Ο Ν.Γ. Λυκομήτρος γεννήθηκε το 1977 στην Αθήνα. Σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία και έκανε μεταπτυχιακό στη Μετάφραση-Μεταφρασεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 2010 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Ιχνηλάτες του τέλους» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης), η οποία την επόμενη χρονιά κυκλοφόρησε σε δίγλωσση έκδοση (ισπανικά-ελληνικά) υπό τον τίτλο “Rastreadores del Fin” (Ediciones Idea), σε μετάφραση και επιμέλεια του ποιητή Mario Domínguez Parra. Τον Μάιο του 2011 δημοσίευσε τον κύκλο ποιημάτων με τίτλο «Θροΐσματα Θανάτου» στο πλαίσιο της μηνιαίας ψηφιακής έκδοσης «Λογοτεχνικά Σημειώματα» (Τεύχος 9), που επιμελείτο ο ποιητής Θοδωρής Βοριάς. Το 2012 εξέδωσε το θεατρικό έργο “Dead End: Μητροπολιτικό ψυχόδραμα σε τρεις πράξεις” (Εκδόσεις Βακχικόν). Διατηρούσε τη στήλη «Ποιήματα και Χίμαιρες» στο fanzine Chimeres (Τεύχη 22-28, 2012-2014), ενώ είναι ο διαχειριστής του ιστολογίου «Ο ήχος της απώλειας». Τον Απρίλιο του 2024 εξέδωσε τη δεύτερη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Ο ήχος της απώλειας» (Εκδόσεις Βακχικόν).
.
.
Ο ΗΧΟΣ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ (2024)
ΟΙ ΔΡΑΠΕΤΕΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟΥ
Στη μνήμη του J.-L. Godard
«ΟΥΡΕΣ ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΩΝ ΣΧΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΙ
ΣΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΟΔΟΥΣ»
Οι μικροαστοί αναζητούν το ύστατο καταφύγιο
στις πατρογονικές εστίες
και στις αναμνήσεις ενός παρελθόντος
που δεν υπήρξε ποτέ!
«ΒΑΡΥΣ Ο ΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΔΟ
ΤΟΥ ΔΙΗΜΕΡΟΥ»
Μηχανοκίνητα όνειρα αγορασμένα με δανεικά
μετατρέπονται σε φέρετρα από λαμαρίνα
«Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΚΔΡΟΜΕΩΝ»
Ανώμαλη προσγείωση στην καθημερινότητα
μέχρι την επόμενη ψευδαίσθηση απόδρασης.
Ο ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΚΕΡΑΣΙΑΣ
Τρεκλίζεις μονάχος στην κυβερνοαρένα.
Ακούς τις φωνές των θηρίων από τα ακουστικά σου.
Πληκτρολογούν λυσσαλέα και σε παρακινούν να προχωρήσεις.
Άλλοι πάλι προσπαθούν να τηρήσουν τα προσχήματα
κι επιχειρούν να σε αποτρέψουν.
Μοιάζεις με σαμουράι που ακολουθεί τον «Κώδικα Μπουσίντο».
Θάνατος δι’ απαγχονισμού
σε απευθείας σύνδεση μέσω διαδικτύου.
Αυτοκτονία σε live streaming.
Η σύνδεση διακόπτεται απότομα.
Ας δούμε το επόμενο βιντεάκι
ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Λεωφορεία
-νεκροφόρες ψυχών-
μεταφέρουν τους πεσόντες του 8ώρου
από και προς την εργασία τους.
Κι εκείνοι συνομιλούν στα κινητά τους τηλέφωνα
ή στέλνουν μηνύματα SMS
αναζητώντας διεξόδους,
εφήμερους έρωτες,
απαντήσεις σε ερωτήματα
που ποτέ δεν έθεσαν.
Ενίοτε ανταλλάσσουν προγνωστικά
για τους αγώνες ποδοσφαίρου,
που (εκτός από σύγχρονο όπιο του λαού)
έχουν εξελιχθεί και σε υπέρτατο αντικείμενο τζόγου.
Τα πρόσωπα εναλλάσσονται
αλλά επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα.
Επόμενη στάση: ΑΔΙΕΞΟΔΟ
Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ
Η παιδική αθωότητα καθοδηγείται εντέχνως
προς τη θρησκευτική κανονικότητα
όπως επιτάσσει η πλειοψηφία του 99%
που έλεγε και «ο μακαριστός».
Έτσι, πολλαπλασιάζεται το ποίμνιο
με γεωμετρική πρόοδο
και αυξάνονται αντιστοίχως
οι εν δυνάμει αιμοδότες της Νύμφης του Ιησού.
«Παρακαλώ ό,τι προαιρείσθε
για την αποπεράτωση του Ιερού Ναού».
Μακάριοι οι ευεργέτες
διότι αυτοί θα εξασφαλίσουν
μια θέση βορείως της κολάσεως.
ΕΛΕΓΕΙΑ POST-MORTEM
Στη μνήμη της Κατερίνας Γώγου
Γεννήθηκες Τρία κλικ αριστερά
τριγύριζες στους δρόμους των Εξαρχείων
φορώντας Το ξύλινο παλτό σου
και το αδίκημά σου Ιδιώνυμο.
Στην ψυχή σου πάντα. Οκτώβριος
Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών.
Όταν σε ρωτούσαν πώς λέγεσαι, απαντούσες:
Με λένε Οδύσσεια!
Και τώρα, τι απέμεινε;
Τίποτα άλλο παρά μόνο Νόστος,
τ’ όνομά σου στη λίστα με τους Απόντες
κι η φωνή σου να μου λέει: Τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε…
ΤΟ ΠΑΝΩΦΟΡΙ
Κάθε πρωί φοράω πανωφόρι τη μοναξιά μου
κλείνω την πόρτα πίσω μου
και πηγαίνω στη στάση
για να πάρω το λεωφορείο.
Αναμένω σιωπηλός
μαζί με τους υπόλοιπους ζωντανούς-νεκρούς
αλλά το πανωφόρι με βαραίνει στους ώμους.
Ύστερα έρχεται το λεωφορείο
κι όλα ξεχνιούνται μονομιάς
καθώς βυθίζομαι στη δίνη της εργασίας.
Ως το επόμενο πρωί
που θα φορέσω πάλι το πανωφόρι
και θα σύρω τα βαριά βήματά μου
μέχρι τη στάση.
ΕΡΩΤΙΚΗ ΡΑΨΩΔΙΑ ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ
Όταν τα αγκομαχητά μας συντονίζονται,
όταν οι ανάσες μας βαραίνουν,
όταν τα κορμιά μας πάλλονται,
τότε είναι, ίσως, η μοναδική στιγμή
που μπορώ να αφεθώ και να ξεχάσω τα πάντα.
Ξέρω πως δεν θα ’χω ποτέ ξανά
(κι ίσως να μην είχα ποτέ)
εκείνο το ανέμελο βλέμμα του εφήβου
που κοιτά το αντικείμενο του πόθου του
με μια ανεπιτήδευτη αθωότητα
αλλά μου φτάνει
που είμαστε ε δ ώ μ α ζ ί τ ώ ρ α.
THE SECRET ANNEX
Η Ελπίδα ξεγλιστράει μέσα από την περιστρεφόμενη βιβλιοθήκη.
Ανεβαίνει την απότομη σκάλα και κοντοστέκεται στο συσκοτισμένο
δωμάτιο.
Ζωή στο παρασκήνιο – μόνη λύση για την επιβίωση.
Η Ελπίδα παίζει κυνηγητό με την Απελπισία στον δεύτερο όροφο
της μονοκατοικίας.
Τρέχει σιωπηλά, χωρίς να βγάζει άχνα, για να μην την ακούσει
η διερχόμενη περίπολος.
Στο βάθος καραδοκεί η Προδοσία.
Άμστερνταμ, Οδός Prinsengracht 263, 4 Αυγούστου 1944.
.
ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ (2010)
ΚΑΤΑΔΙΚΗ
Λιγοστό το φως σε μια γωνιά του δωματίου.
Ατέλειωτες διαδοχικές εικόνες στην οθόνη.
Ο ήχος ενός αυτοκινήτου που απομακρύνεται.
Βιβλία, σημειώσεις, γράμματα, ευχετήριες κάρτες.
Απομεινάρια ενός μακρινού παρελθόντος.
Μακάβριος ο ύπνος των ανθρώπων.
Σέρνεις το κουρασμένο σου κορμί μέχρι το κρεβάτι.
Αναπνέεις αργά και σταθερά μα κυρίως αθόρυβα.
Προσπαθείς να ουρλιάξεις αλλά σωπαίνεις.
Σου πήρε καιρό να καταλάβεις ότι
η δική σου καταδίκη είναι η μοναξιά.
ΠΑΡΑΔΟΣΗ
0 χρόνος κυλά αργά, βασανιστικά
Οι ίδιες φράσεις επαναλαμβάνονται διαρκώς
Τα πρόσωπα γύρω μου δεν εναλλάσσονται
Η ομίχλη με κυκλώνει
Η ψυχή έχει αφήσει το σώμα προ πολλού
Το κορμί εξαϋλώνεται σταδιακά
Αναμνήσεις δεν υπάρχουν
Ο κύκλος ολοκληρώθηκε.
ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ
Είμαι η επιθυμία που δε θα πραγματοποιηθεί
Είμαι η σκέψη που χάνεται στα βάθη του μυαλού
Είμαι η ενοχλητική ονείρωξη που δε λέει να σταματήσει
Είμαι το ουρλιαχτό που δε θ’ ακούσει κανείς
Είμαι το βιβλίο που μένει σκονισμένο στο ράφι
Είμαι το κρεβάτι στο οποίο δεν ξάπλωσε ποτέ κανείς
Είμαι το κερί που συνεχώς σβήνει απ’ τον αέρα
Είμαι ένα σπασμένο ποτήρι
Είμαι ένα σμήνος πουλιών χωρίς φτερά
Είμαι ο γείτονας που πέθανε στο διπλανό διαμέρισμα
Είμαι η πόρνη που δεν παίρνει χρήματα
Ή μήπως δεν είμαι τίποτα απ’ όλα αυτά;
ΚΑΝΕΝΑ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ
Η νιότη είναι μια ψευδαίσθηση που διαρκεί
περισσότερο απ’ τις συνηθισμένες ψευδαισθήσεις.
Η νιότη σού επιτρέπει να εναποθέτεις τις ελπίδες
σου στο μέλλον. Η νιότη είναι το άλλοθι
που προσφέρεται σε όλους ανεξαιρέτως τους
ανθρώπους. Όταν όμως τα χρόνια περάσουν, ο
κλοιός αρχίζει να σφίγγει όλο και περισσότερο.
Και τότε η φλόγα της νιότης γίνεται το
ανθρωποκτόνο πυρ που σου καίει τα σωθικά και
συμπαρασύρει τα πάντα στο διάβα του. Καθίσταται
σαφές πως είναι πια αργά για οτιδήποτε.
ΔΕΚΑ ΕΚΔΟΧΕΣ ΜΙΑΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ
Σημείωμα 1ο (Η Εκδοχή του Άθεου)
Εδώ και πολλά χρόνια
καθηγητές, ιερείς και μοναχοί
έχουν βαλθεί να με πείσουν
πως η ζωή είναι ένα δώρο
το οποίο έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους.
Συνεπώς θα ήταν καθαρή τρέλα
να πετάξει κανείς αυτό το δώρο.
Απ’ την άλλη βέβαια, το να φύγει κανείς απ’ τη ζωή
ισοδυναμεί με την περιφρόνηση της θεϊκής εντολής.
Έτσι πήρα αυτήν την απόφαση
ως μια ύστατη πράξη εξέγερσης έναντι του Θεού.
Σημείωμα 2ο (Η Εκδοχή του Ερωτευμένου)
Είναι προφανές πως αφού δεν τρώω,
δεν κοιμάμαι και δεν εργάζομαι,
έχω πάρα πολύ χρόνο να σκεφτώ.
Το μεγαλύτερο κομμάτι των σκέψεών μου
είναι αφιερωμένο σε σένα.
Όμως, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει συνήθως,
εγώ δε σκέφτομαι το μέλλον και την κοινή μας ζωή.
Ψάχνω να βρω έναν τρόπο ώστε να ενωθούμε μια για πάντα.
Νομίζω πως τελικά τον βρήκα.
Ελπίζω να συμφωνήσεις μαζί μου.
Σημείωμα 3ο (Η Εκδοχή του Οικογενειάρχη)
Όλ’ αυτά τα χρόνια προσπάθησα
ν’ αντεπεξέλθω στις δυσκολίες.
Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα,
μα δεν ήταν αρκετό.
Ένιωσα τις ευθύνες να με πνίγουν.
Δε στάθηκε δυνατό να τηρήσω τις υποσχέσεις μου.
Τώρα θα πρέπει να ζήσω με τις τύψεις.
Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο.
Μπροστά σ’ αυτή την προοπτική,
ακόμα και ο θάνατος μου φαίνεται πιο προσιτός.
Είναι, αν θέλεις, ο εύκολος τρόπος διαφυγής.
Σημείωμα 4ο (Η Εκδοχή του Καθηγητή)
Επί είκοσι συναπτά έτη
διδάσκω τα ίδια πράγματα με τον ίδιο τρόπο.
Έχω χάσει κάθε ενδιαφέρον γι’ αυτή την ιστορία.
Ήλπιζα πως θα το παρατηρούσε κάποιος
και θα ζητούσε να με απολύσουν.
Όμως όλοι είναι χαμένοι στο μικρόκοσμό τους.
Αν δεν πάω αύριο στη δουλειά
δε θα το παρατηρήσει κανείς.
Άρα πρέπει να πάρω πιο δραστικά μέτρα.
Σημείωμα 5ο (Η Εκδοχή του Νέου)
Μπορεί να μην έχω ζήσει και πολλά χρόνια,
αλλά έχω καταλάβει προς τα πού πηγαίνουν τα πράγματα.
Εδώ και αρκετό καιρό προσπαθώ
να εκμεταλλευτώ το χρόνο μου όσο το δυνατόν καλύτερα,
μα δε βρίσκω κάτι αξιόλογο να κάνω.
Ίσως ήρθε η ώρα να βιάσουμε την ιστορία
και να επιταχύνουμε τις εξελίξεις.
Έτσι κι αλλιώς, ποτέ δεν υπήρξα νέος.
Σημείωμα 6ο (Η Εκδοχή του Ηλικιωμένου)
Ξόδεψα τόσα χρόνια αναζητώντας κάτι
που ήξερα απ’ την αρχή πως δε θα το έβρισκα ποτέ.
Τώρα πια έχω καταλάβει ότι η ευτυχία
είναι μια ψευδαίσθηση που διαρκεί ελάχιστα.
Έχω επίσης συνειδητοποιήσει πως το κυνήγι της
οδηγεί στην κατασπατάληση του χρόνου ζωής
που έχει δοθεί στον καθένα από μας.
Αφού λοιπόν κατανάλωσα (σχεδόν)
το χρόνο που μου αναλογούσε,
αποφάσισα να επιστρέψω το υπόλοιπο που μου απομένει.
Υπάρχει άλλωστε και η μετενσάρκωση. Ή μήπως όχι;
Σημείωμα 7ο (Η Εκδοχή του Αποτυχημένου Εραστή)
Προσπάθησα και ξαναπροσπάθησα.
Επιστράτευσα όλες μου τις δυνάμεις.
Χρησιμοποίησα όλα τα μέσα (θεμιτά και αθέμιτα).
Παραμέρισα την αξιοπρέπεια και τον εγωισμό.
Όμως δεν ήμουν ικανός να πετύχω την παραμικρή νίκη.
Τελικά η απόρριψη έγινε συνήθεια.
Τώρα το μόνο που φοβάμαι
είναι να μη με απορρίψει ο θάνατος.
Σημείωμα 8ο (Η Εκδοχή του Επαναστάτη)
Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης αργεί να έρθει.
Οι προλετάριοι (λούμπεν και μη)
δε λένε να σπάσουν τις αλυσίδες.
Ο λαός επιμένει ν’ ακολουθεί τις φωτισμένες πρωτοπορίες.
Η κοινωνία του θεάματος εξακολουθεί να αντιστέκεται.
Η πατριαρχία συνεχίζει να υφίσταται.
Κι εγώ, που δεν είμαι καν επαγγελματίας επαναστάτης,
λέω να πάω να ξεκινήσω μια δεύτερη εωσφορική εξέγερση
βαδίζοντας στο αριστερό μονοπάτι.
Σημείωμα 9ο και 10ο (Η Τελική Εκδοχή)
Βαρέθηκα να είμαι το σκιάχτρο
αυτού του ιδιότυπου ψυχιατρείου.
Τα χάπια που μου έδιναν δεν τα κατάπινα, τα συγκέντρωνα.
Τώρα έχω ένα πολύχρωμο σύνολο από δαύτα
και σκέφτομαι αν πρέπει να τα καταπιώ
ή να τα διαλύσω σε νερό.
Όπως και να ’χει, θα στενοχωρήσω τους θεοσεβούμενους.
Θα σε πάρω και σένα μαζί, για συντροφιά.
Έτσι δε θα βρεθεί κανείς να ειδοποιήσει τους δικούς μου.
Τα βιβλία μου τα πέταξα. Δε θα μου χρειαστούν.
Ευτυχώς το σώμα μου είναι σφριγηλό και νεανικό,
οπότε θα το καλοδεχτεί ο ιατροδικαστής.
Αν ξαναγεννηθώ, ελπίζω να μην ξανακάνω τα ίδια λάθη.
Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ βαρετό.
Μάλλον θα διαλύσω τα χάπια σε νερό.
Ίσως το μείγμα δώσει λίγο χρώμα στη ζωή μου…
ΖΗΤΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
0 έρωτας είναι ένας οδοστρωτήρας
που ισοπεδώνει τα πάντα στο διάβα του.
Αν του αντισταθείς, θα σε κάνει να το μετανιώσεις.
Κι αν ενδώσεις, θα υποφέρεις αφόρητα όταν τον χάσεις.
Τελικά τι είναι προτιμότερο:
Να βουτήξεις στο ηφαίστειο και να σε κάψει η λάβα
ή να στέκεσαι αιωνίως πάνω απ’ τον κρατήρα;
ΣΕ ΠΥΡΙΝΟ ΚΛΟΙΟ
Κρατώ σφιχτά τον αναπτήρα μου.
Σε περίμενα εδώ και ώρες να γυρίσεις.
Όλο αυτό το διάστημα περνούσαν απ’ το μυαλό μου
οι στιγμές που ζήσαμε μαζί.
Στο τέλος θυμήθηκα τον τελευταίο μας καβγά
και τη σκηνή του αποχωρισμού.
Αυτή η σκηνή δε λέει να φύγει απ’ τη μνήμη μου.
Άργησες. Αλλά, έτσι κι αλλιώς, δεν είχαμε ραντεβού.
Με κοιτάς περιφρονητικά. Με αγνοείς επιδεικτικά.
Και τώρα τι; Είσαι έτοιμη ν’ απομακρυνθείς.
Δε θα τα καταφέρεις.
Πρώτα η βενζίνη και μετά η φωτιά.
Καιγόμαστε αργά αργά.
Οι φλόγες μάς περικυκλώνουν.
Το πάθος κατακαίει τα κορμιά μας.
Και ο έρωτας; Κάηκε στη φωτιά.
ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΗΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ
Φέρνω άσχημα μαντάτα.
Είμαι προάγγελος του κακού.
Οι δικοί μου με αποφεύγουν
γιατί δε θέλουν ν’ ακούσουν τις προβλέψεις μου
Δε θέλουν να μάθουν για την καταστροφή
που πλησιάζει προς το μέρος τους.
Βρίσκομαι σε απομόνωση
αναμένοντας να επαληθευτεί
μια ακόμα αναγγελία ολέθρου.
Όταν φτάσει η ώρα του πόνου,
θ’ ακούσω μονάχα βρισιές και κατάρες.
Δεν μπορούν να καταλάβουν
ότι εγώ είμαι απλά ένας αγγελιαφόρος
καταδικασμένος στην αιώνια μοναξιά.
ΚΑΤΑΤΟΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑΦΟΒΙΑ
Βυθίζομαι στην κινούμενη άμμο των σωμάτων.
Έχω παραλύσει εντελώς.
Δεν μπορώ να κρατηθώ από πουθενά.
Παντού γύρω μου έντονα φώτα
και εκκωφαντική μουσική.
Κοιτάζω αμήχανα το κενό.
Το σώμα μου είναι ένα μωσαϊκό
από μελανιές και εκδορές.
Το πρόσωπό μου γεμάτο αίματα.
Κλαίω ακατάπαυστα.
Δεν μπορώ ν’ αρθρώσω λέξη.
ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΕ!
Είμαι περιστοιχισμένος από πεινασμένους κανίβαλους.
ΚΥΛΙΟΜΕΝΕΣ ΣΚΑΛΕΣ
Χαμένα, χαμένα!
Τόσος κόπος για το τίποτα.
Τι κι αν ρούφαγα το δηλητήριο
που σου έριξαν οι άνθρωποι,
τι κι αν έγλειφα τις πληγές σου
όταν μου το ζήτησες,
τι κι αν κοιμόμουν στο προσκεφάλι σου
όταν ήσουν άρρωστη…
Για σένα όλ’ αυτά ήταν αυτονόητα
και τώρα είναι σαν να μην υπάρχω.
Δε σε κατηγορώ γιατί δεν ήξερες.
Αλλά, κι αν ήξερες, θα άλλαζε τίποτα;
Όχι.
Τελικά ο μόνος που φταίει
σ’ αυτή την υπόθεση είμαι εγώ.
.
ΘΡΟΪΣΜΑΤΑ ΘΑΝΑΤΟΥ (2011)
Δημοσιεύτηκε στα Λογοτεχνικά σημειώματα Τεύχος 9 Μάιος 2011
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
Πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες
η Ζωή ξιφουλκεί εναντίον του Θανάτου
σε μια αέναη μάχη στο χωροχρόνο.
Τα πάντα κρέμονται από μια κλωστή.
Η Πτώση απέχει από την Επιβίωση
όσο το στόμα του νεοσσού
από το στόμα της μάνας που τον ταΐζει.
Το ζήτημα είναι αν υπάρχει τροφή για όλους
και αν θα υπάρχει πάντα
ένας από μηχανής Θεός
να σώζει την κατάσταση.
ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΙ
Οι μικροαστοί συνωστίζονται
στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.
Σηκώνουν τα βάρη της ματαιοδοξίας
και τρέχουν στους διαδρόμους της ρηχότητας,
ατενίζοντας τα κατασκευασμένα είδωλα
– αποφοίτους των διασημότερων reality Ακαδημιών –
σε οθόνες high definition.
Καταναλώνουν εικόνες
και προιόντα με χαμηλά λιπαρά,
προσδοκώντας να κερδίσουν μια θέση
στο βασίλειο της κενότητας
για να ξεγελάσουν τη θλίψη τους.
Ώσπου, αντικρίζουν στον καθρέφτη
το ανέκφραστο πρόσωπό τους
και διαλύονται στα εξ ων συνετέθησαν.
ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΠΕΛΑΡΓΟΥ
Στα καλοσφουγγαρισμένα πατώματα,
στους αποστειρωμένους προθαλάμους,
πάνω απ’ τα λουλουδάδικα,
τα ζαχαροπλαστεία, τα ΑΤΜs των τραπεζών,
ο πελαργός αφήνει μια ζωή.
Υπάρχουν φάτνες για όλα τα βαλάντια.
Ο αριθμός των κλινών είναι αντιστρόφως ανάλογος
της οικονομικής επιφάνειας.
Ανάμεσα στους αλαλαγμούς
των εξ αίματος και των εξ αγχιστείας
καθώς και των διαφόρων απρόσκλητων συνοδοιπόρων,
αντηχεί το κλάμα του ανωνύμου.
Δύσκολο να υπολογίσεις
το κόστος μιας ανθρώπινης ζωής.
ΣΙΩΠΗΛΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ
Ευδοκιμούν στα καφενεία, στις πλατείες, στα λεωφορεία.
Μιλούν συνωμοτικά και γνέφουν καταφατικά ο ένας στον άλλο.
Πάντα πρόθυμοι να βάλουν πρώτοι τον λίθο.
Πάντα πρόθυμοι να ρίξουν ξύλα στην πυρά.
Πάντα πρόθυμοι να οπλίσουν το χέρι του δήμιου.
Με βλέμμα βλοσυρό κοιτούν τα θύματά τους και μειδιούν…
Και εμείς;
Στεκόμαστε εκεί, ανήμποροι να αντιδράσουμε,
περικυκλωμένοι από τη μανία του σιωπηλού πλήθους.
Παραβάτες των ιερών και των όσιων
αναμένουμε την ετυμηγορία τους
ενώ αυτοί σβήνουν το καντήλι
και πέφτουν ευχαριστημένοι για ύπνο.
ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ
Η οπλισμένη επιθυμία
τέμνεται παλλόμενη
με την απελπισία
σπάζοντας, προσωρινά, τις αλυσίδες
και βγαίνει στο προσκήνιο
συμπαρασύροντας στο διάβα της
τα νιάτα, τα όνειρα, τις προσδοκίες
για να καταλήξει σιδηροδέσμια
η να θαφτεί σε τόπο χλοερό.
Θυσία για τον ερχομό ενός μέλλοντος
που χτίζεται με παλιά υλικά
αντί να αναζητά καινούρια.
ΠΡΟΜΗΝΥΜΑΤΑ
Στα μεγάλα εμπορικά κέντρα
οι καταναλωτές συνωθούνται
για μια κούπα σούπα
που προσφέρουν δωρεάν οι διαφημιστές
εν είδει γκλαμουράτου λαικού συσσιτίου.
Κι ύστερα, ικανοποιημένοι,
συνεχίζουν τα ψώνια τους
μέσα σ’ ένα σύννεφο
οικογενειακής ευτυχίας.
Προμηνύματα του μέλλοντος
και αναμνήσεις του παρελθόντος.
ΤΟ ΠΑΝΩΦΟΡΙ
Κάθε πρωί φοράω ως πανωφόρι τη μοναξιά μου
κλείνω την πόρτα πίσω μου
και πηγαίνω στη στάση
για να πάρω το λεωφορείο.
Αναμένω σιωπηλός
μαζί με τους υπόλοιπους ζωντανούς-νεκρούς
αλλά το πανωφόρι με βαραίνει στους ώμους.
Κι ύστερα έρχεται το λεωφορείο
κι όλα ξεχνιούνται μονομιάς
καθώς βυθίζομαι στη δίνη της εργασίας.
Ως το επόμενο πρωί
που θα φορέσω πάλι το πανωφόρι
και θα σύρω τα βαριά βήματά μου
μέχρι τη στάση.
SACHSENHAUSEN- – ORANIENBURG
Ψιλοβρέχει. Σέρνεις με δυσκολία τα πόδια σου στα χαλίκια.
Εβραίος…
Κάνει πολύ κρύο αλλά η δουλειά πρέπει να συνεχιστεί.
Αθίγγανος…
Οι αδύναμοι πεθαίνουν, οι δυνατοί επιβιώνουν.
Κομμουνιστής…
Κοινωνικός Δαρβινισμός.
Ομοφυλόφιλος…
Καλογυαλισμένες, μαύρες στολές με Totenkopf στο πηλίκιο.
Αλλοδαπός…
Πάντοτε υπό την απειλή των όπλων.
Γερμανός Αντιφρονών…
Ό,τι κι αν είσαι, βρίσκεσαι εδώ για κάποιο λόγο.
Δεν ξέρω αν επιβίωσες. Δεν ξέρω αν κατέληξες στους φούρνους
η στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ακόμα και τώρα μπορεί κανείς να οσμιστεί το θάνατο στους κοιτώνες
και να αφουγκραστεί την αρρώστια στα ιατρεία.
Η Ιστορία μας κοιτά με περιφρόνηση και απειλεί να επαναληφθεί.
Ως φάρσα;
.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Ο ήχος της απώλειας
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ
FRACTAL 11/06/2024
«Η καταστροφή έχει εγκατασταθεί στη γειτονιά μας./ Δεν χρειάζεται αφορμές, ούτε εχθρούς για να εξαπλωθεί»
Ο Νικόλαος Γ. Λυκομήτρος στη δεύτερη ποιητική του συλλογή, Ο ήχος της απώλειας (εκδόσεις Βακχικόν, 2024) καταπιάνεται με ζητήματα τόσο προσωπικά όσο και συλλογικά και με λόγο ώριμο, ρεαλιστικό, κατά τόπους υπαινικτικό ή συναισθηματικά τεταμένο παρουσιάζει τριάντα ελευθερόστιχες ποιητικές καταγραφές, οι οποίες εκκωφαντικά δονούνται από τον ήχο ή τους ήχους της απώλειας‧ απώλειας πολυδιάστατης και πολυπρισματικής, όπως ακριβώς και η παρούσα συλλογή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η συλλογή διακρίνεται σε τρία νοητά μέρη ή ένα μέρος διασπασμένο σε δύο ήμισυ εντός των οποίων αναπτύσσεται το προσωπικό – βιωματικό ιντερμέδιο του ποιητή. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Ο αναγνώστης εισαγόμενος στη συλλογή μετά τους προμετωπικούς, βεβαίως απολύτως συντεταγμένους με την ποιητική πρόθεση, στίχους από το ποίημα «Η Διαθήκη μου» του Μ. Κατσαρού (η συλλογή θα ολοκληρωθεί με τους τελευταίους στίχους από το ποίημα «Επίλογος» του Μ. Αναγνωστάκη ενδεικτικούς για τη θέαση και τη λειτουργία της ποίησης από τη πλευρά του Λυκομήτρου), θα βρεθεί αντιμέτωπος με ποιήματα που σκιαγραφούν τη σκληρή αλλά αφοπλιστικά ειλικρινή σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα εμποτισμένη με διακριτικές δόσεις χιούμορ ή σαρκασμού. «Οι δραπέτες του Σαββατοκύριακου» (σ. 11) – το εναρκτήριο ποίημα της συλλογής – ενσαρκώνουν το κατάλληλο παράδειγμα των ανθρώπων εκείνων που ζουν με την αχλή των ψευδαισθήσεων. Είναι οι λεηλατημένοι εκδρομείς που επιζητούν την ηρεμία και την ευτυχία κάπου μακριά, έξω από την καθημερινή τύρβη και τη μικροαστική τους ρουτίνα αλλά, βεβαίως, γελιούνται αν νομίζουν ότι η φενάκη ενός ταξιδιού, μιας εξόρμησης, είναι ικανή να αντισταθμιστεί με την καθημερινή – κατά βάση συναισθηματική – ειρκτή τους. Τις θέσεις αυτές συμπυκνώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ποίημα «Καμιά προοπτική» (σ. 20): «Λεωφορεία/ – νεκροφόρες ψυχών -/ μεταφέρουν τους πεσόντες του 8ώρου/ από και προς την εργασία τους./ Κι εκείνοι συνομιλούν στα κινητά τους τηλέφωνα/ ή στέλνουν μηνύματα SMS/ αναζητώντας διεξόδους,/ εφήμερους έρωτες,/ απαντήσεις σε ερωτήματα/ που ποτέ δεν έθεσαν./ Ενίοτε ανταλλάσσουν προγνωστικά/ για τους αγώνες ποδοσφαίρου,/ που (εκτός από σύγχρονο όπιο του λαού)/ έχουν εξελιχθεί και σε υπέρτατο αντικείμενο τζόγου./ Τα πρόσωπα εναλλάσσονται/ αλλά επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα./ Επόμενη στάση: ΑΔΙΕΞΟΔΟ.»
Ο ποιητής αποδίδει γλαφυρά όλη τη ματαιοδοξία, την κενότητα, τη ρηχότητα και την ανημποριά του σύγχρονου κόσμου. Τεχνουργεί στίχους ευθύβολους και περιεκτικούς για τα κατασκευασμένα είδωλα του επονομαζόμενου δυτικού πολιτισμού, τα πρότυπα που ακολουθούν οι νέοι σήμερα, για την ομογενοποίηση και την απουσία διακριτών χαρακτηριστικών ακόμα και διακριτών προσωπικοτήτων, για τα «ανέκφραστα πρόσωπα» της καθημερινότητας, για την υλική αποτίμηση της ανθρώπινης ζωής, για τους ανθρώπους εκείνους – ανεξαρτήτως φύλου – που είναι ελλιπείς από τρυφερότητα και στοργή αλλά πλήρεις από θλίψη και απόγνωση. Το ποιητικό υποκείμενο απευθυνόμενο σε ένα αγαπημένο πρόσωπο επιχειρεί να εξάρει την αλήθεια και την αυθεντικότητα του τελευταίου σε αντιδιαστολή με τον κόσμο της εικόνας, της επίπλαστης και προβαλλόμενης ομορφιάς στον κυκεώνα της οποίας περιδινούνται πλείστοι όσοι. Σαρκάζει την ανθρώπινη ματαιοδοξία που διαρκώς γιγαντώνεται και την κοινωνική υποκρισία μιας πλασματικής ευτυχίας. Επιπλέον, εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τη σύγχρονη λαίλαπα της προβολής συμβάντων ωμής βίας στο διαδίκτυο και τους εξαρτημένους χρήστες που εμπορεύονται οπτικοακουστικό υλικό που καταγράφει εγκληματικές σκηνές βαναυσότητας και ειδεχθών πράξεων κατά ανθρώπων και ζώων. Καταδικάζει κάθε μορφή βίας και ανοχής, φανατισμού και μισαλλοδοξίας με παράδειγμα τις Σκανδιναβικές χώρες στο ποίημα «Ο απολεσθείς σκανδιναβικός παράδεισος» (σ. 24), οι οποίες τα τελευταία χρόνια είναι θιασώτες μιας σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής και προκρίνουν κοινό πρόγραμμα απελάσεων θέτοντας τέλος στην κουλτούρα υποδοχής των μεταναστευτικών ρευμάτων. Στην ίδια γραμμή βρίσκεται και το ποίημα «Σιωπηλή πλειοψηφία» (σ. 22), όπου η ποιητική φωνή επικρίνει κάθε βουβή – ένοχη και συνυπεύθυνη – πλειονότητα αποχής από τα τεκταινόμενα σε συλλογικό επίπεδο. Όσον αφορά δε στην θρησκευτική επιρροή και την οικονομική ισχύ των κρατούντων, ο Λυκομήτρος με στίχους δηκτικούς και εύστοχους στα ποιήματα «Η διάπλασις των παίδων» (σ. 23) και «Εναέρια μονομαχία με τον θάνατο» (σ. 25) αντίστοιχα αποκαθηλώνει κάθε δυναμική και κάθε διακριτική οντότητα των κοινωνικών εκείνων ομάδων που επιδιώκουν να ξεχωρίσουν εις βάρος των πολλών, που λυμαίνονται τους πόρους και λεηλατούν τη βιωτή του λαού, που κουρσεύουν αθώες ψυχές.
Με τα «Προμηνύματα» (σ. 26) του επερχόμενου ζοφερού μέλλοντος, τις αγκυλωμένες αναμνήσεις του παρελθόντος και ένα ποίημα αφιερωμένο στη μνήμη της Κατερίνας Γώγου («Ελεγεία post-mortem», σ. 27), ο ποιητής εισαγάγει τον αναγνώστη στο προσωπικό του ιντερμέδιο ή δεύτερο νοητό μέρος της συλλογής. Εδώ κυριαρχεί ο υπαρξιακός στοχασμός, το συναισθηματικό crescendo, η ανεπιτήδευτη αυτοαναφορικότητα. Κυριαρχεί η αέναη μάχη με τον χωροχρόνο που φλερτάρει με ψυχαναγκαστικές εμμονές και ανοίκειες σκέψεις που βασανίζουν το μυαλό του ποιητικού υποκειμένου, κυριαρχεί η γεύση της στυφής μοναξιάς αλλά και της ερωτικής έξαρσης με τα απομεινάρια της να το βαραίνουν επώδυνα. Δυο παραδείγματα, δυο ποιήματα αντικριστά, απολύτως ενδεικτικά: «Κάθε πρωί φοράω πανωφόρι τη μοναξιά μου/ κλείνω την πόρτα πίσω μου/ και πηγαίνω στη στάση/ για να πάρω το λεωφορείο./ Αναμένω σιωπηλός/ μαζί με τους υπόλοιπους ζωντανούς – νεκρούς/ αλλά το πανωφόρι με βαραίνει στους ώμους./ Ύστερα έρχεται το λεωφορείο/ κι όλα ξεχνιούνται μονομιάς/ καθώς βυθίζομαι στη δίνη της εργασίας./ Ως το επόμενο πρωί/ που θα φοράω πάλι το πανωφόρι/ και θα σύρω τα βαριά βήματά μου/ μέχρι τη στάση. («Το πανωφόρι», σ. 30) και «Είναι εκείνη η στιγμή που τα σώματα καταλαγιάζουν/ κι οι καρδιές επανέρχονται στον φυσιολογικό τους ρυθμό./ Είναι εκείνη η στιγμή που οι αναπνοές/ γίνονται αργές και βασανιστικές/ όπως εκείνες της καθημερινότητας./ Είναι εκείνη η στιγμή που τα χέρια χωρίζουν/ κι οι εραστές μένουν μόνοι… μαζί./ Είναι εκείνη η στιγμή που τα χάδια/ δεν αρκούν για να καλύψουν την οδύνη αυτού που έρχεται/ κι αυτού που μόλις χάθηκε./ Οι σταγόνες του νερού/ σπάνε τη σιωπή των βουβών λυγμών/ και καλύπτουν το ιδιωτικό Τείχος των Δακρύων.» («Post-coital tristesse», σ. 31).
Λίγο πριν μάς εισαγάγει στην τρίτη νοητή ενότητα της συλλογής, ο Λυκομήτρος αναμετριέται ποιητικά με τον, ιδιαίτερα γνωστό στους συγγραφείς και υπηρέτες του λόγου, τρόμο της λευκής σελίδας τον οποίο προσπαθεί να ξορκίσει και, παράλληλα, να συμφιλιωθεί μαζί του. Αναφερόμενος, επίσης, στην ίδια την ποιητική τέχνη και τους ποιητές ο δημιουργός επισημαίνει τη μοναξιά του Ποιητή, την ψυχορραγία της αιμάσσουσας ψυχής πάνω από τον στίχο και τη λήθη που συνοδεύει ως επί το πλείστον τους Ποιητές στο φευγιό τους. Η τρίτη ενότητα πιάνει τον μίτο από την πρώτη, εκεί που τον είχαμε αφήσει, και συνεχίζει με ποιήματα κοινωνικού (ασχέτως αν εκκινούν από ατομικές – μεμονωμένες περιπτώσεις) και αντιπολεμικού χαρακτήρα. Ο ποιητής αναφέρεται στο, δυστυχώς διαχρονικά επίκαιρο θέμα της βίας, και μάλιστα της έμφυλης βίας με το διακύβευμα του ποιήματος «Stilnox (Η δικαιοσύνη είναι τυφλή)» (σ. 35) να μην είναι άλλο από τον βιασμό της Natalie Karneef το 2005 στην Ελλάδα και τη ράθυμη και λειψή δικαιοσύνη, που δεν στάθηκε (ούτε στέκεται) στο ύψος των περιστάσεων.
Η συλλογή ολοκληρώνεται με τρία ποιήματα αντιπολεμικής, όπως ειπώθηκε, στόχευσης. Στο πρώτο, «The secret annex» (σ. 39), η ιστορία και το παράδειγμα της Άννας Φρανκ συνεχίζουν να εμπνέουν και να ενθαρρύνουν τους λαούς για τον αγώνα και την ελπίδα της λευτεριάς και της ανεξαρτησίας. Στο δεύτερο, «Sachsenhausen-Oranienburg» (σ. 40), ο ποιητής αποτίει φόρο τιμής σε όλους τους κατατρεγμένους της γης (Εβραίους, Αθίγγανους, κομμουνιστές, ομοφυλόφιλους, αλλοδαπούς, αντιφρονούντες) καταλήγοντας «Η Ιστορία μάς κοιτά με περιφρόνηση κι απειλεί να επαναληφθεί./ Ως φάρσα;». Τέλος, στο τρίτο ποίημα, «Φουκουσίμα: Μια ελεγεία σε εβένινο φόντο» (σ. 41-42), ο Λυκομήτρος ευθέως αναφέρει τη Φουκουσίμα ως «νέα Χιροσίμα εν καιρώ ειρήνης» με τα ραδιενεργά απόβλητα να προκαλούν τρόμο, θυμίζοντας, παράλληλα, τα γνωστά γεγονότα γύρω από τη ρίψη ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι το 1945 με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και υπαινισσόμενος τον εν εξελίξει πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Γράφει στους καταληκτικούς στίχους του ποιήματος: «Ξεχνάμε, φαίνεται, ότι την καταστροφή/ δεν τη φέρνει πια το Enola Gay./ Η καταστροφή έχει εγκατασταθεί στη γειτονιά μας./ Δεν χρειάζεται αφορμές, ούτε εχθρούς για να εξαπλωθεί./ Δεκάδες Little Boys μάς περιμένουν στη γωνία.// Τελικά, πόσο απέχει το Πριπιάτ από τη Φουκουσίμα;».
.
ΤΖΕΝΗ ΚΟΥΚΙΔΟΥ
ΚΟΥΚΙΔΑΚΙ 6/2024
Ποίηση… κι ένας ρεαλιστής δημιουργός που, ξεφεύγοντας σύριζα από τον πεσιμισμό, σμίγει συγγραφικά με τον άνθρωπο ως μέλος μιας συστημικής κοινωνίας, δηλαδή της πραγματικής ζωής. Ο Ν.Γ. Λυκομήτρου, σε αυτή την
ποιητική συλλογή, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, πραγματεύεται ερεθίσματα της καθημερινότητας και γράφει αφαιρώντας όλη τη χρυσόσκονη.
Ο ήχος της απώλειας μιλάει για θάνατο άρα συνεκδοχικά και για ζωή, όμως ακόμα κι εκεί που «Βλέπει» ζωή, ή μια νέα ζωή, τη φιλτράρει μέσα από το πρίσμα της φρίκης που βιώνουμε -όπως στη σελίδα 13, σΤο πέταγμα του πελαργού.
Κεντρικοί πυλώνες γίνονται οι μικροαστοί και η ζωή στην πόλη. Λέξεις όπως θλίψη και θύμα κυριαρχούν. Γενικότερα, ο άνθρωπος προσδιορίζεται ως θύμα της σύγχρονης αστικής ζωής, της κοινωνίας και των κοινωνικών δομών. Οι
εικόνες φορτίζουν τα μάτια και τον νου μας με φρίκη, σκοτάδι, μελαγχολία… και θάνατο ενώ αναδεικνύεται πανίσχυρη η κενότητα του ανθρώπου, τα ακυρωμένα του όνειρα, οι νεκρωμένες ψυχές, τα αδιέξοδα…
Ανοίκειες σκέψεις λειτουργούν ως αδιόρατες απειλές -όπως στη σελίδα 29 στο Obsessive compulsive disorder. Ακόμα και οι ταξικές διαφορές, φασιστικά αποφασίζουν, μέσα από τη συστημική κατάσταση, πού θα τοποθετηθεί καθένας (μας). Κι εμείς, ως ζωντανοί νεκροί, τελικά αφηνόμαστε μόνοι σε μια παρασκηνιακή ζωή που έχει μοναδικό της σκοπό
έναν, όχι όμορφο, τύπο επιβίωσης. Υπάρχει και Η διάπλασις των παίδων, παράλληλα, που αναδεικνύει τον καθοδηγούμενο προγραμματισμό των νέων ατόμων ώστε να εξασφαλιστεί η ίδια συνέχεια… Και τελικά (θα) είμαστε/
είναι η αιτία και ο λόγος που θα επαναληφθεί η Ιστορία.
Κάπως έτσι είναι η αίσθηση του κόσμου που μεταφέρει ο κύριος Λυκομήτρος στα έργα της συλλογής του. Δηλαδή αφουγκράζεται το προφανές με ρεαλισμό, χωρίς στολίδια, παραμένει γήινος, προσγειωμένος ως το τέλος αλλά αφήνει
και το σχόλιό του -άλλες φορές φανερά κι άλλες ανάμεσα στις αράδες.
Ό,τι επίπλαστο, ψευδές, προσχηματικό ή κι οδυνηρό περιλαμβάνεται. Μοιραία. Το άτομο ταλαιπωρείται σε σώμα και ψυχή όμως ακολουθεί την πεπατημένη. Ίσως, με αυτό το Βιβλίο του, ο δημιουργός, να επιθυμεί, όχι μόνο να ξεβγάλει το αγκάθι του (γιατί είναι σίγουρο ότι πονάει από όλα αυτά που γίνονται, βλέπει, αισθάνεται, βιώνει), αλλά και να επιχειρήσει μία επανάσταση ενάντια στα σύγχρονα πάθη του ανθρώπου. Ίσως να επιδιώκει σε μία αφύπνιση προσδοκώντας ένα πιο ανθρώπινο, όμορφο, αναίμακτο αύριο.
Όπως και να ‘χει, η Οφηλία του Μιλέ (βλέπε εξώφυλλο) παρασύρεται στο νερό κρατώντας στα χέρια τα πανέμορφα λουλούδια της, σε ένα κύκνειο άσμα που θα την οδηγήσει με σιγουριά στο τέλος της, εγκλωβισμένη στα χρώματα ενός πίνακα ως αιώνια καταδίκη· ούτε εντελώς ζωντανή αλλά ούτε και εντελώς νεκρή, ζωντανή νεκρή λοιπόν, όπως ο αστός στα έργα του Λυκομήτρου.
Γεγονός είναι ότι το άγγιγμά του με κέρδισε. Μου θύμισε πόσο άσχημος είναι ο κόσμος μας. Όχι, πόσο μπορεί να γίνει. Ούτε εκείνες τις φορές που είναι. Όχι. Πόσο άσχημος είναι! Τελεία. Γιατί αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, τότε μια ματιά στους τίτλους των ειδήσεων μιας τυπικής μέρας αρκεί. Εκείνος, το έριξε αυτό το Βλέμμα -ουσιαστικά και μ’ ενσυναίσθηση, όχι επιφανειακά ή ρομποτικά- και αυτό που είδε/συνάντησε εκεί μόνο καλό δεν ήταν.
Μα, αν η ποίηση είναι μία επαναστατική πράξη (είναι -και- κατά Κώστα ΛάνταΒο) οπότε υπάρχει ένας εξ ορισμού καλός λόγος.
https://www.koukidaki.gr/2024/06/ihos-apolias501.html
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ
ATHENS VOICE 22/06/2024
Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;
Αυτό που με ωθεί στη γραφή είναι η ανάγκη αυτοέκφρασης. Αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τις απόψεις μου ή τα συναισθήματά μου για ένα γεγονός το οποίο μου κέντρισε το ενδιαφέρον για οποιοδήποτε λόγο.
Ποιες είναι οι επιρροές σας;
Η λίστα είναι πολύ μεγάλη και σίγουρα θα ξεχάσω κάποιους/κάποιες. Πέρα από τη λογοτεχνία, θα αναφέρω και κάποια ονόματα από τον κινηματογράφο και από το θέατρο αλλά και από τον χώρο των εικαστικών τεχνών που έχουν ασκήσει επιρροή στο έργο μου. Από τον χώρο της ελληνικής Ποίησης, οι Κ.Γ. Καρυωτάκης, Κ.Π. Καβάφης, Κατερίνα Γώγου, Μιχάλης Κατσαρός, Άγγελος Σικελιανός, Μανόλης Αναγνωστάκης, κ.ά. Από τον χώρο της ξενόγλωσσης Ποίησης, οι W.H. Auden, William Blake, Allen Ginsberg, Lawrence Ferlinghetti, P.B. Shelley, Sylvia Plath, Robert Lowell, Vladimir Mayakovsky, Emily Dickinson, e.e. cummings, Arthur Rimbaud, E.A. Poe, κ.ά. Από τον χώρο του δοκιμίου, οι H.D. Thoreau και George Orwell. Από τον χώρο του θεάτρου, οι Henrik Ibsen, August Strindberg, Harold Pinter, Oscar Wilde, Sarah Kane, Albert Camus, Antonin Artaud, Arthur Miller, Eugene Ionesko, κ.ά. Από τον χώρο του κινηματογράφου, οι Ken Loach, R.W. Fassbinder, Dusan Makavejev, Luis Buñuel, Jean-Luc Godard, Stanley Kubrick, Pier Paolo Pasolini, Pedro Almodóvar, ΝίκοςΝικολαΐδης, ΓιάννηςΟικονομίδης, ΠαύλοςΤάσιος, κ.ά. Και, τέλος, από τον χώρο των εικαστικών τεχνών, οι Salvador Dalí, Edvard Munch, Gustave Doré, Wassily Kandinsky, Giorgio de Chirico, Hieronymus Bosch, κ.ά. Εννοείται, φυσικά, ότι δεν κατέχω όλο το εύρος του έργου αυτών των σπουδαίων ανθρώπων. Ένα ποίημα, ένα δοκίμιο, ένα θεατρικό έργο, μια ταινία ή ένας πίνακας μπορεί να άσκησε σημαντική επιρροή πάνω μου.
Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;
Πέρα από τα ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά τους ποιητές και τις ποιήτριες, όπως ο Χρόνος, ο Έρωτας και ο Θάνατος, το έργο μου απασχολούν ζητήματα με κοινωνικό και πολιτικό πρόσημο.
Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.
Το τελευταίο μου βιβλίο ονομάζεται «Ο Ήχος της Απώλειας» και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Περιλαμβάνει 30 ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η φρίκη του βιασμού, η νόσος του καρκίνου, οι ψυχικές διαταραχές, οι ερωτικές σχέσεις, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας και η αλλοτρίωση του ανθρώπου μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής. Μέσω των ποιημάτων αυτής της συλλογής προσπαθώ να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους.
Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Το αιώνιο ερώτημα… Νομίζω ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση και ισχύει για όλες τις μορφές τέχνης. Θεωρώ, δηλαδή, ότι κάποιοι/κάποιες γεννιούνται συγγραφείς και άλλοι/άλλες γίνονται στην πορεία μέσα από την τριβή, την εξάσκηση και την ενασχόληση με το αντικείμενο. Το σημαντικότερο για μένα, βέβαια, είτε γεννήθηκες είτε έγινες συγγραφέας, είναι να αγαπάς αυτό που κάνεις.
Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας, τι θα ήταν αυτό;
Αυτό που θα ήθελα σίγουρα να αλλάξω, τουλάχιστον στη χώρα μας, είναι ο τρόπος επαφής με τη λογοτεχνία και οι δυνατότητες πρόσβασης σε αυτή. Κατ’ αρχάς, θα έδινα έμφαση στην καλλιέργεια κουλτούρας ανάγνωσης μέσω της λειτουργίας περισσότερων βιβλιοθηκών στα σχολεία. Επίσης, σημαντική για εμένα είναι και η παρουσία των λογοτεχνών σε αυτά. Θεωρώ ότι, αν αγαπήσουμε το βιβλίο από τα μαθητικά μας χρόνια και αν γνωρίσουμε τους/τις συγγραφείς, θα αποκτήσουμε εντελώς άλλη αντίληψη για τα πράγματα. Εκτός από κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις δασκάλων και καθηγητών/καθηγητριών, ο τρόπος με τον οποίο διδάσκεται η λογοτεχνία στα σχολεία μάλλον αποξενώνει παρά προσελκύει τον αυριανό αναγνώστη/αναγνώστρια. Από εκεί και πέρα, θα ήθελα ο χώρος της λογοτεχνίας, και ειδικά της Ποίησης, να πάψει να λειτουργεί ως «κλειστό κύκλωμα», με αποκλεισμούς, σεχταρισμούς και διαιρέσεις…
Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Ιδανικά, θα ήθελα να κυκλοφορήσω την επόμενη ποιητική μου συλλογή, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το ανάλογο αναγνωστικό ενδιαφέρον, σε 2-3 χρόνια από τώρα. Στα σχέδιά μου υπάρχει ακόμη η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου που θα πραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή.
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ LITERATURE 15/7/2024
ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ
Εκ βαθέων: Ν.Γ. Λυκομήτρος
Σύνταξη: Literature 15 July 2024
Για ποιον λόγο ασχοληθήκατε με τη γραφή;
Ξεκίνησα να γράφω ποιήματα όντας μαθητής Γυμνασίου.Με είχε επηρεάσει πολύ το έργο του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Η γραφή προέκυψε ως ανάγκη να εκφράσω τα βαθύτερα συναισθήματά μου, αυτά που, για διάφορους λόγους, δεν μπορούσα να μοιραστώ με κάποιον άλλο. Έτσι, η γραφή έγινε το καταφύγιο στο οποίο έβρισκα γαλήνη, όταν με καταρράκωναν οι δυσκολίες της καθημερινότητας.
Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η συγγραφή για εσάς;
Η συγγραφή είναι εύκολη όταν υπάρχει έμπνευση. Τότε τα ποιήματα προκύπτουν αβίαστα, κάπως σαν την αυτόματη γραφή των Σουρεαλιστών. Όταν δεν υπάρχει έμπνευση, προτιμώ να μην γράφω.
Μοιραστείτε μαζί μας τη στιγμή που αποφασίσατε να γράψετε το πρώτο σας βιβλίο.
Δεν μπορώ να πω ότι υπήρξε η στιγμή που αποφάσισα να γράψω το πρώτο μου βιβλίο. Η Ποίηση, τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά, λειτουργεί ίσως λίγο διαφορετικά. Υπήρξε, ωστόσο, η στιγμή που αποφάσισα να προσπαθήσω να εκδώσω τα ποιήματά μου. Είχα πια μαζέψει αρκετό υλικό για ένα βιβλίο και ήθελα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου. Έτσι πήρα την απόφαση να αναζητήσω εκδότη…
Ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που διαβάζει το βιβλίο σας όταν το τελειώσετε;
Η επιμελήτριά μου.
Εμπεριέχουν οι ήρωές σας ένα κομμάτι του εαυτού σας και σε ποιον βαθμό;
Στα ποιήματά μου θα συναντήσει κανείς σε πολλές περιπτώσεις όψεις του εαυτού μου. Σε κάποια εξ αυτών μάλιστα περιγράφω αμιγώς προσωπικά βιώματα.
Απευθύνεστε σε συγκεκριμένο πρόσωπο όταν γράφετε ένα βιβλίο;
Όχι. Απευθύνομαι γενικά στο αναγνωστικό κοινό, ελπίζοντας ότι καθένας/καθεμία θα βρει στα βιβλία μου έστω ένα ποίημα που θα τον/την συγκινήσει.
Έχετε αγωνία για τις αντιδράσεις των αναγνωστών σας;
Από τη στιγμή που αποφάσισα να εκδώσω τα βιβλία μου, αγωνιώ και για τις αντιδράσεις των αναγνωστών. Είναι σημαντικό για μένα το αν αγγίζουν τους αναγνώστες αυτά που γράφω. Με απασχολεί εξίσου, βέβαια, η άποψη των κριτικών.
Πόσο τολμηρός είστε στη γραφή σας; Θέτετε περιορισμούς στον εαυτό σας λόγω κοινωνικών συμβάσεων;
Ο ποιητής Ν.Γ. Λυκομήτρος είναι το alterego μου. Μια άλλη πλευρά του εαυτού μου που υφίσταται εντός του λογοτεχνικού περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, όταν γράφω είμαι όσο τολμηρός θα ήθελα να είμαι. Οπότε, δεν με περιορίζουν οι κοινωνικές συμβάσεις. Θα τολμούσα, μάλιστα, να πω ότι η γραφή μου επιτίθεται στις κοινωνικές συμβάσεις.
Από τι πάσχει κατά τη γνώμη σας η ελληνική λογοτεχνία;
Μεγάλη και δύσκολη συζήτηση. Προφανώς δεν είμαι ειδικός για να απαντήσω, οπότε θα τοποθετηθώ ως αναγνώστης. Το πρώτο ζήτημα είναι ότι δεν υπάρχει κουλτούρα ανάγνωσης. Δυστυχώς, τα παιδιά δεν μαθαίνουν από μικρή ηλικία να αγαπούν το βιβλίο και αυτό επηρεάζει και την προσωπική τους εξέλιξη αλλά και τον χώρο του βιβλίου γενικότερα.
Ένα δεύτερο ζήτημα είναι ο κατακερματισμός. Παρότι είμαστε μια μικρή χώρα έχουμε πολύ μεγάλο αριθμό εκδοτικών οίκων, συγγραφέων, κ.ο.κ. Αυτό από τη μία είναι καλό, καθώς υπάρχει μεγάλο εύρος επιλογών αλλά από την άλλη αναρωτιέται κανείς αν ένα τέτοιο σχήμα είναι βιώσιμο. Για τους λογοτέχνες που δεν βιοπορίζονται από τα βιβλία τους, όπως εγώ, δεν υπάρχει και τόσο μεγάλο πρόβλημα. Όμως οι εκδοτικοί οίκοι είναι επιχειρήσεις με εργαζομένους και αυτός ο κατακερματισμός, σε μία χώρα με περιορισμένο αναγνωστικό κοινό, δυσχεραίνει και τις συνθήκες εργασίας και τις προοπτικές των εργαζομένων στο χώρο του βιβλίου. Κατά την άποψή μου η λύση έγκειται στη συνένωση δυνάμεων. Όχι με τη μορφή των συγχωνεύσεων αλλά με τη μορφή των συνεταιριστικών επιχειρήσεων, των συνεργατικών σχημάτων, κ.ο.κ.
Ένα τρίτο ζήτημα έχει να κάνει με τη γλώσσα. Τα ελληνικά είναι μία γλώσσα μου απευθύνεται σε λίγα εκατομμύρια, οπότε είναι σημαντικό να μεταφράζονται τα λογοτεχνικά έργα σε ξένες γλώσσες, προκειμένου να προωθηθεί η ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό. Καλοί λογοτέχνες υπάρχουν. Το θέμα είναι η προώθηση και η διάδοση του έργου τους όχι μόνο εντός των τειχών αλλά και εκτός Ελλάδος.
Ποια ήταν η αφορμή για το τελευταίο σας βιβλίο;
Η αφορμή για τη συγγραφή ενός βιβλίου είναι η ανάγκη να εκφράσω τα συναισθήματά μου και τις απόψεις μου για τα βιώματα που ενέπνευσαν τα ποιήματα της εκάστοτε συλλογής.
Οι νοικοκυρές αγοράζουν ψευδαισθήσεις
από τα ράφια των σουπερμάρκετ.
Αναζητούν λίγη τρυφερότητα, λίγη ασφάλεια
και λίγη ειλικρίνεια
πίσω από τα ψυγεία με τα γαλακτοκομικά.
Σφιχταγκαλιάζουν τα προϊόντα
λαχταρώντας το χάδι που τους έλειψε
και ανταλλάσσουν βλέμματα
με τους καλοντυμένους εργένηδες
που κρατούν μικρά καλάθια στα χέρια.
Θρηνούν για τα χρόνια που πέρασαν
και για τα χρόνια που έρχονται.
Κι ύστερα χαϊδεύουν το κεφαλάκι
του μωρού μέσα στο καρότσι
και συνεχίζουν σιωπηλές προς το ταμείο
για να πληρώσουν τα ψώνια
και να εξαργυρώσουν τη θλίψη τους
με πόντους πιστωτικών καρτών.
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ
vakxikon.gr
Μιλάμε για τον Ήχο της Απώλειας με το Ν.Γ. Λυκομήτρο
“Η τάση μου καθώς περνούν τα χρόνια είναι να μετατρέψω το προσωπικό σε πολιτικό, ούτως ώστε τα ποιήματά μου να αγγίξουν περισσότερους αναγνώστες/αναγνώστριες. Γενικώς, θεωρώ ότι είναι αναγκαία η ώσμωση με την κοινωνία και όχι η αποστασιοποίηση από αυτή”. Ο Ν. Γ. Λυκομήτρος επιστρέφει ποιητικά με τη συλλογή Ο ήχος της απώλειας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου τον φιλοξενούμε στο περιοδικό Vakxikon.gr και μιλάμε μαζί του για τη δύναμη των στίχων και της ποίησης.
Η ποιητική σας συλλογή «Ο ήχος της απώλειας» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν. Τι σηματοδοτεί για εσάς αυτό το βιβλίο;
Το βιβλίο αυτό έχει ιδιαίτερη συναισθηματική αξία για μένα, καθώς σηματοδοτεί την επιστροφή μου στα λογοτεχνικά δρώμενα μετά από μία μακρά περίοδο απουσίας σχεδόν δέκα ετών, η οποία συνοδεύθηκε από πλήθος προσωπικών και οικογενειακών προβλημάτων. Η κυκλοφορία του μου δίνει τη δυνατότητα να ξαναπιάσω το νήμα και να ξαναβρεθώ με φίλους/φίλες, ποιητές/ποιήτριες και αναγνώστες/αναγνώστριες, με τους οποίους/τις οποίες είχαμε χάσει την επαφή όλα αυτά τα χρόνια για τους λόγους που προανέφερα. Ως εκ τούτου, ευελπιστώ ότι «Ο ήχος της απώλειας» θα αποτελέσει το εφαλτήριο για να αποκτήσω μία σταθερή παρουσία στον χώρο και να συνεχίσω να εκφράζομαι μέσω της Ποίησης.
Γιατί «Ο ήχος της απώλειας»; Τι «δένει» τα ποιήματα που θα διαβάσουμε στις σελίδες της συλλογής;
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος του ερωτήματός σας, θα επαναλάβω όσα είχα πει και σε παλαιότερη συνέντευξη προς το περιοδικό σας (στο Τεύχος 14): «[…] ο τίτλος συνιστά παραδοξολογία […], θα έλεγα ότι ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον καθένα. Ίσως είναι το ουρλιαχτό της μάνας που χάνει το παιδί της, η κραυγή του εραστή που χάνει το έτερον ήμισυ ή η σιωπή του βωβού πόνου κάθε απώλειας φυσικής ή νοητής. Καθένας ας αναλογιστεί τι συνιστά γι’ αυτόν/αυτήν τον ήχο μιας απώλειας…». Ερχόμενος στο σήμερα, θα έλεγα ότι τα ποιήματα που απαρτίζουν αυτή τη συλλογή αποτελούν τους ήχους που περιγράφουν κάποιου είδους απώλεια (την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας, την απώλεια της ζωής, την απώλεια της ψυχικής υγείας και της σωματικής ακεραιότητας, την απώλεια του έρωτα κ.ο.κ.). Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας, θα έλεγα ότι η συλλογή απαρτίζεται από διαφορετικά μεταξύ τους ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η φρίκη του βιασμού, η νόσος του καρκίνου, οι ψυχικές διαταραχές, οι ερωτικές σχέσεις, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας και η αλλοτρίωση του ανθρώπου μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής. Ο συνδετικός κρίκος που τα ενώνει είναι η ανάγκη μου να εκφραστώ και να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους.
Αν έπρεπε να διαλέξετε μόνο ένα ποίημα από αυτή τη συλλογή ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Πολύ δύσκολη ερώτηση. Είναι σαν να ζητάτε από έναν γονέα να ξεχωρίσει τα παιδιά του. Επειδή, όμως, δεν θέλω να αποφύγω την ερώτηση, θα σας απαντήσω ότι διαλέγω το ποίημα με τίτλο «Λίστα αγορών» που παρουσιάζεται και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. Το διάλεξα γιατί πρόκειται για ένα ποίημα που δείχνει τον τρόπο με τον οποίο γράφω. Δείχνει, δηλαδή, ότι εκτός από τα μεγάλα και τα σπουδαία ζητήματα, τα οποία μας απασχολούν διαχρονικά, μπορούμε να αντλήσουμε υλικό και από τα μικρά και τα (φαινομενικά) ασήμαντα. Έτσι και αυτό το ποίημα, ξεκίνησε από μία συνηθισμένη εικόνα της καθημερινότητας: την τυχαία συνάντησή μου με μία μητέρα που έκανε τα ψώνια της στο σούπερ μάρκετ. Από αυτή τη συνάντηση προέκυψε το ερέθισμα για να γραφτεί αυτό το ποίημα, το οποίο «συνομιλεί» με το ποίημα «Οι λυπημένες γυναίκες στα σούπερ μάρκετ» της αγαπημένης μου ποιήτριας Κατερίνας Γώγου. Μιλάει για τις νέες μητέρες, που έχουν αφιερώσει όλο τους το είναι για την ανατροφή των παιδιών τους και ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι ο χρόνος περνά, η ζωή χάνεται και ότι έχουν απωλέσει τα καλύτερά τους χρόνια εγκλωβισμένες στον ρόλο της μητέρας και της συζύγου, θυσιάζοντας την προσωπικότητά τους και τα προσωπικά τους όνειρα. Είναι ένα ποίημα που δείχνει πώς η πατριαρχική δομή της κοινωνίας μας παγιδεύει τις γυναίκες, δημιουργώντας αυτό που ονομάζουμε «διπλό πρότυπο» (double standard).
Πρόκειται για τη δεύτερη ποιητική σας συλλογή, η πρώτη είχε εκδοθεί το 2010. Σας άλλαξε αυτό το χρονικό διάστημα ποιητικά;
Πράγματι μεσολάβησαν 14 ολόκληρα χρόνια από την πρώτη μου ποιητική συλλογή με τίτλο «Ιχνηλάτες του τέλους» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης). Στο ερώτημά σας θα απαντούσα «και ναι και όχι». Το ύφος της γραφής μου δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα. Καλώς ή κακώς είναι αυτό που με χαρακτηρίζει. Αυτό που έχει αλλάξει σε κάποιο βαθμό είναι η θεματολογία των ποιημάτων μου. Θα έλεγα ότι έχω μετακινηθεί από μία πιο εσωστρεφή γραφή σε μία γραφή με πιο έντονο το κοινωνικό και το πολιτικό στοιχείο. Δεν απουσιάζουν, βέβαια, τα πιο προσωπικά ποιήματα. Η τάση μου, όμως, καθώς περνούν τα χρόνια είναι να μετατρέψω το προσωπικό σε πολιτικό, ούτως ώστε τα ποιήματά μου να αγγίξουν περισσότερους αναγνώστες/αναγνώστριες. Γενικώς, θεωρώ ότι είναι αναγκαία η ώσμωση με την κοινωνία και όχι η αποστασιοποίηση από αυτή.
Πότε μπήκε η ποίηση στη ζωή σας;
Όπως, ίσως, οι περισσότεροι/περισσότερες ξεκίνησα να γράφω από τα εφηβικά μου χρόνια. Πρώτα σε ομοιοκατάληκτο και ύστερα σε ελεύθερο στίχο. Τα ποιήματα προέκυπταν σχεδόν από μόνα τους. Η διαδικασία θύμιζε και εξακολουθεί εν πολλοίς να θυμίζει την αυτόματη γραφή των σουρεαλιστών. Πολλές φορές ξυπνούσα μέσα στη νύχτα για να γράψω κάποιους στίχους που γεννιούνταν μέσα μου κατά τη διάρκεια του ύπνου. Η Ποίηση λειτουργούσε και εξακολουθεί να λειτουργεί για μένα ψυχοθεραπευτικά. Από τα εφηβικά μου χρόνια, επίσης, ξεκίνησα να διαβάζω Ποίηση. Ήρθα πρώτα σε επαφή με τους Έλληνες Κ.Γ. Καρυωτάκη, Κ.Π. Καβάφη και Άγγελο Σικελιανό και στη συνέχεια, λόγω σπουδών, γνώρισα την ποίηση των W.H. Auden, William Blake, Allen Ginsberg, Lawrence Ferlinghetti, P.B. Shelley, Sylvia Plath, Robert Lowell, Emily Dickinson, e.e. cummings και E.A. Poe. Καθώς άρχισε να ριζοσπαστικοποιείται η σκέψη μου, ανακάλυψα την ποίηση της Κατερίνας Γώγου, του Μιχάλη Κατσαρού, του Μανόλη Αναγνωστάκη, του Vladimir Mayakovsky κ.ά. Βεβαίως, τα ποιήματα δεν τελειώνουν ποτέ. Καθημερινά ανακαλύπτω παλιούς και νέους ποιητές/παλιές και νέες ποιήτριες που με συγκλονίζουν.
Τι είναι η ποίηση για εσάς και τι πιστεύετε ότι είναι η ποίηση για τον κόσμο;
Για μένα η Ποίηση αποτελεί μία διέξοδο για να εκφράσω τα συναισθήματά μου και τις απόψεις μου για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Είναι μία εσωτερική ανάγκη. Κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται την Ποίηση διαφορετικά, οπότε δεν μπορώ να πω εγώ τι αντιπροσωπεύει για τον καθένα/την καθεμία. Αυτό που για μένα έχει σημασία είναι να ακουστούν όλες οι ποιητικές φωνές. Από εκεί και πέρα ο Χρόνος και το αναγνωστικό κοινό θα κρίνουν ποια ποιήματα θα εξακολουθήσουμε να διαβάζουμε στο πέρασμα των ετών…
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ clevernews.gr
Νίκος Λυκομήτρος: «Ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον καθένα»
Η νέα ποιητική συλλογή του Νίκου Γ. Λυκομήτρου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν μοιάζει ως ένα κοινωνικό και ερωτικό μανιφέστο. Τίτλος του είναι «Ο ήχος της απώλειας» και η ταύτιση με καταστάσεις, σκέψεις ή συναισθήματα είναι σχεδόν δεδομένη (περισσότερα δείτε εδώ).
Κύριε Λυκομήτρε, πείτε μας λίγα λόγια για τη νέα σας ποιητική συλλογή.
Η νέα μου ποιητική συλλογή ονομάζεται «Ο ήχος της απώλειας» και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Η συλλογή αυτή έχει μία ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου, καθώς σηματοδοτεί την επιστροφή μου στα λογοτεχνικά δρώμενα μετά από σχεδόν δέκα χρόνια απουσίας. Απαρτίζεται από διαφορετικά μεταξύ τους ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η φρίκη του βιασμού, η νόσος του καρκίνου, οι ψυχικές διαταραχές, οι ερωτικές σχέσεις, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας και η αλλοτρίωση του ανθρώπου μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής. Ο συνδετικός κρίκος που τα ενώνει είναι η ανάγκη μου να εκφραστώ και να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους.
«Τι ήχο έχει η απώλεια»;
Θα έλεγα ότι ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον καθένα. Ίσως είναι το ουρλιαχτό της μάνας που χάνει το παιδί της, η κραυγή του εραστή που χάνει το έτερον ήμισυ ή η σιωπή του βωβού πόνου κάθε απώλειας φυσικής ή νοητής. Καθένας ας αναλογιστεί τι ήχο έχει γι’ αυτόν/αυτήν μια απώλεια. Όσον αφορά τη συλλογή μου, θα έλεγα ότι τα ποιήματα που την απαρτίζουν αποτελούν τους ήχους που περιγράφουν κάποιου είδους απώλεια (την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας, την απώλεια της ζωής, την απώλεια της ψυχικής υγείας και της σωματικής ακεραιότητας, την απώλεια του έρωτα κ.ο.κ.).
«Πόσο να κοστίζει άραγε μια ανθρώπινη ζωή»;
Όπως γράφω και στους τελευταίους στίχους του ποιήματος με τίτλο «Το πέταγμα του πελαργού» από το οποίο αφορμάται η ερώτησή σας είναι πράγματι «Δύσκολο να υπολογίσεις / το κόστος μιας ανθρώπινης ζωής». Ωστόσο, η σκληρή πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα στη χώρα μας στους χώρους εργασίας, στα νοσοκομεία και αλλού, αλλά και η κατάσταση που επικρατεί σε διεθνές επίπεδο, δείχνουν ότι, για ορισμένους, μια ανθρώπινη ζωή δεν κοστίζει και πολύ. Το βλέπουμε με τα δεκάδες εργατικά ατυχήματα, με τη θυσία χιλιάδων ανθρώπων στους πολέμους ανά την υφήλιο, με την εξόντωση χιλιάδων μεταναστών στα διεθνή ύδατα, κ.ο.κ. Καλούμεθα, λοιπόν, να απαντήσουμε στο ερώτημα αν το κόστος μιας ανθρώπινης ζωής είναι τόσο ευτελές όσο μας το παρουσιάζουν ή αν υπάρχει μια άλλη ανάγνωση της πραγματικότητας.
Ακολουθώντας την «επαρχιακή οδό», ποιος προορισμός είναι ιδανικός για εσάς;
Δεν ξέρω αν υπάρχει ιδανικός προορισμός. Το ποίημα με τίτλο «Επαρχιακή οδός» που περιλαμβάνεται στην τελευταία μου συλλογή υπονοεί ότι όσο δύσκολη είναι η ζωή στις μητροπόλεις άλλο τόσο δύσκολη είναι και η ζωή στην περιφέρεια. Απλώς, οι δυσκολίες είναι διαφορετικού τύπου. Για να μην αποφύγω, όμως, να απαντήσω στο ερώτημά σας, θα πω ότι ο ιδανικός προορισμός είναι αυτός ο οποίος σε κάνει να αισθάνεσαι εσωτερική γαλήνη.
Τι σημαίνει για εσάς «μοναξιά»;
Για μένα η μοναξιά είναι ένα συναίσθημα συνδεδεμένο με τη ζωή στη μητρόπολη. Η σκληρή καθημερινότητα, οι ρυθμοί της μεγαλούπολης και η απανθρωπιά που επικρατεί είναι τα στοιχεία που τροφοδοτούν τη μοναξιά μέσω της διάβρωσης των ανθρώπινων σχέσεων. Η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για τον συνάνθρωπο, ο ατομικισμός και ο υπερκαταναλωτισμός που προωθούνται από τον σύγχρονο τρόπο ζωής οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην «κατασκευή» μοναχικών ανθρώπων. Παράλληλα, και αυτοί που απορρίπτουν το επιβαλλόμενο μοντέλο ζωής καταδικάζονται στη μοναξιά, αν δεν μπορέσουν να βρουν άλλους ανθρώπους που να κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος. Θεωρώ ότι σημαντικό ρόλο στο χτίσιμο αυτής της κοινωνίας των μοναχικών ανθρώπων που βιώνουμε έχουν διαδραματίσει και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία δημιουργούν μία ψευδεπίγραφη αίσθηση κοινότητας, ενώ, στην πραγματικότητα, αποτελούν άλλο έναν παράγοντα ενίσχυσης της αποξένωσης μεταξύ των ατόμων.
Καλύτερα να νιώθει κανείς μόνος όντας μαζί με κάποιον ή να νιώθει μαζί με κάποιον όντας μόνος;
Σίγουρα θα επέλεγα το δεύτερο. Νομίζω ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να είσαι μαζί με κάποιον και να αισθάνεσαι μόνος. Το έχω βιώσει προσωπικά για πάρα πολλά χρόνια. Είναι πολύ μεγάλη η απογοήτευση που αισθάνεσαι, όταν έχεις επενδύσει συναισθηματικά σε μία σχέση και τελικά συνειδητοποιείς ότι, ενώ υποτίθεται πως είσαι μαζί με κάποιον, στην πραγματικότητα είσαι μόνος. Οπότε, σε κάθε περίπτωση, θα προτιμούσα να είμαι μόνος και να νιώθω μαζί με κάποιον.
Υπάρχει ελπίδα;
Πάρα πολύ δύσκολη ερώτηση. Θα ήθελα να σας απαντήσω ότι υπάρχει αλλά κοιτάξτε τον κόσμο γύρω μας. Θα μπορούσε κανείς βάσιμα να υποστηρίξει ότι υπάρχει ελπίδα; Ίσως ακούγεται λίγο πεσιμιστικό αυτό που λέω αλλά εμένα μου φαίνεται μάλλον ρεαλιστικό. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας, η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και η παγκόσμια οικονομική κατάσταση δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για να αισθανθεί κανείς ότι υπάρχει ελπίδα. Μακάρι να διαψευστώ. Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρχει ελπίδα, αυτή βρίσκεται (όπως πάντα) στις νεότερες γενιές. Ζώντας σε ένα δυστοπικό παρόν, μόνο η δική τους αφύπνιση μπορεί να δημιουργήσει ελπίδα για το μέλλον.
Ετοιμάζετε νέα δουλειά;
Ιδανικά, θα ήθελα να κυκλοφορήσω την επόμενη ποιητική μου συλλογή, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το ανάλογο αναγνωστικό ενδιαφέρον, σε 2-3 χρόνια από τώρα. Είναι ήδη έτοιμα κάποια ποιήματα αλλά δεν υπάρχει ακόμα ο απαιτούμενος αριθμός για την κυκλοφορία ενός νέου βιβλίου. Στα σχέδιά μου υπάρχει ακόμη η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου που θα πραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή.
Σας ευχαριστούμε πολύ!
.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΟΝΟΒΑ
Authoring Melodies
Στην ποιητική συλλογή με τίτλο «Ο ήχος της απώλειας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν, ο Ν.Γ. Λυκομήτρος καταφέρνει να αποτυπώσει τις πολλές όψεις της απώλειας, μετατρέποντας τον πόνο και τη θλίψη σε τέχνη και συγκίνηση. Σήμερα, τον έχουμε μαζί μας για να τον γνωρίσουμε καλύτερα και να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τις διαφορετικές όψεις που εμφανίζει η γραφή του.
1) Καλώς σε βρήκα Νίκο, χαίρομαι ιδιαίτερα για τη σημερινή μας συνάντηση! Καταρχάς, θέλω να μου κάνεις μια εισαγωγή όσον αφορά εσένα και το έργο σου. Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσεις τη συγγραφική σου πορεία;
Ν.Γ.Λ.: Γειά σου, Δημήτρη. Θα ήθελα πρώτα απ’ όλα να σε ευχαριστήσω για αυτή τη συνέντευξη και για την ευκαιρία που μου δίνεις να μιλήσω για το έργο μου.
Το έναυσμα για να ξεκινήσω τη συγγραφική μου πορεία θεωρώ ότι ήταν η ποίηση του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Όταν πρωτοδιάβασα ποιήματά του, όντας μαθητής Γυμνασίου, συγκλονίστηκα από τη δύναμη του έργου του και σταδιακά άρχισα και εγώ να γράφω τα πρώτα μου ποιήματα, επηρεασμένος, σε μεγάλο βαθμό, από το καρυωτακικό ύφος.
2) Ποιες είναι οι επιρροές σου, ποιους ανθρώπους της λογοτεχνίας θαυμάζεις; Προτιμάς περισσότερο τους εγχώριους συγγραφείς ή τους ξένους και γιατί;
Ν.Γ.Λ.: Η αλήθεια είναι ότι, λόγω σπουδών, έχω ασχοληθεί περισσότερο με την αγγλοαμερικανική λογοτεχνία και όχι τόσο με την εγχώρια. Ωστόσο, δεν τίθεται θέμα μεγαλύτερης προτίμησης στους εγχώριους ή στους ξένους. Υπάρχουν για μένα μόνο λογοτέχνες των οποίων το έργο με έχει συγκινήσει, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Σου αναφέρω, ενδεικτικά, κάποια ονόματα: Από ξένους, οι W.H. Auden, William Blake, Allen Ginsberg, Lawrence Ferlinghetti, P.B. Shelley, Sylvia Plath, Robert Lowell, Emily Dickinson, e.e. cummings, E.A. Poe, Vladimir Mayakovsky κ.ά. και, από Έλληνες, οι Κ.Γ. Καρυωτάκης, Κ.Π. Καβάφης, Άγγελος Σικελιανός, Κατερίνα Γώγου, Μιχάλης Κατσαρός, Μανόλης Αναγνωστάκης κ.ά.
3) Ασχολείσαι με την ποίηση η οποία είναι ομολογουμένως ένα δύσκολο μονοπάτι, τουλάχιστον όσο αφορά τα ελληνικά δεδομένα. Εσύ, πώς αποφάσισες να το περπατήσεις;
Ν.Γ.Λ.: Όπως προανέφερα, η επαφή μου με την Ποίηση προέκυψε μέσα από την ανάγνωση του έργου του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Από εκεί και μετά, δεν υπήρχε άλλος δρόμος για μένα. Συν τοις άλλοις, η Ποίηση είναι ένα είδος που μουταιριάζει εκφραστικά, καθώς δεν θα μπορούσα να λειτουργήσωλογοτεχνικά μέσα από μία μεγαλύτερη σε έκταση φόρμα, όπως η νουβέλα ή το μυθιστόρημα. Συνήθως, αρκούν 15-20 στίχοι για να διατυπώσω αυτό που θέλω, οπότε η Ποίηση είναι το κατάλληλο εκφραστικό μέσο.
4) Είναι εύκολο για εσένα κάθε φορά να εκφράσεις σε ένα κομμάτι χαρτί αυτά που στριφογυρίζουν στο μυαλό σου;
Ν.Γ.Λ.: Όταν υπάρχει έμπνευση, ναι. Το ποίημα προκύπτει αβίαστα, εντός ολίγων λεπτών, και ακολουθεί μία δευτερογενής επεξεργασία αλλά ο βασικός πυρήνας έχει ήδη δημιουργηθεί. Όταν δεν υπάρχει έμπνευση, απλώς δεν γράφω.
5) Λογική ή συναίσθημα; Σε ποιο από τα δύο στηρίζεσαι περισσότερο όταν γράφεις;
Ν.Γ.Λ.: Σίγουρα, το συναίσθημα είναι ο οδηγός της γραφής μου. Ακόμα και στα ποιήματα με πιο έντονο κοινωνικό ή πολιτικό πρόσημο, το κείμενο εκκινεί από το συναίσθημα που μου δημιούργησε το εκάστοτε γεγονός. Στην πορεία μπορεί να υπεισέλθει και η λογική αλλά η αφετηρία είναι πάντοτε το συναίσθημα.
6) Ας περάσουμε στο βιβλίο «Ο ήχος της απώλειας». Πώς ήταν για εσένα η όλη διαδικασία, από τη σύλληψη της αρχικής ιδέας μέχρι και την παρουσίαση του βιβλίου; Υπάρχουν στιγμές που θα ήθελες πιθανώς να αφήσεις πίσω σου; Ποια τα συναισθήματά σου εν γένει;
Ν.Γ.Λ.: Το βιβλίο αυτό κυκλοφόρησε, δυστυχώς, με καθυστέρηση σχεδόν δέκα ετών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάποια ποιήματα να ξεπεραστούν από τα γεγονότα και να αφαιρεθούν από τη συλλογή. Οπότε, η αρχική ιδέα τροποποιήθηκε (π.χ. εγκαταλείφθηκε ο χωρισμός της συλλογής σε ενότητες, όπως αρχικά είχε σχεδιασθεί). Το γεγονός ότι το βιβλίο κυκλοφόρησε εν τέλει το 2024 μου δημιούργησε ένα αίσθημα ανακούφισης και δικαίωσης μίας προσπάθειας που είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν. Σίγουρα θα ήθελα να αφήσω πίσω όλα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την κυκλοφορία του. Τώρα, επικρατεί μέσα μου η αγωνία για την υποδοχή του έργου από τους κριτικούς και από το αναγνωστικό κοινό.
7) «Η λευκή σελίδα τρεμοπαίζει στην οθόνη του υπολογιστή… Μια υποχθόνια απειλή που γιγαντώνεται, καθώς ο χρόνος περνά…». Σε αυτούς τους στίχους αποτυπώνεται ο φόβος για την ολοένα και αυξανόμενη τεχνολογική ανάπτυξη αλλά και την πιθανή τεχνολογική κατάρρευση και τις συνέπειές της. Πώς σε εκφράζει αυτό ως άνθρωπο και ως ποιητή;
Ν.Γ.Λ.: Η αφετηρία αυτού του ποιήματος ξεκινά από τον φόβο ότι, αφού πλέον γράφουμε σε υπολογιστή, υπάρχει το ενδεχόμενο να χάσουμε τοέργο μας αν το μηχάνημα υποστεί βλάβη και δεν έχουμε προλάβει να αποθηκεύσουμε το υλικό μας. Μιλάει, επίσης, για τον φόβο της απώλειας της έμπνευσης (το περίφημο “writer’sblock”).Γενικότερα, ωστόσο, εκφράζει την αγωνία για την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας και τις συνέπειες αυτής. Αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, μία γέφυρα με την προηγούμενη ποιητική μου συλλογή με τίτλο «Ιχνηλάτες του Τέλους» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2010) και το ποίημα «Ωδή στον Βασιλιά Ludd». Το ζήτημα, βέβαια, δεν είναι η ύπαρξη της τεχνολογίας αλλά ο τρόπος που αυτή χρησιμοποιείται.
8) «Χιλιάδες κουφάρια θαμμένα κάτω απ’ τα νερά στις εξαφανισμένες πόλεις, χιλιάδες αγνοούμενοι που ίσως να μη βρεθούν ποτέ». Δημιουργείται μια έντονη και ζοφερή εικόνα απώλειας και λήθης. Πώς αυτή η θεματική, που αναφέρεται σε ένα ιστορικό γεγονός, συνδέεται με τον ψυχισμό του ποιητή που κραυγάζει για τις δικές του καταστροφές;
Ν.Γ.Λ.: Οι συγκεκριμένοι στίχοι προέρχονται από το ποίημα «Φουκουσίμα: Μια ελεγεία σε εβένινο φόντο», το οποίο καταγράφει το αποτέλεσμα του πυρηνικού ατυχήματος και τονίζει την επικαιρότητα του ζητήματος της πυρηνικής απειλής. Πολλές φορές, ένα ιστορικό γεγονός μας κάνει να αναλογιστούμε τις προσωπικές μας απώλειες και, ίσως, να συνειδητοποιήσουμε την ασημαντότητα της δικής μας ύπαρξης εντός του παγκόσμιου γίγνεσθαι. Από την άλλη, ένα προσωπικό γεγονός μπορεί να συνδεθεί μέσα από την Ποίηση με ένα ιστορικό γεγονός. Έτσι, το προσωπικό γίνεται συλλογικό και αντίστροφα.
9) Θα μπορέσουμε να γνωρίσουμε λίγο περισσότερο τον Νίκο μέσα από τα ποιήματά του;
Ν.Γ.Λ.: Ομολογουμένως, διαβάζοντας κανείς τα ποιήματά μου γνωρίζει πράγματα για μένα ή τουλάχιστον για τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τα γεγονότα, ακόμα κι αν δεν τα έχω βιώσει προσωπικά. Ο ποιητής Ν.Γ. Λυκομήτρος είναι το alter ego μου. Μια άλλη πλευρά του εαυτού μου που υφίσταται εντός του λογοτεχνικού περιβάλλοντος.
10) Θα ήθελες να μας πεις αν υπάρχει κάτι που να ετοιμάζεις αυτή την περίοδο, να μοιραστείς μαζί μας τα μελλοντικά σου σχέδια;
Ν.Γ.Λ.: Ιδανικά, θα ήθελα να κυκλοφορήσω την επόμενη ποιητική μου συλλογή, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το ανάλογο αναγνωστικό ενδιαφέρον, σε 2-3 χρόνια από τώρα. Είναι ήδη έτοιμα κάποια ποιήματα αλλά δεν υπάρχει ακόμα ο απαιτούμενος αριθμός για την κυκλοφορία ενός νέου βιβλίου. Στα σχέδιά μου υπάρχει ακόμη η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου που θα πραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή.
Νίκο, σε ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο που μας διέθεσες και σου ευχόμαστε ολόψυχα κάθε επιτυχία στο έργο σου!!!
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ
Ο Ν.Γ. Λυκομήτρος μας συστήνεται ως εργάτης της Ποίησης αλλά και ως εραστής του Θεάτρου. Άλλωστε οι λογοτεχνικές του δραστηριότητες αποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι ο συγγραφέας τρέφει εξίσου μεγάλη αδυναμία τόσο στη συγγραφή ενός ποιητικού όσο και στη συγγραφή ενός θεατρικού έργου. Σήμερα φιλοξενείται στις Τέχνες με αφορμή το νέο του βιβλίο με τίτλο «Ο ήχος της απώλειας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν».
Κύριε Λυκομήτρο, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό, φιλόλογο, μεταφραστή, μπλόγκερ, θεατρικό συγγραφέα ή ποιητή; Ποια ιδιότητά σας υπερισχύει;
Θα έλεγα ότι είμαι εργάτης της Ποίησης και εραστής του Θεάτρου. Το ιστολόγιό μου (https://the-sound-of-loss.blogspot.com/) το χρησιμοποιώ για να παρουσιάζω το έργο μου αλλά, κυρίως, για να κοινοποιώ τη δουλειά άλλων ποιητών/τριών. Δράττομαι, λοιπόν, της ευκαιρίας να απευθύνω ανοικτό κάλεσμα σε όποιον/όποια το επιθυμεί να μου στείλει δείγματα της δουλειάς του/της. Όσο για τις δύο πρώτες ιδιότητες που αναφέρατε, αυτές άπτονται περισσότερο των επαγγελματικών παρά των λογοτεχνικών δραστηριοτήτων μου.
Για ποιο λόγο αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγγραφή; Τι σας ώθησε προς αυτή την κατεύθυνση;
Ξεκίνησα να γράφω ποιήματα όντας μαθητής Γυμνασίου. Με είχε επηρεάσει πολύ το έργο του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Η συγγραφή προέκυψε ως ανάγκη να εκφράσω τα βαθύτερα συναισθήματά μου, αυτά που, για διάφορους λόγους, δεν μπορούσα να μοιραστώ με κάποιον άλλο. Έτσι, η συγγραφή έγινε το καταφύγιο στο οποίο έβρισκα γαλήνη, όταν με καταρράκωναν οι δυσκολίες της καθημερινότητας.
Εντοπίζετε κοινά σημεία ανάμεσα σε ένα θεατρικό έργο κι ένα ποίημα;
Θεωρώ ότι, όντως, υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ ενός θεατρικού έργου κι ενός ποιήματος. Κατ’ αρχάς, και τα δύο έχουν αναλογικά περιορισμένη έκταση. Το ποίημα λίγες δεκάδες στίχους, το θεατρικό λίγες δεκάδες σελίδες (εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα). Και στα δύο ο δημιουργός λειτουργεί εκτός από συγγραφέας και ως σκηνοθέτης. Ο θεατρικός συγγραφέας παραθέτει τις σκηνοθετικές του οδηγίες, ενώ ο ποιητής «σκηνοθετεί» το ποίημα. Επίσης, και στα δύο είδη πρωταγωνιστούν κάποια πρόσωπα. Στο μεν θεατρικό έργο το θεατρικό καστ, στο δε ποίημα τα πρόσωπα των οποίων τα βιώματα εμπνέουν τον ποιητή. Τέλος, και τα δύο γράφονται (δυνητικά) για να παρουσιαστούν ζωντανά στο κοινό. Το μεν θεατρικό για να «παιχτεί» στο θεατρικό σανίδι, το δε ποίημα για να απαγγελθεί ενώπιον του κοινού.
Δέχεστε επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς και ποιητές στα έργα σας;
Οι αγαπημένοι μου συγγραφείς και ποιητές/ποιήτριες ασκούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κάποιου είδους επιρροή στο έργο μου ή τουλάχιστον με συντροφεύουν και με καθοδηγούν στη διαμόρφωσή του.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Αντλώ έμπνευση από τα μεγάλα αλλά και από τα μικρά. Εννοώ, δηλαδή, ότι προφανώς με απασχολούν όλα τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά τους ποιητές και τις ποιήτριες, όπως τα ζητήματα του Έρωτα, του Θανάτου και του Χρόνου, αλλά, ταυτόχρονα, αντλώ υλικό και από τα μικρά και τα (φαινομενικά) ασήμαντα. Παράδειγμα αποτελεί το ποίημα «Προμηνύματα», το οποίο ξεκίνησε από μία συνηθισμένη εικόνα της καθημερινότητας: την προώθηση του προϊόντος μιας εταιρείας σ’ ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο. Θεωρητικά δεν θα υπήρχε κάτι αξιοσημείωτο σε αυτό το γεγονός, έτσι ώστε να αποτελέσει την αφορμή για να γραφτεί ένα ποίημα. Ωστόσο, το γεγονός ότι το προϊόν ήταν σούπα και ο κόσμος σχημάτιζε ουρά για να τη δοκιμάσει, μου έφερε στο μυαλό τα λαϊκά συσσίτια που κράτησαν κάποιους από τους συμπολίτες μας ζωντανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Εν συνεχεία, σκέφτηκα ότι η εκτεταμένη φτώχεια που υπήρχε (και υπάρχει) στην κοινωνία μας θα μπορούσε να οδηγήσει στη διοργάνωση συσσιτίων και στη σύγχρονη εποχή. Έτσι προέκυψε το ποίημα και ο καταληκτικός του στίχος «Προμηνύματα του μέλλοντος κι αναμνήσεις του παρελθόντος». Λίγα χρόνια μετά τη συγγραφή του ποιήματος άρχισαν πράγματι να διοργανώνονται λαϊκά συσσίτια στην πόλη των Αθηνών σε ευρεία κλίμακα. Δεν φανταζόμουν τότε ότι τα γεγονότα θα δικαίωναν τόσο γρήγορα την απαισιόδοξη πρόβλεψη του ποιήματος.
Υπάρχει μαγική συνταγή για τη συγγραφή ενός καλού έργου; Ποια η γνώμη σας;
Αφενός δεν πιστεύω στις μαγικές συνταγές, αφετέρου αν κάποιος/κάποια γνώριζε τη μαγική συνταγή θα ήταν όλα του/της τα έργα επιτυχημένα. Έχω την αίσθηση, όμως, ότι ακόμα και οι πιο επιτυχημένοι συγγραφείς έχουν στο ενεργητικό τους μικρότερες ή μεγαλύτερες αποτυχίες. Αυτό που για μένα έχει σημασία είναι ο/η δημιουργός να βάζει την ψυχή του σε κάθε έργο που παράγει και να μην παρασύρεται από τις απαιτήσεις τρίτων.
Το αναγνωστικό κοινό στη χώρα μας στηρίζει τις προσπάθειες των υπηρετών της ποίησης;
Καίριο και δύσκολο ερώτημα. Με βάση τους αριθμούς, θα έλεγε κανείς ότι ο αριθμός των αναγνωστών της Ποίησης είναι αντιστρόφως ανάλογος των έργων που εκδίδονται. Οπότε, φαινομενικά το αναγνωστικό κοινό δεν στηρίζει τους ποιητές/τις ποιήτριες σε μεγάλο βαθμό. Από την άλλη, θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει μία κρυφή δυναμική. Ότι, δηλαδή, πολλές ποιητικές συλλογές κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι. Άρα, ίσως τελικά ο αριθμός των αναγνωστών της Ποίησης να μην είναι τόσο μικρός όσο νομίζουμε…
Γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε τη δεύτερη ποιητική σας συλλογή και μάλιστα μετά από ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα απόστασης με την πρώτη;
Η συλλογή αυτή ήταν έτοιμη εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. Προέκυψε ως φυσική συνέχεια της πρώτης. Είχα έναν ικανό αριθμό ποιημάτων, τα οποία (κατά την ταπεινή μου άποψη) είχαν κάτι να πουν και ήθελα να τα μοιραστώ με το αναγνωστικό κοινό. Ωστόσο, διάφορα οικογενειακά και προσωπικά προβλήματα δεν μου επέτρεψαν να υλοποιήσω τα σχέδια μου, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αυτό το δυσανάλογο κενό μεταξύ της πρώτης (με τίτλο «Ιχνηλάτες του Τέλους» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης το 2010) και της δεύτερης συλλογής.
Ποια ανάμεικτα συναισθήματα σας κατέκλυσαν πιάνοντας για πρώτη φορά το νέο σας βιβλίο στα χέρια σας; Είναι τελικά η χαρά του δημιουργού τόσο απερίγραπτα μεγάλη, όπως όλοι οι δημιουργοί συνηθίζουν να λένε;
Το βιβλίο αυτό έχει ιδιαίτερη συναισθηματική αξία για μένα, καθώς σηματοδοτεί την επιστροφή μου στα λογοτεχνικά δρώμενα μετά από μία μακρά περίοδο απουσίας σχεδόν δέκα ετών. Οπότε, από τη μία πλευρά υπάρχει ο ενθουσιασμός, διότι επιτέλους το βιβλίο κατάφερε να φθάσει στα ράφια των βιβλιοπωλείων, και από την άλλη υπάρχει η μελαγχολία για τα χρόνια που πέρασαν και για τις ευκαιρίες που χάθηκαν. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, θα έλεγα ότι, πράγματι, η χαρά της δημιουργίας μπορεί να είναι μεγάλη, αρκεί να μην μετατρέπεται σε ματαιοδοξία.
Ας αναφερθούμε συγκεκριμένα σ’ αυτό. Πρόκειται για τη δεύτερή σας ποιητική συλλογή, που φέρει τον τίτλο «Ο ήχος της απώλειας» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Γιατί επιλέξατε να της δώσετε αυτόν τον τίτλο;
Ο τίτλος συνιστά παραδοξολογία. Θα έλεγα δε ότι ο ήχος της απώλειας ακούγεται διαφορετικά για τον καθένα. Ίσως είναι το ουρλιαχτό της μάνας που χάνει το παιδί της, η κραυγή του εραστή που χάνει το έτερον ήμισυ ή η σιωπή του βωβού πόνου κάθε απώλειας φυσικής ή νοητής. Καθένας ας αναλογιστεί τι συνιστά γι’ αυτόν/αυτήν τον ήχο μιας απώλειας. Όσον αφορά τη συλλογή, θα έλεγα ότι τα ποιήματα που την απαρτίζουν αποτελούν τους ήχους που περιγράφουν κάποιου είδους απώλεια (την απώλεια της προσωπικής αυτονομίας, την απώλεια της ζωής, την απώλεια της ψυχικής υγείας και της σωματικής ακεραιότητας, την απώλεια του έρωτα κ.ο.κ.).
Η συλλογή σας μιλάει ξεκάθαρα για τον θάνατο, αλλά και την απώλεια με την πιο γενικευμένη της έννοια, καθώς και για τον θρήνο που προκαλεί σε όποιον πέσει θύμα τους. Μιλήστε μας περισσότερο για το περιεχόμενο αυτής της συλλογής. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντάς την στα χέρια του;
Η συλλογή απαρτίζεται από διαφορετικά μεταξύ τους ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η φρίκη του βιασμού, η νόσος του καρκίνου, οι ψυχικές διαταραχές, οι ερωτικές σχέσεις, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας και η αλλοτρίωση του ανθρώπου μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής. Ο συνδετικός κρίκος που τα ενώνει είναι η ανάγκη μου να εκφραστώ και να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους. Συνεπώς, ναι μεν ο θάνατος και η απώλεια αποτελούν βασικά μοτίβα αυτής της συλλογής αλλά συνυπάρχουν με άλλα θέματα με αμιγώς πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο.
Ολιγόστιχα τα ποιήματά σας, περιεκτικά, συμβολικά και με πολλά μηνύματα. Γραμμένα όλα τους σε ελεύθερο στίχο, προφανώς για να αποδίδεται καλύτερα το νόημα όσων πραγματικά βγαίνουν από ψυχής. Αυτός ήταν ο στόχος σας;
Πράγματι, όταν γράφω ένα ποίημα ο στόχος είναι να μεταφέρω στο αναγνωστικό κοινό το συναίσθημα που μου δημιούργησε ένα γεγονός, ένα βίωμα, κ.ο.κ. Ο ελεύθερος στίχος και η συνειδητή απαγκίστρωση από τη φόρμα με βοηθούν να πετύχω αυτό το στόχο. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι αδιαφορώ για τα έργα που δίνουν μεγάλη σημασία και στην τεχνική. Απλώς, για μένα προσωπικά, η έμφαση στη φόρμα δρα περιοριστικά.
Ποια η κριτική των αναγνωστών σας μέχρι τώρα; Τη λαμβάνετε υπόψη;
Θα έλεγα ότι οι πρώτες ενδείξεις όσον αφορά την υποδοχή του βιβλίου από το αναγνωστικό κοινό είναι θετικές. Λαμβάνω πολύ σοβαρά υπόψη τόσο τα σχόλια των αναγνωστών όσο και τις παρατηρήσεις των ομοτέχνων μου αλλά και των βιβλιοκριτικών. Θεωρώ ότι όταν αποφασίσεις να εκδώσεις το έργο σου δεν μπορείς να στέκεσαι αδιάφορος απέναντι στην υποδοχή του από κοινό και κριτικούς. Οι παρατηρήσεις όλων σε βοηθούν να γίνεις καλύτερος, να κάνεις μικρές, έστω, βελτιώσεις στο έργο σου. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι θα πρέπει να απογοητεύεται κανείς από τις αρνητικές κριτικές. Κι αυτές, ακόμη, αν είναι καλοπροαίρετες, έχουν την αξία τους. Τελικά, ο υπέρτατος κριτής είναι ο Χρόνος. Αν μετά από χρόνια, κοινό και κριτικοί μνημονεύουν ένα έργο τέχνης, όπως συμβαίνει με τα έργα των μεγάλων μας ποιητών/ποιητριών, αυτό σημαίνει ότι είναι άξιο αναφοράς.
Είναι εξ ολοκλήρου εξομολογητικά τα ποιήματά σας;
Είναι γεγονός ότι στα ποιήματά μου εμφανίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό το εξομολογητικό στοιχείο. Άλλωστε, η εξομολογητική ποίηση (confessional poetry), με κυριότερους εκπροσώπους τη Sylvia Plath, τον Robert Lowell και την Anne Sexton, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες επιρροές μου. Ωστόσο, δεν είναι όλα τα ποιήματά μου εξομολογητικά. Ορισμένα από αυτά βασίζονται σε ιστορικά γεγονότα, σε άλλα έργα τέχνης, σε σταχυολογήματα από την καθημερινή ειδησεογραφία, κ.ο.κ.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Το βιβλίο μου κατά βάση απευθύνεται σε ενήλικες, οπότε δεν θα το συνιστούσα σε εφήβους. Κι αυτό γιατί αναφέρεται σε θέματα όπως ο θάνατος, η έμφυλη βία, ο φασισμός, η ψυχική νόσος κ.ά., τα οποία μπορούν να επιδράσουν καταλυτικά στον ψυχισμό των εφήβων. Από την άλλη, βέβαια, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι οι σημερινοί έφηβοι μεγαλώνουν σε αυτή την κοινωνία, της οποίας τα κακώς κείμενα προσπαθώ να καταδείξω στα ποιήματά μου, οπότε ίσως να μην σοκαριστούν και τόσο από αυτά που θα διαβάσουν. Εν κατακλείδι, θα έλεγα ότι αν ένας έφηβος διαθέτει μία συγκροτημένη προσωπικότητα, θα μπορούσε να διαβάσει το βιβλίο μου χωρίς να δεχθεί αρνητικές επιδράσεις.
Είστε ικανοποιημένος από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Βακχικόν»;
Η γνωριμία μου με τους υπευθύνους των εκδόσεων «Βακχικόν» ανάγεται στο μακρινό παρελθόν. Ως εκ τούτου, έχει σφυρηλατηθεί μεταξύ μας μία σχέση αμοιβαίου σεβασμού, αλληλοκατανόησης και αλληλοεκτίμησης. Γνωρίζουν ποιες είναι οι απαιτήσεις μου και γνωρίζω κι εγώ από πλευράς μου μέχρι που φτάνουν οι δυνατότητες των εκδόσεων. Έτσι, αποφεύγονται οι πάσης φύσεως παρεξηγήσεις και η συνεργασία μας πατάει σε στέρεο έδαφος.
Επόμενα συγγραφικά βήματα κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Ιδανικά, θα ήθελα να κυκλοφορήσω την επόμενη ποιητική μου συλλογή, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το ανάλογο αναγνωστικό ενδιαφέρον, σε 2-3 χρόνια από τώρα. Είναι ήδη έτοιμα κάποια ποιήματα αλλά δεν υπάρχει ακόμα ο απαιτούμενος αριθμός για την κυκλοφορία ενός νέου βιβλίου. Στα σχέδιά μου υπάρχει ακόμη η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου που θα πραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Σε ό,τι με αφορά προσωπικά εύχομαι να είμαι υγιής και δημιουργικός. Σε ό,τι αφορά τον κόσμο που ζούμε εύχομαι να βιώσουμε ένα μέλλον χωρίς πολέμους και με περισσότερη ελπίδα για το ανθρώπινο γένος. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν είμαι και τόσο αισιόδοξος σχετικά με αυτό.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα ποίημα από το βιβλίο σας.
ΛΙΣΤΑ ΑΓΟΡΩΝ
Οι νοικοκυρές αγοράζουν ψευδαισθήσεις
από τα ράφια των σουπερμάρκετ.
Αναζητούν λίγη τρυφερότητα, λίγη ασφάλεια
και λίγη ειλικρίνεια
πίσω από τα ψυγεία με τα γαλακτοκομικά.
Σφιχταγκαλιάζουν τα προϊόντα
λαχταρώντας το χάδι που τους έλειψε
και ανταλλάσσουν βλέμματα
με τους καλοντυμένους εργένηδες
που κρατούν μικρά καλάθια στα χέρια.
Θρηνούν για τα χρόνια που πέρασαν
και για τα χρόνια που έρχονται.
Κι ύστερα χαϊδεύουν το κεφαλάκι
του μωρού μέσα στο καρότσι
και συνεχίζουν σιωπηλές προς το ταμείο
για να πληρώσουν τα ψώνια
και να εξαργυρώσουν τη θλίψη τους
με πόντους πιστωτικών καρτών.
Κύριε Λυκομήτρο, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι υγεία, ευημερία και μπόλικη έμπνευση.
Κι εγώ σας ευχαριστώ θερμά για την πολύ ουσιαστική συζήτηση που είχαμε και σας εύχομαι να είστε υγιής, ευτυχισμένη και δημιουργική!
.
.