ΑΛΙΚΗ ΠΕΪΚΟΥ

 

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη σε εποχές αθωότητας κι ασφάλειας. Σπούδασα Αγγλική Φιλολογία στο Α.Ι1.Θ και English Language Teaching Methodology at the University of Cambridge.
Εργάστηκα στη Δημόσια Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση επί 30 σύναπτα έτη.
Από μικρή λάτρεψα τη Λογοτεχνία, διαβάζοντας ακατάπαυστα.
Η Ποίηση όμως μπήκε στη ζωή μου τα τελευταία λίγα χρόνια και με παρέσυρε με την γοητεία της σε ταξίδια μαγικά.
Η εκμαυλιστική της επιβολή με οδήγησε στις πρώτες μου απόπειρες ν’ απλώσω τα συναισθήματα μου πάνω στο χαρτί, ανακουφίζοντας την σκέψη μου και συγχρόνως ανταλλάσσοντας ρέοντα κύματα αναζήτησης ψυχικής.
Ποιήματά μου υπάρχουν δημοσιευμένα σε ποιητικά Ανθολόγια και στο προσωπικό μου προφίλ στο facebook.
Τα «Ηχηρά αποσιωπητικά» είναι η πρώτη μου προσωπική ποιητική συλλογή.

.

.

 

ΗΧΗΡΑ ΑΠΟΣΙΩΠΗΤΙΚΑ… (2024)

                      A’
ΣΤΟΥ ΟΡΙΖΟΝΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

«Έμπνευση είναι
η φιλόδοξη σκιά μιας ασήμαντης στιγμής»
(Κική Δημουλά)

 

ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΠΟΙΗΜΑ

Λέξεις ανεμόσπαρτες
μπήκαν στη σειρά
την ψυχή να εξομολογήσουν,
τ’ ανείπωτα ν’ αναδυθούν ατόφια.

Κι οι λέξεις έγιναν…
νόημα ζωής συμπυκνωμένο
Ταξίδι αλαργινό
Έρωτας πρωτόπλαστος
Ανακούφισης δάκρυ διάφανο
Αίμα φλεβών πυκνόρευστο

Κι έγιναν ποίημα…
Αναλαμπή λησμονημένου ονείρου

Τίτλος: ΓΥΝΑΙΚΑ

Αφού…

Διένυσε αιμορροώντας
μυριάδες
εσωτερικών διαδρομών
επώδυνων και περιπετειωδών

Συνέλεξε εθελοτυφλώντας
στοίβες
δακρυστόλιστων κι επιλησμόνων
ερωτικών στεναγμών

Άθροισε αγκομαχώντας
ανοχές
φυλετικών προσβολών
και κατάφορων αδικιών

Στη γωνία ένας τίτλος
αιμάτινα στιγματισμένος
και φεγγοβολών

Γράφει: «Γυναίκα»
άνευ αμφιβολιών…

 

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Κάποτε κρατούσα ημερολόγιο
τώρα όχι πια
Θάπρεπε όμως
για να καταγράφω…
Φεγγερές στιγμές
Ξενιτεμένες φίλιες αγκαλιές
Αγάπες στην αποβάθρα της λήθης
Λεηλατημένες αναμνήσεις
Ασύδοτες νύξεις
Σε ψυχή και κορμί
αποτρόπαιες παραλείψεις

Πώς να πορευθείς στη σκοτεινιά
σε δρόμο κακοτράχαλο ,όλο στροφές
χωρίς ματωβαμμένων λαθών διδαχές,
χωρίς εμπειριών φανοστάτες
στις αφύλακτες διαδρομές…;

 

ΗΛΙΟΦΩΤΟΣ ΑΧΤΙΔΑ

Νεφοσκεπής ψες ο ουρανός
δακρυρροών
Σε μια επόμενη
ηλιόχαρη αυγή
ευελπιστών…

Σηκώνομαι αξημέρωτα σχεδόν

Ξεσκονίζω τις τρεμοσβήνουσες σπίθες
των ασύδοτων επιθυμιών
απ’ τα ράφια τα ψηλά

Σκουπίζω τις στοιβαγμένες απογοητεύσεις
απ’ τα χαλιά

Ανοίγω τα παράθυρα
να πετάξουν των ονείρων οι χίμαιρες
στου απείρου τη γειτονιά

Τοποθετώ τις εναπομείνασες ελπίδες
στοιχιμένες σε αύξουσα σειρά

Κι αναμένω μια αχτίδα ηλιόφωτος
να λούσει μια μοναχική προσμονή
που απ’ του λιογέρματος τη γωνιά
παρασκύφτει δειλά…

 

ΠΡΟΑΙΩΝΙΑ ΕΝΟΧΗ

Φόρτωμα στους ώμους βαρύ
προαιώνιου αμαρτήματος η «Ενοχή»
για το δάγκωμα ενός φρούτου παραδείσιου…

Πόρνη μ’ αποκάλεσαν
κι όχι μαθήτρια πιστή
Αυτού που όλοι σαν Σωτήρα
λάτρεψαν…

Θεωρούμαι μιαρή
με εισόδου απαγορευτικό
σε τόπο ιερό,
για το αίμα που ρέει
από τα σπλάχνα μου
καθοριστικό,
της συνέχισης της ανθρώπινης ύπαρξης
επί της γης…

Με θάνατο τιμωρούμαι
επειδή αγάπησα, απάτησα,
την ανδρική τιμή δεν τίμησα
στις μύχιες επιθυμίες του αφέντη
δεν υπάκουσα…

Κι όμως εξακολουθώ
να ζω
Ζωή να δίνω
και ν’ Αγαπώ
Η γυναίκα εγώ…

ΠΩΣ ΝΑ ’ΤΑΝ ΑΡΑΓΕ Ο ΚΟΣΜΟΣ;

Το μόνο αίμα που θα ‘θελε
μάνα να δει να ρέει
είναι αυτό που ακολουθεί
την έλευση του σπλάχνου της
στη γη,
της μήτρα συνοδευτικό
σαν καλωσορίσματος «σ’ αγαπώ»…

Ποια μάνα θα ‘θελε να δει
το εκ της σαρκός
δημιούργημά της,
θυσία προσφερόμενη
στο βάρβαρο βωμό
αιμοσταγών πολέμων,
ματαιότητος ανθρώπινης προσάναμμα
για μιας ισχύος πρόσκαιρη επιβολή…;

Πώς να ‘ταν άραγε ο κόσμος
αν το νοιάξιμο της μάνας
έμπαινε στην πρώτη γραμμή…;

 

            Β’
ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΠΝΟΗ

Η ψυχή ψάχνει ένα σώμα
να κουρνιάσει μέσα του
Και το σώμα μια ψυχή
να το αναστήσει…

 

ΑΘΕΤΗΣΕΩΝ ΟΥΛΕΣ

Ένα-ένα τα ρούχα έβγαλε
στο σιωπηλό είδωλο του καθρέφτη
ν’ ανιχνεύσει
των αθετήσεων τις απροσδιόριστες ουλές
Με λίγο κουράγιο να τις πασπαλίσει
κι υποσχέσεις επούλωσης, έστω αμυδρές

Μια έγνοια αλαφιασμένη
κύλησε στο στήθος μοναχική,
να γίνει του σύμπαντος η στιγμή συμβατή
μ’ εύφορες ανατροπές

Δεν μίλησε στις ανάστερες νύχτες
Δεν συνδιαλέχθηκε με τις μύχιες συννεφιές
Μόνο ψιθύρισε στις γαλάζιες αυγές
αφυπνισμένων επιθυμιών ευχές :

Να κατοικηθούν του χρόνου οι ρωγμές
μ’ αφειδώλευτες αναμονές
έως την ολοκληρωτική παράδοση
στων ηδονικών αναπνοών
τις απόκρυφες ανθόφυτες πλαγιές…

 

ΟΡΓΙΣΜΕΝΗ ΒΡΟΧΗ

Άρχισε το ξημέρωμα βροχή
δυνατή, οργισμένη
με ήχο οξύ

Αστράφτει, βροντά απανωτά

Μεσ’ την κάμαρη
πυκνή λάσπη η σιωπή

Άπλωσα το χέρι
έλειπες εσύ

Τα πάντα κενά

Μόνο κάτι απονενοημένες στάλες
γδέρνουν το τζάμι απαιτητικά

Κι η μοναξιά πάνω στο κρεβάτι
απογυμνωμένη
αρνείται να συνεργαστεί πεισματικά…

 

ΕΥΑΛΩΤΗ ΡΩΓΜΗ

Ακούω τα βήματά σου
να σέρνουν μέρες εξαντλημένες
Χέρια που τους αρνήθηκαν
πυρωμένου κορμιού την αφή
Στο λακκάκι του λαιμού σου
λιμνάζουν καταπνιγμένοι λυγμοί
Η μορφή σου θαμπή
απόμακρη και βασανιστικά κοντινή
Νεφέλωμα πάθους εισροή
σε κάθε μου ευάλωτη ρωγμή…

 

ΑΓΚΑΘΙΑ ΛΑΓΝΟΥ ΡΟΔΟΥ

Σημάδι κατακόκκινο
σε ηλιόκαυτες μαρμαρόπλακες
ξωκλησιού
το φιλί τ’ αποχωρισμού

Χαρακιά αιμάτινη
απ’ αγκάθια λάγνου ρόδου ανοιξιάτικου
σε στήθος παρθενικό
της παρουσίας σου τ’ αναμνηστικό

Η θύμησή σου αρχαίο αερικό
απ’ τα ακροδάχτυλα της μνήμης
διαφεύγει

ως ρέον παχύρευστο υγρό
Τα όνειρα σε κατατρεγμό
ευωδιάζουν
ανομάτιστο ανθό
και λιβάνι εξαγνιστικό

Πώς να κλέψω
μια μικρή γωνιά του χρόνου
για περισυλλογή ;
Πώς να διαφυλάξω
ως παρακαταθήκη
μια απαγγελία ερωτική ;
Πώς ν’ αγγίξω
χωρίς των χεριών σου
την αγιότητα
μια Παραδείσια θύρα πυριφλεγή ;

 

ΕΡΩΤΑΣ ΕΝΕΣΤΩΤΙΚΟΣ

Θέλω τον έρωτα σου
παρόντα
Ενεστωτικό
χωρίς ασαφείς Μέλλοντες
και παρωχημένους Αορίστους

Θέλω το άγγιγμά σου
ουσιαστικό,
χάδι ανάσας
εκρηκτικό,
δίοδο πόθου
αυταπόδεικτο

Θέλω την παραφορά
του εναγκαλισμού
αδάμαστα αντισυμβατική
Θέλω της συνένωσης
τον τελευταίο σπασμό
μια πράξη
παθιασμένα συμμετοχική…

 

ΕΠΕΣΕ ΟΜΙΧΛΗ ΠΥΚΝΗ

Κάτω απ’ το γαλάζιο τ’ ουρανού
Της βιασθείσας γης τ’ αγκομαχητό
ν’ αντηχεί
Αφρόχτιστο κύμα δροσοστάλαχτο Εσύ
Με την αποχώρησή σου
έπεσε ομίχλη πυκνή
Η σιωπή χοάνη
Η νύχτα μεγαλύτερη
Η μέρα λειψή
Τ’ απρόσμενα ανεπαρκή
Το κορμί αταξίδευτο στη ζείδωρη ερωτική πνοή

Κι η συντροφικότητα στο ερμάρι
ξηλωμένη γιορτινή στολή…

 

ΘΛΙΜΜΕΝΗ ΠΡΟΣΜΟΝΗ

Στων σεντονιών
την παγερή μοναξιά
έγειρε
μαγαρίζοντάς τη μ’ αγρύπνια
Ανάσα γοργή, κοφτή
λιωμένη
σα τάματος κερί
Κορμί αχάϊδευτο
στερημένο από φιλί
Μεθυσμένη από προσμονή
για μια κατάκτηση ολιστική

Αλλά η κάμαρη
αντηχούσε πένθιμα
αδειανή
Κι αυτή έγλειφε
απ’ τα φλογισμένα χείλη
των δακρύων
τη θλιμμένη βροχή…

 

ΜΑΤΙΩΝ ΛΑΛΙΑ

Ευέλικτοι Χρόνοι
Πολύμορφες Εγκλίσεις
Μετρημένα Άρθρα
Χαρίεντα Επίθετα
Επιβλητικά Επιρρήματα
Πολυσχιδή Ρήματα

Όλα είναι λιγοστά

Τα λεξικά όλου του κόσμου
μισερά
Μύριες οι εκφράσεις
του Έρωτα εκφορά
Τα δονούντα συναισθήματα
ατίθασα, ανέραστα, ανείπωτα
εμμένουν
σε άπλετη προσφορά

Μόνο τα μάτια
έχουν μαγική λαλιά
Τη μονάκριβη λέξη
να εκπέμψουν ανυπότακτα σιωπηλά
Στα φτερά ενός βλέμματος
επιβάτισσα
Ευμενούς υποδοχής
ικέτισσα

Ένα «Σ’ αγαπώ»
να δηλώσουν λιτά…

 

ΕΙΣΑΙ

Είσαι…
Τα βιβλία που με ταξίδεψαν
Οι νότες μουσικών που με μέθυσαν
Οι μυρωδιές που με διέγειραν
Οι εικόνες που τ’ όνειρα συντρόφευσαν
Τα χάδια που τα σημάδια του χρόνου καθαίρεσαν
Τα φιλιά που τ’ άνυδρα χείλη δρόσισαν
Των φύλλων του φθινοπώρου τα χρώματα
Των δυσνόητων λέξεων η ερμηνεία
Η άνοιξη εν μέσω χειμωνιάς
Η εκρηκτική σιωπή του δειλινού
Της ψυχής η ακάματη ελπίδα
Οι ματαιωμένες μου ενοχές
Της νύχτας οι τρυφερές αγκαλιές
Το κορμί των ακατάβλητων πόθων
Οι φλεγόμενες ανάσες ερωτικών τρικυμιών
Τ’ απόκρυφο της παράδοσης μου όνομα
Είσαι…
Η αγάπη που τ’ άγονο χώμα άλικα ρόδα γεννά…

 

ΓΡΑΜΜΑ ΜΗ ΑΠΟΣΤΑΛΕΝ

Ακριβέ μου,

Ξάπλωσα να κοιμηθώ
Σαν έμβρυο κουλουριάστηκα
Έκανε ζέστη κι όμως κρύωνα
Την ζεστασιά του κορμιού σου αποζητούσα
Σαν σίγμα τελικό γύρω μου να τυλιχθεί,
σαν κέλυφος να με περιέχει.
Οι χοϊκές μας σάρκες
να παύσουν σαν ύλη
και μόνο σαν αισθήσεις να βρεθούν
Μια πορεία προσδοκώντας
στα χνάρια ερωτικής αφομοίωσης
άφθαρτης κι άχρονης
Με τη λύτρωση σώματος και ψυχής
ανάθημα ιερό
Μην αργείς να ’ρθεις
και σε αμέτρητα κομμάτια ασυγκόλλητα
κατακερματιστώ

«Το αποδημητικό σου Εγώ»

Υ.Γ Να με προσέχεις κι όταν λείπεις
Τις κρυφές μου ανάσες ν ’ αφουκράζεσαι ακόμη κι όταν
δεν είσαι εδώ.

                   Γ’ 
ΡΙΖΕΣ ΒΑΘΙΕΣ ΚΙ ΑΚΟΠΕΣ

«Λίγο πότισμα στη μνήμη των ριζών μου…»

 

ΤΩΝ ΠΑΛΙΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ

Σ’ αυτά τα σπίτια τα παλιά
με τα ξεφτισμένα πλακάκια
τα ξέθωρα χρωματιστά

Οι αναμνήσεις στοιβάχτηκαν
σε κάθε γωνιά
μη κι απαχθούν απ’ τη λησμονιά

Κρυμμένα μυστικά
απόμειναν διπλοϋφασμένα
σε κουρτινάκια πλουμιστά

Δάκρυα ματαιώσεων λαμπυρίζουν
κρεμάμενα από πολυελαίους
σαν διάφανα κρύσταλλα Baccarat

Οι απώλειες
κεντίδια περίτεχνα
σε καταχωνιασμένα σεμέν προγονικά

Οι αμαρτωλές σιωπές
αμετακίνητα κολλημένες
στ’ αραχνιασμένα σοβατεπιά

Τα παράθυρα αφημένα ανοιχτά
αλλά η διερχόμενη εκπλήρωση ονείρων
δεν μας έριξε ούτε ματιά

Κι αυτή η πίκρα στο στόμα
δεν λέει να γλυκαθεί
Με τραγούδια στο παλιό πικ-απ
προσπαθεί ανέλπιδα να ξεγελαστεί…

 

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΤΩΝ ΑΠΩΛΕΙΩΝ

Αύγουστος
των απωλειών
των απουσιών
ψυχής δυσαναπλήρωτων κενών
θύμησης υποτροπών…

Ρίζες βαθιές κι άκοπες
σε αιώνιο χώμα
αναπαυμένες
Ανάσες της ζωής μου
τροφοδότες
Αύγουστο μήνα
μισέψατε κι δυο
Έμεινε
η αγάπη λιγοστή
Η έλλειψη
μαχαίρι αιχμηρό
Της ύπαρξής μου το διάβα
χωρίς προστασίας μερτικό…

.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΙΤΟΥ

ΠΕΡΙ ΟΥ 13/07/2024

Στο κείμενο αυτό θα μιλήσουμε για το βιβλίο της Αλίκης Πέικου, Ηχηρά αποσιωπητικά…, μια ποιητική συλλογή που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κούρος το 2024. Είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της.

Θα αρχίσω αυτήν την παρουσίαση με έναν κάπως παράδοξο τρόπο. Θα ξεκινήσω με ένα ποίημα σπουδαίου ομότεχνου ποιητή της πόλης μας, της Θεσσαλονίκης, του Ανέστη Ευαγγέλου, που έφυγε από τη ζωή το 1994. Ένα ποίημα με τον τίτλο «Ars Poetica», που αγαπώ και χρησιμοποιώ συχνά:

Ars Poetica

Το ποίημα δεν είναι τραγούδι,
ανάερη θλίψη για κάτι μακρινό, χαμένο,
έστω με την πιο τέλεια μουσική. δεν είναι
αναμονή του άγνωστου, γοητευτική,
μες στην αβεβαιότητά της, προσδοκία.

Το ποίημα είναι μια ανοιχτή πληγή που τρέχει-
Όσο πιο ανοιχτή τόσο καλύτερα. κάνω ποίηση
θα πει τρυπώ το θώρακα μ’ ένα νυστέρι
ψάχνω με χέρι σταθερό όπως η χειρούργοι
γυρεύω την καρδιά και την τρυπώ, χύνω το αίμα
άφθονο μες στις λέξεις-κόκκινο,
ζεστό, το αίμα, όλοι το ξέρουν,
το πιο θαυμαστό, το πιο όμορφο πώς είναι πράγμα.

Αν έβαζα ένα μότο σε αυτή μου την εισήγηση θα επέλεγα δυο στίχους από το ποίημα «Il sangue» («Το αίμα») της Ιταλίδας ποιήτριας Alda Merini: “ Il poeta non abita in nessun luogo/se non nel proprio sangue”. (Ο ποιητής δεν κατοικεί σε κανέναν τόπο/παρά μόνο στο ίδιο του το αίμα”, από το βιβλίο Alda Merini, Θεϊκή μανία, εισ.-μτφρ. Έλσα Κορνέτη, Ρώμη, 2020). Και, προς επιβεβαίωση και επίρρωση των παραπάνω, διαβάζω το πρώτο ποίημα του βιβλίου της Αλίκης με τον τίτλο “Γεννηθήτω ποίημα”:

Λέξεις ανεμόσπαρτες
μπήκαν στη σειρά
την ψυχή να εξομολογήσουν,
τα ανείπωτα ν’ αναδυθούν ατόφια.
Κι οι λέξεις έγιναν…
νόημα ζωής συμπυκνωμένο
Ταξίδι αλαργινό
Έρωτας πρωτόπλαστος
Ανακούφισης δάκρυ διάφανο
Αίμα φλεβών πυκνόρευστο
Κι έγιναν ποίημα…
Αναλαμπή λησμονημένου ονείρου

“Ανοιχτή πληγή που τρέχει” για τον Ευαγγέλου το ποίημα. “Αίμα φλεβών πυκνόρευστο” και για την Αλίκη, που γράφεται με “λέξεις αμετανόητες σπλαχνικού πόνου”, “αίμα ανθρώπινων αδυναμιών” “και “πώς να στεγνώσει με χάρτινες γάζες ελλιπείς;”, αναρωτιέται παρακάτω. Μα το ποίημα ορίζεται γι’ αυτήν και ως “νόημα ζωής”, “ταξίδι”, “έρωτας”, “δάκρυ ανακούφισης”, “ονείρου αναλαμπή”. Το ποίημα είναι εξομολόγηση της ψυχής, “τ’ ανείπωτα ν’ αναδυθούν ατόφια”. Γι’ αυτό “ ψάχνει λέξεις/ολόγυμνες από υποκρισία”, ως άλλη αλιεύς μαργαριταριών, ψάχνει στη σκοτεινή και απύθμενη θάλασσα της ψυχής. Της δικής της, της δικής μας, του κόσμου όλου. Καταδύεται, την σκαλίζει, την εξερευνά. Κι αναδύονται πόθοι και φόβοι, ελπίδες και διαψεύσεις, αλήθειες και παραμύθια, παρουσίες και απουσίες, μνήμη και λήθη, ζωή και θάνατος.

Παραθέτω το ποίημα “Το ημερολόγιο”:

Κάποτε κρατούσα ημερολόγιο
τώρα όχι πια
Θά πρεπε όμως
για να καταγράφω…
Φεγγερές στιγμές
Ξενιτεμένες φίλιες αγκαλιές
Αγάπες στην αποβάθρα της λήθης
Λεηλατημένες αναμνήσεις
Ασύδοτες νύξεις
Σε ψυχή και κορμί
αποτρόπαιες παραλείψεις
Πώς να πορευθείς στη σκοτεινιά
σε δρόμο κακοτράχαλο, όλο στροφές
χωρίς ματοβαμμένων λαθών διδαχές,
χωρίς εμπειριών φανοστάτες
στις αφύλακτες διαδρομές…;

Με την ποίηση, Αλίκη, θα πορευτείς, όπως η ίδια ομολογείς:

Μόνο με λέξεις
να θρέφομαι
Ευπειθώς
μόνο δική τους πια…

Κι εσύ από εδώ και στο εξής, όπως κι όλοι εμείς οι από καιρό “σαλοί” κι αθεράπευτα ρομαντικοί αυτού του σκληρού κόσμου. Όλοι εμείς που, όπως κι εσύ, έχουμε μια παιδική ψυχή σε σώμα ενήλικα, όλοι εμείς που έχουμε κουραστεί, έχουμε κουραστεί πολύ από λόγια και πράξεις και επιλέγουμε συνειδητά να αιθεροβατούμε και να ζούμε στην πλάνη μας, στο περιθώριο καμιά φορά μιας πραγματικότητας που μας απωθεί και την απωθούμε:

Παραθέτω από το ποίημα “ Επίμονες αιθεροβασίες”

[….]

Είμαι κουρασμένη, κουρασμένη πολύ
από λόγια και πράξεις,
ανθρώπινες συμπεριφορές
συναισθημάτων φονείς…

Μεσ’ την καρδιά μου αν σκύψεις
θα δεις
δυο μάτια παιδικά
με απορία να κοιτούν
Μην τους πεις την αλήθεια,
άφησέ τα στην πλάνη τους
με επιμονή να αιθεροβατούν…

Η ποιητική συλλογή της Αλίκης Πέικου είναι χωρισμένη σε τρία διακριτά μέρη:

Α. Στου ορίζοντα το πέρασμα: με ποιήματα υπαρξιακών προβληματισμών και αναζητήσεων για τη ζωή και τη γραφή, για τον χρόνο και τη μοναξιά, για το φως και το σκοτάδι, για τα “ίσως” και τα “ποτέ”.

 

Γι’ αγάπες παραπλανημένες
για αισθήσεις ακυρωμένες
για προσδοκίες συντετριμμένες
Για όσους με πρόδωσαν, για όσους πρόδωσα
Για όσους με σφράγισαν, για όσους με μάτωσαν, για
όσους μ’ ανάστησαν
Να κλάψω θέλω, να κλάψω με λυγμούς
Με οδύνη να ουρλιάξω
Την ψυχή από πόνο ν’ απαλλάξω

Έναν ώμο απόψε ζητώ
έναν ώμο ανθεκτικό
πάνω του να γείρω
Και μια φωνή ν’ ακούσω στ’ αυτί ψιθυριστή
“Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ” να πει

Ή έστω μ’ ένα ποίημα
των δακρύων η ροή ν’ αναστραφεί…

Β. Του έρωτα πνοή: όπως σημειώνει και στο μότο της ενότητας “Η ψυχή ψάχνει ένα σώμα/ να κουρνιάσει μέσα του/ Και το σώμα μια ψυχή/ να το αναστήσει”. Ο χοϊκός έρωτας, ο γήινος, ο παρών, ο “ενεστωτικός”. Αυτό αναζητά κι αυτό αναπολεί η ποιήτρια. “Της απουσίας η αμετάπειστη παρουσία”, “του κορμιού η πεθυμιά”, “η μνήμη της αφής”, “η παραφορά του εναγκαλισμού”, “ο τελευταίος σπασμός μιας πράξης παθιασμένα συμμετοχικής”, “οι βραδιές στην ακροθαλασσιά/ Το ξάφνιασμα του απρόοπτου/ Της ελπίδας το ξάναμμα/ Η ευτυχία της ανακάλυψης/ Των βλεμμάτων τ’ αστραποβόλημα/ Οι ατέρμονες εξερευνήσεις των ακροδαχτύλων στα κορ-/μιά/ των χειλιών η υγρή προσφορά// όλα ανεμόσπαρτες αοριστίες πια/ Αμμόπυργοι π’ απαλείφθηκαν απ’ των κυματοκορφών την ορμή’. Γιατί “ Μόνο τα “σ’ αγαπώ”/ που πρόλαβε να πει/ στης νύχτας το μυστηριακό ανάσασμα/ θα μείνουν…/Νίκη πολύφερνης ζώης/ κι ήττα εφημερότητας/ μαζί…»

Και φτάνουμε στην τελευταία αλλά και πιο δυνατή συναισθηματικά ενότητα.

Γ. Ρίζες βαθιές κι άκοπες: όπου επιστρέφει η Αλίκη στην πατρίδα της, στην πατρίδα όλων μας, στο σπίτι το πατρικό της, στον γενέθλιο τόπο, στον Λαγκαδά, με την ανεξίτηλη μυρωδιά των παιδικών χρόνων “κανέλα και γαρύφαλλο/φρεσκοκομμένα καρύδια/σιρόπι και ζεσταμένο μέλι”. Επιστρέφει και θυμάται, θυμάται και νοσταλγεί, μα “αγκαθερή η ενθύμηση”, καθώς η μάνα κι ο πατέρας απουσιάζουν, “ρίζες βαθιές και άκοπες/ σε αιώνιο χώμα αναπαυμένες”, “Άύγουστο μήνα/ μισέψατε κι οι δυο”, “Αύγουστος/ των απωλειών/ των απουσιών”.

Η αύρα της μνήμης

Τα λουλούδια στην αυλή
έχουν ξεραθεί
Μόνο στο παράθυρο της κουζίνας
ένα μικρό γλαστράκι είν’ ανθισμένο
Αναρωτιέμαι πώς επέζησε κι αυτό,
με τη φροντίδα της βροχής θαρρώ

Η κλειδαριά απ’ την αχρηστία
λίγο σκουριασμένη
Στο σπίτι η ευωδιά της λεβάντας διάχυτη παντού
πώς έχει διατηρηθεί μετά από τόσα χρόνια απορώ
Στην βιτρίνα του σαλονιού
τα μικρά πορσελάνινα μπιμπελό
σε πόζες αυτάρεσκες αραδιασμένα
Τα τραπεζάκια με χειροποίητα σεμέν καλυμμένα
Σε κομό οι οικογενειακές φωτογραφίες
ανασύρουν μνήμες θαμπές

Στο διπλό κρεβάτι ξαπλώνω
Το κεφάλι στο μαξιλάρι ακουμπώ
λίγη μυρωδιά μαμάς ν’ ανασάνω προσπαθώ

Η ύλη ταξιδεύει σε ανεπίστρεπτο προορισμό
τελεολογικά
Η αύρα όμως μένει πίσω σαν αιωρούμενη μνήμη
κι εγκαθίσταται στης καρδιάς στη γωνιά
οριστικά…

Last but not least- θα συμπλήρωνε κι η καθηγήτρια και συνάδελφος των αγγλικών, Αλίκη Πέικου, και θα πρόσθετε πολλά, ατελεύτητα, ηχηρά και άηχα, αποσιωπητικά………………….

[i] Το κείμενο εκφωνήθηκε στη βιβλιοπαρουσίαση που έγινε στο καφέ « Ζώγια» στις 27 Ιουνίου 2024.

 

 

 

 

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.