Η Σοφία Ιακωβίδου γεννήθηκε και ζει στην Θεσσαλονίκη, με καταγωγή από τα Κοτύωρα και το Καρς του Πόντου. Διπλωματούχος της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ με συναφές μεταπτυχιακό στις σπουδές της, καθώς και ΜΑ στην «Δημιουργική γραφή» (ΠΔΜ – ΑΠΘ). Από το 2015 δραστηριοποιείται ενεργά στον Ποντιακό χώρο. Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Μέριμνας Ποντίων Κυριών, της Επιτροπής Ποντιακής Διαλέκτου της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, καθώς και αρκετών άλλων σωματείων, όπως η Εύξεινος Λέσχη Θεσσαλονίκης. Από το τέλος του 2023 είναι μέλος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και εκλεγμένη Δημοτική Σύμβουλος στον Δήμο Νεάπολης – Συκεών. Μέλος της γυναικείας ομάδας IFONITIS GYNAIKES SYGRAFEIS και του συλλόγου Εστία Γυναικών Νεάπολης. Γράφει ποιήματα και στίχους στην ποντιακή, ορισμένα από τα οποία έχουν μελοποιηθεί. Παραδίδει μαθήματα Δημιουργικής Γραφής για ενήλικες στη Δημοτική βιβλιοθήκη Νεάπολης. Έχει συμμετάσχει σε Διεθνή Συνέδρια και ημερίδες που αφορούν στην Ποντιακή γλώσσα και λογοτεχνία. Έχει οργανώσει και συμμετάσχει σε πολιτιστικά δρώμενα στην πόλη της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο. Πέραν όλων όμως, αυτό για το οποίο δηλώνει περήφανη είναι τα τρία καμάρια της, οι γιοι της, ο Παναγιώτης, ο Γιώργος κι ο Νικόλας.
.
.
ΤΗ ΨΗΣ -Ι-Μ’ ΘΑΛΑΣΣΑΚΡΙΑ (2024)
ΕΓΑΠ’Σ ΓΕΝΝΗΜΑΣΙΑ
ΑΝΑΣΠΑΛΤΑ
ΑΝΤΕΤΙΑ
.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ
Fractal 3/12/2024
Ποίηση στην ποντιακή διάλεκτο
Ο λογότυπος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας είναι Γλώσσαν νωμάν, έκφραση που αποδίδεται στον Σιμωνίδη τον Κείο. Τη δυσμετάφραστη πολυσημία της απέδωσε πριν χρόνια ο καθηγητής Δημήτρης Μαρωνίτης σε άρθρο του στο Βήμα: «Μοίραζε σωστά τη γλώσσα· να την κουμαντάρεις καλά ώστε να βρίσκει τον στόχο της· να την κυβερνάς όπως ο καπετάνιος το πηδάλιο ενός πλοίου· τέλος, να την σκέφτεσαι και να την στοχάζεσαι».
Τα τελευταία χρόνια η προσοχή των γλωσσολόγων έχει στραφεί στη διάσωση γλωσσικών ιδιωμάτων που κινδυνεύουν. Προσπαθούν να διαφυλάξουν το λεξιλόγιο και τη μορφολογία τους. «Μια γλώσσα δεν είναι φτιαγμένη από λέξεις και γραμματική» γράφει ο Άντονι Άρισταρ, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, από τους πρωτεργάτες του ενημερωτικού ιστότοπου (www.linguistlist.org) για τις γλώσσες που κινδυνεύουν. «Είναι ένα δίκτυο από ιστορίες που συνδέουν όλα τα πρόσωπα που κάποτε χρησιμοποιούσαν αυτή τη γλώσσα, έχει μέσα του όλα τα πράγματα που αυτά τα πρόσωπα έκαναν όλα μαζί και όλες τις γνώσεις που η γλωσσική κοινότητα άφηνε στους απογόνους της. Ο θάνατος μιας γλώσσας είναι όπως ο θάνατος ενός είδους, μαζί της χάνεται ένας κρίκος της αλυσίδας και όλα όσα το τμήμα αυτό σήμαινε για το όλο».
Η Σοφία Ιακωβίδου γράφoντας στην ποντιακή την ποιητική της συλλογή «Τη ψης –ι-μ-’ θαλασσάκρια» (Μετρονόμος, 2024), σε μια δηλαδή από τις διαλέκτους της Ελληνικής γλώσσας, συμβάλλει στη διάσωση της παράδοσης. Το θέμα είναι εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Η ποντιακή, που διαμορφώθηκε πριν από αιώνες στον Πόντο της Μικράς Ασίας, συνεχίζει να αρθρώνεται και στις ημέρες μας. Δεν αποτελεί γλώσσα, αλλά διάλεκτο, όρο που προσδιόρισε ο Εμμανουήλ Κριαράς στο «Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας»: «τοπική μορφή γλώσσας με σημαντικές φωνολογικές, μορφολογικές, λεξιλογικές και συντακτικές αποκλίσεις από την κοινή γλώσσα».
Πολλά έχουν γραφεί για την ποντιακή διάλεκτο, μια ιδιωματική παραλλαγή της ελληνικής γλώσσας με διαχρονική πορεία, έναν ζωντανό συνδετικό κρίκο με τις αρχαιοελληνικές διαλέκτους. Επισημαίνουμε την άποψη του γλωσσολόγου Δημοσθένη Οικονομίδη, διευθυντή άλλοτε του Μεσαιωνικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών (1858-1938):
«Η διάλεκτος, η λαλουμένη υπό των Ελλήνων από αρχαιοτάτων χρόνων ως τα παράλια του Ευξείνου Πόντου εγκατεστημένων εξ αρχής ιωνική ούσα, συν τω χρόνω τοιαύτην έλαβε εξέλιξιν μακράν της Ελλάδος, ώστε διασώσασα ολίγα στοιχεία εκ της ιωνικής, ικανά αρχαιοπινή στοιχεία, προσέλαβεν και πολλάς λέξεις και γραμματικούς τύπους εκ της μεσαιωνικής και βυζαντινής γλώσσης, άτινα διετήρησεν αυτουσίως».
Εκφραζόμενη ποιητικά μέσω της διαλέκτου των προγόνων η Σοφία Ιακωβίδου από τη μια συμμετέχει στην αλυσίδα της ποιητικής δημιουργίας και από την άλλη, αντλώντας από τον θησαυρό της ελληνικής γλωσσικής παράδοσης, αναδεικνύει τη γοητεία της ντοπιολαλιάς την οποία περιόρισε στις σύγχρονες κοινωνίες η εξαφάνιση της τοπικής κοινότητας και η τεχνολογία.
Τη συλλογή αφιερώνει στη μνήμη «της καλομάνας-ι-μ’ τη Τσόφας, που στις σιωπές και στο πείσμα της συνάντησα τον ξεριζωμό μιας ολόκληρης γενιάς» και τη χωρίζει σε τρεις ενότητες: ΕΓΑΠ’Σ ΓΕΝΝΗΜΑΣΙΑ, ΑΝΑΣΠΑΛΤΑ…, ΑΝΤΕΤΙΑ. Μέσω των ενοτήτων, συνδέει την ποίησή της με την εκτεταμένη στην ελληνική παράδοση θεματική του έρωτα, όπως και με τα έθιμα και την ιστορία των Ελλήνων του Πόντου.
Τα ποιήματα είναι κυρίως δίστιχα ζευγαρωτής ομοιοκαταληξίας, με διασκελισμούς. Τα ερωτικά δίστιχα και άσματα, οι ρίμες της αγάπης, έρχονται από τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες, από τον 15ο κυρίως αιώνα, συνιστώντας εξαιρετικά δείγματα πρώιμης λαϊκής και λαϊκότροπης νεοελληνικής ποίησης. Ωστόσο και σήμερα είναι ιδιαίτερα αγαπητά. Τραγουδιούνται και απαγγέλλονται στους γάμους από ανώνυμους δημιουργούς οι οποίοι αυτοσχεδιάζουν πάνω στη σταθερή τους φόρμα, αν και παρατηρούμε επίσης δημιουργίες από επώνυμους ποιητές, όπως ο Κ. Μόντης, ο Κ. Χαραλαμπίδης και άλλοι.
Χαβεζλούκια
Με το νερόπον τη βρεχ̌ής θα πλύνω τα μαλλία σ’
με το γλυκύν το φίλεμα μ’ θα στολίζω τα ψ̌ήα σ’
τσάμι͜ας έεις τα μαλλόπα σ’ και ρούζ’νε απάν’ σ’ ωμία σ’
αέτσ’ θα πλέκω, κορτσόπο μ’, τα χ̌έρι͜α μ’ σην καρδία σ’
ας σο μαβίν τη θάλασσας, τ’ ομμάτι͜α σ’ εμορφίζω
ας σα κασκαούτας, αρνί μ’, τα μάγ’λα σ’ κοκκινίζω
τρανόν τ’ εμόν το χαβεζλούκ’ κι όντες τερώ σε, πουλί μ’,
τ’ εμόν η κάρδι͜α τουρουλεύ’, πασ̌τάν χάνω τ’ αχούλι μ’ (σελ. 27)
Στη συλλογή της Ιακωβίδου διακρίνουμε επίσης ποιήματα με ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους και τομή στην όγδοη συλλαβή που ακολουθούν την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού, όπως και πιο ελεύθερα.
χ̌ιονοτσίτσεκο μ’
Άσπρον και χ̌ιονοτσίτσεκον κι άμον ζιμπίλ- τσ̌ιτσ̌άκι
αμύριχτον κι αμάραντον ας ση Θεού έν’ η χάρη σ’
με το χαμόγελον τ’ εσόν όλι͜ον τον κόσμο χτίζω
και ας σο ψ̌όπο σ’ παίρω φως κι όλεν τη γην φωτίζω
ας σα πεγάδι͜α το νερόν, κρύον έν’ παγωμένον
άμα ας σ’ εσά τα χ̌είλοπα αποδιψώ ο καμένον
για το χατίρι σ’, πούλοπο μ’, τα στράτας έχω οσπίτι
κι ατώρα εσύ τερείς σεΐρ και κόφτς τ’ εμόν τ’ ομούτι (σελ. 12)
Οι συνθέσεις της Σοφίας Ιακωβίδου έχουν συγκινησιακό υπόβαθρο. Μία ποιητική φωνή μιλάει με το «εγώ» ή με το «εσύ» και αποτυπώνει με τρόπο λυρικό τον έρωτα και την αγάπη, την πίκρα και την απογοήτευση. Ο λόγος είναι πυκνός, άμεσος, ζωντανός, με επαναλήψεις, εικόνες, προσωποποιήσεις, αντιθέσεις. Διάλογοι ενισχύουν την παραστατικότητα, ενώ τα άσκοπα ερωτήματα και οι στερεότυπες εκφράσεις, συνηθισμένα μοτίβα των δημοτικών τραγουδιών, συνδέουν με την αντίστοιχη παράδοση.
Η Ιακωβίδου τραγουδά τον έρωτα, την αγάπη, το πάθος, όμως διεκτραγωδεί και τα πάθη των Ελλήνων και Ελληνίδων του Πόντου. Γεμάτη νοσταλγία η φωνή φέρνει στη μνήμη τα έθιμα και τις πατροπαράδοτες παραδόσεις, τον εκτοπισμό, τις χαμένες πατρίδες, την τραγωδία. Τα ρήματα αροθυμώ και κλαίω κυριαρχούν.
Ας ση Σαμψούνταν ους το Καρς
Ποτάμι͜α αγεφύρωτα και στράτας χαλαγμένα
πατρίδα μ’, αραεύω σε κι επέμ’να αδά σα ξένα
εκεί τ’ οσπίτι͜α άκλερα, έρημα τ’ εγκλεσίας
εκεί χαρά ’κ’ ευρίεται, όλι͜α πίσσα σκοτίαν
σα παρχαρόπα τ’ έμορφα, χλοάδα ’κί φυτρώνει
αρ’ έλα, ψ̌η μ’, κι άλλο μ’ εβγαίντς, επέμ’να ορφανόν -ι
Τραντέλλενας ο κύρ’ τ’ εμόν, ρομάνα έτον η μάνα μ’
ας ση Σαμψούνταν ους το Καρς, πασ̌τάν κόφκεται η καρδι͜ά μ’ (σελ. 38)
Ο λυρισμός και η συγκίνηση χαρακτηρίζουν τον ποιητικό λόγο της Ιακωβίδου. Είναι σπουδαίο ότι στις ημέρες μας γράφεται διαλεκτική ποίηση. «Κάθε φορά που μια γλώσσα περιπίπτει σε αχρηστία, πεθαίνουν παραδόσεις, γνώσεις, έργα τέχνης» γράφει ο Γιώργος Αγγελόπουλος.i Η γλωσσική παγκοσμιοποίηση βάζει σε κίνδυνο διαλέκτους και ιδιώματα, μνήμες και έθιμα. Η Σοφία Ιακωβίδου με την ποιητική της συλλογή «Τη ψης –ι-μ-’ θαλασσάκρια» διατηρεί άσβηστη την ποντιακή γλώσσα και μνήμη.
Γλωσσάρι
άκλερα: άκληρα, φτωχά, δυστυχή, ταλαίπωρα (εδώ κτήματα ακληρονόμητα)
αμάραντον: το άνθος αμάραντον
αμύριχτον: που δεν το έχει μυρίσει κάποιος
αποδιψώ: ξεδιψώ
ζιμπίλ- τσ̌ιτσ̌άκι: ζουμπούλι
κασκαούτα: παπαρούνα
ομούτιν: ελπίδα
ρομάνα: η παρχαρομάνα ( κατ’ άλλη εκδοχή ως ρωμάνα: η γυναίκα υπήκοος της Ρωμανίας)
στράτας: δρόμοι
τερώ σεΐρ: απολαμβάνω βλέποντας
τουρουλεύω: παύω, σταματάω
τσάμι͜ας: πλεξούδες
χαβεζλούκια: πόθοι, επιθυμίες, γούστα