ΜΙΝΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ

 

Η Μίνα Αθανασιάδου γεννήθηκε στην Καβάλα και ζει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Εργάστηκε στον τομέα της δημόσιας υγείας ως φυσικοθεραπεύτρια και στη συνέχεια στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως καθηγήτρια, έχοντας ολοκληρώσει παιδαγωγικές σπουδές.
Ασχολείται με την ποίηση από τα μαθητικά της χρόνια, εκφράζοντας ιδέες και συναισθήματα μέσα από τους στίχους της. Το 2017 εκδόθηκε η πρώτη της ποιητική συλλογή «Στοχασμοί Ψυχής» από τις εκδόσεις Φυλάτος. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά ιστολόγια, όπως το Fractal και το Tovivlio.net καθώς και σε καλλιτεχνικά ημερολόγια, ενώ έχουν αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Η αγάπη της για τις τέχνες εκφράζεται επίσης μέσω της ζωγραφικής, με συμμέτοχες σε πολλές ομαδικές εκθέσεις, και μέσω του χορού και του χορωδιακού τραγουδιού. Παράλληλα, συμμετέχει ενεργά σε λέσχες ανάγνωσης και πολιτιστικές δραστηριότητες.
Η ποιητική συλλογή “Νοτισμένα φεγγάρια” (Εκδόσεις Φυλάτος 2025) είναι το δεύτερο ποιητικό της βιβλίο!!

 

 

 

ΝΟΤΙΣΜΕΝΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ (2025)

 

ΠΡΟΣΦΥΓΑΣ ΗΛΙΟΣ

Στη δική μου πατρίδα ο ήλιος μεγάλωσε
και στάθηκε στο θερινό του λιοστάσι
καταμεσής της μέρας,
πολεμιστής περήφανος για τη νέα του νίκη
στον αγώνα με τη νύχτα.

Ο ίδιος ήλιος είναι
με αυτόν,
που στις πατρίδες των άλλων
τον κρύβουν τα σύννεφα
από τους καπνούς των πολυβόλων.

Άλλες πατρίδες, ίδιων ανθρώπων,
εκεί που η ειρήνη εκπορνεύεται
και τα πίνει στο μπαρ του λιμανιού
με πληρωμένους έρωτες μιας νύχτας.

Του φαύλου έρωτα μαύρος καρπός
σέρνεται ο πρόσφυγας
και τον δικό του ήλιο προσκυνά,
να του χαρίσει μια αχτίδα από το φως του.

Κι ο ορίζοντας μια δρασκελιά
ως ν’ ανέβει στο άρμα του.
Να επιστρέφει σε μια πατρίδα ιδανική,
για μια νέα παρτίδα ζωής,
όπου η ειρήνη κυρά κι αρχόντισσα
μεσούρανα θα βασιλεύει στο πλευρού του ήλιου.

Κι ο πρόσφυγας της ίδιας της ζωής,
στο αβάσταχτο κι αιώνιο
απλήρωτο κενό της απουσίας,
τον δικό του ήλιο αντικρίζει
μέσα από τα κάγκελα της εκούσιας φυλακής του.

Ο στεναγμός του άνεμος,
το κλάμα του βροχή
ποτίζει τη μάνα γη
και νοσταλγεί στην αγκαλιά της να βρεθεί.

Ήλιε της δικής μου πατρίδας
γίνε και δικός του!
Στείλε τις ακτίνες σου
να γεμίσουν το κενό του ζεστασιά,
τα κάγκελα να λιώσουν!

Για να αποδράσει στη ζωή,
τη γη ν’ απαρνηθεί,
ως τη μέρα που η μοίρα αποφασίσει.

——-

Αφιερωμένο στους απανταχού πρόσφυγες
αυτού του πλανήτη, αλλά και σε αυτούς
που αισθάνονται πρόσφυγες.

ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ

Με την επίτοκο μοίρα
συναντιόμαστε σε κρυφά μονοπάτια
ιχνηλατώντας το μέλλον σαν τον Οδυσσέα
που αναζητά την Ιθάκη του.

Εξασκούμαστε στην τέχνη της αλυπίας.
Μαχητές των δρόμων
παίζουμε πετροπόλεμο
με τον ανώνυμο εχθρό
κρατώντας για λάβαρο την ανυποταγή.

Στον ματωμένο δρόμο με τις λεύκες
μας ψιθυρίζει τον γρίφο του θανάτου
ο μαχητής που ξεκουράζεται
στην πέτρα με τα λευκά κοχύλια.

Ξεδιψάμε στην πηγή που στήνουν χορό
τα κολεόπτερα με τις πέρδικες.

Ο κάματος μας οδηγεί στην αγκαλιά του Μορφέα
και το ξημέρωμα μας σκεπάζουν
με το πέπλο τους τα σύννεφα,
που αλαφροπατούν στον ορίζοντα
μη μας ξυπνήσουν πάνω στα γλυκά μας όνειρα.

 

ΑΝΕΜΟΠΟΡΙΑ

Σφυρήλατα βήματα μας οδηγούν
σε πρωτόγνωρες λεωφόρους.
Με τ’ ουρανού το μπλε
βάφουμε τις σκιές των πόθων μας.
Τα καράβια που ταξίδευαν
με επιβάτες τα ιδανικά μας
αράζουν για επισκευή στα καρνάγια.
Αθετούμε τους όρκους μας
και ορκιζόμαστε στο όνομα της Άτης.
Ο αγύρτης έρωτας ωριμάζει τα παιδιά στους οίκους ανοχής,
όπου εκπορνεύονται οι μεγάλες ιδέες.
Τα όνειρα των εφήβων σταλάζουν μέλι και οργή
πάνω στα στολισμένα κρεβάτια
των νεόνυμφων φρονημάτων.
Παραμερισμένα οράματα κατακτούν
τα κάστρα των πολιορκημένων πόλεων,
που κατοίκησαν οι αναμνήσεις μας.
Είλωτες ικέτες ανακαινίζουν τα αδούλωτα κτίρια
που στεγάζουν τις επιθυμίες μας,
αλλά εμείς τις φυλακίζουμε
πίσω από κιγκλιδώματα,
μηρυκάζουμε το άλλοθι
και υποκύπτουμε στις υποσχέσεις των δαιμόνιων δελεάτων,
που υποσκάπτουν το μέλλον μας.
Αγαλλιάζουμε τελικά με την πεποίθηση
ότι αναβάλλαμε για το μέλλον την υπαρξιακή μας εντροπία. 

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Τη νίκη κρύβει το όνομά σου,
γαμήλιο και πατρικό δώρο μαζί
του Κάσσανδρου και του Φιλίππου.
Στέφανα στον γάμο σου με τον Θερμαϊκό τα κάστρα,
ασπίδα στην αντίσταση σου
στο φλερτ των Σλάβων θαυμαστών σου.
Αμφίθυμη γυναίκα,
πότε το πρόσωπό σου σκεπάζει αχλή
και δάκρυα γεμίζει,
πότε ο Βαρδάρης,
με την πνοή του τα στεγνώνει.
Και τότε λάμπεις και γελάς
μέχρι που ο ήλιος γέρνει
και με το κόκκινο του πάθους
τις ξέφρενες νύχτες σου χρωματίζει.
Παίρνει το σκήπτρο του, μετά, το ασημί φεγγάρι
και στου συντρόφου σου τα υγρά μάτια καθρεφτίζεται.

Πολύβουο ανθρώπινο ποτάμι την καρδιά σου διαρρέει
και ο παλμός της γίνεται σφυγμός
στις οδικές σου αρτηρίες,
στον ρυθμό της μουσικής του Τσιτσάνη.
Φιλόξενη αγκαλιά και καταφύγιο
του Εβραίου φυγά που χτύπησε την πόρτα σου.
Κι έπειτα οι ξεριζωμένοι προσφυγομάνα σε είπαν,
όταν τους πρόσφερες τη θαλπωρή σου.
Τούμπα, Καλαμαριά, Εύοσμος, Τριανδρία,
τα αγαπημένα σου παιδιά στον κόρφο σου βυζαίνουν.
Έτσι κι εγώ ένα πρωί
θετό παιδί στην αγκαλιά σου μπήκα,
μάνα Θεσσαλονίκη
και μ’ έμαθες να περπατώ,
στις λεωφόρους σου και στα σοκάκια,
του ενήλικα τον δρόμο. 

ΕΙΡΗΝΗ

Ειρήνη είναι…
To πέταγμα των περιστεριών στην πλατεία
που τσιμπούν τους σπόρους που τα ταΐζουν οι περαστικοί.
Το φιλί των ερωτευμένων στο παγκάκι
ένα ηλιόλουστο χειμωνιάτικο μεσημέρι,
το παιχνίδι των παιδιών στις αλάνες και
το χαμογελαστό πρόσωπο του ηλικιωμένου
που συζητά με τους φίλους του στο πάρκο είναι ειρήνη.

Ειρήνη είναι…
Η νοικοκυρά που μαγειρεύει το φαγητό
για την οικογένειά της
και το νοστιμίζει με την αγάπη της.

Ειρήνη είναι…
Η βόλτα στην παραλία ένα δροσερό καλοκαιρινό βράδυ
με τον σύντροφο αγκαλιά και
οι μικροί μαθητές στο σχολείο
που τιτιβίζουν στο διάλειμμα.
Ο μερακλωμένος χορός στην ταβέρνα
με την αγαπημένη παρέα σιγοτραγουδώντας είναι η ειρήνη.

Ειρήνη είναι η πάλη του γιατρού
για τη ζωή στο χειρουργείο.
Ένα πιάτο ζεστό φαΐ κι ένα ποτήρι κρασί
μετά τον καθημερινό αγώνα για το μεροκάματο,
είναι η ειρήνη.

Ειρήνη είναι το σμίξιμο του ζευγαριού στο κρεβάτι,
στο συνταίριασμα αναπνοών και ψυχών.

Ειρήνη είναι… η δύναμη της αγάπης.

 

ΠΟΜΠΗΙΑ ΔΙΧΩΣ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟ

Και έφτασε μια μέρα
που οι δρόμοι κατέληγαν σε αδιέξοδο.
Αυτοί που άλλοτε τους οδηγούσαν
στη δροσερή αγκαλιά
της ερωτοτροπίας.

Και έφτασε μια μέρα
που τα άνθη και τα δέντρα
παραδόθηκαν στη λαίλαπα.
Αυτά που άλλοτε έδιναν χρώμα
και ζωή στη ζωή τους.

Καίνε λαμπάδες οι νεκροί
σε εκπρόθεσμη λιτανεία.
Ψάχνουν τον δρόμο τους
ανάμεσα στα περάσματα του Άδη,
που βρέθηκαν στην πορεία τους
προς τη σωτήρια θάλασσα.
Πλάνη το λαθεμένο αζιμούθιο,
που υπόσχεται μια θέση
ανάμεσα στους ζωντανούς.

Λιβάδι που δακρύζει η θάλασσα,
που δεν κατάφερε να τους σώσει.
Τοπίο σε ομίχλη καπνών καμένης γης,
σκηνές του Αγγελόπουλου
σε κινηματογραφικό οίστρο.

Συναντώνται στους κήπους του Παραδείσου,
αφού διατρέξουν την κόλαση των ζωντανών.
Στα σκοτεινά τους μάτια
το γιατί, το πώς, το πότε,
αναζητώντας ακόμη τη γη της επαγγελίας.

————————————-

Αφιερωμένο στους νεκρούς
της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. 

 

ΜΟΝΗ ΕΛΠΙΔΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Στον ουρανό σωπαίνω, στη θάλασσα μιλώ
και στη στεριά μακραίνω τη μνήμη μου να βρω.
Διαβάτης είμαι που έριξε το δίχτυ της αγάπης
και σύναξε τα φύλλα του κισσού
που άπληστα στο δέντρο αναρριχώνται
της άδολης λαχτάρας του κορμιού.

Απάνω στα φιλιά και στα ταξίμια
ψάχνω τον πόθο μου να βρω
και όλο ξεμακραίνω σαν τα αγρίμια
μες στη σπηλιά της λήθης για να μπω.

Ανέραστες οι μέρες μου περνούν
ανέλπιδοι αγώνες με αναλώνουν.
Στο φως της μέρας στέκεται η ελπίδα
ναυαγός που ψάχνει σωτηρίας σανίδα,
σκυλί δεμένο που αποζητά την ελευθερία.

Εικόνες βαμμένες στα μαβιά,
μόνη ελπίδα τα παιδιά
στον κόσμο αυτόν που ήρθαν,
οδηγό τους να κάνουν την καρδιά
με την αγάπη συντροφιά.

ΣΚΕΨΕΙΣ

Θάλασσα που αντανακλά το φως του ήλιου
στην ηρεμία της,
όταν θυμώνει το καταπίνει.
Κάθε σκοτάδι αγαπάει το φως και το κρύβει μέσα του.
Τα χρώματα παραδίνονται αντάμα σε αυτό
σαν μαγνητισμένα.

Οι λέξεις υποκλίνονται στο μεγαλείο
των αισθημάτων και σωπαίνουν.
Ανατριχίλα πάθους ξυπνά το κορμί στο χάδι.
Αισθάνομαι σημαίνει αγαπώ αλλά και μισώ.
Ο πόθος για το αδύνατο κατατρέχει τη ζωή μας.

Ένα λιμάνι ανακούφισης περιμένει τον καθένα σ
το ταξίδι της αγωνίας.

 

ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΩΜΑΤΙΟΥ

Πέταξα πάλι την κορνίζα στο πάτωμα.
Η εικόνα έμεινε μετέωρη.
Το φως της λάμπας περιορισμένης φωτεινότητας
αφήνει την άλλη μεριά του δωματίου σκοτεινή.

Έχω κάνναβη για ένα τσιγάρο μόνο.
Θα ανεβώ στον ουρανό
και θα προσγειωθώ απότομα.

Μαραίνεται το δέρμα τελικά
από το πολύ κολύμπι
και αυτές οι κρέμες τι να σου κάνουν;

 

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗ ΣΟΝΑΤΑ

Ριπές του ανέμου σε αφρισμένη θάλασσα
αγκαλιάς μηνύματα στέλνουν στη μαυρισμένη άμμο.
Φθινοπωρινή ανησυχία σε ήλιο φωτεινό
της Κίρκης καλέσματα αυγατίζουν τα συναισθήματα
και σε κύκλο καλούν χορού
τις μακρινές αγάπες.
Τα δέντρα άρχοντες του μεσημεριού
των καρπών τη γονιμότητα προμηνύουν
και συνθέτουν το κύκνειο άσμα του καλοκαιριού
που μας αποχαιρετά.

 

ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ

Ξέφτια υπομονής σε απαράλλαχτη συνθήκη γαλήνης
ανεμίζουν πισώπλατα σε ημέρα δημιουργίας,
σε συνθήκες ούριου ανέμου.

Μαίνεται ο ζόφος στη σκιά της ανθισμένης πορτοκαλιάς
που αγκάλιασε τους πόθους και τα όνειρα
μιας αιώνιας ζωής.

Σχοινοβάτης της ελπίδας συνοδεύει
τις παράλληλες ονειρώξεις μιας ατέλειωτης εφηβείας.

Φρόκαλα εξουσίας μιας κηδεμονευόμενης ζωής
συσσωρεύονται στην αυλή μας
μέχρι ένας απρόσμενος άνεμος να τα σκορπίσει.
Και τότε δραπετεύουμε από τα σύνορά μας
με την ψευδαίσθηση ότι δε θα επιστρέφουμε ξανά.

 

. 

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΨΥΧΗΣ (2017)

 

 

ΟΡΑΜΑΤΑ, ΚΑΙ ΟΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ

Πέπλο μυστηρίου. Συνταγή αυτογνωσίας.
Η πόλις έρμαιο. Στηρίζω το κατά δύναμιν.

Φεύγω τρέχοντας από τα δομημένα όνειρα.
Σταλακτίτες ψυχής αιωρούνται στο άπειρο.
Οι δοξασίες περί ερώτων αδημονούν για το αύριο.
Η λογική των πλασμάτων αυτού του κόσμου
αναμετράται με το παράλογο.

Εγένετο νύχτα. Εγένετο ημέρα.
Ακούω φωνές αγγέλων.
Πέφτω αλαλάζοντας στον γκρεμό.
Με διασώζει το δέντρο της ζωής.

Ξεπλένω τα ρούχα της βουβής αμαρτίας.
Ένας-ένας οι προδότες επιστρέφουν στη θέση τους.
Η σωτηρία της ψυχής βρήκε τον δρόμο της.

 

ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ

Κάθε φορά που αναβλύζει ένα δάκρυ από τα μάτια σου,
πες ότι είναι νάμα για να πλύνεις τις πληγές σου.
Σίδερο καυτό η απογοήτευση σε καίει, μαζί και η απόρριψη.
Ο χρόνος, γλυκέ μου, θα σε γιατρέψει.
Οι μέρες περνούν προς όφελος σου.

Έτρεξες, χόρεψες και τώρα λαχανιασμένος ξαπόστασες.
Οι τύψεις σε βαραίνουν, που δεν μπόρεσες να δοθείς στην ευτυχία.
Εσύ, ο μοναδικός εκλεκτός της καρδιάς σου,
ονειρεύεσαι απολαύσεις στα λιβάδια της αιώνιας αγαλλίασης.

Ντύσου, στολίσου και βγες στο ξέφωτο της χαράς.
Σεργιάνησε τους ανθρώπους, τους συντρόφους και τους μοναχούς.
Γίνε ένα με τους αγγελιοφόρους της νίκης στον αγώνα της ζωής.
Πέταξε τον μανδύα της ήττας και στρέψε το βλέμμα στον ήλιο,
μέχρι να θαμπωθείς!

 

ΓΕΥΣΕΙΣ ΖΩΗΣ

Πίκρα στο στόμα
από κέρασμα «φίλων», συντρόφων,
αγάπης απόσταγμα χωρίς ανταπόκριση.

Πήγαινε – έλα η ζωή.
Τραυματίζεσαι χτυπώντας στους τοίχους που υψώνουν οι άνθρωποι.
Προσπαθείς να γιατρέψεις τις πληγές σου.
Άλλοτε οι τοίχοι είναι γυάλινοι
και οι ψυχές τους διαφανείς,
άλλοτε μαύροι και αδιαπέραστοι στο φως.

Το γλυκό φιλί της νιότης μετουσιώθηκε σε πικρό.
Ανείπωτες χαρές και λύπες,
λαχτάρα για ζωή, έρωτα, φιλία.
Μέλι και γλυκό του κουταλιού το τέλος της προσμονής.
Αγκάθι σε τριαντάφυλλο η απογοήτευση!

 

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ

Τρικάταρτο καράβι η ανάμνηση
σε ταξιδεύει σε γαλήνιες θάλασσες
κάτω από ανέσπερους ουρανούς,
που βασιλεύει ο έρωτας.

Το πρώτο κατάρτι ο πόθος
Το δεύτερο η προσμονή
Το τρίτο η σμίξη

Ανέφελος ο ουρανός που σκεπάζει την αθωότητα
μαζί με την πίστη.
Στο διάβα σου τα σύννεφα που προσπερνάς,
βροχή που σε δροσίζει,
ήλιος που σε στεγνώνει.
Λιβάδια ανθοστόλιστα στην άνοιξη της νιότης.

Βουτάς στο πέλαγος της ηδονής και αναδύεσαι μόνος.
Το ακρογιάλι είναι εκεί,
αλλά πρέπει να κολυμπήσεις.
Ναυαγό στο νησί της ελπίδας σε βρίσκει το αύριο.
Και ήταν τόσο κοντά το χθες!

 

ΣΑΝ ΤΑΙΝΙΑ…

Οι πορτοκαλιές ακτίνες του ήλιου ζεσταίνουν το κορμί.
Ο ορίζοντας γαλάζιος με προκαλεί να τον εξερευνήσω.
Θερμό και ψυχρό χρώμα αναμιγνύονται στον καμβά της σκέψης
και εξουδετερώνονται,
ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ενόραση.

Η οθόνη προβάλει τη ζωή μου.
Κάποιο αόρατο χέρι τύλιξε την ταινία
και το έργο επανήλθε στις αρχικές σκηνές.
Το αγαπημένο σπίτι της γιαγιάς
με τη μουσμουλιά και τη ροδακινιά
έρχονται σε πρώτο πλάνο
και η γιαγιά και ο παππούς σε δεύτερο.
Δύσκολο να θυμηθείς τα πρόσωπα,
εύκολο την αγάπη τους.

Η ψυχή πλημμυρίζει από τη γλυκιά μελωδία των παιδικών χρόνων.
Να και το μικρό παιδί που παλεύει να μάθει τη ζωή
μέσα από τα παιχνίδια του.
Το κρεσέντο του έρωτα μου γλυκαίνει την εφηβεία.
Άτυπες μνήμες ζωντανεύουν στην οθόνη του σήμερα,
χαρίζοντας ωραίες στιγμές.

 

ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ

Ημέρα μουντή, ανήλια, και τα πουλιά σωπαίνουν.
Η Σαλονίκη μακριά κοιμισμένο μελίσσι στον ορίζοντα.
Κάποιες ακτίνες ξέφυγαν από τα σύννεφα και χαϊδεύουν τη θάλασσα.
Τα πουλιά χορεύουν ξέγνοιαστα τον χορό της ελευθερίας.
Ένα απαλό αεράκι ξυπνά τα δέντρα από τη μεσημεριανή σιέστα τους.
Η παλέτα των χρωμάτων του χειμωνιάτικου τοπίου φτωχή
περιμένει την άνοιξη να την εμπλουτίσει.

 

ΘΑΛΑΣΣΑ

Λαμπυρίζουν χρυσάφια στους κυματισμούς σου
Χαμογελάς ξέγνοιαστη νυφούλα
με στεφάνι τις αχτίδες του ήλιου
Το ταίρι σου, ο ουρανός, καθρεφτίζεται στα μάτια σου
και σε κοιτά ερωτευμένος.

Πλανεύτρα θάλασσα όταν ηρεμείς ακτινοβολείς σαγήνη
Δροσίζεις τους αγαπητικούς σου που βουτάνε εντός σου
και τους αγκαλιάζεις με ηδονή.

Μα σαν θυμώσεις γίνεσαι θεριό ανήμερο
και καταπίνεις τα ανυποψίαστα θύματά σου,
εγκλωβίζοντάς τα στα σπλάχνα σου.

Ζωή και θάνατος μαζί.

 

ΑΚΡΟΓΙΑΛΙ

Φύσηξε τ’ απαλό αεράκι, σκίρτησαν τα φύλλα
και φιλούν τον λίβα.
Η θάλασσα δειλά – δειλά χαϊδεύει το ακρογιάλι.
Τα αλμυρίκια προσκυνούν την αμμουδιά
και ευχαριστούν τη θάλασσα που τους ποτίζει.
Κι αυτά, δίπλα της χρόνια τώρα,
τη συντροφεύουν στην ταραχή και τη γαλήνη της.

Ο ήλιος παίζει κρυφτό με τις φυλλωσιές των δέντρων.
Ο διαβάτης δροσίζεται στη σκιά τους,
από την κάψα του καλοκαιριού.

Το όμορφο πρόσωπο της αγαπημένης πατρίδας.
Μια από τις χίλιες όψεις της, πολυαγαπημένη!

 

ΩΡΕΣ

Ώρες αποκαθήλωσης,
ώρες περισυλλογής.
Ο θάνατος και η ζωή, το τέλος και η αρχή.
Οι καμπάνες της κατατρεγμένης ελπίδας,
ο τάφος των χαμένων διαλόγων,
ο λυγμός που κρεμάστηκε στα χείλη
και η αδήλωτη αγάπη
περιπλανώνται στον ανοιξιάτικο αέρα.

Οι άγγελοι των χαρμόσυνων ειδήσεων και της πολυπόθητης ανακούφισης
καταφθάνουν και διαπραγματεύονται τον χαμένο χρόνο,
λίγο πριν την Ανάσταση.
Αγκομαχώντας πλησιάζουν οι ευτελείς πόθοι μας
το μεγαλείο της ανιδιοτέλειας
και την ταπεινότητα του τίμιου ξύλου που φιλάμε στον κόρφο μας.

Κραυγές και ψίθυροι των ψυχών μας
που περιμένουν την Ανάσταση,
διασκορπίζονται στο σύμπαν
και αναγγέλλουν την έλευση του Θεανθρώπου.

 

ΘΕΑΤΡΟ

Η ζωή, μάτια μου, είναι ένα θέατρο,
που κάποια στιγμή τελειώνει.
Εσύ ηθοποιός, μαζί και θεατής.

Θα είναι άραγε μαζικό το χειροκρότημα;
Μη σε νοιάζει, εσύ έπαιξες όσο καλά μπορούσες.
Κι αν δεν έπαιξες καλά, δεν πειράζει.

Δεν υπάρχουν πρόβες σ’ αυτό το θέατρο.
Η παράσταση η ίδια είναι και πρόβα,
που παίζεται μόνο μια φορά!

 

ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΙΑΔΝΗ

Στόλισες το είναι σου με ευτελή κοσμήματα,
που δεν αντέχουν στον χρόνο.
Τενεκέδες και χάντρες πλαστικές λαμπυρίζουν
και ξεγελούν τους γύρω σου.

Μα την ψυχή σου δεν μπορείς να την ξεγελάσεις.
Ανέτοιμη για τη χαρά, δε σέρνεται στο πανηγύρι.

Περιμένει το φως της λύτρωσης,
να φωτίσει τις κρυφές πτυχές της.
Λαβύρινθος που περιμένει την Αριάδνη.
Μαζί θα περπατήσουμε, της λέει, χέρι – χέρι
και θα νικήσουμε τον φόβο,
που παραμονεύει στα κρυφά μονοπάτια.

 

ΑΓΑΛΛΙΑΣΗ

Άκουσα τη φωνή της ηρεμίας
και βαφτίστηκα στο νερό της σιωπής.
Ανάδοχός μου ο ήλιος που φωτίζει το διάβα μου.
Κολυμπήθρα η φύση που ξαναγεννιέται την άνοιξη
και ψαλμωδίες τα τιτιβίσματα των πουλιών.
Το όνομα μου, αγαλλίαση!

 

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΨΥΧΗΣ
ΑΝΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ

FRACTAL 07/03/2018

«Σαν σήμερα εκθέτω την ψυχή μου»

Η Μίνα Αθανασιάδου στο ποίημα «Η Ακρόπολη της ψυχής μου» που είναι και το τελευταίο της συλλογής, γράφει:
«Θησαυροί που είναι κρυμμένοι,/αφού δε βρέθηκε κάποιος να τους ανασκάψει,/περιμένουν την ανακάλυψή τους./Σαν σήμερα εκθέτω την ψυχή μου»

Αν και είναι το πρώτο της βιβλίο, η Αθανασιάδου, τολμά να απλώσει στις σελίδες του και να εκθέσει χωρίς φόβο, στα σαράντα ποιήματα της συλλογής, όλα αυτά που κρύβει στη ψυχή της και όπως μας λέει στο ποίημα που ανάφερα προηγουμένως «Θα ‘ταν σαν σήμερα που η Ακρόπολη της ψυχής μου άνοιξε τις πύλες της στους επισκέπτες της» καλώντας εμάς τους αναγνώστες να συνταξιδέψουμε «Ακούραστοι ταξιδιώτες μιας διαδρομής,/άλλοτε όμορφης,/ άλλοτε άσχημης/ Ταξίδι σύντομο ή ταξίδι μεγάλο. ./…/ Το όνομα του προορισμού: Λύτρωση» όπως γράφει στο ποίημα ΤΕΛΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
Ένα ταξίδι, λοιπόν, στη ψυχή και στους στοχασμούς της ποιήτριας.

Στο πρώτο ποίημα της συλλογής η Αθανασιάδου, γυναίκα και μάνα ευαίσθητη, μας μεταφέρει με τα λόγια ενός παιδιού , με τα λόγια κάθε παιδιού του σήμερα, την αγωνία, το πόνο την απογοήτευση και τα ξεφτισμένα όνειρα τους που τα αναγκάζουν να εγκαταλείψουν το τόπο τους γιατί η πατρίδα έχει αλωθεί.
Γράφει στο ποίημα Η ΠΑΤΡΙΣ ΕΑΛΩ

«Μαμά θα φύγω, με φοβίζει η Ελλάδα! /Φοράω τα ξεφτισμένα όνειρα,/το καπέλο της πατρίδας, κρεμώ στην καρδιά το φυλαχτό σου και αναχωρώ./Κι εγώ, η μάνα της νοσταλγίας, σκουπίζω τα δάκρυα/και στέλνω φιλιά στην οθόνη./Ακούω τις ειδήσεις. Άλλο ένα κτύπημα στον τοίχο./ Ο πολιορκητικός κλοιός καλά κρατεί.
Και κλείνει λέγοντας «Μη μου ευτελίζετε τα όνειρα,/τα έχω ανάγκη, για να ζήσω!»
Και σε ένα άλλο ποίημα το ΓΕΥΣΕΙΣ ΖΩΗΣ γράφει:
«Το γλυκό φιλί της νιότης μετουσιώθηκε σε πικρό./Ανείπωτες χαρές και λύπες,/λαχτάρα για ζωή, έρωτα, φιλία./Μέλι και γλυκό του κουταλιού το τέλος της προσμονής./Αγκάθι σε τριαντάφυλλο η απογοήτευση!

Στίχοι που αγγίζουν τη ψυχή μας και ζωγραφίζουν εικόνες που ο καθένας από μας τις έχει δει, στον περίγυρο του με τα νέα παιδιά που είτε φεύγουν μακριά είτε παραμένουν εδώ
αναζητώντας το ίδιο όνειρο, στη μια και μοναδική παράσταση ζωής. Και όπως η ποιήτρια μας λέει στο ποίημα ΘΕΑΤΡΟ. «Η παράσταση η ίδια είναι και πρόβα,/που παίζεται μόνο μια φορά!

Το βιβλίο όπως γράφει η Αθανασιάδου είναι αφιερωμένο στους γονείς της και στην αδελφή της που έφυγαν πρόωρα. Την εξομολόγηση αυτής της θλιβερής απώλειας την περιγράφει η ποιήτρια και με λόγο ήρεμο και γεμάτο αγάπη αναπολεί όλες εκείνες τις στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή και τη μνήμη.

Γράφει στο ποίημα «ΑΔΕΛΦΙΚΟ ΧΑΡΜΟΛΥΠΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ»

Σχημάτισα την εικόνα της νεανικής σου μορφής./ Αφομοίωσα τη χαρά σου στα νεανικά σκιρτήματα/ Αφουγκράστηκα τις απογοητεύσεις σου./ Ένοιωσα τον πόνο σου./ Αισθάνθηκα τη μοναξιά σου./ Κουράστηκα αγκομαχώντας μαζί σου./ Θρήνησα για αυτά που δεν πρόλαβες να ζήσεις,/ για τις χαρές που περίμενες,/ τις απραγματοποίητες ελπίδες./
Παραμέρισα τις δύσκολες στιγμές σου./ Οραματίστηκα τον παράδεισό σου/ και προχώρησα/

Η μνήμη του πατέρα είναι πάντα παρούσα στη ζωή της. Είναι μια «Ανάμνηση τυπωμένη στην εικόνα/που στέκεται αντίκρυ/και ρίχνει κλεφτές ματιές στη ζωή μου» μας λέει στο ποίημα ΠΑΤΡΙΚΗ ΦΙΓΟΥΡΑ. Μια ακόμα απώλεια που έχει χαρακώσει με μαχαίρι τη ψυχή.

Και για τη Μάνα στο ομότιτλο ποίημα η ποιήτρια μας χαρίζει ένα ύμνο λέγοντας:
«Ξενύχτι και καρτερικότητα,/υπομονή και απόγνωση,/χαρά και ελπίδα,/
αγάπη, αλλά όχι μίσος, φέρεις στη φαρέτρα σου μητέρα Περσεφόνη.
Μια στο φως, μια στο σκοτάδι, αναδύεσαι/και παλεύεις με τις αντοχές και με τους κόπους σου. …// Χαρούμενη ελπίδα ζωής στον αιώνιο θάνατο. Αλήθεια στο ψέμα του κόσμου.
Ατάραχο πέλαγος στη θάλασσα του πόνου./Δίνεις καταφύγιο στη λύτρωση,
προσφέροντας κομμάτια της ψυχής σου. /Μάνα εσύ, μοναδική!»

Η γραφή της Αθανασιάδου παραστατική και αληθινή περνάει μέσα στους στίχους της
της βαθύτατους ανθρωπιστικούς στοχασμούς και υπαρξιακούς προβληματισμούς.
Γράφει στο ποίημα «ΤΟ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ»

«Μεγάλες αλήθειες συνυπάρχουν με μικρά ψέματα/ Η προωρότητα της αντίστασης καιροφυλακτεί./ Οι μουσώνες της χαράς παλεύουν/ και διαπραγματεύονται τη στάθμη της θάλασσας των στεναγμών./ Η ψυχή ωρίμασε και θέλει να βγει από το καβούκι της./
Το τοπίο της ύπαρξης θολερό από τη μεγάλη απόσταση./ Αγγίγματα και πλάνες συνυπάρχουν στη μοναξιά του ιππότη της υπομονής»

για να κλείσει λέγοντας

«Κι εσύ παραμένεις συμμέτοχος παρατηρητής της ζωής σου,/που χάνεται στον ορίζοντα του χρόνου.»

Η ποιήτρια συμπάσχει και συμμετέχει στον ανθρώπινο πόνο όχι παθητικά. Ο λόγος της είναι μια παρότρυνση αφ’ ενός στον άνθρωπο να δώσει τον αγώνα του και να μη καταθέσει τα όπλα και αφ’ ετέρου να του ξαναδώσει ελπίδα και αξία στην ύπαρξη του οδηγώντας τον στο φως.
Στο ποίημα ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ γράφει:
«Ντύσου, στολίσου και βγες στο ξέφωτο της χαράς./ Σεργιάνησε τους ανθρώπους, τους συντρόφους και τους μοναχούς./ Γίνε ένα με τους αγγελιοφόρους της νίκης στον αγώνα της ζωής./ Πέταξε τον μανδύα της ήττας και στρέψε το βλέμμα στον ήλιο,/μέχρι να θαμπωθείς!»

Στο ποίημα ΧΑΜΟΓΕΛΟ με δύναμη ψυχής και πίστη στη ζωή προτρέπει
«Ένα καινούργιο αύριο σε περιμένει./ Κάνε το χαμόγελό σου λάβαρο της ψυχής/
στον δρόμο προς την ελπίδα./ Ποτέ οι στιγμές δεν είναι αιώνιες/ παρά μόνον ο χρόνος που διαγράφουν προς το μέλλον.»

Και στο ποίημα ΠΑΡΟΤΡΥΝΣΗ μας λέει
«Παράτα τη μιζέρια και αγωνίσου./Για τα παιδιά, για το μέλλον/που δεν έχει τέλος, μόνο αρχή./Αγάπησε και βγες στο ξέφωτο του εμείς.»

Η δημιουργός με ρομαντική διάθεση και νοσταλγική μνήμη, ανατρέχει στο παρελθόν
και καταγράφει στιγμές παρασέρνοντας τον αναγνώστη να ζήσει μαζί της εικόνες από τα περασμένα
Στο ποίημα ΣΑΝ ΤΑΙΝΙΑ ξετυλίγονται ένα -ένα τα πλάνα με τον παππού, τη γιαγιά, τη μελωδία των παιδικών χρόνων για να καταλήξει λέγοντας μας
«Άτυπες μνήμες ζωντανεύουν στην οθόνη του σήμερα/χαρίζοντας ωραίες στιγμές.»

Στο ποίημα ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ μας λέει «Τρικάταρτο καράβι η ανάμνηση/σε ταξιδεύει σε γαλήνιες θάλασσες/κάτω από ανέσπερους ουρανούς/ που βασιλεύει ο έρωτας. Το πρώτο κατάρτι ο πόθος/Το δεύτερο η προσμονή/Το τρίτο η σμίξη».

Και στο ποίημα ΑΝΑΜΝΗΣΗ πολύ παραστατικά δίνει μια ποιητική εικόνα της παροτρύνοντας μας παράλληλα στο δρόμο της αγάπης που φέρνει τη λύτρωση.
«ανάμνηση γόνιμη,/που γεννάς ελπίδες και χαρές,/πορεύσου στον λόγγο της αγάπης και σύναξε τα άνθη σου./Να, τα μύρτιλλα της καρτερίας στην απέναντι όχθη./Τρέξε να τα κόψεις και πιες τον χυμό τους!/Λυτρώσου, έχεις ακόμη χρόνο!»

Η αγάπη όπως μας λέει η ποιήτρια είναι αυτή που οδηγεί στη λύτρωση.
«Μέσα μου κυλάς, αγάπη, σαν ποτάμι./Ποτίζεις τις μοναξιές/κι αυτές ανθίζουν συντροφιές.» μας λέει στο ποίημα Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.
Τα συναισθήματα της απογοήτευσης, της μελαγχολίας που προκαλεί η μοναξιά
στον άνθρωπο , της ελπίδας που εξανεμίζεται γίνονται ο άνεμος που τον σπρώχνει να δραπετεύσει από τη φυλακή του. Κι αυτή η ΑΓΙΑ ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΗ μας λέει στο ομότιτλο ποίημα σε τροφοδοτεί και «Διατρέχεις τους δρόμους και τα ποτάμια/της αιματοβαμμένης πατρίδας σου./Στο διάβα σου σπέρνεις κι άλλες ελπίδες,/που ενώνονται και γεννούν καινούργιες./Ο κόσμος ευωδιάζει κι εσύ αγκαλιάζεις το τρόπαιο της χαράς/και της ειρήνης./ Γεννήθηκες για να αγαπάς.» Και σε ένα άλλο ποίημα το ΨΥΧΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΟΣ
μιλώντας για το λουλούδι της αγάπης θα μας πει. «Ζητιάνος της λησμονιάς θα γίνεις/και θα μαζέψεις τις λύπες των ανθρώπων./Με αυτές θα χτίσεις τα θεμέλια της χαράς/και θα υψώσεις τον πύργο της λύτρωσης.»
Στο κόσμο της αγάπης όπως τον αισθάνεται η δημιουργός ακόμα κι όταν προκαλέσει πόνο
αναζητά τη λήθη «Άνοιξε μου τα φτερά της λήθης./Βάψε μου τους τοίχους άσπρους!/
Η καλύτερα γκρέμισε τους!» μας λέει στο ΜΑΥΡΟΙ ΤΟΙΧΟΙ
Και όταν ακόμα η Αγάπη και το μίσος η λύπη και η οργή παλεύουν μεταξύ τους σ αυτό το πόλεμο των συναισθημάτων η ποιήτρια θα πει στο ποίημα ΠΙΚΡΗ ΟΡΓΗ
«Το ουράνιο τόξο περιμένει να προβάλει,/όπως ο θεατρίνος στο παρασκήνιο/και να παίξει τον ρόλο της ανακούφισης»

Στη ποίηση της Αθανασιάδου βλέπουμε να συμπλέουν ο υπαρξιακός και κοινωνικός στίχος που τονίζουν τον στοχαστικό χαρακτήρα της και να δικαιώνουν τον τίτλο της συλλογής.
Στους στοχασμούς της ψυχής της ποιήτριας δεν μένουν απ’ έξω ο τόπος που ζει δίπλα στη θάλασσα.

«Η Σαλονίκη φορώντας τη βραδινή της τουαλέτα,/ερωτική και σαγηνευτική, ετοιμάζεται να υποδεχτεί τους θαμώνες της/για άλλη μια μεθυστική νύχτα.» μας λέει στο ποίημα ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ Θεά και στο ένα ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ μια πολύ όμορφη εικόνα της πόλης από μακριά «Η Σαλονίκη μακριά κοιμισμένο μελίσσι στον ορίζοντα./Κάποιες ακτίνες ξέφυγαν από τα σύννεφα και χαϊδεύουν τη θάλασσα»
Οι στοχασμοί της ψυχής της τυλίγουν μέσα τους όχι μόνο τη Σαλονίκη αλλά όλη την Ελλάδα. Γράφει στο ποίημα ΑΚΡΟΓΙΑΛΙ
«Η θάλασσα δειλά – δειλά χαϊδεύει το ακρογιάλι/../ Το όμορφο πρόσωπο της αγαπημένης πατρίδας./Μια από τις χίλιες όψεις της, πολυαγαπημένη!»
Και στο ποίημα ΘΑΛΑΣΣΑ θα μας πει «Πλανεύτρα θάλασσα όταν ηρεμείς ακτινοβολείς σαγήνη/Δροσίζεις τους αγαπητικούς σου που βουτάνε εντός σου/και τους αγκαλιάζεις με ηδονή.»
Για τη Μίνα Αθανασιάδου η ψυχή μέσα από το λαβύρινθο της Αριάδνης με την αγάπη και την ελπίδα φτάνει στο φως της λύτρωσης και στην Ανάσταση.
Οι στοχασμοί της είναι ένα ταξίδι ενδοσκόπησης της ψυχής μας και ένας ξεχωριστός ποιητικός λόγος.

 

.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.