O Παύλος Ανδρέου γεννήθηκε το 2000 στη Λάρνακα. Σπουδάζει Νομική στο University of Reading. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Παγωτό δακρυγόνο» (Θράκα 2022) και “Κουνούπι τίγρης” (Θράκα 2024)
.
.
ΚΟΥΝΟΥΠΙ ΤΙΓΡΗΣ (2024)
ΚΟΥΝΟΥΠΙ ΤΙΓΡΗΣ
Σε ανήλιαγο σοκάκι
βουίζει ένα κουνούπι
παγιδευμένο
σταγόνες αγωνίας στα φτερά του.
«Προσοχή στο φως.
Είναι αναξιόπιστο.
Θάνατος εξασφαλισμένος.
θανάσιμη παγίδα χωρίς έλεος».
Ο εξολοθρευτής με βλέμμα έκπληκτο ρωτά:
«Μιλούν και τα κουνούπια;»
Το έντομο εξοργισμένο στροβιλίζεται.
Απαιτώ εκεχειρία.
Απόδραση από το τεχνητό μαρτύριο
των LED.
Μη με εγκλωβίζετε στη δίψα των αισθήσεων…»
Τα βράδια της υπομονής
μεταμορφώνεται σε τίγρη ανελέητη.
Ρουφά το αίμα μας αχόρταγα
μέσα από αντανακλάσεις προβολέων
των διερχόμενων ασθενοφόρων.
Αποκτά διαστάσεις γιγαντιαίες
υπαγορεύοντας μεθοδικά τις τύψεις μας.
ΑΝΕΠΙΔΕΚΤΟΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ
Εκλεκτοί κολυμβητές
με μολύβια jet-ski
συντρίβονται πάνω σε κύματα έμπνευσης
να κατακτήσουν το μεγάλο ποίημα.
Ταχύτητες από λέξεις τρελές
ολισθαίνουν στα όρια των νεύρων τους.
Λιμενάρχες-κριτικοί δείχνουν το δάκτυλο
χαμένοι μες στον χρόνο
σφυρίζοντας το τέλος με μια
δραματική δήλωση: «το αίμα
θα χαράξει έρωτες στην πέτρα».
Ένας όμως απέτυχε
τραγικός τραυματισμός
στον άξονα της ύπαρξής του.
Τα υπόλοιπα νούμερα κερδίζουν
αδιαφορώντας για την πτώση
του Πρωτέα στη θάλασσα.
Χαλαρά, την επόμενη φορά
θα ξαναπροσπαθήσουν
ανεπίδεκτοι ποιήσεως
όπως πάντα.
ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ ΨΗΦΙΣΜΑ
Πολίτες ξεψαχνίζουν ψηφοδέλτια
πριν φτύσουν άκυρο στις κάλπες.
Ψαρεύουν σε θολά νερά
εντατικά μαθήματα υποταγής.
Εντέλει άνευ λεξικών
σταυροδοτούν ναυάγια.
ΟΘΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΝΟΙΑ
Ο χρόνος ξεπαγώνει στο γραφείο.
Υπολογιστές γελούν υστερικά
φορτώνοντας με προθεσμίες.
Κουμπιά δαγκάνες.
Το πληκτρολόγιο ξύνει τα νεύρα μου.
Στο μαγειρείο της οθόνης
ραντεβού φλαμπέ
γίγαντες φάκελοι
e-mails μακαρόνια.
Συνάντηση στις δώδεκα και τίποτα
η πίεση στο σβέρκο μου βαρίδι
τηλέφωνα ουρλιάζουν στο ψυγείο.
Στη βιντεοκλήση, κυνικοί συνάδελφοι
αναπολούν φανταστικές προαγωγές.
Η εταιρεία θήραμα ή θύτης
φουντώνει τα σπυριά της αγανάκτησης.
Μέχρι που τα μηνύματα κοχλάζουν:
ωμή πραγματικότητα σε κρίση.
ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ
Προπονούμαστε
ενδυναμώνοντας τις σιλουέτες μας
καταπολεμούμε τα σπλαχνικά λίπη
αντικαθιστώντας την απώλεια
της ευσπλαχνίας μας.
Κτίζουμε γυμνασμένες πλάτες
στηρίζοντας πρωτεϊνούχες σχέσεις.
Στον διάδρομο της ζωής
τρέχουμε μούσκεμα.
Ανεξέλεγκτο κριτήριο:
Το ένστικτο.
ΣΚΑΛΑ TOY ΕΓΩ
Στο εμπορικό κέντρο του Εγώ μου
οι προσφορές ισχύουν πάντα:
μια σκάλα σταθερή ή κυλιόμενη
εξαργυρώνει την πραγματικότητα.
Επενδύει στα παραπατήματά μου
με ανυψώνει αβίαστα
σχεδόν μηχανικά
απολύτως αξιόπιστα.
Μέχρι που η έκρηξη του αναπόφευκτου
διαταράσσει την ονειρική πορεία.
Ο πανικός ξεσπά
αντί για το πόδι μου
ακρωτηριάζεται το ποίημα
ποια η διαφορά;
Ο Καβάφης στο πρώτο σκαλί
πετάει τη σπόντα:
«Μη φοβάσαι τα ύψη.
Αυτά τα έργα που λες αριστουργήματα
εφήμερα αντίγραφα της φθοράς μας».
TO ΚΑΡΤΕΛ ΤΗΣ ΕΛΙΤ
Εδώ και τώρα έτοιμος
να γευτώ μια Φρουτοπία γουέστερν.
Λωτοφάγοι σε θέση μάχης
απασφαλίζουν όπλα
τρομοκρατώντας
το American Dream.
Δεν διστάζω
πυροβολώ ενώπιος ενωπίω
ρίχνοντας αγκάθια
στο καρτέλ της ελίτ.
Ως κάκτος της ερήμου
έχω την ασυλία μου.
Σας εντέλλω, πιστολέρος
ευνουχίστε τις μπανάνες
απ’ τα ζωνάρια σας.
ΣΤΙΧΟΣ ΕΝ ΩΡΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ
Έφτασε ο στίχος στο κτένι
παραμορφωμένος.
Δεν ήταν πια ο γκάνγκστερ εαυτός του
ούτε καμικάζι των λέξεων
που εκρήγνυται
σε υποβρύχιες στροφές
με εμπρηστική αδιαφορία.
Απεναντίας, σε επιφυλακή
ατενίζει γερασμένος
τροχονόμος νοημάτων
την κυκλοφορία των σκέψεων
στον διαδικτυακό κατακλυσμό.
Με τρεμάμενη φωνή
εκπέμπει σήμα «SOS»:
«Λεν μ’ αναγνωρίζετε πλέον;
Είμαι το άτακτο ποίημα
σβούρα ή γιο-γιό από τα παλιά
πριν με στειρώσετε
στα πληκτρολόγια σας».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΛΟΓΟ ΤΗΣ ΤΖΕΝΗΣ ΦΟΥΝΤΕΑ-ΣΚΛΑΒΟΥΝΟΥ
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟ ΕΔΩΛΙΟ
…/…
Γράφοντας σχετικά με την προηγούμενη συλλογή του, το «Παγωτό Δακρυγόνο», είχα αποκαλέσει τον Π. Α. επαναστάτη με αιτία. Στην παρούσα ο δημιουργός νιώθει την ανάγκη να ξετυλίξει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη το αίσθημα της αφόρητης οδύνης, της βαθιάς απογοήτευσης που τον διακατέχει. Όλες οι αξίες χρεωκόπησαν, μαζί με αυτές κι η Δικαιοσύνη, θεμελιώδες όραμα της φοιτητικής του διαδρομής. Με μοναδικό του όπλο την ποίηση, έσχατο καταφύγιο στην απελπισία και ταυτόχρονα ένα μανιφέστο-θρήνο «συντρίβεται πάνω σε κύματα έμπνευσης/χαράσσει με αίμα την πέτρα/μιμείται την εγκαταλελειμμένη ανάσα των εξορισμένων/αυτομολεί σε στάχτες καπνισμένες.. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει χάσει την επαναστατική του ορμή. Ότι έχει πάψει να επιτίθεται, να σαρκάζει. Το αντίθετο «αφήνει το ψέμα να βουλιάζει στον βούρκο του/υποβάλλει αγωγή κατά της λογικής/παραβιάζει το κατεστημένο/αγωνίζεται να επανασυνθέσει την αλήθεια…». Καυτηριάζει τους σεσημασμένους ποιητές, «που εκλιπαρούν ανάγνωση», απεχθάνεται τους «τοκογλύφους μέντορες», πυροβολεί «ενώπιος ενωπίω»… Κι όταν «φτάσει ο στίχος στο χτένι» θα εκπέμψει σήμα «sos» να επανασυστηθεί ως «άτακτο» ποίημα…
.
ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ (2022)
ΠΑΛΙΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ
Από παλιό λεωφορείο
αποβιβάστηκα
στην εσχατιά
μιας πράσινης γραμμής.
Κουβάλησα
την προσφυγιά στους ώμους
άρπαξα
τις αποσκευές στα χέρια
σκουρόχρωμες κηλίδες έσταζαν
στα πόδια
στο πουθενά οδοιπορώντας
μονοσάνδαλος.
Και να που μπαίνουν
δάκρυα στην παρέλαση
υγροί στρατιώτες
με ανυπόκριτο το βήμα
«εν-δυο-εν»
πενήντα χρόνια
στη σειρά μου
«εν-δυο-εν».
ΣΧΙΣΜΑ
Στριμώχτηκαν όλα
στη βαλίτσα της απόγνωσης
μέχρι που σκίστηκε από το βάρος.
Τώρα
ταξιδευτής σε ξένους τόπους
το βλέμμα προσγειώνω
στον ιμάντα
που μεταφέρει βασανιστικά
κάποια αποσκευή στα αζήτητα
γεμάτη μνήμες.
Στάσου!
Βλέπω μονάχα
μια σκισμένη ετικέτα
ΕΡΩΤΑΣ
Φωτοστέφανο.
Χωρίς στεφάνη.
Κύκλος φαύλος
αρκούντως διαφωτιστικός.
Στην επέτειο
τον καταθέτεις
σε μνήματα αγνώστων
τιμώντας
τον μπαλαντέρ.
ΤΟ ΚΑΛΑΘΙ ΜΕ ΤΙΣ ΕΚΔΟΧΕΣ
Μια φορά κι έναν καιρό
ο λύκος αντιδρούσε σθεναρά
ως αρνητής της μάσκας
επιμένοντας ότι η χρήση της
είναι ευθύνη καθενός.
Αλλά η μασκοφόρος εκδρομέας
γνώριζε εναλλακτικό μονοπάτι
πετυχαίνοντας στο δάσος καλαθιές
με την ακρίβεια του Γουλιέλμου Τέλλου.
Ώσπου μ’ ένα ψαλίδι ανάποδο
έσπασε το καλάθι με τα μήλα
και η εμπιστοσύνη των αναγνωστών
κατεδαφίστηκε.
Παράκληση:
Εις μνήμην της γιαγιάς
εισφορές αντί δακρύων.
SEX TRAFFICKING
Κάνετε τώρα εγγραφή
στο κανάλι μας
σε αποκλειστική μετάδοση
μια μαρτυρία για τον ποιητή.
Παρακαλούνται οι συνδρομητές
να συντονιστούν επειγόντως
με κομμένη την ανάσα.
Η συγκλονιστική σκλάβα του σεξ
που υπογράφει το σεντόνι
με αίμα για κραγιόν
θα τους απογειώσει.
Επιβήτορα ποιητή
ηδονοβλεψία αναγνώστη
σωματέμπορα εκδότη
πετάξτε τα εσώρουχα στο πάτωμα.
Η λερωμένη σας Ποίηση
ένα λεπτό υπέρτατης σιγής
σας αφιερώνει.
Ύστερα
σας στέλνει στον διάολο.
ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ
Δεν ήταν το ασπράδι των ματιών
η σύσπαση στον ουρανό.
Ήταν η μαύρη κόρη τους
η θυγατέρα όλων.
Δεν έχουν άλλο πια τα δάκρυα
αντισηπτικές ιδιότητες.
Έτσουζαν σε κάθε ανοιγόκλειμα
οι βολβοί
στο ξεχείλισμα μιας λίμνης.
Ζάρωνε η ίριδα
στο λίγο φως
μιας δύναμης.
Η μαύρη κόρη γύρισε.
ΚΡΟΤΙΔΑ
Αγωνιούσε αν θα συλληφθεί.
Πλήθος δακτύλων στην αρένα εξαιτίας του.
Η απορία στην αντικατάσταση.
Η προδοσία έκλεισε τ’ αυτιά.
Ποιητής να προκαλεί εκρήξεις;
Ωστόσο η ομολογία εξερράγη.
Μετά το ποίημα.
.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΛΟΓΟ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ “ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ”
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Νομικός και Αναλύτρια Λογοτεχνίας
…/…
Οι στίχοι ξαπλωμένοι σε βελούδινους καναπέδες, βολεμένοι σε μαύρα κουτιά ενημέρωσης, κραδαίνουν την άρνηση να διαδηλώσουν σε καιρούς επισφαλούς ανασφάλειας. Ο δημιουργός οφείλει να αφυπνίσει, εφορμώντας σε αλλόκοτες πορείες, πατώντας σε ναρκοπέδια ψεύτικου ιδεαλισμού. Αυτο-ετερο-συμπαντικού. «Εν αρχή», ο λόγος, η θύμηση, η φαντασία, η ιδέα, ή μήπως το αίσθημα; Κι εμείς, οι μυστικοπαθείς, μυστηριώδεις, αντιφατικοί, επικριτικοί, κουρασμένοι αναγνώστες; Τι χορός επιθέτων! Στην κυριολεξία. Με χίλια καρπούζια στην ίδια μασχάλη. Συνοδοιπόροι, συνήγοροι ή μύστες σε ένα έργο. Ιδού το ρίσκο ιδού και το στοίχημα. Τέτοιες ώρες, να σερνόμαστε σε διαμαρτυρίες…
Ο Παύλος Ανδρέου, νέα ποιητική φωνή, με βαριά και ομιχλώδη κληρονομιά στους νεανικούς του ώμους, κουβαλώντας μια σφαγμένη πατρίδα και την αναβράζουσα ορμή της ηλικίας του, ιχνηλατεί λέξεις, στροβιλίζεται σε κόσμους ονειρικούς, πνίγεται από την αδικία των δακρυγόνων… Είναι κι εκείνο το λιωμένο παγωτό της αμφισβήτησης… Τολμηρός χτυπά την πόρτα μας… Μια-δυο, ξανά και ξανά… Ο δρόμος μακρύς κι ανηφορικός. Εμπρός του, επιβλητικά λευκά, απάτητα σκαλιά… Ορκίζεται στις λέξεις του. Θα έρθει στιγμή που θα το καταλάβει. Στερείται δικαιώματος επιλογής. Εκείνες θα τον συναπαντήσουν σε σκιερά σταυροδρόμια…
ΚΡΙΤΙΚΕΣ
ΚΟΥΝΟΥΠΙ ΤΙΓΡΗΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ-ΠΑΥΤΙΝΟΥ
MONOCLEREAD.GR 20/02/2025
«Προσοχή στο φως. Είναι αναξιόπιστο. Θάνατος εξασφαλισμένος, παγίδα χωρίς έλεος» ξεκινάω από το πρώτο ποίημα της συλλογής, Κουνούπι Τίγρης, με τον ομώνυμο τίτλο. Ένα κουνούπι πανίσχυρο. «Αν νομίζεις ότι είσαι πολύ μικρός για να κάνεις τη διαφορά, δοκίμασε να κοιμηθείς με ένα κουνούπι», η γνωστή ρήση του Dalai Lama ταιριάζει με το σκεπτικό του κουνουπιού που μεταμορφώνεται σε τίγρη.
Το κουνούπι τίγρης, αυτό το ασπρόμαυρο ριγέ κουνούπι, προέρχεται από την Ασία, απαντάται σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές του πλανήτη και μπορεί να μεταφέρει μολυσματικές ασθένειες, προκαλώντας πόνο και ενόχληση σε όποιον τσιμπήσει. Ο Ανδρέου επιλέγει πιστεύω αυτό τον τίτλο για να αναζητήσει τι είναι αυτό που τα βράδια μάς επιτίθεται και ρουφά το αίμα μας. Καμιά φορά ο εχθρός είναι αόρατος: κρύβεται πίσω από οθόνες, κάτι το απροσδιόριστο που μας καταδυναστεύει.
Η δεύτερη ποιητική συλλογή του Παύλου Ανδρέου ακολουθεί τη δυναμική αρχή που έγινε με το «Παγωτό Δακρυγόνο». Αν και νεότατος, ο Ανδρέου έχει βρει τη «φωνή» του και πατά γερά σ’ αυτήν. Εύστοχος τίτλος, ο οποίος συνάδει τόσο με το περιεχόμενο όσο και με το εξώφυλλο: Στο εξώφυλλο ένα «ιδιαίτερο» δικαστήριο, με τον άνθρωπο στη θέση του κατηγορούμενου και τα ζώα να απολαμβάνουν αφενός τη δίκη, αφετέρου τις κατηγορίες προς τον άνθρωπο. Οι κατηγορίες είναι ξεκάθαρες, όπως φαίνεται και στο ποίημα Ο Άνθρωπος στο εδώλιο: (σελ. 18).
«Πρόδωσες, βλέπεις, την τιμή
του περιβάλλοντος
αλλοιώνοντας ξεδιάντροπα
τη ζυγαριά της φύσης».
Ο Παύλος Ανδρέου είναι μια τολμηρή ποιητική φωνή. Δείχνει την αγωνία της γενιάς του, νέων ανθρώπων μεταξύ 20 και 30 ετών, αλλά και την υπαρξιακή αγωνία και την αβάσταχτη μοναξιά του ανθρώπου ανεξαρτήτως ηλικίας. «Συμπυκνώνουμε τη μοναξιά σε εικονίδια» (από το δεύτερο ποίημα, Ψηφιακά μεταξύ μας. «Προβάλλουμε εκδοχές του εαυτού που δεν αγαπήσαμε ποτέ. Συλλέγουμε likes ως αποδείξεις ύπαρξης. Και ποια η ανταμοιβή;»
Η γραφή του είναι συχνά σουρεαλιστική, διαθέτει αυτοσαρκασμό και σπάνια νότες χαράς. Περιγράφει ή καλύτερα μέσα από τους στίχους του σκιαγραφεί την κοινωνία μας: τη διαφθορά, την αναξιοκρατία, τους ανθρώπους με τα κουστούμια σε θέση ισχύος, την απομάγευση και την επικράτηση ενός κόσμου άφιλου. Ενός κόσμου ψυχρού, δυστοπικού, καθόλου «φιλικού προς τους χρήστες». Η ανάγκη του ανθρώπου όμως παραμένει διαχρονικά ίδια. Ο άνθρωπος χρειάζεται κάτι για να πιαστεί, για να μην υποφέρει από την έλλειψη νοήματος, τη Ναυτία του Ζαν Πωλ Σαρτρ: θυμίζει την υπαρξιακή αγωνία του Δανού φιλοσόφου Σόρεν Κίρκεγκωρ: «Ο σκοπός είναι να βρεθεί μια αλήθεια η οποία είναι αληθινή για εμένα, να βρεθεί η ιδέα για την οποία μπορώ να ζήσω και να πεθάνω».
Ξεχωρίζω τον τρόπο που τελειώνουν τα ποιήματα. Μοιάζουν να αιωρούνται, κρύβουν όλη την πύκνωση του λόγου, την ένταση της ποίησης και «μένουν» στον αναγνώστη, δεν του «επιτρέπουν» να τα ξεχάσει. Συχνά δίνει την εντύπωση ότι χτίζει όλο το ποίημα για να καταλήξει σε αυτό τον στίχο, τον τελευταίο, βαρυσήμαντο, αγαπημένο στίχο. Για παράδειγμα: «υπαγορεύοντας μεθοδικά τις τύψεις μας», «ξεθωριασμένο εισιτήριο μιας ξεχασμένης παράστασης», «ανεπίδεκτοι ποιήσεως όπως πάντα», «Σύντομα θα επιστρέψω/πεινασμένος για ένα σκάνδαλο ακόμα».
Έχω ξεχωρίσει δύο ποιήματα:
α) Στίχος unmuted
Τι να μου κάνει ο ψυχολόγος
όταν τα αίτια είναι ποιητικά;
Με αλγοριθμική ακρίβεια παίζουμε
στην άβυσσο του πήχη
ενός αχόρταγου κενού.
Εγκατεστημένοι στην περιπέτεια
της ρουτίνας
ραμμένοι στον ιστό
ενός αντανακλαστικού καναπέ
θύματα φωτεινού πλανήματος
στις εθισμένες συχνότητες
πνιγμένοι στα φαντάσματα
της ψηφιακής ευφυίας
εκπνέουμε τοξικές αναθυμιάσεις.
Το νόημα ζωής αναστενάζει
στο κουμπί του διακόπτη
ανοίγοντας κανάλι μελλοθάνατων
σε μύθους εξαφάνισης.
Τι λόγο μπορεί να έχει ο ψυχολόγος
όταν τα αίτια είναι ποιητικά;
Ψάχνω τον στίχο που αντηχεί
πέρα από το mute.
Στο πιο πάνω ποίημα εντοπίζω τη δύναμη του λογοπαίγνιου και ένα υποβόσκoν χιούμορ, που προκύπτει από πικρία και πόνο: τι μπορεί να κάνει ο ψυχολόγος όταν τα αίτια είναι ποιητικά; Ποιητικό αίτιο, το οποίο μαθαίνουμε στο σχολείο, αλλά και ποιητικό αίτιο, όταν η ποίηση και γενικότερα η τέχνη είναι ένα διαρκές βάσανο για τον καλλιτέχνη. Βάσανο και λύτρωση μαζί. Αυτοπραγμάτωση και καταποντισμός μαζί. Σε ένα άλλο του ποίημα (σελ. 48, Στίχος εν ώρα κινδύνου, θα χρησιμοποιήσει παραλλαγμένη παροιμία: έφτασε ο στίχος στο κτένι. Το ποίημα Στίχος unmuted κλείνει εξαιρετικά: ψάχνω τον στίχο που αντηχεί πέρα από το mute. Η αντίστιξη λειτουργεί μεταξύ mute και του ρήματος «αντηχεί». Ψάχνω τον στίχο που θα με πάει πέρα από το «αχόρταγο κενό», που θα μου δώσει ένα νόημα.
β) Ανεξέλεγκτο κριτήριο
Προπονούμαστε
ενδυναμώνοντας τις σιλουέτες μας
καταπολεμούμε τα σπλαχνικά λίπη
αντικαθιστώντας την απώλεια
της ευσπλαχνίας μας.
Κτίζουμε γυμνασμένες πλάτες
Στηρίζοντας πρωτεϊνούχες σχέσεις.
Στον διάδρομο της ζωής
Τρέχουμε μούσκεμα.
Ανεξέλεγκτο κριτήριο:
Το ένστικτο.
Βρίσκω ευφυέστατο τον παραλληλισμό της ζωής με το γυμναστήριο. Μέσα από το πεδίο του γυμναστηρίου, ο ποιητής θα μιλήσει για την απώλεια της ευσπλαχνίας, για την ανάγκη να φαινόμαστε τέλειοι, μια ιλουστρασιόν πραγματικότητα που στερείται ουσίας. Για την ανάγκη να δεθούμε αληθινά, κι όμως οι σχέσεις που φτιάχνουμε είναι μόνο το περίβλημα, η ουσία και η αλήθεια αρνούνται πεισματικά να μας δοθούν. Ο διάδρομος της ζωής μάς ταλαιπωρεί, μας εξαντλεί. Κι όμως, υπάρχει κάτι το ανεξέλεγκτο, που δεν καλουπώνεται: το ένστικτο. Θυμίζει το Σκάκι του Μανώλη Αναγνωστάκη:
Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω
που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει
δρασκελώντας την μιαν άκρη ως την άλλη
γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.
Έλα να παίξουμε Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα..
Κλείνοντας, θεωρώ πως ο Παύλος Ανδρέου κατεργάζεται τους στίχους του με λατρεία για την τελειότητα του ποιήματος, με αγάπη για τις λέξεις και λειτουργεί ο ίδιος ως ένα «κουνούπι τίγρης» που καλείται να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα, γράφοντας ποίηση με ένταση και δύναμη αφύπνισης.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΣΙΤΣΕΚΛΗ
STIGMALOGOU.GR 12/03/2025
Ο Παύλος Ανδρέου γεννήθηκε στη Λάρνακα το 2000 και είναι πτυχιούχος Νομικής. Η πρώτη του ποιητική συλλογή ««Παγωτό δακρυγόνο» διαποτισμένη από νοσταλγία για την αθωότητα της παιδικής ηλικίας και γεμάτη μνήμες από την ιδιαιτέρα του πατρίδα, τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο νέου λογοτέχνη της Κύπρου. Σε αυτήν, ο ποιητής καταγράφει ποιητικά μια ιστορία ενηλικίωσης, ενώ παράλληλα μας γνωρίζει το βαθύτερο εαυτό του και τις αξίες του μέσα από ένα συναρπαστικό ταξίδι με τις λέξεις. Το «Κουνούπι Τίγρης», η δεύτερη ποιητική συλλογή του (εκδόσεις Θράκα, 2024), έρχεται σαν συνέχεια της πρώτης, αν και διαφορετική σε ύφος, αφού πρόκειται για τη διαμαρτυρία ενός νέου ανθρώπου που βιώνει τα αδιέξοδα της σύγχρονης εποχής. Στο εξώφυλλο φιγουράρει ένα φανταστικό δικαστήριο, όπου, σε ατμόσφαιρα σουρεάλ, τα ζώα δικάζουν τον άνθρωπο για την καταστροφή του πλανήτη και είναι εμπνευσμένο από το ποίημα «Ο άνθρωπος στο εδώλιο» και σχεδιασμένο από ChatGPT. Παρεμπιπτόντως, είναι πανέμορφο και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει δημιουργηθεί από έναν καλό καλλιτέχνη του είδους και αυτό δείχνει ότι ο Π. Α. εμπιστεύεται την τεχνολογία, αλλά διαφωνεί με τον τρόπο που γίνεται η χρήση της.
Η συλλογή κινείται μεταξύ υπερρεαλισμού και αντιποίησης, έχει γερές δόσεις ειρωνείας, καυστικού χιούμορ και καταγγελτική διάθεση. Ο ποιητής μιλάει για τα όνειρά του που δεν βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, τις απογοητεύσεις που νιώθει ως νέος άνθρωπος όσον αφορά στις διάφορες πτυχές της ζωής και φανερώνει την οδύνη του για την ηθική κρίση που υπάρχει στις μέρες μας, τον τρόπο που επηρεάζει το νου και την καρδιά του. Όσα βιώνει μοιάζει να έρχονται σε πλήρη διάσταση με όσα αναζητά η ψυχή του και θεωρεί υπεύθυνες τις προηγούμενες γενιές για τον τρόπο που επέτρεψαν να διαμορφωθεί ο κόσμος.
Το διαδίκτυο και η τηλεργασία έχουν αντικαταστήσει σε ένα μεγάλο βαθμό την προσωπική επαφή και αυτό επιδρά αρνητικά στην ψυχολογία ενός νέου ανθρώπου που λαχταρά να ζήσει και να γνωρίσει αληθινές σχέσεις φιλίας και αγάπης. Ο ποιητής νιώθει ότι η πραγματική ζωή είναι αλλού και κάθε νέος άνθρωπος δικαιούται να τη ζήσει, αλλά η κατάσταση που επικρατεί γύρω μας του έχει, σε μεγάλο βαθμό, στερήσει αυτή τη δυνατότητα.
Στο ποίημα «Ψηφιακά μεταξύ μας», περιγράφει τα αδιέξοδα των διαδικτυακών σχέσεων, για να καταλήξει, όχι χωρίς πικρία, πως στις μέρες μας «το αυθεντικό συναίσθημα / φαντάζει οξύμωρο / αποτιμήθηκε / ξεθωριασμένο εισιτήριο / μιας ξεχασμένης παράστασης».
Μοιράζεται μαζί μας τις ενοχές που τον κατακλύζουν όταν σκέφτεται τους ανθρώπους που έχουν εγκαταλειφθεί στη μοίρα τους, τους πρόσφυγες από τις εμπόλεμες περιοχές, τους εξόριστους από «τη γη της αφθονίας», τους σεισμόπληκτους, όσο εκείνος απολαμβάνει την άνεση που του προσφέρει το κλιματιστικό του δωματίου του. Στο ποίημα «Κλιματιζόμενη συνείδηση» αυτοσαρκάζεται:
Ώρες μακρόστενης αγωνίας / κλειδωμένες στο δωμάτιο / ένα αθόρυβο κλιματιστικό /υπολειτουργεί αναστενάζοντας. / Ένα μπουρίνι ενοχών / απόκοσμο, απρόσωπο, κυνικό /μιμείται την εγκαταλελειμμένη ανάσα / των σεισμόπληκτων / των εξορισμένων / από τη γη της αφθονίας. / «Άσε τα σάπια», ψιθύρισε / ο νυσταγμένος νους. / Αύριο αλλάζουμε / τα φίλτρα.
Σαν ταινία περνούν μπροστά στα μάτια μας στιγμές από μια πραγματικότητα που δεν είναι όπως τη φαντάστηκε, που του είναι ξένη, που δεν έμαθε γι΄ αυτήν στα βιβλία. Αναφέρει τις τιτάνιες προσπάθειες που καταβάλλει κανείς για να βρει μια δουλειά και τις ανθρωποφαγικές τάσεις της αγοράς εργασίας, όπου ζητούν ως όρο για την πρόσληψη, όχι μόνο την πλήρη αφοσίωσή σου, αλλά και «τα ζωτικά σου όργανα σε ψηφιακή μορφή». Στις δεξιώσεις των μεγάλων εταιρειών που παρευρίσκεται ως νεοσύλλεκτος, οι ιθύνοντες σηκώνουν τα ποτήρια τους στην υγεία της «βολικής αλήθειας» και του ζητούν να κάνει το ίδιο, να προδώσει την αλήθεια και το δίκαιο που ορκίστηκε ολόψυχα να υπηρετεί.
«…Ο οικοδεσπότης σηκώθηκε όρθιος. / Χτυπήσαμε προσοχή σαν νεοσύλλεκτοι / «Ας πιούμε», άρχισε τον λόγο του / «στην ηρεμία των θεσμών / στην αρμονία των πραγμάτων». / Τα ποτήρια κουδούνισαν ομόφωνα: «Στη βολική αλήθεια»…
Στο ποίημα «Αείν Αριστεύειν» περιγράφει σε αδρές γραμμές τις μεγάλες προσδοκίες που παρέχει η σχολική εκπαίδευση στους νέους και την απογοήτευση που νιώθουν μετά, όταν διαψεύδονται, μόλις συνειδητοποιήσουν ότι τα αριστεία δεν ανταμείβονται στην αληθινή ζωή.
Από το σύστημα εξασφάλισα / χρυσό διαβατήριο / λόγω κοσμιοτάτης. / Στο σχολείο / επιδόθηκα σε / κυνήγι χαμένων βαθμών. / Στην τράπεζα / κεφάλαια κενού περιεχομένου / δανείζουν ελπίδες σε χαρτί. / Στην τηλεόραση / παραμύθια διαπαιδαγωγούν / πουλώντας είδωλα απολιτίκ. / Στη λογοτεχνία / η έμπνευση εκπλειστηριάζεται / υπερθεματιστής το πνεύμα. / Σε αρένες γυμναστηρίων / σύσφιξη κοιλιακών / απασφάλιση σχέσεων. / Από την κούνια ως τον τάφο / η ζωή ένα αριστείο / χειροκροτούμενης διαφθοράς. / Σκοντάφτω στην αυλαία.
Οι ηθικές αξίες που διαβρώνονται, η διαφθορά των συνειδήσεων, όλα είναι εδώ καταγραμμένα και όλα δημιουργούν ένα κλίμα απογοήτευσης και οδύνης στη νεαρή ψυχή που έχει μέσα της καλλιεργήσει ιδανικά για τη ζωή και τον άνθρωπο, όταν συνειδητοποιεί το μέγεθος της διάλυσης που υπάρχει σε έναν κόσμο όπου επικρατεί η λογική του κέρδους.
Στο ποίημα «Παπυρολογίες», με το λογοπαίγνιο να είναι προφανές, ο ποιητής αναρωτιέται αν πρέπει να εγκαταλείψει τη νομική σαν τον Σαχτούρη, να χαθεί σαν τον Καββαδία ξετυλίγοντας «χάρτες απώλειας», ή να κάτσει σε ένα γραφείο και να αρνείται να δουλέψει, όπως ο Μπάρτλεμπυ, ο παράξενος ήρωας του Μέλβιλ, αφού νιώθει την ίδια ναυτία για την πραγματικότητα, όπως και ο ήρωας του Σαρτρ.
«…Προσοντούχος μεν αλλά / με προβάδισμα στην Ποίηση / θα καταντήσω φιλόλογος ή δικηγόρος.»… «Συκοφαντία να με αποκαλείτε / καριερίστα ποιητή / Έκανα αμετάκλητη μεταγραφή / στους αποδιοπομπαίους τράγους».
«Συμβούλιο ευθυνών» είναι το όνομα που δίνει περιπαικτικά στο συμβούλιο περιβάλλοντος που συμμετέχει στις ευρωπαϊκές και διεθνείς συσκέψεις για την κλιματική αλλαγή, στο ομώνυμο ποίημα. Ο ποιητής αλλάζει αλληγορικά το όνομα για να σαρκάσει την ύπαρξή του και να υπονοήσει ότι στην ουσία κανένα μέτρο σοβαρό δεν λαμβάνεται γιατί αυτό θα έβλαπτε τα συμφέροντα των μεγάλων εταιριών. Όλοι αναμασούν τα ίδια και τα ίδια, σαν ηλιόσπορο στο στόμα και το μέλλον της Γης μοιάζει ζοφερό.
«…Πρώτη ξεχύνεται η Περιβαλλοντική / δάκρυα λιωμένου πάγου / αποκαλύπτοντας πληγές της Γης / μνήμες θαλάσσιες χωρίς επιστροφή. / Αργότερα, εισβάλλει η Ηθική / σοφία αιώνων / φωτίζοντας το βάρος / των επιλογών τους. / Εσχάτως, όμως, παραπατά η Ποινική / αιμόφυρτη / αφρούς από ηλιόσπορους / στις άκρες των χειλιών της. / Ψάχνει μια κάθοδο / στην παραλία του αύριο. / Σε λίγο, ενσάρκωση της γύμνιας / λιώνει / στο φως μιας Αποκάλυψης».
Μια γενικότερη αναλγησία επικρατεί που επηρεάζει ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό και φτάνει ως τα ανώτερα κλιμάκια του κοινωνικού και του πολιτικού μας συστήματος. Ο ποιητής αιχμαλωτίζει με τον ποιητικό του φακό τις συνήθειες μιας κοινωνίας που ασχολείται με την εικόνα της και έχει λησμονήσει το ουσιαστικό, την έλλειψη αλληλεγγύης για τον συνάνθρωπο και αγάπης για τον πλανήτη, με άλλα λόγια, την ψυχή της: «Προπονούμαστε / ενδυναμώνοντας τις σιλουέτες μας / καταπολεμούμε / τα σπλαχνικά λίπη / αντικαθιστώντας την απώλεια / της ευσπλαχνίας μας …», γράφει ο ποιητής. «Εξεγέρσεις στα δίκτυα / της προσποιητής ευαισθησίας / ανταλλάσσουν δεδομένα / με μια απλή κίνηση δακτύλου…», «Φιλτραρισμένες φωτογραφίες / με προκατασκευασμένα λάθη / προβάλλουμε εκδοχές του εαυτού / που δεν αγαπήσαμε ποτέ / συλλέγουμε likes / ως αποδείξεις ύπαρξης…».
Στις κηδείες οι πολιτικοί χύνουν «κροκοδείλια δάκρυα» και ρουφάνε τις κοιλιές τους για να δείχνουν ωραίοι μπροστά στο φακό, έχουν ξεχάσει ότι χρέος τους είναι να υπηρετήσουν κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό τους. Στις τραγικές ειδήσεις, οι συνεργάτες και οι συντελεστές της εκπομπής που βρίσκονται στα παρασκήνια, χειροκροτούν με ενθουσιασμό γιατί η τηλεθέαση χτυπάει ταβάνι. «Μέσα στο αμείλικτο κενό / τα νοήματα σαπίζουν αθόρυβα./ Λέξεις βαρυσήμαντες / αιωρούνται / στάχτη σε αόρατες διαστάσεις»…
Μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα θυμού και απώλειας χαρακτηρίζει τη συλλογή που θυμίζει ποιητική δίκη και ο λόγος που πυροδότησε αυτό το παθιασμένο κατηγορητήριο βρίσκεται στο ποίημα «Τετ-α-τετ, εκεί που δυο τρένα συναντήθηκαν κυριολεκτικά τετ-α-τετ και «ομολόγησαν τα ανομήματά τους», αφού κανείς άλλος δεν πήρε την ευθύνη. Ο ποιητής φωτογραφίζει, χωρίς να κατονομάζει, το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών που συγκλόνισε όλο τον κόσμο και ακόμα παραμένει ανεκδίκαστο.
«…Η πολιτεία δηλώνει επίσημα:
δύο τρένα
ομολογούν ανομήματα
τετ-α-τετ».
«Ονειρεύτηκε εις μάτην / μια VIP θέση σε βαγόνι ασφαλείας / την αμαξοστοιχία να σφυρίζει / προς τον τελευταίο σταθμό. / Ο ασύρματος ξέβρασε παράσιτα / εξωγήινων συγχορδιών / εκπέμποντας κλήση για θητεία / σε άχρωμη ζώνη.,, Οι άμυνες κατέρρευσαν / τσιγάρο σβησμένο πρόχειρα / με μια σοβαρή κουβέντα…
«Προσφέρθηκε το σκονάκι του θανάτου / σε χαρτί από ξυλόλιο αλλά εκείνος / με μια ψυχή που έβραζε καζάνι / πέταξε στο μούτρα τους «Ντροπή». / Τα χείλη των νεκρών αγιάστηκαν. / Η οθόνη ανέβασε τον θίασο της εσχάτης προδοσίας. / το πάνελ υπερψήφισε τη στιγμή. / Η τηλεθέαση κάρφωσε το ταβάνι. / Μπαμ μπαμ τα χειροκροτήματα…
Κι αυτός / μπροστά στην ερημιά της προσοχής / κομμάτιασε τα φώτα της ψυχής του / σε μια κοιλάδα ψεμάτων / μπαζωμένη.
Απόσπασμα από το ποίημα «Σκονάκι θανάτου»
Στη συλλογή βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός νέου ανθρώπου που μιλάει, ως εκπρόσωπος της γενιάς του. Το κουνούπι Τίγρης είναι εκείνο το μικροσκοπικό έντομο που έρχεται σαν θηρίο το βράδυ και τσιμπά τη συνείδησή μας για να μας αφυπνίσει.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
MONOCLEREAD.GR 24/04/2025
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΣΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΔΥΟ
(πράξη πρώτη )
Ποτέ δεν ήτανε γλυκές/Όμως σαν ζάχαρη/σε μια γουλιά νερό/λιώσαν οι λέξεις. Α.Φ.
ΟΤΑΝ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΛΙΩΝΟΥΝ ΣΑΝ ΔΑΚΡΥΑ
Οι γλυκόπικρες αποχρώσες ενδείξεις της ποιητικής παλέτας του Παύλου Ανδρέου
Γέννηση, οδύνη, εν αρχή ωδίνες. Η μοίρα του δημιουργού αιμάτινη, ποτάμι αέναο ξεχύνεται από τα σπλάχνα του. Πνιγηρή κραυγή τραγούδι σειρήνων, όστια και άγγιγμα ψυχής, καταγγελτικό άγγελμα. Το αποτύπωμά του: ηχοχρώματα, μαΐστρος, υπεριώδεις λέξεις λαξευμένες με μαεστρία.
Εδώ στο χρυσοπράσινο φύλλο, σε πέλαγος αναβράζον, σε άμμο καυτή, μια φρέσκια φωνή μελωδικά πότε σκληρά και στεντόρεια, μας προσκαλεί να την αφουγκραστούμε. Κλαγγή από τον κόσμο των ιδεών απεγνωσμένα αποζητά την αυταπάτη των αισθήσεων.
Ο Παύλος Ανδρέου, αναμφιβόλως διαθέτει θελκτικά όπλα στη φαρέτρα του. Σκηνοθετώντας μιαν περιρρέουσα ατμόσφαιρα υπαρξιακής μελαγχολίας προκαλεί ολική ρήξη στον πλακούντα της λήθης. Στην αδυσώπητη σιωπή διαχέεται το πρώτο κλάμα των ποιημάτων.
Διαβάζουμε χωρίς σκιαγραφικό στο “Υπερηχογράφημα”: “Το dna εντούτοις με δικαίωσε “θάλασσα σε κοιλοπόνεσε/παρένθετη μητρότητα”. Έκτοτε καλοκαίρια ολάκερα τρυπώ σωσίβια μανιωδώς/να αποδείξω πως είμαι κύμα/γι αυτό και η ζωή μου μουσκεμένη εξεγείρεται.”
Ποίηση: ολισθηρή, αλγεινή πάλη του ιδεατού με το φθαρτό, αδιάλειπτη ανάκλαση, ό,τι κληροδοτήθηκε και ό,τι κληρονομείται. Η εναργής γραφή του Παύλου Ανδρέου σπάει το κέλυφος, εκρήγνυται, λάμα στο φεγγοβόλο σκοτάδι, στο ερεβώδες φως, ex tunc και ex nunc. Επωμιζόμενος τους προβληματισμούς και τα άγχη μιας γενιάς που ασθμαίνοντας προσχωρεί σε μονοπάτια μιας εν αμφιβόλω προόδου, υποθάλπει φράσεις αιχμηρές, θρυμματίζει ορισμούς με υπαινικτική ακρίβεια, διεγείρει τις νωθρές αισθήσεις, εγκαλεί κραδαίνοντας διάπυρες λέξεις στις ερμητικές διαδηλώσεις σφαγμένων ιδανικών.
Φλόγα και άνεμος, σκαπανέας ουλών. Εγκάρσια τομή δίχως αναισθησία. Θέτοντας επί τον τύπον των ήλων.
“Ανοιχτή πληγή. Ετοίμασαν το χειρουργείο. Τους άνοιξαν./Μετά τους έραψαν εξιτήριες ευχές. /Με βελόνα χωρίς μύτη.”
Η ποίηση του Ανδρέου εδράζεται σε θεμέλια γόνιμης αντίδρασης-αντίστασης, στοχασμών και συγχορδίας, αναβλύζει ανάερες εικόνες, εποφθαλμιά επαναστάσεις. Υφολογικά, θεματολογικά και εννοιολογικά φλεβοτόμος, απορρίπτει μιαν a priori “εξέταση ρουτίνας”. Διάθλαση λέξεων, δίοπτρο οι φράσεις.
Η μνήμη σφραγίζει τον ποιητή, το γλωσσικό ιδίωμα των γεννητόρων του τον δελεάζει. Ο πόνος απαιτεί απόκριση, η φαντασία εκτρέπει το γίγνεσθαι, δεν ορρωδεί μπροστά σε οδοφράγματα. Συστοιχίες στίχων αναπλάθουν στείρα τοπία, ανασταίνουν αραχνοΰφαντα οράματα, ξεφτίζουν τη φόδρα του φόβου. Στον πυρήνα τους μια ραγισμένη πατρίδα, κόκκινη σταγόνα σε βαθύρριζο λογισμό.
Δάκρυ αλμυρής καραμέλας, ο θρήνος της μάνας για τον αδικο-χαμό. Το ανίερο έγκλημα σχάση στην ομορφιά της γης. Εγκλωβισμένη θλίψη διαρρηγνύει τον χρόνο, αναπόδραστα, εκτροχιάζει το τεκμήριο αθωότητας.
Πράξεις ενιαίου δράματος, Αττίλας 1, Αττίλας 2, μαύρο μαντήλι γαντζωμένο σε σκουριασμένο συρματόπλεγμα. Το ανοίκειο επιζητά
“Οικειοποίηση: Ο παππούς ένδακρυς/ σχολίαζε εμφατικά/ το γέμισμα του ήλιου,/ναρκωμένος σε θάλασσα ενδοφλέβια./Να μου μιλά, να της μιλά./Ο εκσφενδονισμός των διήγησεών του/επέστρεφε απ’ τον ουρανό πίσω σ’ αυτόν./Παππού είμαι η επαλήθευσή σου./ Κι αν τώρα στένεψε η μνήμη/εγώ θυμάμαι την Αμμόχωστο./Το χρώμα που οικειοποιήθηκε το μισοφέγγαρο”.
Διατηρώντας τη διακριτική ευχέρεια θα σταθώ στον κομβικό ρόλο του υγρού στοιχείου που εμποτίζει το έργο του. Ικμάδα διάθεσης φιλοσοφικής που υπεκφεύγει, η χημική αυτή ανόργανη ένωση δεσπόζει, είτε ως ρευστότητα λόγου, ως ροή -διαρροή παιδικών τραυμάτων είτε ως ανοιχτός ορίζοντας. Είναι ο κόρφος που φωλιάζει το νησί του, οι έρρυθμες ιδέες που εφάπτονται του υπερρεαλισμού, φράγμα στην αταξία μιας τοξικής εποχής. Στάλες διατρέχουν τα δάχτυλα, γίνονται αλισάχνη λυγμών, αλυκή δακρύων, πλέγμα λέξεων, πλωτό ταξίδι. Θάλασσα, δάκρυ, μελάνι… Από το ποίημα “Ροζ βίντεο”: “Φετίχ του ποιητή/ να χύνει το μελάνι του κρυφά/πριν δραπετεύσει.”
Αποκαλύπτει η Χρύσα Αλεξοπούλου στις πορείες κατάδυσης: “Όλα στα πηρε το νερό, /γιατί όλα εδώ/ στην απεραντοσύνη του μοιάζουν ανωφελα και περιττά/ εξαρτήματα ζωής/ φανταχτερά αλλοιωμένης.’Τι άραγε σημαίνει το νερό για την ποίηση; Τί κρύβει στον υδρόβιο κόσμο του; Με την ιδιότητα της άνωσης και την ιδιορρυθμία να ενδύεται πολλές μορφές, να εξαχνούται, υδρατμός στον αέρα, ονειρικό υφάδι, υφάλμυρο ύδωρ και πάγος στη στέρεη μορφή του, καταιγίδα ή κύμα παλιρροϊκό εισχωρεί στο γραπτό, που διαστέλλεται, συστέλλεται, σημαδεύει ανεξίτηλα. Διάφανο ή κυανίζον ζεσταίνει θηρία στα άδυτα ύδατά του. Η ύπαρξη-ίσον ποίηση διαθλάται στον απύθμενο βυθό του.
Η τέχνη αποτελεί διαλεκτική σχέση.
Κάτοπτρο καταρράκτης, στο πλήρωμα η “Μοναξιά”, στίχοι του ποιητή Αντώνη Σκιαθά “….ξεβιδωμένα στέγαστρα/τα κορμιά/είπες/έμπαζε νερό και πάλι αυτή η μοναξιά/σου είπα./.”
Με πρωτοτυπία εγγενή, με της νιότης την εφόρμηση, ιδεαλιστής, συνήγορος της ελευθερίας του μέλλοντος, ο Παύλος Ανδρέου καταρρίπτει γεωλογικά δεδομένα, διαβαίνοντας μέσα από υπερούσιες ρωγμές και θαμβωτική θύμηση, χωρίς περιστροφές, στον καιρό των περιστρόφων. Με το πρώτο του έργο που φέρει τον τίτλο “Παγωτό δακρυγόνο” από τις εκδόσεις Θράκα αφήνει ενδόμυχα χνάρια. Αντιποίηση αρχής; Άλμα στο κενό ή έξοδος κινδύνου;
ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ Μεταδίδεται μια μετάλλαξη/ξενη στον κορωνοϊό/και στην ευλογιά των πιθήκων./Ο Κάφκα θα την ονόμαζε/μεταμόρφωση./Από λάτρης παγωτού/μετουσιώθηκα/σε διαδηλωτή/στο έλεος των καπνογόνων./Ξαπλωμένος σε πεδίο βολής/αναλογίζομαι την Αμμόχωστο./Εσχάτως κυκλοφορεί/παγωτό δακρυγόνο/σε τιμή ευκαιρίας./Είναι πικρό/Λιώνει τα καλοκαίρια./Εσείς δοκιμάσατε;
Κοχλάζον δίκαιο ελλοχεύει, το αιτιατό συνθλίβει την αιτία. Ενσταλάζει ποινικό αδίκημα. Πλάνη συγγνωστή, δόλος άμεσος. Οι καταθέσεις των μαρτύρων αμείλικτες. Ηθική αυτουργία, συναυτουργία ή έστω απλή συνέργεια; Εγκολπώνεται την ενοχοποίηση. Ποτέ φυγόποινος ουδέ φυγόδικος. Δηλώ αναρμόδια δικαιοδοσίας και δωσιδικίας.
Αιθάλη προκαλεί μυδρίαση. Στην αχλή μιας ζοφερής ροδαυγής οι στίχοι του μοιάζουν: “Κροτίδα. Αγωνιούσε αν θα συλληφθεί./Πλήθος δακτύλων στην αρένα εξαιτίας του./Η απορία στην αντικατάσταση./Η προδοσία έκλεισε τ’ αυτιά./Ποιητής να προκαλεί εκρήξεις;/Ωστόσο η ομολογία εξερράγη. /Μετά το ποίημα.”
Nullum crimen, nulla poena sine lege.
Αδέκαστη ετυμηγορία: αθώος εκ προμελέτης. Απόφαση αμετάκλητη.
Νομοτέλεια (ratio legis) η ποίηση δεν είναι ποτέ αθώα, πάντα όμως μας αθωώνει.
Πράξη δεύτερη
ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΣΤΟΝ ΠΥΡΕΤΟ ΤΩΝ ΣΠΑΣΜΕΝΩΝ ΟΣΤΩΝ
“Ώστε αυτό ήτανε λοιπόν./Τόσος αγώνας/τόσο αίμα/τόση ένταση/για να πετάξει μισό μέτρο παρακεί! Ανωφελής εντέλει και κοινότατος. Όχι μισός/μα ολόκληρος εγώ σας λέω.” Α.Φ από το ποίημα ΚΟΙΝΟΣ ΚΙ ΑΝΩΦΕΛΗΣ
Στις υπώρειες σηψιγόνου εποχής που δειλά εκκολάπτεται, ο δημιουργός σμιλεύει την ενσυναίσθησή του, αιωρείται σε δίκοπο σχοινί, αντρειεύεται διχασμένος ανάμεσα σε νοσταλγία και λησμοσύνη. Επίκεντρο ο μαρασμός των προσδοκιών. Οι γραμμές του πλήττονται από ριπές τεχνολογίας κι άγνωρους όρους. Με παρρησία διαπερνούν το στερέωμα του κυβερνοχώρου, διατρέχοντας τη μαύρη τρύπα κάθε λογής παθογένειας. Αποδέχεται τη σημειολογία των κλινικών συμπτωμάτων μιας φλεγμαίνουσας κοινωνίας σε κυκλώνα κατάθλιψης, όπου το σημαίνον συχνά καταλύεται από το σημαινόμενο. Το στίγμα του πλέον, ευδιάκριτο. Αποκηρύσσει την αποστεωμένη γνώση. Υπερβαίνει τις οπτικές εντυπώσεις. Ενστερνίζεται την παραδοξολογία. εξυφαίνει πικρή ειρωνεία, αυτοσαρκάζεται, παρωδεί και παρωδείται. Ο λόγος του καρποφορεί σε εδάφη απόγνωσης, απομόνωσης κι απελπισίας. Ανελέητη διερώτηση. Από τη συλλογή κουνούπι-τίγρης body shaming: “Σε ένα ποίημα λεπτεπίλεπτο/απρόσμενα ανθεκτικό/οι λέξεις ξερνούν μαργαριτάρια ανταρσίας “Πως αντέχεις τόση λάμψη;/Χρεάζεται γερό στομάχι να παρελάσεις/στην πασαρέλα των κριτών”.
Άστοργος κόσμος κρημνίζει την ελπίδα. Τα απόνερα του ύπνου δραματικά ενύπνια.Αφανίζει το ανθρώπινο λάθος κι ας είναι τα λάθη ανθρώπινα. Η Νέμεσις τεμαχίζεται από την ειμαρμένη.
Καίτοι υπόκειται σε φάσμα αμφισβήτησης, δεν μπορεί να μείνει ξεκομμένος από την εποχή του. Ο Παύλος Ανδρέου εμφατικά τονίζει το στατιστικό σφάλμα συστημικής πραγματικότητας. Αποκρυπτογραφεί συντριπτικό νόημα. Απορρίπτει το μόσχευμα μιας άναρθρης λογικής, παιχνιδίζει σε λόφους αιολικών λέξεων. Χιούμορ αλκαλικό, ακόμα κι όταν αυτό υπολανθάνει. Αλαλαγμός στα σύγχρονα σαλούν. ΤΟ ΚΑΡΤΕΛ ΤΗΣ ΕΛΙΤ. Εδώ και τώρα έτοιμος/να γευτώ μια φρουτοπία γουέστερν./Λωτοφάγοι σε θέση μάχης/τρομοκρατώντας/το AMERICAN DREAM./Δεν διστάζω/ πυροβολώ ενώπιος ενωπίω/ρίχνοντας αγκάθια/στο καρτέλ της ελίτ./Ως κάκτος της ερήμου/έχω την ασυλία μου./Σας εντέλλω, πιστολέρος,/ ευνουχίστε τις μπανάνες/ απ’ τα ζωνάρια σας.
Θέρμη το σούρουπο, στη σκιά εμπύρετης ενατένισης ο δημιουργός δέχεται αιθέριο τσίμπημα. Καλοστημένη ενέδρα κρυμμένη στα λιμνάζοντα, πανδημία μεταδοτικών ιών, κολπική μαρμαρυγή στο ευάλωτο ανοσοποιητικό κατεστημένο. Πλάση σε μονάδα εντατικής θεραπείας, ψυχορραγεί σβήνοντας ψήγματα ανοσίας, αντισώματα αρχέγονων αξιών, καθαιρώντας κάθε υγιή αντίσταση. Η τέχνη εφημερεύει στα επείγοντα. Καλλιτέχνες τραυματιοφορείς ακροβατούν σε λείψανα έκπτωτων ειδώλων. Διαγνωστικά τεστ, γνωματεύσεις, εγκλεισμοί και ανθεκτικοί εθισμοί επωάζουν εποχική επιδημία. Ελονοσία δίχως έλος.Το ίδιο μας το σπίτι. Φυλακή. Το χειρότερο δεν είναι/που μ’ έκλεισαν σ’ αυτή τη φυλακή/και πήραν τα κλειδιά κι έφυγαν,/μα που δεν ξέρω ως που φτάνει η φυλακή μου/ που δεν ξέρω το περίγραμμά της/για να κάνω επιτέλους/σαν άνθρωπος κι εγώ/μιαν απόπειρα αποδράσεως.”Κώστας Μόντης.
Μα, ποιό είναι αυτό το ασπόνδυλο, που ασυστόλως με κοροϊδεύει ενοχλώντας τη συνείδησή μου, διαταράσσει τον ύπνο μου και με σκουντά να σηκωθώ απ’ τον καναπέ μου; Καιροφυλακτεί ως να τραφεί με αίμα, υπονομεύει την καθεστηκυία ακεραιότητα, ωοτοκεί, μεταγγίζει δάγκειο πυρετό. Μέσα στη νύχτα φαντάζει χρυσοσκότεινη τίγρης. Λεία ή λάγνος θηρευτής; Μα ο άνθρωπος δεν είναι ζώο τόσο ευγενές. Συχνά μεταμορφώνεται σε μοχθηρό σαρκοβόρο, στυγερό γητευτή, τρίζει τα δόντια, δαγκώνει τον βρυχηθμό του, ραγίζει το υοειδές οστούν. Κάθιδρος ο ποιητής κυνηγά ένα: “Κουνούπι τίγρης: Σε ανήλιαγο σοκάκι/βουίζει ένα κουνούπι/παγιδευμένο/σταγόνες αγωνίας στα φτερά του,/”Προσοχή στο φως/Είναι αναξιόπιστο./Θάνατος εξασφαλισμένος./Θανάσιμη παγίδα χωρίς έλεος”.
Με τη δεύτερη συλλογή του, ο Παύλος Ανδρέου βυθίζεται στον χωροχρόνο της ποίησης. Οι στίχοι του κυοφορούν ζωηρές μεταφορές, γραφή παχύρευστη, μυστηριακά σύμβολα. Υψώνοντας αλώβητο τον αξιακό του κώδικα, με ασπίδα υποδόριο σκωπτικό ύφος και ρυθμικό υπόβαθρο ενυπογράφει με το ταλέντο του. Ανθίζει σε καιρούς, όπου κένσορες και κήνσορες, παραγκωνίζουν και υποκαθιστούν τον άνθρωπο, η εκφορά του λόγου τυποποιείται, και οι αντίρροπες συνειδήσεις σαρώνονται. Ψιθυρίζει: “Ψηφιακά μεταξύ μας./Αφού ψαχνόμαστε/σε άγνωστες συχνότητες/γιατί θιγόμαστε τόσο εύκολα; Ας ηθικολογήσουμε/στο ισοζύγιο/των απόντων καθρεφτών/Και ποιά η ανταμοιβή;/Μια στιγμιαία επαφή/στα social media/μια αγκαλιά που ίσως έρθει, ίσως δεν έρθει”. Ο ίδιος, ουδόλως συνθηκολογεί. Ωρύεται σε “Οθονική παράνοια:/Ο χρόνος ξεπαγώνει στο γραφείο/Υπολογιστές γελούν υστερικά/φορτώνοντάς με προθεσμίες./Κουμπιά δαγκάνες./Το πληκτρολόγιο ξύνει τα νεύρα μου./Ωμή πραγματικότητα σε κρίση.”
Αναρωτιέμαι αν η τέχνη, ως ζωογόνο στοιχείο, μπορεί ν’ αποτελέσει εναλλακτική θεραπεία, αντιγόνο, φάρμακο αντιικό, εμβόλιο, βοτάνι αντιβιοτικό λειαίνοντας μεταφυσικές αγωνίες και καθαγιάζοντας πάθη. Ρητορικό ερώτημα. Ποίηση ενέσιμη, ενορατικό λειτούργημα στο μεταίχμιο της τεχνητής μνημοσύνης. Η υποκειμενική αλήθεια είναι συνήθως πιο βαθιά.
Ο Ανδρέου επιστρέφει δριμύτερος, τολμηρός κι ασίγαστος, κουβαλώντας στο δισάκι του πολλές εκπλήξεις. Σε αυτό το πόνημα υπήρξε πολύ τυχερός. Είχε φύλακα-άγγελο μια εξαιρετική ποιήτρια, μιαν αφοσιωμένη φίλη, με γνώση και εμπειρία στον λόγο, να του χαρίζει μιαν ευδαίμονα Αραβία. Την αγαπημένη Τζένη Φουντέα-Σκλαβούνου.
Παρέα με ένα αυτοάνοσο, τον ακούω να μου αφιερώνει την “Ινομυαλγία./Κατόπιν εντολής του λιμεναρχείου/η είσοδος στα θαλάσσια οικόπεδα/ της αόρατης νόσου/απαγορεύεται ρητώς. “
Ο δρόμος για τον ποιητή τραχύς και μακρύς. Γεγονός διαχρονικά υπό αίρεση. Η κινούμενη κορυφή κλείνει το μάτι κρυφογελώντας. Οφείλει να την κοιτάξει κατάματα.NULLA DIES SINE LINEA.
TET-A-TET
Ισόβια ακυρωμένα προ πολλού/οι φυλακές φιλόξενες πολυτελείς σουίτες./Ονειρεμένες κάστες διοικούν/εν μέσω αντιδράσεων/κροκοδείλια δάκρυα/ποτίζουν όξινη χολή/την Ολομέλεια./Στις κηδείες ρουφάνε κοιλιές/στις εκλογές προσέρχονται/κραδαίνοντας/προβλέψεις στοιχημάτων και προκάτ δημοσκοπήσεις./Η Πολιτεία δηλώνει επίσημα:/δυο τρένα/ομολογούν ανομήματα.τετ α τετ.
.
ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΠΙΟΥ
PERIOU.GR 02/09/2023
Ένα σύγχρονο Παγωτό Δακρυγόνο – Μια νέα ποιητική φωνή
Απ’ το ήδη σουρεαλιστικό και βγαλμένο από μιαν άλλη εποχή (όχι πολύ μακριά) εξώφυλλο, με τον υπερρεαλιστικό πίνακα και τον τίτλο Παγωτό Δακρυγόνο, κάνει ευθύς αμέσως ορατές στον αναγνώστη τις προθέσεις του ο νεαρός ποιητής Παύλος Ανδρέου. Πώς αλληλεπιδρούν ένα παγωτό κι ένα δακρυγόνο, πώς το ίδιο το παγωτό γίνεται δάκρυ-, γίνεται -γόνος και σπείρει τη φωτιά των λέξεων, ξετυλίγεται καθώς διαβάζεις ένα προς ένα τα τριάντα ποιήματα της συλλογής. Ο ποιητής μοιάζει εκ πρώτης όψεως, μέσα από τα πρώτα ποιήματα, να διακατέχεται από μια απαισιόδοξη διάθεση, όμως σύντομα, όσο γίνεσαι κοινωνός της ποίησής του, όσο κολυμπάς στα γαλήνια φουρτουνιασμένα νερά του και αποδέχεσαι τα μηνύματά του, τα επαναστατικά του μηνύματα, τα μηνύματα που σε χτυπούν σαν κεραυνός εν αιθρία, τόσο αγαλλιάζεις και φέγγει μέσα σου η ελπίδα της Ποίησης· κι αυτό σήμερα, αυτή ελπίδα είναι εξαιρετικά δυσεύρετη, γι’ αυτό και η χαρά όταν εντοπίζεται σ’ έναν τόσο νεαρό ποιητή στα πρώτα του βήματα, είναι μεγάλη. Η εποχή μας, οι «αρρώστιες» της, τα «κορδόνια θανάτου» μιας άλλης εποχής που δεν έζησε ο ποιητής, τις συνέπειες της οποίας όμως βιώνει βαθιά στη ψυχή του, όλα μεταγγίζονται στην πένα και τις λέξεις του…είναι αυτά που τον ωθούν να αποτυπώσει στο χαρτί όσα θέλει να φωνάξει, όσα θέλει να καταγγείλει, όσα θέλει να αλλάξει. Και κάπου εκεί μέσα, ολόρθη στις μνήμες του, η πόλη του, η Αμμόχωστος της Κύπρου: «Κι αν τώρα στένεψε η μνήμη / εγώ θυμάμαι την Αμμόχωστο».
Δεν είναι τυχαία φαντάζομαι και η επιλογή του πρώτου ποιήματος με τον τίτλο «Υπερηχογράφημα»: «Προτίθεμαι να καταστρέψω / την τρέχουσα ταυτότητά μου / γιατί δεν της έμοιασα ούτε στιγμή». Η γέννηση, ωστόσο, του νεαρού ποιητή πραγματοποιήθηκε, και με την εν λόγω συλλογή είμαι σίγουρη πως η ποιητική του ταυτότητα έχει θέσει γερά θεμέλια για τη συνέχεια, η οποία προδιαγράφεται λαμπρή! Κι όποιος θελήσει να γίνει μέτοχος της ποίησής του νεαρού Παύλου Ανδρέου, ίσως ανακαλύψει κάτι καινούριο απ’ τον ίδιο του τον εαυτό.
Ανάδρομη φορά
Αν συντηρούμε χαρταετούς
αγκιστρωμένους τρεις γενιές
στο ίδιο συρματόπλεγμα
τότε θα γυρίσουμε ανάποδα
τον κόσμο ολόκληρο
σε ογδόντα χρόνια.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ
Η ΑΥΓΗ 09/07/2023
Νέα φωνή
Ήδη από τον τίτλο η αντίθεση ψυχρού-καυτού προδίδει μια ασυνήθιστη ποιητική ιδιοφυία. Ούτως ή άλλως από τις φανατικά νεανικές εκδόσεις Θράκα το αντισυμβατικό συμπληρώνεται από το αντιδογματικό. Η απέχθεια για το κυρίαρχο ρεύμα τής κατεστημένης φληναφηματολογίας καθίσταται εκρηκτική όταν συνοδεύεται από ρηξικέλευθη, εκστατική ποιητικότητα. Να φροντίζουμε τις νέες φωνές. Είναι όπως αναζωπυρώνεις με το φυσερό τη φωτιά στο καμίνι. Υψικάμινος η ποίηση κι όταν δεν βγάζει καπνό πρέπει να αναδίδει φλόγες. Το λέω εγώ, στην έκτη δεκαετία τής ζωής μου, προσδοκώντας όμως αιώνια το αυθεντικό να λάμψει σαν Ήλιος.
Αμμόχωστος το leitmotiv αυτής τής ιδιότυπης συλλογής. «Αντίστροφες μετρήσεις» (σελίδες 6-8), έτσι τιτλοφορείται το προλογικό σημείωμα τής Αγγελικής Αποστολοπούλου. Σταχυολογούμε:
«Εκείνη τη μοιραία στιγμή νιώθουμε το κάψιμο στον λαιμό και τι παράξενο το γκρίζο δάκρυ μας δεν αχνίζει πια πικραμύγδαλο» (σελ. 6). «Πόσο σκληρός θα γίνει ο ποιητής; Θα τον ερωτευθούν οι λέξεις του, θα πλαγιάσουν στις λευκές του σελίδες; Η πρόσκληση-πρόκληση ουδόλως αφορά τον ίδιο» (σελ. 7). Στο κυρίως «σώμα» τώρα: Σουρεαλιστική αφηγηματικότητα, απεικόνιση συνειρμών (σελ. 18). Πλεοναστικές παρηχήσεις (στη σελίδα 19). Επιλεκτικές ομοιοκαταληξίες, διασκελισμοί, γέφυρες (π.χ. δάκρυ-φαρμάκι, ήλοι-ήλιους, στη σελίδα 20). Παιγνιώδης ειρωνεία, αισθητική από κόμικς περασμένων δεκαετιών (σελ. 21). Το πιο σύντομο ιχνογράφημα τυπώθηκε στη σελίδα 22 με τίτλο «Στέψη». Ταχυδράματα αυτές οι ασθματικές αφηγήσεις θρυμματισμένων ιστοριών από κουρασμένα πνευμόνια. Ατομοκεντρισμού αυτοσαρκασμός (σελ. 24).
Αρκετά πια με την αυτοαναφορικότητα! Κουραστήκαμε, δημιουργοί και αποδέκτες. “Poetry trafficking” θα τιτλοφορούσα το ποίημα της σελίδας 31 με αρχικό τίτλο “Sex Trafficking”. Αφαιρετική συμπύκνωση: «Ακολουθούν τυφλά/ ραντεβού θανάτου./ Συστήνουν πένθος/ καθώς κινούν/ πορθμείο στο σκοτάδι» (σελ. 34).
Γνωμικά, όπως: «Στους ψυχαναγκασμούς/ ο φόβος είναι κόλακας» (σελ. 36). «Πυώδες ψέμα» (σελ. 38): ποίημα-σώμα, ζωγραφικός καμβάς.
Συμπερασματικά, πρόκειται για μια εκρηκτική ποιητική ομολογία. Ποιητική σεξουαλική πράξη: να ολοκληρώνεις και να αναχωρείς. Εφηβική επαναστατικότητα απέναντι σε κάθε απαγόρευση. Φόβος, ναυτία, αλλεργία απέναντι στη ρουτινιάρικη καθημερινότητα των ενηλίκων. Πολλά υποσχόμενη φωνή.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ-ΠΑΥΤΙΝΟΥ
FRACTAL 06/06/2023
«Έχετε δοκιμάσει ποτέ παγωτό δακρυγόνο;»
Προτίθεμαι να καταστρέψω την ταυτότητά μου
Γιατί δεν της έμοιασα ούτε στιγμή.
Δεκαετίες αποκαλούμενος
καταθλιπτικό ον.
Το DNA εντούτοις με δικαίωσε
«Θάλασσα σε κοιλοπόνεσε
σε μητρότητα παρένθετη».
Έκτοτε καλοκαίρια ολόκληρα
Τρυπώ σωσίβια μανιωδώς
Να αποδείξω ότι είμαι κύμα
Γι’ αυτό και η ζωή μου
Μουσκεμένη εξεγείρεται
«Να αποδείξω ότι είμαι κύμα… η ζωή μου μουσκεμένη εξεγείρεται». Στέκομαι σ’ αυτό τον στίχο για να μιλήσω γι’ αυτή τη νέα ποιητική φωνή, τον Παύλο Ανδρέου. Κάθε άνθρωπος που σ’ αυτή τη νεαρή ηλικία (και σε κάθε ηλικία) έχει την τόλμη να εκτεθεί και να φτιάξει ένα καινούργιο σύμπαν με τις λέξεις του, εξεγείρεται. Αρνείται να μπει σε κουτάκια, ταυτότητες, οτιδήποτε έξωθεν δοσμένο, θέλει να βρει τη φωνή του, να μιλήσει, να μοιραστεί. «Είμαι κύμα», το «μεταφράζω» ως εξής: έχω μέσα μου μια δύναμη, μια ενέργεια άλλη, δεν παύω δευτερόλεπτο να κινούμαι και με την κίνησή μου αυτή να διαταράσσω, να φέρνω κάτι καινούργιο.
Και όντως η ποίησή του φέρει κάτι το φρέσκο, έχει δύναμη, λιτότητα, συστατικό απαραίτητο για να είναι ποίηση. Τον φαντάζομαι να γράφει σε ένα καφέ, κάτω από ένα δέντρο, ή μια παραλία, να παίρνει πρόχειρες σημειώσεις, να παθιάζεται, μετά να σβήνει, να διαλέγει προσεκτικά τις λέξεις, να τις τοποθετεί με ακρίβεια χειρουργού τη μια πλάι στην άλλη, να αγωνιά, να μην αναπαύεται/επαναπαύεται ποτέ, είπαμε, είναι κύμα.
Θα σταθώ στον τίτλο πρώτα: Παγωτό δακρυγόνο, υπέροχη αντίστιξη. Φέρει μια αθωότητα, την υπόσχεση της ουσίας που τέρπει τους γευστικούς μας κάλυκες, γλιστράει στον ουρανίσκο, μας πάει πίσω σε καλοκαίρια, τότε που τα μετρούσαμε με βουτιές και παγωτά. Παγωτό: αγαπημένη ουσία που καταναλώνεται άμεσα, αφορά μόνο σε χρόνο ενεστώτα, έχει λατρευτεί πολύ και κρατάει λίγο, στάζει σαν τα ρολόγια του Σαλβαντόρ Νταλί στην Εμμονή της Μνήμης. Υπόσχεται ηδονή που συνδυάζεται εκ των ων ουκ άνευ με την επαναστατικότητα που φέρει το δακρυγόνο, για να το συνδέσουμε με το προαναφερθέν (εξεγείρεται). Η υπόσχεση της ηδονής κατ’ εμέ συνδυάζεται με το γυμνό γυναικείο σώμα στο εξώφυλλο. Ο πειρασμός, η Εύα, το παγωτό, που δεν υφίσταται χωρίς το απαγορευμένο, το μήλο. Το επώδυνο, το δακρυγόνο.
Στις επόμενες σελίδες αντιλαμβάνομαι πως το Παγωτό Δακρυγόνο συνδέεται ξεκάθαρα με την Αμμόχωστο (Ξαπλωμένος σε πεδίο βολής αναλογίζομαι την Αμμόχωστο. Ευρέως κυκλοφορεί παγωτό δακρυγόνο σε τιμή ευκαιρίας. Είναι πικρό. Λιώνει τα καλοκαίρια. Εσείς δοκιμάσατε; Σελ. 13). Μεταφέρει το τραύμα και τις μνήμες μ’ έναν τρόπο φιλτραρισμένο, φρέσκο, καινούργιο, μέσα από τον τρόπο ενός νέου ανθρώπου που ακόμα πονάει, αμφιβάλλει, διαμαρτύρεται, θέλει να προχωρήσει.
Διαβάζοντας τα ποιήματά του, που φέρουν ενδιαφέροντες, πικάντικους τίτλους, γεμάτους λογοπαίγνια, υπονοούμενα και υφασμένους με ιδέες, σύμβολα, παραμύθια (Hunger Games, Κόφι Μπρέικ, Καρδιακή ανεπάρκεια, Ροζ Βίντεο) αντιλαμβάνεσαι πως έχεις να κάνεις με έναν άνθρωπο που (όπως οφείλει κάθε γράφων που σέβεται τον εαυτό του και τους αναγνώστες), έχει διαβάσει πολύ πριν αποπειραθεί να γράψει. Ιστορία, Λογοτεχνία, Μυθολογία συνυφαίνονται έξοχα. Σαφής ένδειξη είναι μεταξύ άλλων οι αναφορές στον Κάφκα, στον μονοσάνδαλο (Ιάσωνας), στον Χριστό κ.λπ.
Θα σταθώ σε κάτι πέρα από τις υπαρξιακές αγωνίες ενός ανθρώπου που θέλει να μιλήσει για όσα «κουστούμια που τον στενεύουν» θέλουν να του φορέσουν εξωγενείς παράγοντες. Τον έρωτα. Δεν είναι τυχαία η επιλογή στο εξώφυλλο του γυναικείου σώματος. Τον έρωτα σε συνάφεια με την ποίηση. Ο έρωτας δεν μπορεί παρά να είναι ποίηση, και η ποίηση δεν μπορεί παρά να είναι έρωτας. Ο έρωτας ως ανάγκη, ως ο δρόμος για να ξορκίσεις τον θάνατο και κάθε είδους θάνατο, ως ανάγκη να μιλήσουν τα σώματα και οι ψυχές σε μια στιγμή αλήθειας. (… σ’ ένα ποίημα που βογγά και αναστενάζει. Φετίχ του ποιητή να χύνει το μελάνι του κρυφά πριν δραπετεύσει. σελ.33) Και ο έρωτας ως αληθινά επαναστατική πράξη θα μεταμορφώσει τα σώματα και θα μετουσιώσει την ερωτική πράξη σε καθαρή, αποσταγμένη, αγνή ποίηση.
Σε κάθε περίπτωση η πρώτη αυτή συλλογή αφήνει τις καλύτερες εντυπώσεις και θέτει ψηλά τον πήχη για τα επόμενα βήματα του Ανδρέου. Αναμένουμε!
Κλείνω με ένα αγαπημένο ποίημα (σελ. 34)
Αφωνία
Τα μόνα που μπορούσαμε να πούμε
τα φοβηθήκαμε.
Τα άλλα δεν μας τρόμαζαν
τα πήραμε μαζί μας.
Δεν είπαμε κουβέντα
γείραμε στα καλοκαίρια.
Εμείς που αντισταθήκαμε στα πρέπει
έχουμε γενναία δόση αλατιού στο αίμα
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΣΙΑΔΗ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΘΡΑΚΑ 01/04/2023
«Προτίθεμαι να καταστρέψω
την τρέχουσα ταυτότητά μου
γιατί δεν της έμοιασα ούτε στιγμή….» «ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ»
Ο νεαρός Κύπριος δημιουργός ΠΑΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ καταθέτει την πρώτη του προσπάθεια στο χώρο των γραμμάτων πριν ακόμα συμπληρώσει τα είκοσι τρία του χρόνια, ως προσωπική του ανάγκη να καταγράψει τις οδύνες του δύσκολου περάσματος από μια «σφραγισμένη» μνήμη αλλότριας εφηβείας, σε μια ενηλικίωση οργισμένης επιλογής, σ’ έναν κόσμο που η νεανική του ορμή έχει ήδη χαρακτηρίσει άδικο και ως εκ τούτου υποχρεωτικά υποψήφιο πλήρους αναθεώρησης ως και ανατροπής.
«…Είμαι κύμα
γι’ αυτό και η ζωή μου
μουσκεμένη εξεγείρεται.»
Το «ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΟΝΟ» είναι η έκφραση της μετάβασης του νεαρού δημιουργού από την αθωότητα στη συνειδητοποίηση μιας πραγματικότητας που η αίσθηση δικαίου την απορρίπτει. Τούτο το πόνημα πηγάζει από βαθύ υπαρξιακό “γδάρσιμο” μνήμης, σκέψης, αναζήτησης και εκφράζει με ρεαλισμό και ενίοτε με υποκρύπτουσα ευαισθησία, μέρες αδέσποτες, πράξεις μιαρές, που εξαγνίζονται μέσα στο φως των ανθρώπινων παθών και της αλήθειας, μνήμες κληρονομούμενες που απαιτούν δικαίωση έστω μέσα απ’ τις λέξεις.
«Από παλιό λεωφορείο
αποβιβάστηκα
στην εσχατιά
μιας πράσινης γραμμής.
Κουβάλησα
την προσφυγιά στους ώμους…» «ΠΑΛΙΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ»
Κι ο νεαρός δημιουργός, Άξιος όλων τούτων εκφραστής, πορεύεται σε τούτο το πόνημα, εκεί που έταξε τον εαυτό του συνειδητά από πολύ νωρίς. Στην πάλη με τις λέξεις, στη διαπάλη με την έμπνευση. Αρνούμενος την απλούστευση των εννοιών, όπως αυτός τις αντιλαμβάνεται και τις εκφράζει και ως εκ τούτου την καταστρατήγηση του αναγνώστη του για το πως και σε τι βάθος θα αντιληφθεί τη γραφή του.
Σε ό,τι αφορά τον λυρισμό και τον στοχασμό της γραφής είναι στοιχεία αναμφισβήτητα και δεν παραβλέπονται.
Προσωπική μου άποψη είναι πως οι πυλώνες της γραφίδας του νεαρού δημιουργού είναι τρεις: Βαθύς στοχασμός… Υπέρμετρος λυρισμός…. Υψιπετής έκφραση.
Οι υψιπετείς εκφράσεις είναι αυτές που κάποιοι θα δυσκολευτούν να κατανοήσουν αλλά θα είναι εκείνοι που τελικά δεν θα μπορούν να κατανοήσουν και τα άλλα δυο σημαντικά και χαρακτηριστικά στοιχεία της προσωπικής γραφής του δημιουργού, δηλαδή τον βαθύ στοχασμό της σκέψης του και τον υπέρμετρο λυρισμό του. Αλίμονο όμως αν ο κάθε δημιουργός όταν γράφει έχει κατά νου να γίνει κατανοητός από τον οποιονδήποτε αναγνώστη του κατά έναν συγκεκριμένο τρόπο.
Ο έσω ρυθμός του δημιουργού που αποτυπώνεται στους στίχους, δηλώνει το μεταίχμιό του ανάμεσα στην παιδική του αθωότητα και τη ρεαλιστική συνειδητοποίηση ενός παράλογου κόσμου, αυτόν του ενήλικα. Σίγουρα δεν είναι μια εύκολα προσεγγίσιμη γραφή για τον καθένα. Για να την αποκρυπτογραφήσει κάποιος πρέπει να έχει βιώματα απώλειας, πατρίδας ή ανθρώπων.
«….Από λάτρης παγωτού
μετουσιώθηκα
σε διαδηλωτή
στο έλεος των καπνογόνων.
Ξαπλωμένος σε πεδίο βολής
αναλογίζομαι την Αμμόχωστο…..» «ΠΑΓΩΤΟ ΔΑΚΡΥΓΩΝΟ»
Έχοντας συμμεριστεί την αγωνία του πρώτου βηματισμού του νεαρού Δημιουργού, πιστεύω πως αν για κάτι ξεχωρίζει η γραφή του αυτό είναι “το πάντρεμα”, ας μου επιτραπεί ο αδόκιμος όρος, ανάμεσα στον λυρισμό και το υψιπετές των νοημάτων. Από το ύφος η γραφή είναι πολύ προσωπική, γλωσσικά, συντακτικά, κατά δομή και στοίχιση. Βεβαίως και έχει δεχθεί επηρεασμούς. Κυρίως από τον ΚΩΣΤΑ ΜΟΝΤΗ. Είναι όμως απολύτως φυσικό. Τον γνώρισε στο σχολείο, τον διδάχτηκε, δέχτηκε τον επηρεασμό του. Όμως η γραφή διαφοροποιείται. Μεστή νοημάτων και λυρισμού, αναδεικνύει το αιώνιο χάσμα των γενεών, ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο, τον ηρωισμό και την υποταγή, τη λήθη και τη ζώσα μνήμη….
«…Εντούτοις
μέσα του μια φλόγα αφανής:
«Τι διάολο!
Μισός αιώνας πρόστιμο
για μια καταραμένη
πράσινη;» «ΙΣΟΒΙΑ»
Η έμπνευση μοιάζει καθοδηγούμενη από συγκλονιστική εμπειρία, πραγματική ή νοητική. Διέπεται από αντιφατικές έννοιες οι οποίες χρειάζονται έναν συγκλίνοντα νοηματικό κρίκο, που για τον καθ’ ένα από τους αναγνώστες τοποθετείται εκεί όπου ανήκουν οι δικές του μνήμες . Έτσι κι αλλιώς τους δημιουργούς μπορούμε να τους κατατάσσουμε σε κοντινούς στη σκέψη μας και τα βιώματά μας ή μακρινούς από αυτά. Και τα πονήματα σε αγαπημένα ή αδιάφορα. Ούτε ο αναγνώστης ασχολείται με την έμπνευση του Δημιουργού. Αποκομίζει από το πόνημα αυτό που εκείνος κατανοεί, αναγνωρίζει και αποδέχεται, ως κτήμα του. Εξάλλου την Ποίηση δεν την κατανοούμε πάντα… Το ζητούμενο είναι να νιώθουμε τις δονήσεις της βαθιά μέσα μας.
Θέλοντας να μιλήσω για τον νεαρό δημιουργό και το πόνημά του, θα έλεγα για τις οδύνες ενός τοκετού. Θα περιέγραφα την ελπίδα μέσα απ’ τον πόνο… Τη λύτρωση μέσα απ’ τη γέννηση. Θα μίλαγα για τις τύψεις της θαλάσσιας μήτρας που ξεβράζει τον αμνό της και τον στέλνει στη σφαγή, ενός αμείλικτου κόσμου. Θα τραγουδούσα τον ήλιο να καθρεφτίζεται στα μάτια της Θείας ανατροπής…
«Στριμώχτηκαν όλα
στη βαλίτσα της απόγνωσης
μέχρι που σκίστηκε από το βάρος….» «ΣΧΙΣΜΑ»
Στο «Παγωτό Δακρυγόνο» συναντάμε τις έννοιες ελευθερία, ψυχή, νερό, άρα και πληγή και άνθρωπος, σαν μια συνέχεια ιστορική, συναισθηματική, γενεαλογική, ωσάν το σάλπισμα που διατηρεί τη μνήμη ζώσα… Λειτουργεί στον αναγνώστη σαν απαγορευτικό στην απαισιοδοξία. Τον παροτρύνει να κοιτάξει γύρω του. Ο κόσμος φλέγεται κι οι άνθρωποι δεν παραδίνονται. Με τ’ όπλο και την ψυχή, με τη γροθιά και τις λέξεις, πολεμάνε για τα δίκια του κόσμου. Αυτό είναι το μυστικό ενός πονήματος που αγγίζει. Να το διαβάζει ο αναγνώστης του, ίδια στιγμή με χίλιους τρόπους. Μέσα στην καθημερινή πάλη. Εκεί που είναι δύσκολο μόνος του να σταθεί και να αντέξει. Εκεί που χρειάζεται τις λέξεις του δημιουργού να τον στηρίξουν. Στη σωστή ανάγνωση των ιστορικών γεγονότων. Κυρίως τα αναφερόμενα στην Τουρκική εισβολή. Στη σημερινή πραγματικότητα που αυτά τα γεγονότα διαμορφώνουν. Στο αίτιο και το αιτιατό της έμπνευσης του δημιουργού, όπως και στο μέλλον που επιθυμεί να προδιαγράψει για τις μελλοντικές γενιές, με συγκεκριμένο στίγμα, ιδεολογικό, κοινωνικό, πολιτικό, ερωτικό ή άλλο, μέσα από σκληρή και αταλάντευτη αναζήτηση γνώσης κι αλήθειας…
«Αφουγκράζομαι
μια υπόκωφη βοή
που μεταφέρει
ο βρυχηθμός του κύματος
κερματισμένο δάκρυ
που κατακαίει τη γη μου.
Η μνήμη
ταξιδεύει στο κενό
της ιστορίας η πηγή
στάζει φαρμάκι
η θάλασσα
κολύμπι αδυσώπητο
στις τρικυμίες της ψυχής
που καταρρέει.
Ληθαργικός ο όχλος
περιφέρεται
ανάμεσα στα χθεσινά ερείπια
σ’ ένα ταξίδι αμείλικτο
όπου του χρόνου ήλοι
ήλιους καρφώνουν
καθώς καρφώνονται βαθιά
στα σκοτεινά σοκάκια
της συνείδησης.» «ΑΠΑΝΘΡΩΠΗ ΜΝΗΜΗ»
Στο «Παγωτό Δακρυγόνο» ο αναγνώστης συνειδητοποιεί την οργή του νέου που τον εμποδίζουν να βαδίσει. Του νέου που ενώ του στερούν τη μόρφωση τον εγκαλούν ως απαίδευτο! Και αυτό το κατανοεί μέσα από λέξεις που και θωριά έχουν και ήχο μουσικό κι αλμύρας γεύση. Ακόμα και τρυφεράδας αφή έχουν, μα για να τις αντιληφθεί κανείς έτσι, πρέπει μύστης να ‘ναι… Τούτο το πόνημα είναι το αποτέλεσμα μιας πρόωρης, “άγουρης” και βίαιης ωρίμανσης, όπου τα “παγωτά” της αθωότητας αλλά και της ενοχής μας, εγκαταλείπονται, ώστε να καταγράψει ο αναγνώστης την προοδευτική μετάβαση στο “δακρυγόνο” της ζοφερής μας πραγματικότητας, που στο πόνημα διαφαίνεται.
«…Άντεξε η ποίηση
ορκίστηκε στις λέξεις.» «ΟΡΚΟΣ»
Οι Κύπριοι Ποιητές έχετε ένα ακόμα βαρύτερο χρέος. Η πατρίδα σας είναι κατακτημένη χώρα. Χρέος σας να κρατάτε τη μνήμη ζώσα. Να σαλπίζετε την άρση των συνειδήσεων. Ως τη δικαίωση των οραμάτων του λαού σας. Οφείλετε την πρωτοπορία. Περιμένουν κι άλλοι αγωνιζόμενοι λαοί από σας. Οι νέοι Κύπριοι Ποιητές είστε καταδικασμένοι να σαλπίζετε τον αγώνα για το δίκιο. Είστε μια γενιά αδικημένη γιατί επωμίζεστε χωρίς να φταίτε τα λάθη, τις ανεπάρκειες και τις παραλήψεις, το βόλεμα και το ξόδεμα των προηγούμενων γενεών. Όμως, οι νέοι άνθρωποι κουβαλάτε ακόμα το άφθαρτο του οράματος και την τόλμη του καινούριου. Αυτό είναι που όσες κι αν είναι οι δυσκολίες που πιθανόν θα συναντήσεις στην πορεία σου, Παύλο, έχεις και λογισμό και όραμα και κυρίως διαθέτεις όλα εκείνα τα εχέγγυα που εγγυώνται μια πετυχημένη, αξιοκρατική και όμορφα μοιρασμένη πορεία.
«Αν συντηρούμε χαρταετούς
αγκιστρωμένους τρεις γενιές
στο ίδιο συρματόπλεγμα
τότε θα γυρίσουμε ανάποδα
τον κόσμο ολόκληρο
σε ογδόντα χρόνια». «ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΦΟΡΑ»
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΣΙΤΣΕΚΛΗ
STIGMALOGOU.GR 28/03/2023
O Παύλος Ανδρέου γεννήθηκε το 2000 στη Λάρνακα και σπουδάζει Νομική στο Πανεπιστήμιο του Reading. Η πρώτη του ποιητική συλλογή «Παγωτό δακρυγόνο» είναι διαποτισμένη από νοσταλγία για τη χαμένη αθωότητα της παιδικής ηλικίας, το παρελθόν και τις μνήμες της ιδιαιτέρας του πατρίδας που διαφυλάσσει σαν θησαυρό μες στην καρδιά του. Ο ποιητής, ακολουθώντας την εσωτερική του φωνή, γνωρίζει το βαθύτερο εαυτό του και καταγράφει ποιητικά μια ιστορία ενηλικίωσης, η οποία έρχεται να τον αφυπνίσει για τα δεινά της εποχής μας και να προσδιορίσει τη θέση του στον κόσμο, μέσα από ένα συναρπαστικό ταξίδι με τις λέξεις.
Πυξίδα πάντοτε στη ζωή του είναι οι αγαπημένοι του άνθρωποι και τα ιδανικά τους, οι αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια. Ανάμεσά τους, σημαντική θέση κατέχει η παιδική του φίλη, η μικρή σύντροφός του στα παιχνίδια, στην οποία αφιερώνει ένα τρυφερό ποίημα, θυμίζοντάς της το αγαπημένο τους παιχνίδι: το κρυφτό. Οι λέξεις του, προσεκτικά διαλεγμένες, αποκαλύπτουν σαν δώρο που ξετυλίγεται σιγά-σιγά τη μυστική λέξη που δεν αναφέρεται, την αγάπη:
ΚΑΛΠΙΚΟ ΑΣΤΕΡΙ
Α μπε μπα μπλομ
κι εσύ έδειχνες εμένα.
Να κλείνω μάτια
να μετρώ κρυμμένα χρόνια.
Έφυγες και μ’ άφησες
να τα φυλάω.
Φτου και βγαίνω
από μια κούνια πέρασες.
Κοντανασαίνοντας
τρίζουν τα βήματά σου.
Πού κρύφτηκες και δεν σε βρίσκω;…
Η τσουλήθρα που σκαρφάλωνες
ξαπόσταινε σ’ οροσειρές.
Να μη χαθεί ξανά κανείς
είπα στον εαυτό μου.
Φτου ξελευθερία
και τα φυλάω απ’ την αρχή.
Α μπε μπα μπλομ
κι εσύ πυξίδα
να δείχνεις πάντα εμένα.
Ο ποιητής μοιάζει να λέει ότι η αγάπη δεν χάνεται ποτέ, βρίσκεται κάπου θαμμένη μέσα μας και κάποτε εμφανίζεται, αλλιώς δεν είναι αγάπη αληθινή παρά ένα κάλπικο αστέρι. Όταν ξεχνάμε το παρελθόν μας, ό,τι ζήσαμε χάνει το νόημά του και μοιάζει ψεύτικο.
Αυτό το κρυφτό με τις λέξεις και τα ανομολόγητα συναισθήματα διατρέχει όλη τη συλλογή του, αποκαλύπτοντάς μας τα τοπία της ψυχής του, μεταμορφώνοντας σε ποίηση τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του και διαμόρφωσαν τη δική του θεώρηση για τον κόσμο. Η συμβολική φιγούρα του αγαπημένου του παππού εμφανίζεται σε ένα άλλο ποίημα, αδιάκοπα να του μιλά για τη χαμένη πατρίδα, την κατεχόμενη Κύπρο, την αγαπημένη Αμμόχωστο και μέσα από τις αφηγήσεις του να του μεταγγίζει τη συλλογική μνήμη.
ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ
Ο παππούς ένδακρυς σχολίαζε εμφατικά
το γέμισμα του ήλιου
ναρκωμένος σε μια ενδοφλέβια θάλασσα.
Να μου μιλά να της μιλά.
Ο εκσφενδονισμός των διηγήσεών του
επέστρεφε απ’ τον ουρανό πίσω σ’ αυτόν.
Παππού είμαι η επαλήθευσή σου.
Κι αν τώρα στένεψε η μνήμη
εγώ θυμάμαι την Aμμόχωστο.
Το χρώμα που οικειοποιήθηκε το μισοφέγγαρο.
Το ποίημα δεν είναι μόνο ένας συγκινητικός αποχαιρετισμός αλλά και μια αλλαγή φρουράς, όπου η βαλίτσα των αναμνήσεων παραδίδεται από τον παππού στον εγγονό, μαζί με την κρυφή ευχή να αγωνιστεί για ένα δίκαιο κόσμο. Ο ποιητής γίνεται ο φύλακας της μνήμης, ο υπερασπιστής μιας αλήθειας που με τις λέξεις του επιθυμεί να φέρει στο φως και αυτή η ευθύνη τον αλλάζει και τον ωριμάζει σαν άνθρωπο, πυροδοτεί μέσα του μια αλλαγή ταυτότητας. Κάποτε, γράφει, με αποκαλούσαν «καταθλιπτικό ον», μα τώρα «είμαι κύμα και η ζωή μου μουσκεμένη εξεγείρεται»… Οι μνήμες αυτές ενσωματώνονται θαρρείς μες στην ψυχή του και στέκονται μετέωρες να τον στοιχειώνουν, να τον γεμίζουν θλίψη για την άδικη μοίρα των ανθρώπων του τόπου του και οργή για την αδικία που κυβερνά τον κόσμο. Ο δρόμος του τον οδηγεί στην πράσινη γραμμή, στην «εσχατιά του κόσμου»:
ΠΑΛΙΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ
Από παλιό λεωφορείο
αποβιβάστηκα
στην εσχατιά
μιας πράσινης γραμμής.
Κουβάλησα
την προσφυγιά στους ώμους
άρπαξα
τις αποσκευές στα χέρια
σκουρόχρωμες κηλίδες έσταζαν
στα πόδια
στο πουθενά οδοιπορώντας
μονοσάνδαλος.
Και να που μπαίνουν
δάκρυα στην παρέλαση
υγροί στρατιώτες
με ανυπόκριτο το βήμα
«εν-δυο-εν»
πενήντα χρόνια
στη σειρά μου
«εν-δυο-εν».
Από εκείνη τη στιγμή η ποίησή του περνά σε ένα καθαρά συμβολικό πεδίο και αποκτά καθολικότητα, γίνεται η ακτινογραφία της ψυχής και η φωνή της διαμαρτυρίας του εξόριστου, του πρόσφυγα, του εκτοπισμένου ανθρώπου. Η μαρτυρική Αμμόχωστος δεν είναι μόνο η δική του χαμένη πατρίδα, αλλά συμβολίζει όλες τις χαμένες πατρίδες και η πράσινη γραμμή δεν συμβολίζει μόνο τη διχοτομημένη Κύπρο αλλά και το διχασμένο κόσμο μας. Ο ποιητής ορκίζεται στις λέξεις ότι θα ξαναβρούν τη δύναμη που είχαν κάποτε να αλλάζουν τον κόσμο.
ΣΤΕΨΗ
Έσταξαν πρόκες
τα κηροπήγια
οι μύγες
υποσιτισμένες
παρεφρόνησαν
κοιμάται στο παλιό σφαγείο
η Αμμόχωστος
άνθρωποι χωρίς μοίρα
κοσκίνισμα του αίματος
στο πραιτώριο
προβάρουν τη χλαμύδα
της ταπείνωσης
στου Γολγοθά το χώμα.
Στριμώχτηκαν όλα
στη βαλίτσα της απόγνωσης
μέχρι που σκίστηκε από το βάρος.
Τώρα
ταξιδευτής σε ξένους τόπους
το βλέμμα προσγειώνω
στον ιμάντα
που μεταφέρει βασανιστικά
κάποια αποσκευή στα αζήτητα
γεμάτη μνήμες.
Στάσου!
Βλέπω μονάχα
μια σκισμένη ετικέτα.
Καθώς εισβάλλει στη ναρκοθετημένη περιοχή των αναμνήσεων συμβαίνουν εκρήξεις και η ποίησή του μετατρέπεται σε διαμαρτυρία, έρχεται να ταράξει τα νερά μιας γενικευμένης απάθειας, να εμποδίσει το ξεπούλημα της μνήμης. Με όπλο το χλευασμό, καταγγέλλει την υποκρισία και τους συμβιβασμούς που κρύβονται πίσω από τα ωραιοποιημένα λόγια των πολιτικών, τα παιχνίδια εξουσίας, τα διεθνή συμφέροντα που κυβερνούν τον κόσμο. Το κρυφτό αναδεικνύεται ως το κυρίαρχο παιχνίδι της πολιτικής ζωής «κόντρα στον παιδικό κανόνα και το νόμο»:
ΚΟΦΙ ΜΠΡΕΪΚ
Μεταμφιέστηκαν, που λες, σε σταχτοπούτες
κι ήρθαν με ρούχα ταπεινά
κακοραμμένα
να δοκιμάσουν τα γοβάκια
της ειρήνης.
Τους ξαποστείλαμε
χωρίς διατυπώσεις.
Αδύνατον οι ψεύτικες στολές
να κρύψουνε τις κόκκινες κιλότες.
Ο ποιητής επιθυμεί να προκαλέσει εκρήξεις με τις λέξεις του για να πάψουν οι λέξεις να είναι υπάκουα στρατιωτάκια στο στόμα αυτών που επιλέγουν να ξεχάσουν την ιστορική αλήθεια. «Εν δυο, εν δυο», γράφει ειρωνικά και μετατρέπει τα παραμύθια σε αλληγορία της πολιτικής ζωής, τη σταχτοπούτα, τον παπουτσωμένο γάτο… Η ποίηση είναι ο δρόμος που επιλέγει για να εκφραστεί, μια μορφή δράσης ενάντια στη γενικευμένη θλίψη, ο απινιδωτής που μεταγγίζει την αθωότητα σαν μολυσμένο μυελό και βραχυκυκλώνει την καρδιακή ανεπάρκεια του συστήματος:
KAΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
Απινιδωτής
με τροφοδοτεί ρεύμα.
Εν τέλει του μεταγγίζω μολυσμένο μυελό.
Βραχυκυκλώνεται.
Οι στίχοι του, υπερρεαλιστικοί, γεμάτοι αλληγορίες, αμφίσημες λέξεις, συμβολισμούς, λογοπαίγνια, σκιαγραφούν γεγονότα και καταστάσεις. Αίφνης, τα δάκρυα στο «Παγωτό δακρυγόνο» δεν είναι πια δάκρυα θλίψης αλλά προξενούνται από τα δακρυγόνα που διαλύουν τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ενάντια στις άδικες πολιτικές αποφάσεις και τσούζουν τα μάτια. Ο ποιητής μεταμορφώνεται από λάτρης παγωτού σε διαδηλωτή, παίζει το δικό του παιχνίδι με τις λέξεις, φανερώνοντας την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τις επίσημες ανακοινώσεις για συνεργασία και ειρήνη:
ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΚΑΡΕΚΛΕΣ
Η μουσική ξεκίνησε
παίκτες προβάλλονται στον κύκλο.
Πολίτευμα το κασετόφωνο
αναβοσβήνοντας
κατέχει ρόλο ενεργό
στους υποψηφίους
για τη μοναδική θέση.
Η μουσική σταμάτησε.
Δύο μοιράστηκαν το κάθισμα
κόντρα στον παιδικό κανόνα και τον νόμο.
Το στεφάνι που καταθέτουν στις επετείους στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη, εκείνος το καταθέτει συμβολικά στο μνημείο του έρωτα, θυμίζοντάς μας τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις και τα συνθήματα της δεκαετίας του ’60, διαπιστώνοντας ότι ο κόσμος βρίσκεται ακόμα στον ίδιο φαύλο κύκλο:
EΡΩΤΑΣ
Φωτοστέφανο.
Χωρίς στεφάνη.
Κύκλος φαύλος
αρκούντως διαφωτιστικός.
Στην επέτειο
τον καταθέτεις
σε μνήματα αγνώστων
τιμώντας
τον μπαλαντέρ.
Η ποίηση είναι ο δρόμος που επιλέγει ο Παύλος Ανδρέου για να θυμίσει τα γεγονότα που κάποιοι επιλέγουν να αποσιωπήσουν ή να ξεχάσουν, γιατί ό,τι γράφεται δεν χάνεται ποτέ, αλλά μένει για πάντα. Ο ποιητής διακατέχεται από την ανάγκη να επιστρέψουμε σε μια ενσυνείδητη αθωότητα, να γίνουν τα λόγια διάφανα και να υπηρετούν το νόημά τους σε όλα τα επίπεδα της ζωής, για να υπάρξει επιτέλους ειρήνη και δικαιοσύνη στον κόσμο. Αυτό είναι και το τελευταίο κρυμμένο μυστικό, το ιδανικό που εκφράζει η ποίησή του ως κυρίαρχο αίτημα της νέας γενιάς.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Περιοδικό Θράκα 26/02/2023
Ψηλαφώντας την ποιητική συλλογή του κ. Παύλου Ανδρέου Παγωτό Δακρυγόνο
Η ποιητική συλλογή του νέου και πρωτοεμφανιζόμενου στα νεοελληνικά γράμματα ποιητή κ. Παύλου Ανδρέου αποτελεί μια κραυγή σε τόνο μείζονα και ελάσσονα. Δεν ακολουθεί την πεπατημένη οδό της νεότερης τάσης της κυπριακής ποιητικής παραγωγής. Αντ’ αυτού, με τρόπο γόνιμο και δημιουργικό προσλαμβάνει τις κληρονομικές τραυματικές περιστάσεις μέσα από έναν θολωμένο καθρέφτη, όπως συνειρμικά υποδηλώνει ο πρωτότυπα σουρεαλιστικός τίτλος.
Όντας ένα εξαιρετικά ανήσυχο πνεύμα κι ένας γνήσιος εκπρόσωπος μιας ενεργούς νεολαίας, εξεγείρεται, ξεσπά, διαμαρτύρεται, κραυγάζει. Δεν απολαμβάνει το ξέγνοιαστο παιδικό παιχνίδι ενόσω οι εσωτερικές και εξωτερικές κραυγές του τον πολιορκούν. Γεύεται πικρά έναν στρόβιλο ανεκπλήρωτων προσδοκιών που βρίσκεται εκεί, είτε έχει τα μάτια του σφαλιστά είτε όχι:
Κάλπικο αστέρι
Α μπε μπα μπλομ
κι εσύ έδειχνες εμένα.
Να κλείνω μάτια
να μετρώ κρυμμένα χρόνια.
Έφυγες και μ’ άφησες
να τα φυλάω.
Φτου και βγαίνω
από μια κούνια πέρασες.
Κοντανασαίνοντας
τρίζουν τα βήματά σου.
Πού κρύφτηκες και δεν σε βρίσκω;
Η τσουλήθρα που σκαρφάλωνες
ξαπόσταινε σ’ οροσειρές.
Να μη χαθεί ξανά κανείς
είπα στον εαυτό μου.
Φτου ξελευθερία
και τα φυλάω απ’ την αρχή.
Α μπε μπα μπλομ
κι εσύ πυξίδα
να δείχνεις πάντα εμένα.
Ο προβληματισμός του γύρω από ζητήματα ποιητικής κρύβει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η Τέχνη εκλαμβάνεται από τον ποιητή ως ένα θέατρο του παραλόγου γραμμένο από τον Ιονέσκο, ως μια ποίηση με διαταραγμένη ταυτότητα:
Ομοφοβία
Από την πύλη ασφαλείας
του αερολιμένα
πέρασε επιφυλακτικά
ένα ποίημα
με διαταραχή ταυτότητας.
[…]
Η Τέχνη ασκεί ευεργετική επίδραση στο ποιητικό υποκείμενο, αφού αντιμετωπίζεται ως καβαφικό φάρμακο, το οποίο θα το «γιάνει» από τους κάλους που προκλήθηκαν από την «ονυχοφαγία» του. Ο πελματογράφος είναι κατηγορηματικός όσον αφορά την προτεινόμενη θεραπεία που συστήνει στο ποιητικό υποκείμενο:
Νυχοκόπτης
Εξ απαλών ονύχων
η νύχτα κατείχε τα ψαλίδια
εσκεμμένα.
Ως εκ τούτου
επιδόθηκα
στην ονυχοφαγία
αδυνατούσα να τα κόψω
λόγω ονυχοκρύπτωσης.
Ο πελματογράφος συνέστησε
να περιποιηθώ τον κάλο μου
ίσως με γιάνει
το κάλλος της ποιήσεως.
Πλέον εξ όνυχος τον λέοντα
αναφαίνομαι.
Για τον ποιητή η Τέχνη λογίζεται ως χώρος καλλιτεχνικής ελευθερίας που του επιτρέπει να είναι ο εαυτός του, να εξωτερικεύει τους προβληματισμούς του και τις ανησυχίες του. Ο ίδιος δεν θα μπορούσε να μένει άπραγος, βλέποντας την Τέχνη του να γίνεται βορά στα χέρια των καπήλων της:
Sex Trafficking
Κάνετε τώρα εγγραφή
στο κανάλι μας
σε αποκλειστική μετάδοση
μια μαρτυρία για τον ποιητή.
Παρακαλούνται οι συνδρομητές
να συντονιστούν επειγόντως
με κομμένη την ανάσα.
Η συγκλονιστική σκλάβα του σεξ
που υπογράφει το σεντόνι
με αίμα για κραγιόν
θα τους απογειώσει.
Επιβήτορα ποιητή
ηδονοβλεψία αναγνώστη
σωματέμπορα εκδότη
πετάξτε τα εσώρουχα στο πάτωμα.
Η λερωμένη σας Ποίηση
ένα λεπτό υπέρτατης σιγής
σας αφιερώνει.
Ύστερα
σας στέλνει στον διάολο.
Εν κατακλείδι, η ποίηση του κ. Ανδρέου κατακλύζεται από φαντασία, παιδική αθωότητα, κριτική ανησυχία και σαρκασμό-αυτοσαρκασμό. Με όπλα που του προσφέρει ο σουρεαλισμός, ο οποίος στα χέρια του ποιητή μας αξιοποιείται γόνιμα, άλλοτε συσκοτίζει κι άλλοτε φωτίζει τις σκέψεις του, ενώ παράλληλα συνθέτει και αποδομεί το ποιητικό του σύμπαν, σ’ ένα παιχνίδι συνειρμικό και αινιγματικό. Η σύνθεση και αποσύνθεση γίνονται μέρος της ποιητικής δημιουργίας, απαραίτητα συστατικά στη μανιέρα του.
.
.