορά γι αυτή την εκ βαθέων συζήτηση που είχαμε. Υπηρετείτε ουσιαστικά τον πολιτισμό και την τέχνη, εύχομαι λοιπόν υγεία και δύναμη για να συνεχίσετε το πολύτιμο έργο σας.
Ακόμα ένα ποίημά μου με τίτλο “Μέσα σε λίγα εκατοστά”:
Πώς χωρούν όλες οι ομορφιές
όλη η ζωή μας πώς χωρά
μέσα σε λίγα εκατοστά;
Σε μια κάμαρη μικρή
σε ένα δωμάτιο φθηνό
σε ένα εύθραυστο κορμί
σε μια γωνιά
Πώς ο κόσμος μας όλος
η ευτυχία και η χαρά
μέσα από τα μάτια σου περνά;
Πόσοι βοριάδες και βροχές
πόσους χειμώνες και θάλασσες
Πόσοι λεωφόροι και στενά
σαν ταινία από τους τοίχους μας περνάν
Ό,τι θυμάμαι απ’ όταν γεννιέμαι
και ό,τι ζω έως να πεθάνω
μέσα από το αίμα σου κυλά
Όλοι οι λόγοι και οι αφορμές
όλοι οι πόθοι και οι φωτιές
θεριεύουν και σβήνουν εδώ μπροστά
μέσα σε λίγα εκατοστά
Κύριε Κίντζιο, σας ευχαριστώ πολύ κι εγώ για την όμορφη συζήτηση που είχαμε, καθώς και για τις ευχές σας και σας εύχομαι με τη σειρά μου κάθε επιτυχία προσωπική, επαγγελματική και συγγραφική. Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και καλοδιάβαστο!
.
.